της ΘΕΩΝΗΣ ΚΟΤΙΝΗ
Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου,
Ο θυρωρός των ημερών, Κέδρος, 2022
Η τελευταία συλλογή της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου αποτελεί μια συνεπή συνέχεια στην ποίησή της που με νευρώδη λόγο και έρρυθμο στοχασμό βυθομετρά τις κυμάνσεις μιας επίμονης υπαρξιακής αναζήτησης. Υπαρξιακή, πράγματι, κατά κύριο λόγο η ποίησή της, υποστασιοποιείται σε μια φασματική σκηνοθεσία, συχνά με υλικά από ένα γκροτέσκο θέατρο ποικιλιών, με τα αντικείμενα να λαμβάνουν το ρόλο μιας απόκοσμης παντομίμας αυτού που θα έπρεπε να είναι η παρουσία. Έτσι, συχνά συντίθεται ένας ερειπιώνας αναμνήσεων, παράταιρων εξαρτημάτων και αλλόκοτων μορφών ενός σκηνικού σε παύση, όπου το άτομο ανασύρει από τις καταπακτές του χρόνου εμβλήματα ενός τότε που στοιχειώνουν με την παράλογη εκκρεμότητά τους και την επίμονή διάρκειά τους το τώρα. Σοφίτες, ενυδρεία, έρημοι κήποι, μαυσωλεία, καταργημένες γειτονιές, φελινικά ταμπλώ βιβάν, παρηκμασμένα οικογενειακά καθιστικά περιβάλλουν το άτομο έγκλειστο σε μια εικονογραφία άπνοιας, στην «ειρωνεία του ασύνδετου στον ενιαίο τρόμο».
Ο ΕΡΩΤΙΔΕΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΔΕΙΠΝΟ
Πώς ανατέλλει ξαφνικά εορταστικό το μαυσωλείο!
Γελιέται η Λύπη και τρέχει σκοτεινή
προς τους πανσέδες.
Θα έχει, σκέφτεται, ψωμί η ολοκαίνουργια καταπακτή
με το γενναίο βρέφος που επιμένει.
Διασχίζει πένθη, φήμες κακόβουλες, προβλέψεις
[ πως, τάχα, ξεκολλάει κάποτε η καρδιά
– οπωσδήποτε, λένε, ξεκολλάει –
και άψυχες κατρακυλούν οι ολονυχτίες του έρωτα
όπως οι άσπρες ανεμώνες απ’ τις παλιές ταπετσαρίες
στα ψηλοτάβανα cafe της Βιέννης ]
μα αναβοσβήνει τόσο ανυπεράσπιστα
τα χέρια του το βρέφος
κι είναι καιρό σταθμευμένα τα πέλματα
στις φλούδες του πυθμένα…
Το αποφασίζει, αλλά δειλιάζει προς στιγμήν.
Σπαράζει στο κλάμα εκείνο
μόλις τη βλέπει να το προσπερνά.
Πισωγυρνά.
Το παίρνει στα χέρια με λαχτάρα.
Την κατασπαράζει.