Στήλες | Τα πρόσκαιρα (από τον Γιάννη Α. Ταχόπουλο)

Μικρές ιστορίες και στιγμές από το ελληνορωμαϊκό, βυζαντινό και μεταβυζαντινό παρελθόν, και τη συνάντησή του με την εποχή μας. Επιλογή από τον Γιάννη Ταχόπουλο.

Ἡ ἀντιwoke βιολογικοποίηση

*

του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Ὄχι σπάνια, στὴν ἀπολυτοποίηση τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τὴν πλήρη ἀγνόηση τῆς φύσης καὶ τῆς βιολογίας ποὺ ὑποστηρίζουν ὅσοι συντάσσονται μὲ τὸ woke κίνημα, ἀντιπαρατίθεται μιὰ ἀντιwoke βιολογικοποίηση τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ καὶ τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ἂν οἱ πρῶτοι, γιὰ παράδειγμα, συγχέουν τὴ σεξουαλικὴ προτίμηση μὲ τὸ φύλο καὶ ἔτσι ἀνακαλύπτουν ἀναρίθμητα φύλα, οἱ δεύτεροι ἐπινοοῦν διάφορες ἀντικειμενικὲς καὶ βασισμένες στὴ βιολογία κοινωνικὲς σταθερές. Ἤδη εἶχε γίνει τὶς προηγούμενες δεκαετίες ἀναφορὰ σὲ «γονίδιο τῆς ἀπιστίας», σὲ «γονίδια τῆς ὑπερβολικῆς τηλεθέασης» καὶ ἄλλα τέτοια (βλ. τὴν κριτικὴ τῆς S. McΚinnon, Νεοφιλελεύθερη γενετική, ἤδη ἀπὸ τὸ 2005 σὲ τέτοιες ἀντιλήψεις).

Τέτοιες «βιολογικίστικες» ἀντιλήψεις δὲν ἐξηγοῦν, φυσικά, γιατὶ ὑπάρχουν διαφορετικὰ κριτήρια ὀμορφιᾶς σὲ διαφορετικοὺς ἀνθρώπους τῆς ἴδιας ἐποχῆς (και ὄχι μόνο αὐτὰ ποὺ ὁρίζουν δογματικὰ ὁρισμένοι βάσει τῆς γονιμότητας), ἢ γιατὶ παντρεύονται καὶ συζοῦν ἁρμονικὰ ἄνθρωποι ποὺ διαφέρουν σὲ ὀμορφιὰ ἐπειδὴ ἔχουν π.χ. ἴδια ἐνδιαφέροντα καὶ κώδικα ἐπικοινωνίας ἀγνοώντας τὴν ἐξωτερικὴ σχετικὴ ἀσχήμια ἢ καὶ φτώχεια τοῦ συντρόφου (κανονικά, θὰ ἔπρεπε τέτοιοι «ἄσχημοι/ες» νὰ εἶχαν ἐκλείψει πρὸ πολλοῦ στὰ πλαίσια μιᾶς ἄτυπης εὐγονικῆς), ἢ ὅτι στὶς ἀπαρχὲς τοῦ ἀνθρώπινου γένους τροφοσυλλέκτες ἦταν τόσο οἱ ἄντρες ὅσο καὶ οἱ γυναῖκες (ἄρα δὲν ὑπῆρχε κάποιος λόγος γιὰ γονιδιακὴ προτίμηση τοῦ πλούσιου ἀρσενικοῦ ποὺ θὰ ἀνέτρεφε τὰ μικρὰ τοῦ θηλυκοῦ) κ.ο.κ. Ὅπως γράφει ἠ ΜακΚίννον,

«οἱ ἐξελικτικοὶ ψυχολόγοι δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν… σὲ πολιτισμοὺς ὅπου ἡ ἐξωσυζυγικὴ σεξουαλικὴ σχέση ἐπιτρέπεται ἀνοικτὰ καὶ ἡ ἔκφραση τῆς ζηλοτυπίας δὲν ἐνθαρρύνεται, γιατί ὁρισμένα ἄτομα ἐκφράζουν παρ’ ὅλα αὐτὰ ζήλια; Καί, ἀντίστροφα, σὲ κοινωνίες ὅπου ἡ ἐξωσυζυγικὴ σεξουαλικὴ σχέση παρεμποδίζεται καὶ ἡ ἔκφραση ζηλοτυπίας κυρώνεται ἀνοιχτά, γιατί ὁρισμένα ἄτομα δὲν ἐκφράζουν καθόλου ζήλια;».

