Σωτήρης Γουνελάς

Για τις «Υπέροχες μέρες» του Βιμ Βέντερς

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο Βέντερς με την τελευταία τoυ ταινία αντιπαρατίθεται στον δυτικό κινηματογράφο. Ο ήρωάς του έρχεται από την Ανατολή. Είναι γιαπωνέζος της σιωπής, ακολουθεί τον πολιτισμό της Ασίας που είναι πολιτισμός της σιωπής. Η Δύση είναι του Λόγου. Ενός λόγου που αφού ξεκίνησε ως Σαρκωμένος Λόγος (Ανατολής και Δύσης) αποσαρκώθηκε, έμεινε σκέτος Λόγος (Αναγέννηση, Διαφωτισμός), ύστερα μίκρυνε, πέρασε από το φίλτρο φιλοσόφων και επιστημόνων, προχώρησε σε εκατομμύρια λόγων διανοουμένων ή μη, φλυαρούντων ή μη και στις μέρες μας ξέπεσε αγρίως ώστε να αποθεώνει την ταινία του Λάνθιμου και τη γυμνή παρουσία μιας γυναίκας-ζόμπυ και να ζητοκραυγάζει για «αποδομήσεις» που καταργούν τον άνθρωπο και πολλαπλασιάζουν τα δύο φύλα.

Ο Βέντερς βρίσκεται στους αντίποδες. Ο ήρωάς του παλαιομοδίτης με τα όλα του, δουλεύει καθαριστής δημόσιων τουαλετών (παλαιότερα θα λέγαμε αποχωρητηρίων) και ο φακός καταγράφει τη ζωή του. Ζωή που ο σκηνοθέτης την δείχνει με μικρές αφαιρέσεις. Κάθε επόμενη ημέρα αφαιρεί κάτι. Καθημερινά διασχίζει την μεγαλούπολη (Τόκυο) για να πάει στον προορισμό του. Οι τουαλέτες είναι σωστά κομψοτεχνήματα, βάζουν τα γυαλιά στους δυτικούς. Ωστόσο ο άνθρωπος αυτός δεν καθαρίζει απλώς: γυαλίζει. Επιμελείται με απόλυτη προσήλωση την καθαριότητα λεκάνης, νιπτήρα και του περιβάλλοντος χώρου.

Προσοχή. Ο Βέντερς διαλέγει έναν ήρωα-αντιήρωα, αυτόν που φροντίζει να είναι καθαροί οι τόποι όπου καταθέτουν οι πολίτες της μεγαλούπολης τα απόβλητά τους (να το πούμε κομψά). Θα μπορούσε στη θέση του να είναι και ένας εργάτης απορριμματοφόρου. Μας λέει: κοιτάξτε ποιος είναι εδώ και τι κάνει, που εσείς δεν προσέχετε και δεν σας νοιάζει. Μα ούτε σας μοιάζει! Αυτός βάζει τις κασέτες του οδηγώντας, ακούει τραγούδια δυτικά πασίγνωστα άλλης εποχής (ανάμεσα σ’ αυτά ένα που έχει τραγουδήσει ελληνικά ο Σαββόπουλος) κοιμάται σε μικρό επιδαπέδιο στρωματάκι, διαβάζει το βιβλίο του πριν κοιμηθεί (εδώ διαφημίζεται ο Φώκνερ και η Χάισμιθ), πηγαίνει σε δημόσιο λουτρό και μπανιαρίζεται, χρησιμοποιεί ποδήλατο για τις κοντινές μετακινήσεις του, ασχολείται καθημερινά με τα φυτά του σαν να τα χαϊδεύει και πίνει το ίδιο ποτό που του προσφέρει δωρεάν ο μαγαζάτορας κάποιου καφενείου. (περισσότερα…)

Μνήμη Ζήσιμου Λορεντζάτου (1915-2004)

*

Με χαρτιά και με μολύβια πέρασες τη ζωή σου. Κι ήσουν εσύ που είπες ότι πιο πολύ έγραφες με τη γόμα παρά με το μολύβι. Τώρα μαζεύω τούτα τα λόγια, σα να σε αντικρίζω ακόμα μία φορά σωματικά, με αυτή σου την οικία μορφή και όχι την «ετέρα» .

Έφυγες σε ώρες κρίσιμες. Την ημέρα ή μάλλον το ξημέρωμα που άφησες την τελευταία σου πνοή ολονυχτίς έβρεχε κρουνηδόν, όπως συμβαίνει συχνά στις μέρες μας, ίσως για να ξεπλύνει τους ρύπους, να μας καθαρίσει.

