Σύμβολα και αρχέτυπα στην ελληνική πεζογραφία

*

του ΦΩΤΗ ΔΟΥΣΟΥ

Σύμβολα και αρχέτυπα εντοπίζονται σε όλο το σώμα της λογοτεχνίας, ελληνικής και ξένης. Μπορεί η παρουσία τους να είναι πιο εμφανής στην ποίηση αλλά τα χρησιμοποιεί κατά κόρον και η πεζογραφία με τους δικούς της τρόπους και για τους δικούς της σκοπούς.

Το σύμβολο είναι πρόσφορο στοιχείο της αφήγησης τόσο από αισθητική-υφολογική άποψη, όσο και από νοηματική. Ανάλογα με την συχνότητα εμφάνισής του μέσα στο κείμενο και σε συνάρτηση με τη σημασιολογική του βαρύτητα μπορεί να φωτίσει πλευρές του νοήματος ή να το συσκοτίσει. Συνήθως υπάρχει για να ανοίγει δίαυλους επικοινωνίας με τον αναγνώστη. Γιατί είναι αναγνωρίσιμο, όλοι σχεδόν είμαστε σε θέση να το εντοπίσουμε και να συμφωνήσουμε μέχρι έναν βαθμό ως προς τις ποιότητες που του αποδίδονται. Να του προσδώσουμε αρχικά μια θετική ή αρνητική σημασία. Με αυτή την έννοια το σύμβολο ενισχύει την επικοινωνιακή δύναμη του κειμένου στο οποίο εντάσσεται και γίνεται από μόνο του ένα καίριο ερμηνευτικό κλειδί.

Ακόμη το σύμβολο μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο και σε επίπεδο πλοκής. Παίρνει συχνά τον ρόλο του MacGuffin, ενός αντικειμένου δηλαδή που εκπέμπει μυστήριο και σημασία και αναγκάζει μεγάλο μέρος της πλοκής να περιστρέφεται γύρω του. Κάποιες φορές μας προϊδεάζει για το τι πρόκειται να επακολουθήσει. Συντελεί στην τονικότητα της αφήγησης και δημιουργεί σημάνσεις για τις μετέπειτα εξελίξεις.

Ένα ποίημα βρίθει από σύμβολα. Για παράδειγμα η «Στροφή» από την ομώνυμη συλλογή του Σεφέρη που είναι έντονα επηρεασμένη και από το συμβολιστικό κίνημα. Σχεδόν σε κάθε στίχο εκεί δεσπόζει ένα σύμβολο. Σχεδόν κάθε ουσιαστικό που εμφανίζεται στο ποίημα έχει συμβολική διάσταση. Κάτι τέτοιο μπορεί φαινομενικά να θολώνει το νοηματικό τοπίο αλλά αποτελεί συγχρόνως και πυξίδα κατανόησης. Το πιο στέρεο έδαφος που έχουμε στο ποίημα είναι οι λέξεις με τη συμβολική τους σημασία και αυτό που χρειάζεται για να διαρρήξουμε τη μεμβράνη του απροσπέλαστου είναι να δούμε πως συνομιλούν μεταξύ τους, ποια η σχέση τους, ποιοι οι αντιθετικοί πόλοι που σχηματίζουν.

Στην πεζογραφία σπανίζει τέτοια πυκνότητα συμβόλων. Έχουμε βέβαια συμβολιστικό μυθιστόρημα αλλά δεν ευδοκίμησε και πολύ. Κλασικό παράδειγμα το Φθινόπωρο του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου. Εκεί δεν είναι τόσο η παρουσία των συμβόλων που παίζει ρόλο, όσο η μουσικότητα της πρόζας και η διάθλαση του νοήματος. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιγραφές, ειδικά στις πρώτες σελίδες. Είναι ίσως από τις ελλειπτικότερες που υπάρχουν στην πεζογραφία μας. Εξυπηρετούνται μόνο από λέξεις-σύμβολα όπως σκάλα, παράθυρο, κουδούνι. Ο χώρος της αφήγησης είναι κατακερματισμένος, η γεωγραφία θαμπή και υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση αποπροσανατολισμού. Πόσα και ποια πρόσωπα βρίσκονται εκεί; Ποιος μιλάει; Και ποιο είναι αυτό το «εκεί»; Τέτοια ερωτήματα δεν είναι εύκολο να απαντηθούν με μία ανάγνωση.

