κυπριακή ποίηση

Ο Ριμαχό στον Εικοστό Πρώτο αιώνα

*

της ΒΙΚΤΩΡΙΑΣ ΚΑΠΛΑΝΗ

Ο κύριος με το παράξενο όνομα Ριμαχό είναι ποιητής, φιλόλογος και κριτικός. Γεννιέται μέσα στο ποίημα, γέννημα-θρέμμα του άδολου έρωτα για τις λέξεις. Πρόσωπο πρωτεϊκό, με έκδηλη τη φιλοσοφική διάθεση, έχει το χάρισμα να μεταμορφώνεται, να κινείται στον χώρο και στον χρόνο, να παρατηρεί και να σχολιάζει τα ιστορικά και κοινωνικά δρώμενα, άλλοτε αθέατος κι άλλοτε να παίρνει τη μορφή γνωστών ποιητών της Κύπρου, να ζει στιγμές του βίου τους και να συνομιλεί με τους οικείους και τους φίλους τους. Ο Ριμαχό λατρεύει την πατρίδα του, την Κύπρο, αναστοχάζεται την ιστορία της,  ταυτίζεται και βιώνει μαζί της όλες τις επώδυνες περιπέτειες του βίου της, εκφράζει ελεύθερα και με θάρρος τη γνώμη του, αναλαμβάνει την ευθύνη και τις συνέπειες των λόγων του. Ο Παναγιώτης Νικολαΐδης, μετά από έξι ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές στο βιογραφικό του, από το 2009 μέχρι σήμερα και ένα ήδη διακριτό κριτικό έργο, στο νέο του ποιητικό βιβλίο μπαίνει στο ρόλο του επιμελητή έκδοσης και μας συστήνει τον Ριμαχό, μεριμνώντας, όπως ισχυρίζεται, να γίνει γνωστό στο αναγνωστικό κοινό αδημοσίευτο αρχειακό υλικό, που περιλαμβάνει ημερολογιακές καταγραφές, μαρτυρίες, αδημοσίευτα ποιήματα και επιστολές του Ριμαχό. Ο ποιητής αυτός, παλαιός γνώριμος δημοφιλών ομοτέχνων του, όπως ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης, ο Παντελής Μηχανικός και ο Κώστας Βασιλείου φαίνεται πως υπήρξε μια προσωπικότητα με σημαντικό αλλά όχι προβεβλημένο έργο και μελετητές, όπως ο ποιητής και φιλόλογος Σάββας Παύλου, έγραψαν ότι ο Ριμαχό «αποδείχτηκε persona grata στη λογοτεχνία του νησιού». (περισσότερα…)

Ένα μυστικό και μουσικό συμβόλαιο με τη γλώσσα

*

του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

Στέλλα Βοσκαρίδου, μικρομηχανισμοί,
Εκδόσεις Εντευκτηρίου, 2022

Η τρίτη και καλαίσθητη ποιητική κατάθεσή της Στέλλας Βοσκαρίδου μικρομηχανισμοί διακρίνεται εξαρχής για την πρωτότυπη γλώσσα και τον λαβύρινθο των εικόνων, όπου οι εσωτερικές ενότητες του λυρικού θέματος και του εξωτερικού ή της δομής είναι αλληλένδετες. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, πως παντού στη συλλογή, από το εναρκτήριο μότο (credo quia absurdum est > το πιστεύω, γιατί είναι παράλογο), ελλοχεύει το παράδοξο και το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης και γραφής· στοιχεία που αφ’ ενός ενεργοποιούν το αίσθημα του τραγικού, αλλά και του παιγνιώδους και του ειρωνικού/αυτοσαρκαστικού και αφ’ ετέρου θεματοποιούν μορφολογικά τη ρητορική του αποσπασματικού, καθώς τα ακαριαία ως επί το πλείστον ποιήματα της συλλογής σηματοδοτούν το βίαιο πέρασμα από τη μια μορφή στην άλλη και ξεχωρίζουν για τον νεωτερικό προσανατολισμό, το όραμα και τη δυναμική διαλεκτική τους. Μπορούμε, επομένως, να συναντήσουμε στο βιβλίο μια ποικιλία ποιητικών προσεγγίσεων, αφού ο ποιητικός λόγος αντλεί τόσο από τη λυρική παράδοση, τον σουρεαλισμό και τον ποιητικό πειραματισμό όσο κι από τη ρητορική τάση της ποίησης, γεγονός που καταδεικνύει τον δημιουργικό διάλογο της ποιήτριας με τις Στιγμές του Κώστα Μόντη.

