Month: Ιανουαρίου 2024

Ιστορίες των αριθμών

~.~

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΩΝ ΑΡΙΘΜΩΝ

Κάθε απόγευμα, ο Γιάννης ανοίγει το βιβλίο των μαθηματικών. Κοιτάζει τους αριθμούς και του φαίνεται ότι φτιάχνουν ιστορίες. Να εδώ ένα 5 είναι ένας πολεμιστής με προτεταμένο όπλο που περιμένει πίσω από ένα συρματόπλεγμα που κάνει ένα Χ μπροστά του. Λίγο πιο πέρα ένα 9 κρύβεται κυρτωμένο κάτω από μια ρίζα. Βλέπει τους χαρακτήρες της ιστορίας μα δεν μπορεί να τη διαβάσει.

Οι συμμαθητές του είναι στο φροντιστήριο την ίδια ώρα. Τους λέει ότι κάνει ιδιαίτερο. Δε θέλει να πει ότι του το ξέκοψαν οι γονείς του ότι λεφτά για φροντιστήριο δεν υπάρχουν. Γελάει μόνος του με τη σκέψη. Μήπως δεν είναι αυτή η ώρα ένα ιδιαίτερο μάθημα στρατηγικής;

Στο σχολείο, τα πρωινά, κάθεται στο τελευταίο θρανίο και κρυφοκοιτάζει το κινητό του. Παρακολουθεί την αλλαγή των λεπτών. Όταν τον ρωτάνε οι καθηγητές, ζητάει να του επαναλάβουν την ερώτηση. Έτσι, για να κερδίσει χρόνο και ας ξέρει ότι δεν μπορεί να απαντήσει. Να νιώθει ότι έχει λόγο σε κάτι από όσα γίνονται γύρω του.

Το βράδυ, χαζεύει λίγο σε κανένα παιχνίδι. Δεν ξέρει αν θέλει να τρέξει ο χρόνος και να τελειώσει το μαρτύριο της Γ΄ Λυκείου ή να κυλήσει αργά και να αργήσει η ώρα που θα βρεθεί μπροστά το τετράδιο των Πανελληνίων. Φοβάται ότι μέχρι τότε και οι τελευταίοι στρατιώτες του θα έχουν παραδοθεί.

Μερικές φορές, τα βράδια, πάει και κάθεται στην άκρη της λεωφόρου και χαζεύει τα αυτοκίνητα που τρέχουν. Φαντάζεται ότι είναι τα τανκς του. Μπαίνει μέσα σε ένα και όλος ο δρόμος γίνεται πεδίο μάχης. Αυτός απλώνει τους πολεμιστές του, τα 6 και τα 2 και τα αυτόματα όπλα του τα πλην και φτιάχνει μια ιστορία καταδική του που την καταλαβαίνει και την ορίζει. Και τότε μόνο νιώθει ότι ζει τη ζωή τη δική του την αληθινά δικαιωμένη και δίκαιη.

~.~ (περισσότερα…)

Αρχιτεκτονική και βιωσιμότητα: Τα απότοκα του μοντερνισμού

*

του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Β. ΠΡΩΙΜΟΥ

Εισαγωγή

Η ιδέα ότι η αρχιτεκτονική είναι επιστήμη είναι συνώνυμη με τη γέννηση, ανάπτυξη και καθιέρωση του μοντερνισμού και στην Ελλάδα εκφράστηκε μετ’ επιτάσεως από τον Άρη Κωνσταντινίδη, έναν από τους εξέχοντες πρωτοπόρους και μεταλαμπαδευτές του μοντέρνου κινήματος στη χώρα. Όπως ο Πλάτων, ο Κωνσταντινίδης υποστήριξε ότι η αρχιτεκτονική δεν είναι μιμητική τέχνη, άρα δεν ευνοεί την ψευδαίσθηση όπως η γλυπτική, ούτε πλάθει έναν κόσμο φανταστικό όπως η ζωγραφική, αλλά παρεμβαίνει στην πραγματικότητα με κοινωνικά χρήσιμους σκοπούς και όρους.[1] Πάντα στην ιδέα αυτή της αρχιτεκτονικής ως επιστήμης, υπήρχε αντίλογος από επιφανείς θιασώτες του κλάδου όπως για παράδειγμα ο Φρανκ Λόυντ Ράιτ που υποστήριξε ότι η αρχιτεκτονική όχι μόνο είναι τέχνη αλλά είναι και η κορυφαία των εικαστικών τεχνών, εφόσον στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο γούστο, στη φαντασία, στη δημιουργικότητα και στην αισθητική.

