Richard Rorty, Ο φιλελευθερισμός ως ζήτημα καρδιάς

*

Μετάφραση: Ἕλενα Σταγκουράκη

Ἡ ἔννοια τοῦ φιλελευθερισμοῦ εἶναι τόσο εὐρεία καὶ περιλαμβάνει τόσο ἑτερογενῆ μεταξύ τους στοιχεῖα, ὥστε γεννᾶται τὸ ἐρώτημα ἂν ἀποτυπώνει ἐντέλει ἐπαρκῶς τὰ κύρια γνωρίσματα τῆς πολιτικῆς αὐτῆς κοσμοθεώρησης. Ὅμως, ἄν δὲν πρόκειται γιὰ συνεκτικὴ ἔννοια ποὺ συνδέει τοὺς φιλελεύθερους ὅλων τῶν ἀποχρώσεων μεταξύ τους, περὶ τίνος πρόκειται; Εἶναι δυνατὸν νὰ δοῦμε τὸν φιλελευθερισμὸ ὡς ζητήμα καρδιᾶς;

Οἱ φιλελεύθεροι χωρίζονται σὲ διάφορες ἐπιμέρους κατηγορίες: πιστοὶ καὶ ἀθεϊστές, αἰσιόδοξοι καὶ ἀπαισιόδοξοι, ὑποστηρικτὲς τοῦ Κὰντ ἢ τοῦ Μίλλ, εἴρωνες ἢ ἠθικολόγοι. Ὁ συνδετικὸς κρίκος ὅλων αὐτῶν τῶν διαφορετικῶν ἀνθρωπότυπων συνίσταται ὅμως σὲ κάτι διαφορετικό ἀπὸ αὐτές τους τὶς ἰδιότητες: τὴν ἱκανότητά τους νὰ μπαίνουν στὴ θέση ὅσων ὑποφέρουν. Οἱ φιλελεύθεροι παρακινοῦνται εὐκολότερα νὰ ἀντιδράσουν ἐμπρὸς στὴ βία, τὸν ἐξευτελισμὸ ἢ τὴν ἀδικία ἀπ’ ὅ,τι οἱ συντηρητικοί. Μπορεῖ νὰ μὴν συμμερίζονται τὴν ἴδια κοσμοθεώρηση, ὡστόσο τοὺς ἑνώνει ἡ συναισθηματικὴ ἀντίδραση. Ὁ φιλελευθερισμὸς εἶναι ζήτημα καρδιᾶς ὄχι πνεύματος. Ὁ τρέχων ὑποτιμητικὸς χαρακτηρισμὸς ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ συντηρητικοὶ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες γιὰ τοὺς φιλελεύθερους εἶναι ἐνδεικτικός: «do-gooding bleeding hearts», κάτι σὰν «πονόκαρδες ἀδερφὲς Τερέζες».

Οἱ ἀπόπειρες νὰ θεμελιωθεῖ ὁ φιλελευθερισμὸς πάνω σὲ φιλοσοφικὴ βάση ἀστοχοῦν. Τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα λ.χ. ὑπῆρχαν δοῦλοι ἴσως ἦταν κάτι ἐσφαλμένο, ὄχι ὅμως καὶ παράλογο. Εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀποδείξουμε ὅτι ἡ δουλεία ὑπῆρξε ἱστορικὸ σφάλμα ἐπὶ τῆ βάσει ἀρχῶν τῶν ὁποίων ἡ ἰσχὺς εἶναι προφανὴς σὲ κάθε σκεπτόμενο ἄτομο κάθε ἐποχῆς καὶ κάθε τόπου. Ἐμεῖς, οἱ σύγχρονοι Εὐρωπαῖοι καὶ Ἀμερικανοί, ὑπερέχουμε ὅντως τῶν δουλοκτητῶν τοῦ παρελθόντος, ὅπως ὁ Περικλῆς καὶ ὁ Τόμας Τζέφφερσον, ἢ τοῦ παρόντος, ὅπως κάποιοι φύλαρχοι στὴ σημερινὴ Ἀφρική. Ὡστόσο, δὲν διαθέτουμε οὔτε καλύτερα συστήματα πίστεως οὔτε ὀρθότερη κρίση. Ἁπλῶς, εἴμαστε περισσότερο ἀπὸ ἐκείνους σὲ θέση νὰ συμμεριστοῦμε τὴν κατάσταση τῶν σκλάβων.

