Ένας προβληματισμός πάνω στις μεταμορφώσεις της γραφής

*

της ΒΕΡΑΣ ΧΑΤΖΗ

Σε διάσημη σειρά διάσημης πλατφόρμας παροχής συνδρομητικών διαδικτυακών τηλεοπτικών υπηρεσιών εκτυλίσσεται ο κάτωθι διάλογος, με πρωταγωνιστές μια άκρως γοητευτική επιχειρηματία μέσης ηλικίας και τον κατά πολύ νεώτερο —με καλλιτεχνική φυσιογνωμία— σύντροφό της. Η επιχειρηματίας αγωνιά για το εάν και κατά πόσο ένα λαοφιλές έντυπο μέσο θα έχει συμπεριλάβει τη νεοσύστατη εταιρεία της —δομημένη βέβαια στη βάση του διαδικτυακού κόσμου και των μέσων δικτύωσης— και την ίδια στη λίστα με τις καλύτερες και πιο επιδραστικές επιχειρηματικές προσωπικότητες, όταν με έκπληξη και περίσσεια δυσαρέσκεια διαπιστώνει ότι ο στόχος της δεν επετεύχθη. Τότε ο σύντροφός της, σε μια προσπάθεια παρηγοριάς, της αναφέρει: «Ποιος διαβάζει έντυπα πια;» Η επιχειρηματίας, οργισμένη, ανταπαντά: «Όσοι είναι σημαντικοί».

Στον αντίλογο αυτό μου φάνηκε αίφνης ότι συνοψίστηκε ένα από τα πιο ουσιώδη σύγχρονα δίπολα περί γραφής: έντυπη versus ηλεκτρονική. Παρά την καθολική κυριαρχία του ηλεκτρονικού στο σύνολο των εκφάνσεων που αφορούν στην καθημερινή ατομική και συλλογική μας υπόσταση, υπάρχει ένας σχεδόν “δυσπρόσιτος” χώρος, ο οποίος ανθίσταται στην ολική επικράτεια του ψηφιακού· και αυτός δεν είναι, βέβαια, άλλος από τον χώρο της γραφής και δη της λογοτεχνικής. Εστιάζοντας στην τελευταία, αξίζει να διερευνηθεί ο βαθμός ανταπόκρισης της σύγχρονης λογοτεχνικής δημιουργίας και των εκφραστών της στα νέα τεχνολογικά μέσα και στις δυνατότητες που προσφέρει η ηλεκτρονική γραφή.

Υπερκειμενική ποίηση και πεζογραφία, κινητική / οπτική ποίηση, εγκαταστάσεις computer art, προγράμματα συζήτησης, διαδραστική μυθοπλασία, μυθιστορήματα/ διηγήματα σε μορφή διαδικτυακών αναρτήσεων, ποιήματα / πεζά παραγόμενα από γεννήτριες κειμένων, συλλογική γραφή[1], μικροκείμενα που αναρτώνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι οι βασικότερες μορφές νέων ηλεκτρονικά παραγόμενων λογοτεχνικών δημιουργημάτων. Παρά το γεγονός ότι αρκετοί από τους παραπάνω όρους προκαλούν ένα αίσθημα ανοικείωσης ακόμα και στο σημερινό αναγνωστικό κοινό, αξίζει να αναφερθεί ότι η βασική αλλαγή που επέφερε η επονομαζόμενη ηλεκτρονική λογοτεχνία αφορά στο μέσο και όχι στην ίδια τη γραφή. Παραφράζοντας τον Marshall McLuhan και την καίρια διαπίστωσή του ότι «το μέσο είναι το μήνυμα» οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι ναι μεν τα υπερμέσα επαναπροσδιορίζουν τον οπτικό και εννοιολογικό χώρο της γραφής, ωστόσο τα παραγόμενα κείμενα εξακολουθούν να διαλέγονται δημιουργικά με τα κανονικοποιημένα λογοτεχνικά είδη και να φέρουν στοιχεία από το έντυπο παρελθόν τους. Μια σελίδα υπερκειμένου φαντάζει ως ένα “τυπικά” οργανωμένο, σε έντυπη μορφή, διήγημα / μέρος μυθιστορήματος μέχρις ότου ο αναγνώστης φτάσει στη λέξη-«θερμό»[2] σημείο και κληθεί να αποφασίσει αν θα συνεχίσει τη γραμμική ανάγνωση ή αν θα μεταβεί μέσω του υπερσυνδέσμου σε άλλη σελίδα με λεκτικό, οπτικό ή ηχητικό περιεχόμενο. Ένα έργο αναρτημένο στο Facebook ή το Twitter, που πληροί τη βασική προϋπόθεση των εν λόγω μέσων για συντομία στις δημοσιεύσεις, μοιάζει με ένα μικροδιήγημα, συνοδευόμενο ίσως με εικονικό υλικό, που θα μπορούσαμε να διαβάσουμε σε οποιαδήποτε έντυπη συλλογή, αν δεν υπήρχαν τα likes, τα σχόλια των αναγνωστών με τις συνακόλουθες απαντήσεις του δημιουργού και η δυνατότητα διαμοιρασμού (share) του έργου· πληροφορίες που συνοδεύουν την ανάρτηση, αναδιαμορφώνουν την αλληλεπίδραση συγγραφέα και αναγνώστη, καθιστώντας τη πιο διαδραστική, και θέτουν νέα δεδομένα στην πρόσληψη και αναγνωστική ανταπόκρισή μας προς το έργο. Ακόμα και η ψηφιακή οπτική ποίηση δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα στην απόδοση και αναπαράσταση του έργου από τα ποιήματα του Mallarmé, τα καλλιγράμματα του Apollinaire, έργα των ντανταϊστών, του Lemaître, αλλά και των εκπροσώπων της «συγκεκριμένης ποίησης»[3]. Αντίστοιχο ζήτημα ανακύπτει και από την ορολογία που χρησιμοποιείται για να αποδοθούν τα συστατικά γνωρίσματα της ηλεκτρονικής λογοτεχνικής γραφής a contrario με την έντυπη. Διακρίνεται, λοιπόν, αφενός η σταθερή, αναλλοίωτη, γραμμική, διαυγής, με αιτιώδεις νοηματικές σχέσεις και με κύρος έντυπη γραφή και, αφετέρου, η ευπροσάρμοστη, μεταβλητή, ασταθής, μη γραμμική ή πολυγραμμική, ανοιχτή, χωρική, με υλικότητα, χωρίς διαύγεια και αιτιότητα ηλεκτρονική γραφή. Ο συσχετισμός έντυπου και ψηφιακού καταλήγει με τους όρους του Bolter σε μία αντίστιξη κέντρου και παρεκβάσεων, σταθερότητας και παλινωδίας[4].

