ΝΠ | Διάλογοι

Μια σημείωση από αφορμή τη χτεσινή μέρα

*

του ΗΛΙΑ ΜΑΛΕΒΙΤΗ

Την Τρίτη 30 Μάρτη του 1943, από το Κάϊρο, έγραφε ο Σεφέρης στο ημερολόγιό του:

«Ιωάννου συγγραφέως της Κλίμακος, λέει το εορτολόγιο. Τί να ήταν άραγε αυτός  ο άγνωστός μου συγγραφέας; Ίσως η χάρη του μ’ έκανε να ξαναδιαβάσω σήμερα τον “Βασιλιά της Ασίνης”».

Μέρες Δ΄, Ίκαρος, Αθήνα 1977

Όταν είχα πρωτοδιαβάσει αυτό το απόσπασμα από το ημερολόγιο του Σεφέρη, ομολογώ ότι είχα εντυπωσιαστεί από την εκθαμβωτική άγνοια (του Ιωάννη της Κλίμακος) και την ανερυθρίαστη αλαζονεία του ποιητή (να γράφει πως η χάρη του άγνωστου Ιωάννη τον οδήγησε να ξαναδιαβάσει τον δικό του «Βασιλιά της Ασίνης»). Έτσι νόμιζα για καιρό πολύ, κι όχι απολύτως αβάσιμα. Στην πορεία όμως είδα πως τα πράγματα και οι περιπλανήσεις των ιδεών μπορεί να ακολουθούν τελείως διαφορετικά, κι εν πολλοίς ασύνειδα, μονοπάτια από όσα είτε εμείς οι αναγνώστες είτε πολύ περισσότερο οι ίδιοι οι δημιουργοί είμαστε διατεθειμένοι ή μπορούμε να καταλάβουμε.

Και πρώτα απ’ όλα, μάλλον είχε κάθε δίκιο εκείνη την εποχή ο Σεφέρης να μιλά για τον Ιωάννη της Κλίμακος και το έργο του ως άγνωστο, καθώς είτε θα έπρεπε να στραφεί στην Πατρολογία του Migne (και με ποιαν αφορμή, παραπομπή ή εντυχούσα μνεία άλλωστε;) ή να ανατρέξει παλαιότερες ελληνικές αποδόσεις του 17ου ή και του 19ου αιώνα, που κινούνταν όμως εντός ενός εκκλησιαστικού και μοναστικού περιβάλλοντος. Ή πάλι να στραφεί σε γαλλικές μεταφράσεις (μία μάλιστα εξ αυτών καμωμένη από τους γιανσενιστές που εξόχως εκτίμησαν την Κλίμακα του Σιναΐτη Ιωάννη). Και πάλι όμως, έλειπαν οι εξωτερικές αφορμήσεις, θες ντόπιες θες αλλοδαπές. (περισσότερα…)

Κότες, άνθρωποι, χοίροι: Για το Poor Things

*

του ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΑΚΗ

Το Poor Things είναι μια ταινία σε σενάριο του Αυστραλού Τόνυ ΜακΝαμάρα, βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Άλασνταιρ Γκραίυ, το οποίο κυκλοφόρησε το 1992. Στην Ελλάδα προκάλεσε, και ακόμα προκαλεί, δεκάδες αποκρίσεις των κριτικών και του κοινού, προερχόμενες μάλιστα από κάθε ιδεολογική σκοπιά. Οπωσδήποτε, τούτη η μαζικότητα πυροδοτήθηκε κατά πολύ όχι από το ίδιο το περιεχόμενο της ταινίας, όσο από την ελληνική καταγωγή του σκηνοθέτη Γιώργου Λάνθιμου. Ωστόσο, οι ζωηρές, κι ενίοτε αφοριστικές, αντιδράσεις δεν θα έβρισκαν γόνιμο έδαφος να σταθούν αν και το ίδιο το περιεχόμενο της ταινίας δεν προσφερόταν για πολιτικές και κοσμοθεωρητικές αποφάνσεις, ενστάσεις και διερευνήσεις.

Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για ένα αριστοτεχνικό έργο το οποίο ξεχειλίζει από δημιουργική ευφορία, όπως σχολίασε ο Κώστας Κωστάκος στο ελculture. Από τις πρώτες κιόλας σκηνές, ο θεατής έχει να θαυμάσει κάτι το εικαστικά ξεχωριστό. Το CGI ουδέποτε προσπαθεί να ομοιάσει στην πραγματικότητα, αλλά να δημιουργήσει έναν μαγικό ψευδοβικτωριανό κόσμο γεμάτο steampunk αναφορές. Συνεργεί, δε, με το πλούσιο mise-en-scène και τις υπερευρυγώνιες λήψεις του σκηνοθέτη κι έτσι αναδύεται μια ατμόσφαιρα από την οποία διόλου δεν λείπει το art nouveau και το arts & crafts. Ωστόσο, το κύριο ενδιαφέρον του Poor Things βρίσκεται στην ίδια την ιστορία που πιάνει ν’ αφηγηθεί.

Κάθε αφήγηση παίρνει τη συχνά θολή πραγματικότητα και τη δομεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Κι αυτή είναι μια αλήθεια συνεχώς επανερχόμενη και, πιθανότατα, πανανθρώπινη. Ήδη ο Άμλετ του Σαίξπηρ αποφαίνεται πως σκοπός της τέχνης, «πάντοτε και τώρα, ήταν και είναι, να βαστάει ας πούμε τον καθρέφτη μπροστά στη φύση· να φτιάχνει την αγνότητα κατά το δικό της το σχήμα, τη ντροπή κατά τη δική της την εικόνα, και να δίνει την αληθινή ηλικία και τη σωματική διάπλαση της εποχής, τη μορφή και το αποτύπωμά της» (Πράξη 3, σκηνή 2). Πλάι στις σαιξπηρικές παρατηρήσεις, να προσθέσουμε και μια περισσότερο πρόσφατη. Το 1965, στη μελέτη του για τους πεζογράφους του 19ου αιώνα, ο Τζόζεφ Χίλλις Μίλλερ έγραφε ευσύνοπτα ότι «ένα έργο λογοτεχνίας είναι μια πράξη μέσω της οποίας ένας νους καταλαμβάνει τον χώρο, τον χρόνο, τη φύση ή άλλους νόες». Κι αν έτσι έχει το πράμα για τη λογοτεχνία, έτσι έχει και για το σινεμά. Δομώντας την πραγματικότητα, η τέχνη μεταβολίζει από τα πιο μεγάλα έως τα πιο μικρά, από τις εσχατιές του χώρου και του χρόνου έως τις μύχιες διεργασίες του νου. Το ίδιο ισχύει και για την ταινία του ΜακΝαμάρα και του Λάνθιμου. Μα, ας παρατηρήσουμε πρώτα πως, στη μεγάλη εικόνα, το Poor Things μάς δίνει μια σαφή χρονοτοπική δομή: σπίτι – ταξίδι – σπίτι. Ας πιάσουμε αυτό το νήμα. (περισσότερα…)

Φιλολογίζουσα κριτική, απλοϊκές προσεγγίσεις

*

της ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ ΜΑΚΗ

Από το 1976 ο Στέφανος Ροζάνης έγραφε για τις απλουστευτικές ερμηνείες στο έργο του Διονύσιου Σολωμού, διερωτώμενος:

«Ειλικρινά δεν γνωρίζω τι απόμεινε από τον Διονύσιο Σολωμό. Ένα έργο κομματιασμένο, αγωνιακό έγινε βορά των φιλολόγων. Πάτησαν επάνω στο ακρωτηριασμένο σώμα, αγνόησαν τον ποιητή, γέμισαν χιλιάδες άγονα χαρτιά και πήγαν έτσι να στήσουν μια μαρτυρία νεκρή […] [1]».

Η χρονολογία δεν λειτουργεί ως νοσταλγική υπενθύμιση αρχειακού υλικού ενός από τους κομβικούς σύγχρονους φιλοσόφους και βασικό πρόσωπο των Σημειώσεων. Αντίθετα, σημειώνεται ως ενδεικτική αναφορά που επιτονίζει τη σύζευξη ιστορικότητας και πολιτικού από το χθες στο σήμερα, αφού κάνει κριτική στους φιλολογίζοντες κριτικούς, καθώς και στην αυθαίρετη οικειοποίηση των κειμένων χωρίς συγκροτημένο κριτικό λόγο.

