Συντάκτης: il Notaro

sonettista

Γιάννης Υφαντής, Δύο ποιήματα

*

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Φαντάσου να σου εύχεται
χρόνια πολλά ο «Μπαμπούλας» πού ’χει θάψει
χιλιάδες κόσμο σ’ όλα τα Βαλκάνια.
Ή να σου εύχεται ο «Χάνδακας» που έχαψε
όλο το Περιστέρι και το Ίλιον, ολόκληρη
τη Δυτική Αττική.

Φαντάσου να σου εύχονται υγεία οι γιατροί που περιμένουν
πότε θα πάθεις κάτι να σ’ τ’ αρπάξουνε
γιατί αυτοί χωρίς αρρώστους θα πεινάσουν.

Και τί να περιμένεις απ’ ανθρώπους
που έχουν συνεργείο αυτοκινήτων;
Αφού σαν φεύγεις πίσω σου μουτζώνουνε
για να τρακάρεις και να βγάλουνε λεφτά.

Οι δικηγόροι ανάβουνε κεριά στην Παναγία
για να μαλώνουνε οι άνθρωποι, να φτάνουν ως τον φόνο,
γιατί αυτοί απ’ το κακό πάντα κερδίζουν.

Δεν πάει άλλο βρε παιδιά με τους γρουσούζηδες,
μ’ αυτούς τους κερδοσκόπους, τα βαμπίρ, τους νεκροθάφτες,
τους παπάδες, τους γιατρούς, τους δικηγόρους, (ε;)
τα συνεργεία, ναι, δεν πάει άλλο,
μ’ όλους αυτούς
τους δημοσιογράφους στα κανάλια π’ όλο εύχονται
να γίνονται στον κόσμο τα φριχτότερα
ώστε να έχουνε αυτοί κακές ειδήσεις
για ν’ ανεβάζουν την ακρόαση. Γαμώ το!

Όχι σ’ αυτούς, μην τους σηκώνετε τηλέφωνο.
Κλείστε την τηλεόραση σα λένε τις ειδήσεις.
Μήνυμα όταν στείλουνε αυτοί στο κινητό
σβήστε το πριν να το διαβάσετε. Κι αν τύχει
κάρτα μ’ ευχές από αυτούς
να φέρει ο ταχυδρόμος, να την στείλετε
πίσω αμέσως γράφοντας στο φάκελο:
«Ευχαριστώ, επίσης, ρε καριόλη». (περισσότερα…)

Advertisement

Πλατεία Γεωργίου, Πάτρα

*

ΠΛΑΤΕΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΠΑΤΡΑ
ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

~.~

 

ΠΛΑΤΕΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΠΑΤΡΑ

Ένα τσιγάρο ή μία σοκολάτα
–ανάλογα πώς βλέπεις τον εαυτό σου–
στον ήχο ενός σαξόφωνου απαλού
στη θέα μιας βενετσιάνικης πλατείας
και κόσμος, ουλαμός από σφυγμούς
κάτω απ’ το ευρύχωρο μπαλκόνι.

Εντός ολίγου ξεκινώ για τους Χαιρετισμούς.
Αμήν, αμήν σας λέω·
στ’ αθέατα σημεία, στις κωφές γωνιές
μικρές μικρές αποχωρήσεις
διαισθάνομαι, χωρίς ανάπαυλα
χωρίς σταμάτημο,
μικρές μικρές επικυρώσεις της ζωής.

Τόσα πολλά συμβαίνουν
κάτω και μέσα στο κουβούκλιο
που απόψε κατοικώ. (περισσότερα…)

Ένας Έλληνας στη Γερμανία: Παναγιώτης Κονδύλης (1943-1998)

*

Εφέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από τη γέννηση και 25 από τον θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη (1943-1998). Με την ευκαιρία της επετείου, το ΝΠ, για το οποίο το έργο του Κονδύλη στάθηκε εξ αρχής βασικό σημείο αναφοράς, θα αποθησαυρίσει στη διάρκεια του έτους έναν αριθμό κειμένων είτε του ιδίου του στοχαστή, είτε μελετητών του, Ελλήνων και ξένων, δημοσιευμένων παλαιότερα.

