ΝΠ | Ποίηση Ξένη

Μόλις φτάσει η άνοιξη

*

ΜΟΛΙΣ ΦΤΑΣΕΙ Η ΑΝΟΙΞΗ

Είδα να σέρνουν τη γη στο σφαγείο, σου είπα.
Αυτά είναι εφιάλτες, μου είπες,
θα τελειώσουν
μόλις φτάσει στην πόρτα σου η άνοιξη.

Όμως η άνοιξη άργησε, άργησε τόσο πολύ
που ο εφιάλτης μου τώρα
είναι η άνοιξη η ίδια.
Δεν μπορώ να ξεκρεμάσω τη γη,
δεν ξέρω καν ποιος την κρέμασε εκεί στο τσιγκέλι,
και τον μόνο που βρίσκω για να πάρω εκδίκηση
είναι ο εαυτός μου ο ίδιος:
«Εσύ ήσουν αυτός που την κρέμασε…
Εσύ ήσουν αυτός που την κρέμασε».

Βέβαιος πως εκείνος κρέμασε τη γη,
ο εαυτός μου τώρα αρνείται πια να ξυπνήσει
απ’ το σφαγείο των τύψεων.

ΝΑΤΖΟΥΑΝ ΝΤΑΡΟΥΪΣ

~.~

Ο Νατζουάν Νταρουίς είναι Παλαιστίνιος ποιητής.
Γεννήθηκε τον Δεκέμβρη του 1978 στα Ιεροσόλυμα.

Μετάφραση ΧΡΙΣΤΌΦΟΡΟΣ ΠΑΡΡΑΣ

*

*

*

Howard Nemerov (1920-1991), Δέντρα

*

Δέντρα

Γίγαντας νά εἶσαι καί νά σιωπᾶς γι’ αὐτό,
Νά παραμένεις στή θέση σου·
Νά ὑπερασπίζεσαι τή σταθερή παρουσία τῆς διεργασίας
Καί πάντοτε νά μοιάζεις ἴδιο·
Νά εἶσαι ἀκίνητος σάν βράχος καί πάντοτε τρεμουλιάζοντας,
Ἔχοντας τήν σκληρή ἐμφάνιση τοῦ θανάτου
Μαζί μέ τή μαλακιά, ρέουσα φύση τῆς ἀνάπτυξης,
Ὕπαρξη ὄντας παραπλανητικά ὁπλισμένη,
Κάποιου πού Γίνεται παραπλανητικά τρωτός·
Νά εἶσαι τόσο ἄκαμπτος καί νά δέχεσαι τόσο καλά τό φῶς,
Δωρεάν προσφέροντας ἀπαγορευμένη γνώση
Τόσων πολλῶν πραγμάτων γιά τόν ουρανό καί τή γῆ
Γιά τά ὁποῖα διαφορετικά δέ θά εἴχαμε καμιά λέξη –
Ποιήματα ἤ ἄνθρωποι σπανίως εἶναι τόσο ἀξιαγάπητοι
Ἀκόμη κι ὅταν ἔχουν ὑπέροχες ποιότητες
Τείνουν ἀντί νά σοῦ δίνουν παράδειγμα νά διηγοῦνται
Ἐκεῖνα πού οἱ ἴδιοι πιστεύουν πώς εἶναι,
Ἐνῶ ἀπό τήν συγκινητική σιγή τῶν δέντρων,
Σέ θύελλα ἤ γαλήνη, φυλλωμένα ἤ γυμνά
Μέρα ἤ νύχτα, συνάγουμε τά δικά μας συμπεράσματα,
Ὑποστηρικτικά κι ὅπως ἡ ἀναπνοή μας ἀπαρατήρητα
Κι ἐπίσης κινδυνώδη – ἄν καί οὐδέποτε ὑπῆρξε
Δέντρο ἀποφασιστικῆς σημασίας – γιά τή φύση τῶν πραγμάτων. (περισσότερα…)

Ο αυτόχειρας

*

Είμ’ ένας απ’ αυτούς που ναυαγήσαν
Και σιωπούν μέσα σε χίλια δάση.
Είμ’ ένας απ’ αυτούς που έχουν πνιγεί
Και άλλη οδύνη πια δεν θα γεννήσουν.

