Month: Νοέμβριος 2015

Φώτης Δούσος: Ανοιχτό γράμμα προς φίλους (και μη) ποιητές

smf

Τείνουμε να στηλιτεύουμε την οκνηρία και την ολιγωρία ως εκφράσεις ανθρώπινης συμπεριφοράς. Και είναι λογικό. Σε μια εποχή που  πριμοδοτεί το κέρδος, την παραγωγικότητα, τον ανταγωνισμό και απαιτεί εγρήγορση και άμεσες αντιδράσεις, τα παραπάνω χαρακτηριστικά φαίνονται άκρως ελαττωματικά. Δεν μπορούμε να πούμε όμως ότι κάτι τέτοιο πρέπει αναγκαστικά να ισχύει σε όλους τους τομείς. Στην λογοτεχνία για παράδειγμα, τα πράγματα είναι καλύτερο να τρέχουν στον δικό τους ρυθμό.

Παλαιότερα ένα πνευματικό κατασκεύασμα (ας πούμε ένα ποίημα) έπαιρνε τον χρόνο του στο συρτάρι ή στο γραφείο του δημιουργού του και αφηνόταν στις διηθήσεις και στις μεταλλάξεις που επιφέρει το πέρασμα του καιρού. Καθώς απλωνόταν στον χρόνο (και όχι στον χώρο!) το δημιούργημα ωρίμαζε, αποκτούσε βάθος και επέτρεπε να βγουν στην επιφάνεια οι όποιες αδυναμίες του. Κάτι τέτοιο έδινε την ευκαιρία στον δημιουργό του να το επεξεργαστεί εκ νέου, να το σμιλεύσει πιο περίτεχνα, και να δώσει έμφαση σε λεπτομέρειες και σε λεπτές αποχρώσεις. Τώρα, με την ευκολία της άμεσης δημοσίευσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το φρεσκομαγειρεμένο ποίημα (άνοστο συνήθως, λόγω ταχύτητας, αλλά και λόγω ενδεχόμενης έλλειψης ταλέντου του πνευματικού του πατέρα),  δεν προλαβαίνει καν να κρυώσει και σερβίρεται στα πιάτα των αδηφάγων αναγνωστών. Το σερβίρισμα ακολουθείται κατά κανόνα από μια χιονοστιβάδα φιλοφρονήσεων που σε κάνουν να απορείς με την ευγένεια, την καλοπροαίρετη διάθεση, αλλά και τον ενθουσιασμό αυτών που διαβάζουν (αλήθεια διαβάζουν;), ενώ τελικά όλα αυτά τα στοιχεία σε οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, πλέον,  έχουν δημιουργηθεί πλήθη αναγνωστών-αυλικών, που αλαλάζουν ευφρόσυνα, άκριτα και τυφλά στην φανταστική αυλή του facebook (κυρίως), με μια υστεροβουλία σχεδόν εμμονική…

Η αγαπημένη μας ηλεκτρονική πλατφόρμα έχει αρχίσει να διαδραματίζει ρόλο έγκριτου λογοτεχνικού περιοδικού (και από όσο γνωρίζω, ως χώρα δεν στερούμεθα εντύπων και ηλεκτρονικών λογοτεχνικών περιοδικών). Έτσι, ενώ παλιότερα το facebook ήταν ένα μέσο για να κάνεις γνωριμίες ή να βρεις παλιούς ξεχασμένους φίλους ή να εκμεταλλευθείς κάποιες δυνατότητες ευκαιριακού σεξ ή ακόμα και για να συναντήσεις τον έρωτα της ζωής σου, τώρα έχει εκπέσει στην θλιβερή διάσταση του καταλόγου πρόχειρων, δήθεν συναισθηματικών, δήθεν πνευματικών στιχουργημάτων.

Αλλά όλα αυτά είναι γνωστά. Το καλύτερο που έχει να κάνει ένας δημιουργός τώρα, είναι να σταθεί με ψυχραιμία απέναντι σε όλη αυτή την οχλοβοή. Να αντισταθεί στις σειρήνες των like και των ελαφρών “εύγε” και να επιστρέψει για λίγο στην ένδον παρατήρηση. Μη καθιστάτε τα ποιήματά σας βορά ενός αναγνωστικού κοινού που διακρίνεται από συμπεριφορές βδέλλας. Αφήστε τους πεινασμένους: μη στεναχωριέστε, δεν θα πάθουν τίποτε.

Ένας “οκνηρός” δημιουργός που δεν σπεύδει να ολοκληρώσει και να θέσει αυθωρεί και παραχρήμα στην κρίση του κόσμου το πόνημά του, έχει πιο πολλές πιθανότητες να διασωθεί μέσα στον ιντερνετικό Αρμαγεδδώνα (συγχωρέστε μου την πομπώδη έκφραση, αλλά στα μάτια μου όλος αυτός ο ορυμαγδός, η σπατάλη λόγου, το update του τίποτα, μοιάζει κάποιες φορές με απειλή τελεολογικού χαρακτήρα…). Καλύτερα οκνηρία και ολιγωρία λοιπόν. Ας μην ανεβάσουμε σήμερα το γραπτό μας, ας αναβάλουμε το γαϊτανάκι των επαίνων, ας ασχοληθούμε με κάτι άλλο που μπορεί να μην ικανοποιεί τον υπερτροφικό ναρκισσισμό μας, αλλά θα μας κάνει σίγουρα καλό. Αντί να πληκτρογραφούμε, ας πάμε μια βόλτα στην λιακάδα και ας αφήσουμε τις ιδέες, τα ποιήματα, τα πεζά, να ωριμάσουν λίγο παραπάνω μέσα στα κελάρια τους.

