Month: Φεβρουαρίου 2023

Κήνσορες και αβανταδόροι

*

α. Ένας θρυλικός Αμερικανός ρεπόρτερ, κάτοχος του Βραβείου Πούλιτζερ μεταξύ άλλων, φέρνει στο φως ότι ήταν οι Αμερικανοί που ανατίναξαν τον Nord Stream II, κατόπιν προσωπικής εντολής του προέδρου Μπάιντεν. Και ότι μάλιστα η αμερικανική κυβέρνηση προσχεδίαζε το σαμποτάζ πολλούς μήνες πριν από την εισβολή των Ρώσσων στην Ουκρανία.

β. Ένας πρώην Ισραηλινός πρωθυπουργός αποκαλύπτει ότι ήταν η Δύση που τορπίλλισε εσκεμμένα πέρυσι την άνοιξη τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, στην οποία, με δική του μεσολάβηση, είχαν ουσιαστικά καταλήξει ο Πούτιν και ο Ζελένσκι.

γ. Ένα στέλεχος της Pfizer ομολογεί εμπρός στην κάμερα ότι η εταιρεία του πειραματίζεται με μεταλλάξεις του κορωνοϊού. Και ότι ο ίδιος μάλιστα πιστεύει ότι έτσι, κατά τη διενέργεια πειραμάτων, κατασκευάστηκε ο covid αρχικά στο Εργαστήριο της Γιουχάν το 2019.

δ. Ένας άλλος, επίσης επιφανής, Αμερικανός δημοσιογράφος τεκμηριώνει από τα αρχεία του Twitter ότι το λεγόμενο RussiaGate, σύμφωνα με το οποίο ο Τραμπ υπήρξε δήθεν ενεργούμενο του Πούτιν και των Ρώσσων, ήταν υπόθεση χαλκευμένη και υποκινημένη από κέντρα του αντίπαλού Δημοκρατικού Κόμματος και κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας όπως το FBI. Και ότι κάποια από τα μέσα που αναπαρήγαγαν κατά κόρον τις καταγγελίες αυτές, ήδη εξ αρχής γνώριζαν ότι είναι ψευδείς.

Κατά τη γνώμη μου, οι τέσσερις συνταρακτικότερες ειδήσεις της τελευταίας περιόδου. Τι κοινό έχουν όλες; Τα συστημικά ΜΜΕ, ο χαρτώος και ο ηλεκτρονικός τύπος αλλά και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από το facebook ώς το YouTube, αγωνίζονται με κάθε τρόπο να τις απαξιώσουν, να τις υποβαθμίσουν, να τις λογοκρίνουν, εντέλει να τις «θάψουν».

Συχνά μάλιστα με επιτυχία – αν κρίνει κανείς από τον σχετικά περιορισμένο τους αντίκτυπο. Σε άλλες εποχές, τέτοιες αποκαλύψεις θα είχαν αυτονόητα σεισμικές επιπτώσεις: λαϊκές κινητοποιήσεις, ποινικές διώξεις, πτώσεις κυβερνήσεων.

Όπως εδώ σε μας, μήνες τώρα, τα περισσότερα ΜΜΕ επιχειρούν να υποβαθμίσουν ή και να αποσιωπήσουν ολότελα τις αποκαλύψεις για τις πρωθυπουργικές υποκλοπές, έτσι και στις ΗΠΑ τα περισσότερα εθνικά τηλεοπτικά δίκτυα δεν είπαν ή δεν έγραψαν λέξη, ουσιώδη τουλάχιστον, για τις έρευνες που έδειξαν ότι το Τουίττερ λογόκρινε τον Τραμπ όχι από τις 8.1.2021 και τα έκτροπα της Ουάσιγκτον, αλλά, σιωπηρά, ήδη πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου της προηγούμενης χρονιάς! Και ότι το ίδιο κρυφά λογόκριναν όλα τα χρόνια της πανδημίας, όλους αυτούς που πήγαιναν κόντρα στο επίσημο αφήγημα περί εμβολιασμών – ακόμη και αν ήταν διάσημοι γιατροί και καθηγητές κορυφαίων πανεπιστημίων, ακόμη και αν γνώριζαν ότι έλεγαν την αλήθεια! Και όλα αυτά, συχνά, με τη συνέργεια ή καθοδήγηση παραγόντων δημόσιων υπηρεσιών ή διαβόητων φαρμακοβιομηχανιών.

«Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης», έλεγε ο Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ στις αρχές του 19ου αιώνα. Προφανώς όχι πια. Στο όνομα της ιερής ελευθερίας του λόγου, οι ίδιοι κήνσορες που, πολλά χρόνια τώρα, εκτοξεύουν κατά των αντιπάλων τους ανερυθρίαστα τη ρετσινιά των Fake News, αποδεικνύονται αβανταδόροι της συγκάλυψης και του ψεύδους.

ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ

*

 

Οι χορεύτριες είναι Ουκρανίδες

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 02:23
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

«Danseuses Russes», Ρωσσίδες χορεύτριες, τιτλοφορείται ένας κύκλος έργων, φιλοτεχνημένων γύρω στα 1890, του Εντγκάρ Ντεγκά. Όχι πια. Η National Gallery του Λονδίνου αποφάσισε ότι οι χορεύτριες είναι Ουκρανίδες. Και πήρε το ελεύθερο να μετονομάσει με όλη της την άνεση τον πίνακα που εκείνη έχει στην κατοχή της σε «Ukrainian Dancers».

Προηγήθηκαν, εννοείται, οι συνήθεις καταγγελίες κατά του Πούτιν και του ρωσσικού ιμπεριαλισμού. Όταν ο Σιράκ και η Γαλλία είχαν αρνηθεί να συμμετάσχουν στην αισχρή εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ το 2003, κάμποσοι Αμερικάνοι εστιάτορες ξαναβάφτισαν τις «french fries», τις τηγανητές πατάτες δηλαδή που στις ΗΠΑ τις ονομάζουν «γαλλικές», σε «freedom fries». Το πράγμα έχει ήδη παράδοση συνεπώς.

Τι θα ακολουθήσει άραγε; Η ρώσσικη ρουλέτα, το «Άνοιγμα Πετρώφ» στο σκάκι, το Μοσχαράκι Στρογκανώφ;

~.~

«Το ότι όλοι οι χαρακτήρες στα μυθιστορήματά μου, όλοι οι αγωνιστές που έχω πλάσει, πηγάζουν από την ψυχή μου, την εσωτερική μου πραγματικότητα (η οποία, παρεμπιπτόντως, είναι πλήθος ολόκληρο) – είναι ένα πράγμα. Αλλά το ότι είναι εγώ ο ίδιος, είναι εντελώς άλλη υπόθεση. Διότι – ποιος είμαι εγώ τελικά; Ποιος είναι αυτός ο τύπος που υπογράφεται Μιγέλ δε Ουναμούνο; Ε λοιπόν, είναι ένας από τους χαρακτήρες μου, ένα από τα πλάσματά μου, ένας από τους αγωνιστές μου! Αυτό το οριστικό, απόλυτο, μύχιο, υψηλό, υπερβατικό, εμμενές Εγώ είναι –ένας θεός ξέρει ποιος είναι– ίσως ο Θεός ο ίδιος!»