(περισσότερα…)

Ἀλέξανδρος ἢ ὀμοφυλοφιλία

*

του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Ἡ ἑλληνικὴ Ἀρχαιότητα, ὡς μιὰ ἀνεξάντλητη δεξαμενὴ ἀπὸ τόσο διαφορετικὲς ἀπόψεις, ἰδέες καὶ τρόπους ζωῆς, ἐπανέρχεται περιοδικὰ στὴ ζωὴ κάθε τόσο ποὺ κάποιος τὴν ἐπικαλεῖται γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι δὲν ἐμφανίστηκε ἡ δική του κοσμοεικόνα καὶ τρόπος ζωῆς σήμερα ἀπὸ τὸ πουθενά,  ἀλλὰ ὑπάρχει ἐδῶ καὶ χιλιετίες ἀκριβῶς μὲ τὸν τρόπο ποὺ ὑπάρχει σήμερα. Ἕνας ἰδιότυπος σεβασμὸς στὴν παλαιότητα καὶ τὴν παράδοση κάνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἀνεχτοῦν κάποιο τρόπο ζωῆς, ἂν αὐτὸς ἀποδειχτεῖ πανάρχαιος. Ἔτσι, κι ἡ Ἀρχαιότητα χρησιμοποιεῖται στὸ λόγο ὅλων μὲ τὸ ἕνα τους μάτι στραμμένο στὸ τί λέει ὁ τωρινὸς ἀντίπαλος, κοινωνικός, οἰκονομικός, θρησκευτικός, κρατικός, κ.ο.κ. Μποροῦμε νὰ τὸ συνοψίσουμε στὴν ἔκφραση «ἡ Πολιτικὴ κατὰ τῆς Ἱστορίας / ἱστορικῆς γνώσης».

Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴν περίφημη ὁμοφυλοφιλία τῶν Ἀρχαίων. Τὸ ἀνομολόγητο πρόβλημα, στὴν σκέψη τῶν ἀντιπάλων πάνω στὸ ζήτημα αὐτό, δὲν εἶναι ἂν ἡ σημερινὴ ὁμοφυλοφιλία ταιριάζει ἢ ὄχι μὲ τὴν σεξουαλικότητα λ.χ. τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ἀλλὰ ἂν μπορεῖ ἡ Ἀρχαιότητα νὰ γίνει λάβαρο καὶ μπαϊράκι τῆς δικῆς τους πολιτικῆς κ.ἄ. ἀτζέντας. Ἡ Ἀρχαιότητα ἀπὸ μόνη της εἶναι ἕνας πραγματικὰ ἀχταρμὰς ἀπὸ ἀλληλοσυγκρουόμενες ἀπόψεις –κι αὐτὸ εἶναι ὁ πλοῦτος της, ποὺ μᾶς κερδίζει καὶ θὰ μᾶς κερδίζει–. Ἡ πολεμική της χρήση εἶναι βέβαια ἀναμενόμενη (καὶ δὲν εἶναι σκοπὸς τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ νὰ φαντασιώνεται ὅτι προσφέρει τρόπους ἀποφυγῆς τῆς χρήσης αὐτῆς), ἀλλὰ εἶναι καὶ ἐπιστημονικὰ ἐσφαλμένη ἀφοῦ ἀποσιωπᾶ τὶς ἄλλες μισὲς τοτινὲς ἀντιλήψεις.

Ἡ γνωστότερη πολεμική, σὲ βαθμὸ μισαλλοδοξίας, ἑνοποίηση ἢ τσουβάλιασμα τῆς Ἀρχαιότητας ἔγινε ἀπὸ τοὺς Νέους Χρόνους στὴν προσπάθειά τους νὰ τὴν ἀντιπαραθέσουν ὡς περιεκτικὴ ἰδεολογία καὶ κοσμοεικόνα στὸ μεσαιωνικὸ Χριστιανισμό. Ἀλλὰ ὅσο οἱ (ἢ κάποιοι) ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι ἦταν «πρὸ Χριστοῦ Χριστιανοί», ἄλλο τόσο ὁ Ἀλέξανδρος (καὶ οἱ Ἀρχαῖοι) ἦταν «ὁμοφυλόφιλος» ἢ «ἀμφιφυλόφιλος». Στὴν «μία καὶ μοναδικὴ Ἀρχαιότητα» ὡστόσο, χωρᾶνε τόσο ὁ Θέογνις τὸν 6ο αἰ. π.Χ. ποὺ λέει ὅτι, τί πιὸ ὡραῖο ἀπὸ τὸ νὰ ἐπιστρέφεις ἀπὸ τὴ δουλειὰ καὶ νὰ ξαπλώνεις τὸ ἀπόγευμα μὲ ἕνα ὡραῖο ἀγόρι ἢ ὅτι ἡ γυναίκα εἶναι συναισθηματικὰ καὶ ὄχι μόνον μιὰ ἐγγενῶς προδότρα ποὺ ἐρωτεύεται ὅποιον ἀντικρίσει μπροστά της ἐνῶ τὸ ἀγόρι σοῦ μένει πιστό, καθὼς καὶ ὁ Στράτωνας τὸν 2ο μ.Χ. αἰ., ποὺ βρίσκεται σὲ βασανιστικὸ δίλημμα ποιὰ εἶναι τὰ πιὸ λαχταριστὰ ἀγόρια, τὰ δωδεκάχρονα ἢ τὰ δεκαεξάχρονα· ὅσο καὶ ἄνθρωποι τόσο ἀνόμοιοι μεταξύ τους ὅπως ὁ Διογένης Κυνικὸς ποὺ ἀποστρεφόταν τὴν θηλυπρέπεια τῶν ἀνδρῶν ὡς ἐνάντια στὴ φύση, ποὺ τοὺς ἔφτιαξε ἄνδρες ἐνῶ αὐτοὶ θέλουν νὰ γίνονται γυναῖκες, καὶ ὁ Πλάτωνας ποὺ νομοθετοῦσε κατὰ τῶν ὁμοερωτικῶν σχέσεων, ἢ ὁ ἀντιχριστιανὸς Πορφύριος τὸν 3ο μ.Χ. αἰ., ποὺ θεωροῦσε ὅτι ἡ συνουσία μεταξὺ ἀνδρῶν μολύνει γιατὶ εἶναι παρὰ φύσιν. (περισσότερα…)

