Κύπρος

Yπερείδος και Υπεράνθρωπος: Από τη λογοτεχνία στο Μυθιστόρημα

*

Άγιος ή προδότης;
Το «αδύνατον» Μυθιστόρημα του Νίκου Σαμψών

γράφει η ΔΗΜΗΤΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

[4/12]

~.~

Ο ειδολογικός προσδιορισμός του μυθιστορήματος από τον Κυριάκο Μαργαρίτη, με τα ερείσματά του, ως πρότερα έχουν περιγραφεί, στη θεωρία του Μιχαήλ Μπαχτίν, διαθέτει ίδιον ενδιαφέρον και χαρακτηριστικά που υπερβαίνουν κατά πολύ το μεταμοντέρνο αισθητικό πρότυπο. Όπως παρατηρεί ο Κώστας Χατζηαντωνίου με αναφορά στο Εννέα, «ο συγγραφέας, διαλύοντας κάθε εκφορά που ορίζεται ως “ιστορικό μυθιστόρημα”, δεν παρασύρεται σε μια μεταγλώσσα ή μια μεταμοντέρνα συρραφή».[228] Η δε ενότητα μορφής και περιεχομένου προσδιορίζει υλικοπνευματικά το μυθιστορηματικό του εγχείρημα, το οποίο «επεκτείνεται ώς την ιδέα της θεανθρώπινης ένωσης».[229] Το δε σχέδιο νέας Νέας Κρόνακας, στο σύνολό του και αυτοτελώς σε έκαστο τόμο, ως έχω αναφέρει και αλλού, «συναιρ[εί] στο ιδεώδες της Ενότητας-Ένωσης ειδολογικά ποίηση και πεζογραφία, μεθοδολογικά μύθο και ιστορία, εκκλησιαστικά τον Θεό και τον Άνθρωπο, έμφυλα τον άντρα και τη γυναίκα».[230] Το θεωρητικό παράδοξο σε αυτή την αισθητικο-θεολογική, μεταμυθοπλαστική προσέγγιση του είδους είναι πως, ενώ καταργεί τις αφηγηματικές συμβάσεις, καθιστώντας ορατά τα νήματα παραγωγής του κειμένου, «η ενότητα, η πληρότητα και η συνοχή διατηρούνται, εκπορεύονται και απολήγουν στην υπέρτατη μετα-αφήγηση, ήτοι στο πρόσωπο του Λόγου ως πηγής κάθε νοήματος. Εάν η ενδεχομενικότητα και η διαρκής αυτοαναφορικότητα υπονομεύουν τον Εαυτό ή την ανθρώπινη εμπειρία ως ρυθμιστή, είναι γιατί αποδίδουν το νόημα στον Λόγο ως απόλυτη νοηματοδοτική αρχή».[231]

Πέρα από την εντυπωσιακή μίξη λογοτεχνικών ειδών και αισθητικών προτύπων, πολυπολιτισμικών και πολυγλωσσικών επιρροών και διακειμένων, το μυθιστορηματικό σχήμα του Μαργαρίτη συναιρεί, με τη λυρικότροπη πεζογραφική και δοκιμιακή του έκφραση, όχι μόνο τα λογοτεχνικά είδη και γένη μεταξύ τους, αλλά και τη λογοτεχνία με άλλες μορφές τέχνης, όπως τα εικαστικά, η μουσική, ο κινηματογράφος, (περισσότερα…)

«Νέα Κρόνακα»: Η γενεαλογία

*

Άγιος ή προδότης;
Το «αδύνατον» Μυθιστόρημα του Νίκου Σαμψών

γράφει η ΔΗΜΗΤΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

[3/12]

~.~

Η Νέα Κρόνακα, σειριακό έργο τριάντα τριών τόμων με δεύτερό της μυθιστόρημα το έργο Σαμψών, προκύπτει ως ένα σύνθετο σχέδιο, το οποίο ανάγεται σε ποικίλες –κατά κύριο λόγο συνειδητές– επιρροές και αναγνωστικές επιδράσεις.[114] Στο παρόν κεφάλαιο γίνεται λόγος ειδικότερα για τα κείμενα ποικίλης γραμματειακής προέλευσης τα οποία πληροφορούν τη Νέα Κρόνακα αποκλειστικά ως προς το σχηματικό και αξονικό επίπεδο της σύλληψης. Συναφώς, εξ αυτών απορρέουν συγκεκριμένες και προσδιορίσιμες διακειμενικές σχέσεις σε διάφορα βιβλία του Κυριάκου Μαργαρίτη, εμπλουτισμένες από ένα κατά πολύ ευρύτερο δίκτυο-βιβλιοθήκη, οι οποίες χρήζουν κατά τόμο, θέμα και περίπτωση εξειδικευμένης συγκριτολογικής προσέγγισης. Ορισμένες από αυτές τις σχέσεις θα τύχουν περαιτέρω ανάλυσης, όπου προσφέρουν στην προσέγγισή μας του Σαμψών, σε ειδικότερες ενότητες της μελέτης.

