Κώστας Μελάς

Οι απόψεις, η αλήθεια, η εξουσία

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Α.

Υπάρχουν δύο καθαρά αντίθετες τάσεις που διαμορφώνονται στο ελληνικό δημόσιο τοπίο τα τελευταία 20 έτη. Η πρώτη τάση, αφορά στην εκρηκτική αύξηση του αριθμού των απόψεων οι οποίες, με την βοήθεια των νέων ηλεκτρονικών μέσων, διατυπώνονται καθημερινά για θέματα και ζητήματα «επί παντός επιστητού». Στα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, αλλά και στα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάθε στιγμή στην κυριολεξία, εμφανίζονται απόψεις για θέματα, πολιτικής, κοινωνίας, οικονομίας, πολιτισμού, ιστορίας κτλ. (έχει ενδιαφέρον ότι δεν εμφανίζεται αυτό το φαινόμενο για ζητήματα που αφορούν τις λεγόμενες θετικές επιστήμες). Χείμαρροι λέξεων κατακλύζουν όλους όσοι επιθυμούν να «σερφάρουν» στις αμέτρητες ιστοσελίδες της «αποκαλυπτικής ενημέρωσης» και της «αναζήτησης της αλήθειας». Η διατύπωση απόψεων από ένα πλήθος ατόμων υποστηρίχτηκε (διαφημίστηκε) έντονα ως εξάπλωση των δημοκρατικών διαδικασιών και αυξημένης συμμετοχής των πολιτών στη δημόσια ζωή. Στόχος η διεύρυνση της δημοκρατίας και οι απελευθερωτικές τάσεις που αυτή συνεπάγεται.

Η δεύτερη τάση κινείται στον αντίποδα της πρώτης: είμαστε μάρτυρες μιας απίστευτης σκλήρυνσης της κρατικής εξουσίας η οποία όλο περισσότερο και όλο πιο συχνά λαμβάνει μέτρα συρρίκνωσης των δικαιωμάτων του πολίτη. Τα δικαιώματα που πλήττονται δεν αφορούν τα ονομαζόμενα «δημόσια» αλλά συνεχώς επεκτείνονται στα λεγόμενα «ιδιωτικά» δικαιώματα, δηλαδή όσα αναφέρονται στην ιδιωτική ζωή του πολίτη. Σιγά αλλά σταθερά καταργείται η ελευθερία και της ιδιωτικής ζωής.

Όμως την ελευθερία της ιδιωτικής ζωής επικαλέσθηκαν οι κρατούντες ως επιχείρημα για να ξεθεμελιώσουν τον δημόσιο χώρο. Η απώλεια του ιδιωτικού βίου είναι απλά το αποτέλεσμα της διάλυσης του δημοσίου βίου. Η συνεχής επίκληση «εκτάκτων αναγκών» και «καταστάσεων εξαίρεσης» οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καθιέρωση ενός μονίμου παραδείγματος διακυβέρνησης. Ενώ αρχικά κατανοούνταν σαν κάτι το ασυνήθιστο, μια εξαίρεση, η οποία μπορούσε να ισχύσει μόνο για περιορισμένη χρονική περίοδο μέσω του ιστορικού μετασχηματισμού της κατέστη σήμερα φυσιολογική μορφή της διακυβέρνησης. Μέσω της συγκεκριμένης έννοιας μπορούν να δειχθούν οι συνέπειες αυτής της αλλαγής σε σχέση με το κράτος και τη «δημοκρατία» στην οποία ζούμε.

Κύριο χαρακτηριστικό των σύγχρονων «δημοκρατιών» αλλά και του πλέγματος των διεθνών σχέσεων είναι η παράξενη σχέση μεταξύ της ύπαρξης και απουσίας νόμου, μεταξύ νόμου και ανομίας. Η κατάσταση εξαίρεσης εγκαθιδρύει μια κρυφή, αλλά θεμελιώδη σχέση μεταξύ της ύπαρξης και της απουσίας νόμου.

Είναι ολοφάνερο ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια (παγκόσμια) κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, με πρόσχημα τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, την παγκόσμια οικονομική κρίση, την ανακατανομή της παγκόσμιας ισχύος και τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις,το Μνημόνιο ή οτιδήποτε άλλο σκαρφιστεί η εκάστοτε κυβέρνηση, που νομιμοποιεί ολοένα και περισσότερες αναστολές των νόμιμων δικαιωμάτων. Το άμεσο αποτέλεσμα όλων αυτών των διεργασιών, καταρχάς, στο συμβολικό επίπεδο και στη συνέχεια στο πραγματικό, είναι η απαξίωση του νομικού πλαισίου λειτουργίας της πολιτείας, η διαμόρφωση ελαστικής συνείδησης των πολιτών και τελικά η πλήρης απάθεια.