ΜΙΓΕΛ ΔΕ ΟΥΝΑΜΟΥΝΟ

~.~

Υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ αισθητικής έκφρασης και εθνικού χαρακτήρα; Αν ναι, είμαστε λαός λυρικός. Είτε στη λογοτεχνία, είτε στη μουσική, είτε στον χορό, ο φυσικός μας τρόπος είναι το τραγούδι. Από τον Σολωμό ώς τον Σαββόπουλο δεν υπάρχει τροπή του συλλογικού μας βίου, δεν υπάρχει σκίρτημα ψυχικό ή συναισθηματικό βαθύτερο που να μην βρήκε την πληρέστερη αποτύπωσή του στον στίχο – σ’ ένα τραγούδι με ή χωρίς μουσική.

Ακόμη και στις άλλες, ο λυρικός τρόπος κυριαρχεί: στον Παπαδιαμάντη, στον Παρθένη, στον Αγγελόπουλο. Ο κορυφαίος πεζογράφος, ο κορυφαίος εικαστικός, ο κορυφαίος κινηματογραφιστής μας είναι ποιητές. Ο λυρισμός ως μοίρα. (περισσότερα…)

Τέχνη εν λόγω

της ΠΑΓΩΝΑΣ ΞΕΝΑΚΗ

Χρήστος Μαρκίδης,
Κατάματα,
γ΄ έκδοση, Αρμός 2022

Στο βιβλίο του, ο Χρήστος Μαρκίδης δεξιώνεται εκλεκτούς επισκέπτες «ένθεους» ή «κοσμικούς», για ραφινάτες τελετές τσαγιού ή αδρά φαγοπότια. Τους συναντά ένα δωμάτιο με καθρέφτες, όπου εκείνοι αέναα πολλαπλασιάζουν το «Κατάματα». Η καταγωγή της πρωτινής ματιάς ανιχνεύεται, φορές πάλι συγχέεται, θαρρείς, και όλοι αυτοί που έχουν τις γενετικές τους ανεμόσκαλες συγγενικές μα και διάφορες, τις συντονίζουν με απόλυτα αρμονικούς ελιγμούς.

Στο δωμάτιο αυτό, δεν λείπει και ένας καθρέφτης για τον αναγνώστη. Είναι τόσο αλλόκοτος καθρέφτης αφού το είδωλό μας εξακολουθεί να μας κοιτά κατάματα ακόμα και αν αποστρέψουμε το βλέμμα μας από αυτόν. Είναι αξιοσημείωτο το πόσο μεγάλη συνάφεια έχει η εικαστική διαδρομή του Χρήστου Μαρκίδη με τον λόγο του, τον ποιητικό ή πεζό. Πώς τα συστατικά του γραπτού και του εικαστικού λόγου του, έρπουν αρχικά σαν το αόριστο ανιχνευτικό φως ενός φακού πάνω στα πλέγματα μιας ιδιαίτερης χάραξης και πώς κατόπιν αναδύονται καθαρμένα, στεμμένα με μιαν άλω, ολότελα πια δική τους.

Στην ζωγραφική του, οι κοίλες μορφές της ενδοσκόπησης που εγκολπώνονται θαρρείς μια φιάλη γεμάτη ιχώρ, θυμίζουν τις μορφές που αναφέρονται στο βιβλίο «Κατάματα», έτσι όπως δίνει η μία την σκυτάλη στην άλλη, με μια αλληλουχία τόσο ευφάνταστη και πολύτροπη. Οι περσόνες αυτές, μαγικές σαν φάσματα παρειδωλίας, αγγίχτηκαν μεταξύ τους με την αισθαντική τυχαιότητα μιας ακουαρέλλας πάνω σε απορροφητικό χαρτί και κατόπιν δουλεύτηκαν από τον αφηγητή πάνω στις ιδιαιτερότητές τους, με λεπτεπίλεπτους χειρισμούς, αποτίμηση, στοχασμό, μέχρι την ούγια της κάθε σελίδας.

Σε ένα βιβλίο με δοκίμια; Θα έλεγα σε ένα βιβλίο με έργα τέχνης του λόγου και της ευαίσθητης ακοής. Ολόγλυφα και ολόκληρα με ένα βαθύτατο ακριβό πυρήνα. Σφουγγάρια γεμάτα, που όμως δεν στάζουν, δεν αναλώνονται αναίτια. Πεταλίδες που έχουν την ρόδινη ευάλωτη σάρκα τους ανάμεσα σε ένα φαιό κέλυφος και έναν ασάλευτο βράχο.

Η έμπνευση του Χ.Μ. άλλοτε μοιάζει λαμνοκόπος στον Αχέροντα και άλλοτε
ραδινό δελφίνι σε αίσια νερά. Η στίλβη της έμπνευσης παγίδεψε την πάχνη, την άβαρη γύρη, τα ρινίσματα κάθε πρωτόφαντης συγκίνησης. Όλα τα πτητικά αρώματα κάποιου κήπου που θυμιάζει τη γύρη του γύρω από το κιόσκι της ύπαρξης. Της ύπαρξης που σαν ρωσική κούκλα μπορεί (πόσο απρόσμενα) να κυοφορεί τις ήδη γεννημένες μορφές που ζουν κρυπτικά η μία στην γαστέρα της άλλης.

Είναι πράγματι πολύτιμα τα βιβλία στα οποία ο αναγνώστης επιθυμεί να ανατρέξει ξανά και ξανά και με ένα αιφνίδιο κάθε φορά ξάφνιασμα να αφουγκράζεται την υπόκωφη εσωτερική παλμικότητά τους. Θαρρεί κανείς τότε πως τα βιβλία αυτά δεν είναι τυπωμένα, αφού μπορούν κάθε φορά να αλλάζουν, να εκπλήσουν, άλλοτε να γίνονται αποκαλυπτικά και άλλοτε αινιγματικά.