Μας εσείς για το καράβι κάνετε τέτοια χαρά ;
Λεκιάζει τη θάλασσα με το πανί του.
Εγώ σε βαθύτερο θέλω βυθό
Να γίνω λιώμα, κομμάτια, αόμματο χιόνι.

(περισσότερα…)

Emmy Hennings, Η τελευταία χαρά

*

Εισαγωγή-Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΤΖΑΚΟΣ

~.~

Σύμφωνα με τον Χέρμαν Έσσε, τα βιβλία της προκαλούσαν ενθουσιασμό, συγκίνηση και αγάπη. Κι όμως το λογοτεχνικό έργο της Έμμυ Χέννιγκς (1885-1948) πέρασε στη σκιά κι αν μνημονεύεται πια είναι ως μούσα των πρώτων εξπρεσιονιστών και ως συνιδρύτρια του κινήματος DADA και του Cabaret Voltaire από κοινού με τον σύζυγό της Ούγκο Μπαλ. «Μια φωνή, που μπορεί να πηδήξει πάνω από πτώματα και να τα περιγελάσει με ψυχωμένο κελάηδημα, όπως ένα καναρίνι», έγραφε μια κριτική της εποχής για την περφόρμανς της.

Γεννημένη στο Φλένσμπουργκ, υπήρξε ηθοποιός σε περιοδεύοντα θίασο ώσπου να καθιερωθεί στα καλλιτεχνικά καμπαρέ του Μονάχου και, κατόπιν, του Βερολίνου. Εθισμένη στη μορφίνη και τον αιθέρα, έζησε την μποέμικη ζωή μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο πιστή στην καθαρά αντιαστική ιδεολογία της –δεν μεγάλωσε η ίδια το παιδί της–, δούλεψε επίσης ως μοντέλο για ζωγράφους και, περιστασιακά, ως πόρνη.

Ερωμένη και πηγή έμπνευσης πολλών εξπρεσιονιστών, το όνομά της συνδέθηκε με ονόματα όπως του Γιοχάννες Ρ. Μπέχερ, για τον οποίο ήταν «η ξανθιά μούσα» του, του Γκέοργκ Χάυμ, του Φέρντιναρντ Χάρντεκοπφ (Siurlai), του αναρχικού Έριχ Μύζαμ, που την αποκάλεσε «ερωτική ιδιοφυΐα» και του «προστατευομένου» της Γιάκομπ φον Χόντις, στον οποίο πιστώνεται η επινόηση των πρώτων εξπρεσιονιστικών τρόπων. Η πολύχρονη ενασχόλησή της με τον καθολικισμό εξάλλου, ώθησε αυτόν τον τελευταίο στα πρώτα συμπτώματα της τρέλας που έβαλαν τέλος στην καριέρα του. Και η ίδια όμως κατέληξε δύο φορές στην φυλακή, βοηθώντας φίλους της να αποφύγουν την υποχρεωτική στράτευση και να μεταναστεύσουν από τη Γερμανία κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Με τον Ούγκο Μπάλ συναντήθηκε γύρω στο 1913, όταν εκείνος αγόρασε την πρωτόλεια ποιητική της συλλογή, που κυκλοφορούσε χειρόγραφη, δεμένη σε μετάξι. Η Τελευταία χαρά είναι η πρώτη της τυπωμένη συλλογή και εκδόθηκε τον ίδιο χρόνο. Σ’ αυτήν κυριαρχεί ο εξομολογητικός τόνος που χαρακτηρίζει όλα τα γραπτά της, ακόμα και τα πεζά.