Έφυγες αποχωρώντας από τούτο τον κόσμο, τον ελληνικό και τον παγκόσμιο, του οποίου φανέρωσες στη διάρκεια της επίγειας μακροημέρευσής σου τα μυστικά του, ψηλάφησες τις ρωγμές του, τις ομορφιές του και τα τραύματα, φώτισες τις κρυφές και φανερές όψεις του, τονίζοντας πάντα, ωστόσο, ότι η ζωή είναι μυστήριο και καλά θα κάνουμε να μη ζητήσουμε να το καταργήσουμε.

Ο λόγος σου –γραπτός κυρίως– διασχίζει τον ελληνικό χωροχρόνο εις ώτα μή ακουόντων, λόγος που θαρρώ πρωτοφανερώθηκε το 1936 και τελευταία ακούστηκε εντελώς πρόσφατα με το «καθυστερημένο» Δοκίμιο για τον Κάλβο. Από το ’36 ως το 2004, έτος της εκδημίας σου, μετράω συμπληρωμένα 68 χρόνια: 68 ολόκληρα χρόνια διαβάζεις, γράφεις, μεταφράζεις και εκδίδεις εν μέσω μάλλον κλοιού σιωπής, που ελάχιστες φορές έσπασε για να ακουστεί ο λόγος σου, να συζητηθεί, να σχολιαστεί, μεριάζοντας την ασίγαστη φλυαρία της εποχής.

Συχνά, πολύ συχνά σε αναπολώ. Εδώ και χρόνια συναντιόμασταν αραιά, κρατούσαμε ωστόσο επαφή και ανηφόριζα που και που κατά το Κεφαλάρι. Τις περισσότερες φορές σε άφηνα να μιλάς και απολάμβανα αυτή την έξοχη στερεότητα της γλώσσας, κυριολεκτικά λέξεις-πράγματα. Μυστήριο πώς ο άνθρωπος που μιλούσε με τόσο στέρεα γλώσσα, περιφερόταν με τρομερή οικειότητα στο χώρο της ποίησης ή ερωτοτροπούσε με τη μυστική, πνευματική εμπειρία έργων και δημιουργών Ανατολής και Δύσης. Ταυτόχρονα όμως καθώς σε κοιτούσα ένιωθα πως δεν θα αργούσες να φύγεις για το μεγάλο ταξίδι και αυτό μου προξενούσε κάτι σα μετεώριση ανάκατη με βαθιά μελαγχολία. Μα ήταν και κάτι άλλο: όπως στεκόμασταν αντικριστά και παρ’ όλο που σε έβλεπα τελευταία ζαρωμένο και γερασμένο να αρθρώνεις τα λόγια σου με κόπο, έφθανε ως εμένα, σχεδόν με άγγιζε κάτι που ξεπερνούσε χώρο και χρόνο, σηκωνόταν πάνω από το γραφείο, την πολυθρόνα, τα βιβλία, υψωνόταν πάνω από την στέγη του πατρογονικού σπιτιού σου και φανέρωνε μία υπέρβαση, κάτι που αποτυπώνονταν πάνω σου ανεξάρτητα από τη σωματική σου παρουσία: ένα πλεόνασμα, μια περίσσια πνεύματος. (περισσότερα…)

Zωγράφος των ολόκληρων μορφών

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Έκθεση «Μάρκος Καμπάνης: Έργα 1990 – 2020»,
Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, 14.12.23-18.2.24

Αυτό που δεσπόζει στην αναδρομική έκθεση του Μάρκου Καμπάνη είναι το δέντρο. Πώς όμως δεσπόζει και ποιες είναι οι σημασίες γύρω από αυτό; Ο Διονύσης Καψάλης, στο θαυμάσιο κείμενο που συνοδεύει το λεύκωμα της έκθεσης, σημειώνει ότι «Του ‘‘μιλήσαν τα δεντρά’’ όπως γράφει ο Παλαμάς, αλλά του μιλήσαν με τη γλώσσα της ζωγραφικής. Το δέντρο εδώ είναι συνάμα εικόνα της ανθρώπινης αντοχής αλλά και μορφή που επαναφέρει στο παρόν την αμφισημία της ομορφιάς, τον αινιγματικό και ουτοπικό χαρακτήρα της, το δικαίωμά της» (σ. 202).