Προφανώς δεν χρειάζεται να γράφει κανείς συμβολιστικό μυθιστόρημα για να χρησιμοποιήσει κάποιο σύμβολο. Σύμβολα μπορούν να αναζητηθούν σε μια ευρεία γκάμα της μοντερνιστικής πεζογραφίας από τον Κάφκα (Πύργος) μέχρι τους δικούς μας, Αλεξάνδρου (το Κιβώτιο), Βασιλικό (το Φύλλο, Το Πηγάδι, Το Αγγέλιασμα), Πλασκοβίτη (το Φράγμα) κ.ά. Τα σύμβολα παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο σε προγενέστερα ρεύματα όπως αυτό  του αισθητισμού. Βλέπε Όφις και Κρίνος του Καζαντζάκη ή Κερένια Κούκλα του Χρηστομάνου. Το σύμβολο στις παραπάνω περιπτώσεις εμφανίζεται ως κεντρικό στοιχείο της δραματουργίας τους τόσο θεματολογικά όσο και σε επίπεδο πλοκής.

Ένα σύμβολο μπορεί να έχει και αρχετυπικές διαστάσεις. Να είναι κάποιου είδους αρχέτυπο. Αρχέτυπο είναι κάτι που έχει λίγο πολύ το ίδιο νόημα σε όλους τους πολιτισμούς, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Και μάλιστα η σημασία του έχει μείνει αναλλοίωτη για χιλιάδες χρόνια. Η γέννηση του αρχέτυπου χάνεται στην αχλή της ανθρώπινης προϊστορίας. Έλκει την καταγωγή του από τους μύθους, τις τελετουργίες, τις αρχαίες δοξασίες και τις παραδόσεις. Ο ψυχολόγος Καρλ Γιουνγκ που εισήγαγε τον όρο λέει ότι τα αρχέτυπα αντλούνται από τις δεξαμενές του συλλογικού μας ασυνειδήτου. Αρχέτυπο στη λογοτεχνία μπορεί να είναι ένας τύπος χαρακτήρα, μια κατάσταση, ένα αντικείμενο. Πρόκειται οπωσδήποτε για κάτι που εσωκλείει μεγάλη ποσότητα ενέργειας και είναι μεστό νοήματος.

Η παρουσία του αρχέτυπου δεν είναι διαμοιρασμένη ισόποσα μέσα στην ιστορία της ελληνικής πεζογραφίας. Υπάρχουν εποχές ισχνής εμφάνισης και άλλες με πυκνότητα και διάδοση αρχετύπων. Ένα λογοτεχνικό ρεύμα που δείχνει την αρέσκειά του απέναντι στο σύμβολο και το αρχέτυπο είναι η ελληνική ηθογραφία και ο νατουραλισμός (1880-1910). Εκεί έχουμε μια σειρά έργων που χρησιμοποιούν το αρχέτυπο ως ισχυρό δραματουργικό τους κέντρο. Η ανάπτυξη και η εξέλιξη των εκάστοτε ιστοριών ξεκινάει από αυτό το σημείο. Και μόνο με την παράθεση κάποιων τίτλων από έργα της περιόδου μάς δημιουργείται η αίσθηση ότι ανοίγονται μπροστά μας κάρτες του ταρρώ: Η Φόνισσα, η Γυφτοπούλα, ο Ζητιάνος, ο Κατάδικος, ο Αυτόχειρας. Και ακόμη: Ο Πύργος του Ακροπόταμου, Πλούσιοι και φτωχοί, Εις Αθηναίος Χρυσοθήρας, οι Άθλιοι των Αθηνών κτλ.

Ίσως η επιρροή του Ντοστογιέφσκι και των Γάλλων νατουραλιστών κάνει τους Έλληνες συγγραφείς εκείνης της περιόδου να χρησιμοποιούν αρχέτυπα ως κεντρικά μοτίβα στις αφηγήσεις τους. Όχι από μιμητισμό αλλά από μια ανάγκη να πατήσουν κάπου, να βρουν μια μέθοδο αφηγηματική, να αξιοποιήσουν εργαλεία που έχουν αποδείξει την αξία και τη λειτουργικότητά τους, που έχουν δουλέψει. Ίσως η χρήση του αρχέτυπου να βοηθάει την πεζογραφία μας στη μεταβατική της φάση, να χτίσει την ταυτότητά της και να εδραιώσει την ιδιοφωνία της.