Το κράτος δικαίου δυνητικά αναστέλλεται. Όλο και περισσότερο «πολιτικοποιείται» η ζωή, η «γυμνή ζωή», η «ιερή ζωή», οδηγώντας σε καταστάσεις που λίγο απέχουν από τον ολοκληρωτισμό. Το πρώτο βήμα σε αυτήν τη κατεύθυνση γίνεται με την απόφαση να δοθεί η πρωτοκαθεδρία στο ιδιωτικό επί του δημοσίου, ως αποτέλεσμα διεκδίκησης της απόλαυσης της γυμνής ζωής. (περισσότερα…)

Η παράλογη αποτελεσματικότητα των αλγορίθμων

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Επειδή το «πνεύμα της εποχής» θέλει να μας πείσει ότι οι μηχανές κάνουν και, πάνω απ’ όλα, θα κάνουν καλύτερα από τους ανθρώπους τα δύσκολα πράγματα της ζωής, επιφυλάσσοντας για όλους μας έναν ήσυχο χώρο στο απέραντο πάρκο της ευδαιμονίας (αφήνοντας ένα μεγάλο ερώτημα για το ποιος πληρώνει γι’ αυτό), είναι πραγματικά χρήσιμο να αφιερώσουμε λίγο χρόνο στην ανάγνωση ενός άρθρου[1] που κυκλοφόρησε πρόσφατα στο NBER με έναν ενδιαφέροντα τίτλο: «Η παράλογη αποτελεσματικότητα των αλγορίθμων».

Το να μιλάμε για «παράλογη αποτελεσματικότητα»[2] που αναφέρεται στον αυτόματο υπολογισμό αποτελεί ισχυρή πρόσκληση προκειμένου κάποιος να διαβάσει τη μελέτη. Εκεί υπάρχει μια άλλη ενδιαφέρουσα ερώτηση η οποία από μόνη της αξίζει να οδηγήσει στο διάβασμα της εργασίας. Αυτή είναι η εξής: «Μήπως είμαστε θηράματα, όπως θα έλεγε ο Κέυνς, των αλγοριθμικών πνευμάτων»;

Η αναφορά αφορά προφανώς στα «ζωικά πνεύματα» (animal spirits) που εισήγαγε ο Άγγλος οικονομολόγος στη Γενική Θεωρία[3] του για να προσπαθήσει να εξηγήσει την ιδιοσυγκρασία που κυριαρχούσε στους «κυνηγούς ευκαιριών» προκειμένου να προχωρήσουν εν μέσω αβεβαιότητας στην ενεργοποίηση επενδύσεων. Ζωικά πνεύματα χθες, μηχανικά πνεύματα σήμερα!!!

Εξαιρετική ερώτηση, λοιπόν, από τους συγγραφείς. Όσο για τα «μηχανικά πνεύματα» δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι είναι διαθέσιμα και μάλιστα σε ποσότητα. Ζήτω λοιπόν οι αλγόριθμοι. Δώστε μας περισσότερους.

Για να κατανοήσουμε αυτήν την εκστασιασμένη θεώρηση, χρειάζεται να κάνουμε μια προσπάθεια να γίνουμε λίγο περισσότερο τεχνικοί· αλλά μην φοβάστε, αρκεί ένα σύντομο παράδειγμα, αυτό της χρήσης αλγορίθμων στην επεξεργασία ορισμένων προβλημάτων, όπως αυτό της αποτελεσματικής ταξινόμησης στην επιλογή ορισμένων μαθημάτων στα αμερικανικά κολέγια. (περισσότερα…)

Η ατμομηχανή κουράστηκε

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

1.

