Γρηγόριος ο Θεολόγος

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή (δ΄)

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιλογές από το ποιητικό του έργο

Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή  (δ΄)

Ο Ιγνάτιος Σακαλής παραμένει ο μόνος που μετέφρασε το σύνολο ποιητικό έργο του Ναζιανζηνού στη νεοελληνική γλώσσα. Παρά δε την συμπαράθεση των συγκεκριμένων αποδόσεων σε γνωστή θεολογική σειρά εκκλησιαστικής γραμματείας (Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας), τόσο ο τρόπος όσο και η διάθεση, η πρόθεση και η γλώσσα του Σακαλή στις αποδόσεις του παραμένουν εκδήλως ποιητικοί. Το σύνολο λοιπόν της μεταφραστικής του εργασίας, επιτρέπει την διεύρυνση των επιλογών μας, τόσο ως προς τα θέματα της ποίησης του Γρηγορίου όσο και ως προς την γλώσσα των αποδόσεων, καθιστώντας έτσι την παρουσίαση και την γνωριμία της ποίησης του Γρηγορίου εκτενέστερη και ουσιαστικότερη.

~·~

ΛΑ΄ Πόθος Θανάτου

Διπλὰ ἔμαθα διπλὰ ξεγελασμένος.
Δίκαιο ἂν εἴχατε, ὁ Θεὸς μαζί σας.
Δὲ σᾶς παρακαλῶ καθόλου ἀκόμα κι ἔτσι.
Μὰ ἔχω τελειώσει, οἱ συμφορές μου ἂς πάψουν.
Ἀπ᾽ τὰ παρόντα οὔτ᾽ ἕνα δὲ μοῦ λείπει·
πλοῦτος καὶ φτώχεια καὶ χαρὰ καὶ λύπες,
δόξα καὶ καταφρόνια, ἐχθροὶ καὶ φίλοι·
ὥρα νὰ δοκιμάσω ὅσα προσμένω.
Τέλειωσε ὁ λόγος· τόλμησα καὶ σὺ ἄκουσέ τον.
Τί μ᾽ ἔπλασες, μηδέν, Χριστέ μου, ἂν εἶμαι;
Κι ἂν μὲ τιμᾶς, πῶς συμφορὲς μὲ δέρνουν τόσες;

~•~

ΜΓ΄ Διάλογος μὲ τὸν ἑαυτό του

Ποῦ εἶναι οἱ φτερωτοὶ λόγοι; Στὸν ἀέρα. Ποῦ εἶναι τὸ ἄνθος
τῆς νεότητάς μου; Χάθηκε. Ἡ δόξα; Ἔγινε ἄφαντη.
Ποῦ εἶναι ἡ δύναμη τῶν καλοφτιαγμένων μελῶν; Τὴν τσάκισε
ἡ ἀρρώστια. Τὰ κτήματα καὶ τὰ πλούτη; Τὰ ἔχει ὁ Θεός. Σ᾽ ἁμαρτωλῶν
ἁρπαχτικὲς παλάμες ἔδωσε ὁ φθόνος ἄλλα. Οἱ γονεῖς
καὶ τὸ ἱερὸ ζευγάρι τῶν ἀδελφῶν; Μπῆκαν στὸν τάφο.
Ἡ πατρίδα μ᾽ ἀπόμεινε μόνο. Ἀλλὰ κι ἀπ᾽ αὐτὴν
σήκωσε μαῦρο κῦμα καὶ μ᾽ ἔδιωξε ὁ φθονερὸς δαίμονας,
καὶ τώρα ξένος, ἔρημος πλανιέμαι στὴν ξενητειά,
θλιβερὴ ζωὴ σέρνοντας κι ἄραχλα γηρατειά,
χωρὶς θρόνο, χωρὶς πόλη, χωρὶς παιδιὰ ποὺ γιὰ παιδιὰ νοιάζομαι,
ζώντας μέρα τὴ μέρα μὲ πόδια ἀειπλάνητα.
Ποῦ νὰ ρίξω αὐτὸ τὸ σῶμα; Ποιό τέλος θὰ μὲ βρεῖ;
Ποιό χῶμα, ποιός φιλόξενος τάφος θὰ μὲ σκεπάσει;
Ποιός τὰ μάτια μου ποὺ βασιλεύουν θὰ κλείσει μὲ τὰ δάχτυλά του;
Κάποιος εὐσεβής, τοῦ Χριστοῦ φίλος ἢ κάποιος πάγκακος;

Αὐτὰ ἡ αὔρα ἂς τὰ πάρει. Αὐτὴ εἶναι μικροῦ μυαλοῦ φροντίδα,
ἂν θὰ δώσει στὸν τάφο κάποιος τὸ σῶμα μου, φορτίο νεκρό,
ἢ θὰ γίνει τροφὴ τῶν θηρίων ἀστόλιστο,
τῶν θηρίων ἢ τῶν σκυλιῶν τροφὴ ἢ τῶν πουλιῶν,
κι ἂν θέλεις, σκόρπισέ το στάχτη στὸν ἀέρα,
ἢ σὲ μεγάλες πέτρες ἄταφο πέταξέ το,
ἢ σὲ ποτάμι ἂς σαπίσει καὶ μὲ τὰ ρυάκια τῆς βροχῆς·
δὲ θὰ εἶμαι ἐγὼ ὁ μόνος ποὺ δὲ θὰ γνωρίσουν καὶ δὲ θὰ μαζέψουν.
Μακάρι νὰ γινόταν ἔτσι! Θὰ ἦταν γιὰ πολλοὺς τὸ καλύτερο. Ἀλλὰ
ὅλους μαζὶ ἡ στερνὴ μέρα μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ τὰ πέρατα, μὲ θεῖα νεύματα,
ὅπου τυχὸν εἶναι λίγο χῶμα καὶ μέλη καταλυμένα ἀπὸ τὴν ἀρρώστια.

Γιὰ ἕνα μόνο θρηνῶ καὶ φοβοῦμαι, τὸ βῆμα τοῦ Θεοῦ,
καὶ τοὺς πύρινους ποταμοὺς καὶ τὰ σκοτεινὰ βάραθρα.
Χριστὲ βασιλιά, σὺ εἶσαι πατρίδα μου, δύναμη, εὐτυχία, ὅλα.
Σ᾽ ἐσένα θὰ βρῶ ἀναψυχὴ γλιτώνοντας ἀπὸ ζωὴ καὶ βάσανα.

(περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή (γ΄)

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιλογές από το ποιητικό του έργο

Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή  (γ΄)

Ο Ιγνάτιος Σακαλής παραμένει ο μόνος που μετέφρασε το σύνολο ποιητικό έργο του Ναζιανζηνού στη νεοελληνική γλώσσα. Παρά δε την συμπαράθεση των συγκεκριμένων αποδόσεων σε γνωστή θεολογική σειρά εκκλησιαστικής γραμματείας (Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας), τόσο ο τρόπος όσο και η διάθεση, η πρόθεση και η γλώσσα του Σακαλή στις αποδόσεις του παραμένουν εκδήλως ποιητικοί. Το σύνολο λοιπόν της μεταφραστικής του εργασίας, επιτρέπει την διεύρυνση των επιλογών μας, τόσο ως προς τα θέματα της ποίησης του Γρηγορίου όσο και ως προς την γλώσσα των αποδόσεων, καθιστώντας έτσι την παρουσίαση και την γνωριμία της ποίησης του Γρηγορίου εκτενέστερη και ουσιαστικότερη.

~·~

ΚΘ΄
Ἐναντίον τῶν γυναικῶν ποὺ καλλωπίζονται

Μὲ ψεύτικες πλεξοῦδες τὰ κεφάλια μὴν πυργώνετε, γυναῖκες,
τσακίζοντας τοὺς μαλακοὺς τραχήλους πάνω στοὺς σκοπέλους.
Καὶ μὴν ἀλείβετε τὶς θεϊκὲς μορφὲς μ᾽ ἄσχημα χρώματα,
ἔτσι ποὺ νὰ μὴν ἔχετε πιὰ πρόσωπο μὰ προσωπεῖο.
Οὔτε κεφάλι ξέσκεπο στὸν ἄντρα εἶναι σωστὸ ἡ γυναίκα
νὰ δείχνει οὔτε πλεξοῦδες μὲ χρυσόνημα δεμένες
ἢ καὶ μαλλιὰ στοὺς ὤμους της χυμένα δῶθε κεῖθε,
― μαλλιὰ μαινάδας ποὺ σκιρτοῦν σὲ αὔρα ἁπαλά·
οὔτε καὶ στὴν κορφὴ λοφίο νὰ φτιάχνει περικεφαλαίας,
βίγλα ποὺ ἀστράφτει γιὰ τοὺς ἄντρες ἀπὸ πέρα·
οὔτε μαλλιὰ ποὺ σὰν λινάρι ἁπαλὸ γιαλίζουν
κρυφὰ καὶ φανερά, στὸ μέτωπο στρωμένα,
φλόγες ξανθὲς πετοῦν ὅσα τὴν μπόλια ξέφυγαν,
ὥστε χεριοῦ ποὺ κόπιασε νὰ φαίνονται ἔργα,
ὅταν τὸν ποὺ δὲ βλέπει δάσκαλο, ἄπνοη εἰκόνα
στήνοντας μορφῆς, τὴν ὀμορφιὰ ἀπὸ κεῖ ἀντιγράφεις.

Ἡ φύση ἂν σοῦ ᾽δωσε ὀμορφιὰ μ᾽ ἀλοιφὲς μὴν τὴν κρύβεις
ἀλλὰ γιὰ τοὺς δικούς σας ἄνδρες μόνο καθαρὴ
κρατῆστε την, καὶ πόθου βλέμματα μὴ ρίχνετε σὲ ξένο
γιατί τ᾽ ἀνόσια μάτια ἀκολουθεῖ ἡ ψυχή.
Μ᾽ ἂν ὄμορφη δὲν ἔχεις γεννηθεῖ, τὴν ἄλλη ν᾽ ἀποφεύγεις
ντροπή, τὴν ὀμορφιὰ νὰ πλάθεις μὲ τὰ χέρια σου.
Τὴν ὀμορφιὰ ποὺ δίνει ἡ γῆ, κι ἀγοράζουν οἱ κοινὲς
γυναῖκες, ποὺ γιὰ λίγες δεκάρες μοναχὰ πουλιοῦνται.
Τὴν ὀμορφιὰ ποὺ ὅταν πλυθεῖ χάμω κυλᾶ κι οὔτε στὸ γέλιο
δὲ μένει, ὅταν τὰ μάγουλα χαλαρώνει ἡ χαρὰ
καὶ τῶν δακρύων τ᾽ αὐλάκια τ᾽ ἀσχημίζουν κι ἀπ᾽ τοῦ φόβου
τὸν ἱδρῶτα καὶ μὲ σταγόνες λίγες λιώνει.
Καὶ αὐτὰ ποὺ ἔλαμπαν πρῶτα μάγουλα χαριτωμένα
ἀπὸ χαρὰ μεγάλη, αἰφνίδια μὲ διπλὸ φάνηκαν χρῶμα
σκοῦρα, χιονάτα. Ὦ μελαχροινή, ροδομάγουλη,
πῶς μπορεῖς νά ᾽χεις ὁμορφιὰ ποὺ προδίνεται;
Γι᾽ ἀκίνητα εἶν᾽ αὐτὰ ἀγάλματα· γιὰ σένα αὐτὴ ἡ μορφὴ
ἀταίριαστη ποὺ μὲ διάφορα πάθη ἀλλάζει. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή (β΄)


 

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιλογές από το ποιητικό του έργο

Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή (β΄)

Ο Ιγνάτιος Σακαλής παραμένει ο μόνος που μετέφρασε το σύνολο ποιητικό έργο του Ναζιανζηνού στη νεοελληνική γλώσσα. Παρά δε την συμπαράθεση των συγκεκριμένων αποδόσεων σε γνωστή θεολογική σειρά εκκλησιαστικής γραμματείας (Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας), τόσο ο τρόπος όσο και η διάθεση, η πρόθεση και η γλώσσα του Σακαλή στις αποδόσεις του παραμένουν εκδήλως ποιητικοί. Το σύνολο λοιπόν της μεταφραστικής του εργασίας, επιτρέπει την διεύρυνση των επιλογών μας, τόσο ως προς τα θέματα της ποίησης του Γρηγορίου όσο και ως προς την γλώσσα των αποδόσεων, καθιστώντας έτσι την παρουσίαση και την γνωριμία της ποίησης του Γρηγορίου εκτενέστερη και ουσιαστικότερη.