Έκτοτε αυτό που επισημάνθηκε στο προηγούμενο απόσπασμα, νομίζω πως σήμερα παρατηρείται σε πολλά κείμενα, ποιητές και συγγραφείς. Στο ίδιο μοτίβο, στις σύγχρονες λογοτεχνικές συνθήκες εντοπίζονται απανωτές απλοϊκές προσεγγίσεις για όλους όσοι παγιώθηκαν ως εμβληματικά πρόσωπα στη λογοτεχνία και την ποίηση, με συνεχόμενες μονοφωνικές αναπαραγωγές κοινών ερμηνευτικών προσεγγίσεων, ακαδημαϊκών ή άλλων.

Για παράδειγμα, το άνοιγμα του αρχείου Καβάφη από το Ωνάσειο Ίδρυμα οδήγησε σε νέα μαζική παραγωγή κειμένων για τον ποιητή και το έργο του σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να επιτονιστεί πως κάθε συντάκτης/συντάκτρια λειτουργεί ως γνώστης/γνώστρια του έργου του. Σαφώς και το φαινόμενο δεν είναι, όπως ήδη αναφέρθηκε, καινούριο. Το έχουν επισημάνει επανειλημμένα πληθώρα στοχαστών και διανοουμένων[2]. Εδώ δεν χωράν μελοδραματικοί θρήνοι ή ηθικιστικές προτροπές για την αγιογραφία προσώπων ή έργων που «κακοποιούνται» από τις λογοτεχνικές συντεχνίες. Τα διάφορα καλλιτεχνικά κυκλώματα υπήρχαν και ενισχύονταν ποικιλοτρόπως από τις απαρχές της λογοτεχνίας. Ας μνημονεύσουμε μόνο τις περίτεχνες κινήσεις του Μιχαήλ Ψελλού στις κριτικές του συνθετικές περιδινήσεις, προκειμένου να επιβιώσει μέσα από αχανείς μηχανορραφίες. (περισσότερα…)

Η εντυπωσιοθηρία της “κριτικής” και η Έμιλυ Ντίκινσον

*

του ΗΛΙΑ ΜΑΛΕΒΙΤΗ

Την Άβυσσο δεν γίνεται
με αέρα να σφραγίσεις

Στις ομιλίες του στο Χάρβαρντ, μιλώντας για την ποιητική μετάφραση ο Μπόρχες, με τη βαθιά ειρωνική γλώσσα που εμποτίζει τη σκέψη και το έργο του, έλεγε πως έβρισκε όμορφες τις κατά λέξη μεταφράσεις, στις οποίες αναγνώριζε θεολογική την προέλευση από τις μεταφράσεις της θεόπνευστης, αλάθητης Βίβλου, και ταυτόχρονα εξυμνούσε «μια από τις πιο όμορφες και περίφημες αγγλικές μεταφράσεις», τη μετάφραση των Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Χαγιάμ από τον Φιτζέραλντ. Ένα δηλαδή ολωσδιόλου και παντελώς άλλο έργο από το πρωτότυπο, ομολογώντας πως «μια μετάφραση δεν κρίνεται ποτέ λεκτικώς». Ο Κώστας Κουτσουρέλης στην πρόσφατη μετάφραση 120 ποιημάτων της Ντίκινσον (Κίχλη, 2023) , διαφωνώντας με τον πασίγνωστο αφορισμό του Φροστ για τη μετάφραση της ποίησης, εξαρχής δηλώνει πως

όπως έλεγε ο Ιωσήφ Μπρόντσκι, «ποίηση είναι ό,τι κερδίζεται στη μετάφραση», όχι ό,τι ενδεχομένως έχει χαθεί. Στέκεται το ελληνικό κείμενο μόνο του, ως ποίημα αυτοτελές και αυτόφωτο; Αυτό ενδιαφέρει. Αν όχι, κανένα δεκανίκι δεν θα το σώσει.

