*
του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ
Η παγκοσμιοποίηση, εδώ και καιρό, έχει αρχίσει όλο και περισσότερο να λαμβάνει τη μορφή της περιφεριοποίησης. Η περιφεριοποίηση των οικονομιών του πλανήτη, αρχίζει να λαμβάνει σαφή χαρακτηριστικά, τα οποία αντικειμενικά αποδυναμώνουν τις ανεξέλεγκτες παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες των προηγούμενων χρόνων.
Όλοι φαίνεται ότι προετοιμάζονται για το επόμενο καθεστώς του διεθνούς εμπορίου δεδομένων των αλλαγών που επιβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης προεδρίας των ΗΠΑ αλλά και της ίδιας της εξέλιξης των πραγμάτων όπου οι πλανητικές δυνάμεις προσπαθούν συνεχώς να καταλάβουν θέσεις που να αυξάνουν και να κατοχυρώνουν το μερίδιο ισχύς τους. Και αυτό, κατ’ αρχάς, γίνεται με τη βελτίωση της οικονομικής τους ισχύος. Ο πόλεμος στην Ουκρανία φαίνεται ότι είναι ο καταλύτης αυτής της διαδικασίας. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις δεν μπορούν παρά να εκφραστούν μέσω αλλαγών στα καθεστώτα κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων και ανθρώπων, και γενικότερα αλλαγή στον καταμερισμό της οικονομικής ισχύος.
Η μεγάλη επιστροφή των Περιφερειακών Συμφωνιών Εμπορίου μπορεί εύκολα να εξηγηθεί ως απάντηση στους φόβους αλλά και τα αποτελέσματα της εξάπλωσης των πολυμερών συμφωνιών εμπορίου και της δημιουργίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ειδικά μετά τις αποφάσεις του επονομαζόμενου Γύρου της Ντόχα. Είναι σίγουρο ότι αποτελεί μια επιλογή, στρατηγικής σημασίας, για όλες τις συμμετέχουσες χώρες προκειμένου να βρουν καλύτερες θέσεις εμπορικής διαπραγμάτευσης από εκείνη που προσφέρει το άμεσο «ελεύθερο εμπόριο» και οι κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου[1].
Μάλιστα σε περιόδους οικονομικής κρίσης οι χώρες αυξάνουν τις προσπάθειές τους να βρουν καλύτερο επίπεδο διαπραγμάτευσης έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα τις πρόσθετες δυσκολίες. Αναφέρω ως παράδειγμα ότι το 2009, στην κορύφωση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, 25 νέες Περιφερειακές Συμφωνίες Εμπορίου κοινοποιήθηκαν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Το έτος 2012, υπολογίζονται σε 300 οι Περιφερειακές Συμφωνίες Εμπορίου. Μεγάλος και εντυπωσιακός αριθμός. Τα κράτη, προκειμένου να διασφαλίσουν τα συμφέροντα των εγχώριων οικονομιών από την παγκόσμια απειλή, όπως εκλαμβάνουν το ελεύθερο διεθνές εμπόριο, συσπειρώνονται σε συμμαχίες και αναπτύσσουν με την υπογραφή προτιμησιακών εμπορικών συμφωνιών προστατευτικούς μηχανισμούς περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης.
Ο εντατικοποιημένος διεθνής ανταγωνισμός και ο οξυνόμενος αγώνας για την τεχνολογική υπεροχή εξελίχθηκαν σε σημαντικά στοιχεία που τροφοδοτούν την τάση προς τον οικονομικό περιφερισμό. Ο οικονομικός περιφερισμός έγινε ένα μέσο που επιτρέπει στις επιχειρήσεις της περιφέρειας να αυξάνουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητά τους. Οι διάφορες μορφές εμπορικών συμφωνιών (τελωνειακές ενώσεις, ζώνες ελεύθερου εμπορίου και ενιαίας αγοράς) προσφέρουν σε κάποιο βαθμό πλεονεκτήματα του ελεύθερου εμπορίου, όπως οικονομίες κλίμακας στην παραγωγή, ενώ ταυτόχρονα αρνούνται τα ίδια πλεονεκτήματα στους ξένους εκτός κι αν αυτοί επενδύσουν στην εσωτερική αγορά και ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των χωρών – μελών για μεταφορές τεχνολογίας και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Ο περιφερισμός διευκολύνει επίσης τη συνένωση των οικονομικών πόρων και τη συγκρότηση περιφερειακών επιχειρησιακών συμμαχιών. Ως εκ τούτου, είναι στην πράξη μια σημαντική στρατηγική την οποία μετέρχονται ομάδες κρατών για να αυξήσουν την πολιτική και οικονομική τους ισχύ.
Ο οικονομικός περιφερισμός εξελίσσεται σε μια ολοένα και σημαντικότερη τάση της παγκόσμιας οικονομίας. Οι επιπτώσεις των περιφερειακών ενώσεων στο παγκόσμιο εμπόριο γίνονται όλο και πιο ευδιάκριτες.