Όμως, το πρώτο που πρέπει να ειπωθεί είναι το δέντρο στον Παράδεισο. «Το δέντρο της ζωής και το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού» βρίσκονταν στη μέση του κήπου της Εδέμ. Αυτό το δεύτερο δεν έπρεπε να αγγίξουν οι πρωτόπλαστοι γιατί την ίδια μέρα θα πέθαιναν. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το δέντρο είναι ένα: όταν ακολουθούμε την υπόδειξη του Δημιουργού είναι το δέντρο της ζωής, όταν παρακούμε γίνεται το δέντρο της «γνώσεως», δηλαδή το απαγορευμένο που μας βγάζει από τον Παράδεισο. Οι Πατέρες λένε ότι το δέντρο της ζωής είναι ο Χριστός, αφού η δημιουργία έγινε δια του Λόγου-Χριστού-Υιού που συνάμα είναι ομοούσιος με τον Πατέρα. Στην πρώτη λοιπόν περίπτωση ισχύει η εναρμόνιση με το δέντρο της ζωής και τον Λόγο-Χριστό, στη δεύτερη η ρύθμιση της ζωής σύμφωνα με δικές μας βουλήσεις που αρχίζουν από την αρχέγονη παρακοή ή επιθυμία αυτοθέωσης.

Ο Καμπάνης μετέχει και των δύο «δέντρων» γιατί μετέχει μιας Παράδοσης που περιέχει και τα δύο δέντρα και τους δύο ρυθμούς ζωής. Υπάρχει το αρχικό, το παραδείσιο και σ’ αυτό ανήκουν όλα τα ζωγραφισμένα δέντρα όσα εκπέμπουν φως, όσα προδίδουν αρχέγονη καταβολή εν Πνεύματι. Εδώ εντάσσονται και τα αγιορείτικα ακόμη κι όταν αποτυπώνονται μαυρόασπρα, φωτίζονται μυστικά. Διαθέτουν ταυτόχρονα το μυστηριακό στοιχείο αλλά και το φοβιστικό, με την έννοια του δέους μπροστά σε ό,τι μας υπερβαίνει. (περισσότερα…)

Σωτήρης Γουνελάς, Προ Φώτων

*

Δεν θέλουν θόρυβο τα Χριστούγεννα.
Μέσα τους βαθιά,
Κατοικεί τις γιορτές,
Μια όμορφη ησυχία,
Κοπέλα ώριμη, γλυκιά,
Με μεγάλα μάτια,
Χωρίς τίποτα περιττό.
Στέκει με μια μικρή κλίση
Του σώματος
Έτσι σαν υποδοχή,
κατάφαση στη ζωή,
ευπρέπεια,
ανάμεσα σε φύλλα ασημίζοντα. (περισσότερα…)

Όλεθρος

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Μέρες τώρα ο κόσμος παρακολουθεί τον όλεθρο. Στις τηλεοράσεις, στις εφημερίδες, στα περιοδικά, σε τόσα και τόσα ηλεκτρονικά μέσα πολλαπλασιάζεται η εικόνα μιας γενικευμένης επίθεσης που σκοπεύει, είτε λέγεται ρητά είτε όχι στην εξόντωση ενός λαού: του παλαιστινιακού λαού.

Τι νόημα έχει να μελετάται η ιστορία; Να αναλύονται οι πολιτικές διαφορές; Να παρατίθενται τα συμφέροντα των λαών και προπαντός των κρατών; Να εξηγούνται οι βλέψεις των μεγάλων Ανατολής και Δύσης;

Το μεγάλο ζήτημα είναι ότι ο θάνατος χιλιάδων αμάχων και η εξορία και ο εκτοπισμός άλλων, η καταστροφή οικογενειών ολόκληρων, η διαρκής αναστάτωση των ανθρώπων στην περιφέρεια της Δύσης και πιο κεντρικά στην Ανατολή και προπαντός στην Μέση, έχουν καταστεί ΘΕΑΜΑ. Δισεκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο παρακολουθεί σφαγές, μάχες, σκοτωμένους, τραυματίες, μικρά παιδιά που τα τρέχουν με φορεία σε μισοκατεστραμένα νοσοκομεία. Παρακολουθούν την παρέλαση της οδύνης, τον θρίαμβο του θανάτου που μοιάζει να είναι ο πρωταγωνιστής χωρίς αντιστάσεις.

Δεν πρόκεται για φυσικό θάνατο, δεν πρόκειται για συγκρούσεις μιας τίμιας αντιπαράθεσης. Πρόκειται για συγκρούσεις που θεμέλιό τους είναι η εκδικητική μανία ένθεν και ένθεν ακόμη κι αν το άδικο γέρνει προς τη μεριά του Ισραήλ. Γιατί ο κλοιός των Παλαιστινίων κρατάει χρόνια, αλλά οι πολλοί στερούνται μνήμης ή αδιαφορούν.