Την νέα αυτή μετάφραση της Ντίκινσον από τον Κουτσουρέλη ψέγει και επικρίνει σε σημείωμά της η Τίνα Μανδηλαρά, στη στήλη για το βιβλίο στη LiFO, με τίτλο «Όταν η Ντίκινσον θυμίζει στις μεταφράσεις της Βάρναλη και Τσιφόρο» [sic], μαζί με τη μετάφραση του Αρτύρ Ρεμπώ από τον Βασίλη Πατσογιάννη. Ο σχολιασμός που ακολουθεί αφορά μονάχα το επικριτικό σημείωμά της προς τη μετάφραση της Ντίκινσον, που όπως μαρτυρά κι ο τίτλος του αποτελεί και τον ουσιαστικό στόχο της επίκρισής της. Δεν αποσκοπώ εδώ σε ενδελεχή κριτική αξιολόγηση της μιας ή της άλλης μετάφρασης, επιθυμώ απλά να σχολιάσω και να κρίνω μόνον τα όσα διάβασα. (περισσότερα…)

Διάλογος με την ποίηση

*

του ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΤΑΣΟΥΔΗ

«Βάλε τη ζωή σου σε στίχους. Και πάλι σου λέω: βάλε τη ζωή σου σε στίχους, εάν θέλεις να αισθανθείς τη ζωή συμπαντική και να είσαι με το σύμπαν σε σχέση και αρμονία. Μπορείς να είσαι αναλυτής του ποιήματος, όμως μην ξεχάσεις να τραγουδήσεις το ποίημα. Οι κριτικοί των ποιημάτων ζουν ήρεμα, ενώ οι ποιητές μόνο ζουν. Η ανάλυση νεκρώνει, το ποίημα ζωντανεύει. Μόνο η ποίηση μπορεί να αναστήσει την πεζογραφία. Η ποίηση φύτρωσε από το δένδρο της ζωής, ενώ η πεζογραφία από το δένδρο της γνώσης. Όλοι λέμε: Το ψέμα είναι μικρής διάρκειας, ενώ η αλήθεια είναι αιώνια. Γιατί η ποίηση ζει πιο πολύ από την πεζογραφία; Επειδή βρίσκεται πιο κοντά στην αλήθεια, πιο κοντά στη ζωή! Κι έτσι αν βάλεις τη ζωή σου σε στίχους, θα είσαι πιο κοντά στην αλήθεια, πιο κοντά στη ζωή.»
Άγ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Η ζωή και η ποίηση [1]

 

1 . «Βάλε τη ζωή σου σε στίχους.»

Καθόσον αποκάλυψη των εσώψυχων η ποίηση. Αντικατοπτρισμός του ποιητή το ποίημα. Ποιητής γίνεσαι όταν δίνεσαι, σαν ανοίγεσαι. Η ποιητική έκθεση του εαυτού οδηγεί στη θέασή του καθώς εστί. Αρκεί τα μάτια να θέλουν να δουν, να ποθούν το αντίκρισμα κάθε κατάστασης στην πραγματική της διάσταση. Δίχως ναρκισσιστικά κάτοπτρα, παραμορφωτικές ειδωλοποιήσεις, εγωπάθεια, αλαζονεία…

«Η αλαζονεία ενός καλλιτέχνη θα του βγει στο έργο. Θα τιμωρηθεί μέσα στο έργο η αλαζονεία. Θα του βγει σαν πλαστογραφία, σαν εγκεφαλικότητα, σαν αισθητικό λάθος.» [2]

Βάλε τη ζωή σου σε άσπρο χαρτί, περνώντας από την καλοδιακοσμημένη βιτρίνα στο σκληρό μα ειλικρινές καθρέφτισμα, από τη σκηνοθετημένη στην αυθεντική παρουσίαση της ζωής:

«Τ’ άσπρο χαρτί σκληρός καθρέφτης
επιστρέφει μόνο εκείνο που ήσουν

Τ’ άσπρο χαρτί μιλά με τη φωνή σου,
τη δική σου φωνή
όχι εκείνη που σ’ αρέσει.» [3]

 

(περισσότερα…)

Κ. Ανδρουλιδάκης, Σ. Βιρβιδάκης, Κ. Κουτσουρέλης, Γ. Ξηροπαΐδης, Δ. Χρηστιάς: Ποιητές και φιλόσοφοι

 

Στις 31 Ιουλίου 2020, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων Νύχτες του Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε στον Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία εκδήλωση με τίτλο «Ποιητές και φιλόσοφοι: εταίροι ή αντίπαλοι;» η οποία όπως είχε ανακοινωθεί εξ αρχής μεταδόθηκε live streaming για όσους επιθυμούσαν να την παρακολουθήσουν από απόσταση.