~·~

ΙΓ΄
Περὶ τοῦ ἐπικήρου τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως

Ὁ ἕνας τὸν ἄλλο ἐγὼ κι ὁ χρόνος σὰν πουλιὰ
ἢ καράβια στὸ πέλαγος προσπερνοῦμε
χωρὶς νά ᾽χομε καμιὰ σταθερότητα· ἡ ἁμαρτία μου, δὲ θὰ περάσει,
ἀλλὰ μένει· αὐτὸ εἶναι τῆς ζωῆς τὸ πιὸ βαρὺ
καὶ δὲν ἔχω ὅ,τι εὔχομαι, νὰ ζήσω ἀκόμα ἢ νὰ πεθάνω.
Φοβοῦμαι καὶ γιὰ τὰ δύο. Σκέψου μαζί μου ἔτσι:
Γεμάτη μόχθους ἡ ζωή μου ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. Ἐνῶ ἂν πεθάνω
ἀλίμονο, δὲν βρίσκουν γιατρειὰ τὰ προηγούμενα ἁμαρτήματά μου.
Ἂν ἡ ζωὴ σοῦ δίνει τέτοιες ἀποδείξεις, ποὺ εἶναι τόσο τὸ βάρος της,
οὔτε κι ὁ θάνατος δίνει τέλος στὰ βάσανα.
Κρημνὸς κι ἀπὸ τὴ μία κι ἀπὸ τὴν ἄλλη. Τί νὰ κάνομε; Τοῦτο
εἶναι τὸ ἄριστο· σ᾽ ἐσένα μόνο ν᾽ ἀποβλέπομε καὶ τὴν εὐσπλαχνία σου.

~•~

ΙΕ΄
Ἡ μηδαμινότητα τοῦ ἀνθρώπου

Ποιὸς ἤμουνα καὶ ποιὸς εἶμαι; Καὶ τί σὲ λίγο θὰ εἶμαι;
Καὶ ποῦ τὸ μέγα, Ἀθάνατε, πλάσμα θὰ σταματήσεις;
Μέγα σὲ τί; ποὺ τίποτε δὲν εἴμαστε λογιάζω
καὶ μόνο μάταια οἱ ἐφήμεροι ψηλώνουμε τὸ φρύδι.
Ἂν εἴμαστε ὅ,τι βλέπομε μόνο στοὺς ἄλλους γύρω
κι ἂν φύγει ἡ ζωή μας, ἄλλο πιὰ τίποτα δὲ μᾶς μένει.
Δαμάλι, ἀπὸ τῆς μάννας του πρόβαλε τὴν κρυψώνα.
σκιρτᾶ καὶ παίζει, σπρώχνοντας τὰ ὁλόγλυκα μαστάρια,
τρίχρονο μπαίνει στὸ ζυγὸ βαρὺ νὰ σύρει ἁμάξι
καὶ τὸ λαιμὸ τὸ δυνατὸ στὴ λαιμαριὰ τὸν κλείνει.
Μόλις γλιστρήσει ἀπ᾽ τὴν κοιλιὰ τὸ παρδαλὸ ἐλαφάκι,
πατάει τὸ πόδι του κοντὰ στὸ πόδι τῆς μητέρας·
τ᾽ ἄγρια σκυλιὰ καὶ τ᾽ ἄλογο τὸ ἀνάλαφρο νικώντας
κρύβεται μέσα στὰ πυκνὰ φυλλώματα τοῦ δάσους.
Οἱ ἀρκοῦδες, τ᾽ ἀγριογούρουνα τὰ φοβερά, κι οἱ λιόντες
κι ἡ τίγρη σίφουνας ποὺ ὁρμᾶ κι ὁ πάνθηρας λυσσάρης,
μὲ μιὰ τὸ σίδερο ὅταν δοῦν ἀνατριχιοῦν καὶ τρέμουν,
ἀνατριχιοῦν καὶ στοὺς γεροὺς τοὺς κυνηγοὺς ὁρμᾶνε. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή (α΄)

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιλογές από το ποιητικό του έργο

Αποδόσεις του Ιγνάτιου Σακαλή

Ο Ιγνάτιος Σακαλής παραμένει ο μόνος που μετέφρασε το σύνολο ποιητικό έργο του Ναζιανζηνού στη νεοελληνική γλώσσα. Παρά δε την συμπαράθεση των συγκεκριμένων αποδόσεων σε γνωστή θεολογική σειρά εκκλησιαστικής γραμματείας (Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας), τόσο ο τρόπος όσο και η διάθεση, η πρόθεση και η γλώσσα του Σακαλή στις αποδόσεις του παραμένουν εκδήλως ποιητικοί. Το σύνολο λοιπόν της μεταφραστικής του εργασίας, επιτρέπει την διεύρυνση των επιλογών μας, τόσο ως προς τα θέματα της ποίησης του Γρηγορίου όσο και ως προς την γλώσσα των αποδόσεων, καθιστώντας έτσι την παρουσίαση και την γνωριμία της ποίησης του Γρηγορίου εκτενέστερη και ουσιαστικότερη.

~·~

15. Ὁ Δεκάλογος τοῦ Μωυσῆ

Κάποτε χάραξε ὁ Θεὸς τὶς δέκα προσταγές του
σὲ πλάκες πέτρινες μὰ σὺ γράψε τες στὴν καρδιά σου:
Δὲ θὰ γνωρίσεις ἄλλο Θεό, λάτρεψε ἕνα μονάχα.
Κούφιο μὴ στήσεις εἴδωλο καὶ δίχως πνοὴν εἰκόνα.
Μὴν ἀναφέρεις μάταια ποτὲ τὸ Θεὸ τὸ μέγα·
κάθε γιορτὴ σὺ φύλαγε λαμπρὴ ἢ συνηθισμένη·
εὐτυχισμένος, τοὺς γονιοὺς ἂν ἐκτιμᾶς ὡς πρέπει·
μακριὰ ἀπὸ φονικοῦ χεριοῦ τὴν ἁμαρτία, τὸ ξένο
κλινάρι κι ἀπὸ δολερὴ κλεψιὰ καὶ μαρτυρία
ψεύτικη· πάψε νὰ ποθεῖς τὸ ξένο καὶ σκοτώνει. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Μετάφραση Δημήτρης Αγγελής