(περισσότερα…)

Ο σπαραγμός της γυναικείας γραφής και ταυτότητας

Έρινα Χαραλάμπους, ΤΑΥ, Εικοσιοκτώ ριπές
και ένα πολεμικό ανακοινωθέν,
 Θράκα, 2022

του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

Με τη δεύτερη ποιητική της συλλογή που τιτλοφορείται ευφυώς ΤΑΥ, η Έρινα Χαραλάμπους διασταυρώνεται πιο τολμηρά και δυναμικά —σε σχέση πάντα με την πρώτη της συλλογή Πλεκτάνη (Θράκα 2020)— με την εναγώνια διεκδίκηση της έμφυλής της ταυτότητας, του νοήματος της ιστορίας, του διαλόγου με τη λογοτεχνική παράδοση (Έλενα Τουμαζή-Ρεμπελίνα, Τζένη Μαστοράκη, Ζωή Καρέλλη, Κλαρίσε Λισπέκτορ, Κάρολ Αν Ντάφυ κ.ά.) και, κυρίως, του βασανιστικού ερωτήματος: πώς ποιητικοποιείται η οντολογική ελευθερία. Πιο συγκεκριμένα, τα θέματα (α) της ασφυκτικής καταπίεσης της γυναικείας ύπαρξης και του γυναικείου ερωτισμού από μια αντρική μηχανή-κοινωνία, (β) της αυξάνουσας σωματικής και ψυχολογικής φθοράς, (γ) της αίσθησης της εγγύτητας του θανάτου και (δ) της ποιητικής/σωματικής δυστοκίας/υπογονιμότητας συνδεδεμένης με μια τραυματική, αλλά και αναγεννητική για το γυναικείο σώμα και πνεύμα εμπειρία της γέννας, συνυπάρχουν αντιθετικά με ένα έντονο αίσθημα ερωτισμού και αιωνιότητας, καταδεικνύοντας έτσι μια ποίηση που γράφει μια γυναίκα, η οποία αντιστέκεται συνειδητά στις ανδροκρατούμενες συμβάσεις και έχει διαμορφώσει τη γραφή της όχι πάνω στις αρχές της εξομοίωσης με τον άνδρα, αλλά πάνω στη συνειδητοποίηση της διαφοράς της με αυτόν: «Είμαι γυναίκα. Γράφω με αυτό που είμαι» δηλώνει με παρρησία η Luce Irigaray· μιας γυναίκας που αρνείται πλέον µια δηµιουργία σιωπηλή ή ιδιωτική, και επιδιώκει να επαναδιατυπώσει από την οπτική του φύλου της τη σχέση μεταξύ κοινωνίας, καλλιτεχνικής δημιουργίας και κόσμου. (περισσότερα…)

Για μια ανθολογία της επώνυμης κυπριακής ποίησης

Δύο αιώνες επώνυμης κυπριακής ποίησης (1837-2021),
Γενική επιμέλεια -Εισαγωγή: Λεωνίδας Γαλάζης,
Ανθολόγηση – Επιμέλεια: Ομάδα φιλολόγων,
Όμιλος Λογοτεχνίας και Κριτικής, Λευκωσία 2021