Το ζευγάρι μετακόμισε στη Ζυρίχη το 1915. Τον επόμενο χρόνο βρίσκουμε τη λέξη DADA για πρώτη φορά στο ημερολόγιο του Μπαλ. Με τη συνεργασία των Τριστάν Τσαρά, Χανς Αρπ κ.ά. ιδρύουν το Cabaret Voltaire. Το 1920 παντρεύτηκαν, επτά χρόνια πριν το θάνατο του Μπαλ. Την καλλιτεχνική τους περιπέτεια διέσωσε η Έμμυ Χέννιγκς σε μια σειρά αυτοβιογραφικών κειμένων, με αρκετές όμως – προφανώς ηθελημένες– ανακρίβειες. Τα τελευταία δέκα χρόνια, ο εκδοτικός οίκος Wallstein επανέκδοσε το έργο της (πεζά, ποίηση και αλληλογραφία) σε 4 τόμους.

*

*

~.~

ΑΙΘΕΡΑ ΣΤΡΟΦΕΣ

Τώρα πρέπει να πέσω απ’ την μεγάλη σφαίρα.
Εξάλλου είναι μεγάλη γιορτή στο Παρίσι.
Το Gare de l’ Est ο κόσμος έχει πλημμυρίσει,
πολύχρωμες, μεταξωτές σημαίες κυματίζουν στον αέρα.
Ανάμεσα τους όμως δε συχνάζω.
Στο μεγάλο διάστημα πετώ.
Σε κάθε όνειρο τρυπώνω εγώ
και χίλια πρόσωπα διαβάζω.
Μεσ’ στη μιζέρια, κάποιος άρρωστος είναι ξαπλωμένος.
Το τελευταίο του βλέμμα με υπνωτίζει.
Μια καλοκαιρινή μέρα λαχταράμε, που δε γυρίζει…
Μαύρος σταυρός στην κάμαρα είναι απλωμένος. (περισσότερα…)

Ελίζαμπεθ Τζέννινγκς (1926-2001), Οἱ Ἐχθροί

*

Χτές τή νύχτα διέσχισαν τόν ποταμό καί εἰσβάλανε στήν πόλη.
Οἱ γυναῖκες ἀγουροξυπνημένες
μέ φῶτα ἀναμμένα καί φαγητό. Διασκέδασαν τή μπάντα,
δίχως ἐρωτήσεις τί εἶχαν ἔρθει νά πάρουν οἱ ἄντρες
ἢ ποιά ἄγνωστη γλώσσα μιλοῦσαν
ἢ γιατί μπῆκαν τόσο αἰφνίδια μέσ’ ἀπό τήν ξηρά.

Τώρα τό πρωί ὁλόκληρη ἡ πόλη βρίθει
ἱστοριῶν γιά τήν ξαφνική καί σκοτεινή εἰσβολή·
οἱ γυναῖκες λένε πώς κανείς ξένος δέν εἶπε
τήν αἰτία τοῦ ἐρχομοῦ του. Ἡ κατάληψη
δέν εἶχε σκοπό τήν ἐρήμωση:
ἐπιπλέον ἡ εἰρήνη εἶναι φανερή σέ ἑστίες καί ἀγρούς.

Ὡστόσο ἡ πόλη ὁλόκληρη εἶναι στοιχειωμένος τόπος.
Ἄνθρωπος συναντάει ἄνθρωπο μιλώντας καχύποπτα. Παλιοί φίλοι
ἐξαφανίζουν τά εἰλικρινῆ βλέμματα ἀπό τά πρόσωπά τους.
Στίς χειραψίες καμιά θέρμη·
καθένας συλλογᾶται, «Καλύτερα νά κρυφτῶ μήπως
οἱ ξένοι τοῦτοι δά στήσουν τά σπιτικά τους στό νοῦ ἐκεινῶν
πού στά σπίτια τους ἔμπαινα. Καλύτερα νά τραβήξω τά στόρια
μπάς καί οἱ ἄγνωστοι στοιχειώσουν καί τό δικό μου σπίτι».