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Εἰς τὰ ἔμμετρα

Μετάφραση Δημήτρης Αγγελής

Στο περιοδικό Παλίμψηστον της Βικελαίας Βιβλιοθήκης του Ηρακλείου του 2010  ο Δημήτρης Αγγελής μεταφράζει το ποίημα ΛΘ (39), Εἰς τὰ ἔμμετρα, από τα Έπη Ιστορικά του Γρηγορίου. Στο εισαγωγικό του κείμενο, που προτάσσεται της απόδοσης, συζητά τις ποιητικές απόψεις του Ναζιανζηνού σε σχέση με αυτές του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και διερευνά το υποκείμενο στην ποίηση του Γρηγορίου. Εξηγώντας γιατί επέλεξε να μεταφράσει το συγκεκριμένο έργο, σημειώνει: «επειδή εδώ ακριβώς ο Γρηγόριος παραθέτει, σε 104 στίχους, τους λόγους για τους οποίους ασχολείται με την ποίηση ως πράξη δημιουργίας. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ποίημα ποιητικής, το οποίο μας προσφέρει τη δυνατότητα να εξετάσουμε, ευρύτερα, και τις απόψεις της εποχής του για την ποιητική τέχνη». Για αυτόν τον λόγο επιλέξαμε κι εμείς και παρουσιάζουμε σήμερα αυτή την απόδοση, ευχαριστώντας τον ποιητή Δημήτρη Αγγελή για την ευγενική του συγκατάθεση.

~·~

Στὰ ἔμμετρα

Πολλοὺς βλέποντας νὰ γράφουν σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ
ἄμετρα λόγια ποὺ εὔκολα κυλᾶνε
καὶ χρόνο πολὺ νὰ σπαταλοῦν σὲ κόπους
δίχως κέρδος ἔξω ἀπὸ κενὴ φλυαρία∙
γράφουν, παραταῦτα, καὶ μάλιστα ἀναίσχυντα πολὺ
κι ὅλα γεμάτα εἶναι ἀνοησίες
ἄμμος θαλάσσης καὶ σκνίπες αἰγυπτιακές∙
ἀπ᾽ ὅλα, μία γνώμη θὰ τοὺς ἔδινα
εὐχάριστα, ἀφοῦ ἀπορρίψουν κάθε λόγο,
νὰ κρατήσουν μόνο τοὺς θεόπνευστους
σὰν ἐκείνους ποὺ ἀποφεύγουν τὴν τρικυμία σὲ γαλήνιο ὅρμο.
Γιατὶ ἂν ἔχουν δώσει τόσα οἱ Γραφὲς
ἐπιχειρήματα, αὐτό, Πνεῦμα, γιὰ σένα εἶναι τὸ σοφότερο,
ν’ ἀποτελοῦν αὐτὲς τὸ ὁρμητήριο κάθε λόγου
μάταιου, σ᾽ ἐκείνους ποὺ ἄσχημα ἐφορμοῦν.

(περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Βασίλειου Π. Βερτουδάκη

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιγράμματα

Αποδόσεις του Βασίλειου Π. Βερτουδάκη

 

Στον Βασίλειο Π. Βερτουδάκη, καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας στο ΕΚΠΑ, οφείλουμε τη σημαντικότατη μελέτη για τα Γρηγοριανά επιγράμματα του όγδοου βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας, (Το όγδοο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας: Μια μελέτη των επιγραμμάτων του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, Ινστιτούτο του Βιβλίου-Καρδαμίτσα, Αθήνα 2011). Στο έργο του αυτό, μετά από μια σύντομη εισαγωγή για την πορεία του ελληνικού επιγράμματος ως την εποχή του Γρηγορίου, διερευνά επισταμένως τη δομή, τη θεματολογία, τον ρυθμό και τη γλώσσα των επιγραμμάτων, καθώς και ανιχνεύει τις «όψεις του κλασικισμού» (όπως τις ονομάζει) που διακρίνει εντός του corpus των γρηγοριανών επιγραμμάτων του 8ου βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας, πράγμα που νομίζω πως αποτελεί και τη σπουδαιότερη συμβολή του στη μελέτη των επιγραμμάτων του Γρηγορίου.

Σε σχέση με τα συγκεκριμένα επιγράμματα, ας κρατήσουμε δυο-τρεις επισημάνσεις, που θα βοηθήσουν στην περαιτέρω υποδοχή τους. Όπως γράφει ο Βερτουδάκης «ένα ζήτημα το οποίο εκπλήσσει από την πρώτη στιγμή τον αναγνώστη […] είναι […] η αφιέρωση πολλών –υπερβολικά πολλών!– επιγραμμάτων για το πρόσωπο ή για το ίδιο θέμα». Αν και έχει δεόντως τονιστεί από όλους τους μελετητές, η εσωστρέφεια, το προσωπικό στοιχείο και το βιωματικό υπόβαθρο της ποίησης του Γρηγορίου, στα επιγράμματα αυτά αν και «ταξινομούνται τύποις ως επιτύμβια […] μπορούμε να κάνουμε ακόμη μία διάκριση: Ο ποιητής στο πρώτο μέρος δεν ακολουθεί, κατά το πλείστον, ένα κάποιον λογοτεχνικό συρμό της συνθέσεως “επινοημένων” (fiktiv) επιτυμβίων, αφιερωμένων σε πρόσωπα άγνωστα ή ανώνυμα. Τα περισσότερα επιγράμματά του συνδέονται βιωματικά με την απώλεια αγαπημένων προσώπων. Τα επιγράμματα, ωστόσο, του δεύτερου μέρους δείχνουν να είναι γραμμένα εις επίδειξιν». Για περισσότερα στοιχεία περί αυτού του έργου του Γρηγορίου, μπορεί ο ενδιαφερόμενος να ανατρέξει στο εν λόγω βιβλίο του Β. Βερτουδάκη.

Από εδώ, ας του εκφράσω και τις επιπρόσθετες ευχαριστίες για την άδεια δημοσίευσης αυτής της ανθολόγησης ορισμένων από τις αποδόσεις του.