Η ατμομηχανή της Ευρώπης δεν τρέχει πια. Η γερμανική οικονομία εισήλθε σε ύφεση το 2023 με πτώση 0,3% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, επιβαρυμένη από την κρίση στον βιομηχανικό τομέα που υποφέρει από το ενεργειακό κόστος και τις εξαγωγικές δυσκολίες. Σύμφωνα με στοιχεία του στατιστικού ινστιτούτου Destatis, αυτή η αναμενόμενη μείωση του ΑΕΠ της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης, ακολουθεί μεγέθυνση 1,8% το 2022. Αν και τα στοιχεία είναι ελαφρώς καλύτερα από τις προβλέψεις της κυβέρνησης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, που είχαν προβλέψει συρρίκνωση της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης με 0,4% και 0,5%, η Γερμανία τα πήγε πολύ χειρότερα από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το 2023 συνολικά, ο πληθωρισμός αυξήθηκε κατά 5,9% στη Γερμανία, μετά από 6,9% το 2022, ο υψηλότερος από την πετρελαϊκή κρίση του 1973. Η κατανάλωση των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 0,8%. Πλήγηκε και ο μεταποιητικός κλάδος, ο οποίος αντιπροσωπεύει σχεδόν το 85% του κλάδου (πλην των κατασκευών) που κατέγραψε πτώση -0,4%.

Το 2023, η συνολική οικονομική μεγέθυνση στη Γερμανία υποχώρησε σε ένα πλαίσιο που συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από πολλαπλές κρίσεις. Παρά την πρόσφατη πτώση, οι τιμές παρέμειναν υψηλές σε όλα τα στάδια της οικονομικής διαδικασίας και επιβράδυναν τη μεγέθυνση. Την επίδρασή τους είχαν και οι δυσμενείς συνθήκες χρηματοδότησης λόγω της αύξησης των επιτοκίων και της εξασθένησης της εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης. Όλο και περισσότερες επιχειρήσεις χρεοκοπούν (Galeria Karstadt Kaufhof, Signa, Bree κτλ.).

Η απώλεια φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία έπαιξε σημαντικό ρόλο στις κακές οικονομικές επιδόσεις της Γερμανίας, αλλά ακόμη και οι αποφάσεις που ελήφθησαν στα χρόνια της άνθησης αμφισβητούνται τώρα. Μέχρι πρόσφατα, η Γερμανία είχε συγκεντρώσει τη μία οικονομική επιτυχία μετά την άλλη, κυριαρχώντας στις παγκόσμιες αγορές για προϊόντα υψηλής ποιότητας, όπως πολυτελή αυτοκίνητα και βιομηχανικά μηχανήματα, πουλώντας τόσα πολλά στον υπόλοιπο κόσμο που η μισή οικονομία της βασιζόταν στις εξαγωγές[1]. (περισσότερα…)

Η παραγωγή του οικονομικού ειδέναι

 

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Υπάρχει ένα σημαντικότατο ερώτημα που αποφεύγεται εντέχνως να τεθεί από τους οικονομολόγους και νομίζω ότι στο σημείο αυτό πρέπει να τεθεί επί τάπητος και να αντιμετωπισθεί ευθέως: η παραγωγή του οικονομικού ειδέναι. Πώς παράγεται η οικονομική γνώση; Επιχειρώντας μιαν απάντηση μπορούν να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Η μελέτη των οικονομικών δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από εκείνη της πολιτικής. Όπως υπογραμμίζει ο Αμάρτυα Σεν,[1] η Οικονομική έχει δύο προελεύσεις, που αμφότερες έχουν σχέση με την πολιτική: την ηθική, η οποία ανάγεται τουλάχιστον μέχρι τον Αριστοτέλη[2] και τη μηχανική, η οποία ανάγεται μέχρι τον Ινδό Καουτίλυα.[3] Και στις δύο προσεγγίσεις η πολιτική θεωρείται ως ανώτερη “τέχνη”. Η πολιτική πρέπει να χρησιμοποιεί για την εξυπηρέτηση των σκοπών της τις υπόλοιπες “πρακτικές επιστήμες”, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η οικονομική. (περισσότερα…)

Πού οδήγησε το «εκσυγχρονιστικό» πείραμα της περιόδου 1996-2004

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Α.

Η πολιτική θεωρία που κυριάρχησε στην Ελλάδα την οκταετία 1996-2004 στηριζόταν στην έννοια του «εκσυγχρονισμού»[1]. Το περιεχόμενο της έννοιας αυτής τη συγκεκριμένη περίοδο συνίστατο στο να επέλθουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στην πολιτική, κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική οργάνωση της ελληνικής κοινωνίας με στόχο αυτή να πλησιάσει και τελικά να καταστεί ισάξια των υπολοίπων ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Στόχος του εκσυγχρονισμού ήταν η σύγκλιση με το φαντασιακό μοντέρνο που αντιπροσωπεύει η Δύση. Κατά συνέπεια η όλη προσπάθεια θα έπρεπε να λειτουργεί εντός του νεωτερικού-μοντερνιστικού πλαισίου, το οποίο κυριάρχησε για μια μεγάλη χρονική περίοδο στη Δύση με την επικράτηση της αστικής τάξης και με κύριο χαρακτηριστικό την επιβολή του εναρμονιστικού-συνθετικού σχήματος σκέψης.[2]