του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

Σημαντικό εκδοτικό γεγονός του προηγούμενου έτους αποτελεί αναμφίβολα η ανθολογία Δύο αιώνες επώνυμης κυπριακής ποίησης (1837-2021), η οποία αντικατοπτρίζει εμπράκτως την πρόθεση του γνωστού Όμιλου Λογοτεχνίας και Κριτικής να αποδώσει τιμή στην επέτειο των Διακοσίων Χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, αλλά και να συμβάλει ουσιαστικά στη λεπτομερή αποτύπωση της γραμματολογικής συνέχειας και της θεματικής ποικιλίας της κυπριακής ποίησης, η οποία όπως ορθά υπογραμμίζεται στην «Εισαγωγή» αποτελεί ανθισμένο κλαδί της ευρύτερης νεοελληνικής λογοτεχνίας με τις ιδιαιτερότητες, και τις ιδιομορφίες της ανθρωπογεωγραφίας, του τόπου και της διαλέκτου, να λειτουργούν μόνον εμπλουτιστικά και επιβεβαιωτικά. Το δύσκολο αυτό έργο της ανθολόγησης του ογκώδους αυτού τόμου, όπως εξαγγέλλεται στον «Πρόλογο», υλοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη πραγματοποιήθηκε η επιλογή και συγκέντρωση των ποιημάτων από τετραμελή ομάδα ανθολόγησης (Ανδρέα Αντζουλή, Λεωνίδα Γαλάζη, Κυριάκο Ιωάννου και Ανδρέα Γεωργαλλίδη), ενώ στη δεύτερη συγκροτήθηκε πενταμελής ομάδα (Γεωργία Γαλάζη, Σταυρούλα Μπίου, Γαβριέλλα Παναγή και Βασιλική Σελιώτη), η οποία ανέλαβε τη γενική  επιμέλεια του τόμου, υπό τη γενική ευθύνη και εποπτεία του ποιητή και φιλόλογου Λεωνίδα Γαλάζη. Σημαντικό, επίσης, στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι η έκδοση επιχορηγήθηκε από τις Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας στο πλαίσιο του Προγράμματος Πολιτισμός ΙΙ (2021-2025). (περισσότερα…)

Για μια πρώτη περίπτωση κυπριακής queer ποίησης

Ηλίας Κωνσταντίνου
Ποιήματα
(Επιμέλεια-Επιλεγόμενα: Λευτέρης Παπαλεοντίου)
Αθήνα, Βακχικόν, 2020

της ΑΥΓΗΣ ΛΙΛΛΗ

Με την επανέκδοση μεγάλου μέρους της ποιητικής παρακαταθήκης του πρόωρα χαμένου Κύπριου ποιητή Ηλία Κωνσταντίνου (1957-1995) σε επιμέλεια του ακαδημαϊκού φιλόλογου Λευτέρη Παπαλεοντίου ξεκινά μια απαραίτητη (και ενδεχομένως αναμενόμενη) συζήτηση για μια σημαντική ποιητική μορφή της Κύπρου. Το έργο του Κωνσταντίνου δεν προσέχθηκε ή, καλύτερα ίσως, δεν συζητήθηκε ευρέως όσο ο ίδιος ήταν εν ζωή, ενδεχομένως γιατί το πολιτικό, κοινωνικό και λογοτεχνικό έδαφος της νήσου δεν ήταν καθόλου πρόσφορο για ομοφυλόφιλη ποίηση. Τις πρώτες δύο τουλάχιστον δεκαετίες μετά το 1974 το κυρίαρχο έως και απόλυτο θέμα  το οποίο ήταν “αποδεκτό” στις τέχνες των γραμμάτων ήταν αναπόφευκτα το Κυπριακό: η εισβολή, η προσφυγιά, η απώλεια, η αδικία, η αναμονή, το τραύμα.

Ο Ηλίας Κωνσταντίνου εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή το 1984, με τίτλο Αρσενικός Χαλκός (Θεμέλιο, Κύπρος). Ακολούθησαν οι συλλογές Γράμματα της Ώρας (Θεμέλιο, Κύπρος, 1986) και Κυπριακές Ηθογραφίες (Λεμεσός, 1991). Μετά τον πρόωρο θάνατό του, το 1995, εκδόθηκαν Τα Αυτοκρατορικά  (Λεμεσός, 1996). Ελάχιστα είναι τα σημειώματα για την ποίηση του ενόσω ο ίδιος ήταν ακόμη εν ζωή,[1] γεγονός που επιβεβαιώνει, όπως αναφέρει και ο Λ. Παπαλεοντίου, τη μη ένδειξη προσοχής προς αυτήν ή την απαξίωση ίσως προς έναν ποιητή ο οποίος αφενός δεν κρύβει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, τον «έρωτα των αντρών» συγκεκριμένα, τον οποίο ιδιαζόντως καταθέτει με αντιεξουσιαστική διάθεση,[2] καυτηριάζει την παχύδερμη κυπριακή κουλτούρα αφετέρου.