Κι όμως αρκετοί από τους αποδιδόμενους στην ψηφιακή λογοτεχνική γραφή όρους έχουν αξιοποιηθεί και για να σκιαγραφήσουν τα γνωρίσματα της (μετα)μοντερνιστικής έντυπης λογοτεχνίας. Στο έργο των L. Sterne, J. Joyce, I. Calvino, R. Queneau, R. Coover, M. Butor, J.-L. Borges, J. Cortazar διαπιστώθηκαν, για πρώτη φορά, τάσεις ανατροπής της γραμμικής ακολουθίας, της αφηγηματικής διαδοχής του έργου και μιας τοπογραφικής γραφής που προσδίδει στον αναγνώστη πλήθος ελευθεριών[5]. Αντιλαμβάνομαι, λοιπόν, πως η εντύπωση του μεταβλητού και ασταθούς ψηφιακού κειμένου, την οποία διαμορφώνει η προαναφερθείσα αντι-ορολογία, δεν αντιστοιχεί κατ’ αποκλειστικότητα στη “νεότευκτη” ηλεκτρονική λογοτεχνία, αλλά αρύεται από τον “παραδοσιακό” έντυπο τρόπο γραφής.

Αυτό που πολλαπλασιάζει, συνεπώς, τις δυνατότητες της ψηφιακής λογοτεχνίας και κατά βάση τη διαφοροποιεί από τις μέχρι τώρα αναγνωστικές μας προσλαμβάνουσες είναι το επιλεγόμενο από τον δημιουργό ηλεκτρονικό μέσο, στο οποίο θα υλοποιήσει το έργο του. Ο βαθμός διαδραστικότητας και πολυμεσικότητας του κειμένου εξαρτάται από το ψηφιακό περιβάλλον δημιουργίας του. Οι κυρίαρχοι τόποι, λοιπόν, της ψηφιακής παραγωγής έργων, βασιζόμενοι σε τεχνικές υπολογιστικές μεθόδους είναι: οι ιστοσελίδες (και προσωπικά ιστολόγια) αμιγώς κατασκευασμένες από τους δημιουργούς ώστε να αποτελέσουν χώρους αναπαράστασης των ψηφιακών έργων[6] και τα MUDs, MOOs, MMOGs και MMORPGs — εικονικά, δηλαδή, περιβάλλοντα με περισσότερη ή λιγότερη έμφαση στον προγραμματισμό, που παρακινούν τον αναγνώστη / χρήστη να συμμετάσχει σε πραγματικό χρόνο σε μια προσομοιωμένη αναγνωστική διαδικασία η οποία μοιάζει μάλλον με διαδραστικό παιχνίδι ρόλων[7]. Υπάρχουν, όμως, και ανάλογοι τόποι με περισσότερο κοινωνική διάσταση όπως οι ψηφιακές εγκαταστάσεις οπτικής ποίησης σε δημόσιο χώρο, οι εφαρμογές κιναισθητικής πρόσληψης του λογοτεχνικού έργου, οι αναρτήσεις σε ιστοσελίδες μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Όλα τα προαναφερθέντα μέσα, ανάλογα με τον τρόπο που αξιοποιήθηκαν από τον συγγραφέα, επιβάλλουν στον αναγνώστη μία διττή στάση. Ο τελευταίος, με ένα κινούμενο εικονικό βλέμμα[8], αμφιταλαντεύεται ανάμεσα αφενός στη θέαση της ίδιας της κειμενικής δομής του λογοτεχνικού έργου και του μυθοπλαστικού του κόσμου, αφετέρου στη θέαση μέσω αυτής, αφού το δημιούργημα συνίσταται σε μία σειρά πιθανοτήτων —με τη μορφή υπερσυνδέσμων— που πρέπει να επιλέξει και να ενεργοποιήσει· με άλλα λόγια, υφίσταται μια ταλάντευση ανάμεσα στο «βλέμμα προς και μέσα από», ανάμεσα στη διαφανή αμεσότητα και την υπερμεσικότητα[9]. Το ηλεκτρονικό λογοτεχνικό έργο συνιστά ένα μετα-κείμενο που σημαίνει, αναπαριστά και ενεργοποιεί —σαν παλίμψηστο— άλλα κείμενα (και οπτικό ή ακουστικό υλικό), στρωματοποιημένα[10] πίσω από τους υπερσυνδέσμους.