Ο εκσυγχρονισμός στην Ελλάδα αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως μια μάχη της προόδου κατά της υστέρησης, του ορθολογισμού κατά του λαϊκισμού, του Διαφωτισμού κατά του σκοταδισμού, της ανεκτικότητας κατά της μισαλλοδοξίας, μέχρι την επίτευξη του «οικουμενικού οράματος»[3] του Διαφωτισμού.[4]

Οι ντόπιοι «εκσυγχρονιστές»[5] θεωρούν ότι η παραπάνω άποψη συνάδει στην πράξη, με την ολοκλήρωση του αστικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας, δεδομένου ότι ο μετασχηματισμός αυτός έχει παραμείνει ανολοκλήρωτος και ό,τι έχει συμβεί στην ελληνική κοινωνία δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια νόθα κατάσταση[6] η οποία χρειάζεται πάση θυσία να ξεπερασθεί. (περισσότερα…)

Ο ρόλος του αξιολογικού μηδενιστή στην πολιτική και κοινωνική δράση

*

Σημειώσεις για την κονδύλεια κοινωνική οντολογία
και φιλοσοφική ανθρωπολογία 2

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

«Η σκέψη μου, όπως κάθε σκέψη, έχει μιάν πεμπτουσία, όμως αυτήν πρέπει να την αποστάξει ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μέσα από το σύνολο του έργου μου. Αλλιώς η οποιαδήποτε φόρμουλα όχι μόνον δεν θα κατανοηθεί, αλλά και σίγουρα θα παρανοηθεί»[1].
Π. ΚΟΝΔΥΛΗΣ

~.~

Σε συνέχεια του προηγούμενου σημειώματός μου, παραθέτω αποσπάσματα από το έργο του Κονδύλη προς επίρρωση όσων είχα αναφέρει εκεί και συγκεκριμένα :

1 . Ό,τι η περιγραφική θεωρία της απόφασης και της ισχύος, η οποία εδράζεται στη διάκριση εχθρού-φίλου, αποτελεί μεθοδολογική αρχή για τον αξιολογικό μηδενισμό της επιστημονικής περιγραφής. «Επί πλέον, μερικές φορές ελλοχεύει και ο φόβος ότι η συνεπής και ολόπλευρη θεμελίωση της αξιολογικής ελευθερίας θα της αφαιρούσε τον χαρακτήρα αυστηρής επιστημολογικής αρχής και θα την μετέτρεπε σε μια καινούργια μορφή ύποπτης ιδεολογικής ερμηνείας του κόσμου».[2]

2 . Η περιγραφική θεωρία της απόφασης δίνει τη δυνατότητα αντικειμενικής γνώσης αλλά όχι τη δυνατότητα αντικειμενικά έγκυρων κανονιστικών αρχών: «Πράγματι, ενάντια στη θεωρία της απόφασης και στον σκεπτικισμό- των οποίων η αναγκαία λογική συνάφεια με την αξιολογικά ελεύθερη θεώρηση ορθά διαπιστώνεται από τους αντιπάλους, έστω κι αν αυτό γίνεται απλώς για λόγους πολεμικής…Άλλωστε ο σκεπτικισμός εκείνος, ο οποίος συνδέεται με την (περιγραφική) θεωρία της απόφασης δεν αφορά τη δυνατότητα αντικειμενικής γνώσης, παρά μόνο τη δυνατότητα διατύπωσης αντικειμενικά έγκυρων κανονιστικών αρχών. Τούτη η αντιδιαστολή μεταξύ αντικειμενικής γνώσης και αντικειμενικών κανονιστικών αρχών συνεπάγεται ότι η πρώτη παρεμποδίζεται σε κάθε της βήμα από την προσπάθεια να πορισθεί κανείς τις δεύτερες».[3] Φυσικά η άποψη της δυνατότητας αντικειμενικής γνώσης θα πρέπει να τεθεί υπό διερεύνηση με βάση τα επιστημολογικά κριτήρια που την προϋποθέτουν.[4] (περισσότερα…)