Είναι ακόμα θαυμαστό, πώς την έμπνευση που αναρριχάται σαν κλιματσίδα, μπορεί ο συγγραφέας να την διαχειριστεί, έτσι ώστε να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ σαφήνειας και υπέρβασης. Να έχει πάντα μια τόσο εύστοχη και «κατάματη» ματιά, απέναντι σε ένα σύμπαν που συχνά ο οφθαλμός του μας κοιτά με μιαν έκκεντρη κόρη.

Με την μνήμη και την μοίρα, τις δύο λέξεις που ο Χρήστος αγαπά, έπλασε και ονομάτισε μιαν ηγερία ολότελα δική του, την Μνήμοιρα. Αυτή κράτα το πινέλο και το μολύβι, αυτή κρατά και το λεπίδι που κόβει απρόσιτους καρπούς. Πόσο μεγάλο είναι το προνόμιο να μπορεί κάποιος να κοινωνεί στους άλλους αυτά που έχει πανάκριβα. Να μην θρυμματίζονται στην μεταφορά, να μην χάνονται στην μετάφραση που γίνεται από τον βαθύ εσώτερο βόμβο που μας σαστίζει και μας μεθά, σε μια καθομιλουμένη που πάλι θα μας σαστίζει και πάλι θα μας μεθά.

Η τέχνη του Χρήστου Μαρκίδη σε κάθε της έκφανση, δεν είναι μια τέχνη άσωτη. Δεν είναι ένα οπωροφόρο δέντρο που ανθίζει και καρπίζει με διαρκώς διαθέσιμα απλωμένα κλαδιά, Μου θύμιζε ανέκαθεν το κυπαρίσσι που μέσα στον ερμητικόν οβελίσκο του, ζουν αθέατα και ιδιωτικά, πουλιά και έντομα, μια γοητευτική, μυστική ζωή.

ΠΑΓΩΝΑ ΞΕΝΑΚΗ

(περισσότερα…)

Αλέξανδρος Σχινάς, Τέσσερα λεττριστικά ποιήματα

*

Τα τέσσερα λεττριστικά ποιήματα του Αλέξανδρου Σχινά που ακολουθούν, δημοσιεύτηκαν το 1964, στο τχ. 2-3 του περιοδικού Πάλι. Ο Σχινάς αποδίδει τα ποιήματα αυτά στον Ελευθέριο Δούγια, επινοημένη περσόνα του ιδίου, τα περιέλαβε δε στο μανιφέστο του «Περί υπερλεξισμού, κειμενοκολλήσεως και αθανασίας».

Ο Αλέξανδρος Σχινάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924. Φοίτησε στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο και σπούδασε στο χημικό τμήμα της φυσικομαθηματικής σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την ολοκλήρωση της στρατιωτικής του θητείας (1947-1949) άρχισε να ταξιδεύει, κυρίως σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης ώς το 1959, οπότε εγκαταστάθηκε οριστικά στην τότε Ομοσπονδιακή Γερμανία. Από εκεί συνεργάστηκε με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (1963-1965), την ΕΡΤ (μετά το 1974), και τον σταθμό της Deutsche Welle στην Κολωνία. Από την τελευταία θέση του ανέπτυξε αντικαθεστωτική δράση κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας στην Ελλάδα.

Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε έφηβος το 1938 στο περιοδικό Μαθητική Ζωή με το διήγημα «Ο κατήφορος» και, πιο επίσημα, το 1951 με τη δημοσίευση του διηγήματος «Η επιστολή» στο περιοδικό Ο Αιώνας μας. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Πάλι (από τους βασικούς του συνεργάτες), Η Λέξη, Συντέλεια κ.ά. Κείμενά του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες.

Δημοσίευσε: Αναφορά περιπτώσεων (1966, συμπληρωμένη έκδοση 1989, διηγήματα), Η παρτίδα (1990, νουβέλα). Επίσης, το δοκίμιο Για την υπεράσπιση της ελληνικής εγκεφαλοκρηπίδας. Εναντίον του σκοταδιστικού ψευτοδημοτικισμού (1977). Μια σειρά άρθρων του συγκεντρώθηκε στον τόμο Σ’ έναν χάρτινο δρυμό. Το ελληνικό βιβλίο έξω από το θερμοκήπιο (1996).

«Η έντονη αίσθηση του καινούργιου και νεοτερικού που είχε δημιουργήσει στο κοινό της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας η αφηγηματική μορφή της Αναφοράς περιπτώσεων (περιλαμβάνει πέντε πεζά μοντέρνας τεχνικής, με χαρακτηριστικότερο το Ενώπιον πολυβολητού), έμεινε για αρκετά χρόνια δραστική. Αν και τα πεζά του Α.Σ. επιδέχονται πολλές ερμηνείες και αναγνώσεις, καθώς είναι αποσυνδεδεμένα από τις δεσμεύσεις του ρεαλισμού και τών ιστορικών αναφορών,προκάλεσαν στη δεκαετία του ’60 ιδιαίτερη εντύπωση και θεωρήθηκαν από την κριτική ως παρεμβάσεις μιας νέας ηθικής του λογοτεχνικού λόγου. Στην Αναφορά, όπως και στην μεταγενέστερη Παρτίδα, ο Σ. κατευθύνει με ανεξάντλητα παιγνιώδη και ανίερη διάθεση έναν μηχανισμό παρωδίας που υπονομεύει κάθε βεβαιότητα και σχέση αιτίου-αιτιατού. Είναι από τους πρώτους της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας που χρησιμοποίησε στα πεζά του μεγάλες μάζες συνειρμικού λόγου, χωρίς να ακολουθεί τους συνήθεις συντακτικούς κανόνες, συγχέοντας επίτηδες το δοκίμιο, την αυτοβιογραφία και την ποίηση. Ωστόσο, η ειρωνική και ενίοτε σατιρική του διάθεση δεν ακυρώνει τη συναισθηματική ένταση και τον υποκειμενικό τόνο, ούτε ο αιχμηρός σαρκασμός του υποσκάπτει το ηθικό πολιτικό νόημα για τα φαινόμενα της δημόσιας ζωής.» (Αλέξης Ζήρας)

Πηγές: ekebi.gr, dedalus.gr

~.~

ΘΡΑΠΑ

Ο Γαβουνές, ο Μαμουνές, ο Παστροκωλαράκης,
Ο λαγναρμένιος Μπιθουλιάν και οι δυο σιαμαίοι Βούζοι,
Ολόκληρα μερόνυχτα συνέχεια θραπακιάζαν :
Μες στο βουρκί του μαγαζιού του Μπιθουλιάν χλιχλίβαν,
Τουμποκωρδομπαχλιάζονταν, λυσσοβουτοπαφτιάζαν,
Τρεμουλοπεφτοθρίαζαν, ιαχογαυλιούσαν,
Εναλλασσοπθακίζονταν κι αλληλοσφιχτομπλάφαν.
Κάναν ο ένας τ’ αλλονού λαχτάρ-καπουλοφρίξεις,
Κοιλιοδοντοτσικδισμούς και φτερνοσβερκοτρίγγια.
Ο Γαβουνές βαυλάκισε τον Παστροκωλαράκη.
Οι Βούζοι μακλατέψανε του Γαβουνέ τα οπίσθια,
Και ξαναβαυλακίσανε τον Παστροκωλαράκη,
Ο Μπιθουλιάν γλιβδίκωσε τρία αφτιά των Βούζων,
Κι ο Μαμουνές τζιτζίφτισε του Μπιθουλιάν τα ούλα.