ΦΩΤΗΣ  ΔΟΥΣΟΣ

Advertisement

Μὰρκ Λίλλα: Ἀπὸ τὶς αὐταπάτες στὸ χάος

Ἀλλὰ ἂν οἱ μόνες ἐπιλογὲς ποὺ μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε εἶναι ἡ δημοκρατία ἢ τὸ χάος, ἀποκλείουμε τὴ δυνατότητα νὰ βελτιώσουμε τὴν κατάσταση στὰ μὴ δημοκρατικὰ καθεστῶτα χωρὶς νὰ τὰ μετασχηματίσουμε διὰ τῆς βίας (ἀμερικανικὴ μέθοδος) ἢ τρέφοντας τὴ μάταιη ἐλπίδα (εὐρωπαϊκὴ μέθοδος) ὅτι οἱ συνθῆκες γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, οἱ ἀνθρωπιστικὲς ἐπεμβάσεις, οἱ νομικὲς κυρώσεις, ἡ δράση τῶν ΜΚΟ καὶ οἱ μπλόγκερ μὲ τὰ i-phone θὰ κάνουν κάποτε τὴ διαφορά. Πρόκειται γιὰ αὐταπάτες τῶν δύο ἡπείρων μας ἄκρως χαρακτηριστικὲς.

Τὸ ἑπόμενο Νομπὲλ Εἰρήνης δὲν θὰ ἔπρεπε ν’ ἀπονεμηθεῖ σὲ κάποιον ἀκτιβιστὴ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων ἢ σὲ κάποιον ἱδρυτὴ ΜΚΟ. Θὰ ἔπρεπε ν’ ἀπονεμηθεῖ στὸν στοχαστὴ ἐκεῖνον ἢ τὸν ἡγέτη ποὺ θὰ παρουσιάσει ἕνα μοντέλο συνταγματικῆς θεοκρατίας ἡ ὁποία θὰ προσέφερε στὶς μουσουλμανικὲς χῶρες ἕναν λογικὸ τρόπο ν’ ἀναγνωρίσουν τοὺς περιορισμοὺς τῆς αὐθεντίας τοῦ θρησκευτικοῦ νόμου καὶ νὰ τὸν καταστήσουν συμβατὸ μὲ τὴ χρηστὴ διακυβέρνηση. Κάτι τέτοιο θὰ ἀποτελοῦσε ἱστορικό, μολονότι ὄχι κι ἀναγκαῖα δημοκρατικό, ἐπίτευγμα.

Φυσικά, κανένα τέτοιο βραβεῖο δὲν πρόκειται νὰ δοθεῖ, καὶ ὄχι μόνο ἐπειδὴ παρόμοιοι στοχαστὲς καὶ ἡγέτες ἐλλείπουν. Ἡ ἀναγνώριση ἑνὸς τέτοιου ἐπιτεύγματος θὰ προϋπέθετε τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ δόγματος ὅτι ἡ ἀτομικὴ ἐλευθερία εἶναι τὸ μόνο ἢ ἀκόμη καὶ τὸ ὕψιστο πολιτικὸ ἀγαθὸ σὲ κάθε ἱστορικὴ συγκυρία, καὶ ἐπίσης τὴν παραδοχὴ ὅτι οἱ συμβιβασμοὶ εἶναι ἀναπόφευκτοι. Θὰ σήμαινε ἀποδοχὴ τοῦ γεγονότος ὅτι ἂν ὑπάρχει δρόμος ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ στὴ δημοκρατία αὐτὸς δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι στρωμένος σὲ μεγάλο τμῆμα του ἀπὸ τὴ μὴ δημοκρατία – ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καὶ στὴ Δύση.

Ἀρχίζω νὰ νιώθω κάποια συμπάθεια γιὰ ἐκείνους τοὺς Ἀμερικανοὺς ἀξιωματούχους ποὺ ἡγήθηκαν τῆς κατάληψης τοῦ Ἀφγανιστὰν καὶ τοῦ Ἰρὰκ πρὶν ἀπὸ δέκα χρόνια καὶ ξεκίνησαν τὴ διάλυση τῶν ὑπαρχόντων πολιτικῶν κομμάτων, τῶν ὑφιστάμενων στρατῶν καὶ τῶν παραδοσιακῶν θεσμῶν πολιτικῆς διαβούλευσης καὶ ἐξουσίας. Ὁ βαθύτερος λόγος γι’ αὐτὴν τὴν κολοσσιαία γκάφα δὲν ἦταν ἡ ἀμερικανικὴ ὕβρις οὔτε ἡ ἀφέλεια, παρ’ ὅλο ποὺ ὑπῆρξε καὶ πολλὴ ἀπὸ δαύτη. Ἀλλὰ ὅτι δὲν μποροῦσαν νὰ ἐπινοήσουν καμιὰ ἐναλλακτικὴ λύση ἄν ἤθελαν νὰ ἐπιβάλλουν ἕναν ἄμεσο –καί, ὅπως ἀποδείχτηκε ἔντέλει, ἐπιδερμικὸ–ἐκδημοκρατισμό. Πρὸς τὰ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ εἶχαν στραφεῖ; Τίνος τὰ βιβλία θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχαν διαβάσει; Σὲ ποιό μοντέλο θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχαν βασιστεῖ;

Τὸ μόνο ποὺ ἤξεραν ἦταν ἡ βασικὴ ἐντολή: σχεδιάστε νέα συντάγματα, ἐγκαθιδρύστε κοινοβούλια καὶ προεδρικοὺς θώκους, προκηρύξτε ἐκλογές. Καὶ μετὰ ἀπ’ ὅλα αὐτά, ἦρθε πράγματι τὸ χάος.