Θέση μάχης

*
Θέση μάχης

Καθώς διαβαίνουν τα χρόνια θα ’πρεπε
να πλησιάζουμε στους στόχους μας.
Τα περιττά και τα άχρηστα βαραίνουν υπερβολικά﮲
πολλά –όχι όλα– μπορούμε να τα αποχωριστούμε
χωρίς μεγάλη προσπάθεια, κοιτάζοντας έξω από
το ανοικτό παράθυρο, στον κήπο μετά την πρωινή βροχή
καθώς τα πουλιά βρήκαν ευκαιρία να ξεδιψάσουν
Η δικιά μας δίψα πορεύεται όλο και πιο μειούμενη
Κάπου είχα γράψει, στο περιθώριο ενός βιβλίου
κατά πάσα πιθανότητα, πως όταν χάνεις μια διάσταση
έχεις παραιτηθεί από κάθε αξίωση απ’ την πραγματικότητα.
Διάσταση, όχι βάρος. Αυτή είναι μια μεγάλη διαφορά
Πολλά πράγματα βέβαια προσεγγίζονται με λάθος τρόπο
Θέλω να πω ότι το λάθος συνίσταται στο να αποφασίζεις
αυτό που θέλεις να κάνεις πρώτα και μετά να επινοείς
λόγους δικαιολόγησης. Βέβαια ό,τι και να κάνεις θα το μετανιώσεις.
Θα περιμένω λοιπόν μέχρι να ξυπνήσεις μέσα στη νύχτα
και να σβήσεις το φως. Είναι η ώρα που έξω χαράζει.
Ακριβώς λίγο πριν το τέλος του μονοπατιού της δικαίωσης.

~.~ (περισσότερα…)

Σημειώσεις για την κονδύλεια κοινωνική οντολογία και φιλοσοφική ανθρωπολογία

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

«Η σκέψη μου, όπως κάθε σκέψη, έχει μιαν πεμπτουσία, όμως αυτήν πρέπει να την αποστάξει ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μέσα από το σύνολο του έργου μου. Αλλιώς η οποιαδήποτε φόρμουλα όχι μόνον δεν θα κατανοηθεί, αλλά και σίγουρα θα παρανοηθεί». [1]
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ

*

1. Ο αξιολογικός μηδενισμός και ο μηδενισμός

Η  περιγραφική θεωρία της απόφασης και της ισχύος, η οποία εδράζεται στη διάκριση εχθρού-φίλου[2], αποτελεί μεθοδολογική αρχή για τον αξιολογικό μηδενισμό της επιστημονικής περιγραφής. Πρόκειται για το μεθοδολογικό αίτημα της αξιολογικής ουδετερότητας στα χνάρια του Weber. Ο Κονδύλης ονομάζει αυτό το αίτημα «αξιολογικό μηδενισμό».

Ο μηδενισμός στον οποίο αναφέρεται ο Κονδύλης δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τον  μηδενισμό που  ως όρος,  εμφανίζεται ήδη στο πέρασμα από τον 18ο στον 19ο αι., στις διαμάχες που σημαδεύουν τη γέννηση του γερμανικού ιδεαλισμού. Αναδεικνύεται, ωστόσο, ως θέμα, με όλη την ορμή και σε όλο το εύρος του, μόνο στη σκέψη του 20ού αι. Ως έκφραση καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, φιλοσοφικών αναζητήσεων, ιδίως όσων αποβλέπουν να πειραματισθούν με τη δύναμη του αρνητικού και να βιώσουν τις συνέπειες του, έφερε στην επιφάνεια τη βαθιά δυσφορία που διασχίζει σαν ρωγμή την αυτογνωσία της εποχής μας.  Είναι κοινά αποδεκτή η άποψη ότι οι δύο πατέρες, θεμελιωτές και μεγάλοι θεωρητικοί του μηδενισμού υπήρξαν ο Ντοστογιέφσκι και ο Νίτσε. Από αυτούς έλκουν τις καταβολές το λογοτεχνικό και το γνησιότερα φιλοσοφικό, αντιστοίχως, ρεύμα του κινήματος. Ο όρος, μολοντούτο εγκαταστάθηκε στο επίκεντρο του δημοσίου ενδιαφέροντος από τον Τουργκένιεφ[3]. Ίσως όμως το σημείο εξάπλωσης της έννοιας του μηδενισμού είναι όταν περνάει από τη σφαίρα των ιδεών στην πραγματικότητα με τα γεγονότα που συντάραξαν τη Ρωσία από το 1958 έως το 1863 (την περίοδο δηλαδή πριν την απελευθέρωση των δουλοπαροίκων). Ο ρωσικός μηδενισμός χαρακτηρίζονταν από μια αλλόκοτη και ολοκληρωτική άρνηση της πραγματικότητας, ως προϋπόθεση κατάκτησης της ελευθερίας. Οι λογοτεχνικοί χαρακτήρες του Ντοστογιέφσκι (Σταυρόγκιν) και του Τουργκένιεφ (Μπαζάρωφ) συμβαδίζουν αρμονικά με τους πολιτικούς καθοδηγητές του ρωσικού μηδενιστικού κινήματος (Νικολάι Τσερνισέφκσι, Νικολάι Ντομπρολιούμπωφ, Ντιμίτρι Πιζάρεφ)[4].