Τα τελευταία χρόνια η επείγουσα κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο πλανήτης και η ανθρωπότητα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, έχουν ενισχύσει όλους εκείνους που ευαγγελίζονται την αρχιτεκτονική ως επιστήμη και πιστεύουν ότι με τις κατάλληλες δράσεις η αρχιτεκτονική μπορεί να κάνει τη διαφορά και να δώσει απάντηση στο πρόβλημα της κλιματικής κρίσης, διασφαλίζοντας το μέλλον των επόμενων γενιών. Η βιώσιμη αρχιτεκτονική είναι εκείνη που εντάσσεται στη λογική της κυκλικής οικονομίας, στο διαμοιρασμό και την παροχή υπηρεσιών σε πολλαπλούς χρήστες, στην αξιοποίηση των ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων και γενικότερα στη μείωση της σπατάλης, της απόρριψης και του ενεργειακού αποτυπώματος των κτιρίων. Η μεγαλύτερη δυνατή ενεργειακή αποτελεσματικότητα στην οποία στοχεύει η βιώσιμη αρχιτεκτονική έχει ως αποτέλεσμα οι μηχανικοί να διαδραματίζουν όλο και σημαντικότερο ρόλο στην τοποθέτηση, προσανατολισμό και κατασκευή των κτιρίων, εφόσον φροντίζουν για τα κατάλληλα μονωτικά υλικά, τους ηλιακούς συλλέκτες, τις αντλίες θερμότητας και όλα όσα συμβάλλουν στην υψηλή ενεργειακή αυτάρκεια του κτιρίου.[2] Η επιστήμη έχει ως εκ τούτου σημαίνοντα ρόλο στη βιώσιμη αρχιτεκτονική, τα τελευταία χρόνια κι έχει συμβάλει στο να παραχθούν σημαντικά αποτελέσματα τα οποία είναι παραδειγματικά για την περαιτέρω εξέλιξη και εφαρμογή της βιώσιμης αρχιτεκτονικής. (περισσότερα…)

Ειρήνη Καραγιαννίδου, Επτά ποιήματα

*

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

κάνουν τον θάνατο παιχνιδι τους
Παίζουν συνηθως κλέφτες κι αστυνόμους, παριστάνουν
τον γιατρό,
φυτεύουνε στα χώματα σταυρούς, ανάβουν στρακαστρούκες

γιατί δεν ξέρουν πως αυτός ζητιάνος καθε μέρα
γίνεται
Παιρνει ό,τι του προσφέρεις
Μια μαύρη γατα φαίνεται στην στροφή
Τώρα η μακριά γαϊδούρα, περνά με δεκανίκια.

~.~

(περισσότερα…)

Zωγράφος των ολόκληρων μορφών

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Έκθεση «Μάρκος Καμπάνης: Έργα 1990 – 2020»,
Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, 14.12.23-18.2.24

Αυτό που δεσπόζει στην αναδρομική έκθεση του Μάρκου Καμπάνη είναι το δέντρο. Πώς όμως δεσπόζει και ποιες είναι οι σημασίες γύρω από αυτό; Ο Διονύσης Καψάλης, στο θαυμάσιο κείμενο που συνοδεύει το λεύκωμα της έκθεσης, σημειώνει ότι «Του ‘‘μιλήσαν τα δεντρά’’ όπως γράφει ο Παλαμάς, αλλά του μιλήσαν με τη γλώσσα της ζωγραφικής. Το δέντρο εδώ είναι συνάμα εικόνα της ανθρώπινης αντοχής αλλά και μορφή που επαναφέρει στο παρόν την αμφισημία της ομορφιάς, τον αινιγματικό και ουτοπικό χαρακτήρα της, το δικαίωμά της» (σ. 202).