~.~

του ΣΠΥΡΟΥ ΜΟΣΚΟΒΟΥ

Περνούσε τα πρωινά στην Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη της Χαϊδελβέργης κρατώντας σημειώσεις σε αναρίθμητα δελτία. Τις νύχτες κοιμόταν στη σοφίτα του φίλου του, Χέννινγκ, αρχιτέκτονα παντρεμένου με Ελληνίδα. Ανάμεσα στη δουλειά και την ανάπαυση καθόταν στο οινοπωλείο «Florian» για να πιει και να συζητήσει με τους φίλους: δικηγόρους, εκδότες, δημοσιογράφους, όχι όμως φιλοσόφους. Με τα χρόνια τα δελτία γίνονταν βιβλία και οι συναναστροφές στέρεες φιλίες. Συνδύαζε τους τρόπους ενός ευπατρίδη με την ανεμελιά ενός μποέμ, την επιβαλλόμενη από τις όποιες περιστάσεις φιλοφροσύνη με μια διαπεραστική δηκτικότητα. Θυμάμαι πόσο άβολη του φαινόταν η γραβάτα που είχε αγοράσει ειδικά για την τελετή απονομής του Μεταλλίου Γκαίτε στη Φραγκφούρτη το 1991. Απείχε συνειδητά των πανεπιστημιακών κυάμων, έστω και αν υπήρξε διαπρεπής ιστορικός των ιδεών στον γερμανόφωνο χώρο. Ο Παναγιώτης Κονδύλης προτιμούσε να συρρικνώνει την ανθρώπινη και επιστημονική παρουσία του σε μία μόνο λιτή βιογραφική αναφορά: «Συγγραφέας. Ζει στη Χαϊδελβέργη και στην Αθήνα». Και όταν του ζήτησαν μια φωτογραφία για τα Πεπραγμένα του Ινστιτούτου Ανωτέρων Σπουδών στο Βερολίνο, του οποίου υπήρξε εταίρος τη χρονιά 1995-96, τους έστειλε τη σημείωση: «Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω ποια σχέση έχει η εξωτερική εμφάνιση ενός ερευνητή με το αποτέλεσμα των ερευνών του». Ο αιφνίδιος θάνατός του άφησε το τελευταίο έργο του ανολοκλήρωτο και τους φίλους αποσβολωμένους. Ο πρώτος τόμος της ατελούς κοινωνικής οντολογίας του, ένα χειρόγραφο χιλίων σελίδων, έφτασε στον Γερμανό εκδότη του χωρίς τη συνοδεία του συγγραφέα.

Ήταν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 όταν ο διάσημος εγελιανός Ντήτερ Χένριχ, καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, παρελάμβανε ταχυδρομικά ένα εκτενές κείμενο για τη γένεση της διαλεκτικής με την υπογραφή Παναγιώτης Κονδύλης. Ούτε του περνούσε από το μυαλό ότι ένας Έλληνας θα ήταν σε θέση να διαφωτίσει τις σκολιές οδούς του γερμανικού ιδεαλισμού. Πήρε παρ’ όλα αυτά το χειρόγραφο μαζί του στις διακοπές του στην Ελλάδα. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες έμεινε έκθαμβος με την ουσιαστική γνώση του φιλοσοφικού αντικειμένου, την άριστη χρήση της γερμανικής και τη συνδυαστική ικανότητα του νεαρού επιστήμονα. Ο Παναγιώτης Κονδύλης σπούδασε τελικά στη Χαϊδελβέργη και το χειρόγραφο εκείνο εξελίχθηκε στη διδακτορική διατριβή του, που εκδόθηκε λίγο αργότερα με τον τίτλο Η γένεση της διαλεκτικής. Ανάλυση της πνευματικής εξέλιξης των Χαίλντερλιν, Σέλλινγκ και Χέγκελ ώς το 1802. (περισσότερα…)

Περιπλανήσεις με λόγο και εικόνα | 30.V.23

*

Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΕΛΑ ΝΑ ΣΕ ΣΤΕΓΑΣΩ

Έλα να σε στεγάσω, φώναξε το δέντρο.