Το πρώτο επομένως σημείο που θα πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι ο αξιολογικός μηδενισμός για τον Κονδύλη «είναι γνωστικό εργαλείο, δεν είναι μήτε στάση ζωής, μήτε απελπισία για τη ματαιότητα του κόσμου τούτου.  Όμως ταυτόχρονα αναγνωρίζει το αυτονόητο: όλες οι ανθρώπινες υπάρξεις δεν είναι δυνατόν να διάγουν βίο πρακτικό χωρίς αξίες, δεδομένου ότι οποιαδήποτε πρακτική επιλογή ενέχει αξιακές προδιαγραφές»[5].

Ο Κονδύλης αναπτύσσει τη θέση του για το συγκεκριμένο ζήτημα στο IV Κεφάλαιο του Ισχύς και Απόφαση[6] που επιγράφεται «Αξιολογική Ελευθερία και Δέον». Αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα, αλλά συνιστούμε την προσεκτική μελέτη του συγκεκριμένου Κεφαλαίου για την σωστή κατανόηση των απόψεών του.

«Ώστε η αξιολογική ελεύθερη θεώρηση διόλου δεν παραγνωρίζει την ύπαρξη και την επίδραση ιδεών και αξιών υπό την έννοια των ειδικών υπαρξιακών λειτουργιών, όμως δεν μπορεί να πάρει το περιεχόμενο τους στην ονομαστική του αξία και τοις μετρητοίς […]. Οι αξίες ως λειτουργίες και οι αξίες ως περιεχόμενο είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.[…] Μαχόμενες υπάρξεις που διαθέτουν «πνεύμα», δηλαδή ζουν κοινωνικά και παράγουν αξίες, οφείλουν να διασφαλίζουν με τον αγώνα τους την αυτοσυντήρησή τους όχι μόνο από φυσική, αλλά και από «πνευματική» άποψη […]. Αξιολογικά ελεύθερη μπορεί να είναι μόνο αν δεν πιστεύει στην αντικειμενικότητα των αξιών, αν δηλαδή τις κατανοεί ως συμπαρομαρτούντα και ως εργαλεία του αγώνα για την αυτοσυντήρηση, τις περισσότερες φορές απλώς και μόνο στο επίπεδο των ιδεών. Η συνεπής αξιολογική ελευθερία δεν μπορεί λοιπόν να περιοριστεί στην αποχή από τη διατύπωση αξιολογικών κρίσεων, έστω κι αν αυτή αποτελεί ουσιαστικό της γνώρισμα. Όμως, από την άλλη πλευρά, κανείς δεν έχει το δικαίωμα (κι ούτε καν είναι σε θέση) να απέχει από αξιολογικές κρίσεις, αν πιστεύει ότι πράγματι υπάρχει κάτι που αξίζει να το υπερασπιστεί, κάτι συνυφασμένο με το (τουλάχιστον έμπρακτα αποδεκτό) νόημα της ζωής» [7]. (περισσότερα…)

Η καταστροφική κυριαρχία του οικονομισμού

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Η ιστορική ανάπτυξη της Ελλάδος χαρακτηρίζεται από πλήθος ιδιομορφιών και ιδιοτυπιών σε σχέση με την αντίστοιχη των Δυτικών αναπτυγμένων χωρών. Όμως παρά τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά, που οι περισσότεροι μελετητές τα θεωρούν «παρεκκλίσεις» από το δυτικό αναπτυξιακό υπόδειγμα, το ελληνικό υπόδειγμα μέχρις ενός σημείου –θα έλεγα λίγο αυθαίρετα την ένταξη της χώρας στο ευρώ– διατηρούσε την ουσιαστικά αναπτυξιακή του διάσταση.