Όμως, το πρώτο που πρέπει να ειπωθεί είναι το δέντρο στον Παράδεισο. «Το δέντρο της ζωής και το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού» βρίσκονταν στη μέση του κήπου της Εδέμ. Αυτό το δεύτερο δεν έπρεπε να αγγίξουν οι πρωτόπλαστοι γιατί την ίδια μέρα θα πέθαιναν. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι το δέντρο είναι ένα: όταν ακολουθούμε την υπόδειξη του Δημιουργού είναι το δέντρο της ζωής, όταν παρακούμε γίνεται το δέντρο της «γνώσεως», δηλαδή το απαγορευμένο που μας βγάζει από τον Παράδεισο. Οι Πατέρες λένε ότι το δέντρο της ζωής είναι ο Χριστός, αφού η δημιουργία έγινε δια του Λόγου-Χριστού-Υιού που συνάμα είναι ομοούσιος με τον Πατέρα. Στην πρώτη λοιπόν περίπτωση ισχύει η εναρμόνιση με το δέντρο της ζωής και τον Λόγο-Χριστό, στη δεύτερη η ρύθμιση της ζωής σύμφωνα με δικές μας βουλήσεις που αρχίζουν από την αρχέγονη παρακοή ή επιθυμία αυτοθέωσης.

Ο Καμπάνης μετέχει και των δύο «δέντρων» γιατί μετέχει μιας Παράδοσης που περιέχει και τα δύο δέντρα και τους δύο ρυθμούς ζωής. Υπάρχει το αρχικό, το παραδείσιο και σ’ αυτό ανήκουν όλα τα ζωγραφισμένα δέντρα όσα εκπέμπουν φως, όσα προδίδουν αρχέγονη καταβολή εν Πνεύματι. Εδώ εντάσσονται και τα αγιορείτικα ακόμη κι όταν αποτυπώνονται μαυρόασπρα, φωτίζονται μυστικά. Διαθέτουν ταυτόχρονα το μυστηριακό στοιχείο αλλά και το φοβιστικό, με την έννοια του δέους μπροστά σε ό,τι μας υπερβαίνει. (περισσότερα…)

Η αλλόκοτη αθωότητα ενός γυναικείου σώματος

*

του ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΤΣΟΓΙΑΝΝΗ

Ο Λάνθιμος ξεκινά συνήθως με μια υπόθεση εργασίας φανταστικού εκθέτη η οποία είναι συνήθως η εναρκτήρια προϋπόθεση των ιστοριών του: τι συμβαίνει όταν ένας πατέρας μεγαλώνει έγκλειστα στο σπίτι τα παιδιά του, τι συμβαίνει όταν όσοι δεν μπορούν να βρουν ερωτικό σύντροφο μετατρέπονται σε ζώα, τι συμβαίνει όταν κανείς έχει τη δύναμη της κατάρας και ποια θυσία απαιτείται για να ξεφύγει κανείς από αυτή, τι συμβαίνει αν το μυαλό ενός αγέννητου παιδιού μεταμοσχευθεί» στον εγκέφαλο μιας γυναίκας; Μια υπόθεση σχεδόν απίθανη ή ανέφικτη, εκπλήρωση της οποίας αποτελεί η συνέχεια της ιστορίας του, η συνέχεια της ταινίας. Κάτι που μας μεταφέρει στο είδος του φανταστικού ή έστω της επιστημονικής φαντασίας, αν το «επιστημονικό» δεν ήταν τόσο προσχηματικό για τον σκηνοθέτη.

