Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
~.~
Η βυζαντινή ποίηση παραμένει η μεγάλη απούσα από όλες σχεδόν τις ανθολογίες ελληνικής ποίησης, ένα –χρονικά– τεράστιο, ουσιωδώς ανεξήγητο κι αναιτιολόγητο, κενό για τη γνώση, παρουσία κι εξέλιξη της ελληνικής ποίησης από τις απαρχές της ως τις μέρες μας. Οι αιτίες αρκετές, οι προκαταλήψεις κι η μεροληψία φοβάμαι ακόμη περισσότερες. Έχουμε συνηθίσει να σταματούμε απότομα στην Παλατινή Ανθολογία (μετά βίας ώς τον τέταρτο συνήθως μεταχριστιανικό αιώνα, χωρίς να αναλογιζόμαστε συνάμα πως κι αυτή η ίδια η Ελληνική Ανθολογία συνιστά μια γενναιόδωρη χειρονομία των ίδιων των Ελληνορωμιών του Βυζαντίου προς εμάς τους επιγενόμενους) και καταπιανόμαστε πάλι με το πρωτοφανέρωμα της νεοελληνικής –δημώδους πάντα– ποίησης εκεί γύρω στον ενδέκατο αι. Το μεταξύ τους διάστημα, έχει ως επί το πλείστον αφεθεί αποκλειστικά στους βυζαντινολόγους, οι οποίοι βέβαια, ας ειπωθεί στεντορείως και υμνητικώς, τον τελευταίο αιώνα έχουν απροσμέτρητα βαθύνει κι εμπλουτίσει τη γνώση μας για τα ποιητικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου, με νέες κριτικές εκδόσεις κι αναγνώσεις, μελέτες, φανερώσεις άγνωστων ποιημάτων, μεταγραφές από ανέκδοτα χειρόγραφα κλπ., απομένει η ανθολόγησή τους κι η σύγχρονη (ποιητική κατά προτίμηση) μεταγραφή τους. Μια τέτοια έλλειψη, όπως είναι φυσικό, κι επιτείνει τις προκαταλήψεις αλλά και διογκώνει την άγνοια για τη βυζαντινή ποίηση. Ενώ το υλικό διόλου δεν λείπει, δεν είναι τυχαίο πως ως τις μέρες μας μεταφράζονται κείμενα ποιητικά που προέρχονται αποκλειστικά σχεδόν μόνον από την εκκλησιαστική υμνολογία, πράγμα που φανερώνει πολλά για τη γνώση και τη θεώρηση μα και για τη δεξίωση της βυζαντινής ποίησης σήμερα. Ας είναι! Δεν είναι η ώρα και η στιγμή για περισσότερα˙ αυτή η εισαγωγή θα αρθρωθεί με την πληρότητα και την τεκμηρίωση που χρειάζεται, σαν έρθει η στιγμή της υλοποίησης μιας τέτοιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, που με την παρότρυνση και τη συνεργασία στενών φίλων θα αποκοτήσουμε. Η ανάληψη μιας τέτοιας ανθολογίας, βαρύ κι επίμοχθο έργο, θ’ απαιτήσει και συνεργασίες και χρόνο αρκετό. Ήδη ανασκουμπωθήκαμε και αναμετριόμαστε με τα κείμενα, τους συγγραφείς, τις δυσκολίες, τις ιδιαιτερότητές τους, το περιβάλλον τους, τη μεταγραφή τους.
Με τον νου λοιπόν στραμμένο στη δημιουργία μιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, αποφασίσαμε εδώ στο ηλεκτρονικό ΝΠ, να ξεκινήσουμε με την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν εκτεταμένης επιλογής των ήδη μεταφρασμένων (περισσότερο ή λιγότερο γνωστών) βυζαντινών κειμένων από νεοέλληνες ποιητές˙ σαν προεισαγωγή και πρόγευση της μελλοντικής ανθολογίας αλλά κι άτυπη, όσο το δυνατόν ευρεία, αποτίμηση της μέχρι σήμερα παρουσίας της μεταφρασμένης βυζαντινής ποίησης στα γράμματά μας.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
*
~.~
ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
«βλέπων βλέπεται, φιλῶν φιλεῖται»
Μετάφραση Στέλιου Ράμφου
Σ’ έναν συλλογικό τόμο, που περιλαμβάνει τις εισηγήσεις ενός μεταπτυχιακού σεμιναρίου για την ποίηση του Συμεών του Νέου Θεολόγου, (οργανωμένο από τον Τομέα Βυζαντινής Φιλολογίας και Λαογραφίας του ΕΚΠΑ το 2009, με τη φροντίδα του καθηγητή Αθ. Μαρκόπουλου), περιλαμβάνεται και μία εισήγηση του Στέλιου Ράμφου. Η εν λόγω εισήγηση του συγγραφέα διερμηνεύει και βασίζεται στον τρίτο από τους Ύμνους του Συμεών, για την εργασία και τη θεωρία του μοναχού, ύμνον του οποίου και προτάσσει την ακόλουθη απόδοση. Για λόγους πληρότητας της ανθολόγησης των νεοελληνικών αποδόσεων της ποίησης του Συμεών, μα και κατάδειξης του εύρους και της απήχησής της, αποφασίσαμε τη συμπερίληψη και αυτής της απόδοσης, εκφράζοντας και εδώ τις θερμές ευχαριστίες μας προς τον Στέλιο Ράμφο για την πρόθυμη άδεια της αναδημοσίευσης.