Δηλαδή εκτός από την οικονομική μεγέθυνση, υπήρχε και μια προσπάθεια θεσμικής, κοινωνικής, πολιτιστικής, περιβαλλοντικής, περιφερειακής προόδου, σε μια κοινή πορεία που ενσωμάτωνε οργανικά όλες αυτές τις διαστάσεις, μια πορεία στο μονοπάτι της ουσιαστικής ανάπτυξης (development). Η ένταξη στο ευρώ, η ένταξη σε ένα περιβάλλον έντονου οικονομισμού άλλαξε την πορεία αυτή, ρίχνοντας ολοκληρωτικά το βάρος στη διαδικασία της μονόπλευρης μεγέθυνσης (growth) της οικονομίας. Όλες σχεδόν οι προσπάθειες κατέτειναν στη μεγέθυνση της οικονομίας, με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, αδιαφορώντας για το ουσιαστικό αναπτυξιακό της σκέλος. Το αποτέλεσμα ήταν η πτώχευση της χώρας.

Οι μνημονιακές κυβερνήσεις, με την καθοδήγηση των δανειστών, συνέχισαν να πολιτεύονται με βάση αυτή την λογική, υποσκάπτοντας περαιτέρω τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Όμως η κυβέρνηση Μητσοτάκη υπερκέρασε όλες τις προηγούμενες: η μεγέθυνση της οικονομίας, με όλα τα μέσα, κατέστη το παν. Η λογική της μεγέθυνσης κυριάρχησε παντού.

Το πρόβλημα είναι ότι η μεγεθυντική διαδικασία χωρίς την αναπτυξιακή της διάσταση είναι μια φτωχή και κουτσή διαδικασία. Αποτελεί ληστρική εκμετάλλευση των περιβαλλοντικών και πλουτοπαραγωγικών πόρων με στόχο το γρήγορο και εύκολο χρήμα και τις εύκολες εκλογικές νίκες. Είναι επιπλέον μια επικίνδυνη διαδικασία, μια διαδικασία με εξασφαλισμένο το δυσοίωνο τέλος. Διότι την πληρώνουμε ακριβά αυτή τη φτηνή μεγέθυνση, σωρευτικές είναι λ.χ. οι βλάβες που προκαλεί κάθε λίγα χρόνια με όλες αυτές τις πυρκαγιές, χιονοπτώσεις, θύελλες, πλημμύρες οι οποίες έχουν αφαιρέσει εκατοντάδες ζωές και μας έχουν κοστίσει δεκάδες δισεκατομμύρια. (περισσότερα…)

Άλλος ένας προαναγγελθείς θάνατος: η «Ριζοσπαστική» Αριστερά

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Ριζοσπαστισμός: Ο συντηρητισμός του αύριο
εφαρμοσμένος στις υποθέσεις του σήμερα
Α. BIERCE

Δεν είναι στις προθέσεις μας μια λεπτομερής αναφορά στην πορεία (αντιπολιτευτική και κυβερνητική) του ΣΥΡΙΖΑ. Εκείνο που θέλουμε να αναδείξουμε αφορά μόνο σε ορισμένα θεμελιώδη ζητήματα στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ είτε δεν δίνει απαντήσεις, είτε οι απαντήσεις που δίνει πόρρω απέχουν από τις αναμενόμενες για ένα κόμμα που θέλει να ονομάζεται ριζοσπαστικό. Συνεπώς η ριζοσπαστική αριστερά θα πρέπει να απαντήσει –κάτι που μέχρι σήμερα δεν το έχει κάνει– στις ακόλουθες βασικές ερωτήσεις: τι επικαλείται ως ριζοσπαστισμό, τι είδους κοινωνία επιθυμεί, πως μπορεί να αλλάξει η κληρονομημένη κοινωνία και πως σκέπτεται την πολιτική, ως αναγκαίο μέσο της αλλαγής. Φυσικά υπάρχει σαφής αλληλεξάρτηση των ερωτήσεων και όλες με κάποιο τρόπο συνδέονται. Ας προσπαθήσουμε να τις διερευνήσουμε λίγο πιο συγκεκριμένα.