Ἡ συντηρητικὴ ἐναντίωση στὸν Λάνθιμο

*

του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Ἡ ἐναντίωση στὸν Λάνθιμο ὡς ἕναν ἀκόμη woke διανοούμενο θὰ εἶχε χειροπιαστὸ ἀποτέλεσμα σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ κάνει, ἂς ποῦμε, 2,2 παιδιὰ ἀνὰ ζευγάρι (καὶ παντρεύονται ὅλοι) καὶ ἀπειλεῖται ὄντως ἡ πραγματικότητά της ἀπὸ τὴν χ, ψ, ζ ἀποδόμηση. Τὸ μόνο ποὺ ἀπειλεῖται ἐδῶ εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό της ἡ κοινωνία, ποὺ εἶναι δανεισμένη ἀπὸ τὰ ἀναγνωστικὰ τῆς Α΄ δημοτικοῦ μεταξὺ 1950-1980. Κατὰ τὰ ἄλλα, ἡ ἀντιλανθιμικὴ πλειονότητα ζῆ μιὰ (ὄντως ἀρκετὰ) λιγότερο ἀκραία ἐκδοχὴ τῶν ταινιῶν τοῦ Λάνθιμου κ.ἄ. woke κατασκευασμάτων, μὲ ἕνα ἢ κανένα παιδί (δείκτη γονιμότητας 1,38), παντρειὰ στὰ τριανταφεύγα ἢ ποτέ, καὶ τὸ 30-40% τῶν γάμων νὰ καταλήγουν σὲ διαζύγιο. Δὲν ἐννοεῖται φυσικὰ ἐδῶ ὅτι μερικοὶ «δὲν δικαιοῦνται διὰ νὰ ὁμιλοῦν» ὅσο καὶ ὅπως θέλουν· κάτι τέτοιο θὰ ἦταν περισσότερο ἀπὸ γελοῖο. Ἐννοεῖται ὅμως ὅτι σὲ ἕναν τρόπο ζωῆς μπορεῖ νὰ ἀντιπαρατεθεῖ ἀποτελεσματικὰ μόνο κάποιος ἀντίθετος τρόπος ζωῆς καὶ ὄχι μιὰ ἀντίθετη ἐπιχειρηματολογία, κι ὅτι τελικὰ πάει χαμένη ἡ ἀντεπιχειρηματολογία.

Ἔχουμε μιὰ διαμάχη μεταξὺ ἀνθρώπων ποὺ βιώνουν λίγο-πολὺ μὲ τὸν ἴδιο (κάποιοι) ἐλευθεριακὸ ἢ (ἄλλοι) ἀνέμελο κι ἁπλῶς μὴ συντηρητικὸ τρόπο τὴν σεξουαλικότητα καὶ τὴν προσωπική τους ζωή, καὶ ἁπλὰ μαλώνουν γιὰ τὸ πόσο ἀκραῖα πρέπει νὰ βιώνεται αὐτὴ ἡ «ἐλεύθερη ζωὴ» ἢ πόσο σωστό, γενναῖο καὶ σπουδαῖο εἶναι νὰ κατεδαφίζεις παλιὰ σύμβολα.