Σε αντίθεση με τις περιπτώσεις, για παράδειγμα, του Ντίνου Χριστιανόπουλου, του Γιώργου Ιωάννου του Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου, αυταπόδεικτων προγόνων του Κωνσταντίνου,[3] ακόμα και του Δημήτρη Ποταμίτη (περίπτωση η οποία επίσης αξίζει και πρέπει να μελετηθεί πλέον εκτενέστερα και εμβριθέστερα), με την οποία η ποίηση του Κωνσταντίνου έχει συνδεθεί επαρκέστερα,[4] η ομοφυλόφιλη ταυτότητα στον Κωνσταντίνου δηλώνεται ευθέως, δηλαδή διαμέσου του πόθου του ανδρικού σώματος για ένα άλλο ανδρικό σώμα και της επιθυμίας της σαρκικής ηδονής. Δεν υπάρχει συγκάλυψη, απόκρυψη, υπαινικτικότητα ή η καταπίεση του εγκλωβισμού στον Κωνσταντίνου. Η ποίησή του έχει συνδεθεί επίσης, διά των συγκλίσεων ή των αποκλίσεων, με εκείνην του Νίκου Σπάνια και του Ανδρέα Αγγελάκη, αντίστοιχα.[5] Η ποίηση του Κωνσταντίνου, που ουσιαστικά πρωτοεμφανίζεται στην Κύπρο δέκα μόλις χρόνια μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή, δίδοντας αιφνιδίως μεγαλύτερη ή έστω εξίσου μεγάλη βαρύτητα και σε “άλλες” θεματικές στοχεύσεις, δεν μπορεί παρά να είναι όντως τολμηρή και προκλητική, άσεμνη και ωμή. Και κυρίως, όπως οι μελετητές συμφωνούν, συνιστά ποίηση σωματοποιημένη ή σωματική,[6] με άλλα λόγια, κυριολεκτική:

ΕΡΩΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Στον Δήμο που φεύγει

Αφήνω σε
στα φιλιά μου, φίλε μου
σ’ ένα στρώμα διπλό
στα φιλιά μου φίλε μου
– για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου.
Για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου
κοιτάζω σταθερά
τον γαλανό αφαλό, του κορμιού σου
Για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου
ακολουθείς, μορφασμούς ηδονής
στου λαιμού μου την κίνηση.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στην άκρη του κόσμου
σκεπάζει το καυλωμένο σου βυζί
το ξυρισμένο μου μάγουλο.
Έτσι πλασμένοι
κι οι δυο σκεπασμένοι
τέλεια ίδιοι – πάντα αντίθετοι
μες σ’ τούντην ασφάλεια αφήνω σε φίλε μου
για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα
γλείφω πολλά – αναπνέω απαλά
στα ανοιχτά σου βλέφαρα.
Για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα
γεμώνεις μου τα δάχτυλα χύματα.
Για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σήμερα
πίνεις τα δικά μου
στου αφαλού μου το κύπελλο.

Για να ρίξω τα μαλλιά μου
στην άκρη του κόσμου
επιστρέφω
για να ρίξω τα μαλλιά μου στο σώμα σου
στη στρογγυλή άκρη του κόσμου
στο επάπειρο σήμερα.

(περισσότερα…)

Στο κάτοπτρο του μύθου

Σχόλια πάνω στην ποιητική σύνθεση της Αυγής Λίλλη, Στην άκρη μια ουρά (Θράκα 2021)

του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

Με την τρίτη κατά σειρά ποιητική κατάθεσή της Στην άκρη μια ουρά, η Αυγή Λίλλη συγκροτεί έναν πολυσήμαντο ποιητικό χώρο, στον οποίο τα ήδη κατακτημένα όπλα μιας σπαρακτικής διακειμενικότητας, μιας ανατρεπτικής όρασης και κυρίως μιας βίαιης αποστακτικής επεξεργασίας του λόγου οξύνονται ακόμη περισσότερο. Όπως, καταδεικνύει τόσο ο τίτλος όσο και η καλαίσθητη εκδοτική της ανά χείρας συλλογής-συνθετικού ποιήματος, η Αυγή Λίλλη διαλέγεται δημιουργικά με τον γνωστό, σκοτεινό μύθο της μικρής γοργόνας του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Πιο συγκεκριμένα, ο διάλογος εντοπίζεται αφενός στον άνισο αγώνα με τον χρόνο που επιβάλλεται προοδευτικά, τραυματικά και αδιαπραγμάτευτα στην ύπαρξη και αφετέρου στον αρχέγονο έρωτα, ο οποίος αν και δρα προς στιγμήν εξισορροπητικά στην έντονη παρουσία του θανάτου, προβάλλει, εντούτοις, αντιθετικά και επίμονα από τη μια το τυραννικό δράμα του ανικανοποίητου, ανεκπλήρωτου κι από την άλλη το δράμα της αναπόφευκτης φθοράς του τελειωμένου. Το βιβλίο αυτό, με άλλα λόγια, αποτελεί, κατά την άποψή μου, μια σύνοψη ιδεών που αναπηδά από βιώματα έρωτα και απώλειας και συμπυκνώνει αισθητικά τη βιολογική, αλλά και ποιητική ωρίμανση της ποιήτριας, η οποία μοιάζει να εισέρχεται σε μια εποχή αποχαιρετισμού του έρωτα. (περισσότερα…)