Η εκδήλωση αυτοπροσδιοριζόταν ως περιεχόμενο από την σύνοψη: «Απ’ τους καιρούς του Πλάτωνα, που θέλησε να εξορίσει τον Όμηρο από την ιδανική πολιτεία του, έως τον περίφημο διάλογο του Γιώργου Σεφέρη με τον Κωνσταντίνο Τσάτσο του Μεσοπολέμου, ποιητές και φιλόσοφοι, καλλιτέχνες και στοχαστές γενικότερα, συχνά αντιμετωπίζουν με καχυποψία ο ένας τον άλλο. Ποιες είναι οι ρίζες της παλιάς αυτής διαμάχης; Και θα μπορούσε άραγε να θεωρηθεί δικαιολογημένη;» και συμμετείχαν με την φυσική τους παρουσία οι Κώστας Ανδρουλιδάκης (καθηγητής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Κρήτης), Στέλιος Βιρβιδάκης (καθηγητής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών), Κώστας Κουτσουρέλης (ποιητής-δοκιμιογράφος) ενώ επρόκειτο να συνδεθούν από τα σπίτια τους στην Αθήνα και να σχολιάσουν την συζήτηση μέσω τηλεοπτικού παραθύρου οι Γιώργος Ξηροπαΐδης (καθηγητής φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο) και Διονύσης Χρηστιάς (Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Πατρών).

Σήμερα αναρτούμε εδώ το βίντεο ολόκληρης της εκδήλωσης, χωρίς τα μικρά τεχνικά λάθη που σημειώθηκαν κατά τη ζωντανή αναμετάδοσή της, και με την προσθήκη της άποψης του Γιώργου Ξηροπαΐδη ο οποίος δεν κατάφερε τελικά να συνδεθεί ζωντανά με το πάνελ των ομιλητών λόγω ενός απρόβλεπτου τεχνικού προβλήματος που προέκυψε στην περιοχή του. Μας έστειλε λοιπόν και τον ευχαριστούμε γι’ αυτό, σε βίντεο 35 περίπου λεπτών την εισήγησή του την οποία ο ακάματος φίλος Δημήτρης Κυριακάκης που είχε την ευθύνη των τεχνολογικών μέσων της βραδιάς εκείνης, την προσάρτησε στο τέλος της βιντεοσκοπημένης εκδήλωσης.

Μιχάλης Βιρβιδάκης
Ηθοποιός, σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας

*

Οι Αρχαίοι, ο Χριστός και ο πολιτισμός της βαρβαρότητας

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα έχει περάσει πολύς καιρός, τόσος που η ζωή εκείνη έχει θαμπώσει, σχήματα θαμπά έρχονται ως εμάς με εξαίρεση όλα εκείνα τα αιώνια πράγματα διατυπωμένα με λέξεις που δε καταργούνται στον αιώνα τον άπαντα.

Γιατί υπάρχουν πράγματα που δόθηκαν μια κι έξω («εφάπαξ») και τα οποία διατηρούνται στο βαθμό που το ανθρώπινο γένος επικοινωνεί με τις φωτεινές θείες πηγές του. Όταν η επικοινωνία διακόπτεται, το γένος αυτό το κατά Πλάτωνα  και Λάχεσιν «θανατηφόρον» (δηλαδή φορέας θανάτου) καταπέφτει και σχεδόν διαλύεται: τότε διανύεται σε όλη της την λαμπρότητα η περίοδος της ύβρεως ή της αμαρτίας. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτή είναι η παρούσα περίοδος.

Όταν λοιπόν προσπαθούμε να «επιστρέψουμε» και να ξαναπιάσουμε επαφή με τα αιώνια και τα σπουδαία -σ’ αυτόν εδώ τον τόπο- χρειάζεται πριν απ’ όλα να έχουμε αίσθηση αυτής της πραγματικότητας η οποία απλώνεται παγκοσμίως και παρασύρει τους πάντες στη δίνη της.

Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εστιάσουμε στην πολιτικο-κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητα, ούτε σε μια αρχαιοκεντρική (ελληνική) αίσθηση ή ανάμνηση ζωής, αλλά μονάχα σ’ εκείνα τα στοιχεία ή σημεία που εκπορεύονται από την παρουσία του ανθρώπου, όταν αυτός προσπαθεί να υψωθεί πάνω από τα πρόσκαιρα και τα εφήμερα, πάνω από τα γήινα περιγράμματα και να αγγίξει τις θείες καταβολές.

Ξέρετε, στον κόσμο αυτόν χρειάζεται να διαλέξουμε δασκάλους. Να αρχίσουμε από τους Προσωκρατικούς να συνεχίσουμε με Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, να περάσουμε στους Έλληνες Πατέρες αλλά και στα σύγχρονα ελληνικά και δυτικοευρωπαϊκά έργα, όχι για απόκτηση εγκυκλοπαιδικών ή εξειδικευμένων γνώσεων αλλά για να βρούμε μέσα από αυτά τη συνέχεια Λόγου και Ήθους (ή να ξαναβρούμε) ενός αρχαίου λαού, όπως είμαστε οι Έλληνες, που όμως φαίνεται, σήμερα, δεν πολυδίνουμε σημασία γι’ αυτά τα παλαιότερα, ούτε φαίνεται να φροντίζουμε τη μνήμη έτσι ώστε να αντλούμε από τα αρχαία ελληνικά και χριστιανικά πρότυπα και μάλιστα όσα ξεχώρισαν και ξεχωρίζουν για την οικουμενική τους διάσταση. Τίθεται ζήτημα οικείωσης με τις αλήθειες, τα έργα, τα πρόσωπα γιατί διαφορετικά δεν καταλαβαίνουμε τίποτα ούτε για τα περασμένα, ούτε για τα τωρινά.

Εάν αρχίζαμε από τον Ηράκλειτο θα έπρεπε πριν απ’ όλα να σταθούμε στο απόσπασμα που λέει ότι ο Λόγος είναι κοινός και είναι κοινός όχι μονάχα  για τους ανθρώπους, για τα πάντα, γιατί είναι θείος. Όλα τα ρυθμίζει καθώς «τρέφονται γὰρ πάντες οἱ ἀνθρώπινοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς τοῦ θείου».  Γι’ αυτό εξάλλου λέει ότι ο Λόγος είναι αρμονιστής του σύμπαντος.

Ο Νίκος Γιανναδάκης που είχε ιδιαίτερα ενδιατρίψει στα αρχαίες γραφές σημειώνει ότι ο αρχαίος ελληνικός λόγος έχει ορισμένα χαρακτηριστικά που δεν προσεγγίζονται μέσα από επιστημονικές μεθόδους ή μεθόδους που ανέπτυξε ο νεωτερικός δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός. Πρέπει να κατανοηθεί ότι, αυτός ο ίδιος ο αρχαιοελληνικός λόγος μας υπαγορεύει τον τρόπο με τον οποίο θα τον διαβάσουμε και ο τρόπος αυτός είναι μεταφυσικός, δεν είναι ρασιοναλιστικός ή όπως μεταγράφουν πολλοί αυτό τον όρο ‘ορθολογιστικός’. Δεν μπορεί μέσα από την συλλογιστική λογικοκεντρική διεργασία να δούμε, να γνωρίσουμε, να διαβάσουμε τι λένε οι αρχαίοι και μάλιστα πρόσωπα όπως αυτά που προανέφερα, είτε ένας Ηράκλειτος, ένας Παρμενίδης, ένας Αναξίμανδρος και βεβαίως ο Σωκράτης, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Και τίθεται εδώ το ερώτημα: Ένας άνθρωπος που μας λέει ότι «Ἥλιος οὐχ ὑπερβήσεται μέτρα. εἰ δὲ μή, Ἐρινύες μιν Δίκης ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν», πως μπορεί να είναι ο ιδρυτής της εξελικτικής θεωρίας όπως λέει ο Μαρξ, τη στιγμή που δέχεται απαράβατη και αναλλοίωτη συμπαντική τάξη; Και ισχύει εδώ αυτό που διατύπωσε ο φιλόσοφος Χρήστος Μαλεβίτσης: «Όταν ο Ηράκλειτος λέει «οὐκ ἐμοῦ ἀλλὰ τοῡ λόγου ἀκούσαντας» (την φράση βρίσκουμε πανομοιότυπη στον Παύλο), εννοεί πως ο Λόγος είναι ανεξάρτητος από τον άνθρωπο, δεν είναι ο λόγος ή η λογική του ανθρώπου». Υπονοείται μια συν-ομολογία του ανθρώπου με τον υπερβατικό Λόγο. (περισσότερα…)