Η συνεχής αυτή τάση προς τον οικονομικό περιφερισμό και η εκτροπή του διεθνούς εμπορίου από τη θεωρητική κατασκευή του «ελεύθερου εμπορίου» της καθαρής θεωρίας του εμπορίου, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, ουδέποτε υπήρξε στην ανθρώπινη ιστορία, διότι πάντοτε συνοδευόταν από φανερές και κρυφές παρεμβάσεις ισχύος, δείχνει με σαφήνεια ότι η λεγόμενη πολυμερής θέσμιση της παγκόσμιας οικονομίας δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και δεν αποτελεί παρά μια ακόμη οικονομική άσκηση επί χάρτου.
Παρά τις ουσιώδεις αυτές προσπάθειες προς την εδραίωση μιας φιλελεύθερης προσέγγισης του διεθνούς εμπορίου, το διεθνές καθεστώς ελεύθερου εμπορίου δέχεται νέες απειλές στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα, γεγονός που καθιστά το μέλλον του αβέβαιο. Καταρχήν, κλυδωνίζεται το θεωρητικό υπόβαθρο από το οποίο αντλούνται τα επιχειρήματα υπέρ της φιλελευθεροποίησης του εμπορίου λόγω της μετάβασης από το συγκριτικό στο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και της διαμόρφωσης και εδραίωσης της θεωρίας του στρατηγικού εμπορίου.
Παράλληλα, οι εθνικές κυβερνήσεις αναπτύσσουν έναν προβληματισμό αναφορικά με την πραγματική επίδραση του ελεύθερου εμπορίου στην εθνική και παγκόσμια οικονομική ευημερία, λόγω των πολιτικών πιέσεων που δέχονται από τους κυρίαρχους της παγκοσμιοποίησης (κράτη και πολυεθνικές επιχειρήσεις) αλλά και από όλους όσοι αισθάνονται απλά ότι έχει χειροτερεύσει η θέση τους στην κατανομή του παραγόμενου πλούτου υποβαθμίζοντας τον καθημερινό τους βίο.
Οι τελευταίοι, υποστηρίζουν ότι το ελεύθερο εμπόριο έρχεται σε σύγκρουση με τα τοπικά συμφέροντα, είναι υπεύθυνο για την αυξανόμενη ανεργία και συνιστά απειλή για εθνική κυριαρχία και κουλτούρα των εθνών, την ευημερία των εργαζομένων, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία του περιβάλλοντος.
Το ερώτημα που προκύπτει σχετικά με τα σχηματιζόμενα αυτά οικονομικά μπλοκ είναι κατά πόσον συμβάλουν τελικά στην αύξηση του διεθνούς εμπορίου ή στην εκτροπή του αποτελεί αγωνία μόνο των νεοκλασικών οικονομολόγων.
Στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Ασία του Ειρηνικού, στην περιοχή της Κεντρικής Ασίας και του Καυκάσου, καθώς και αλλού οι δεσπόζουσες δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους σε κάθε περιφέρεια ένωσαν και ενώνουν τις δυνάμεις τους με σκοπό να αυξήσουν την οικονομική τους ισχύ και το διαπραγματευτικό τους βάρος στις παγκόσμιες οικονομικές διαπραγματεύσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πρώτη περιφερειακή ένωση που συμμετέχει στις διεθνείς εμπορικές διαπραγματεύσεις ως περιφερειακό μπλόκ.
Παρά τις αντιρρήσεις των οικονομολόγων της «καθαρής θεωρίας του εμπορίου», η αδήριτη πραγματικότητα δείχνει προς εντελώς άλλη κατεύθυνση. Ο οικονομικός περιφερισμός φαίνεται ότι διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι της παγκόσμιας πολυμέρειας. Οι περιφερειακές συμφωνίες μπορούν να διευθετήσουν σημαντικά θέματα που δεν καλύπτονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ζητήματα που είναι σχεδόν αδύνατον να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά μέσω διαπραγματεύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορούν να διευκολύνουν το εμπόριο μεταξύ των μελών τους και να βοηθήσουν στην οικονομική μεγέθυνση του συνόλου της περιφέρειας. Μπορούν επίσης να εγγυηθούν την πρόσβαση ορισμένων μικρότερων χωρών στις αγορές μεγαλύτερων χωρών.
Βεβαίως, η παρατηρούμενη αύξηση της περιφερειοποίησης της διεθνούς οικονομίας αντιπροσωπεύει σοβαρή πρόκληση για την αποτελεσματική διακυβέρνηση της παγκόσμιας οικονομίας. Μέχρι σήμερα ο κατακερματισμός της παγκόσμιας οικονομίας σε εχθρικά περιφερειακά οικονομικά μπλοκ, με σημαντικούς περιορισμούς στις εισαγωγές και στις επενδύσεις, δεν έχει πραγματοποιηθεί. Όμως όπως προκύπτει από την παρατήρηση της πραγματικότητας, και ειδικά μετά τα όσα ακολούθησαν τον πόλεμο στην Ουκρανία (οικονομικές κυρώσεις, αποκλεισμοί χωρών από τη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα), είναι βέβαιον ότι στο προσεχές μέλλον μάλλον οδεύουμε προς αυτή την κατεύθυνση.
Η πλάστιγγα μεταξύ παγκοσμιοποίησης και περιφερειοποίησης γέρνει αργά αλλά σταθερά υπέρ της δεύτερης.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ
[1] Το ότι όλες οι Περιφερειακές Συμφωνίες πρέπει να τύχουν της έγκρισης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, προσομοιάζει πλήρως προς την γνωστή θέση «σώζειν τα φαινόμενα».
*