Το ζήτημα είναι να τονίζεται η παρούσα κατάσταση: σήμερα τι γίνεται. Όμως το σήμερα δεν πέφτει από τον ουρανό έχει πίσω του νεκρούς, αναπήρους, νέους ανθρώπους που γυρνούν από τα διάφορα μέτωπα με ψυχικές διαταραχές, καθώς τα μέσα εξόντωσης που έχει προσφέρει η τεχνολογία είναι ανελέητα και τρομαχτικά. Στην κατασκευή τους δεν λογαριάστηκε το ποσοστό αντοχής του ανθρώπινου δυναμικού και εξάλλου, λίγο ενδιαφέρει. Μέσα στον ανθρωπογιγαντισμό των ανθρώπων του σύγχρονου κόσμου, μέσα στον υποτιθέμενο θρίαμβο της Επιστήμης (των θετικών επιστημών) και της Τεχνολογίας δεν χωρούν συναισθηματισμοί ή επικλήσεις υψηλών ιδανικών ή «μιμήσεις πράξεως σπουδαίας και τελείας…». (περισσότερα…)

Το τέλος του ανθρώπου ή Η παραμόρφωσή του

*

Απόσπασμα από το βιβλίο του Σωτήρη Γουνελά  Το τέλος  του ανθρώπου ή Η παραμόρφωσή του  (Αρμός, 2022), το οποίο παρουσιάζεται αυτήν τη Δευτέρα, 13 Νοεμβρίου 2023 και ώρα 19:00, στις Εκδόσεις Αρμός (Μαυροκορδάτου 11, Αθήνα). Θα μιλήσoυν: π. Αντώνιος Πινακούλας, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Παντελεήμονα Χαλανδρίου, Δημήτρης Βασιλάκης, επ. καθηγητής φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Βασίλης Ξυδιάς, θεολόγος, Στέφανος Ευθυμιάδης, βυζαντινολόγος, καθηγητής Ανοιχτού Πανεπιστημίου Κύπρου και ο συγγραφέας του βιβλίου Σωτήρης Γουνελάς.

~.~

Δυστυχώς και η αποξένωση και η εκμηχάνιση καθιερώθηκαν και οι άνθρωποι τραβούν το δρόμο τους ‘νήπιοι’ σαν τους συντρόφους του Οδυσσέα που έφαγαν τα ιερά βόδια του θεού Ήλιου και στο ταξίδι της επιστροφής δεν επέζησε κανένας. Όταν σβήσεις από μέσα σου την δημιουργία του ανθρώπου “κατ’ εικόνα” Θεού, ο άνθρωπος καταντά-τελικά- κατ’ εικόνα της μηχανής! Φαίνεται πως η παραμόρφωση αρχίζει με τον Καρτέσιο, ο οποίος χωρίζει την ψυχή από το σώμα μηχανοποιώντας το και χωρίζει την ψυχή από την φύση. Έτσι καθιερώνεται ο χωρισμός του υποκειμένου από το αντικείμενο που έκτοτε σημαδεύει τη Δύση αδιάκοπα με επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Η φύση ανήκει στα εκτατά (res extensae) και μαθηματικοποιείται.

Ποιό είναι το ζήτημα; Το ζήτημα είναι ότι δεν γίνεται να κάνουμε –δηλ. να κάνει ο άνθρωπος– την φύση αντικείμενο σαν να είναι κάτι ξέχωρο από αυτόν. Η φύση, ο κόσμος δεν είναι ΕΞΩ από τον άνθρωπο-υποκείμενο. Κάνοντάς το αυτό καταδίκασε την πορεία του κόσμου και του ανθρώπου σε ένα είδος αβυσσαλέας απόστασης-διάστασης, έκοψε στα δύο το ενιαίο της ζωής μόνο και μόνο για να καταστήσει τον άνθρωπο κυρίαρχο και κατακτητή της φύσης.

Ο πρώτος που έκανε κριτική στον Καρτέσιο πάνω σε αυτά τα ζητήματα ήταν ο ρώσος Σολοβιώφ στη διατριβή του με θέμα Η κρίση του δυτικού πνεύματος (μεταφράστηκε γαλλικά από τον Μαξίμ Χέρμαν γύρω στα 1942), όπου έγραφε μεταξύ άλλων: θεωρεί ότι «αναπαριστούμε (διανοητικά) την φύση ως ένα ον απολύτως εξωτερικό στη λογική (ratio), που αυτή -η λογική- αγωνίζεται να το δαμάσει». Ο Ντεκάρτ, γράφει ο Σολοβιώφ, «αρνιόταν ακόμα και στα ζώα την ύπαρξη ψυχής και χώριζε με ανυπέρβατη άβυσσο το ανθρώπινο πνεύμα, όχι μονάχα με την υπόλοιπη φύση, αλλά και με το ίδιο του το (ανθρώπινο) σώμα». Και ακόμη: «την μοναδική κίνηση που δέχεται (μέσα στη φύση) είναι η μηχανική κίνηση, που οφείλεται σε μια ώθηση. Εξαιρεί από την φύση κάθε ζώσα ενέργεια» (ό.π.). (περισσότερα…)

Οι Αρχαίοι, ο Χριστός και ο πολιτισμός της βαρβαρότητας

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα έχει περάσει πολύς καιρός, τόσος που η ζωή εκείνη έχει θαμπώσει, σχήματα θαμπά έρχονται ως εμάς με εξαίρεση όλα εκείνα τα αιώνια πράγματα διατυπωμένα με λέξεις που δε καταργούνται στον αιώνα τον άπαντα.

