Month: Μαρτίου 2023

Ἄνταμ Ζαγκαγιέφσκι, Δύο ποιήματα

*

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

Πάω στό Λβόβ

Νά πᾶς στό Λβόβ. Ποῦ ὑπάρχει σταθμός
γιά τό Λβόβ, ἄν ὄχι σ’ ὄνειρο, τήν αὐγή, ὅταν ἡ δροσιά
λαμπυρίζει πάνω σέ μιά βαλίτσα, ὅταν τά ἐξπρές
καί τά τραῖνα γίνονται σφαῖρες. Νά φύγεις
βιαστικά γιά τό Λβόβ, νύχτα ἤ μέρα, τόν Σεπτέμβρη
ἤ τόν Μάρτη. Ἀλλά μόνο ἄν τό Λβόβ ὑπάρχει,
ἄν εἶναι νά βρεθεῖ ἐντός τῶν συνόρων καί ὄχι μόνο
στό νέο μου διαβατήριο, ἄν δόρατα δέντρων
–λεῦκες καί μελιές– ἀκόμα ἀνασαίνουν δυνατά
σάν Ἰνδιάνοι, καί ἄν τά ρυάκια μουρμουρᾶνε
τή σκοτεινή τους Ἐσπεράντο, καί τά φίδια τοῦ γρασιδιοῦ σάν μαλακά σήματα
στή Ρώσικη γλώσσα ἐξαφανίζονται
στά σύδεντρα. Νά μαζέψεις τά πράγματά σου καί νά ξεκινήσεις, νά φύγεις, μεσημέρι,
δίχως κανένα ἴχνος νά ἐξαφανιστεῖς
σάν κόρες πού λιγοθυμοῦν. Καί κολλητσίδες, πράσινες
στρατιές ἀπό κολλητσίδες, καί πιό χαμηλά, κάτω ἀπό καμβάδες Βενετσιάνικου καφέ, τά σαλιγκάρια κουβεντιάζουν γιά τήν αἰωνιότητα. Ἀλλά ὁ καθεδρικός ὑψώνεται, καί θυμήσου, τόσο εὐθύς, εὐθύς
σάν Κυριακή καί λευκές πετσέτες καί ἕνα καλάθι
ξέχειλο σμέουρα καί χόρτα καί τίς κεχριμπαρένιες
φράουλες τῆς Βασίλισσας Ἄννας, καί ἄσεμνο Φρέντρο.
Ὑπῆρχε πάντα ὑπερβολικά πολύ Λβόβ κανείς δέν μποροῦσε νά
γνωρίσει τίς περιοχές του, ν’ ἀκούσει
τό μούρμουρο κάθε πέτρας τσουρουφλισμένης
ἀπό τόν ἥλιο, τήν νύχτα ἡ σιωπή τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιᾶς διέφερε ἀπό αὐτήν τοῦ καθεδρικοῦ, οἱ Ἰησουίτες
βάφτιζαν τά φυτά, φύλλο τό φύλλο, ἀλλά φύτρωναν, φύτρωναν τόσο ἀνέμελα, καί ἡ χαρά πλανιόταν παντοῦ, σέ τραπεζαρίες, διαδρόμους καί μυλαράκια τοῦ καφέ πού γύριζαν ἀπό μόνα τους, σέ γαλάζιες τσαγιέρες, στό ἄμυλο, πού ἦταν ὁ πρῶτος
τυπολάτρης, σέ σταγόνες βροχῆς καί στ’ ἀγκάθια
τῶν ρόδων. Χιονισμένη φορσύθια χρύσιζε στό παράθυρο. (περισσότερα…)

Φεζ, ένα στιγμιότυπο

*

Είναι αμφίβολο εάν κάθε φορά που ανοίγω τα μάτια μου μετά απ’ τον ύπνο συνεχίζω, μερικώς συμβιβάζω τη μη συνείδησή μου με το υπάρχον, μερικώς βρίσκω τρόπο να αναλάβω από το σημείο στο οποίο σταμάτησα προτού κοιμηθώ, γιατί κάθε ύπνος μοιάζει να είναι διαφημιστική καμπάνια θανάτου, εξημέρωση της αίσθησής του, έλεγχος συμβατότητας με τον νεκρό που κάποια μέρα θα τον καρπωθεί, έλεγχος συμβατότητας με όσα κατόπιν ή εκ νέου αναρωτιέμαι, μυούμαι σε κάτι καθώς από κάτι σημαδεύομαι. Γίνομαι πολύ γρήγορα, τόσο γρήγορα όσο ξεγίνομαι.