Νέοι Ποιητές ενός νέου αιώνα | 68. Έρινα Χαραλάμπους

ΔΙΑΡΚΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ 2000-2020

Ποιά ἡ ποίηση τοῦ 21ου αἰώνα καὶ ποιοί οἱ ποιητές της; Χιλιάδες ποιητικὲς συλλογές, εἴτε τυπωμένες ἀπὸ ἐπώνυμους οἴκους εἴτε αὐτοεκδόσεις, ἑκατοντάδων ἢ καὶ χιλιάδων ποιητῶν ποὺ ἀναζητοῦν τὴν θέση τους στὴν Νεοελληνικὴ Λογοτεχνία. Τί μένει ὅμως καὶ τί περνάει ἀπὸ τὴν κρησάρα τῆς κριτικῆς; Τί ἐπιβιώνει –ἢ ἔστω, τί φαίνεται ὅτι μπορεῖ νὰ ἐπιβιώσει– στὴν μνήμη τῆς ἀναγνωστικῆς κοινότητας;

Ἀποπειρώμενο μιὰν ἀπάντηση στὰ παραπάνω, τὸ Νέο Πλανόδιον ἐγκαινιάζει τὴν ἑβδομαδιαία στήλη ‘‘Νέοι ποιητὲς ἑνὸς νέου αἰώνα. Διαρκὴς ποιητικὴ ἀνθολογία 2000-2020’’. Γιὰ διάστημα δύο ἐτῶν καὶ ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2019, θὰ ἀνθολογοῦνται κάθε ἑβδομάδα ἕνα ἢ περισσότερα ποίηματα ἑνός/μιᾶς συγγραφέα, ποὺ θὰ πληροῦν δύο προϋποθέσεις: θὰ εἶναι α) δημοσιευμένα μετὰ τὸ 2000, καὶ β) γραμμένα ἀπὸ ποιήτριες ἢ ποιητὲς 45 ἐτῶν καὶ νεώτερους, γεννημένους δηλαδὴ ἀπὸ τό –σημαδιακό– 1974 καὶ ἑξῆς. (περισσότερα…)

«Να καθαρίσει ο τόπος»

Έρινα Χαραλάμπους Πλεκτάνη, Θράκα 2020

 του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

Μετά την πρώτη και ίσως σιωπηλά αποκηρυγμένη πεζογραφική της απόπειρα Μ’ αγαπούς; (2010), η Έρινα Χαραλάμπους επανέρχεται με μιαν ωριμότερη ποιητική κατάθεση που τιτλοφορείται Πλεκτάνη (Θράκα 2020). Στα ολιγόστιχα, κατά βάση, όχι ποιητικά ισοϋψή κείμενα της ανά χείρας καλαίσθητης συλλογής πληθαίνουν οι εξομολογητικές στιγμές ενός ευαίσθητου ποιητικού εγώ που ασφυκτιά στο άξενο και διαβρωμένο κοινωνικοπολιτικό του περιβάλλον. Σε αρκετά, λοιπόν, ποιήματα του βιβλίου η κοινωνική περιθωριοποίηση, η εξαχρείωση των αισθημάτων, η κατανάλωση των σχέσεων, αλλά και η γενικότερη πολιτικοκοινωνική διαφθορά και αλλοτρίωση αποτελούν διάφορες εκδοχές της υπαρξιακής ερημιάς και του σύγχρονου παράλογου. Πιο συγκεκριμένα, τα θέματα α) της διάψευσης των παιδικών-νεανικών ονείρων, β) των προσωπικών και συλλογικών αδιεξόδων της νέας γενιάς, γ) της σωματικής και ψυχολογικής φθοράς, δ) της πανταχού παρούσας ηθικής, πολιτικής, κοινωνικής και πνευματικής έκπτωσης-διαφθοράς και τέλος ε) το διαχρονικό δράμα του πολέμου, της τρομοκρατίας και της μετανάστευσης συνδέονται άρρηκτα στη συλλογή με μιαν επώδυνη βυθοσκόπηση στην αυστηρά ιδιωτική περιοχή του ποιητικού προσώπου· εκεί όπου κυριαρχούν η αίσθηση της μόνωσης, του θανάτου και της διάψευσης του έρωτα, που συνυφαίνονται με την αποτυχία του στίγματος της σύγχρονης κοινωνικής κατάστασης ή της συλλογικής ταυτότητας.

