*
Εισαγωγή και Καταγραφή
ΣΤΑΘΗΣ Α. ΚΙΣΣΑΜΙΤΗΣ
H σεστίνα είναι η πιο ιδιότυπη ίσως μορφή της ευρωπαϊκής ποίησης. Η επινόηση του είδους αποδίδεται στον Arnaut Daniel, Προβηγκιανό τροβαδούρο του 12ου αιώνα, αν και έχει υποστηριχθεί πως ο Ντανιέλ ανανέωσε απλώς μια ήδη προϋπάρχουσα φόρμα. Με τους επιγόνους του, κυρίως Ιταλούς μεταξύ των οποίων ο Δάντης και ο Πετράρχης, παγιώθηκε η κλασσική μορφή της σεστίνας όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Από την Ιταλία το είδος εισήχθη σε άλλες χώρες, όπως η Γαλλία και η Αγγλία, τον 16ο αιώνα. Τον ίδιο αιώνα εμφανίζονται και οι πρώτες σεστίνες στα ελληνικά, στις κυπριακές Ρίμες αγάπης. Τον 20ό αιώνα το είδος θα τραβήξει την προσοχή διάσημων ποιητών όπως ο Ezra Pound, ο T. S. Eliot και ο W. H. Auden, που θα το μεταχειριστούν με μεγάλη κάποτε ελευθεριότητα.
Στο θεμέλιό της η σεστίνα έχει την πυθαγόρεια-πλατωνική αριθμοσοφία: μαθηματικά και ποίηση εδώ συμπίπτουν στην Ιδέα της μορφής, της ιδεατής ευμορφίας του παντός. Βέβαια, για τους περισσότερους ποιητές το κίνητρο να ασχοληθούν με το είδος είναι η πρόκληση, η πρακτική δυσκολία της φόρμας. Όπως με τους αυτοσχεδιασμούς του Παγκανίνι, κάθε βιολιστής θέλει να δει αν μπορεί να αντεπεξέλθει.
Στην Ελλάδα –πλην σπάνιων εξαιρέσεων, πρωτίστως μεταφρασμάτων– σεστίνες θα ξαναγραφούν καθώς φαίνεται μόλις τη δεκαετία του 1990 κ.ε. από ποιητές όπως ο Νάνος Βαλαωρίτης, ο Γιώργος Κοροπούλης και ο Γιώργος Κεντρωτής. Η παρούσα καταγραφή περιλαμβάνει τις περισσότερες γνωστές στον γράφοντα ελληνικές σεστίνες, πρωτότυπες ή μεταγλωττισμένες. Σε μια πρώτη της μορφή παρουσιάστηκε προ δεκαετίας στη διαδικτυακή ανθολογία Νέοι Ήχοι στο Παμπάλαιο Νερό. Ευχαριστίες για τη βοήθειά τους οφείλω στον αείμνηστο Δημήτρη Αρμάο και τους κ.κ. Γιώργο Κεντρωτή και Ηλία Μαλεβίτη.
~.~