Την πρώτη μέρα πλάνταξε ο Παστροκωλαράκης.
Κι ό,τι έμεινε απ’ τον Μπιθουλιάν τη δεύτερη εβυθίσθη
Και θάσπιφε μες στο βουρκί, που πηχτογλοιογλούσε
Απ’ τον κρεατοσίελο και την ιδρωμυελόρροια
Των θραπικών. Και το πρωί της τρίτης πια ημέρας
Οι μεν ήταν του θανατά, και οι Βούζοι ξεκολλήσαν. (περισσότερα…)

Σκηνικό σε παύση

της ΘΕΩΝΗΣ ΚΟΤΙΝΗ

Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου,
Ο θυρωρός των ημερών, Κέδρος, 2022

Η τελευταία συλλογή της Ευτυχίας-Αλεξάνδρας Λουκίδου αποτελεί μια συνεπή συνέχεια στην ποίησή της που με νευρώδη λόγο και έρρυθμο στοχασμό βυθομετρά τις κυμάνσεις μιας επίμονης υπαρξιακής αναζήτησης. Υπαρξιακή, πράγματι, κατά κύριο λόγο η ποίησή της, υποστασιοποιείται σε μια φασματική σκηνοθεσία, συχνά με υλικά από ένα γκροτέσκο θέατρο ποικιλιών, με τα αντικείμενα να λαμβάνουν το ρόλο μιας απόκοσμης παντομίμας αυτού που θα έπρεπε να είναι η παρουσία. Έτσι, συχνά συντίθεται ένας ερειπιώνας αναμνήσεων, παράταιρων εξαρτημάτων και αλλόκοτων μορφών ενός σκηνικού σε παύση, όπου το άτομο ανασύρει από τις καταπακτές του χρόνου εμβλήματα ενός τότε που στοιχειώνουν με την παράλογη εκκρεμότητά τους και την επίμονή διάρκειά τους το τώρα. Σοφίτες, ενυδρεία, έρημοι κήποι, μαυσωλεία, καταργημένες γειτονιές, φελινικά ταμπλώ βιβάν, παρηκμασμένα οικογενειακά καθιστικά περιβάλλουν το άτομο έγκλειστο σε μια εικονογραφία άπνοιας, στην «ειρωνεία του ασύνδετου στον ενιαίο τρόμο».

Ο ΕΡΩΤΙΔΕΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΔΕΙΠΝΟ

Πώς ανατέλλει ξαφνικά εορταστικό το μαυσωλείο!
Γελιέται η Λύπη και τρέχει σκοτεινή
προς τους πανσέδες.
Θα έχει, σκέφτεται, ψωμί η ολοκαίνουργια καταπακτή
με το γενναίο βρέφος που επιμένει.
Διασχίζει πένθη, φήμες κακόβουλες, προβλέψεις
[ πως, τάχα, ξεκολλάει κάποτε η καρδιά
– οπωσδήποτε, λένε, ξεκολλάει –
και άψυχες κατρακυλούν οι ολονυχτίες του έρωτα
όπως οι άσπρες ανεμώνες απ’ τις παλιές ταπετσαρίες
στα ψηλοτάβανα cafe της Βιέννης ]

μα αναβοσβήνει τόσο ανυπεράσπιστα
τα χέρια του το βρέφος
κι είναι καιρό σταθμευμένα τα πέλματα
στις φλούδες του πυθμένα…
Το αποφασίζει, αλλά δειλιάζει προς στιγμήν.
Σπαράζει στο κλάμα εκείνο
μόλις τη βλέπει να το προσπερνά.
Πισωγυρνά.
Το παίρνει στα χέρια με λαχτάρα.

Την κατασπαράζει.

(περισσότερα…)

Πότζιο Μπρατσιολίνι, Ανέκδοτα

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Μαθητής του Μανουήλ Χρυσολωρά και επί σειρά ετών παπικός γραμματέας, ο Πότζιο Μπρατσιολίνι (1380-1459) ήταν ένας συνειδητοποιημένος, πρωτοπόρος και, φυσικά, επιφανέστατος ανθρωπιστής. Πλάι στο φιλολογικό του έργο, ο Πότζιο συνέταξε από το 1438 έως το 1452 το πρώτο (και για αιώνες διασημότερο) βιβλίο ανεκδότων που τυπώθηκε ποτέ. Το Liber Facetiarum, γραμμένο στα λατινικά, συγκεντρώνει 273 «facetiae»: σύντομες σκωπτικές ιστορίες. Αγαπημένα θέματα του Πότζιο είναι η υποκρισία του κλήρου, η μοιχεία και οι ταξικές διαφορές, διανθίζοντας συχνά τις διηγήσεις με άσεμνη γλώσσα και σκατολογική διάθεση. Έχουν καταμετρηθεί τουλάχιστον 34 εκδόσεις μόνον για το διάστημα από το 1470 έως το 1500. Το έργο ήταν εξαιρετικά επιδραστικό, βρίσκοντας μιμητές σε όλες τις χώρες και όλες τις γλώσσες της Αναγέννησης.

~.~

153.

Πώς αστειεύτηκε ένας φτωχός εις βάρος ενός πλούσιου που κρύωνε

Ένας πλούσιος άνδρας, ντυμένος ζεστά, ταξίδευε μες στο καταχείμωνο με προορισμό τη Μπολόνια. Καθώς διέσχιζε τα βουνά, έπεσε πάνω σ’ έναν χωρικό που φορούσε μόνον ένα κουρελιασμένο πανωφόρι. Θαυμάζοντας την αντοχή του χωρικού σε τέτοιες συνθήκες (το χιόνι ήταν πολύ κι ο αέρας δυνατός) τον ρώτησε αν έχει ξεπαγιάσει. — «Καθόλου», είπε χαμογελαστά ο χωρικός. — «Μα πώς γίνεται», αντέτεινε έκπληκτος ο πλούσιος, «εγώ να παγώνω μέσα απ’ τα γουναρικά μου, κι εσύ που είσαι μισόγυμνος να μην νιώθεις το κρύο;» — «Αν κι εσύ, όπως εγώ», είπε ο χωρικός, «φορούσες όλη σου τη γκαρνταρόμπα, καθόλου δεν θα κρύωνες».

