*
ΣΤΑΣΙΩΤΙΚΟ ΕΒΔΟΜΗΚΟΣΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Σχεδόν Έπος
Τον είδα να ’ρχεται, σαν φλόγα
του κεριού μέσα στην νύχτα·
κι ας έβραζε ο ήλιος στην άμμο το νερό:
ημέρα μέδουσα στης Τροίας την ακτή,
διάφανη μήτρα των μικρών
θεών, που αστράφτουν μεσημέρι
απ’ τα χαράματα, στον ιδρωμένο
ύπνο των κράμων.
Προσπέρασε θαμπά
τις νεκρικές πυρές· ένα σκυλί,
τρέκλισε την αγρύπνια του·
άνοιξε το στόμα να γαυγίσει:
αιμόφυρτη σιωπή,
ανέβηκε απ’ τα σπλάχνα του
– σωριάστηκε, σπαρτάρησε.
Τρεμόπαιξε η φλόγα.
Δυο τρύπες σκοτεινές στην θέση των ματιών.
Στην πλάτη ένα καβούκι
χελώνας· θα μπορούσε
να ήταν καβούκι του, αν του έλειπαν
οι χορδές και τα στριφτάρια.
― Τελειώσαμε;
― Τελειώνει ο άνθρωπος με μια σφαγή; (περισσότερα…)