ΜΑΡΚ ΛΙΛΛΑ, Ἡ ἀλήθεια γιὰ τὴν ἐλευθεριακὴ ἐποχή μας,
Νέο Πλανόδιον, τχ. 3, σελ. 10​2-103, μτφρ. Ἰ. Ἀβραμίδης (ἀπόσπασμα)

Ἀπὸ τὸ κεντρικὸ Θέμα τοῦ τεύχους: Τὰ ὅρια τῆς ἐλευθερίας:
Φιλελευθερισμὸς καὶ Δύση τὸν 21ο αιώνα

Χάρης Βρόντος: Φύλλα ἡμερολογίου

χαρτης βρόντος

τοῦ ΧΑΡΗ ΒΡΟΝΤΟΥ

28. 12. 2008

Σήμερα δὲν ὑπάρχουν ἐξωτερικὰ κίνητρα γιὰ νὰ γράψω μουσική. Ἔχει ἀπομείνει μόνο ἡ ἐσωτερικὴ ἀνάγκη νὰ ἐκφραστῶ ὅπως μπορῶ: ἂς τὴν ποῦμε ἀνάγκη αὐτοέκφρασης. Σχεδὸν κανεὶς δὲν μᾶς παραγγέλνει ἔργα. Οὔτε ἡ ΕΡΤ, οὔτε οἱ Κρατικὲς Ὀρχῆστρες, οὔτε ἡ Λυρική, οὔτε τὰ φεστιβάλ. Τὸ «Μέγαρο» δίνει ἐλάχιστες παραγγελίες, κυρίως γιὰ μικρὰ σύνολα δωματίου. Εἶμαι 58 ἐτῶν καὶ ἡ Κρατικὴ Ὀρχήστρα Ἀθηνῶν ἔχει παίξει ἔργα μου δύο φορές. Πρὶν ἀπὸ δύο καὶ πρὶν ἀπὸ εἴκοσι δύο χρόνια. Οἱ προηγούμενες γενιὲς συνθετῶν, μέχρι καὶ τὴ δεκαετία τοῦ ’60, μποροῦσαν ν’ ἀκούσουν ἀπ’ αὐτὴ τὴν ὀρχήστρα, ὅσο ζοῦσαν, τουλάχιστον ἕξι μὲ ὀκτὼ ἔργα τους. Ὄχι ὅλοι, πάντως οἱ περισσότεροι. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνο αὐτό. Παλιότερα γινόντουσαν συζητήσεις γύρω ἀπ’ αὐτὰ τὰ ἔργα. Ὑπῆρχαν μιὰ δεκάδα κριτικῶν μουσικῆς καὶ μιὰ χιλιάδα σταθερῶν μορφωμένων ἀκροατῶν καὶ οἱ πρῶτες παρουσιάσεις δὲν περνάγανε ἀσχολίαστες.

Θὰ πεῖ βεβαίως κάποιος ὅτι οἱ ἀριθμοὶ αὐτοὶ δὲν εἶναι ἐντυπωσιακοί. Ἀλλ’ ἂν τοὺς συγκρίνουμε μὲ τὴ σημερινὴ πραγματικότητα τῆς Ἀθήνας, μ’ ἕναν πληθυσμὸ σχεδὸν τριπλάσιο, μὲ πέντε μόνο κριτικοὺς μουσικῆς καὶ πεντακόσιους περίπου σταθεροὺς ἀκροατὲς σὲ κάθε συναυλία τῆς Κρατικῆς Ὀρχήστρας, τί συμπέρασμα βγαίνει; Ἂν ὑπολογίσουμε μάλιστα ὅτι στὸ μεταξὺ ἔχουν ἀποφοιτήσει ἑκατοντάδες νέοι ἀπ’ τὰ μουσικὰ τμήματα τῶν πανεπιστημίων μας, ἔχουν φτιαχτεῖ δύο Μέγαρα Μουσικῆς, ἀρκετὰ Μουσικὰ Λύκεια καὶ πολλὰ δημοτικὰ ὠδεῖα, ἀναρωτιόμαστε: τί ἀκοῦνε ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι καὶ τί συζητᾶνε; Πολὺ θά ’θελα νὰ τὸ ξέρω. Πάντως ἐμᾶς δὲν μᾶς ἀκοῦνε.

Οἱ δισκογραφικὲς ἐταιρίες ζητᾶνε πιὰ χρήματα γιὰ νὰ μᾶς ἐκδώσουν καὶ στὰ κρατικὰ ραδιόφωνα ὑπάρχουν μόνο δυὸ-τρεῖς ἐκπομπὲς ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ μεταδώσουν. Πῶς μπορεῖ λοιπόν, αὐτὰ τὰ ἐλάχιστα, ν’ ἀντέξουν μέσα στὸν ἀνηλεὴ «πολιτιστικὸ» βομβαρδισμὸ μιᾶς κοινωνίας παραδομένης στὴ διασκέδαση, στὴ βιτρίνα τοῦ θεαθῆναι, σὲ πόζες λάιφ-στάυλ, ἀλλὰ στὸ βάθος φοβισμένης, συντηρητικῆς καὶ ἀνίκανης γιὰ ὁτιδήποτε οὐσιαστικὸ στὴ σκέψη καὶ στὶς σχέσεις; Οἱ περισσότεροι ζοῦν ἕνα διαρκὲς δῆθεν, ὑποθέτοντας πὼς ὄντας ἰνφορματισμένοι εἶναι καὶ ἐπαρκεῖς κριτές.