~·~

(8)
Ὦ λόγια! Ὦ κοινὴ στέγη τῆς φιλίας, ὦ ἀγαπημένη Ἀθήνα!
Ὦ μακρινὲς ὑποσχέσεις γιὰ μιὰ ζωὴ ἀφιερωμένη στὸν Θεό!
Μάθε τοῦτο, ὅτι ὁ Βασίλειος ἔφτασε στὸν οὐρανό,
ὅπως ποθοῦσε, κι ὁ Γρηγόριος στὴ γῆ ἔχει δεμένα τὰ χείλη του!

(περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Ανδρέα Λεντάκη και του Παντελή Μπουκάλα

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Επιγράμματα

Αποδόσεις του Ανδρέα Λεντάκη και του Παντελή Μπουκάλα

 

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, πέραν του ποιητικού έργου που εντάχθηκε στα θεολογικά και ιστορικά Έπη του Γρηγορίου, ένα ολόκληρο συμπαγές σώμα επιγραμμάτων του παραδίδεται στην Παλατινή Ανθολογία. Το σώμα αυτό των γρηγοριανών επιγραμμάτων που συνιστά το 8ο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας είναι και το ποσοτικά μεγαλύτερο ολόκληρης της Ανθολογίας, με 254 επιγράμματα εν όλω.

Σήμερα ανθολογούμε τις αποδόσεις όλων σχεδόν των –επιτύμβιων– επιγραμμάτων του Γρηγορίου που συμπεριλήφθηκαν στις γνωστές μεταφράσεις του Ανδρέα Λεντάκη (500 ποιήματα ἀπὸ τὴν Παλατινὴ Ἀνθολογία, που επανεκδόθηκε πρόσφατα από τον Gutenberg) και του Παντελή Μπουκάλα (Ἐπιτάφιος λόγος: ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἐπιτύμβια ἐπιγράμματα, στις εκδόσεις Άγρα).

Ευχαριστίες θερμές οφείλονται τόσο στον καθηγητή Βασίλη Λεντάκη όσο και στον ακαταπόνητο Παντελή Μπουκάλα, για την ευγενική και πρόθυμη συγκατάθεσή τους να παρουσιάσουμε εδώ τις συγκεκριμένες ανθολογήσεις.

*

Ἀνδρέας Λεντάκης

[Ἐπιγράμματα Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ ἀπὸ τὸ VIII βιβλίο τῆς Παλατινῆς Ἀνθολογίας]

137.
Στὸν Ἀμφίλοχο

Μιλεῖστε ρήτορες. Τοῦτος ὁ τύμβος κατέχει
σφραγισμένα τὰ χείλη τοῦ μεγάλου Ἀμφιλόχου.

126.
Στὸν Ἀμφίλοχο

Ποιός καὶ τίνος γιός; Τοῦ Ἀμφιλόχου ὁ Εὐφήμης
ἐνθάδε κεῖται
ποὺ ὅλοι τὸν μελετοῦσαν οἱ Καππαδόκες
αὐτὸς ποὺ οἱ Χάριτες δῶσαν στὶς Μοῦσες κι οἱ ὑμέναιοι
ἤτανε πρὸ τῶν θυρῶν του. Ἀλλ’ ὁ φθόνος ἦρθε ταχύτερος. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Γιώργου Μπλάνα

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

«Τροχός τίς ἐστιν…»

Αποδόσεις του Γιώργου Μπλάνα

 

Ο ποιητής Γιώργος Μπλάνας έχει παρουσιάσει πρόσφατα ορισμένες αποδόσεις ποιημάτων του Γρηγορίου Ναζιανζηνού στις ηλεκτρονικές σελίδες του facebook. Αυτές συγκεντρώνουμε και παραθέτουμε εδώ, ενώ υπενθυμίζουμε και την απόδοση ενός άλλου ποιήματος του Γρηγορίου που δημοσίευσε στον ιστότοπο του ηλεκτρονικού περιοδικού μας Νέο Πλανόδιον (ΠΟΙΗΜΑ ΜΑ΄. Πρὸς Μάξιμον) και βρίσκει ο ενδιαφερόμενος εδώ.

*

ΠΟΙΗΜΑ ΙΘ΄ [Περὶ ζωῆς ἀνθρωπίνης]

Ἕνας τροχός, πρόχειρα στηριγμένος
εἶναι ἡ μικρή, ἀπρόοπτη ζωή μας. Ἀνεβαίνει
κι ἀνεβαίνοντας πέφτει· δὲν στέκει
ὅσο κι ἂν φαίνεται νὰ στέκει,
κυλάει ἀσάλευτος κι ἀσάλευτος κυλάει.
Κι ὅλο κάνει νὰ φύγει καὶ δὲν φεύγει.
Κι ἂν κάποτε φύγει
μὲ τὴν ταχύτητα τῆς στάσης φεύγει.
Γυρίζει ἢ στέκει: καπνὸς
καὶ ὄνειρο κι ἕνα μικρό,
ἀσήμαντο λουλούδι μὲς στὰ χόρτα.

(facebook, 24 Ιουνίου 2021)

(περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις των Μ. Στασινόπουλου, Ντ. Χριστιανόπουλου και Α. Καλογερόπουλου

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Ποιητικά αποσπάσματα

Αποδόσεις των Μιχαήλ Στασινόπουλου,
Ντίνου Χριστιανόπουλου και Άγγελου Καλογερόπουλου

 

Η σημερινή ανθολόγηση αντλεί, τα μικρά αποσπάσματα της ποίησης του Γρηγορίου που παρουσιάζει, από τρεις διαφορετικές πηγές: τον Μιχαήλ Στασινόπουλο, τον πρώτο προσωρινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατά την Μεταπολίτευση, δικαστικό, συγγραφέα και ποιητή· τον προσφάτως εκδημήσαντα Θεσσαλονικιό ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο· και τον συγκαιρινό μας ποιητή Άγγελο Καλογερόπουλο.