Έλα να σ’ αγκαλιάσω και να σε περικλείσω με τον φλοιό μου μέσα στα έγκατά μου. Η κουφάλα μου είναι μια μικρή σπηλιά και σε χωράει μαζί με όλους τους φίλους σου. Έλα, λοιπόν, να γίνεις ο εσωτερικός μου κόσμος. Έλα να γίνουμε ένα σύνθετο ον και να χαρούμε την απόλυτη συνύπαρξη.

Ο Homo Gestalt ας ξεκινήσει από εδώ. Άνθρωποι συνεκτικοί σε έναν και μαζί τους ένα δέντρο. Επειδή παντού χωράει ένα δέντρο.

~.~ (περισσότερα…)

Θεοδόσης Βολκώφ, Έξι από «ΕΠ7Α»

*

11.

Ακόμη έχεις τ’ όνομα, την όψη
εκείνης που αγάπησε, κι ωστόσο
στα δυο τον χρόνο έχει κατακόψει,
σε πριν και σε μετά, κι αυτό με πόσο
μεγάλη μάνητα, φρικτό μαχαίρι –
το «ύστερα» το «πρώτα» δεν γνωρίζει
και το παρόν το παρελθόν δεν ξέρει.
Ποια είσαι πλέον δεν αναγνωρίζει
κι όσο κι αν προσπαθεί να διακρίνει
το πρόσωπό σου, κάτι να μαντέψει
απ’ τη ζωή που πλέον θα ’χεις γίνει
ανήμπορη εκπίπτει κάθε σκέψη
στις μνήμες τις παλιές παντού και πάλι.
Έφυγες για να γίνεις κάποια Άλλη.

~.~

14.

Είσαι η πληγή απ’ όπου αναβλύζει
ό,τι αγαθό σε μένα κι ό,τι αχρείο,
ό,τι κι αν με λευκαίνει ή με μαυρίζει,
το ένα που γεννά παντού το δύο,
τον διχασμό αξήγητο και πλήρη
σε σκέψη, βούληση, ένστικτο και πράξη,
το σχίσμα ώς τη ρίζα μου που εγείρει
μυριάδες αντιθέσεις για να υπάρξει.
Είσαι ο έρωτας κι η άρνησή του
κι ακόμα η ζωή κι ο θάνατός της,
το μνήμα του νεκρού κι η ανάστασή του,
το άσκοπο της φύσης κι ο παλμός της.
Και θα ’σαι πάντοτε το πρόσωπό Του,
εσύ Θεός – μα και τ’ αντίθετό Του.

~.~ (περισσότερα…)

Νύχτες του Ιουλίου 2023 | Πρόγραμμα εκδηλώσεων

*

ΝΥΧΤΕΣ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ 2023

Πρόγραμμα εκδηλώσεων 

Όπου δεν αναφέρεται κάτι διαφορετικό,
οι εκδηλώσεις ξεκινούν στις 9.00 μ.μ.
και η είσοδος είναι ελεύθερη. 

H Εταιρεία Θεάτρου ΜΝΗΜΗ και το περιοδικό ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ, για έβδομη συνεχή χρονιά εφέτος, διοργανώνουν στον ΑΙΘΡΙΟ ΧΩΡΟ του Θεάτρου Κυδωνία στα Χανιά, Υψηλαντών 12, τις «Νύχτες του Ιουλίου».