30. 12. 2008

Ἡ ἀρρώστια τῆς ἐποχῆς μας εἶναι λοιπὸν ἡ ὑπερπληροφόρηση. Ὅμως, ὅταν δὲν ἔχεις χρόνο νὰ διαβάσεις, ν’ ἀκούσεις, νὰ δεῖς καὶ νὰ σκεφτεῖς, κανένα ἔργο τέχνης δὲν μπορεῖ νὰ σοῦ πεῖ τίποτα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ πραγματικὴ τέχνη ἀφομοιώνεται ἀπὸ λίγους. Οἱ περισσότεροι παραμένουν στὴν πλανερὴ ἐπιφάνεια ποὺ διαμεσολαβεῖται ἀπὸ τὴν κατευθυνόμενη, πληρωμένη ἢ ἐξαγορασμένη ἐνημέρωση ποὺ σερβίρεται ὡς ἀντικειμενικὴ πληροφόρηση. Ἔτσι οἱ δημιουργοὶ οὔτε τὰ ἔργα τους δὲν μποροῦν νὰ προτείνουν στὸ κοινό. Μόνο οἱ λίγοι ποὺ ψάχνουν μποροῦν λοιπὸν νὰ μᾶς βροῦν. Ἂς ἐλπίσουμε ὅτι ἐνδέχεται τὸ ἴντερνετ νὰ μᾶς δώσει τὶς προσβάσεις ποὺ τώρα δὲν διαθέτουμε.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ κάτι ἄλλο ποὺ πρέπει ἐπιτέλους, ἴσως γιὰ πρώτη φορά, νὰ εἰπωθεῖ ἐδῶ: ἔχουμε πολλοὺς ἐχθροὺς μέσα στὸ ἴδιο τὸ συνάφι μας. Πολλοὶ μουσικοί, μαέστροι καὶ παράγοντες τοῦ χώρου μας μᾶς μισοῦν. Ὁ φθόνος καὶ ἡ μνησικακία περισσεύουν. Αὐτοὶ κι αὐτὰ ἄλλωστε σκότωσαν τὸν Σκαλκώτα. Τὸ μίσος πρὸς ὅ,τι τοὺς ὑπερβαίνει: ἀφοῦ δὲν τὸ φτάνουν πρέπει νὰ τὸ κόψουν!

Ἔχω φάει κι ἐγὼ πολλὲς τσεκουριές: ὁ μακαρίτης Ἀλέξανδρος Συμεωνίδης, «πρίγκηπας τῶν μαέστρων» (σύμφωνα μὲ τὴν Καθημερινή) ὅταν τοῦ πρότεινα τὴν Πρώτη Συμφωνία μου (ἦταν τότε διευθυντὴς τῆς Κρατικῆς Ὀρχήστρας Ἀθηνῶν), μοῦ ἀπάντησε: «Γιατί νὰ παίξω Βρόντο ἀφοῦ μπορῶ νὰ παίξω Μπετόβεν;» Ἐλπίζω τώρα στὸν τάφο του νὰ παίζει ὅσο Μπετόβεν θέλει. Κι αὐτὸς καὶ ἄλλοι, ποὺ ἐν τῷ μεταξὺ πέθαναν, πρόλαβαν νὰ σνομπάρουν τὶς πρῶτες μας συνθέσεις, πάρ’ ὅτι ἀμείβονταν ἀπ’ τὴν Πολιτεία γιὰ τὸ ἀντίθετο.

Δὲν μπορῶ νὰ τοὺς συγχωρέσω, δὲν ἔχω ἔλεος, δὲν ἔχω λάδι! Ἂς μείνει στὴ μιζέρια της ἡ ἑλληνικὴ μουσική. Ἔχουν περάσει εικόσι έξι χρόνια καὶ ἡ Πρώτη Συμφωνία μου δὲν ἔχει παιχτεῖ ποτὲ στὴν Ἑλλάδα!

31. 12. 08

Ὅλοι σχεδὸν οἱ δίσκοι μὲ ἔργα μας ἔχουν Βούλγαρους, Γιουγκοσλάβους ἢ Ρώσσους ἑρμηνευτές. Βλέπετε οἱ ἑλληνικὲς ὀρχῆστρες περνοῦν τὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴ Φιλαρμονικὴ τοῦ Βερολίνου ἢ τῆς Νέας Ὑόρκης καὶ ἀπαξιώνουν νὰ μᾶς ἠχογραφήσουν. Οἱ ἑκάστοτε διευθυντές τους, ἀντὶ νὰ ὁδηγήσουν τὶς μέτριες αὐτὲς ὀρχῆστρες σὲ μιὰ σωστὴ στάση ἀπέναντί μας, καλλιεργοῦν ἕνα κλίμα ἀπαξίωσης τῆς μουσικῆς μας, ὅπως ἔκανε ὁ μακαρίτης Συμεωνίδης ποὺ προανέφερα.