(περισσότερα…)

Δώρος Γεωργίου, Επτά ποιήματα

Ακούγοντας Μάλερ και παίζοντας τάβλι

Μην βιαστείτε να γράψετε
για τους μεγάλους πολέμους.
Αναφερθείτε πρώτα στους μικρούς.

Το χέρι που γράφει κομψότερα,
νικάει αυτό που ορνιθοσκαλίζει.
(περισσότερα…)

Ἡ Ἰχθυοσαυρική Ρήγαινα τῆς Νάσας Παταπίου, ἄλλως: Ἡ διφυής ἀθανασία χειρογράφων τε καί ποιημάτων

της ΝΑΤΑΣΑΣ ΚΕΣΜΕΤΗ

Νάσα Παταπίου, Μελουζίνης ενώτια ή Η ωραία που έρχεται, Καστανιώτης, 2019

Eὐθύς ἐξαρχῆς θέλω νά πῶ ὅτι τό κυρίαρχο σύμβολο τῆς Ἰχθυοσαυρικῆς Κόρης πού βλέπω να ἐκδιπλώνεται σέ ὁλόκληρη τή συλλογή τῆς Νάσας Παταπίου, ἀποτελεῖ τόν συνδετικό ἱστό τεσσάρων διαφορετικῶν ἐπιπέδων:  ἱστορικό,  κοινωνικό,  ὑπεριστορικό καί ὑπερφυσικό. Ὡστόσο, δέν ἀποτελεῖ  «συνδετικό ἱστό» μόνο. Ἐλπίζω πώς στή συνέχεια θά δείξω γιατί. (περισσότερα…)

Παναγιώτης Νικολαΐδης, Μανιφέστο αποτυχίας

zoom-backgrounds-00014

ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ

Και ξαφνικά το χρήμα
δεν χρησιμεύει πια σε τίποτα
ούτε οι έξυπνες βόμβες του στρατού
ούτε ο τρυπημένος ουρανός
γεμάτος κάμερες και δορυφόρους.
Φαίνεται πως η φύση πήρε τον λόγο
και θα τον έχει για καιρό
καθώς μας πνίγουν ολοένα
οι στέγες των μεγάλων μας σπιτιών
κι αυτός ο φόβος ο βαθύς
πως θα πεθάνουμε από κάτι τόσο απλό
ενώ δαμάσαμε όλα τα είδη στον πλανήτη.
Γι’ αυτό, λοιπόν,
πετάμε μόνο με ψηφιακούς χαρταετούς
(ό,τι χτίζουμε μας γκρεμίζει πιο πολύ)
αφού το βαθύτερο νόημα
δεν είναι πια να μετοικήσουμε στον Άρη,
τη σελήνη ή κάπου αλλού
αλλά να δούμε τη ζωή αλλιώς
με τις φυλακισμένες μας αισθήσεις.
έξω στον κήπο, όμως,
κοκκινίζουν πάλι τ’ άνθη της ροδιάς
και τα σπουργίτια
χορεύουν σάλσα μες στο φως
σαν εσωτερικοί μετανάστες του εφήμερου.
Έτσι απλά αδέλφια νικά πάντα η ζωή
καθώς οι φλόγες
μεταφέρουν κομμάτια
της απανθρακωμένης μας ψυχής
στον ατελείωτο ιμάντα
του χρόνου.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

Γιώργος Χριστοδουλίδης: ένας κοινωνικός και υπαρξιακός ποιητής. Σχόλια στη συλλογή «Μυστικοί άνθρωποι» (Κύμα, 2019).