Και αυτό το καλοκαίρι, οι φίλοι και οι επισκέπτες μας θα έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν έναν ευρύ κύκλο παραστάσεων, συζητήσεων, διαλέξεων, βιβλιοπαρουσιάσεων και εκδηλώσεων λόγου με διακεκριμένους εκπροσώπους του θεάτρου, της λογοτεχνίας, του στοχασμού και της επιστήμης.

Ανάμεσά τους οι Βασίλης Κάλφας, Ιωάννης Π. Α. Ιωαννίδης, Κώστας Μελάς, Ξάνθος Μαϊντάς, Δημήτρης Δημητριάδης, Λίλα Τρουλινού, Μιχάλης Μακρόπουλος, Ηλίας Μαλεβίτης κ.ά.

Το εφετινό μας πρόγραμμα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων συζητήσεις για τον ρόλο της επιστήμης στη δημόσια σφαίρα και για το σύγχρονο ελληνικό θέατρο, παρουσιάσεις βιβλίων από την πρόσφατη ελληνική πεζογραφία και βραδιές αφιερωμένες σε δύο μεγάλους Αμερικανούς ποιητές, την Έμιλυ Ντίκινσον και τον Έζρα Πάουντ.

Συμπλήρωμα και αποκορύφωση του προγράμματος, η εφετινή θερινή παραγωγή της Ε. Θ. ΜΝΗΜΗ «Ιφιγένεια στο Σπλοτ», έργο του Γκάρι Όουεν που εμπνέεται από τον ελληνικό μύθο και ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

Το πρόγραμμα όπως πάντα συνεπιμελούνται ο Μιχάλης Βιρβιδάκης, διευθυντής του Θεάτρου Κυδωνία, και ο Κώστας Κουτσουρέλης, διευθυντής του περιοδικού Νέο Πλανόδιον. (περισσότερα…)

Δημήτρης Καρακίτσος, Οθωμανικό ζέπελιν

*

Δυο φίλοι, ο οικονομολόγος Ιωάννης Κίνναμος και ο αρχαιολόγος Νικήτας Ακομινάτος, φίλοι από το πανεπιστήμιο, ξεκινούν με τη φιλοδοξία να γράψουν το καλύτερο νεοελληνικό μυθιστόρημα. Θέμα του βιβλίου τους, το οποίο έχει τον τίτλο Οθωμανικό ζέπελιν, είναι η Επανάσταση του 1821, δοσμένη όμως με στοιχεία steampunk μυθοπλασίας, όπου ο μοντερνισμός και τα ελληνικά του 19ου αιώνα δεν προσπαθούν ειμή να καθρεφτίσουν το πρόσωπο της Ελλάδας: που η μία όψη του αναπολεί την Ανατολή και η άλλη κοιτά ζηλόφθονα τη Δύση. Παρά τον ενθουσιασμό τους και την πίστη στις δυνάμεις τους, οι δυο φίλοι έχουν να λύσουν μια δύσκολη εξίσωση: τις αντίθετες πολιτικές τους απόψεις. Άραγε μπορεί, υπό αυτές τις συνθήκες, να προκύψει μια ενιαία σύνθεση;

~ . ~

Στο πνεύμα της κλεινής παράδοσης της λογοτεχνικής επιφυλλίδας, των πολυσέλιδων πεζογραφικών έργων δηλαδή που, ιδίως τον 19ο αιώνα, πρωτοέβλεπαν το φως της δημοσιότητας τμηματικά στον ημερήσιο τύπο, το Νέο Πλανόδιον θα δημοσιεύσει τους προσεχείς μήνες σε συνέχειες ολόκληρο το νέο μυθιστόρημα του Δημήτρη Καρακίτσου Οθωμανικό ζέπελιν. Ξεκινάμε σήμερα με το Πρώτο Μέρος.