 Ὅταν ἀνεβάστηκε ἡ ὄπερά μου Οἱ Δαιμονισμένοι στὴ Λυρικὴ Σκηνὴ τὸ 2001, ἕνας μουσικὸς τῆς ὀρχήστρας εἶπε στὸν φίλο μου συνθέτη Μπάμπη Κανᾶ: «Τώρα, μὲ τὸ ἔργο τοῦ Βρόντου, γιὰ δεκαπέντε χρόνια καθαρίσαμε μὲ τὴν ἑλληνικὴ ὄπερα»!!! Δὲν εἶναι ὑπέροχη αὐτὴ ἡ ὀπτικὴ γωνία τῶν πραγμάτων; Τόση κακεντρέχεια καὶ μίσος γιὰ τοὺς Ἕλληνες συνθέτες; Γιατί ἄραγε;

Ἀγωνίστηκα, ὅπως κι ἄλλοι, γιὰ νὰ φύγει ἡ δικτατορία καὶ στὴ συνέχεια ἐναντίον τῶν ἀνήθικων πολιτικῶν καὶ τῆς ὑποκριτικῆς ἐκκλησίας καὶ τώρα ἔρχεται μία ἄλλη ἐξουσία, αὐτὴ τὴ φορὰ μὲ τὸ μανδύα τῆς τέχνης, νὰ μὲ ἐξορίσει στὴν ἀφάνεια καὶ νὰ μὲ καταστρέψει, ἐνῶ ὑποτίθεται πὼς ἔχουμε δημοκρατία! Γιὰ ποιό λόγο ἄραγε;

Οἱ φίλοι μου μοῦ λένε νὰ μὴ μιλάω, ὅπως κάνω, ἀλλὰ ν’ ἀσκῶ πολιτικὴ καὶ διπλωματία. Μοῦ τονίζουν συνεχῶς: ἄσ’ τους νὰ λένε καὶ συνέχισε νὰ γράφεις. Εἴμαστε ὅμως ἢ δὲν εἴμαστε δημιουργοί; Ἄλλωστε, μετὰ τὸν Μπετόβεν, δὲν ἔχει καὶ πολὺ νόημα νὰ γράφεις, παρὰ μόνο ἂν τέχνη γιὰ σένα σημαίνει ἐλευθερία: νὰ μὴ φοβᾶσαι, νὰ μὴν ὑποκύπτεις καὶ νὰ ὑπηρετεῖς τὴν ἀλήθεια μ’ ὅποιο κόστος καὶ συνέπειες.

2. 1. 2009

Εἶναι ὀδυνηρὸ νὰ ξύνεις πληγές, ἀλλὰ καὶ μάταιο. Ὕστερα, τὰ πράγματα, γιὰ νὰ μετακινηθοῦν ἔστω καὶ λίγο, χρειάζεται καιρός – ἄσε ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ μὴ γίνουν ποτὲ καλύτερα.

Γιὰ τὴ μουσική, εὐτυχῶς, μετράει μόνο ὁ ἐσωτερικὸς χρόνος, ὁ ὑποκειμενικός. Αὐτὲς οἱ σταγόνες ποὺ πέφτουν χωρὶς ρυθμὸ καὶ χωρὶς προφανὴ αἰτία, γιὰ νὰ φτιαχτεῖ ἴσως ἕνα καινούργιο ἔργο. Ἀλλιῶς εἶναι μάταιο νὰ ἐκβιάζεις τὴ δουλειά. Ἄλλωστε δὲν ἔχουμε λόγους νὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ σήμερα, ἐνῶ ὁ Χάυντν σαφῶς εἶχε, ὅπως ὁ Παλεστρίνα παλιότερα ἢ ὁ Στραβίνσκυ στὸν 20ὸ αἰώνα, στὶς ἀρχές, ὅταν τὸν πίεζαν οἱ παραγγελίες καὶ ἡ σοβαρὴ μουσικὴ μαγνήτιζε τὸ πλατὺ κοινό.

Ἐδῶ μπορεῖς νὰ πάρεις παραγγελία μιὰ φορὰ στὰ πέντε χρόνια καὶ ὄχι βέβαια γιὰ ὄπερα ἢ συμφωνικὸ σύνολο. Αὐτὸ εἶναι ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἐπαγγελματική μας πραγματικότητα. Ὁ Μὰρξ εἶχε δίκιο ποὺ ἔγραφε ὅτι ἡ οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ βάση προσδιορίζει τὸ ἐποικοδόμημα. Ἴσως αὐτὴ ἡ σχέση νὰ μὴν ἰσχύει γιὰ τοὺς ὅρους παραγωγῆς τῆς ποιητικῆς γραφῆς. Γιὰ τὴ μουσικὴ ὅμως εἶναι νόμος. Καβάφης στὴν Αἴγυπτο μπόρεσε νὰ ὑπάρξει. Δὲν θὰ μποροῦσε ὅμως νὰ ὑπάρξει Σαῖνμπεργκ. Καὶ ὁ Σκαλκώτας ἔγινε ὅ,τι ἔγινε στὸ Βερολίνο τοῦ Μεσοπολέμου. Οἱ διαδρομὲς τῆς ποιητικῆς γλώσσας δὲν εἶναι ἴδιες μὲ τὶς διαδρομὲς τῆς μουσικῆς. Ἡ ποιητικὴ γλώσσα ὀνοματίζει, ἐνῶ ἡ μουσικὴ γλώσσα ὁδηγεῖ στὴν ἀφαίρεση. Οἱ λέξεις ἔχουν καταγωγή, οἱ νότες ὅμως ὄχι. Μὲ τὴ γλώσσα ἀγοράζουμε καὶ πουλᾶμε, κι ὅσο νὰ γίνει ποιητικὴ κρατάει τὶς ρίζες τοῦ γένους της. Τὴ λέξη μπορεῖς νὰ τὴν ἀποφλοιώσεις, ὅπως τὸ κρεμμύδι, ἀλλὰ δὲν θὰ πάψει νὰ μυρίζει. Αὐτὸ δὲν συμβαίνει στὶς νότες, ὅπου ἰσχύει ἡ παρθενογένεση. Γιὰ τοῦτο αὐτὰ τὰ δύο εἴδη ἕλκονται μοιραῖα συμπληρώνοντας τὸ ἕνα τ’ ἄλλο: τὸ νόημα μορφοποιεῖ τὴν ἀφαίρεση, κι ἔτσι γεννιέται τὸ τραγούδι, ἡ καντάτα, τὸ ὀρατόριο καὶ ἡ ὄπερα.