Γιατί υπάρχουν πράγματα που δόθηκαν μια κι έξω («εφάπαξ») και τα οποία διατηρούνται στο βαθμό που το ανθρώπινο γένος επικοινωνεί με τις φωτεινές θείες πηγές του. Όταν η επικοινωνία διακόπτεται, το γένος αυτό το κατά Πλάτωνα  και Λάχεσιν «θανατηφόρον» (δηλαδή φορέας θανάτου) καταπέφτει και σχεδόν διαλύεται: τότε διανύεται σε όλη της την λαμπρότητα η περίοδος της ύβρεως ή της αμαρτίας. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτή είναι η παρούσα περίοδος.

Όταν λοιπόν προσπαθούμε να «επιστρέψουμε» και να ξαναπιάσουμε επαφή με τα αιώνια και τα σπουδαία -σ’ αυτόν εδώ τον τόπο- χρειάζεται πριν απ’ όλα να έχουμε αίσθηση αυτής της πραγματικότητας η οποία απλώνεται παγκοσμίως και παρασύρει τους πάντες στη δίνη της.

Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εστιάσουμε στην πολιτικο-κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητα, ούτε σε μια αρχαιοκεντρική (ελληνική) αίσθηση ή ανάμνηση ζωής, αλλά μονάχα σ’ εκείνα τα στοιχεία ή σημεία που εκπορεύονται από την παρουσία του ανθρώπου, όταν αυτός προσπαθεί να υψωθεί πάνω από τα πρόσκαιρα και τα εφήμερα, πάνω από τα γήινα περιγράμματα και να αγγίξει τις θείες καταβολές.

Ξέρετε, στον κόσμο αυτόν χρειάζεται να διαλέξουμε δασκάλους. Να αρχίσουμε από τους Προσωκρατικούς να συνεχίσουμε με Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, να περάσουμε στους Έλληνες Πατέρες αλλά και στα σύγχρονα ελληνικά και δυτικοευρωπαϊκά έργα, όχι για απόκτηση εγκυκλοπαιδικών ή εξειδικευμένων γνώσεων αλλά για να βρούμε μέσα από αυτά τη συνέχεια Λόγου και Ήθους (ή να ξαναβρούμε) ενός αρχαίου λαού, όπως είμαστε οι Έλληνες, που όμως φαίνεται, σήμερα, δεν πολυδίνουμε σημασία γι’ αυτά τα παλαιότερα, ούτε φαίνεται να φροντίζουμε τη μνήμη έτσι ώστε να αντλούμε από τα αρχαία ελληνικά και χριστιανικά πρότυπα και μάλιστα όσα ξεχώρισαν και ξεχωρίζουν για την οικουμενική τους διάσταση. Τίθεται ζήτημα οικείωσης με τις αλήθειες, τα έργα, τα πρόσωπα γιατί διαφορετικά δεν καταλαβαίνουμε τίποτα ούτε για τα περασμένα, ούτε για τα τωρινά.

Εάν αρχίζαμε από τον Ηράκλειτο θα έπρεπε πριν απ’ όλα να σταθούμε στο απόσπασμα που λέει ότι ο Λόγος είναι κοινός και είναι κοινός όχι μονάχα  για τους ανθρώπους, για τα πάντα, γιατί είναι θείος. Όλα τα ρυθμίζει καθώς «τρέφονται γὰρ πάντες οἱ ἀνθρώπινοι νόμοι ὑπὸ ἑνὸς τοῦ θείου».  Γι’ αυτό εξάλλου λέει ότι ο Λόγος είναι αρμονιστής του σύμπαντος.

