*
της ΝΑΤΑΣΑΣ ΚΕΣΜΕΤΗ
Παλιέ μου φίλε, μέ ὅσα μοῦ ἔγραψες πρίν ἀπό καιρό γιά τίς μετατροπές πού συντελοῦνται μέσα στόν χρόνο, μ’ ἔκανες νά ἀνατρέξω πάλι στόν ἀνθρωπολόγο στοχαστή καί ποιητή, γιά τόν ὁποῖο σοῦ μίλησα παλιότερα, ὅταν μετέφραζα ποιήματα καί ἄλλα κείμενα του. Σοῦ μεταφράζω τώρα ἕνα ἀκόμα ἀπόσπασμα:
Ὁ κόσμος τῆς γεωλογικῆς προφητείας ἔχει ἐξαφανιστεῖ. Ὑπάρχει μόνον ὁ ἀχανής ἀνήσυχος ποταμός τῆς ζωῆς πού ἐξαπλώνεται σέ κάθε πιθανή ζωφόρο κόγχη, ὀνειρευόμενος τόν δρόμο του πρός κάθε πιθανή μορφή. Ἐξαρχῆς δέν ὑπάρχουν διαλείμματα σ’ αὐτόν τόν ποταμό. Τά ἄϋλα γαλάζια ἀποτυπώματα δέν ἦσαν παρά μιά ψευδαίσθηση δημιουργημένη ἀπό τήν φυσική κάθοδο. Τό ἀσβέστιο στά κόκκαλά μας, τό ἅλας στό αἷμα μας δέν προῆλθαν ἀπό τό εὐθύ χέρι τοῦ Τεχνίτη. Ἀντίθετα, ἦσαν μέρος τῆς κληρονομιᾶς μας ἀπό μιά ἀρχαία καί ξεχασμένη θάλασσα.
Κι ὅμως παρ’ ὅλη αὐτή τήν πλημμυρίδα ἀλλαγῶν, τήν κίνηση καί τήν καταστροφή, ὑπάρχει μιά τεράστια εὐστάθια στά μορφολογικά σχέδια τά ὁποῖα εἶναι ἀποτεθειμένα στά μεγάλα φύλλα τῶν στρωματώσεων τίς μεγάλες κατηγορίες τῆς ζωῆς. Ἔχουν ὅλα, ἤ τά πλεῖστα ἀπό αὐτά ἐπιβιώσει ἀπό τήν πρώτη καταγραφή ἀπολιθώματος. Δέν ἐξαφανίζονται. Τά εἴδη ἀλλάζουν, μπορεῖ νά πεῖ κανείς, ἀλλά ἡ Φόρμα, αὐτό τό μεγαλύτερο ζῶο πού ἁπλώνεται σ’ ὅλο τό μῆκος τῶν δισχιλιετιῶν, ἐπιζεῖ. Ὑπάρχει μιά παράξενη ἀνακούφιση σ’ αὐτήν τήν ἀνακάλυψη.
Παρά τήν ἀνακούφιση τῆς βεβαιότητας πώς ἡ Φόρμα ἤ ἀλλιῶς τό μεγαλύτερο Σχέδιο, ἡ εὐρύτερη Μορφή ἐπιζεῖ, ἀναρωτιέμαι ἄν οἱ ἀργές μετατροπές εἶναι μιά ἀντίληψη πού βρίσκει ἀνταπόκριση στούς πολύ νεότερους ἀπό μᾶς. Βρίσκει; Κι ἔπειτα… προλαβαίνουν; Ἄλλά ὄχι μόνον αὐτό. Κάνε λίγη ὑπομονή μαζί μου, θα δεῖς ποῦ θέλω να καταλήξω:
Παλιέ μου φίλε, εὐχαριστῶ πού μοῦ ἔγραψες γιά τίς καταβασίες σου σέ κείνη τήν ἀκτή, ὅπου ἡ μνήμη κοινῶν μας φίλων εἶναι ὀδυνηρά ζωντανή. Ἕνα σημεῖο, ἕνας τόπος συνδέεται τόσο μέ ἕνα πρόσωπο ἤ περισσότερα, πού τελικά μέσα μας… γίνεται ἕνα σύνθετο πρόσωπο, ἕνα ψηφιδωτό ἴσως. Ψηφιδωτό χειρονομιῶν, χαρακτηριστικῶν καί φωνῶν, πολλῶν φωνῶν πού ἀναγνωρίζουμε τί λένε ἤ μᾶλλον τί ἔλεγαν, σέ μιά γλώσσα ἀρκετά οἰκεία γιά μᾶς. Μπορεῖ τώρα νά ἀνακαλύπτουμε ὅτι δέν τούς κατανοήσαμε ὅσο θά ἤθελαν ἤ δέν τούς δώσαμε περισσότερα ἀπό τόν ἑαυτό μας γιά νά μᾶς κατανοήσουν, ἀλλά τό Σχῆμα μιᾶς ἐπαρκῶς συγγενοῦς γλώσσας ἀνάμεσα σε μᾶς καί σέ κείνους παραμένει καί ἐπιζεῖ. (περισσότερα…)