Αυτή η ars apodemica ταξινομείται σε άλλο είδος εκμηδένισης, το οποίο επισκιάζει κάθε λογής θανατικές αιρέσεις, σχολαστικές ή αυθόρμητες αντιδράσεις γραπτού λόγου που δεν είναι παρά σκέτος γραπτός λόγος.

Όταν φτάνει στο τέλος της η χιλιοστή δεύτερη αραβική νύχτα, σκέφτομαι πως ανακτώμαι μέσ’ απ’ ότι συμβαίνει, μα είμαι γελασμένος, αφικνούμαι: ο άνεμος γίνεται σταδιακά όλο και πιο καυτός και διασκορπίζει μια αμυδρή ευωδία ζυμαριού λες και ο ουρανός είναι η διάτρητη ψίχα ενός ψωμιού που σιγοψήνεται στο φως του ήλιου. Η ανατολή μια απόχρωση λειψάνου που τα τελευταία του απομεινάρια σάρκας δεν έχουν προλάβει ακόμη να σαπίσουν. Μια αρχαία ταφική λυχνία, που όταν ανάβει, το φως της είναι πιο εκτυφλωτικό από το παρελθόν, όταν σβήνει πιο μαύρο από το έρεβος των τέλειων κι ολοκληρωμένων συλλογισμών.

Κατεβαίνω από την επίπεδη στέγη μέσα στο δωμάτιο μαζί με το σεντόνι, το μαξιλάρι και τα σύνεργά μου. (περισσότερα…)

Περιπλανήσεις με λόγο και εικόνα | 28.ΙΙΙ.23

*

Κείμενα – Φωτογραφίες ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ

*

ΟΥΡΑΝΙΟΣ ΧΑΡΤΗΣ

Ο ουράνιος χάρτης στέκει μπροστά μας καθαρός και διάφανος. Η άνωση καραδοκεί. Το νεφοσκεπές μπλε του ουρανού έχει χαμηλώσει για να το φτάσουμε. Ας σηκώσουμε το χέρι. Ας πιαστούμε από το φως κι ας πηδήξουμε πάνω. Ας χαθούμε μέσα στο ύψος. Συγκάτοικοι πια ενός κατά πολύ ελαφρότερου κόσμου.

~.~ (περισσότερα…)

Τι μας διδάσκει το Ισραήλ

*

του ΑΓΓΕΛΟΥ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ

Το Ισραήλ συνταράσσεται από τεράστιες σε όγκο μαζικές διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης Νετανιάχου και των μεταρρυθμίσεων που εκείνη προωθεί με σκοπό τον στενότερο έλεγχο και την αποδυνάμωση του ανεξάρτητου συνταγματικού δικαστηρίου έναντι της εκτελεστικής εξουσίας. Οι μεταρρυθμίσεις περιέχουν τόσο ιδεολογικό πρόσημο, καθώς τα θρησκευτικά και εθνικιστικά κόμματα στον συνασπισμό του Νετανιάχου βλέπουν το δικαστήριο σαν προπύργιο της φιλελεύθερης και κοσμικής ελίτ του κράτους Ισραήλ, όσο και προσωπική ιδιοτέλεια, καθώς ο ίδιος ο Νετανιάχου ελέγχεται δικαστικά για μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Νετανιάχου φαίνεται να κάνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις του. Όποια και αν είναι η εξέλιξη των πραγμάτων όμως, βλέπουμε να παίζεται στο Ισραήλ ένα σενάριο ανάλογο με αυτό άλλων χωρών όπου, σύμφωνα με το κατεστημένο αφήγημα, συγκρούεται η «φιλελεύθερη δημοκρατία» με τον «ακροδεξιό λαϊκισμό». Προσπάθειες ποδηγέτησης της δικαστικής εξουσίας είχαμε άλλωστε και σε άλλες χώρες με εθνικιστικές κυβερνήσεις όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι διαδηλωτές στο Ισραήλ παρελαύνουν με πλακάτ που δείχνουν τον Νετανιάχου παρέα με τα δυο άλλα φαντάσματα του «εθνολαϊκισμού», τον Τραμπ και τον Πούτιν.