Ο Νίκος Γιανναδάκης που είχε ιδιαίτερα ενδιατρίψει στα αρχαίες γραφές σημειώνει ότι ο αρχαίος ελληνικός λόγος έχει ορισμένα χαρακτηριστικά που δεν προσεγγίζονται μέσα από επιστημονικές μεθόδους ή μεθόδους που ανέπτυξε ο νεωτερικός δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός. Πρέπει να κατανοηθεί ότι, αυτός ο ίδιος ο αρχαιοελληνικός λόγος μας υπαγορεύει τον τρόπο με τον οποίο θα τον διαβάσουμε και ο τρόπος αυτός είναι μεταφυσικός, δεν είναι ρασιοναλιστικός ή όπως μεταγράφουν πολλοί αυτό τον όρο ‘ορθολογιστικός’. Δεν μπορεί μέσα από την συλλογιστική λογικοκεντρική διεργασία να δούμε, να γνωρίσουμε, να διαβάσουμε τι λένε οι αρχαίοι και μάλιστα πρόσωπα όπως αυτά που προανέφερα, είτε ένας Ηράκλειτος, ένας Παρμενίδης, ένας Αναξίμανδρος και βεβαίως ο Σωκράτης, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Και τίθεται εδώ το ερώτημα: Ένας άνθρωπος που μας λέει ότι «Ἥλιος οὐχ ὑπερβήσεται μέτρα. εἰ δὲ μή, Ἐρινύες μιν Δίκης ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν», πως μπορεί να είναι ο ιδρυτής της εξελικτικής θεωρίας όπως λέει ο Μαρξ, τη στιγμή που δέχεται απαράβατη και αναλλοίωτη συμπαντική τάξη; Και ισχύει εδώ αυτό που διατύπωσε ο φιλόσοφος Χρήστος Μαλεβίτσης: «Όταν ο Ηράκλειτος λέει «οὐκ ἐμοῦ ἀλλὰ τοῡ λόγου ἀκούσαντας» (την φράση βρίσκουμε πανομοιότυπη στον Παύλο), εννοεί πως ο Λόγος είναι ανεξάρτητος από τον άνθρωπο, δεν είναι ο λόγος ή η λογική του ανθρώπου». Υπονοείται μια συν-ομολογία του ανθρώπου με τον υπερβατικό Λόγο. (περισσότερα…)

Ενύπνιο μήπως;


*

Ενύπνιο μήπως;

Από το παράθυρο αγνάντευα μια συστάδα δέντρων. Φόντο γενικά πράσινο με μια κιτρινάδα χορταριών στη μέση. Στρωμένα χορτάρια κάτω, πατημένα. Ακινησία. Κάτι σαν η ακινησία του πρωινού. Θα ήταν περίπου 7. Ο ήλιος, άφαντος ακόμη, πρέπει να κρυβόταν κάπου πίσω από το σπίτι. Εξοχή. Ύπαιθρος. Βουνό. Πέρα η θάλασσα. Απλωσιά. Όλα ακίνητα. Γιατί μιλούν διαρκώς για κίνηση;

*

Ήμουν μισοξύπνιος πριν κάμποση ώρα και δεν ήξερα αν βλέπω όνειρο ή συμβαίνει κάτι άλλο παράξενο. Κάτι σαν εισβολή, μέσα στον ύπνο ή στο μισοξύπνιο, μιας σειράς εικόνων, μιας συρροής όπου υπήρχαν και μερικές με χρώμα. Ωστόσο, δέσποζε κυρίως μια μορφή. Ένας προχωρημένης ηλικίας άνθρωπος, γύρω στα ογδόντα, που εκινείτο συνέχεια σ’ ένα χώρο σαν κατάστημα ή αίθουσα εκθεμάτων, όπου όμως δεν υπήρχαν πίνακες αλλά διάφορα αντικείμενα: ρούχα, βιβλία, περιοδικά ίσως και κάποια άλλα που δεν κατάλαβα.

Ο άνθρωπος ήταν μετρίου αναστήματος είχε ένα κάπως μυτερό γένι, ή μάλλον γένια αραιά αλλά όχι γενάκι, φορούσε γυαλιά και διατηρούσε κάμποσα μαλλιά. Σε κοιτούσε μέσα από τα γυαλιά του σα να σε έψαχνε, να γύρευε να βρει έως που φτάνει το μυαλό σου και οι αισθήσεις σου, τι «πιάνεις».

Στάθηκα μπροστά σε ρούχα. Τα είχε κάπως στοιβαγμένα σε μια γωνιά, αλλά και σαν εικαστικά αντικείμενα. Έδειξα ένα χρωματιστό. Το ξεδίπλωσε κι ήταν μια φόρμα ριγωτή για νέο κορίτσι. Στο πλάι φορέματα μακριά, άλλης εποχής. Ρώτησα: «Αυτά;». Αποκρίθηκε: «Είναι ακριβά».

Μετακινήθηκα. Προχώρησα προς έναν πάγκο, όπως αυτούς στα καφέ-μπαρ, και πάνω εκεί υπήρχαν λευκώματα, βιβλία, περιοδικά. Άρχισα να κοιτάζω ένα που σχετιζόταν με την «Μικρή μας πόλη». Χατζιδάκις. Αυτό το κατάλαβε και σαν να συγκατένευσε ότι αξίζει τον κόπο, ψιθυρίζοντας ότι «δεν υπάρχουν σήμερα τέτοια». Καθώς το ξεφύλλιζα πήρε το μάτι μου ένα κείμενο με την υπογραφή του ζωγράφου Παρθένη.