 του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

57cd0e5d-8d51-473c-90ab-4ec0169a4f0aΜε την έβδομη, πιο πρόσφατη, αλλά σημαντικότερη και ωριμότερη, κατά την άποψή μου, ποιητική συλλογή Μυστικοί άνθρωποι (Κύμα, 2019), ο ποιητής και δημοσιογράφος στο επάγγελμα Γ. Χριστοδουλίδης αξιοποιεί μεν τις κατακτήσεις της προηγούμενής του διαδρομής, αλλά δεν επαναπαύεται ούτε εφησυχάζει. Αντίθετα επιχειρεί και επιτυγχάνει ξεκάθαρα ένα εκφραστικό άλμα  -ιδιαίτερα στα μεγαλύτερα σε έκταση ποιήματα της ανά χείρας συλλογής που αποτελούν χωρίς καμμιά αμφιβολία ποιητική κατάκτηση- δίνοντας πάντα ποίηση δροσερή, ευφάνταστη, πρωτότυπη, διαποτισμένη από γνήσιο ποιητικό αίσθημα και ανατρεπτικό βλέμμα. Ένας ακόμη σημαντικός λόγος που τεκμηριώνει την κομβική θέση της παρούσας συλλογής στο σύνολο της ανοδικής του ποιητικής διαδρομής είναι ότι, ενώ στα προηγούμενά του βιβλία και ειδικότερα στο προηγούμενο Πληγείσες περιοχές τα κυρίαρχα θέματα της ποίησής του (π.χ. έρωτας, ποίηση, εισβολή-κατοχή, παιδική ηλικία, φθορά-θάνατος, κοινωνικός προβληματισμός, υπαρξιακή αναζήτηση κ.ά.) συνυπάρχουν ισότιμα, τώρα όλα τα επιμέρους, οικεία θέματα ενορχηστρώνονται και υποτάσσονται σε δύο δεσπόζουσες θεματικές: τον κοινωνικό και τον υπαρξιακό προβληματισμό· γεγονός που μας επιτρέπει πλέον με ασφάλεια να τον χαρακτηρίσουμε ως κοινωνικό και υπαρξιακό ποιητή.

Τρίτο σημαντικό στοιχείο που αποδεικνύει την ποιητική εγρήγορση και τη συνεχή μέριμνα του Χριστοδουλίδη για πειραματισμό και συνεχή ανανέωση είναι η πιο έντονη και ώριμη πια παρουσία του εξωλογικού στοιχείου στην ποίησή του, το οποίο εντοπίζεται με σαφήνεια για πρώτη φορά στην προηγούμενή του συλλογή.[1] Το σαγηνευτικό εξωλογικό στοιχείο στην ποίηση του Χριστοδουλίδη δεν αφορμάται από μια θεωρητική ή μια επιπόλαια μιμητική στάση, αλλά εκκινεί από μια καίρια βιωματική παρατήρηση, η οποία σταδιακά σχηματοποιείται σε βαθιά πεποίθηση ότι το χάος και το παράλογο βρίσκονται παντού, ότι η λογική και ο ορθολογισμός, δηλαδή, δεν δύνανται να εξηγήσουν ικανοποιητικά τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι το στοιχείο αυτό σχετίζεται άμεσα με την ανάγκη μεταστοιχείωσης και επαναδημιουργίας του κόσμου, με τις ελευθερίες και τις απεριόριστες δυνατότητες που παρέχει η ποιητική φαντασία.[2] Το εξωλογικό στοιχείο συνδέεται, επίσης, έντονα με τις υπαρξιακές αναζητήσεις του ποιητή και αποτελεί στήριγμα στην προσπάθειά του να συγκολλήσει τα θραύσματα μιας πάσχουσας συνείδησης, λειτουργώντας έτσι ως στοιχείο παράπλευρο και συμπληρωματικό προς τον κατακτημένο ρεαλισμό του.[3] Παράλληλα, συνυφαίνεται και με τον έντονο κοινωνικό προβληματισμό του ποιητή, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερα σύνθετο ποιητικό σύμπαν με αλλεπάλληλες εικόνες και πολλαπλές αντιθέσεις, το οποίο εντείνει την πολυσημία και ενισχύει την προσπάθεια του να εισχωρήσει στα μύχια της ύπαρξης.[4] Η εισβολή, με άλλα λόγια του εξωλογικού στοιχείου στην ανά χείρας συλλογή τροφοδοτεί με ποιητικό οξυγόνο τις κυρίαρχες θεματικές του βιβλίου προσδίδοντας μιαν ευφάνταστη εκφραστικότητα στην ποίησή του.