Πέρα από τον λαό στους δρόμους, στις μεταρρυθμίσεις Νετανιάχου αντιτίθεται και το σύνολο των ελίτ του Ισραήλ, από τα μεγαλύτερα συνδικάτα και τα πανεπιστήμια (που κήρυξαν απεργία) ώς την πανίσχυρη γραφειοκρατία της χώρας, καθώς είδαμε μέχρι και παραιτήσεις του υπουργού άμυνας και διπλωματών. Έντονη υποστήριξη στους διαδηλωτές δείχνει και ο δυναμικός τομέας τεχνολογίας του Ισραήλ, η «Σίλικον Βάλεϋ» της χώρας, παρότι η ανάπτυξή της οφείλει πολλά στην οικονομική πολιτική του Νετανιάχου τις προηγούμενες δεκαετίες.

Οι ιδιαιτερότητες του Ισραήλ όμως δείχνουν και άλλα πράγματα που η φιλελεύθερη ρητορεία περί «δημοκρατίας» και «εξισορρόπησης των εξουσιών» μάλλον αποκρύπτει. Το Ισραήλ είναι μια συναρπαστική χώρα που έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία χρόνια. Η πόλωση στην ισραηλινή κοινωνία δεν μπορεί να κατανοηθεί εκτός του πλαισίου αυτών των αλλαγών. Και η Ευρώπη και η Ελλάδα πρέπει να αντλήσουν μαθήματα από την περίπτωση του Ισραήλ. (περισσότερα…)

Παρουσίαση των νέων εκδόσεων του Ιδρύματος Σινόπουλου στον Πειραιά

*

περαστικά & παραμόνιμα | 03:23

*

Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

 

Εθνικές Εκλογές 2023. Στη δημοσιότητα τα πολιτικά προγράμματα των κομμάτων.

~.~

Για τον χριστιανό ή τον διαφωτιστή (Διαφωτισμός: η τέταρτη αβρααμική θρησκεία), η τραγική σκέψη είναι σκάνδαλο. Για ποιον λόγο τιμωρείται για πράξεις του ολότελα ανεπίγνωστες ο Οιδίπους; Ο Αίας, ο Φιλοκτήτης, ο Ιππόλυτος, άπταιστοι υποκειμενικά, συνθλίβονται; Γιατί;

Στα σωτηριακά συστήματα, εκείνα που προσβλέπουν στην Ανάσταση ή στο Μέλλον, κάθε δεινό έχει έναν σκοπό, υπηρετεί ένα σχέδιο, τις άγνωστες έστω βουλές του Κυρίου, τη δύσκολη έστω μετάβαση προς την Πρόοδο. Και για τον λόγο αυτό είναι και δικαιολογημένο, σκαλοπάτι αναγκαίο προς την υπέρβαση, δάδα που δείχνει τον δρόμο ατομικά ή συλλογικά.

Σημασία εδώ έχει μόνο ότι ο δρόμος αυτός είναι ένας και ίσιος. Διά της βουλήσεως κάθε πιστός, κάθε οπαδός, έχει το ελεύθερο να τον βρει και να τον ακολουθήσει μέχρι τέλους. Εγώ ειμί η οδός… Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν. Όμως: Ο μη ων μετ’ εμού, κατ’ εμού εστί.

Οδός άνω κάτω μία και ωυτή, απαντά ο τραγικός φιλόσοφος. Οδός ευθεία και σκολιή μία εστί και η αυτή. Ανηφοριά κατηφοριά είναι το ίδιο, ισιάδες και στροφές, όλα τα μονοπάτια, όλοι οι οδηγοί στο ίδιο σημείο τελικά οδηγούν: στην συντριβή. Ελεύθερη βούληση δεν υπάρχει, είναι μια αυταπάτη, μια παραίσθηση της ιστορίας. Οι άνθρωποι συντρίβονται όχι επειδή φταίξαν σε κάτι, αλλά επειδή γεννήθηκαν.