184.

Για τον έμπορο που επαινούσε τη γυναίκα του λέγοντας ότι δεν είχε αφήσει ποτέ της πορδή

Ένας έμπορος, μιλώντας μ’ έναν ευγενή στον οποίο ήταν υποτελής, επαινούσε τη γυναίκα του -μεταξύ άλλων- για το γεγονός ότι δεν είχε αφήσει ποτέ της πορδή. Ο ευγενής παρατήρησε ότι αυτό είναι αδύνατον ν’ αληθεύει και στοιχημάτισε μαζί του ένα πλούσιο δείπνο πως πριν τρεις μήνες παρέλθουν, κάμποσες κλανιές θε ν’ αμολήσει η γυναίκα του. Την επόμενη μέρα ζήτησε να δανειστεί απ’ τον έμπορο πεντακόσια χρυσά, τα οποία υποσχέθηκε να επιστρέψει εντός οκτώ ημερών. Ο έμπορος ζοριζόταν πολύ να δανείσει τέτοιο ποσό: συναίνεσε πάντως, απρόθυμα βέβαια, κι έδωσε τα χρήματα. Περίμενε με αγωνία ώσπου νά ’ρθει η μέρα που είχε συμφωνηθεί και τότε γύρεψε τον ευγενή να του ζητήσει τα χρήματα. Η αρχοντιά του, όμως, λέγοντας πως δεν είχε στη διάθεσή του τα χρήματα εξαιτίας μιας έκτακτης ανάγκης, παρακάλεσε κιόλας τον έμπορο να του δανείσει πεντακόσια ακόμα, με την υπόσχεση να εξοφλήσει και τα δυο δάνεια πριν απ’ το τέλος του μήνα. Ο έντιμος έμπορος πρόβαλλε για πολλή ώρα αντίσταση, εκθέτοντας παραστατικά την ένδειά του. Ωστόσο, από φόβο μήπως χάσει και τα πρώτα, διέθεσε στενάζοντας και τ’ άλλα πεντακόσια. Γύρισε σπίτι του αποκαρδιωμένος και γεμάτος ανησυχία. Η σκέψη του έτρεχε ασταμάτητα, τον έζωναν οι αμφιβολίες και τις νύχτες δεν μπορούσε να κλείσει μάτι. Όσο ξαγρυπνούσε, όμως, άκουγε συχνά τη γυναίκα του να κλάνει στον ύπνο της. Στα τέλη του μήνα, ο ευγενής έστειλε να καλέσουν τον έμπορο και τον ρώτησε αν είχε ακούσει έκτοτε τη γυναίκα του να τις αμολάει. Ο φτωχός ομολόγησε το σφάλμα του: «Την άκουσα τόσο συχνά», είπε, «που το στοίχημα μπορεί να μου κόστιζε όχι ένα δείπνο, αλλά ολόκληρη την περιουσία μου». Τότε πήρε τα χρήματά του πίσω και πλήρωσε για το δείπνο. Πολλά πράγματα διαφεύγουν απ’ όσους κοιμούνται. (περισσότερα…)

Το θέμα είναι η συνείδηση

του ΘΕΟΔΟΣΗ ΒΟΛΚΩΦ

Γιώργος Λαμπράκος,
Αίμα μηχανή,
Εκδόσεις Οκτώ, 2022

«Η τύχη των βιβλίων κρέμεται απ’ την κρίση του αναγνώστη». Το πασίγνωστο και συχνόχρηστο απόφθεγμα του Λατίνου γραμματικού Τερεντιανού Μαύρου ξαναβρήκα εσχάτως στην Ανατομία της Μελαγχολίας του Ρόμπερτ Μπέρτον, φερμένη στα ελληνικά χάρη στον μεταφραστικό άθλο του Παναγιώτη Χοροζίδη.

Στον νεωτερικό μας κόσμο ωστόσο, μέχρι να φτάσουν τα βιβλία από τον συγγραφέα στον αναγνώστη (και τελικά στην κρίση του), μεσολαβούν κάμποσα στάδια. Η μοίρα τώρα των βιβλίων μοιραία δένεται με τις μοίρες όλων των ανθρώπων –εμφανών, ημιφανών και αφανών, ενίοτε δε και επιφανών– που εργάζονται προκειμένου αυτά να πάρουν μορφή – πλέον ως ένυλα ή άυλα αντικείμενα. Από αυτή την άποψη, το Αίμα μηχανή, αμέσως μόλις ο συγγραφέας του έβαλε την τελευταία του τελεία πάνω στο χαρτί ή στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή του (για την ακρίβεια, το ακροτελεύτιο θαυμαστικό), δέθηκε, κυρίως, μ’ έναν άνθρωπο – έναν άνθρωπο που πια δεν είναι στη ζωή.

Διότι τo «Αίμα μηχανή» του Γιώργου Λαμπράκου υπήρξε ένα από τα τελευταία βιβλία που εξέδωσε και κυκλοφόρησε ο αξέχαστος Σάμης Γαβριηλίδης. Ο δε Γιώργος Λαμπράκος, εκδοτικά μιλώντας, υπήρξε παιδί των Εκδόσεων Γαβριηλίδη, αφού όλα του τα βιβλία πλην ενός (της ποιητικής Ονειροπώλησης), με αποκορύφωμα το πολυσέλιδο μυθιστόρημά του, στεγάστηκαν στον εκδοτικό οίκο του Σάμη.

Μετά την εκδημία του εκδότη και τα όσα θλιβερά ακολούθησαν, το Αίμα μηχανή, που είναι ζήτημα αν παρέμεινε εφτά ή οκτώ σκάρτους μήνες στα βιβλιοπωλεία,  αποσύρθηκε βίαια από την κυκλοφορία και πέρασε στο λίμπο μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας. Στο σύντομο αυτό χρονικό διάστημα ωστόσο, προσέχθηκε και εγκωμιάστηκε από μερίδα της κριτικής, πλην όμως δεν πρόλαβε να φτάσει (στον βαθμό που θα του άξιζε) στον τελικό του αποδέκτη – τον γενικό αναγνώστη, αυτόν που τόσο υπολόγιζε σε πείσμα κάθε ελιτισμού ο μέγας της αγγλόφωνης γραμματείας κριτικός Δρ Τζόνσον. (περισσότερα…)

Της φύσης η δύναμη, άγρια, αδάμαστη πάντα…

*

Της φύσης η δύναμη, άγρια, αδάμαστη πάντα, ασυγκράτητη κι ασυγκίνητη για τ’ ανθρώπινα (όπως πάντα), ξέσπασε ξανά τρομερή καταπάνω στην χιλιοδαρμένη αυτή μεθόριο περιοχή, όπως έκανε ξανά και ξανά αιώνες πριν.