*

Μιχαήλ Στασινόπουλος

Νἄμουν ἀγριοπερίστερο, μὲ τὰ πλατειὰ φτερά του
ἢ χελιδόνι γρήγορο, νὰ φύγω ἀπ᾽ τοὺς ἀνθρώπους
νὰ πάω στὴν ἔρημο, μαζὶ μὲ τ᾽ ἄγρια ζῶα, ποὺ εἶναι
κι᾽ ἀπ᾽ τοὺς ἀνθρώπους πιὸ πιστὰ ―νὰ ζῶ χωρὶς φροντίδα,
καὶ θλίψεις καὶ κατατρεγμούς, τ᾽ ἀστάχυα νὰ μὲ τρέφουν,
στὸ Θεό μου νἄμαι πιὸ κοντά― καὶ μιὰ ζωὴ γαλήνια
νὰ μοῦ φωτίζη ὁ οὐρανός, μὲ τὸ αἰώνιο φῶς του. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΣΤ΄: Γρηγόριος Ναζιανζηνός | Αποδόσεις του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη (4/4)

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

 

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ

Περὶ τῶν τοῦ βίου ὁδῶν

Αποδόσεις του Αλέξανδρου Μωραϊτίδη  (4/4)

 

Τίς εἶμαι; Πόθεν δὲ ἐγὼ ς᾽ τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον;
Ἀφοῦ δὲ λάβῃ με ἡ γῆ κι᾽ ἀναστηθῶ κατόπιν
ἀπὸ τὴν κόνιν, τίς ἐγὼ θὰ εἶμαι τότε πάλιν;
Ποῦ θὰ μὲ θέση ὁ Θεός; Ἆρά γε θὰ μὲ σώσῃ;
ἀφοῦ μὲ λάβῃ ἀπ᾽ ἐδῶ, εἰς εὔδιον λιμένα;

Πολλαὶ βεβαίως αἱ ὁδοὶ τοῦ πολυτλήτου βίου.
Ἄλλος μὲ ἄλλας θλίψεις του συμφύρεται καὶ πάθη,
κι᾽ οὐδὲν καλὸν ς᾽ τὸν ἄνθρωπον χωρὶς κακὸν ὑπάρχει.
Εἴθε δὲ μὴ τὰ λυπηρὰ πλεῖον μέρος κατεῖχον!

Ὁ πλοῦτος εἶνε ἄπιστος. Ἓν ὄνειρον ὁ θρόνος.
Πόνος ἐστὶ τὸ ἄρχεσθαι. Εἱρκτὴ δὲ ἡ πενία.
Τὸ κάλλος δὲ ταχύπτερον, μιᾶς ἀστραπῆς ἡ λάμψις.
Βράσμα τοῦ χρόνου, μαρασμός, ὑπάρχει ἡ νεότης.
Τὸ γῆρας πλῆρες θλίψεων, τοῦ βίου μας ἡ δύσις.
Οἱ λόγοι δέ, πτερόεντες. Τὸ κλέος καὶ τὸ αἷμα
τὸ παλαιόν, οἱ εὐγενεῖς γονεῖς μας, ὅλα ταῦτα,
ἕνας ἀέρας. Ἡ ἰσχὺς τοῦ σώματός μας πάλιν,
συὸς ἀγρίου δύναμις. Καὶ ὑβριστής, ὁ κόρος.
Δεσμός, ὁ γάμος βέβαια. Ἡ εὐτεκνία πάλιν
εἶν᾽ ἀναγκαία τις φροντίς. Ἡ δυστεκνία νόσος.
Αἱ ἀγοραί, τὰ βήματα, μέριμναι τῆς κακίας.
Ἡ ἠρεμία πάλιν δέ, ἀδράνεια ὑπάρχει.
Αἱ τέχναι, ἀποβλέπουσιν εἰς θεραπείαν πάντων
τῶν χαμαιζήλων καὶ φθαρτῶν. Στενὸς ὁ ξένος ἄρτος.
Τὸ νὰ ὀργόνης δὲ τὴν γῆν, μόχθος. Τῶν ποντοπόρων
μέρος τὸ περισσότερον, εὑρίσκεται εἰς ᾍδην.
Ἡ δὲ πατρίς, ἓν βάραθρον, οἰκεῖον. Ὄνειδός δε,
ἡ ξενιτεία. Ἅπαντα τὰ τῶν θνητῶν ἐνταῦθα
μόχθος καὶ πόνος. Ἅπαντα τὰ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ
γέλως ὑπάρχουν, χνοῦς, σκιά, φάσμα, πνοὴ καὶ δρόσος,
πτερόν, ἀτμὶς καὶ ὄνειρον, ροῦς ποταμοῦ καὶ κῦμα,
ἴχνη νεὼς καὶ αὖρα δὲ καὶ κόνις. Ἕνας κύκλος
τῳόντι ἀεικίνητος ὁποὺ ὁμοίως πάντα
κατακυλίει καὶ ἐστὼς καὶ τρέχων ἢ καὶ μένων
πάγιος, ἢ λυόμενος, εἴς τε τὰς περιόδους
τοῦ χρόνου, εἰς ἡμέρας τε καὶ νύκτας, εἰς τοὺς πόνους,
εἰς τοὺς θανάτους, ἔτι δὲ εἰς τὰς ἀνίας πάσας,
εἰς τὰς χαράς, τὰς νόσους μας, εἰς τε τὰς δυσπραγίας
καὶ εὐδρομίας, ὄλβους τε ἅμα καὶ δυστυχίας.

Καὶ ὅμως τοῦτο εἶνε δὰ τῆς Σῆς Σοφίας, Λόγε
Γενέτωρ, ὅλα τὰ ἐδῶ ἄστατα νὰ ὑπάρχουν,
ἵνα μὲ ἔρωτα βαθὺν τὰ στάσιμα ποθῶμεν.
Τὰ πάντα μὲ τὰς πτέρυγας διέρχονται τοῦ νοῦ μας
τροχάδην, ὅσα παλαιὰ καὶ ὅσα αὖθις νέα.
Κανὲν οὐτιδανώτερον ἄλλο δὲν εἶνε μᾶλλον
ἀπὸ αὐτὰ τὰ μάταια καὶ τὰ φθαρτὰ τοῦ κόσμου.

Εἰς τοὺς ἀνθρώπους μόνον ἓν καλὸν ὄντως ὑπάρχει
καὶ στερεὸν καὶ μόνιμον· τῆς γῆς νὰ ἀποσπῶνται,
τὸν τοῦ Κυρίου αἴροντες Σταυρὸν ἀγαλλιῶντες.
Καὶ δάκρυα καὶ στεναγμοί, νοῦς μελετῶν τὰ θεῖα.
Ἐλπὶς καὶ λάμψις ἔκλαμπρος Τριάδος οὐρανίας,
τοῖς καθαροῖς τε καὶ ἁγνοῖς μόνοις συμμιγνυμένης.
Τοῦ ἀστοχάστου τοῦ χοὸς λύσις. Ἡ ἀφθαρσία
Εἰκόνος ἣν ἐλάβομεν παρὰ Θεοῦ οἱ πάντες.
Νὰ ζῶμεν ἕνα βίον δὲ ἀλλότριον καὶ ξένον
τῆς ζωῆς ταύτης. Καὶ ἀντὶ τοῦ κόσμου τοῦ παρόντος
κόσμον ἄλλον νὰ λάβωμεν. Τὰ ἄχθη καὶ τὰς θλίψεις
ὅλας νὰ ὑπομένωμεν μὲ γενναιοψυχίαν.

