Κώστας Μελάς, Ποιήματα

*

Επιείκεια

Καθώς μεγαλώνουμε,
μεγαλώνει και η μεταξύ μας απόσταση
στο τραπέζι που καθόμαστε για το καθημερινό φαγητό.
Μια λελογισμένη απομάκρυνση
υποστηρίζεται από πολλούς
αγνοώντας τη μη λελογισμένη διάσταση
που υποσκάπτει την απόλαυση της γεύσης,
υποδορίως, διαμέσου της συνεχούς μείωσης
της εγγύτητας των σωμάτων ή αλλιώς
αυξάνοντας την απουσία της αφής.
Καταλαβαίνεις γιατί ομιλώ,
πως θα μπορούσε άλλωστε να συμβεί
Ανεξαρτήτως τι ευχόμουνα, δεν είχα λάβει
στα υπόψη ότι τα σώματα καμπουριάζουν
από το βάρος της απρόσκλητης σκέψης
Στο μεταξύ, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού ξύπνου-ύπνου,
εισβάλλουν οράματα –παρά την εξασθενημένη όραση– εκείνου
του ευθυτενούς βαδίσματος στον ορίζοντα.

03.02.2022

~.~

Η ώρα πάντα φθάνει

Στερεύει ο μελλούμενος χρόνος καθώς
τα ημερολόγια των περασμένων χρόνων πληθαίνουν…
Στοιβάζονται πλέον μπερδεμένα και ανάκατα το ένα πάνω στο άλλο
Βαραίνουν τα ράφια της βιβλιοθήκης
Τα υπόλοιπα βιβλία υποκλίνονται στη βιωμένη ύπαρξη
Δεν μετρώ πια τα αδιάβαστα. Τα βαρέθηκα.
Γνωρίζω πια την ανημποριά των γραμμένων σελίδων. Κι όμως συνεχίζω να γράφω…
Απρόβλεπτος πάντα ο άνθρωπος, οτιδήποτε πράττει είναι ανθρώπινο.
Γνωστά πράγματα άλλωστε τώρα πια. Όχι για όλους
Καθώς περνούν τα χρόνια ακούω φωνές που πριν ήταν άφωνες
και τώρα ηχούν όλο και πιο δυνατά στα αυτιά μου.
Λύθηκαν τα χέρια από τα δεσμά που τα κρατούσαν ακίνητα
Τώρα επιτέλους μπορώ να αντικρίσω τον άνθρωπο που ζει στον καθρέφτη μου.

18.06.2022

~.~

Ύστερες παραδοχές

Θα ήθελα να τα ήξερα όλα,
Όχι με την αφήγηση του μυαλού
Τον γνωστό τρόπο της καθημερινότητας. Αυτός είναι εύκολος.
Αλλά με τον τρόπο που ανακουφίζει ο άνεμος το χορτάρι
τις μικρές νυκτερινές ώρες μετά τον ημερήσιο καύσωνα,
με τον τρόπο που οι εραστές ψιθυρίζουν ο ένας στο αυτί του άλλου
όταν απελευθερώσουν τα χείλη τους από το φιλί του πόθου
πριν τον τελευταίο σπασμό της αποκορύφωσης.
Θέλω να πω με τον τρόπο που ενώ είναι γνώριμος στους ανθρώπους,
Συνήθως τον αγνοούν. Φοβούνται τη ματαίωση των στιγμιαίων αρωμάτων
Πέρασα μέρες αγωνίας τα περασμένα χρόνια της ευτυχίας
Ποτέ δεν ησύχασε η ψυχή μου.
Κι ας λένε οι άνθρωποι το αντίθετο μέσα στην άγνοιά τους.
«Ο άνθρωπος είναι… άπληστος σαν το χόρτο,
ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν» όπως λέει και ο ποιητής.
Ο φόβος της απουσίας –πολλοί θα το ονομάτιζαν προδοσία,
αλλά παράξενα και αδόκιμα ηχεί στο μυαλό μου η λέξη αυτή–
στοίχειωνε τη μνήμη, με σώματα περασμένα μιας άλλης εποχής
που δεν υπήρχε πια, καταδυναστεύοντας την ύπαρξη.
Τερατώδης η ψυχή του ανθρώπου σαν μεγάλο σπίτι
με άδειες κάμερες γιομάτες ίσκιους φαντασμάτων.
Πόσο θ’ ήθελα να μπορούσα να είχα συγχωρέσει τους φόβους μου

21.06.2022

ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ

*