~.~

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΣ

ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ  ΖΕΠΕΛΙΝ

Μέρος Πρώτο
ΣΑΝ ΛΙΟΝΤΑΡΙΑ

Αυτή την πόλη δεν την ξέρω καλά, ούτε τη συμπαθώ. Κι όσο περιμένω τον καλό μου φίλο Ιωάννη Κίνναμο σκέφτομαι: τι κρίμα που δεν έχει καμπάνες η λογοτεχνία, αγγέλους και ιερείς, ένα ευρύ και ταπεινό εκκλησίασμα που θα νηστεύει και θα γιορτάζει, θα παρακολουθεί μαθήματα αγάπης, θα οργανώνει  εκδρομές σε μοναστήρια στους γκρεμούς και θα περιμένει με χαρά τη χαρμολύπη μιας ανάλογης Σαρακοστής. Κι ακόμα: όπως τη Μεγάλη Παρασκευή όπου το χωριό, σύσσωμο, ακολουθεί την περιφορά του επιταφίου, ο καθένας με το κερί του, κι όλες οι αυλές είναι φωτισμένες και οι πασχαλιές μοσχοβολούν, γιατί να μη συγχρονίζονται όλοι ευλαβικά, σε παρέες ή κατά μόνας,  για την παρουσίαση ενός βιβλίου ή για μια ανέσπερη, έστω, ποιητική βραδιά;  Παρατηρώ τα παιδιά απέναντι, στο περίπτερο μπροστά, που έχουν παρατήσει τα ποδήλατά τους ξάπλα και αγοράζουν αυτοκόλλητα – τα κοιτάζω λες και είναι αυτά που θα μου δώσουν την απάντηση. Παρατηρώ τις κυρίες που περνούν, μάλλον μάνα και κόρη, με σακούλες στα χέρια  από το σούπερ μάρκετ. Κοιτώ την κοπέλα στη γωνία, ίσιο σώμα, πεταχτό στήθος, καθώς διέρχεται με τα χέρια στις τσέπες του παλτού της, και στα αυτιά ακουστικά. Η εντύπωση που αποκομίζω, ότι δηλαδή τίποτα δεν είναι πιο άχρηστο για αυτούς από τη λογοτεχνία, με φέρνει αντιμέτωπο με μια πιο δύσκολη υπόθεση:  άραγε ποιος φταίει γι’ αυτό; Η πολιτεία; Οι λογοτέχνες; Τα σχολεία; Ο αγώνας για τον επιούσιο;  Και τότε μια φωνή σφυρίζει στην πλάτη μου: Νικήτα, φωνάζει ο Κίνναμος –  γυρίζω να τον δω. Ο ολύμπιος φίλος μου Ιωάννης Κίνναμος, με κασκόλ, καφέ σακάκι κοτλέ κι ένα χαμόγελο σαν του επαίτη που του ’πες καλημέρα. Χαίρομαι που τον συναντώ, μήνες έχουμε να ιδωθούμε. Αγκαλιαζόμαστε, τον σκουντώ, του λέω ότι ψήλωσε κι εκείνος γελάει. Άρχισες τις μαλακίες, μουρμουρίζει, έχεις ώρα που περιμένεις; Πάμε και θα τα πούμε, αποκρίνομαι. Αργήσαμε, λέει ο Κίνναμος, πάμε να φύγουμε. Και ξεκινάμε για το βιβλιοπωλείο. Σαν δυο έφηβοι που αποφάσισαν να κάνουν κοπάνα. (περισσότερα…)

Δευτερόλεπτα πριν

*

Υπάρχουν, σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, κάποιες χρονικές συχνότητες που καθορίζουν τα πράγματα και που μόλις συμβαίνουν τα μεταλλάσσουν.