Ο νους στους χειμαζόμενους Τούρκους μα και στους Σύρους, που έχουν πιότερη την ανάγκη και την κατεπείγουσα συνδρομή της διεθνούς κοινότητας, λόγω της απομόνωσης της χώρας.

Θυμήθηκα τι έγραφε ο Θεοφάνης ο Ομολογητής για τους φοβερούς κι ολέθριους σεισμούς του 526 και 528 στην Αντιόχεια. Οι νεκροί; αναρίθμητα πλήθη (λεν οι στορικοί πάνω από 250.000)…

ἔπαθεν ὑπὸ θεομηνίας Ἀντιόχεια ἡ μεγάλη τῆς Συρίας πάθος ἀνεξήγητον. τοσοῦτον γὰρ ἡ ὀργὴ τοῦ θεοῦ ἐπῆλθεν ἐπ’ αὐτήν, ὥστε πτωθῆναι σχεδὸν πᾶσαν τὴν πόλιν καὶ τάφον τῶν οἰκητόρων γενέσθαι. τινὰς δὲ καταχωσθέντας καὶ ἔτι ζῶντας ὑπὸ τὴν γῆν πῦρ ἐκ τῆς γῆς ἐξελθὸν κατέφλεξεν. καὶ ἕτερον πῦρ ἐκ τοῦ ἀέρος, ὡς σπινθῆρες, κατήρχετο καὶ κατέκαιεν, ὥσπερ ἀστραπή, τὸν εὑρισκόμενον· καὶ ἐσείετο ἡ γῆ ἐπὶ ἐνιαυτὸν ἕνα […] καὶ πᾶς οἶκος καὶ ἐκκλησία κατέπεσον, καὶ τὸ κάλλος τῆς πόλεως ἠφανίσθη. καὶ οὐ γέγονε τοιαύτη θεομηνία ἐν ἄλλῃ πόλει ἐν πάσαις ταῖς γενεαῖς. ὁ δὲ εὐσεβέστατος βασιλεὺς Ἰουστῖνος ταῦτα μαθὼν μεγάλως ἤλγησε τὴν ψυχήν, ὥστε ἐπῇρε τὸ διάδημα ἐκ τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ καὶ τὴν πορφύραν καὶ ἐπένθησεν ἐν σάκκῳ ἐπὶ ἡμέρας πολλάς, ὥστε καὶ τῇ ἑορτῇ προσελθὼν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ οὐ κατεδέξατο φορέσαι τὸ στέμμα ἢ τὴν χλαμύδα· ἀλλ’ οὕτω λιτῶς προσῆλθε μαντίον πορφυροῦν φορέσας καὶ κλαίων ἐπὶ πάσης τῆς συγκλήτου· καὶ πάντες ἔκλαιον σὺν αὐτῷ πενθικὰ φοροῦντες. […]

ἔπαθεν ὑπὸ θεομηνίας πάλιν Ἀντιόχεια ἡ μεγάλη μετὰ δύο ἔτη τοῦ πρώτου αὐτῆς πάθους. καὶ ἐγένετο σεισμὸς μέγας ἐπὶ ὥραν μίαν, καὶ ἐγένετο βρυγμὸς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ φοβερός· καὶ ἔπεσον πάντα τὰ κτισθέντα ἕως ἐδάφους καὶ τὰ τείχη, καὶ ἐκ τῶν μὴ πεσόντων παλαιῶν κτισμάτων ἐν τῷ πρώτῳ σεισμῷ κατηνέχθησαν νῦν· καὶ πᾶσα ἡ εὐπρέπεια, ἡ γενομένη ἐν τῇ πόλει ἔκ τε τῶν τοῦ βασιλέως φιλοτιμιῶν καὶ ὧν ἐξ ἰδίων οἱ πολῖται ᾠκοδόμησαν, πάντα κατέπεσον. ταῦτα μαθοῦσαι αἱ πλησιάζουσαι πόλεις μετὰ πένθους ἐλιτάνευον. ἀπέθανον δὲ καὶ ἐν ταύτῃ τῇ πτώσει χιλιάδες τέσσαρες καὶ ὀκτακόσιοι ἑβδομήκοντα. οἱ δὲ σωθέντες ἔφυγον εἰς τὰς ἄλλας πόλεις καὶ εἰς τὰ ὄρη ἐν καλύβαις ᾤκουν. γέγονε δὲ καὶ χειμὼν μέγας καὶ βαρύτατος· καὶ ἐλιτάνευον οἱ ἀπομείναντες πάντες ἀνυπόδητοι, κλαίοντες καὶ ῥίπτοντες ἑαυτοὺς πρηνεῖς εἰς τὰς χιόνας, κράζοντες τό, «Κύριε ἐλέησον».

ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

*

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή (δ΄)

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιλογές από το ποιητικό του έργο

Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή  (δ΄)

Ο Ιγνάτιος Σακαλής παραμένει ο μόνος που μετέφρασε το σύνολο ποιητικό έργο του Ναζιανζηνού στη νεοελληνική γλώσσα. Παρά δε την συμπαράθεση των συγκεκριμένων αποδόσεων σε γνωστή θεολογική σειρά εκκλησιαστικής γραμματείας (Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας), τόσο ο τρόπος όσο και η διάθεση, η πρόθεση και η γλώσσα του Σακαλή στις αποδόσεις του παραμένουν εκδήλως ποιητικοί. Το σύνολο λοιπόν της μεταφραστικής του εργασίας, επιτρέπει την διεύρυνση των επιλογών μας, τόσο ως προς τα θέματα της ποίησης του Γρηγορίου όσο και ως προς την γλώσσα των αποδόσεων, καθιστώντας έτσι την παρουσίαση και την γνωριμία της ποίησης του Γρηγορίου εκτενέστερη και ουσιαστικότερη.