3. 1. 2009

Ἀλλὰ σήμερα τί γίνεται; Ἐπικρατεῖ δυστυχῶς παντοῦ μιὰ μουσικὴ πολυγλωσσία. Τόσο στὴ λεγόμενη ἐλαφρά, ὅσο καὶ στὴ λεγόμενη σοβαρὴ μουσική. Μὲ λίγα λόγια ὑπάρχει μία Βαβέλ. Ὅμως στὸ πλανητικὸ σοῦπερ μάρκετ πουλιέται μόνο ἡ ἐλαφρὰ μουσική. Τὴν ἄλλη μπορεῖ νὰ τὴ βρεῖς ἴσως σὲ μικρὰ μπακάλικα ποὺ ἐπιβιώνουν κατὰ τύχη καί, βεβαίως, στὸ ἴντερνετ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ψάξει κανεὶς τὸ ὄνομα Βρόντος στὸ ἴντερνετ, πρέπει νὰ ξέρει ἀπὸ κάπου αὐτὸ τὸ ὄνομα. Δηλαδὴ ὁ Βρόντος πρέπει νὰ εἶναι ἤδη γνωστὸς ἀπ’ τὶς ἐφημερίδες, τὸ ραδιόφωνο καὶ τὴν τηλεόραση. Ἀλλιῶς πῶς; Γιατί νὰ τὸν ψάξεις στὸ ἴντερνετ; Εἶναι αὐτὸ δημοκρατία τῶν μέσων;

Ὁ Ντέηβιντ Μπάουι ποὺ ἔβγαλε μόνο στὸ ἴντερνετ τὴν τελευταία δουλειά του εἶναι ἤδη γνωστὸς σ’ ἑκατομμύρια ἀκροατὲς καὶ δὲν διακινδύνευσε –ἀντιθέτως κέρδισε πολλά– παρακάμπτοντας τοὺς μεσάζοντες. Πρὸς τὸ παρὸν λοιπὸν φαίνεται νὰ μὴν ὑπάρχει ἄλλη λύση: κι ἐμεῖς θὰ μποῦμε, ἐκόντες ἄκοντες στὸ ἴντερνετ, ἀλλὰ πάλι ὡς ζητιάνοι.

5. 1. 2009

Τί ζητιανεύουμε ἀκριβῶς; Ἐκεῖνο ποὺ ἦταν αὐτονόητο μέχρι τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: ὁ αὐτάρκης ζωτικὸς χῶρος. Καὶ τί παίρνουμε; Μόνο δεκάρες καὶ ψίχουλα, μένοντας διαρκῶς μ’ ἁπλωμένο τὸ χέρι. Τί ψυχολογία ἄραγε δημιουργεῖ αὐτὴ ἡ σχέση; Μπορεῖς νὰ τὴν ἀποδεχτεῖς; Ὑπῆρξε ποτὲ ὑποταγμένη τέχνη;

Ἑπομένως ὁ μόνος δρόμος εἶναι ἡ ἐξανάσταση. Εἴμαστε σὰν τοὺς μαύρους ποὺ φτιάχνανε τὴ μουσική τους τὸν καιρὸ τῆς σκλαβιᾶς. Τέχνη μὲ δυναμίτη: ναί! Καὶ μὴν ξεγελιέστε! Ἡ ζωὴ εἶναι μία καὶ μικρή! Ἢ εἶσαι βέλος, ἢ εἶσαι ἕλος! Οἱ ἀποφάσεις ποὺ θὰ πάρεις εἶναι προσωπικὲς καὶ κανεὶς δὲν θὰ σὲ βοηθήσει. Θὰ τὰ χτίσεις ὅλα μόνος σου. Σήμερα γιὰ μᾶς δὲν ὑπάρχουν Ἐστερχάζυ, Λόμπκοβιτς, Μέδικοι, Γκονζάγκα καὶ Λουδοβίκοι. Δὲν ὑπάρχει Περικλῆς, Πτολεμαῖος ἢ Ἐλισάβετ: εἴμαστε γυμνοί, μὲ τὰ κόκκαλά μας. Οὔτε κὰν μᾶς κυνηγάει ἡ Ἱερὰ Ἐξέταση, ὁ Χίτλερ ἢ ὁ Στάλιν, γιὰ νὰ γίνουμε ἥρωες. Ζοῦμε στὴν ἀδιαφορία. Μᾶς καταλαβαίνουν δέκα ἄνθρωποι ἐδῶ καὶ δέκα ἄνθρωποι ἐκεῖ.

Μέχρι ποίου σημείου λοιπὸν μπορεῖς νὰ ὑποχωρήσεις γιὰ νὰ γίνεις ἀρεστός; Καὶ γιατί νὰ γίνεις ἀρεστὸς ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κρατήσεις τὸ πρόσωπό σου; Εἶναι σοφὸ λοιπὸν νὰ προτιμήσεις τὴ μοναξιὰ παρὰ νὰ χάσεις τὴν ψυχή σου.