Β. Βερτουδάκης, Β. Κάλφας, Π. Μπουκάλας: Εμείς και οι Αρχαίοι

*

Νύχτες του Ιουλίου
Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης

«Εμείς και οι Αρχαίοι»

Σάββατο 2 Ιουλίου 2022, Θέατρο Κυδωνία – Αίθριος Χώρος

Τι απομένει από την Αρχαιότητα σήμερα; Εξακολουθεί να είναι η κληρονομιά της πηγή έμπνευσης, σημείο προσανατολισμού για τον σύγχρονο κόσμο; Ή η επίκλησή της έχει γίνει πλέον συνήθεια αταβιστική, ανούσια τελετουργία της μνήμης;

Συζητούν τρεις από τους κορυφαίους αρχαιογνώστες μας: Βασίλειος Π. Βερτουδάκης, καθηγητής κλασικής φιλολογίας στο ΕΚΠΑ, Βασίλης Κάλφας, καθηγητής φιλοσοφίας στο ΑΠΘ και Παντελής Μπουκάλας, ποιητής, δοκιμιογράφος και μεταφραστής.

Συντονίζει ο Κώστας Κουτσουρέλης, συγγραφέας, διευθυντής του περιοδικού Νέο Πλανόδιον. Χαιρετισμό απευθύνει ο Μιχάλης Βιρβιδάκης, σκηνοθέτης, διευθυντής του Θεάτρου Κυδωνία.

Παρακολουθήστε όλη την συζήτηση εδώ.

~.~

Ι. Ιωαννίδης, Κ. Μαϊντάς, Κ. Μελάς: Η επιστήμη σήμερα | Όλη η εκδήλωση της 6.7.23 μαγνητοσκοπημένη

*

Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΣΗΜΕΡΑ
ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ

Νύχτες του Ιουλίου 2023, Καλοκαίρι στον Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία

Πανδημία και δημόσια υγεία, τεχνητή νοημοσύνη και ψηφιοποίηση, τηλεργασία και νέοι τρόποι παραγωγής: Δεν υπάρχει τομέας της σύγχρονης ζωής που να μην επηρεάζεται σε κρίσιμο βαθμό από τις εξελίξεις στην επιστήμη και την τεχνολογία. Ποιο είναι όμως το πραγματικό καθεστώς υπό το οποίο εργάζονται οι επιστήμονες σήμερα, χαίρουν πράγματι θεσμικής και ερευνητικής ανεξαρτησίας, ποια είναι η σχέση τους με την ιδεολογία και την πολιτική και οικονομική εξουσία; Τρεις διακεκριμένοι λειτουργοί αλλά και κριτικοί της σημερινής επιστήμης συζητούν για τον ρόλο της στη δημόσια σφαίρα.

Συμμετέχουν:
Ιωάννης Π. Α. Ιωαννίδης, καθηγητής στη σχολή Παθολογίας, Έρευνας και Πολιτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, Καλιφόρνια, ΗΠΑ, και διευθυντής του Κέντρου Έρευνας-Πρόληψης του ίδιου πανεπιστημίου.
Κώστας Μελάς, καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου, πρόεδρος του Ομίλου Πολιτικού και Οικονομικού Προβληματισμού.
Ξάνθος Μαϊντάς, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόεδρος του Ιδρύματος Τάκης Σινόπουλος.

Συντονίζει ο Κώστας Κουτσουρέλης, συγγραφέας, διευθυντής του περιοδικού Νέο Πλανόδιον.

*

*

*

 

Με μεγάλη επιτυχία ξεκίνησαν οι εφετινές Νύχτες του Ιουλίου!