~·~

ΛΑ΄ Πόθος Θανάτου

Διπλὰ ἔμαθα διπλὰ ξεγελασμένος.
Δίκαιο ἂν εἴχατε, ὁ Θεὸς μαζί σας.
Δὲ σᾶς παρακαλῶ καθόλου ἀκόμα κι ἔτσι.
Μὰ ἔχω τελειώσει, οἱ συμφορές μου ἂς πάψουν.
Ἀπ᾽ τὰ παρόντα οὔτ᾽ ἕνα δὲ μοῦ λείπει·
πλοῦτος καὶ φτώχεια καὶ χαρὰ καὶ λύπες,
δόξα καὶ καταφρόνια, ἐχθροὶ καὶ φίλοι·
ὥρα νὰ δοκιμάσω ὅσα προσμένω.
Τέλειωσε ὁ λόγος· τόλμησα καὶ σὺ ἄκουσέ τον.
Τί μ᾽ ἔπλασες, μηδέν, Χριστέ μου, ἂν εἶμαι;
Κι ἂν μὲ τιμᾶς, πῶς συμφορὲς μὲ δέρνουν τόσες;

~•~

ΜΓ΄ Διάλογος μὲ τὸν ἑαυτό του

Ποῦ εἶναι οἱ φτερωτοὶ λόγοι; Στὸν ἀέρα. Ποῦ εἶναι τὸ ἄνθος
τῆς νεότητάς μου; Χάθηκε. Ἡ δόξα; Ἔγινε ἄφαντη.
Ποῦ εἶναι ἡ δύναμη τῶν καλοφτιαγμένων μελῶν; Τὴν τσάκισε
ἡ ἀρρώστια. Τὰ κτήματα καὶ τὰ πλούτη; Τὰ ἔχει ὁ Θεός. Σ᾽ ἁμαρτωλῶν
ἁρπαχτικὲς παλάμες ἔδωσε ὁ φθόνος ἄλλα. Οἱ γονεῖς
καὶ τὸ ἱερὸ ζευγάρι τῶν ἀδελφῶν; Μπῆκαν στὸν τάφο.
Ἡ πατρίδα μ᾽ ἀπόμεινε μόνο. Ἀλλὰ κι ἀπ᾽ αὐτὴν
σήκωσε μαῦρο κῦμα καὶ μ᾽ ἔδιωξε ὁ φθονερὸς δαίμονας,
καὶ τώρα ξένος, ἔρημος πλανιέμαι στὴν ξενητειά,
θλιβερὴ ζωὴ σέρνοντας κι ἄραχλα γηρατειά,
χωρὶς θρόνο, χωρὶς πόλη, χωρὶς παιδιὰ ποὺ γιὰ παιδιὰ νοιάζομαι,
ζώντας μέρα τὴ μέρα μὲ πόδια ἀειπλάνητα.
Ποῦ νὰ ρίξω αὐτὸ τὸ σῶμα; Ποιό τέλος θὰ μὲ βρεῖ;
Ποιό χῶμα, ποιός φιλόξενος τάφος θὰ μὲ σκεπάσει;
Ποιός τὰ μάτια μου ποὺ βασιλεύουν θὰ κλείσει μὲ τὰ δάχτυλά του;
Κάποιος εὐσεβής, τοῦ Χριστοῦ φίλος ἢ κάποιος πάγκακος;

Αὐτὰ ἡ αὔρα ἂς τὰ πάρει. Αὐτὴ εἶναι μικροῦ μυαλοῦ φροντίδα,
ἂν θὰ δώσει στὸν τάφο κάποιος τὸ σῶμα μου, φορτίο νεκρό,
ἢ θὰ γίνει τροφὴ τῶν θηρίων ἀστόλιστο,
τῶν θηρίων ἢ τῶν σκυλιῶν τροφὴ ἢ τῶν πουλιῶν,
κι ἂν θέλεις, σκόρπισέ το στάχτη στὸν ἀέρα,
ἢ σὲ μεγάλες πέτρες ἄταφο πέταξέ το,
ἢ σὲ ποτάμι ἂς σαπίσει καὶ μὲ τὰ ρυάκια τῆς βροχῆς·
δὲ θὰ εἶμαι ἐγὼ ὁ μόνος ποὺ δὲ θὰ γνωρίσουν καὶ δὲ θὰ μαζέψουν.
Μακάρι νὰ γινόταν ἔτσι! Θὰ ἦταν γιὰ πολλοὺς τὸ καλύτερο. Ἀλλὰ
ὅλους μαζὶ ἡ στερνὴ μέρα μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ τὰ πέρατα, μὲ θεῖα νεύματα,
ὅπου τυχὸν εἶναι λίγο χῶμα καὶ μέλη καταλυμένα ἀπὸ τὴν ἀρρώστια.

Γιὰ ἕνα μόνο θρηνῶ καὶ φοβοῦμαι, τὸ βῆμα τοῦ Θεοῦ,
καὶ τοὺς πύρινους ποταμοὺς καὶ τὰ σκοτεινὰ βάραθρα.
Χριστὲ βασιλιά, σὺ εἶσαι πατρίδα μου, δύναμη, εὐτυχία, ὅλα.
Σ᾽ ἐσένα θὰ βρῶ ἀναψυχὴ γλιτώνοντας ἀπὸ ζωὴ καὶ βάσανα.

(περισσότερα…)

Ιωάννης Ζηζιούλας (10 Ιανουαρίου 1931 – 2 Φεβρουαρίου 2023)

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Αντί νεκρολογίας

Ανάμεσα στα τόσα που μπορούν να ειπωθούν για την παρουσία και το έργο του Μητροπολίτη Ιωάννη είναι η ενασχόλησή του πρωτίστως με το ζήτημα της Οντολογίας (λόγος περί του Όντος) που συνάπτεται με την Αλήθεια, την αλήθεια των όντων και όχι την Ηθική που συνάπτεται με ανθρώπινες πράξεις και συμπεριφορές. Υποστήριζε ότι το κύριο θέμα για την ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι «τι ο άνθρωπος κάνει αλλά τι ο άνθρωπος είναι». Και θεωρούσε ότι αυτή υπήρξε πάντα «η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στη δυτική και την ορθόδοξη προσέγγιση του ανθρώπου».

Για να το πούμε με απλούστερα λόγια: ο λόγος για τον οποίο ως ορθόδοξοι ενεργούμε και προωθούμε αληθινές πράξεις και λόγους δεν είναι επειδή μας το υπαγορεύουν ηθικές αρχές αλλά γιατί με το Βάπτισμα στην Εκκλησία πεθάναμε και αναστηθήκαμε σε μια νέα ζωή και επιπλέον είμαστε-κανονικά-«αλλήλων μέλη» κατά την παύλεια διατύπωση. Η οντολογική μας, δηλαδή, πραγματικότητα, οδηγεί και συνιστά τρόπο ύπαρξης και εδώ (ή από εδώ) τίθεται το ζήτημα, σε μας τος σημερινούς πιστούς και μη, να προωθήσουμε στη θέση της γνωστικής αντικειμενικότητας που μαζί με τις ηθικές και τις ηθικολογίες απασχολεί (συχνά απολύτως υποκριτικά) τα κράτη και τις κοινωνίες, την υπαρξιακή (όχι υπαρξιστική) διάσταση του ανθρώπου στη σύναψή της με το μέγιστο γεγονός της Ενανθρώπησης. Το γεγονός αυτό προσφέρει μια νέα γέννηση («γεννηθήναι άνωθεν»), όχι βιολογική, αλλά διαμέσου του σαρκωμένου σώματος του Χριστού.