~•~

Πρὸς ἑαυτόν

(Κατ’ Ἐρώτησιν καὶ Ἀπόκρισιν)

Ποῦ δὲ οἱ λόγ’ οἱ πτερωτοί, πετῶντες εἰς ἀέρα;
Ποῦ τῆς ἐμῆς νεότητος τὸ ἄνθος τὸ ὡραῖον;
―Ἐχάθη φεῦ! ὁλοτελῶς. ―Ἡ δόξα δὲ ἡ τόση;
―Ἄφαντος ἔγεινε κι᾽ αὐτή. ―Ἀλλὰ καὶ ποῦ τὸ σθένος
τῶν εὐπαγέων μου μελῶν; ―Τὸ ἔκαμψεν ἡ νόσος.
―Ὁ πλοῦτος καὶ τὰ κτήματα ποῦ εἶνε τώρα πλέον;
―Τὰ ἔχει ὁ Θεὸς αὐτά. Ἄλλα δὲ εἰς παλάμας
ἁρπακτικὰς τῶν ἀσεβῶν παρέδωκεν ὁ φθόνος.
―Οἱ δὲ γονεῖς μου οἱ καλοὶ καὶ ἡ τῶν αὐταδέλφων
σεπτὴ δυὰς καὶ ἱερά; ―Κατῆλθον εἰς τὸν τάφον…
Καὶ μόνη μοῦ ἀπέμεινεν ἡ γλυκερὰ πατρίς μου.
Ἀλλὰ ἐπῆλθε κ’ ἐπ’ αὐτὴν ὁ βάσκανος ὁ δαίμων
σηκώσας κῦμα κελαινόν. Καὶ τώρα ξένος εἶμαι
καὶ ἔρημος, πλανώμενος εἰς χώραν ἀλλοτρίαν,
σύρων ζωήν τε λυπηρὰν κι’ ἀσθενικὸν τὸ γῆρας.
Ἄθρονός τε καὶ ἄπολις καὶ ἄπαις γε, μὴ ἔχων
τέκνα ποὺ νὰ φροντίζωσι νὰ μὲ γηροκομῶσι,
ζὼν ὅλας τὰς ἡμέρας μου μ’ ἀειπλανεῖς τοὺς πόδας.
Ποῦ νὰ τὸ ρίψω τοῦτό μου τὸ σῶμα; Ποῖον τέλος
θέλει μὲ εὕρει ἄρά γε καὶ ποία γῆ; Τίς τάφος
θὰ μὲ δεχθῇ φιλόξενος καὶ θὰ μὲ συγκαλύψῃ;
Τὰ ὄμματά μου ποῖος δέ, ὅταν θὰ βασιλεύουν,
ἠρέμα μὲ τὰ δάκτυλα ποῖος θὰ μοῦ τὰ κλείσῃ;
Ἄρά γε φίλος τοῦ Χριστοῦ καὶ εὐσεβὴς θὰ ἦνε
αὐτὸς βεβαίως, ἢ κανεὶς ἐκ τῶν κακίστων ἴσως;
Αὐτὰς τὰς σκέψεις καὶ αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς μοῦ φέρει
ἡ αὔρα, καὶ ἡ μέριμνα αὐτὴ μόνον ὑπάρχει
τῆς νηπιώδους μου φρενός. Εἴτε εἰς τάφον δώσῃ
κανεὶς τὸ σῶμα τὸ ἐμόν, ἕν ἄπνουν ἄχθος πλέον,
εἴτε καὶ ἄταφον αὐτὸ διόλου τῶν θηρίων
γείνη βορά, ἢ σπάραγμα θηρῶν τε καὶ κυνῶν τε
καὶ σαρκοφάγων πετεινῶν. Ἀνίσως δὲ καὶ θέλῃς,
πυρίκαυστον συσκόρπισον αὐτὸ εἰς τὸν ἀέρα,
ἢ ἄταφον ἀπόρριψον αὐτὸ κατὰ σκοπέλων,
ἢ μέσα εἰς τοὺς ποταμοὺς ἂς σήπεται, ἢ μέσα
ς᾽ τῶν ὑετῶν τὰ ρεύματα· διότι δὲν θὰ ἦμαι
μόνος ἐγὼ ὁ ἄγνωστος κ᾽ ἐξωκκλησιασμένος.
Εἴθε καλλίτερον αὐτὸ πολλοῖς θνητοῖς νὰ ἦτο!
Ἀλλ᾽ ὅμως ἅπαντας ὁμοῦ τὰ νεύματα τὰ θεῖα
ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς εἰς ἓν ὁμοῦ συνάγουν
ἐκείνην τὴν ὑστάτην δὰ ἡμέραν τὴν μεγάλην,
ἔστω κι᾽ ἂν ἔγεινε κανεὶς σποδὸς ἴσως καὶ κόνις,
ἢ κι᾽ ἂν ἐξηφανίσθησαν τὰ μέλη του ἐκ νόσου.
Ἕνα δὲ μόνον τοῦτο δὰ μυρολογῶ στενάζων,
καὶ τοῦ Θεοῦ τρέμω πολὺ τὸ Βῆμα, τοὺς πυρίνους
τοὺς ποταμοὺς καὶ τ᾽ ἀφεγγῆ τὰ βάραθρα ἐκεῖνα.
Ἀλλ᾽, ὦ Χριστέ μου βασιλεῦ, σὺ εἶσαι ἡ πατρίς μου,
τὸ σθένος μου, ὁ ὄλβος μου, τὸ πᾶν. Καὶ εἰς ἐσένα
εἴθε ἀνάπαυσιν καλὴν κι᾽ ἀναψυχὴν νὰ εὕρω,
ὅταν ἀφήσω τὴν ζωήν, τὰς θλίψεις καὶ τοὺς πόνους.