Στο Poor Things μια γυναίκα είναι ένα εκπληκτικό τεχνολογικό κατασκεύασμα ενός ιδιότυπου επιστήμονα, που μεταμοσχεύει στο μυαλό της τον εγκέφαλο της κόρης που εγκυμονούσε πριν από την αυτοκτονία της. Έτσι, αυτό πρέπει να αρχίσει τη ζωή του εξαρχής ερχόμενο σε επαφή με τον κόσμο βάσει της παρθενικής του εμπειρίας. Αν λοιπόν μια γυναίκα ξαναγεννηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, τότε τι;  Αυτή είναι η αφηγηματική κινητήριος δύναμη του Poor Things. H γυναίκα, που αρχικά μοιάζει περισσότερο με νευρόσπαστο, πρέπει να διανύσει μια μαθητεία, σαν να έβλεπε τα πράγματα για πρώτη φορά, άρα ό,τι αυτονόητο και κοινότοπο θα πρέπει να τεθεί σε κρίση.

Αυτό είναι και το πλεονέκτημα τούτου του αφηγηματικού σχήματος: η γυναίκα με την απόλυτη αφέλειά της θα γίνει κριτής όσων δεν καταλαβαίνει, όσων δεν προσαρμόζονται στη νωπή της ευαισθησία, χωρίς κάποια ενσυναίσθηση όμως προς τους άλλους η οποία να απορρέει από την ηθική της διαπαιδαγώγηση, που είναι ανύπαρκτη. Αφετέρου, αυτό αποτελεί και ένα μειονέκτημα: η γυναίκα έρχεται σε επαφή με έναν κόσμο που οι δομές του και οι δυσλειτουργίες του μας είναι γνωστές· αυτό που κάποιος «εξωγήινος» θα το έκρινε ως καλό ή κακό, για μας είναι ένας κοινός τόπος, μια ανακάλυψη χωρίς τίποτα θαυμαστό. Αυτό το αν έτσι… τότε… μπορεί λοιπόν να είναι μια πηγή πρωτοτυπίας, αλλά και να καταλήγει σε μια χονδροειδή κοινοτοπία. (περισσότερα…)

Άλλες Οδύσσειες

*

Ι. Πάνω σ’ ένα ξένο Άσμα

Ξεκινήσαμε τα ξημερώματα
ή μάλλον στα τρίσβαθα της νύχτας
κι ο ήλιος –μεσημέρι καθώς ήταν–
καψάλιζε τις πλάτες. Και λίγο λίγο
κοκκίνησαν τα δέρματα και μοιάζαμε
με τους δαρμένους δούλους
που αφήσαμε ξοπίσω.

Κάποια στιγμή για ν’ αποδιώξουμε τη θλίψη
σκεφτήκαμε να πούμε τι θα κάναμε
όταν γυρίζαμε στα σπίτια – τι ελπίζαμε
να ξαναγεννηθούμε.

Κι ο πρώτος είπε ας φτάσουμε και βλέπω,
ο δεύτερος νοστάλγησε τον πόλεμο
καθώς μέσα του είχε αλλάξει
κι ο τρίτος, εγώ εκείνος δηλαδή,
ευχήθηκα ν’ αναπαυθώ στον θρόνο. (περισσότερα…)

Μια διήγηση, ένα διήγημα και μια ταινία: Καταγγελία του ποιητή Γιάννη Υφαντή

*

Θεσσαλονίκη, 14 Ιανουαρίου 2023

Αγαπητό ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

Σου στέλνω αυτή την επιστολή (και παρακαλώ αν είναι δυνατόν να δημοσιευτεί) η οποία έχει να κάνει με τον κατ’ επανάληψιν βιασμό και, τέλος, την πλήρη κακοποίηση ενός παιδιού μου. Λέω παιδιού μου, διότι εκτός από την κόρη μου, θεωρώ και νιώθω ως παιδιά μου, όλα τα βιβλία μου, όλα τα γραπτά μου.

Μιλώ για το κείμενο «Η απαγγελία», το οποίο αφηγήθηκα πρώτη φορά το 1985, ως φρέσκο περιστατικό, στον Ηλία Κουτσούκο, ο οποίος (ερήμην μου – και δεν είχα πρόβλημα), το δημοσίευσε περιληπτικώς στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη.