2.1 Από το Χρονικό στην Κρόνακα: Λεόντιος Μαχαιράς

Η απαρχή της Νέας Κρόνακας σε ειδολογικό και πνευματικό επίπεδο χρειάζεται πρωτίστως να αναζητηθεί στο μεσαιωνικό χρονικό του Κύπριου χρονικογράφου Λεοντίου Μαχαιρά Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνακα, τουτέστιν Xρονικόν,[115] από το οποίο αντλεί τον τίτλο της.[116] Η πρόσβαση του Μαργαρίτη σε αυτό τελεί αδιαμφισβήτητα παλίμψηστη, καθότι τα πρωτεία της διάσωσής του από τη λήθη αποδίδονται στον Γιώργο Σεφέρη και την κυπριακή του συλλογή Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν (1955) (Ημερολόγιο Καταστρώματος, γ΄).[117] Το Χρονικό κατέστη έκτοτε, χάρη στη σεφερική κατάθεση, αιμοδοτικό της σύγχρονης λογοτεχνικής παραγωγής στο νησί. Παρότι στον ελλαδικό χώρο το Χρονικό δεν είχε καμιά ουσιαστική επίδραση,[118] γεγονός που, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι άσχετο με την πνευματική απομάκρυνση των Ελλαδιτών λογοτεχνών από την κυπριακή πραγματικότητα από το 1974 και εντεύθεν, έτυχε αξιοπρόσεκτης διεθνούς πρόσληψης από σημαντικούς Ευρωπαίους λογοτέχνες, όπως ο Ιταλός Γκαμπριέλε ντ’ Αννούντσιο,[119] ο Πολωνός Μέλχιορ Βανκόβιτς[120] και ο Βούλγαρος Αλεξάνταρ Κοστόφ.[121]

Το γεγονός ότι το Χρονικό είναι το πρώτο εκτενές πεζογράφημα σε διάλεκτο της υστερομεσαιωνικής ελληνικής[122] επιτρέπει στον Μαργαρίτη να διασυνδέσει την ιστορικότητα με την εντοπιότητα και, δι’ αυτής, την καθαυτό ελληνικότητα του κυπριακού χώρου.  Όχι χωρίς πικρία για την αφασία του ελλαδικού δημόσιου λόγου στα περί Κύπρου, αλλά και για την απαξίωση του ίδιου ως συγγραφέα, ο Μαργαρίτης επαναφέρει τον Μαχαιρά, για να ανακινήσει το ιστορικό ενδιαφέρον γύρω από τη γενέτειρά του, αλλά και για να εμβαθύνει ο ίδιος σε στοιχεία της εντοπιότητας τα οποία έχουν καθορίσει τη συγγραφική και πνευματική του ταυτότητα: (περισσότερα…)

«Ε! Ιστορία»: Από την κόπρο στη μεθιστορία

*

Άγιος ή προδότης;
Το «αδύνατον» Μυθιστόρημα του Νίκου Σαμψών

γράφει η ΔΗΜΗΤΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

[2/12]

~.~

Το σχέδιο της Νέας Κρόνακας, της οποίας ο Σαμψών αποτελεί το δεύτερο στη σειρά μυθιστόρημα, εγείρεται ως σύλληψη το 2016 επί των ερειπίων του πρωτολείου, ομοουσίου της σχεδίου με τίτλο Κρόνακα, του οποίου το πρώτο –και τελευταίο– μυθιστόρημα φέρει τον ίδιο τίτλο.[37] Ανέκδοτα παραμένουν άλλα έξι μυθιστορήματα του εν λόγω κύκλου, έν τινι τρόπω αποκηρυγμένα, γραμμένα ανάμεσα στα 2014 και 2018, τα οποία ο Κυριάκος Μαργαρίτης ομαδοποιεί άτυπα ως Παλαιά Κρόνακα, έναντι της Νέας, με παιγνιώδη νύξη στο σχήμα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.

Με εμφανή τον συσσωρευμένο μόχθο, ωριμότερη διάθεση, δομικότερη σύλληψη και πιο διασαφηνισμένη πορεία πλεύσης, η Νέα Κρόνακα φιλοδοξεί να απαρτιστεί από έντεκα μυθιστορηματικές τριλογίες, εκ των οποίων μέχρι στιγμής έχει εκδοθεί η πρώτη (Εννέα, Σαμψών, Συμβάν 74). Κάθε τριλογία καλύπτει τις ταραγμένες δεκαετίες του κυπριακού προβλήματος 1950, 1960 και 1970, με κάθε τόμο να πραγματεύεται, αντιστοίχως, το έπος του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα (1955–1959), τα χρόνια της Ανεξαρτησίας (1960– ) και τα γεγονότα του Πραξικοπήματος και της Εισβολής, όχι χωρίς αναγωγές εντός ενός εκάστου από τη μία δεκαετία στην άλλη. Παρότι ο Μαργαρίτης είχε ανακοινώσει τη συμπερίληψη στη Νέα Κρόνακα άλλων δεκαεπτά δοκιμιακών τόμων,[38] από τους οποίους έχουν εκδοθεί μέχρι στιγμής οι έξι και εκ των οποίων ορισμένοι προέκυψαν εν παρόδω ως πάρεργα,[39] ο συγγραφέας, έχοντας περάσει από πολλές φάσεις του σχεδιασμού, φαίνεται να εντάσσει στο σχέδιό του προς το παρόν μόνο τα τριάντα τρία μυθιστορήματα. Αξίζει να αναφερθεί ότι σε κάθε έναν από τους μυθιστορηματικούς τόμους, αλλά και στους δοκιμιακούς προστίθεται ένα παραρτηματικό postscriptum, το οποίο αναδεικνύει στοιχεία της μεθόδου εργασίας και πηγές που αξιοποιήθηκαν.