Αυτές οι χρονικές συχνότητες, λοιπόν, λαμβάνουν χώρα στον καθένα από εμάς με τρόπο δυσδιάκριτα εμφανή, αλλά μόνο όταν είναι πλέον πολύ αργά. Και για την υπεράσπιση τη δική μου και των υπολοίπων θα πρέπει να διευκρινίσω εδώ πως δεν συμβαίνουν όλες με τον ίδιο τρόπο. Δεν ανιχνεύονται όλες με τον ίδιο μεγεθυντικό φακό των γεγονότων.

Λόγου χάρη, ουδέποτε κανείς θυμάται τι έκανε τα δευτερόλεπτα πριν από κάποια ανέλπιστα ευχάριστη είδηση ή ένα γεγονός το οποίο του συνέβη. Είναι, θα παρατηρήσει κάποιος ιδιαίτερα οξυδερκής, σαν τούτα τα δευτερόλεπτα μεταξύ των στιγμών ποτέ να μην υπήρξαν. Μετά από αυτό που επιτέλους μας συμβαίνει, το υπέροχα καλό ή τραγικά κακό, το πρωτόφαντα ωραίο, είναι φυσικό κι επόμενο κανείς να μην έχει διάθεση να θυμηθεί τι έκανε πριν, ώστε να καταγράψει αυτή την αδιόρατη μικρή ρωγμή ανάμεσα στο χρόνο για να προσδιορίσει πόσο άλλαξε ανάμεσα στη στιγμή που τίποτα δεν είχε αλλάξει – και στην επόμενη, από την οποία δεν θα ’μενε ποτέ ξανά ο ίδιος.

Μπορεί να έπλενε τα πιάτα εκείνη τη φορά και το κρύο νερό να κυλούσε ανάμεσα στα δάχτυλα, ενώ σχημάτιζε μέσα στις σαπουνάδες φούσκες διάφανες και γυαλίζουσες που θα τις απελευθέρωνε στον αέρα. (περισσότερα…)

Ἡρὼ Νικοπούλου, Δύο ποιήματα


*

Ταποθαμέναμας

Ξεμακραίνει το σιωπηλό φίδι της πομπής
και χάνεται
πάντα χάνεται αλλά μένει
σκέφτομαι πάλι ταποθαμέναμας
σαν τα παιδιά
δεν έχουν φύλο
δεν έχουν παρελθόν ούτε ιδιότητες
δεν είναι εργάτες δικηγόροι δάσκαλοι γιατροί
δεν είν’ μάνες κλέφτες στρατηγοί
κομμωτές αδελφές πολιτικοί ή κρεοπώλες
είναι απλώς
ταποθαμέναμας.
Πότε-πότε ανάβουν
τα κρύα βράδια τους φανοστάτες
σε παλιές ασπρόμαυρες ταινίες
ή κουρδίζουν ατέλειωτα
μ‘ αφηρημένο χαμόγελο τις λατέρνες στην Πλάκα

Αλλού πάλι ταποθαμέναμας δεν ξέρουν
και πολεμούν ακόμα στα Στενά
στην Τριπολιτσά στη Χιμάρα
βλέπεις κανείς δεν τόλμησε να τους μηνύσει
Ταποθαμέναμας είναι αισιόδοξα και τρυφερά
τα βράδια κουρνιάζουν στον ύπνο μας
ρουφούν την ανάσα μας στο πηχτό σκοτάδι
τα χαράματα μάς χαρίζουν τα όνειρά τους
για μια γουλιά καφέ κι ένα αποτσίγαρο
ύστερα ζαλώνονται πάλι τ’ άρματα
και πολεμούν αδιαμαρτύρητα στο πόστο μας
ελπίζοντας πάντα να συγχωρεθούν
για να ζήσουν ξανά

~.~ (περισσότερα…)