Σύμβολα ποὺ εἶναι, αὐτὰ καθεαυτά, κενὰ περιεχομένου ὅταν δὲν βιώνονται ἀλλὰ μόνο γίνονται ἀντικείμενο ὑπεράσπισης, καὶ ποὺ καταντοῦν λάβαρα ἐκπληρώνοντας μόνο μιὰ παράπλευρη λειτουργία κάθε συμβόλου (ἡ ὁποία τελικὰ τὸ ἀποδομεῖ, ὅταν καθίσταται ἡ βασικὴ λειτουργία του): Τὴν κομματικότητα καὶ τὸ ποιὸς κυριαρχεῖ ὡς ἔσχατος ἑρμηνευτής τους. Εἶναι σὰ νὰ πιστεύει κάποιος στὰ μάγια καὶ ὁ γείτονάς του νὰ μὴν τὰ πιστεύει, ὡστόσο κατὰ τὰ ἄλλα νὰ ζοῦν ἀμφότεροι μέσα στὴν ἴδια κιμαδομηχανή, καὶ γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ ἀσπάζεται κάτι ἰδιαίτερο καθένας, ὥστε νὰ νοιώθει ξεχωριστός ἀπὸ τὸν πλησίον. (περισσότερα…)

Ὁ Παπαδιαμάντης καὶ ἡ μεθερμηνεία τῶν ἰδεῶν

*

του ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Ἕνα πρόσφατο ζήτημα στὸν ἑλληνικὸ μικρόκοσμο τῶν ἰδεῶν εἶναι κατὰ πόσο διαστρεβλώνεται ἢ ὄχι ὁ Παπαδιαμάντης ἀπὸ τὸ woke κίνημα καὶ τὴν ταινία Φόνισσα. Αὐτὸ ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ σκεφτοῦμε εἶναι, πρῶτον, κατὰ πόσο ἡ κατάσταση ποὺ περιγράφει ὁ Παπαδιαμάντης στὸ συγκεκριμένο διήγημα καὶ ἡ ταινία ἦταν ἡ συνηθισμένη στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο τοῦ 1900. Καθένας ἔχει τὶς δικές του οἰκογενειακὲς καὶ τοπικὲς ἀφηγήσεις καὶ ἀναμνήσεις. Ὅσοι δὲν ἔζησαν σὲ περιβάλλοντα ὅπου οἱ ἄντρες σήκωναν χέρι πάνω στὶς γυναῖκες, ὅπου οἱ γυναῖκες ἦταν μεταφορικὰ ζῶα, καὶ ὅσοι δὲν ἔχουν τέτοιες ἀναμνήσεις ἀπὸ τὴ (προ)γιαγιά τους ἢ τὴν (προ)γιαγιὰ τοῦ γείτονα καὶ τοῦ παραδιπλανοῦ γείτονα στὸ χωριό, ὅλοι αὐτοὶ ἀντικρίζουν τὴν σχετικὴ καταγγελία, παπαδιαμαντικὴ καὶ τῆς ταινίας, μὲ κάποια μικρὴ ἔκπληξη: Ἀφορᾶ ἕναν κόσμο ποὺ γι’ αὐτοὺς ἦταν ἀνύπαρκτος, πλάι στὸν δικό τους, τὸν μόνο ὑπαρκτό.

Ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ μὴν ἦταν παραδεισένιος ἢ κόσμος ἴσων δικαιωμάτων, ἀλλὰ σίγουρα οἱ γυναῖκες σὲ αὐτὸν δὲν δέρνονταν, δὲν δούλευαν στὰ χωράφια, δὲν τὶς ἀπατοῦσαν, καὶ σὲ αὐτὲς οἱ ἄντρες ἐμπιστεύονταν τὴ διαχείριση τοῦ εἰσοδήματος τῆς οἰκογένειας· ἄλλοτε, ἡ πολὺ συχνὴ ἀπουσία τοῦ Πατέρα, μακροχρόνια ἢ μόνιμη (λόγῳ ξενιτιᾶς ἢ θανάτου) συνεπαγόταν μιὰ οἰκογένεια προνεοτερικὴ στὴν ὁποία ἡ Μητέρα ἀσκοῦσε τὴν ἐξουσία, γιὰ νὰ μὴν σκεφτοῦμε γυναικεῖες μορφὲς ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἐπαναστατικὴ ἱστορία. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι οἱ δυὸ αὐτοὶ κόσμοι συνυπῆρχαν, καὶ ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς δύο δὲν ἦταν ἡ ἐξαίρεση κάποιου ἀνύπαρκτου κανόνα. Καὶ οἱ δύο ἦταν παρατηρήσιμα φαινόμενα. Κάθε καπέλωμα ἢ λήθη τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δυὸ ἀπὸ τὴν ἐποχή μας εἶναι σφάλμα· ὁ Παπαδιαμάντης φυσικὰ δὲν ἔκανε τέτοιο σφάλμα. (περισσότερα…)