Ο ριζοσπαστισμός

Το πρώτο ερώτημα που τίθεται έχει να κάνει με το τι εννοεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως «ριζοσπαστική αριστερά». Είναι γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοχαρακτηρίζεται ως «Κίνημα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς». Όμως ποτέ δεν μπήκε στον κόπο να πει τι ουσιαστικά σημαίνει ο επιθετικός προσδιορισμός «ριζοσπαστική». Αν δεν κάνω λάθος, ο όρος αυτός άρχισε να χρησιμοποιείται από τμήματα της κινηματικής Αριστεράς, κυρίως μετά την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», τη δεκαετία του 1990, σε μια προσπάθεια διαφοροποίησης από αυτόν (αλλά και από τον ευρωκομουνισμό, την ανανεωτική αριστερά και τις λοιπές εκφάνσεις της αριστεράς) αλλά και υπό το καθεστώς της ιδεολογικής εξάντλησης και αποπροσανατολισμού που διακατείχε τότε την Αριστερά.

Μέσα σε αυτό το κέλυφος βρήκαν καταφύγιο σχεδόν όλα τα ηττημένα ιδεολογικά και εκλογικά, περιθωριακά, αντισυστημικά κινήματα διατηρώντας το καθένα από αυτά τις δικές του ιδεολογικές προκείμενες που εκτείνονταν σε μια μεγάλη γκάμα γενικών ιδεολογικών αντιλήψεων, (πρωταρχικά προερχομένων κυρίως από τον μαρξιστικό χώρο). Όμως όλες αυτές οι πολύ μικρές οργανώσεις που αναφέρονται στον «επαναστατικό μαρξισμό» –Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδος, Κίνηση για την Ενότητα Δράσης της Αριστεράς (ΚΕΔΑ) αλλά και οι υπόλοιπες όπως οι Ενεργοί Πολίτες– ήταν εντελώς αδύνατον να επιβάλλουν τις απόψεις τους δεδομένου ο κύριος όγκος του ΣΥΡΙΖΑ, προέρχονταν πρωτίστως από το κόμμα της Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ) και δευτερευόντως από το κόμμα της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής Οικολογικής Αριστεράς (ΑΚΟΑ), δηλαδή τα δύο κόμματα που προήλθαν από τη διάσπαση του ΚΚΕ εσωτερικού το 1986. Και τα δύο αυτά κόμματα ήταν φορείς ιδεολογικών αντιλήψεων του ευρωκομουνισμού (ο οποίος αν δεν ήταν ήδη νεκρός έπνεε τα λοίσθια) αλλά και των μεταμοντέρνων πολιτιστικών ανησυχιών, που μετά την κυριαρχία τους στις ΗΠΑ κατέκλυζαν και τη Γηραιά ήπειρο, με αιχμή πάντως τα ζητήματα των ταυτοτήτων και την υπεράσπιση πάσης φύσεως δικαιωμάτων, κυρίως εκείνων που αφορούν στις μειονότητες (οικονομικοί μετανάστες, πρόσφυγες, άτομα διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού, εμφύλια βία κτλ.).

Δεν χρειάζεται επιχειρηματολογία για να δειχθεί ότι και οι δύο κομματικοί μηχανισμοί που προήλθαν από τη διάσπαση του ΚΚΕ εσωτερικού καμία απολύτως σχέση δεν είχαν με ό,τι ονομάζεται επαναστατικός μαρξισμός. Τα πολιτικά τους προτάγματα –Δημοκρατικός Σοσιαλισμός και άλλα παρεμφερή– τους τοποθετούσε σχεδόν στον αντίποδα των πολιτικών προταγμάτων των υπολοίπων οργανώσεων που συμμετείχαν στο εγχείρημα. Η χρησιμοποίηση του όρου «ριζοσπαστική αριστερά», εκτός των όσων έχουν αναφερθεί προηγουμένως, διευκόλυνε το εγχείρημα της συνεργασίας με τις λοιπές εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις. Άλλωστε το ανομοιογενές ιδεολογικά και πολιτικά αναδύθηκε στη συνέχεια και συγκεκριμένα όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε να ψηφίσει το μνημόνιο που του αναλογούσε. Οι αποχωρήσεις διαφόρων συνιστωσών ήταν μαζική. Προηγουμένως, οι πολιτικές λιτότητας που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου και Α. Σαμαρά-Ε. Βενιζέλου είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της δημοτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ προφανώς λόγω της αντιμνημονιακής ρητορικής του. Στο πλαίσιο αυτό, προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ βουλευτές και στελέχη που προέρχονταν από το ΠΑΣΟΚ, γεγονός που εν τοις πράγμασι δημιούργησε περισσότερα προβλήματα ακόμη και στον ρητορικό ριζοσπαστισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος διασωζόταν χάρις στην αντιμνημονιακή ρητορεία. (περισσότερα…)