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι η γραφή εξελίσσεται. Κατά την εξέλιξη αυτή και το —διαμεσικό— πέρασμα από τη σελίδα στην οθόνη, το έντυπο συνυπάρχει με το ψηφιακό και τα υπάρχοντα κανονικοποιημένα λογοτεχνικά είδη λαμβάνουν μια δικτυωμένη, προγραμματιστική εκδοχή. Η δε πρόσληψη και μελέτη της ηλεκτρονικής γραφής τίθεται πλέον σε νέους όρους, λαμβάνοντας υπόψη τη διαρκή τάση του διαδικτυακού κόσμου να μεταβάλλεται, να τροποποιείται, αλλά και να αυτοαναιρείται (με τη διαγραφή μιας ανάρτησης ή την κατάργηση μιας ιστοσελίδας). Γι’ αυτό δεν τίθεται ζήτημα ισχύος ανάμεσα στον έντυπο και ηλεκτρονικό λόγο, αλλά ζήτημα διαλόγου και αναθεώρησης του τρόπου και των μεθόδων με τις οποίες θα προσλάβουμε και θα προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα ψηφιακά παραγόμενα ηλεκτρονικά έργα.

ΒΕΡΑ ΧΑΤΖΗ


Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ
[1] Δημητρούλια-Τικτοπούλου (2015) 78.
[2] Bolter (2006) 43.
[3] Bolter, ό.π., 212
[4] Ό.π., 188-189.
[5] Landow (1992) 102.
[6] Δημιουργούνται με τη χρήση υπολογιστικών εργαλείων. Ένα από τα πιο εύχρηστα είναι το weebly.
[7] Μπεχλιβάνου (2012) 56-57.
[8] Manovich (2016) 375.
[9] Bolter, ό.π., 256.
[10] Hayles (2005) 54.
~.~
Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α
Bolter Jay-David, Οι μεταμορφώσεις της γραφής. Υπολογιστές, Υπερκείμενο και αναμορφώσεις της τυπογραφίας (μετφρ.: Δημ. Ντούνας), Αθήνα, Μεταίχμιο, 2006.
Δημητρούλια Τ.- Τικτοπούλου Κ. (2015): Ψηφιακές Λογοτεχνικές Σπουδές, ΣΕΑΒ.
Hayles K. (2005): My Mother was a computer. Digital Subjects and Literary Texts, Chicago and London: The University of Chicago Press.
Landow P. G. (1992): Hypertext: The convergence of contemporary critical theory and technology, Baltimore and London: The John Hopkins University Press.
Manovich L. (2016, 1η: 2009), Η Γλώσσα των νέων μέσων (επιμ.: Μ. Σαντοριναίος· μτφρ.: Θ. Δρίτσας, Κ. Σπαθαράκης), Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών.
Μπεχλιβάνου Μαρία (2012), Από το χαρτί στην οθόνη: Ζητήματα της ηλεκτρονικής λογοτεχνίας, Διπλωματική εργασία, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη.

*

 

Advertisement