Το 1986, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, μου ζητά συνέντευξη για την ίδια εφημερίδα. Κύριο θέμα της συνεντεύξεως ήταν ο αυτοκτονήσας φίλος μου, ποιητής, Αλέξης Τραϊανός. Όμως, εκτός του κυρίου θέματος, ο Σκαμπαρδώνης με ρωτά και για τα δικά μου: (ποίηση και ζωή). Η συνέντευξη τελειώνει με το περιστατικό της «Απαγγελίας». Δημοσιεύεται δε (όπως βλέπετε και στα συνημμένα αποκόμματα που σας στέλνω) στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη (Τετάρτη, 5η Νοεμβρίου 1986).

Βεβαίως, εγώ κρατούσα ημερολόγιο και κατέγραφα εκεί ό,τι θεωρούσα σημαντικό απ’ όσα συνέβαιναν στη ζωή μου. Έτσι κατέγραψα και το «περιστατικό». Και το δημοσίευσα αργότερα σ’ εφημερίδες και περιοδικά, είτε το αφηγήθηκα σε ραδιοφωνικές συνεντεύξεις.

Μέχρι που, το 2003, το συμπεριέλαβα στο βιβλίο μου Το ιδεόγραμμα του φιδιού, Εκδόσεις Πατάκη, στην πρώτη ενότητα του βιβλίου που ονομάζεται «Διηγήσεις πραγματικών περιστατικών». Το ίδιο συνέβη και το 2020 στην δεύτερη έκδοση του βιβλίου, όπως και το 2022, στην τρίτη έκδοσή του.

Στο μεταξύ, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης ερήμην μου το 2009 (ανάμεσα στην πρώτη και την δεύτερη έκδοση του βιβλίου μου) περιλαμβάνει το «περιστατικό» σε βιβλίο του, ως δικό του διήγημα.

Ώσπου, το 2023, ψάχνοντας στο ERTFLIX μήπως βρω κάποιο ενδιαφέρον κινηματογραφικό έργο βλέπω τον τίτλο: Να τους διαβάσω ποιήματα, ταινία του σκηνοθέτη Αλέξη Χατζηγιάννη. Διαβάζω την υπόθεση και ήταν η υπόθεση της «Απαγγελίας»! Βλέπω το έργο και βρίσκω εκεί, εκχυδαϊσμένο και κακοποιημένο, το «περιστατικό» μου. «Πρόκειται για κινηματογραφική μεταφορά», αναφέρεται σε άλλον ιστότοπο της ΕΡΤ, «του ομώνυμου διηγήματος του Γιώργου Σκαμπαρδώνη από το βιβλίο Μεταξύ σφύρας και Αλιάκμονος (Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2009)»!!

Αγαπητό ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

Εγώ γράφοντας, πάντα φοβούμαι μη τυχόν κατά λάθος χρησιμοποιήσω κάτι ξένο ως δικό μου. Και πολύ προσέχω. Αντιθέτως, κάποιοι άλλοι το έχουν μεγάλη ανάγκη να κλέβουν στίχους, τίτλους, είτε να χρησιμοποιούν ολόκληρα κείμενά μου χωρίς να αναφέρουν όνομα συγγραφέως… Αυτά, έχουν συμβεί πολλές φορές, μα δεν στάθηκα… Έκανα κάποιες ευγενικές συστάσεις και πέρασα. Όμως, εδώ, όπως είπα και στην αρχή της επιστολής μου, έχουμε να κάνουμε με κατ’ επανάληψιν βιασμό, έχουμε να κάνουμε με πρωτοφανή κακοποίηση, που δεν μπορώ να την προσπεράσω. Όπως κανείς πραγματικός γονιός δεν μπορεί να προσπεράσει τον βιασμό του παιδιού του.

Με τιμή και την επιφύλαξη παντός δικαιώματός μου

ΓΙΑΝΝΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ

*

*

*

Ψυχροί συλλογισμοί

*

Ενώπιον του τάφου τα πάντα ακυρώνονται – σχεδόν τα πάντα.

 

Τι μένει από μια ανθρώπινη ζωή; Σχεδόν τίποτα. (Επιμένω να γράφω τη λέξη «σχεδόν» γιατί δεν είναι εύκολο να πιστέψω ότι η ζωή δεν έχει απολύτως κανένα νόημα).