Αντικατοπτρισμοί ενός κατακερματισμένου κόσμου

της ΘΕΩΝΗΣ ΚΟΤΙΝΗ

Ελισάβετ Λαμπροπούλου,
Ετεροτοπίες, Ενύπνιον, 2022

Οι Ετεροτοπίες είναι το πρώτο βιβλίο της Λαμπροπούλου. Αποτελεί ένα ενδιαφέρον και συγκροτημένο εναρκτήριο λάκτισμα, σαφώς επηρεασμένο από την ποίηση του Σαχτούρη και την ελλειπτική φρίκη του σαχτουρικού κόσμου. Ανάλογα κι εδώ η Λαμπροπούλου συνθέτει έναν «τόπο» με «αναθήματα ακουμπισμένα στο υπαρκτό», όπως γράφει στο αρχικό ποίημα της συλλογής. Αυτός ο «τόπος» κατοικείται από παράδοξες εικόνες που οπτικοποιούν το παράλογο της κοινωνικής πραγματικότητας και των ψυχικών εξαλλαγών που αυτή δημιουργεί. Παράδειγμα το ποίημα «Ο εφημεριδοπώλης», από την πρώτη, κατεξοχήν σαχτουρική, ενότητα που σχολιάζει τη φονική ανθρώπινη φύση, το θάνατο, το αδιέξοδο της ύπαρξης:

Το εγγαστρίμυθο αγόρι
με το ραμμένο στόμα
πουλάει εφημερίδες
στον ουρανό

Ο κόσμος καίγεται! Καταστροφή!
φωνάζει

Οι πεθαμένοι τις αγοράζουνε
με τα σκουριασμένα νομίσματα που έβγαλαν
από τ’ άκαμπτα στόματά τους
Ατάραχοι τις ξεφυλλίζουν
με αδιάφορα δάχτυλα
Διαβάζουν μόνο τις νεκρολογίες
περίεργοι να μάθουν
πώς δραπέτευσαν
αυτοί που είναι να ’ρθουν.

Η συλλογή απαρτίζεται από πέντε ενότητες πλαισιωμένες από έναν πρόλογο δύο ποιημάτων και ένα καταληκτικό ποίημα-επίμετρο. Στην πρώτη ενότητα κυριαρχούν οι εικόνες ενός σπασμένου κόσμου, υπερρεαλιστικά μεγεθυσμένου σε δυστοπικά σκηνικά και ελλειπτικά στιγμιότυπα. Μέσα σε αυτά τα σκηνικά πλέουν παραμορφωμένα τα πράγματα και οι άνθρωποι, ή καλύτερα τα εξαλλαγμένα φάσματα των προσώπων και των πραγμάτων σε ονειρικές συνθέσεις, συχνά εφιαλτικές: «Ο φαροφύλακας / άναψε το κεφάλι του / φλεγόμενος τριγύριζε / στον πύργο / Κι ο αέρας μύριζε παραφίνη / κι ο ουρανός ήταν / μια πηχτή πετρελαιοκηλίδα / μέσα του πετούσε αργά/ το πλοίο «η Ελπίς» / με το κατάρτι του / έγδερνε το φεγγάρι/ γέμιζε η νύχτα / άσπρο πύον / κι αστέρια / δεν υπήρχαν πάνω / πουθενά […]». Τα πράγματα αποκτούν μια επίβουλη λειτουργία, όπως τα λέπια των ψαριών που γίνονται νυστέρια και κόβουν το νερό, οι νιφάδες- στάχτες και τα δηλητηριώδη όμποε. Τα εξαρθρωμένα αντικείμενα –άλλη μια σαχτουρική οφειλή– παίζουν εξέχοντα ρόλο, όπως και η αποσπασματική κατάστρωση των εικόνων και η κίνηση των μορφών που ανεβοκατεβαίνουν σε μια ιδεατή κλίμακα μεταξύ γης και ουρανού, δηλ. μεταξύ του πραγματικού και της φασματικής του παραμόρφωσης. Μια φαντασία ζωγραφική που θυμίζει κάποτε τις σαγκανικές πτήσεις και τα ανεστραμμένα παράδοξα του Μαγκρίτ. (περισσότερα…)