(περισσότερα…)

Από το Πραξικόπημα στην οικία Αζίνα: Ένα βιβλίο με προϊστορία

*

Άγιος ή προδότης;
Το «αδύνατον» Μυθιστόρημα του Νίκου Σαμψών

γράφει η ΔΗΜΗΤΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

[1/12]

~.~

Ο Νίκος Σαμψών είναι μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες μορφές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Οι οκτώ –και, κατά τον ίδιο, οι εννέα, που ο Κυριάκος Μαργαρίτης,  συγγραφέας του φερώνυμου Σαμψών[1] τού πιστώνει παιγνιωδώς–, μέρες που ηγήθηκε της πραξικοπηματικής κυβέρνησης της Κύπρου σήμαναν την απαρχή μιας εθνικής τραγωδίας, της μεγαλύτερης μετά από εκείνην του 1922, που έμελλε να ολοκληρωθεί με την τουρκική επέλαση και την de facto διχοτόμηση της χώρας.

Ήδη ο Βασίλης Γκουρογιάννης, αγγίζοντας στο Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή (2009)[2] –ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα της Μεταπολίτευσης– το ζήτημα των βετεράνων πολεμιστών της Κύπρου, είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων. Υπενθυμίζω, ενδεικτικά, ότι η παρουσίαση του βιβλίου στην Αθήνα διακόπηκε από ορδές κουκουλοφόρων, ενώ ο συγγραφέας του βιβλίου λοιδορήθηκε από ακροδεξιά έντυπα για εθνική μειοδοσία, αλλά και χρησιμοποιήθηκε εσφαλμένα από την Αριστερά ως εκφραστής εθνομηδενιστικών αντιλήψεων.[3] Αντιθέτως, αρθρώνοντας την οδύνη του για τον οριστικό ακρωτηριασμό της Μεγαλονήσου από τον εθνικό κορμό, ο Γκουρογιάννης θέτει σημαντικά ζητήματα συνειδήσεως σε ό,τι αφορά στην πρότερη μετοχή –εκόντων ακόντων– Ελλαδιτών πολεμιστών της Κύπρου στο Πραξικόπημα και, συναφώς, στις βαριές ευθύνες του στρατιωτικού καθεστώτος της Ελλάδας στην προδοσία της Κύπρου. Αν ο Γκουρογιάννης, δεκαέξι χρόνια πριν, προκάλεσε, φέρνοντας στο φως την ιστορία ενός ανθρώπου ψυχικά και σωματικά σακατεμένου, που εν τέλει δεν ήξερε εναντίον ποιων -δικών του ή ξένων- ήταν εντεταλμένος να πολεμήσει, χρειάζεται να πιστωθεί η αντίστοιχη τόλμη -ου μην η πρόκληση- στο βιβλίο του Μαργαρίτη υπό τον τίτλο Σαμψών, που καταπιάνεται ονομαστικά –και όχι πια συμβολικά και αφηρημένα– με έναν από τους κατεξοχήν πρωταγωνιστές της κυπριακής προδοσίας.