~.~
Ὕμνος 3
Τί εἶναι ὁ μοναχός, ποιά ἡ ἐργασία του
καὶ σὲ τί ὕψος θεωρίας ἔφθασε ὁ ὑμνῳδός.
Μοναχὸς εἶναι ὅποιος ἀπὸ τὸν κόσμο ἀμίαντος
ἀέναα μιλεῖ μὲ μόνο τὸν Θεό,
τὴν ὥρα ποὺ βλέπει βλέπεται, ποὺ ἀγαπᾷ ἀγαπιέται
καὶ γίνεται φῶς λαμπόμενος μὲ τρόπο μυστικό·
στὸν δοξασμό του φαίνεται ὅλο καὶ πιὸ φτωχός,
δείχνει ξένος μὲ τὸν Θεό, ἐνῷ εἶναι μαζί του.
Παράδοξο ἐντελῶς κι ἄφραστο θαῦμα!
Πεινῶ ἐξ αἰτίας τοῦ ἀπείρου πλούτου μου
καὶ νοιώθω ἐνδεής, ὅταν κατέχω τόσα,
καὶ λέω: Διψῶ ἀπὸ τὸ πλῆθος ὑδάτων
καὶ ποιὸς θὰ μοῦ δώσῃ τὰ πλούτη ποὺ χαίρομαι
καὶ ποῦ θὰ βρῶ ἐκεῖνον ποὺ βλέπω κάθε μέρα;
Πῶς θὰ ἀδράξω ὅ,τι ὑπάρχει μέσα μου
καὶ ἐκτὸς κόσμου βρίσκεται ἀθέατο τελείως;
Ὁ ἔχων ὦτα γιὰ νὰ ἀκούῃ ἂς ἀκούσῃ
Κι ἂς ἐννοήσῃ ἀληθινὰ τὰ λόγια τοῦ ἀγραμμάτου!
Στέλιος Ράμφος, «Αἴσθησις ὀξύμωρος: Θεογνωσία ποιητικὴ στὸν τρίτο ὕμνο τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοὐπίκλην Νέου Θεολόγου», στὸ Τέσσερα κείμενα γιὰ τὴν ποίηση τοῦ Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, εκδ. Αθ. Μαρκόπουλος, Κανάκη, Αθήνα 2008, σ. 89-90.
~•~
Ὕμνος 3
Τίς ὁ μοναχὸς καὶ τίς ἡ αὐτοῦ ἐργασία
καὶ εἰς οἷον ὕψος θεωρίας οὗτος ἀνῆλθεν.
Μοναχός, ὅστις ἀμιγής ἐστι κόσμῳ
καὶ ἀεννάως ὁμιλεῖ θεῷ μόνῳ,
βλέπων βλέπεται, φιλῶν φιλεῖται
καὶ γίνεται φῶς λαμπόμενος ἀρρήτως·
δοξαζόμενος δοκεῖ πλέον πτωχεύειν
καὶ προσοικειούμενος ὡς ξένος πέλει·
ὢ ξένου πάντῃ θαύματος καὶ ἀφράστου·
διὰ πλοῦτον ἄπειρον ὑπάρχω πένης
καὶ μηδὲν ἔχειν δοκῶ πολὺ κατέχων,
καὶ λέγω διψῶ διὰ πλῆθος ὑδάτων
καὶ τίς μοι δώσει, ὅπερ ἔχω πλουσίως;
καὶ ποῦ εὑρήσω, ὃν ὁρῶ καθ’ ἑκάστην,
πῶς δὲ κρατήσω, ὃ ἐντός μου ὑπάρχει
καὶ ἔξω κόσμου; οὐ γὰρ βλέπεται ὅλως·
ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω
νοῶν ἀληθῶς ῥήματα ἀγραμμάτου.
*
*