Και η παλαιότερη πεζογραφία παρουσιάζει όμως ανάλογα παραδείγματα. Είναι κάτι που προετοιμάζεται, κάτι που έρχεται από μακριά και τραβάει σε βάθος. Ο Αυθέντης του Μορέως, Η Πάπισσα Ιωάννα, ακόμα και ο Λουκής Λάρας έχει στοιχεία αρχετυπικά, αν όχι στον τίτλο, σίγουρα στον κεντρικό χαρακτήρα και στην κατάσταση μέσα στην οποία μπαίνει (ο κυνηγημένος από τον τόπο του, ο ξεριζωμένος λόγω πολέμου, αλλά και ο ήρωας που σώζει τη «βασιλοπούλα» από τον δράκο/ ο τρόπος που ο πρωταγωνιστής παίρνει την κόρη του πρώην κηπουρού του από το χαρέμι που την έχουν βάλει). Ενώ αν, ψάχνοντας για αρχέτυπα, πάμε παλαιότερα σε καταγωγικά κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπως ο Ερωτόκριτος, θα βρούμε ακόμα περισσότερα.

Πάντως, το αρχέτυπο ως αφηγηματικό εργαλείο δεν φαίνεται να φθείρεται, δεν το πιάνει η πατίνα του χρόνου. Ακόμα και σήμερα βλέπουμε αναπαραστάσεις του σε πλείστα όσα παραδείγματα. Στο μικροδιήγημα που δεν υπάρχει χώρος και χρόνος για ανάπτυξη χαρακτήρα, το αρχέτυπο αποδεικνύεται εξαιρετικά βοηθητικό αφηγηματικό εργαλείο. Στα μικροδιηγήματα του Αχιλλέα ΙΙΙ για παράδειγμα βλέπουμε συχνά κεκαλυμμένες αρχετυπικές εικόνες. Ας πούμε στα «Ενδοοικογενειακά Ζητήματα» από τη συλλογή Δεσμοφύλακας (και ο τίτλος της συλλογής παραπέμπει σε αρχέτυπο). Εκεί περιγράφεται μια σουρεαλιστική και γκροτέσκ κατάσταση κατά την οποία τα μέλη μιας οικογένειας μπορούν και μπαίνουν, σαν μπάμπουσκες, το ένα μέσα στο άλλο. Εύκολα διακρίνει κανείς μέσα στο όλο κόνσεπτ τον Κρόνο που τρώει τα παιδιά του, ή έστω μια παραλλαγή αυτής της τρομακτικής αρχετυπικής εικόνας.

Υπάρχουν πεζογραφικά είδη, όπως ο μαγικός ρεαλισμός που προκρίνει την χρήση αρχετύπων. Στην σύγχρονη λογοτεχνία μας κάτι τέτοιο εκφράζεται πολύ χαρακτηριστικά μέσα στα μυθιστορήματα της Ζυράννας Ζατέλη. Το αρχέτυπο μπορεί να αναζητηθεί και σε επίπεδο ύφους. Στον Γιατρό Ινεότη του Γιώργου Χειμωνά, το πομπώδες, επιβλητικό, βιβλικό ύφος καθώς και το μεγαλόσχημο θέμα, παραπέμπει σε κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης. Πίσω από τη διακειμενική συνάφεια κρύβεται μια  πρόθεση αρχετυπικής εκφοράς του λόγου. Με τη ίδια λογική μπορούμε να αναζητήσουμε το αρχέτυπο του κάθε λογοτεχνικού είδους. Ποιο να είναι άραγε το αρχέτυπο του πεζογραφικού κειμένου; Ο μύθος; Η προφορική ιστορία; Η τελετουργία; Και το αρχέτυπο όλων αυτών των πρώιμων αισθητικών μορφών; Η μουσική; Ο ρυθμός; Ανοιχτά ερωτήματα που δεν μπορούν να λάβουν σίγουρη απάντηση.

Η λογοτεχνία, ως συλλογικό όνειρο της ανθρωπότητας, είναι σε θέση να δημιουργεί τα δικά της αρχέτυπα. Είναι σαν να οσμίζεται την ανάγκη του κόσμου να δει συμπυκνωμένες κάτω από το περίβλημα μιας συγκεκριμένης μορφής ενέργειες που κινούνται ελεύθερες σαν φαντάσματα στον αέρα. Το αρχέτυπο είναι ένα καλούπι που τους δίνει σχήμα και όνομα. Έτσι έχουμε και νεότερα αρχέτυπα: τον Δον Κιχώτη και τον Άμλετ. Ισοδύναμα σχεδόν με τα παλαιότερα και με τεράστια απήχηση στο φαντασιακό του σύγχρονου ανθρώπου.

ΦΩΤΗΣ ΔΟΥΣΟΣ

 

*

 

Advertisement