Για να γίνει αντιληπτός ο βαθμός στον οποίο ο Νίκος Σαμψών ταυτίστηκε στο συλλογικό συνειδητό των Κυπρίων με το ίδιο το Πραξικόπημα, αρκεί να αναφερθεί ενδεικτικά πως τα παιδιά του, Μίνα και Σωτήρης, έτυχαν σε παιδική ηλικία επίθεσης στο δημοτικό σχολείο που φοιτούσαν από ομάδα μαυροφορημένων γυναικών –μανάδων και συγγενών αγνοουμένων και πεσόντων– που τα περιέλουσαν, έναντι του χυμένου αίματος των οικείων τους, με κόκκινη μπογιά: «Είναι πολύ δύσκολο –καλώς ή κακώς– κάποιος να σου έχει φορτώσει την τραγωδία όλου του τόπου σου στον ώμο σου»,[4] δηλώνει σαράντα πέντε χρόνια μετά η κόρη του Νίκου Σαμψών, Μίνα. Ομολογώ προσωπικά πως, έχοντας μαζί μου το βιβλίο Σαμψών σε χώρους οικείων, διαβάζοντάς το αδηφάγα άμα τη δημοσιεύσει του από τον Ίκαρο, μόνο και μόνο ο τίτλος ή και η φωτογραφία του υπό αναφορά προσώπου στο εξώφυλλο προκαλούσε μορφασμούς, φορτισμένες συζητήσεις και αποτροπιασμό, ανασύροντας μνήμες και τραύματα των συνομιλητών μου, όπως και ενδοιασμούς γύρω από έναν πολλά επίφοβο αναθεωρητισμό, που αφορά τόσο στον συγγραφέα του βιβλίου όσο και στην υποφαινόμενη κριτικό. Όχι τυχαία, η κριτική τηρεί ακόμα ευλαβικά σιωπή γύρω από το Σαμψών,[5] παρότι κυκλοφορεί εδώ και δύο σχεδόν χρόνια, κι ενώ ο Μαργαρίτης έχει ήδη προχωρήσει στην έκδοση του Συμβάν 74 (2024),[6] γεγονός που καθιστά την παρούσα μελέτη την πρώτη και σε κάθε περίπτωση ανενδοίαστη προσέγγισή του. (περισσότερα…)

Η «στιχοσύνη» ως «βαλβίδα του ποιήματος»

*

του ΚΩΣΤΗ ΠΑΥΛΟΥ

Παναγιώτης Νικολαΐδης
Πόλη που ράγισε
Σμίλη, 2024

 Η συλλογή Πόλη που ράγισε του Παναγιώτη Νικολαΐδη κυκλοφόρησε τους πρώτους μήνες του 2024 από τις εκδόσεις Σμίλη[1]. Αποτελεί την όγδοη ποιητική συλλογή του σημαντικού αυτού Κύπριου δημιουργού σε ένα σύνολο εννιά ποιητικών καταθέσεών του σε μορφή βιβλίου, αν στο σύνολο αυτό συνυπολογιστεί αφενός η ποιητική σύνθεση Μια στο λευκό και δυο στο μαύρο. Σονάτα για την αφαίρεση (2017), που συνέθεσε σε συνεργασία με τον ποιητή Μιχάλη Παπαδόπουλο, και αφετέρου η συλλογή Γράμματα στην αγαπημένη που κυκλοφόρησε την άνοιξη του 2025. Φανερό είναι επίσης ότι τα ποιήματα που περιλαμβάνονται στην Πόλη που ράγισε παρουσιάζουν μια εσωτερική ενότητα με τα ποιήματα τόσο των δύο προηγούμενων συλλογών του ποιητή, Η Νύφη του Ιούλη (2019) και Ριμαχό (2022), όσο και της πρόσφατης συλλογής του Γράμματα στην αγαπημένη. Ως εκ τούτου, δεν θα ήταν άτοπο να ισχυριστεί κανείς ότι οι τέσσερις συλλογές συνιστούν κατά βάση μια τετραλογία, με πολλές τις ορατές και αδιόρατες διαλεκτικές σχέσεις ανάμεσα σε αρκετά από τα ποιήματα που συγκεντρώνουν. Θα ήταν βέβαια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μια ευσύνοπτη συζήτηση που θα αποσκοπούσε στη μερική έστω διαλεύκανση των σχέσεων αυτών, ωστόσο το απαιτητικό αυτό εγχείρημα θα απαιτούσε μια αυτοτελή, συνθετικότερη εργασία. Σε ό,τι ακολουθεί λοιπόν επικεντρώνομαι αποκλειστικά και μόνο στην Πόλη που ράγισε, επιχειρώντας την ανάδειξη βασικών συνισταμένων του ενιαίου και αδιαίρετου συνόλου του περιεχομένου και της μορφής των ποιημάτων της συλλογής. (περισσότερα…)

Μισό αιώνα μετά την 20.7.1974

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

~

Μισό αιώνα μετά την 20ή Ιουλίου του 1974

Τι σάλος και ο πρόσφατος, τι ρίγος, πόσος κοπετός! Χάρτες με τη διαμελισμένη Κύπρο και τη ματωμένη της γραμμή να κρέμονται απ’ όλα τα μπαλκόνια! Πλήθη σε δρόμους και πλατείες, συγκεντρώσεις τεράστιες, μαχητικές πορείες! Άνθρωποι που κατάλαβαν επιτέλους την αβυσσαλέα διαφορά του Έλληνα με τον ελληναρά, του πατριωτισμού με την πατριδοκαπηλία, της ώριμης εθνικής συνείδησης με τον δηλητηριώδη εθνικισμό. Πληθώρα εκδηλώσεων για την προδοσία της χούντας των Αθηνών, το πραξικόπημα των ανδρεικέλων της εναντίον του Μακαρίου, την επακόλουθη εισβολή του Αττίλα και την παράνομη κατοχή της βόρειας Κύπρου. Πικετοφορίες και καθιστικές διαμαρτυρίες για τους ξεριζωμένους από τα χώματά τους, τους νεκρούς και τους «αγνοούμενους» της τουρκικής θηριωδίας. Και τι επευφημίες, ενθουσιώδη χειροκροτήματα και ζητωκραυγές στα θέατρα, όταν μετά τη λήξη των παραστάσεων έβγαιναν οι ηθοποιοί ανεμίζοντας την κυπριακή σημαία με το ενιαίο νησί και τα δύο κλαδιά της ελιάς που συμβολίζουν την ειρηνική συνύπαρξη ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων!