 

Να νοιώθεις ξαφνικά, μπροστά στον τάφο του άλλου, ότι είσαι ένα τίποτα, ενώ λίγο πριν, έξω απ’ το νεκροταφείο, ένοιωθες πως είσαι τα πάντα – αυτή κι αν είναι επίγνωση!

 

Κάποτε θα πεθάνω, θα ξεχαστώ, θα είναι σα να μην υπήρξα ποτέ – αυτό είναι όλο.

 

Σκέφτομαι τον θάνατό μου: θα μου λείψει το μέλλον που δεν έζησα.

 

Οι προσευχές παρηγορούν αλλά δεν σώζουν. (περισσότερα…)

Γέλια στη μοναξιά της Γκουνίλα

*

του ΗΛΙΑ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Το φαινόμενο επαναλαμβάνεται πλέον με επικίνδυνη τακτικότητα.1 Για κακή σου τύχη, έχεις βρεθεί μια μέρα κάποιου θερινού μήνα σε παραλία «εξωτικής ομορφιάς». Το να καταφέρεις να φτάσεις μέχρι το νερό όμως δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Ελάχιστα τα ελεύθερα σημεία· εκτός από την άμμο, ακόμα και ο αέρας έχει καταληφθεί σχεδόν σε κάθε του σημείο. Οι νοητές γραμμές που ξεκινούν από τις κάμερες των κινητών και φτάνουν μέχρι τα αντικείμενα (ή τα αντικειμενοποιημένα υποκείμενα) που αυτές οι κάμερες επιχειρούν να απαθανατίσουν πλέκουν ένα τόσο πυκνό αόρατο δίκτυο ώστε όπου κι αν σταθείς όλο και κάποιο πλάνο θα χαλάσεις. Σαν διαρρήκτης που προσπαθεί να παρακάμψει κάποιο σύστημα ασφαλείας από τεμνόμενες ακτίνες λέιζερ, πρέπει να επιδοθείς σε μια κανονική χορογραφία, κοντοστέκοντας, πισωπατώντας, επιταχύνοντας απότομα, σκύβοντας, μήπως και καταφέρεις να φτάσεις στη δροσιά χωρίς να βρεθεί εν αγνοία σου κάποιο μέλος σου σε ξένη φωτογραφική συλλογή. Άλλη μια παρέα από ευειδείς νεαρούς και καλλίπυγες νεαρές καταφτάνει και τα μυδράλια των ψηφιακών τους κλείστρων δεν αργούν να ξεκινήσουν το κροτάλισμά τους. Μέσα στη σπηλιά, δίπλα από τη σπηλιά, πάνω από τη σπηλιά, σε όλες τις πόζες. Και μέσα στο νερό, φυσικά. Αλλά μέχρι το γόνατο. Περιμένεις υπομονετικά πότε θα καταλαγιάσει επιτέλους αυτή η φαινομενικά ακόρεστη δίψα τους για κατανάλωση της αυτοεικόνας τους ώστε να μπορείς να κουνηθείς κι εσύ λίγο πιο απερίσπαστος κι εκείνοι να απολαύσουν αυτό για το οποίο (νομίζεις ότι) ήρθαν. Όμως όχι. Αντί να παρατήσουν τα κινητά τους και να μπουν στο νερό, αυτοί κάθονται στις πετσέτες τους και μετά από λίγο μαζεύουν τα πράγματά τους και αποχωρούν. Χωρίς να κάνουν ούτε μία βουτιά. Άλλο ήταν το ζητούμενο, επομένως. Όχι η ανάλωση του εαυτού εντός μιας βιωματικής ροής με τις όποιες αμυχές και ουλές αυτή μπορεί να αφήσει πάνω του, αλλά η έκθεσή του. Για την ακρίβεια, η κατανάλωση μιας περιποιημένης και πεποιημένης εκδοχής του εαυτού, από ξένα μάτια σε απομακρυσμένες οθόνες. Όταν η περιφορά του εαυτού σε (ημί-)δημόσια θέα έχει γίνει σχεδόν αναγκαία συνθήκη για να μπορεί να υπάρχει και να επιβιώνει κανείς κοινωνικά (φαινόμενο που επιτάχυναν καταλυτικά τα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα), μοιραίο είναι η αξία της εμπειρίας να εκπίπτει, υποχωρώντας αθόρυβα πίσω από τη θαμπάδα ενός κάποιου φακού. Μοιάζει έτσι να επιβεβαιώνεται με εντυπωσιακό τρόπο ο Ντεμπόρ όταν έγραφε πριν από μισό αιώνα για την κυριαρχία της αναπαράστασης επί του βιώματος, καθώς ξεκινούσε την Κοινωνία του Θεάματος. (περισσότερα…)