Παλεύει ὅσο μπορεῖ κανεὶς παίρνοντας κουράγιο ἄπ’ τοὺς δασκάλους ποὺ ἐκτιμάει κι ἄπ’ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαπάει. Γιὰ μένα, στὴν Ἑλλάδα, οἱ δάσκαλοί μου εἶναι τρεῖς, ἀξιολογικά: ὁ Σκαλκώτας, ὁ Χρήστου καὶ ὁ Σισιλιάνος. Πέρ’ ἀπ΄αὐτοὺς ὑπάρχουν λίγα πράγματα ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ, ἀλλὰ δὲν συγκροτοῦν σῶμα ἢ ἄποψη. Θὰ μποροῦσα νὰ γράψω γιὰ τοὺς Εὐρωπαίους δασκάλους μου, αὐτὸ ὅμως δὲν θάδειχνε τίποτ’ ἄλλο παρὰ τοὺς δασκάλους ποὺ εἶχαν οἱ συνθέτες ποὺ ἀνέφερα. Δηλαδὴ τὸν Γιάνατσεκ, τὸν Ντεμπυσσύ, τὸν Μπὲργκ καὶ τὸν Μπάρτοκ: νομίζω πὼς γεννιέται ὁ ἕνας μέσα στὸν ἄλλον. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν πίστεψα ποτὲ στὸν Μαρσὲλ Ντυσάν, στὸν Ξενάκη, στοὺς Μπουλέζ, Μπέριο καὶ Στοκχάουζεν ποὺ ἀποτελοῦν κλασικὸ σύμπτωμα ἄρνησης τῆς ἱστορίας τῆς μουσικῆς, μιᾶς ἄρνησης ποὺ διαφημίστηκε ὡς ἐπανάσταση, ἀλλὰ ποὺ ὁδήγησε στὴ στειρότητα. Ἄν, κυρίες καὶ κύριοι, σᾶς ἀρέσουν οἱ Κέητζ, Κουνέλλης, Μπὶλ Βαϊόλα, Τζὲφ Κούνς, Ἄντυ Γουῶρχολ καὶ Ντέμιαν Χὴρστ (γουρούνια στὴ φορμόλη, ἑκατομμύρια στὸ πορτοφόλι) περαστικά σας! Ἐγὼ ἀποδέχομαι ὅσους μὲ μάθανε νὰ μὴ φτύνω αὐτὰ ποὺ αἰσθάνομαι. Γιατὶ ἂν πράγματι ὁ Στοκχάουζεν ἐρωτεύτηκε διαφορετικὰ ἀπ’ τὸν Μότσαρτ, τότε σίγουρα ἔχω ἐγὼ τὸ πρόβλημα.

ΧΑΡΗΣ ΒΡΟΝΤΟΣ

ΝΠ3 | Δελτίο Τύπου

νπ3 - ταυτότητα

Κ υ κ λ ο φ ο ρ ε ί :

ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ, τχ. 3, καλοκαίρι-φθινόπωρο 2015, σ. 264

«Από πού ζει το φιλελεύθερο κράτος;» ρωτούσε το 1964, ο Γερμανός φιλόσοφος του Δικαίου και συνταγματικός δικαστής Ερνστ-Βόλφγκανγκ Μπαικενφαίρντε. Έχοντας διαμέσου της εκκοσμίκευσης αποκοπεί από τις θρησκευτικές και πνευματικές του ρίζες, η ελευθερία που επαγγέλλεται στηρίζεται μήπως σε μια φυσική ηθική; Ή απλώς και μόνο εξαγοράζει τη νομιμοφροσύνη των πολιτών του εγγυούμενο την βιοτική τους ευδαιμονία;  Και τι γίνεται αν η εγγύηση αυτή καταπέσει; Χωρίς δικές του εγγενείς συνεκτικές δυνάμεις, «το φιλελεύθερο, δημοκρατικό και ἐκκοσμικευμένο κράτος ζει από προϋποθέσεις που αυτό το ίδιο δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί.»

Με αφετηρία την κλασσική μελέτη του Μπαικενφαίρντε, και τίτλο «Φιλελευθερισμός και Δύση – Τα όρια της ελευθερίας», το «Θέμα» του ΝΠ3 περιλαμβάνει κείμενα με τοποθετήσεις που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στον διεθνή διάλογο για το παρόν και το μέλλον των φιλελεύθερων ιδεών. Τέτοια είναι προ πάντων η πολύκροτη πολεμική του Γερμανού πεζογράφου και δραματουργού Μπότο Στράους κατά των φιλελεύθερων διανοουμένων και της ηγεμονίας τους στη δημόσια σφαίρα. Αλλά και η διαπίστωση στην οποία καταλήγει ο διαπρεπής Σκώτος φιλόσοφος Άλασνταιρ ΜακΙντάυρ: «Το πρυτανεύον αγαθόν του φιλελευθερισμού δεν είναι τίποτε άλλο από τη αναπαραγωγή της φιλελεύθερης κοινωνικής και πολιτικής τάξης.» Ο Αμερικανός στοχαστής Μαρκ Λίλλα κάνοντας διάκριση μεταξύ φιλελευθερισμού και ελευθεριασμού, καταδεικνύει νηφάλια τα όρια της ύβρεως στα οποία οι ακραίες επιδιώξεις του τελευταίου προσκόπτουν, ενώ ο  επίσης Αμερικανός Ρίτσαρντ Ρόρτυ, αναζητώντας τον συνεκτικό δεσμό των ποικίλων ρευμάτων του φιλελευθερισμού σήμερα θέτει το ερώτημα των θεμελίων – μήπως αυτά πρέπει να αναζητηθούν όχι στην κοινότητα των απόψεων αλλά στη συμπόνια, στην συναισθηματική μετοχή στα πάθη του άλλου;

Το «Θέμα» του ΝΠ3 συμπληρώνουν συνεισφορές τεσσάρων Ελλήνων συγγραφέων. Ο Νικόλας Σεβαστάκης ανασκοπεί τη «ριζική κριτική» που δέχεται ο φιλελευθερισμός σήμερα και επισημαίνει τους κινδύνους και τις υπερβολές της, ιδίως υπό συνθήκες κρίσεως. Ο Κώστας Χατζηαντωνίου ανατρέχει στην ιστορία και το πολιτικό πρόγραμμα ενός εγχώριου «ελληνικού φιλελευθερισμού», διακριτού εννοιολογικά από τον Δυτικό. Ο Σωτήρης Μητραλέξης συζητά τις σχέσεις του φιλελευθερισμού με τον συντηρητισμό. Τέλος, στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη που μας παραχώρησε, ο Νίκος Δήμου, από τους συνεπέστερους προμάχους του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα, ανατρέχει στην προσωπική του διαδρομή και φωτίζει πλευρές της σκέψης του.