Ύστερα ξύπνησα, λιγάκι απότομα ομολογουμένως – γιατί με σκούντησε ο Σολωμός Σολωμού, εκείνο το παληκάρι που σκαρφάλωσε στον ιστό της τουρκικής σημαίας και σκοτώθηκε με το τσιγάρο στο στόμα!

///

Ιδού το κείμενο, ιδού και το πήδημα!

Δεν ξέρω κανέναν άνθρωπο με στοιχειώδη θεατρική παιδεία, (ούτε έναν πιά!) που να αμφισβητεί το δικαίωμα του σκηνοθέτη να ανεβάζει ένα κλασσικό κείμενο με τον δικό του τρόπο. Να ξαναχύνει το περιεχόμενό του σε νέο καλούπι, να προτείνει παραλλαγές, να δοκιμάζει τα εκφραστικά μέσα που θεωρεί κατάλληλα για τη σύγχρονη απόδοσή του. Κι ακόμα: να αφαιρεί στίχους ή να προσθέτει εμβόλιμα άλλων συγγραφέων, να τροποποιεί την πλοκή ή να συνθέτει παράλληλα επεισόδια με επίκαιρους διαλόγους, να διαγράφει πρωταγωνιστικούς ρόλους ή να εισάγει καινούργια πρόσωπα στη δράση. Όλ’ αυτά ασφαλώς είναι θεμιτά και κρίνονται εκ του αποτελέσματος που επίσης ποικίλει: από το τερατούργημα ως το αριστούργημα. (περισσότερα…)

Γιάννης Πατίλης, «Η ποίηση είναι δημόσιος λόγος»

*

Στο τελευταίο δεκαήμερο του Μαΐου ο ποιητής Γιάννης Πατίλης βρέθηκε στην Λευκωσία, για να παρουσιάσει στο Πολιτιστικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Κύπρου «Μιχάλης Πιερής», την συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων του Το Σπασμένο είναι πιο Ανθεκτικό (Ύψιλον, 2023). Με την ευκαιρία της παρουσίασης αυτής, το ΝΠ αναδημοσιεύει την συνέντευξη που παραχώρησε στον Κύπριο ποιητή και δημοσιογράφο Γιώργο Χριστοδουλίδη για λογαριασμό του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΚΥΠΕ).

///

Θα θέλαμε να μας πείτε λίγα λόγια για το σκοπό του ταξιδιού στην Κύπρο αλλά και για την Κύπρο την ίδια, αν είναι ένας χώρος πέραν από γεωγραφικός, και συναισθηματικός για εσάς.

Ετούτη είναι η τέταρτη φορά που επισκέπτομαι το νησί σας. Τώρα έρχομαι με πρωτοβουλία αγαπημένων φίλων, της Σταματίας Λαουμτζή, του Παναγιώτη Νικολαΐδη, της Αυγής Λίλλη, και με τη στήριξη της Διεύθυνσης Γραμμάτων του Υφυπουργείου Πολιτισμού καὶ του Πολιτιστικού Κέντρου Μιχάλης Πιερής, για να παρουσιάσω την Συγκεντρωτική Έκδοση ποιημάτων μου 1970-2022 με τίτλο Το Σπασμένο είναι πιο Ανθεκτικό, που κυκλοφόρησε από τον αθηναϊκό εκδοτικό οίκο Ύψιλον, το 2023.

Γεννήθηκα στην Αθήνα, και θεωρώ την Κύπρο πολιτισμικά αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής πατρίδας μου, όπως, την Κρήτη, την Σάμο ή την Ήπειρο. Με πληγώνει το γεγονός ότι το νησί (ελεύθερο και κατεχόμενο), σφάγιο αιματηρό της αγγλικής αποικιοκρατίας, δεν είναι γεωπολιτικά ενωμένο με την υπόλοιπη Ελλάδα, όπως βαθύτατα επιθυμούσε η συντριπτικότατη πλειοψηφία του λαού της, αλλά και σχεδόν όλοι οι Έλληνες όπου γής. Αλλά περισσότερο με πληγώνει η εμπεδωμένη από χρόνων αίσθηση που ἐχω ότι για την κατάσταση αυτή ευθύνονται διαχρονικώς και ποικιλοτρόπως ανεύθυνες, αλλοπρόσαλλες και προδοτικές πολιτικές ηγεσίες σε Ελλάδα και Κύπρο, και ακολούθως μεγάλο και κρίσιμο μέρος της ελλαδικής και κυπριακής κοινωνίας που εκμαυλίστηκε από αυτές… Κατάντησε μικροπολιτική αυτό που ήταν το χρέος του λαού μας απέναντι στην ιστορία του. Τώρα και για την λέξη “λαός”, όπως και “πατρίδα” χρειάζεται λεξικό! Τις εκχωρούμε ευκολότερα  —και δικαίως—  στους μόνιμα εξεγερμένους και συστηματικώς αδικοσφαζόμενους Παλαιστίνιους απ’ ότι στον εαυτό μας! Όσο για τους ξένους, αυτοί κάνουν απλώς την δουλειά τους, όπως πάντα, αλλά τώρα περισσότερον αποτελεσματικά για τα συμφέροντά τους. (περισσότερα…)