Ο Μητροπολίτης Ιωάννης αυτό που τονίζει είναι ότι δεν υπάρχει ελπίδα σωτηρίας στην αρετή, την ηθική ζωή, την άσκηση κλπ. αλλά σε μια οντολογική και υπαρξιακή «ανάσταση» που συνιστά νίκη κατά του θανάτου. Όταν ο Περγάμου μιλά για την Εκκλησία ως «κοινωνία προσώπων» συνάπτει τη ζωή των πιστών με το πρότυπο της Αγίας Τριάδος. Συνακόλουθα, κατ’ αυτόν, η αγιότητα δεν ταυτίζεται με μια ηθική τελειότητα (φαρισαϊκού τύπου) αλλά με την μετάνοια, με την αναγνώριση και αποδοχή του οντολογικού γεγονότος της ανθρώπινης αμαρτωλότητας. Για την Εκκλησία, η ηθική δεν μπορεί να δεσμεύει την ελευθερία και την αγάπη μας  γιατί, αν ήταν έτσι, δεν χωράει μέσαθέ της ούτε η αγάπη για τον αμαρτωλό, ούτε το «αγαπάτε τους εχθρούς υμών». Η αλήθεια της ύπαρξης είναι πάνω από την ηθική, όπως πάνω από την ηθική και τους κανόνες είναι το ήθος. (περισσότερα…)

Υπόλοιπα συγκέντρωσης

*

του ΓΙΑΝΝΗ ΛΕΙΒΑΔΑ

Η ποίηση όσο είναι απροκάλυπτη άλλο τόσο είναι διαφαινόμενη. Κάθε ποίηση προϋποθέτει τη δημιουργία μίας γλώσσας η οποία είναι καίρια, σημαντική, διότι είναι μοναδική. Αντιστοίχως σε κάθε προσωπική γλώσσα έκφρασης εκτός ποίησης η μοναδικότητα είναι ίδιον ενός εκφραστή και όχι ενός ποιητή.

Βρισκόμαστε σε μεταίχμιο νεωτερικών συμφορήσεων και πρωτοποριακών  παρερμηνειών. Κατ’ εμέ σήμερα γίνεται προσπάθεια να αποχαρακτηριστεί η ποιητική τέχνη και να μετατραπεί σε εύτακτο μέρος της κοινωνικής κανονικότητας, αποκτώντας θεσμική αναγνώριση. Η ανάγκη προσεταιρισμού είναι κεφαλαιώδης. Φυσικό επακόλουθο λοιπόν η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος ακαταρτισίας και ημιμάθειας, με τους ημιμαθείς να εγκαλούν τους ακατάρτιστους και τους ακατάρτιστους να επιτίθενται στους ημιμαθείς. Αμφότεροι γράφουν κείμενα για όλα τα γούστα και καλώς τα γράφουν, έχουν τη σημασία τους, δεν αντιλέγω, η ποίηση όμως μα δεν είναι για όλα τα γούστα, η ποίηση δεν ανταποκρίνεται στο γούστο κανενός, η ποίηση δεν αφορά κανένα γούστο, δεν αιτιολογείται σε ομοφροσύνη.  Απεναντίας, η παύση του γούστου θα μπορούσε να είναι ένας καλός ορισμός της, η ολοκλήρωση μιας τέτοιας παύσης θα είχε πολλά να προσφέρει στην απανταχού ερμηνευτική.

Βεβαίως ο ορισμός της ποίησης, της κριτικής, κτλ, επαναπροσδιορίζεται ατελώς, ή ορθότερα, αποκαθίσταται ατελώς. Μα ο αποχαρακτηρισμός, ο οποίος ευρύτερα ανθεί, δεν έχει σχέση με τον επαναπροσδιορισμό. Η κριτική παραμένει εγκλωβισμένη στην ηθικο-κοινωνική παραμυθολογία του μοντέρνου συντηρητισμού του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα, όχι εντελώς αδικαιολόγητα εφόσον τα εκδιδόμενα κυμαίνονται μεταξύ  εκφωνητικών παροξυσμών και στιχοδρομιών. Η σύγχρονη ελληνική ποίηση όσο και η ξένη, κρίνονται με βάση μία περίκλειστη συλλογιστική, η οποία συνοδεύεται από χαμηλό πήχη πρόσληψης και ανάγνωσης. Για ν’ αναγνωρίσει κανείς μία σημαντικότατη περίπτωση θα πρέπει να έχει ήδη αναγνωρίσει άλλες εξίσου σημαντικές ή έστω σημαντικές περιπτώσεις.

Το πολύκροτο άλμα πάνω απ’ το βάραθρο της ερμηνείας,  επικροτείται, προς το παρόν, μόνο σε δύο περιπτώσεις, στην προθεσιακή δυναμική που μπορεί να εκφράσει κάποιος γι’ αυτό ή στην πραγματοποίησή του υπό την προϋπόθεση πως ο άλτης βελτιώνει το πλεονέκτημα μιας επαγωγής προς τα πίσω μα όχι μιας απομάκρυνσης προς τα εμπρός, προς τα άλματα που θα χρειαστεί να γίνουν κατόπιν. Εάν δεν αναγνωρίζεται η ανάγκη επόμενων αλμάτων, το άλμα αυτό δεν χρειάζεται να γίνει κι αν γίνει είναι ανούσιο. (περισσότερα…)

F-4E Phantom II, 30 Ἰανουαρίου 2023

*

της ΝΑΤΑΣΑΣ ΚΕΣΜΕΤΗ

I
Στή Γῆ

Σέ λίγο πάλι θά χιονίσει

Τό κοιμητήρι τοῦ χωριοῦ Σου
Εὐστάθιε
θ’ ἀσπρίσει

Ἀπό τήν σιδερένια
Εἰσοδο
Σκουριές
Σκιές
Συρματοπλέγματα

Θά ρίξει
Ἑπίσημη
Ἀνεπίσημη
Πομπή

Στά ξεχασμένα
Μνήματα
Ποτέ
Δέν θά ὀνειρεύονταν
Τόση τιμή

Ἀπ’ τά οὐράνια
Νά πέσει
Τῶν παμμεγίστων
Ταξιαρχῶν

Στή γῆ (περισσότερα…)