Poems, 1953

~.~

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης
ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

*

*

*

Αλεξάντρ Μπλοκ, Στον ναό των χρυσών ονείρων

*

Τρία ποιήματα από την ομώνυμη συμφωνική καντάτα

Μετάφραση-Επίμετρο: ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΑΪΤΖΙΔΟΥ

~.~

«Στους αγρούς δια παντός αποσύρθηκες»

Στους αγρούς δια παντός αποσύρθηκες.
Αγιασθήτω τ’ Όνομά Σου!
Του λιογέρματος κόκκινα δόρατα
Ξανατείναν επάνω μου λόγχες.
Μοναχά στο χρυσό Σου σουραύλι,
Μαύρη μέρα, τα χείλη αποθέτω.
Κι αν παράκληση άλλη δε μένει,
Άπελπις, στον αγρό θα ξαπλώσω.
Θα διαβείς, με τη χρυσή πορφύρα,
Κάποιου άλλου πια, μάτια ν’ ανοίξεις.
Στον ενύπνιο κόσμο, μια πνοή άφησέ μου,
Τη θαμβώδη σου οδό ν’ ασπαστώ…
Την ψυχή μου, ω! πάρε, σκουριά την τρώει!
Με αγίους να με ενταφιάσεις,
Συ, στεριών και πελάγων κρατούσα
Σταθερά, με τη Χείρα λεπτή!

16 Απριλίου 1905

(περισσότερα…)

Αναλογισμοί για την παρούσα κατάσταση του κόσμου

*

Ι

Τόσα και τόσα εκπληκτικά έχουν χαθεί
που για τα πλήθη θαύματα φαντάζαν
αλώβητα απ’ τους κύκλους της σελήνης
που τα κοινά και τα μικρά σκορπούν. Νά εκεί
μες σε μαρμάρινα και χάλκινα στολίδια
στεκόταν ένα ξόανο απ’ αρχαία ελιά,
πια η ελεφάντινη θεά πάει του Φειδία,
παν και τα ολόχρυσά τζιτζίκια στα μαλλιά.

Νέοι παιχνίδια είχαμε ωραία κι εμείς·
αρχές αδιάφορες για εγκώμια και ψόγους,
ρεγάλα κι απειλές· ζέση ικανή να λειώσει
σαν ήλιος το κερί κάθε αδικία της γης·
λέγαμε η γνώμη η κοινή θέλει καιρό
για να μας κρίνει, όμως θα ωριμάσει.
Τι ιδέα λαμπρή η ιδέα μας πως πια έχουν λείψει
μπράβοι, κακούργοι και ζαβοί απ’ τον κόσμο αυτό.

Ξεδοντιασμένοι ξαφνικά, γυμνοί διαμιάς
κι όλη η φριχτή στρατιά τους για το θεαθήναι·
τι κι αν υνιά δεν γίναν τα κανόνια ώς τώρα;
δεν βλάπτει, πίστευαν βουλή και βασιλιάς,
λίγο μπαρούτι πού και πού, χαρά στο πράμα,
για να ξεσκάν κι οι καημένοι οι σαλπιγκτές.
Μα και των ίππων της φρουράς μπορεί έτσι κάπως
να ξεμουδιάσουνε οι νυσταλέες οπλές.

Τώρα τις μέρες μας δράκοι τις κατοικούν,
διαρκώς στον ύπνο μας καλπάζουν εφιάλτες:
μες στο μεθύσι του μια μάνα ένας στρατιώτης
σφάζει στην πόρτα της και δεν τον ενοχλούν·
ιδρώνει η νύχτα από τον τρόμο όσο και πριν,
προτού συλλάβουμε την υψηλή θεωρία
περί ειρήνης που εφεξής το παν θα διέπει,
σαν τις νυφίτσες μες στον λάκκο ούτως ειπείν.

Αυτός που βλέπει τα σημάδια και τυφλά
στην ημιπλάνη δεν βουτά μιας κούφιας νάρκης·
αυτός που ξέρει ότι απ’ τα έργα μας κανένα
δεν διαρκεί, όση προσπάθεια και δουλειά,
όσα λεφτά κι υγείες κι αν χαραμιστούν,
αφού καμιά τιμή ή μνημείο δεν αντέχει,
παρηγοριά έχει μια μονάχα: οι θρίαμβοι όλοι
στης μοναξιάς το φάσμα πάνω ναυαγούν.

