*
Του Ηλία Μαλεβίτη, ευχετήριο
Ο μεταφραστής
I
Η ψυχή μου. Στη γυριστή φωνάζω, την παμπάλαια σκάλα·
εδώ, στο απόκρημνο το ανέβασμα εστιάσου,
απ’ τα σαθρά, ετοιμόρροπά σου μέλη πιάσου,
απ’ της απανεμιάς τα φωτεινά σινιάλα,
απ’ τ’ άστρο που τον μυστικό πόλο σού δείχνει·
άσε τις σκέψεις σου που σ’ έχουνε πλανέψει
κι έλα εδώ που ’χει τελειώσει κάθε σκέψη:
ποιος ξέρει σκότος και ψυχή να διακρίνει;
Ο εαυτός μου. Η αγιασμένη λάμα αυτή στα γόνατά μου
είναι η ίδια η αρχαία του Σάτο, πάντα αστράφτει
σαν τον καφρέφτη, πάντα κόβει σαν ξυράφι,
απ’ τους αιώνες άσπιλη στέκει μπροστά μου·
κι αυτό το ελάχιστο ανθοκέντητο μετάξι
που ’ναι στο ξύλινο θηκάρι τυλιγμένο,
απ’ την εσθήτα κάποιας αυλικής κομμένο
να την κοσμεί, να τη φρουρεί δεν έχει πάψει. (περισσότερα…)