Από τη μια πλευρά, Τραγωδία και Μοίρα. Από την άλλη, Λύτρωση και Ελευθερία – τα όρια της σκέψης, τα όρια του κόσμου μας. Πιο πέρα δεν μπορεί να πάει κανείς. (περισσότερα…)

Jorge Ninapayta, Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και εγώ

*

Εισαγωγή- Μετάφραση ΒΑΣΩ ΧΡΗΣΤΑΚΟΥ

Ο Περουβιανός πεζογράφος Χόρχε Νιναπάυτα (Νάσκα, 1957 – Λίμα, 2014) έκανε τις πανεπιστημιακές του σπουδές στη Λίμα, στα πανεπιστήμια Κατόλικα και Σαν Μάρκος. Η διδακτορική του διατριβή ήταν πάνω στη λογοτεχνία. Εργάστηκε σαν καθηγητής στη Λίμα και τη Νέα Υόρκη, όπου έζησε πάνω από δέκα χρόνια. Η πολυάσχολη ακαδημαϊκή του ζωή και η σχολαστικότητα με την οποία διόρθωνε τα κείμενά του δεν του επέτρεψαν να αφήσει πίσω του έργο ιδιαίτερα εκτεταμένο. Διακρίθηκε ως διηγηματογράφος. Το έτος 2000 συγκέντρωσε όλα του τα βραβευμένα διηγήματα, μαζί με κάποια ανέκδοτα, στο βιβλίο Muñequita linda, έργο που τον καταξίωσε και διεθνώς ως έναν από τους σημαντικούς διηγηματογράφους της γλώσσας του.

Η σταθερά στα διηγήματα του Νιναπάυτα είναι οι μοναχικοί ήρωές του, άνθρωποι που δεν καταφέρνουν να αρθούν στο ύψος των προσδοκιών τους και γι’ αυτό πλάθουν μια άλλη ζωή «φανταστική» και παράλληλη, όπου γνωρίζουν την πλήρωση. Αυτή είναι και η περίπτωση του διορθωτή στο διήγημα «Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες κι εγώ» ο οποίος έχει την τύχη να του αναθέσουν να επιμεληθεί την πρώτη έκδοση ενός έργου μοναδικού, του αριστουργήματος του Κολομβιανού συγγραφέα Εκατό χρόνια μοναξιάς.

~.~

Παράξενοι ήταν οι δρόμοι που με οδήγησαν στη δόξα. Τώρα που ανασκοπώ τη ζωή μου μπορώ να το διακρίνω καθαρά. Την ημέρα που έκλεινα τα είκοσι τρία, σ’ ένα μπαρ του Καγιάο μια αξιοσέβαστη και λιπόσαρκη τσιγγάνα μού διάβασε τη μοίρα στα χαρτιά. Μετά, με επίσημο ύφος, μου είπε ότι θα έκανα κάτι πολύ σπουδαίο στη ζωή μου· «κάτι μεγαλειώδες», ήταν τα λόγια της.

Η αλήθεια είναι ότι αυτό δεν ήταν και καμιά μεγάλη έκπληξη για μένα, ήμουν πάντα πεπεισμένος γι’ αυτό. Αν και πίστευα ότι δεν είναι απαραίτητο να κάνω κάτι υπερβολικό· μια συνεισφορά στην Ιστορία, όσο μικρή και να ’ναι, είναι αξιοσημείωτο επίτευγμα. Και ενώ η αναμενόμενη στιγμή πλησίαζε, εγώ εργαζόμουν ως διορθωτής κειμένων σ’ έναν εκδοτικό οίκο βιβλίων θεολογίας.

Τέσσερα χρόνια μετά, έφυγα από το Καγιάο σ’ ένα φορτηγό πλοίο που με πήγε σε διάφορα λιμάνια της Νότιας Αμερικής. Έτσι άρχισε ένας περίπλους που κράτησε πάνω από δέκα χρόνια. Κέρδιζα το ψωμί μου διορθώνοντας κείμενα. Σε όποιο μέρος έφτανα, έψαχνα για τους πιο γνωστούς εκδοτικούς οίκους ή εφημερίδες και πήγαινα εκεί για να προσφέρω τις υπηρεσίες μου. (περισσότερα…)

Ο βράχος και το κύμα

*

Προς τον αξιότιμον πρόεδρον του εν Κερκύρα Πολιτικού Συλλόγου «Η Αναγέννησις»

Κύριε Πρόεδρε,

Η εικοστή πέμπτη Μαρτίου και η δεκάτη Οκτωβρίου, καίτοι απέχουσαι τεσσαράκοντα δύο έτη η μία από της άλλης ουχ ήττον συνταυτίζονται και συνδέονται εν τη ιστορία ημών τοσούτον, ώστε ήθελεν είναι αδύνατον να τας διαζεύξει τις χωρίς να διακόψει την τε συνέχειαν του παρελθόντος μετά του μέλλοντος και την ενότητα της ενεργείας, δι’ ης η ημετέρα φυλή προβαίνει εις τον προορισμόν αυτής, γενναίως παλαίουσα προς τα ανταγωνιζόμενα στοιχεία.