*

Με μεγάλη επιτυχία ξεκίνησαν χθες το βράδυ εδώ στα Χανιά οι εφετινές Νύχτες του Ιουλίου. Στον κατάμεστο Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία, οι τρεις διακεκριμένοι φιλοξενούμενοί μας είχαν την ευκαιρία να αναπτύξουν με λόγο πυκνό και ζωντανό, άμεσα κατανοητό και για τους μη ειδήμονες, συχνά και αποκαλυπτικό για τα άγνωστα στοιχεία που έφεραν στο φως, τους προβληματισμούς τους για την κατάσταση της επιστήμης σήμερα και την όλη και στενότερη διαπλοκή της με εξωθεσμικά κέντρα εξουσίας: την πολιτική, τα ΜΜΕ, την οικονομία.

Ο επιδημιολόγος, καθηγητής του Στάνφορντ των ΗΠΑ, Ιωάννης Π. Α. Ιωαννίδης μίλησε για τον αναγκαίο σκεπτικισμό, την διαρκή κριτική βάσανο στην οποία ο σοβαρός επιστήμονας οφείλει να υποβάλλει και το δικό του έργο, μακριά από κάθε είδους αυταρέσκειες και βεβαιότητες. Έδειξε δε με παραδείγματα από τον χώρο της ιατρικής, αλλά και της πρόσφατης πανδημικής κρίσης, πόσο συχνά ο κανόνας αυτός παραβιάζεται, και πόσο συχνά ο δημόσιος λόγος της επιστήμης εκπροσωπείται από πρόσωπα εντελώς ακατάλληλα ή και ευθέως υποκινούμενα από ποικίλα εξωεπιστημονικά, πολιτικά και οικονομικά κίνητρα.

Ο φυσικός, καθηγητής του ΕΚΠΑ, Ξάνθος Μαϊντάς ανέτρεξε στην ιστορία της θεωρητικής φυσικής μετά τον Νεύτωνα και υπέδειξε ότι τις τελευταίες δεκαετίες την δόκιμη παράδοση της επιβεβαιωμένης, τεκμηριωμένης έρευνας φαίνεται να υποκαθιστά στο πανεπιστήμιο ένα είδος εντυπωσιοθηρικού θεωρητικού λόγου, μετέωρου αποδεικτικά, πληθωριστικού βιβλιογραφικά και εντέλει ανούσιου. Αιτήματα ξένα προς την επιστήμη, όπως «ανταγωνισμός», κακόζηλο δάνειο από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, φαίνεται να υποκαθιστούν το παραδοσιακό ιδεώδες της άμιλλας και να επηρεάζουν αρνητικά τους νέους ερευνητές.

Ο οικονομολόγος, καθηγητής του Παντείου, Κώστας Μελάς επεσήμανε τον μετέωρο και αθεμελίωτο χαρακτήρα του μεγαλύτερου μέρους της σύγχρονης «οικονομικής επιστήμης», που όντας στρατευμένη σε μια κυρίαρχη σήμερα πολιτικοοικονομική κοσμοθεωρία, αντί να μελετά και να παρατηρεί με νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα τα οικονομικά φαινόμενα, στην πραγματικότητα δογματίζει και όχι σπανίως υπαγορεύει εκείνη στην πολιτική τον ακολουθητέο δρόμο. Η ίδια αυτή κυρίαρχη θεωρία μονοπωλεί τον δημόσιο λόγο περί οικονομίας, τα ΜΜΕ και τους θεσμούς και καθιστά στην ουσία αδύνατη την ειλικρινή επιστημονική αντιπαράθεση.

Το κοινό παρακολούθησε με αμείωτο ενδιαφέρον ώς το τέλος τη ζωηρή δίωρη ανταλλαγή και παρενέβη και το ίδιο με ερωτήματα. Προλόγισε ο διευθυντής του Θεάτρου Κυδωνία Μιχάλης Βιρβιδάκης. Τη συζήτηση, η οποία κινηματογραφήθηκε και θα αναρτηθεί σύντομα στο Διαδίκτυο, συντόνισε ο Κώστας Κουτσουρέλης, διευθυντής του περιοδικού Νέο Πλανόδιον.

*

*