Κι ωστόσο, την παρηγοριά πού να τη βρεις;
Ερωτευόμαστε εκείνο που πεθαίνει,
τι άλλο να ειπωθεί; Στη χώρα αυτή μια μέρα,
το ’χεις κι εσύ σκεφτεί κι ας μην τ’ ομολογείς,
φανατισμένα χέρια, χέρια εμπρηστικά
στη ρημαγμένη Ακρόπολη φωτιά θ’ ανάψουν,
την ελεφάντινη θεά θα κομματιάσουν,
θα ξεπουλήσουν τα τζιτζίκια τα χρυσά. (περισσότερα…)

Ουίλλιαμ Σ. Μέργουιν, Βροχή Φωτός


*

Ὁλημέρα τ’ ἄστρα παρακολουθοῦν ἀπό πολύ παλιά
ἡ μητέρα μου εἶπε Φεύγω τώρα
ὅταν εἶσαι μόνος θά εἶσαι καλά
εἴτε τό γνωρίζεις εἴτε ὄχι θά γνωρίσεις
κοίταξε τό παλιό σπίτι στήν αὐγινή βροχή
ὅλα τά λουλούδια εἶναι μορφές νεροῦ
ὁ ἥλιος μέσα ἀπό ἕνα λευκό σύννεφο τίς θυμίζει
ἀγγίζει τίς συρραφές ἀνάμεσα σέ διάσπαρτα μπαλώματα πάνω στό λόφο
τά πλυμένα θαμπά χρώματα τῆς πέραν τοῦ θανάτου ζωῆς
πού ζοῦσαν ἐκεῖ πολύ πρίν ἀπό την γέννησή σου
δές πῶς ξυπνοῦν δίχως καμιά ἐρώτηση
ἀκόμα κι ἄν ὁλόκληρος ὁ κόσμος ἀναφλέγεται

The Shadow of Sirius, 2008

Γυρισμένο στά Ἑλληνικά ἀπό τήν Νατάσα Κεσμέτη, Ιανουάριος 2024.
Στήν Μνήμη τῆς ἀδελφῆς της Ἀγαθονίκης.

*

Το ΝΠ σας εύχεται Καλά Χριστούγεννα με ένα ποίημα του William Blake

*

~.~

*

Μπέντζαμιν Ζεφανάια, Γαλοπούλες σταράτες

*

Μετάφραση Δήμητρα Φιλιπποπούλου

~.~

Γαλοπούλες σταράτες

Φερθείτε όμορφα στις γαλοπούλες σας τα Χριστούγεννα που ’ρχονται.
Απλά θέλουν κι αυτές να περάσουν καλά.
Οι γαλοπούλες είναι τέλειες, είναι απίθανες οι γαλοπούλες
και κάθε γαλοπούλα έχει μια Μαμά.
Φερθείτε όμορφα στις γαλοπούλες σας τα Χριστούγεννα που ’ρχονται.
Μην τις φάτε, κρατήστε τες στην ζωή,
Θα μπορούσες να είσαι συ, φίλε, άδειο το πιάτο σου στείλε,
πες «Γιο!», Γαλοπούλα, είμαι για σένα εκεί.
Είναι φίλοι πολλοί, γαλοπούλες κι αυτοί
και όλοι τους φοβούνται τα Χριστούγεννα.
Θέλουν να τα απολαύσουν, λένε, γιατί οι άνθρωποι να τα χαλάσουν;
Και οι άνθρωποι τα μυαλά τους έχουν χάσει.
Ναι, είναι φίλοι πολλοί, γαλοπούλες κι αυτοί,
όλοι έχουν δικαίωμα να έχουνε ζωή,
όχι μετάλλαξη γενετική, για πάντα σε κλουβί,
από έναν αγρότη και την κυρά μαζί. (περισσότερα…)