Πήρα ύστερα στα χέρια μου δύο μικρά βιβλία με χοντρά σκούρα εξώφυλλα, στενόμακρα και τα κοιτούσα. Μού άρεσε η έκδοση. Σκέφτηκα να τα αγοράσω. Τον άκουσα να λέει τον αριθμό 10. Υπέθεσα πως είναι η τιμή τους. «Θα τα πάρω», είπα.
Αυτός τότε άρχισε να ετοιμάζει αποδείξεις αλλά το έκανε κατά τέτοιο τρόπο που ήταν σαν να επρόκειτο να γράψει κανένα ποίημα ή διήγημα. Κάποια στιγμή είπε: «πενήντα τρία ευρώ».

Δεν κατάλαβα. «Μα τί λέτε;» είπα. «Προηγουμένως είπατε δέκα». «Όχι. Αυτό ήταν για τις σελίδες», αποκρίθηκε. «Δεν είμαστε καλά. Αυτά τα δυο βιβλιαράκια κάνουν 53 ευρώ;», φώναξα. «Δεν μπορώ να τα πάρω, με συγχωρείτε, αλλά πρόκειται για απάτη».

Με κοιτούσε ατάραχος. Είχε πάψει τις ετοιμασίες για ποίημα ή διήγημα –τις αποδείξεις– και περίμενε ακίνητος.

Τελικά μήπως όλοι εξαπατούμε; Μήπως μας έχει χτυπήσει κάτι σαν αρρώστια όπου εδώ δεν ανακατεύονται γιατροί, δεν είναι όπως στον κορωνοϊό, αλλά κάτι βαθύτερο, πιο ύπουλο και σκοτεινό. Να ξεγελάσεις τον άλλο. Να θεωρείς ότι είσαι πιο έξυπνος, πιο καπάτσος, πιο ικανός. Να τον κάνεις να πιστέψει ότι όλα είναι κανονικά. Ότι κι αυτός κάπως έτσι είναι αλλά σε άλλο επίπεδο εργασίας ή απασχόλησης. Να μοιραστείς μαζί του την αρρώστια της απατεωνιάς.

Δεν ξέρω πως έφυγα από εκεί. Εξακολουθώ να βλέπω μπροστά μου αυτόν τον ηλικιωμένο άνθρωπο με τα γένια, τα γυαλιά, τα μαλλιά –τι φορούσε δεν θυμάμαι– και τον τρόπο που κοιτούσε. Μοναδικός. (περισσότερα…)

Για την «Έξοδο με το άλογο» του Νικηφόρου Βρεττάκου

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Το βιβλίο αυτό αποτελέστηκε αρχικά από σπαράγματα στίχων που γράφτηκαν, καταπώς το συνήθιζε ο Βρεττάκος, πάνω σε πακέτα από τα τσιγάρα. Τα παρέδωσε ο ίδιος στον φίλο του λογοτέχνη Κούλη Ζαμπαθά που με τη σειρά του τα εμπιστεύτηκε στην κόρη του λέγοντάς της: «Αυτά είναι του Νικηφόρου μας, να τα φυλάξεις σαν τα μάτια σου». Η Φαίδρα Ζαμπαθά-Παγουλάτου τα έδειξε με κάποια αφορμή στον ποιητή και αργότερα τα παρέδωσε στο γιό του Κώστα Βρεττάκο για να τα εκδώσει. Η έκδοση απαίτησε μεγάλη προσπάθεια ανάγνωσης αν όχι αποκρυπτογράφησης από τον γιό του, γιατί το χειρόγραφο διαβαζόταν πολύ δύσκολα εξ ου και κάποια κενά όπου δεν ήταν δυνατόν να αποσαφηνιστεί η γραφή. Πρώτη δημοσίευση έγινε το 1959. Ακολούθησαν επανειλημμένες και αναθεωρημένες εκδόσεις (1955, 1964, 1971, 1981).

Στις πρώτες σελίδες της θαυμάσιας νεώτερης έκδοσης του έργου (Έξοδος με το άλογο, Ποταμός, 2008), υπάρχει κάτι σαν μότο ή ειδοποίηση του ποιητή όπου διαβάζουμε:

Χωρίς χρόνο
Χωρίς ησυχία
Τρέχοντας, πάντοτε τρέχοντας
ΕΓΡΑΦΑ

(5 Φεβρουαρίου-5 Μαΐου 1950)

Ούτε χρόνο, λοιπόν, είχε ο Βρεττάκος, ούτε ησυχία. Αλλά επιπλέον: ΕΓΡΑΦΕ πάντα τρέχοντας.