Αι ημέραι αύται υπάρχουσι καθιερωμέναι εν τη καρδία ημών. Ο δε λαός τας καθηγίασεν ήδη και τας κατέγραψεν εν ταις αιματηραίς δέλτοις του εθνικού μαρτυρολογίου, ούτε θέλει παύσει προσφέρων αυταίς, εν είδει θυμιάματος και ολοκαυτώματος, τας εμπνεύσεις και την λατρείαν του.

Η δημοτική ελληνική ποίησις υπήρξεν υπό την δουλείαν ο αχώριστος σύντροφος, η μόνη παρηγορία της τεθλιμμένης ψυχής του ημετέρου έθνους. Αείποτε πένθιμος, μελαγχολική, αλλ’ αείποτε πλήρης ζωής και ελπίδων, φέρει εστεμμένον το μέτωπον με κλάδους κυπαρίσσου και δάφνης, ως αν ήθελε να είπει προς ημάς τους μεταγενεστέρους ότι εκ των παθημάτων θέλει βλαστήσει η νίκη. Συνοδεύσασα πιστώς τον Έλληνα εν τοις διωγμοίς, εν τοις δεσμωτηρίοις, επί του πεδίου της μάχης, ουδέποτε εγκατέλειπεν αυτόν ορφανόν, μεμονωμένον κατά την σκληράν δοκιμασίαν τοσούτων αιώνων.

Δικαιούται λοιπόν και τώρα η δημοτική ποίησις, η φιλόστοργος αύτη αδελφή και συμμέτοχος των δεινών του ελληνικού έθνους παθημάτων, δικαιούται να συμμεθέξει και του σημερινού αγώνος.

Όπου προσπάθεια, σκοπόν έχουσα την ανέγερσιν και το μεγαλείον του Έλληνος, εκεί αύτη κατά δικαίωμα παρευρίσκεται, διότι εις αυτήν μόνην απόκειται να συντάξει τον επινίκιον ύμνον και να ψάλει το χαρμόσυνον άσμα, αφού δεν απηύδησε ποτέ θρηνωδούσα επί του τάφου τοσούτων ηρώων προς επισημοποίησιν των βασάνων και των μαρτυρίων.

Εν τω στιχουργήματι, όπερ λαμβάνω την τιμήν ν’ αφιερώσω προς υμάς, απεικονίζεται αλληγορικώς η πάλη και ο θρίαμβος του Ελληνισμού κατά της βαρβαρικής κατακτήσεως, του μεν πρώτου παριστανομένου ως κύματος αφροστεφούς, της δε δευτέρας ως πέτρας ισταμένης εν μέσω του πελάγους.

Δεχθείτε αυτό μετ’ ευμενείας, ουχί ως έργον αντάξιον του θέματος, αλλ’ ως ελάχιστον δείγμα του προς υμάς βαθυτάτου σεβασμού μου.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ

~.~

Ο βράχος και το κύμα

«Μέριασε, βράχε, να διαβώ», το κύμ’ ανδρειωμένο
λέγει στην πέτρα του γιαλού θολό, μελανιασμένο.
«Μέριασε! Μες στα στήθη μου, που ’σαν νεκρά και κρύα,
μαύρος βοριάς εφώλιασε και μαύρη τρικυμία.
Αφρούς δεν έχω γι’ άρματα, κούφια βοή γι’ αντάρα,
έχω ποτάμι αίματα, μ’ εθέριεψε η κατάρα
του κόσμου που βαρέθηκε, του κόσμου που ’πε τώρα,
βράχε, θα πέσεις, έφτασεν η φοβερή σου ώρα.
Όταν ερχόμουνα σιγά, δειλό, παραδαρμένο,
και σὄγλειφα και σὄπλενα τα πόδια δουλωμένο,
περήφανα μ’ εκοίταζες κι εφώναζες του κόσμου
να ιδεί την καταφρόνεση που πάθαινε ο αφρός μου.
Κι αντίς εγώ κρυφά κρυφά, εκεί που σ’ εφιλούσα,
μέρα και νύχτα σ’ έσκαφτα, τη σάρκα σου εδαγκούσα,
και την πληγή που σ’ άνοιγα, το λάκκο που ’θε’ κάμω,
με φύκη τον επλάκωνα, τον έκρυβα στον άμμο.
Σκύψε να ιδείς τη ρίζα σου στης θάλασσας τα βύθη·
τα θέμελά σου τα ’φαγα, σ’ έκαμα κουφολίθι.
Μέριασε, βράχε, να διαβώ! Του δούλου το ποδάρι
θα σε πατήσει στο λαιμό… Εξύπνησα λιοντάρι!…»