Ακόμη, στο ΝΠ3:

  • Μια εκτενής ανθολόγηση από τα σατιρικά ποιήματα του Γιάννη Μπελεσιώτη, του γνωστού και δημοφιλούς από το Διαδίκτυο «Στιχάκια». Ο Γιώργος Πινακούλας στο «Επίμετρο» μας συστήνει μια εντελώς ιδιαίτερη φωνή, έναν ευφυέστατο γελοιογράφο της πραγματικότητας και ανανεωτή της ελληνικής σάτιρας.
  • Ένα από τα πιο πρωτότυπα δοκίμια του Ούγκο φον Χόφμαννσταλ, ο «Διάλογος για τους χαρακτήρες στο δράμα και το μυθιστόρημα», όπου ο κύριος διαλεγόμενος δεν είναι άλλος από τον Ονορέ ντε Μπαλζάκ.  
  • Ο Κώστας Κουτσουρέλης στον «Θρίαμβο της Κικής Δημουλά», ένα εφ’ όλης της ύλης δοκίμιο για την κορυφαία ποιήτρια, γράφει για το έργο της αλλά και για τις ενστάσεις που μερίδα της κριτικής επιμένει να προβάλλει εναντίον της.
  • Οι Γιάννης Καλιόρης, Φώτης Τερζάκης, Κώστας Δεσποινιάδης, Κωνσταντίνος Πουλής και Λεωνίδας Σταματελόπουλος αντιλέγουν πάνω στα ζητήματα του ολοκληρωτισμού και της τρομοκρατίας σε συνέχεια της συζήτησης που ξεκίνησαν οι δύο τελευταίοι και ο Νικόλας Σεβαστάκης στο προηγούμενο τεύχος.
  • Ο Παναγιώτης Αριστοτελίδης με αφετηρία του τη ζωή και τη λογοτεχνία πραγματεύεται δοκιμιακά τη «Μυθολογία του ξενοδοχείου».

Από τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, στο ΝΠ3 περιέχεται το διήγημα του Σπύρου Τζουβέλη «Το κινητό». Στις μόνιμες στήλες, ο Σπύρος Ν. Παππάς παρουσιάζει τρία άγνωστα μικροϊστορικά τεκμήρια από το ταραγμένο 1944· ο Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ και ο Ιγουασάκι Γιαταρό, καθένας με τον τρόπο του, σατιρογραφούν· ο Σωτήρης Γουνελάς με αφορμή το «Θέμα» του προηγούμενου τεύχους μας αναρωτιέται «Ανάθεμα στην ποίηση;»· ο Νίκος Γρυπονησιώτης ξαναδιαβάζει τον Ιούλιο Βερν σε παλιές μεταφράσεις· ο Γιώργος Βαρθαλίτης σ’ ένα φιλολογικό εύρημα που θα συζητηθεί φέρνει στο φως τις πηγές ενός γνωστού διηγήματος του Εμμ. Ροΐδη και ο ταξιδιογράφος Γιώργος Βέης περιηγείται την ινδική υποήπειρο.

Στη στήλη του θεάτρου η  Έλενα Σταγκουράκη αποτιμά το πρώτο έτος της θητείας της Μαριάννας Κάλμπαρη στο Θέατρο Τέχνης ενώ οι Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, π. Ευάγγελος Γκανάς, Ειρήνη Γιαννάκη, Νίκος Καλαποθάκος και Κωνσταντίνος Πουλής κρίνουν την πρόσφατη βιβλιοπαραγωγή.

Τις μεταφράσεις του τεύχους υπογράφουν οι Γιώργος Βαρθαλίτης, Πέτρος Γιατζάκης, Μιχάλης Πάγκαλος, Ιωάννης Αβραμίδης, Έλενα Σταγκουράκη, Ευαγγελία Μουχρίτσα και Κατερίνα Φωτιάδου. Τα κοσμήματα είναι του Δημήτρη Γέρου.

neoplanodion@gmail.com
Κεντρική διάθεση: Σπύρος Μαρίνης και Σία Ο.Ε., Σόλωνος 76, 106 80 Αθήνα
τηλ. 210 3648170, 210 3648197, φαξ 210 3648033

ΝΠ3 | Κυκλοφόρησε !

Παραλάβαμε χθες το ΝΠ3! Ήδη ταχυδρομήθηκαν τα τεύχη για τους συνδρομητές μας. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, το περιοδικό θα κάνει από σήμερα την εμφάνισή του στους πάγκους των κεντρικών βιβλιοπωλείων των Αθηνών.

Γενική διάθεση:
Σπύρος Μαρίνης και Σία Ο.Ε.
Σόλωνος 76, 106 80 Αθήνα
τηλ. 210 3648170, 210 3648197
φαξ 210 3648033

ΝΠ3 εξώφυλλο