*

*

Στη σύνθεση αυτή επιβεβαιώνεται η ειδοποίηση του ποιητή για τον χρόνο, την ησυχία και το τρεχαλητό. Αλλά ακόμη και προπαντός επιβεβαιώνεται και κάτι άλλο: ο διονυσιασμός του, η αστείρευτη έμπνευσή του, ο καλπασμός της ψυχής που αποτυπώνεται σε στίχους. Αυτός ο διονυσιασμός δεν μας πάει πίσω στους αρχαίους, θα μπορούσε να ειπωθεί εκχριστιανισμένος αλλά θα μπορούσε ακόμη να ειπωθεί, όπως στην παρένθεση του τίτλου «ύμνος στη χαρά», μα έμμεσα και ύμνος στην αγάπη. Αυτό θα το εξηγήσω αργότερα. Τώρα ας πιάσουμε το αρχίνισμα, όπου χτυπούν καμπάνες. Ο ποιητής μιλάει για το τέλος της νύχτας και το φανέρωμα της ημέρας. Υπάρχει ένας ερωτηματικός στίχος: (περισσότερα…)

Ιωάννης Ζηζιούλας (10 Ιανουαρίου 1931 – 2 Φεβρουαρίου 2023)

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Αντί νεκρολογίας

Ανάμεσα στα τόσα που μπορούν να ειπωθούν για την παρουσία και το έργο του Μητροπολίτη Ιωάννη είναι η ενασχόλησή του πρωτίστως με το ζήτημα της Οντολογίας (λόγος περί του Όντος) που συνάπτεται με την Αλήθεια, την αλήθεια των όντων και όχι την Ηθική που συνάπτεται με ανθρώπινες πράξεις και συμπεριφορές. Υποστήριζε ότι το κύριο θέμα για την ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι «τι ο άνθρωπος κάνει αλλά τι ο άνθρωπος είναι». Και θεωρούσε ότι αυτή υπήρξε πάντα «η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στη δυτική και την ορθόδοξη προσέγγιση του ανθρώπου».

Για να το πούμε με απλούστερα λόγια: ο λόγος για τον οποίο ως ορθόδοξοι ενεργούμε και προωθούμε αληθινές πράξεις και λόγους δεν είναι επειδή μας το υπαγορεύουν ηθικές αρχές αλλά γιατί με το Βάπτισμα στην Εκκλησία πεθάναμε και αναστηθήκαμε σε μια νέα ζωή και επιπλέον είμαστε-κανονικά-«αλλήλων μέλη» κατά την παύλεια διατύπωση. Η οντολογική μας, δηλαδή, πραγματικότητα, οδηγεί και συνιστά τρόπο ύπαρξης και εδώ (ή από εδώ) τίθεται το ζήτημα, σε μας τος σημερινούς πιστούς και μη, να προωθήσουμε στη θέση της γνωστικής αντικειμενικότητας που μαζί με τις ηθικές και τις ηθικολογίες απασχολεί (συχνά απολύτως υποκριτικά) τα κράτη και τις κοινωνίες, την υπαρξιακή (όχι υπαρξιστική) διάσταση του ανθρώπου στη σύναψή της με το μέγιστο γεγονός της Ενανθρώπησης. Το γεγονός αυτό προσφέρει μια νέα γέννηση («γεννηθήναι άνωθεν»), όχι βιολογική, αλλά διαμέσου του σαρκωμένου σώματος του Χριστού.

Ο Μητροπολίτης Ιωάννης αυτό που τονίζει είναι ότι δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας στην αρετή, την ηθική ζωή, την άσκηση κλπ. αλλά σε μια οντολογική και υπαρξιακή «ανάσταση» που συνιστά νίκη κατά του θανάτου. Όταν ο Περγάμου μιλά για την Εκκλησία ως «κοινωνία προσώπων» συνάπτει τη ζωή των πιστών με το πρότυπο της Αγίας Τριάδος. Συνακόλουθα, κατ’ αυτόν, η αγιότητα δεν ταυτίζεται με μια ηθική τελειότητα (φαρισαϊκού τύπου) αλλά με την μετάνοια, με την αναγνώριση και αποδοχή του οντολογικού γεγονότος της ανθρώπινης αμαρτωλότητας. Για την Εκκλησία, η ηθική δεν μπορεί να δεσμεύει την ελευθερία και την αγάπη μας  γιατί, αν ήταν έτσι, δεν χωράει μέσαθέ της ούτε η αγάπη για τον αμαρτωλό, ούτε το «αγαπάτε τους εχθρούς υμών». Η αλήθεια της ύπαρξης είναι πάνω από την ηθική, όπως πάνω από την ηθική και τους κανόνες είναι το ήθος. (περισσότερα…)