~•~

Θρηνητικὸν ὑπὲρ τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς

Ἀρτίγαμός τις νεαρὰ τὸν περιπόθητόν της
νυμφίον ἀπολέσασα, νεκρὸν αὐτὸν προθεῖσα
μέσα εἰς τοὺς παρθενικοὺς θαλάμους της ἀκόμη,
ἀρχίζει μυρολόγιον σπαρακτικόν, στιλπνή τε
καὶ ὡραιόμορφος· αἱ δὲ δμωαὶ αὐτῆς καὶ ἄλλαι
γυναῖκες συνομήλικες, ἔνθεν αὐτῆς καὶ ἔνθεν
ἱστάμεναι, ἀμοιβαδὸν μὲ γόους καταπίκρους
κραυγάζουν, μίαν ἀρωγήν, μίαν παρηγορίαν
νὰ δώσουν εἰς τὴν κλαίουσαν γυναῖκα προσπαθοῦσαι.

Καὶ πάλιν μήτηρ δυστυχὴς υἱόν της τὸν νεόχνουν
θανόντα κλαίει καὶ θρηνεῖ, ς᾽ τὰς παλαιὰς ὠδῖνας
νέας ὠδῖνας ἔχουσα. Καὶ ἄλλος τὴν πατρίδα
τὴν γλυκεράν του ἔκλαυσε μ᾽ ὀλοφυρμοὺς μεγάλους,
ἣν Ἄρης ἐξεπόρθησεν ὁ φοβερός· καὶ ἄλλος
κλαίει φεῦ! τὴν οἰκίαν του, ἣν φλὸξ ἡ οὐρανία
πανοίκτιστα κατέκαυσε καὶ ἐκεραύνωσέ την.

Ἀλλ᾽ εἰς ἐσένα, ὦ ψυχή, εἰπέ μου, ποῖος γόος
ἐπάξιος ὑπάρχει σοι, ἥνπερ αὐτὸς ὁ ὄφις
ὁ σκολιὸς ἐφόνευσε, ς᾽ τὴν θείαν δὲ Εἰκόνα
θάνατον ἐνετύπωσε πικρότατον τῳόντι;

Δάκρυε, δάκρυε λοιπόν, ἁμαρτωλέ, διότι
αὐτὸ μόνον ἀπέμεινεν εἰς σὲ φάρμακον πλέον.
Ἀφήσωμεν συμπόσια καὶ δεῖπνα καὶ θαλίας,
τοὺς ποθεινοὺς τοὺς φίλους μας καὶ συνομίληκάς μας.
Θ᾽ ἀφήσω δ᾽ οὕτῳ καὶ ἐγὼ τὸ ἐκ τῶν λόγων κλέος
καὶ δόξαν τὴν ὑπέρλαμπρον ἐπὶ τῇ ρητορείᾳ.
Θ᾽ ἀφήσω τὴν εὐγένειαν τὴν τῆς καταγωγῆς μου,
τοὺς οἴκους τοὺς ὑψηρεφεῖς καὶ ὅλον μου τὸν ὄλβον.
Θ᾽ ἀφήσω τὸ γλυκύτατον φῶς τοῦ ἡλίου· ἔτι
τὸν οὐρανὸν μὲ τ᾽ ἄστρα του τὰ ἀκτινοβολοῦντα,
ὁποῦ ὡς ἕνας στέφανος λαμπρὸς τὸν στεφανόνουν.
[…]

Καὶ ὅμως ἡ καρδία μου καὶ οὕτω δὲν φροντίζει
περὶ αὐτῶν, οὐδὲ καλά-καλὰ τὰ λογαριάζει.
Μόνον δὲ τρέμω τοῦ Θεοῦ τὴν πλάστιγγα ἐκείνην,
τὴν καθαρὰν καὶ ἄδολον. Ἀλλοίμονον ς᾽ ἐμένα!
Τί ἔχω τότε δὰ ἐγὼ νὰ πάθω! Πῶς νὰ φύγω
τὴν ἁμαρτίαν; Εἰς τῆς γῆς τὰ βάθη νὰ κατέλθω,
ἢ εἰς τὰ νέφη ν᾽ ἀναβῶ διαλαθὼν τὸν βίον;
Εἴθε καὶ τόπος τις ἐδῶ τῳόντι νὰ ὑπῆρχεν
ἐλεύθερος ἁμαρτιῶν, ὡς λέγουν πὼς ὑπάρχει
χωρὶς θηρία τόπος τις, καὶ χώρα χωρὶς νόσους,
ἵνα ἐξόριστος ἐκεῖ ἀπὸ ἐδῶ ἀπέλθω.
[…]

~•~

Εἰς τὴν ἔξοδον

Παρῆλθον τἄνθη, ὁ καιρὸς προσήγγισε τοῦ θέρους.
Κατελευκάνθη μου ἡ θρίξ, καλεῖ τὸν στάχυν ἅλως.
Ὁ ὄμφαξ πέρασε κι᾽ αὐτός, ἡ δὲ τομὴ πλησίον.
Τῶν δὲ κακῶν μου ὁ ληνὸς ἰδοὺ πατεῖται πλέον.
Ἀλλοίμονον εἰς τὴν κακὴν ἡμέραν μου ἐκείνην!
Καὶ ποῦ νὰ φύγω ἀπ᾽ αὐτήν; Καὶ τί θὰ ἀπογείνω;
Πόσος δὲ φόβος ἐπ᾽ ἐμὲ ἐκ τῶν ἁμαρτιῶν μου!
Φόβος δὲ μὴ ἀναφανῶ ἐξ ἀκανθῶν γεμᾶτος
καὶ τῆς Γομόρρας σταφυλῶν, ὅταν ὁ Χριστὸς ἔλθῃ
κριτής, Θεὸς πρὸς τοὺς θεοὺς τὰ κατ᾽ ἀξίαν νέμων,
Χώραν φωτὸς εἰς ἕκαστον ὅσον ἀντέχ᾽ ἡ ὄψις.
Μία δὲ μόνη μου ἐλπὶς ὑπάρχει, τὰς ἡμέρας
αὐτάς μου τὰς ὀλιγοστάς, τὴ ποδηγίᾳ, Μάκαρ,
τῇ σῇ καθοδηγούμενος, νὰ ἐπιστρέψω πάλιν.

(περισσότερα…)