Μάρκος

*

της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Τον περιμέναμε όλη μέρα ή μάλλον νύχτα και πάλι νύχτα. Στην ακτή έβλεπες μόνο τα κλεφτοφάναρα, να στέλνουν ξάγρυπνα φωτεινό σινιάλο προς τη θάλασσα. Μελετούσαν για λίγο τα κύματα, όπως το φως τρεμόπαιζε επάνω τους, σβήνοντας έπειτα στην άβυσσο, σαν μυστικό που δεν ειπώθηκε ποτέ. Έφευγαν πάλι και ξαναγύριζαν.

Πού να πήγαιναν;

Άλλοτε κρύβονταν μέσα στους βράχους, για να μη φαίνονται, τσάκιζε κιόλας την αυγή το κρύο. Τελικά το καΐκι έφτασε μια νύχτα σκοτεινή, σ’ ακτή που κανείς τους ως τότε δεν γνώριζε, γιατί ήτανε κατάξερη κι ως βάθος όλο βράχια. ΄Ενας τους έκανε με τα χέρια του χωνί και κάτι ψέλλισε στον άνεμο, περιμένοντας το παρασύνθημα.

Κι ως κεραυνός που σχίζει νέφαλα ακούστηκε και βρόντηξε στη γη μας τ’ όνομά του.

Τον πήραν στην αγκαλιά τους, για να μην πατήσει τα πόδια του μέσα στο νερό. Περπάτησαν για λίγο στα σκοτεινά, μα ο δρόμος ήταν ανηφορικός, κι ο ίδιος όσο που στεκότανε και τους έδινε την αίσθηση πως όπου να ’ναι θα σωριαστεί. Πιστεύοντας ακόμα πως δεν τον πρόδιδε η ώχρα του, ο άντρας έβγαλε το παγούρι του κι έδωσε και στους γύρω του, για να νιώσουν πώς είναι το νερό που ερχόταν απ’ τον τόπο του.

Όλοι το γεύτηκαν μεθυστικά, κι ας ήξεραν πως ποτέ κανείς από αυτό δεν μπορεί να ξεδιψάσει.

***

Ακουμπώντας τα πράγματα στο τραπέζι, που ήταν ήδη στρωμένο με το κεντητό τραπεζομάντηλο, τους χαιρέτησα. Ο κύρης μου με φώναξε, για να μου τους συστήσει. Όσα ονόματα μου έδωσαν δεν ήταν τα πραγματικά, μ’ όλο που εγώ δεν το ήξερα, κι ούτε που τα θυμάμαι τώρα.

Ο ένας ψηλός, γεροδεμένος άντρας, παλληκάρι. Ο δεύτερος γνωστός μας, χωριανός. Το τρίτο πρόσωπο καθόταν σιωπηλά σε μια καρέκλα, πιο πέρα απ’ το τραπέζι. (περισσότερα…)