Πιο συγκεκριμένα η συλλογή αποτελείται από 49 μικρά, αλλά και μεγάλα σε έκταση ποιήματα τα οποία εκκινούν από την καθημερινότητα, τροφοδοτούνται από τις οικείες και ταπεινές όψεις της, για να αναχθούν όμως πάντα στο επίπεδο της υπαρξιακής ή ποιητικής εμπειρίας, εκεί όπου ο φθαρτός κόσμος μεταμορφώνεται μέσα από το φαντασμαγορικό πρίσμα της ποιητικής αίσθησης. Όπως αποδεικνύει η ανάγνωση του συνόλου του έργου του Χριστοδουλίδη, ο ποιητής γράφει τους ισχυρότερους του στίχους όταν εκκινεί από τα προσωπικά του βιώματα και γίνεται εξομολογητικός. Συνήθως σε μια τέτοια εκκίνηση, το εγώ φτάνει πολύ μακρύτερα από το σημείο που όριζε η αφετηρία του και συναντά το εμείς. Τα περισσότερα από τα ποιήματα της συλλογής καταδεικνύουν με σαφήνεια μια δραματική και, ας το καταθέσω προκαταβολικά, ποιητικά δραστική στροφή του ποιητικού υποκειμένου προς τον εσώτερο βιωματικό του πυρήνα, εκεί όπου μονίμως αναθρώσκουν μνήμες ζωογονητικές (π.χ. ερωτικές, παιδικές), αλλά και πολλές λύπες, ματαιώσεις, διαψεύσεις και οδυνηρές διαπιστώσεις. Συγκλίνουν, με άλλα λόγια, προς ένα ζεύγμα αποσταγμένης πείρας ζωής, πικρίας για τις συντελεσμένες απώλειες και καρτερικού φόβου για τα επικείμενα.

Στα κοινωνικά και βιωματικά ποιήματα της συλλογής ο Χριστοδουλίδης φαίνεται να αρνείται τον ρόλο του απομονωμένου ποιητή, δεν ικανοποιείται με τον ρόλο του θεατή σε μια τραγωδία, αλλά στρέφει το βλέμμα του στα σκοτεινά κελιά των ατομικών δραμάτων της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και στα στενά σοκάκια της περιθωριοποιημένης κοινωνίας, διεκδικώντας έναν ενεργό ρόλο για την ποίηση που να συνδέει το αισθητικό αποτέλεσμα με τον κοινωνικό βίο. Αναζητά, με άλλα λόγια, την υπερβατική δύναμη της ποίησης μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο που τη γεννά, είτε μιλά για τις ασχήμιες και τα βάσανα, είτε για τις χαρές της ζωής. Η ποίηση, επομένως, για τον Χριστοδουλίδη δεν είναι απλώς ένα καταφύγιο, αλλά μία μαχητική τέχνη που βιώνει τα δικά της πάθη μαζί με τους ανθρώπους. Παράλληλα ο ευαίσθητος ψυχισμός του, με την ειδική υφή της ενηλικίωσής του, μεταφέρει στο παρόν έργο έναν υπόγειο θρήνο· την ίδια την εύθραυστη υφή της υπαρκτικότητας που διαρκώς συνδιαλέγεται με το αναπόφευκτο όριο του θανάτου, δίνοντας έτσι στο βιβλίο την υπαρξιακή δύναμη και το βάθος του.

Θρύμματα

Εκείνη τη στιγμή
που το φλιτζάνι πέφτει στο πάτωμα
και θρυμματίζεται σε εκατό κομμάτια
καταλαβαίνεις τη σημασία της ακεραιότητας
ότι αυτό που λέμε ακέραιο
είναι αυτό που αντιστέκεται να μην σπάσει
αυτό που δεν αφήνεται να πέσει
και να γίνει εκατό κομμάτια
αλλά επιμένει να συγκρατεί
ό,τι το αποτελεί
αποφασισμένο να μην δείξει
ότι είναι τόσο εύθραυστο
όσο ένα φλιτζάνι·
ότι είναι ακριβώς αυτό:
εκατό κομμάτια που κρατιούνται γερά
μεταξύ τους για να δείχνουν ένα. (περισσότερα…)