Ο βράχος εκοιμότουνε. Στην καταχνιά κρυμμένος,
αναίσθητος σου φαίνεται, νεκρός σαβανωμένος.
Του φώτιζαν το μέτωπο, σχισμένο από ρυτίδες,
του φεγγαριού, που ’ταν χλωμό, μισόσβηστες αχτίδες.
Ολόγυρά του ονείρατα, κατάρες ανεμίζουν,
και στον ανεμοστρόβιλο φαντάσματ’ αρμενίζουν,
καθώς ανεμοδέρνουνε και φτεροθορυβούνε
τη δυσωδία του νεκρού τα όρνια αν μυριστούνε.

Το μούγκρισμα του κύματος, την άσπλαχνη φοβέρα
χίλιες φορές την άκουσεν ο βράχος στον αιθέρα
ν’ αντιβοά τρομαχτικά, χωρίς καν να ξυπνήσει
και σήμερ’ ανατρίχιασε, λες θα λιγοψυχήσει.

«Κύμα, τί θέλεις από με και τί με φοβερίζεις;
Ποιός είσαι συ κι ετόλμησες, αντί να με δροσίζεις,
αντί με το τραγούδι σου τον ύπνο μου να ευφραίνεις
και με τα κρύα σου νερά τη φτέρνα μου να πλένεις,
εμπρός μου στέκεις φοβερό, μ’ αφρούς στεφανωμένο;…
Όποιος κι αν είσαι, μάθε το: εύκολα δεν πεθαίνω».

«Βράχε, με λεν Εκδίκηση. Μ’ επότισεν ο χρόνος
χολή και καταφρόνεση. Μ’ ανάθρεψεν ο πόνος.
Ήμουνα δάκρυ μια φορά, και τώρα, κοίταξέ με,
έγινα θάλασσα πλατιά. Πέσε, προσκύνησέ με.
Εδώ, μέσα στα σπλάχνα μου, βλέπεις δεν έχω φύκη,
σέρνω ένα σύγνεφο ψυχές, ερμιά και καταδίκη.
Ξύπνησε τώρα, σε ζητούν του Άδη μου τ’ αχνάρια…
Μ’ έκαμες ξυλοκρέβατο… Με φόρτωσες κουφάρια…
Σε ξένους μ’ έριξες γιαλούς… Το ψυχομάχημά μου
το περιγέλασαν πολλοί, και τα παθήματά μου
τα φαρμακέψανε κρυφά με την ελεημοσύνη…
Μέριασε, βράχε, να διαβώ, επέρασε η γαλήνη·
καταποτήρας είμ’ εγώ, ο άσπονδος εχθρός σου,
              γίγαντας στέκω εμπρός σου!»

Ο βράχος εβουβάθηκε. Το κύμα στην ορμή του
εκαταπόντισε μεμιάς το κούφιο το κορμί του.
Χάνεται μες στην άβυσσο, τρίβεται, σβηέται, λιώνει
              σα να ’ταν από χιόνι.
Επάνωθέ του εβόγκηξε, για λίγο αγριωμένη,
η θάλασσα κι εκλείστηκε. Τώρα δεν απομένει
στον τόπο που ’ταν το στοιχειό κανείς παρά το κύμα
που παίζει γαλανόλευκο επάνω από το μνήμα.