Μια μελέτη σταθμός στις μοντικές σπουδές

*

του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ

Η πρόσφατη, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αλλά και στέρεα μελέτη του Παντελή Βουτουρή με τίτλο Κάπου στην Κύπρο, στον νομό Πρεβέζης. Εισαγωγή στην ποιητική του Κώστα Μόντη (εκδ. Ερατώ 2024) –ο τίτλος αποτελεί στίχο από το ποίημα του Μόντη «Προς Ζωή»– αποτελεί σημαντικό φιλολογικό και επιστημονικό γεγονός στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα το ανά χείρας καλαίσθητο εκδοτικά βιβλίο δεν είναι μόνο μια αποκαλυπτική και τεκμηριωμένη φιλολογικά και επιστημονικά εισαγωγή στο έργο του σημαντικότερου ίσως ποιητή της Κύπρου, αλλά αποτελεί, κατά την άποψή μου, σταθμό για τις μοντικές σπουδές. Κι αυτό γιατί, εκατόν δέκα χρόνια από τη γέννηση του ποιητή και είκοσι από τον θάνατό του, έχουμε για πρώτη φορά μια συστηματική εισαγωγή-μονογραφία στο σύνολο του λογοτεχνικού έργου του Μόντη (ποιητικό και πεζογραφικό) η οποία φωτίζει επαρκώς αφενός την εξέλιξη της ποιητικής του Μόντη σε σχέση πάντα με το οικογενειακό, ιστορικό και πνευματικό του πλαίσιο και αφετέρου σημαίνουσες θεματικές περιοχές, διακειμενικές σχέσεις και μορφολογικά στοιχεία της ποίησής του. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Οι μοντικές σπουδές προϋποθέτουν, βεβαίως, μέχρι σήμερα μερικά αφιερώματα σε περιοδικά,[1] αλλά και σημαντικές φιλολογικές μελέτες για το έργο του ποιητή (Α. Χριστοφίδης, Μ. Πιερής, Γ. Κεχαγιόγλου, Γ. Π. Σαββίδης, Α. Παστελλάς, Π. Βουτουρής, Λ. Γαλάζης, Α. Αθανασοπούλου, Γ. Γεωργής, Δημήτρης Αγγελάτος κ.ά.). Η σημαντικότερη, επομένως, συνεισφορά της ανά χείρας μελέτης στην ανάδειξη του εκδοτικά χαοτικού και δύσχρηστου εκδομένου έργου του ποιητή αποτελεί, βεβαίως, το διαυγές και λειτουργικό σχήμα της ποιητικής εξέλιξης του Κ. Μόντη, το οποίο τίθεται εμβληματικά στην «Εισαγωγή» του βιβλίου και αναπτύσσεται στη συνέχεια σε τρία μέρη-κεφάλαια: «Μέρος Πρώτο: Ποιητικά πρωτόλεια και προσωπικά αδιέξοδα», «Μέρος Δεύτερο: Ο πολιτικός Μόντης και τα συλλογικά αδιέξοδα. Η διάσπαση στα χρόνια του Αγώνα», «Μέρος Τρίτο: Τα Γράμματα στη μητέρα». Σύμφωνα, λοιπόν, με το πιο πάνω τριμερές σχήμα το οποίο προτείνει ο Βουτουρής, η εξέλιξη της ποιητικής του Κώστα Μόντη αντιστοιχεί σε «τρεις αλληλένδετες και επικαλυπτόμενες ισοτοπίες (προσωπική, συλλογική, οικουμενική)» (σ. 15), αλλά ταυτόχρονα προϋποθέτει μια μεγάλη ποιητική τομή που διαχωρίζει αφενός την πρώιμη, ιδιωτική ποιητική περιοχή με το συλλογικό και οικουμενικό πέλαγος του ώριμου Μόντη και αφετέρου την παραδοσιακή τεχνουργική που δεσπόζει στις πρώτες συλλογές του ποιητή με τη μοντέρνα τεχνοτροπία που κυριαρχεί στην ωριμότητά του. (περισσότερα…)

Τελειώνει ποτέ ένα κείμενο;

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 05:24
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Τελειώνει ποτέ ένα κείμενο; Όταν το παραδίδεις στον εκδότη, άψογο όπως νομίζεις, έχεις για λίγο την ψευδαίσθηση ότι ξεμπέρδεψες μαζί του. Φτάνουν όμως οι πρώτες διορθώσεις και συνέρχεσαι. Ακολουθεί πάλη κανονική με τις λέξεις, τα μολύβια βγαίνουν από το συρτάρι, οι κόκκινες πένες πιάνουν δουλειἀ, πρώτο και δεύτερο και τρίτο πέρασμα, μέχρι το τυπωθήτω. Ο διορθωτής και ο επιμελητής (τι φιλάνθρωπα επαγγέλματα – έπρεπε να έρθει το ίντερνετ για να το κατανοήσουμε πλήρως!), οι τροχονόμοι της γραφής λοιπόν σου ανοίγουν τα μάτια: το άψογο δεν είναι τόσο άψογο όσο το νόμιζες, υπάρχουν ακόμη ασάφειες, ανακολουθίες, σημεία θολά.

Αλλά και μετά το τύπωμα, οι φορές που πέφτεις πάνω σ’ ένα λάθος, σ’ ένα στίχο, σ’ ένα χωρίο προβληματικό είναι κάμποσες. Και τότε λυπάσαι που δεν πρόλαβες να το τσιμπήσεις όταν έπρεπε. Και ευελπιστείς ότι, σε μια ξανακοιταγμένη ανατύπωση ή εντελώς νέα έκδοση, θα σου δοθεί κάποτε η ευκαιρία να επανορθώσεις. Και όταν φτάνει επιτέλους αυτή η ευκαιρία (όχι τόσο συχνά όσο θα το ήθελες…), ώ του θαύματος, όλα ξεκινούν και πάλι απ’ την αρχή. Και πάλι διορθώσεις, πρώτο και δεύτερο και τρίτο πέρασμα. Και πάλι ανακολουθίες. Και πάλι λάθη και ασάφειες και σημεία θολά! Μα πού κρύβονταν τόσο καιρό, αναρωτιέσαι. Πώς δεν τα είδα, πώς δεν τα είχαμε δει;