Αναλογισμοί για την παρούσα κατάσταση του κόσμου

*

Ι

Τόσα και τόσα εκπληκτικά έχουν χαθεί
που για τα πλήθη θαύματα φαντάζαν
αλώβητα απ’ τους κύκλους της σελήνης
που τα κοινά και τα μικρά σκορπούν. Νά εκεί
μες σε μαρμάρινα και χάλκινα στολίδια
στεκόταν ένα ξόανο απ’ αρχαία ελιά,
πια η ελεφάντινη θεά πάει του Φειδία,
παν και τα ολόχρυσά τζιτζίκια στα μαλλιά.

Νέοι παιχνίδια είχαμε ωραία κι εμείς·
αρχές αδιάφορες για εγκώμια και ψόγους,
ρεγάλα κι απειλές· ζέση ικανή να λειώσει
σαν ήλιος το κερί κάθε αδικία της γης·
λέγαμε η γνώμη η κοινή θέλει καιρό
για να μας κρίνει, όμως θα ωριμάσει.
Τι ιδέα λαμπρή η ιδέα μας πως πια έχουν λείψει
μπράβοι, κακούργοι και ζαβοί απ’ τον κόσμο αυτό.

Ξεδοντιασμένοι ξαφνικά, γυμνοί διαμιάς
κι όλη η φριχτή στρατιά τους για το θεαθήναι·
τι κι αν υνιά δεν γίναν τα κανόνια ώς τώρα;
δεν βλάπτει, πίστευαν βουλή και βασιλιάς,
λίγο μπαρούτι πού και πού, χαρά στο πράμα,
για να ξεσκάν κι οι καημένοι οι σαλπιγκτές.
Μα και των ίππων της φρουράς μπορεί έτσι κάπως
να ξεμουδιάσουνε οι νυσταλέες οπλές.

Τώρα τις μέρες μας δράκοι τις κατοικούν,
διαρκώς στον ύπνο μας καλπάζουν εφιάλτες:
μες στο μεθύσι του μια μάνα ένας στρατιώτης
σφάζει στην πόρτα της και δεν τον ενοχλούν·
ιδρώνει η νύχτα από τον τρόμο όσο και πριν,
προτού συλλάβουμε την υψηλή θεωρία
περί ειρήνης που εφεξής το παν θα διέπει,
σαν τις νυφίτσες μες στον λάκκο ούτως ειπείν.

Αυτός που βλέπει τα σημάδια και τυφλά
στην ημιπλάνη δεν βουτά μιας κούφιας νάρκης·
αυτός που ξέρει ότι απ’ τα έργα μας κανένα
δεν διαρκεί, όση προσπάθεια και δουλειά,
όσα λεφτά κι υγείες κι αν χαραμιστούν,
αφού καμιά τιμή ή μνημείο δεν αντέχει,
παρηγοριά έχει μια μονάχα: οι θρίαμβοι όλοι
στης μοναξιάς το φάσμα πάνω ναυαγούν.

Κι ωστόσο, την παρηγοριά πού να τη βρεις;
Ερωτευόμαστε εκείνο που πεθαίνει,
τι άλλο να ειπωθεί; Στη χώρα αυτή μια μέρα,
το ’χεις κι εσύ σκεφτεί κι ας μην τ’ ομολογείς,
φανατισμένα χέρια, χέρια εμπρηστικά
στη ρημαγμένη Ακρόπολη φωτιά θ’ ανάψουν,
την ελεφάντινη θεά θα κομματιάσουν,
θα ξεπουλήσουν τα τζιτζίκια τα χρυσά. (περισσότερα…)