[1863]

*

Η άτεχνη μεταφυσική της τεχνητής νοημοσύνης

*

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Στις 16 Φεβρουαρίου του 1946 το πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας παρουσίασε στο ευρύ κοινό και στον τύπο της εποχής τον ENIAC, έναν από τους πρώτους υπολογιστές και τον πρώτο τέτοιο με την καθιερωμένη πλέον σημασία του (υλοποιούσε εσωτερικά τη λεγόμενη αρχιτεκτονική φον Νώυμαν και ήταν πλήρως προγραμματιζόμενος). Ζύγιζε τριάντα τόνους και άνετα θα καταλάμβανε όλα τα δωμάτια ενός μεγάλου, σύγχρονου διαμερίσματος. Ήταν ένα άλλο χαρακτηριστικό του όμως που τράβηξε την προσοχή των δημοσιογράφων. Ο ENIAC είχε τη δυνατότητα να υπολογίσει την τροχιά ενός βλήματος σε λιγότερο χρόνο απ’ αυτόν που θα διαρκούσε η ίδια η τροχιά (το παράδειγμα με τις τροχιές βλημάτων δεν ήταν βέβαια τυχαίο, εφόσον ο ENIAC είχε σχεδιαστεί ακριβώς για τέτοιους σκοπούς στα πλαίσια της εμπλοκής των Η.Π.Α. στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο). Ήταν τέτοια η εντύπωση που προκάλεσαν οι υπολογιστικές δυνατότητες του ENIAC ώστε δεν ήταν σπάνιες οι αναφορές περί ενός «ηλεκτρονικού εγκεφάλου».

Παρά την υπαρκτή υπερβολή αυτών των χαρακτηρισμών, θα ήταν ωστόσο προπέτεια να διαβάσει κανείς τις τότε αντιδράσεις απλά ως ένα ακόμα δείγμα δημοσιογραφικής εντυπωσιοθηρίας. Την αμέσως επόμενη δεκαετία μετά το ντεμπούτο του ENIAC θα εισαγόταν στο επιστημονικό λεξιλόγιο ο όρος «τεχνητή νοημοσύνη». Όχι από τους δημοσιογράφους, αλλά από τους ίδιους τους επιστήμονες της νεοαναδυόμενης τότε επιστήμης της πληροφορικής. Ο σκοπός τους ήταν τόσο μεγαλεπήβολος όσο αφήνει να εννοηθεί ο όρος: η αναβίωση της παλιάς εκείνης φιλοδοξίας του Λάιμπνιτς περί κατασκευής μιας καθολικής άλγεβρας του Λόγου μέσω της αναγωγής του σε μηχανικά διατυπώσιμους κανόνες. Κλεισμένοι στα εργαστήριά τους, οι ειδικοί επιστήμονες πιθανότατα δεν είχαν ούτε τον χρόνο ούτε την διάθεση να ασχοληθούν με τον Λάιμπνιτς. Ακόμα κι εν αγνοία τους όμως, συνέχιζαν πάνω στον δρόμο που αυτός είχε διανοίξει πριν μερικούς αιώνες, όταν ο Ορθός Λόγος είχε αρχίσει να ξυπνάει ξανά μετά από τον παρατεταμένο του ύπνο κάτω από το βαρύ πάπλωμα της θεολογίας. Βασιζόμενοι στην αναλογία (που οι ίδιοι διέβλεπαν) μεταξύ των ηλεκτρονικών διακοπτών – τρανζίστορ των υπολογιστών και των εγκεφαλικών νευρώνων θα έθεταν στον εαυτό τους τον στόχο να κατασκευάσουν μηχανές που «πραγματικά θα σκέφτονταν». Το εγχείρημα αυτό τελικά θα κατέρρεε εντυπωσιακά τα επόμενα χρόνια όταν και έγινε αντιληπτό το μέγεθος των δυσκολιών που ανέκυψαν για την επίλυση ακόμα και των απλούστερων προβλημάτων που θα όφειλε να μπορεί να αντιμετωπίσει μια «σκεπτόμενη» μηχανή. Όπως ήταν φυσικό, μαζί με την επιστημονική αλαζονεία, στέρεψαν και τα χρηματοδοτικά κονδύλια. Το εγκεφαλογράφημα της τεχνητής νοημοσύνης εκφυλίστηκε σε μια επίπεδη γραμμή για αρκετά χρόνια πριν εμφανίσει πρόσκαιρα κάποια σημάδια ζωής τη δεκαετία του 1980. Για να πέσει πάλι σε κωματώδη αδράνεια για το υπόλοιπο του 20ού αιώνα. Και για να ανανήψει για μια ακόμα φορά τα τελευταία χρόνια, γνωρίζοντας ένα νέο κύμα επενδύσεων και υπερφίαλων (ξανά) υποσχέσεων.