Τελειώνουν λοιπόν ποτέ όλα αυτά; «Τα ποιήματα δεν τελειώνουν – εγκαταλείπονται», απαντά βαρύθυμα από τον αιώνα του ο Πωλ Βαλερύ. (περισσότερα…)

Το βάρος της Ιστορίας

*

της ΘΕΩΝΗΣ ΚΟΤΙΝΗ

Κυριάκος Χαραλαμπίδης,
Η νύχτα των κήπων,
Ίκαρος, 2022

Στην ποίηση του Κυριάκου Χαραλαμπίδη καταλύτη αποτελεί, ως γνωστόν, το τραύμα της τουρκικής εισβολής αλλά και ευρύτερα των ιστορικών περιπετειών της Κύπρου, που πυροδότησε έναν πολύχυμο στοχασμό για την απώλεια και τον ακρωτηριασμό της εθνικής αυτοσυνειδησίας. Αυτό που στην παγκόσμια ιστορία είναι ένα περιφερειακό επεισόδιο, για την συνείδηση των Κυπρίων αποτελεί το κέντρο και αυτή την αντίφαση καλείται να υπερκεράσει η ποιητική πράξη που επαναφέρει ως εστιακό και αφετηριακό αυτό που η λησμοσύνη του χρόνου και η καλούμενη αδήριτη ιστορική αναγκαιότητα εξοστρακίζουν ως περιθωριακό. Επιχειρώντας να αναγάγει το γηγενές σε παγκόσμιο. Δίπλα στο στίγμα της τραυματισμένης κυπριακότητας πορεύεται μόνιμα και ο διάλογος με την ελληνικότητα και η αναμέτρηση με τις ιδρυτικές μυθολογικές και ιστορικές ταυτότητες που συνθέτουν το συλλογικό φαντασιακό της. Για όλα αυτά βέβαια έχουν γραφτεί πολλά και καλά, στην πολύχρονη διάρκεια της καταξιωμένης πορείας του Χαραλαμπίδη στην ποίηση.

Σε αυτό το μήκος κλίματος και ως συνέχεια της προγενέστερης δουλειάς του κινείται και η τελευταία συλλογή του. Ποιήματα που συνομιλούν με τον αρχαιοελληνικό μύθο, τη χριστιανική και λογοτεχνική παράδοση, την ελληνική και την κυπριακή ιστορία. Ιστορικά επεισόδια και πρόσωπα, μυθικές μορφές, παραλειπόμενα της επίσημης ιστορίας αποτελούν την πηγή της έμπνευσης και επανεγγράφονται στην ποίησή του ως θρυαλλίδες ενός στοχασμού που περιελίσσεται στην παλαιόθεν θεμελιωμένη θεματική του. Η Σαπφώ, η Αφροδίτη, ο Αμφιτρίωνας και η Αλκμήνη, ο Μινώταυρος, ο Κύπριος βασιλιάς Κινύρας, ο Σωκράτης, ο Χριστός, ο Μεγαλέξανδρος, η Παναγία, ο Κανάρης, ο Ευαγόρας και οι λοιποί πεσόντες του απελευθερωτικού αγώνα εναντίον των Άγγλων, οι αγνοούμενοι της εισβολής, οι πρόσφυγες και οι απόγονοί τους είναι κάποια από τα πρόσωπα ενός αφηγήματος που τα επεισόδιά του αποτελούν τις ψηφίδες ενός πολυστρωματικού υλικού που επιχειρεί να συνθέσει μια συνολική αφήγηση. (περισσότερα…)

«Επισκεφθείτε το τέλος»

*

Ένας νέος εφιάλτης γυρνάει
το βλέμμα σε όσα δεν είδαˑ
μια φράση σαν από λάθος
ανασταίνει την άγνωστη μνήμη
σ ε  έ ν α ν  τ ό π ο  δ ι κ ό  μ α ς  π ο υ  δ ε ν  υ π ή ρ ξ ε
απάτη – μιας άνυδρης χώρας το τάμα.
Με ξυπνάει ένα νεύμα σε άγνωστη γλώσσα
την κοιτάω στα μάτια —για δες πώς
μου μοιάζει ετούτη η ξένη— μου λέει welcome, attention
ανοίγει την μπάρα, περνάω.

Ξενοδοχεία ξεδοντιασμένα, μαραζωμένοι
τσιμεντόλιθοι, ένας γερανός γερασμένος
και στο άγκιστρό του το θαύμα ετοιμοθάνατο:
αιώνιο βαρίδι ή δαμόκλειος σπάθη.
Νοέμβριος, κι ο ήλιος καίει σα να ’ναι Ιούλης·
σάπιοι καρποί σε ξεραμένα χορτάρια
κολλάνε, βρομάνε, προνύμφες γεννάνε

ένα φάντασμα που κλαίει
γυμνό μες στους δρόμους

τρυπάνια σειρήνες τις κραυγές στραγγαλίζουν
κλείνουν οι εργάτες τις ρωγμές της ασφάλτου
με πίσσα και σκυρόδεμα λείο
μαύρο, στιλπνό. (περισσότερα…)