Έχοντας την πικρία από τους πρώτους «χειμώνες της τεχνητής νοημοσύνης», οι εμπλεκόμενοι επιστήμονες εμφανίζονται πλέον λιγότερο επιρρεπείς προς τη μεγαλαυχία, τουλάχιστον όσον αφορά σε πιο οριακά, φιλοσοφικά ζητήματα. Οι φιλοδοξίες τους εστιάζονται σ’ ένα πιο πρακτικό επίπεδο, δίχως αυτό να σημαίνει ότι είναι απαλλαγμένες από το στοιχείο της υπερβολής και της (με μαρξιανή έννοια) ιδεολογίας· η μόνιμη επωδός περί επικείμενης εξαφάνισης της ανθρώπινης εργασίας αποτελεί ένα μόνο δείγμα. Οι περισσότερο φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις του κλάδου έχουν βρει καταφύγιο πίσω από τον όρο «Γενική Τεχνητή Νοημοσύνη», με τον οποίο υποδηλώνεται η έρευνα περί της δυνατότητας κατασκευής «πραγματικά σκεπτόμενων» μηχανών, σε αντιπαραβολή με την πιο στενή έννοια της τεχνητής νοημοσύνης όπου το ζητούμενο είναι η κατασκευή «έξυπνων» αλγορίθμων για πιο πρακτικούς σκοπούς και ανεξαρτήτως του αν αυτοί παρουσιάζουν κάποια ομοιότητα ή αναλογία προς την ανθρώπινη σκέψη. (περισσότερα…)

Γλωσσική σωρεία, εύκολη ρητορική

της ΘΕΩΝΗΣ ΚΟΤΙΝΗ

Χρήστος Κούκης,
Outsider, Κέδρος 2022

Το Outsider του Χρήστου Κούκη, όγδοο ποιητικό βιβλίο του συγγραφέα, περιλαμβάνει κυρίως ποιήματα δύο τάσεων: κείμενα ανατομίας της κοινωνικής πραγματικότητας και θέσης πάνω στα διαχρονικά ζητήματα της ανθρώπινης κατάστασης και ποιήματα προσωπικά, ερωτικά που εκπέμπουν την ευδαιμονία του εκπληρωμένου έρωτα. Ενίοτε τέμνεται η προβληματική τους, καθώς ο έρωτας ορίζεται ως η προνομιακή περιοχή της ελευθερίας που ωριμασμένη εντέλει στην αγάπη εξανθρωπίζει το άτομο ως μονάδα και ως κοινωνικό υποκείμενο και το αίρει πάνω από τη χθαμαλότητα του μετρίως ζην. Παρόλο που εντοπίζουμε κάποια καλά ή ενδιαφέροντα κείμενα, η συλλογή υπονομεύεται από δύο κυρίως παράγοντες, τη φλύαρη ρηματική κατάστρωση και την αβαθή προβληματική που αυτή παράγει. Ενώ εκκινεί από ένα λόγο σχετικά μετρημένο, διαπιστωτικό, που επιχειρεί να εγγράψει σε συνοπτικά κείμενα και με αφοριστική πρόθεση τον στοχασμό, καθώς η συλλογή εξελίσσεται, το μέγεθος των ποιημάτων μεγαλώνει σε αντιστοιχία με την έκταση της πλατιάς φράσης που μετέρχονται, η οποία εκπίπτει στο αναμενόμενο και στην τετριμμένη καλολογία. Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο καλό ποίημα της συλλογής:

«Το πραγματικό νόημα του αναθεωρητισμού»

Είτε πιστεύει κανείς είτε όχι στον Θεό
ένα ερώτημα το ίδιο κτηνώδες με το να ζει κανείς ή να μη ζει
το βέβαιο είναι πως με το πέρασμα του προφήτη
απ’ τον πλανήτη με την ιδανική απόσταση απ’ τον Ήλιο
κατέστη σαφές, ιδίως στον άνθρωπο της Δύσης, τι σημαίνει
η αγάπη ως ελεύθερη βούληση στην τύχη του κόσμου
η αναγκαιότητα του θρήνου στην ανατροφή της άνοιξης
η σπουδή της ελπίδας στην αναχαίτιση της ματαιότητας
η συντριβή ως προϋπόθεση της αναγέννησης
το καλό και το κακό ως διάγνωση και πρόγνωση, μα και αντιστρόφως.

Η απάντηση στο αίνιγμα της Σφίγγας
από δω και στο εξής είναι
«ο άνθρωπος που είναι παρών».

(περισσότερα…)