Ἑξαιρουμένων τῶν παθολογικῶν περιπτώσεων, καθένας δύναται νὰ συμπάσχει. Καθένας μοιράζεται τὸν πόνο τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειάς του ἣ τῶν φίλων του. Οἱ δουλοκτῆτες συμμερίζονται τὶς ἀτυχίες τῶν ἄλλων δουλοκτητῶν, ὅπως καὶ οἱ βασανιστὲς ἐκεῖνες τῶν συναδέλφων τους. Παρὰ ταῦτα, στὶς περισσότερες κοινωνίες καὶ στὶς περισσότερες ἐποχὲς τῆς ἱστορίας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ζωὴ ὑπῆρξε ὑπερβολικὰ δύσκολη καὶ ἀβέβαιη, ὥστε νὰ ἐπιτρέπει στὸν ἄνθρωπο νὰ διευρύνει τὴ συμπάθειά του ὥστε νὰ περιλάβει καὶ ἐκείνους ποὺ διέφεραν πολὺ ἀπὸ τὸν ἴδιο. Στοὺς δυὸ αἰῶνες ποὺ ἀκολούθησαν τὴ Γαλλικὴ Ἐπανάσταση, ἡ κατάσταση τῆς μεσαίας τάξης στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀμερικὴ ἐπέτρεψε σὲ πολλοὺς ἀκριβῶς αὐτό. Δὲν τίθεται βεβαίως ζήτημα ξαφνικῆς μεταστροφῆς τῶν μελῶν τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους καὶ προσχώρησής τους στὴ θεωρία τοῦ Κὰντ ποὺ θέλει τὸν ἄνθρωπο σκοπὸ καὶ ὄχι ταπεινὸ μέσο. Ἁπλῶς οἱ ἄνθρωποι, χάρη στὶς δικές τους πιὸ ἄνετες πλέον συνθῆκες διαβίωσης, ἔγιναν περισσότερο εὐαίσθητοι, περισσότερο γενναιόδωροι. Τοὺς ἐπετράπη ἔτσι νὰ θεωροῦν ἰσάξιο κάποιον, ἀκόμη καὶ ἐντελῶς διαφορετικὸ ἀπὸ τοὺς ἴδιους, ἐφόσον μετέχει τῆς κοινῆς ἀνθρώπινης μοίρας. Γιὰ νὰ μνημονεύσουμε τὰ λόγια τοῦ φιλοσόφου Πῆτερ Σίνγκερ, «διεύρυναν τὸν κύκλο τοῦ «Ἐμεῖς»».

Στὶς ΗΠΑ ὁ φιλελευθερισμὸς κέρδισε ἔδαφος τὴν περίοδο μεταξὺ 1945 καὶ 1980, καθὼς τότε οἱ εὐκατάστατοι λευκοὶ Ἀμερικανοὶ ἦταν περισσότερο σὲ θέση νὰ διαπιστώσουν τὶς ὁμοιότητες μεταξὺ τῆς δικῆς τους ζωῆς, τῶν δικῶν τους προσδοκιῶν καὶ τῆς δικῆς τους θέσης, μὲ ὅσα περνοῦσαν οἱ ὑπόλοιποι Ἀμερικανοί. Ἔτσι, ἔπαψαν νὰ δίνουν στὶς διαφορὲς τὴν ἔμφαση ποὺ τοὺς δινόταν προηγουμένως. Οἱ πλούσιοι ἔγιναν λιγότερο ἐγωκεντρικοί, οἱ λευκοὶ λιγότερο δεσποτικοί, οἱ ἄντρες λιγότερο ὑπεροπτικοὶ καὶ οἱ ἑτεροφυλόφιλοι λιγότερο βέβαιοι γιὰ τὴν ἠθικὴ ἀνωτερότητα τῆς σεξουαλικῆς τους ταυτότητας, ποὺ ἄρχισε πιὰ νὰ θεωρεῖται προϊὸν μιὰς ἁπλῆς γενετήσιας συγκυρίας. Ἡ μεταβολὴ αὐτὴ ὀφείλεται σὲ πλῆθος παραγόντων, σημαντικότερος τῶν ὁποίων ὑπῆρξε ἡ εὐμάρεια τῆς μεταπολεμικῆς ἐποχῆς.

Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν τελευταίων εἴκοσι πέντε ἐτῶν, ἡ Ἀμερικὴ ἀπομακρύνθηκε σταδιακὰ ἀπὸ τὸν φιλελευθερισμό. Ἀμερικανοὶ μὲ εἰσόδημα ὑψηλότερο τῶν 100.000 δολλαρίων ἐτησίως δὲν εἶναι πιὰ σὲ θέση –συγκρινόμενοι μὲ τὴ γενιὰ τῶν γονιῶν τους– νὰ δείξουν τὴν ἴδια συμπόνια γιὰ ὅσους βρίσκονται στὴν κατώτερη βαθμίδα τῆς οἰκονομικῆς κλίμακας. Εἶναι λιγότερο πρόθυμοι νὰ βλέπουν τοὺς φόρους ποὺ πληρώνουν νὰ ἀξιοποιοῦνται σὲ παροχὲς ὑγείας γιὰ τοὺς συμπολίτες τους χωρὶς ἰατροφαρμακευτικὴ ἀσφάλιση. Τοὺς ἀπασχολοῦν περισσότερο οἱ ἀνειδίκευτοι μαύροι ποὺ βρίσκουν δουλειὰ χάρη σὲ προγράμματα ἐνεργοῦ κοινωνικῆς πρόστασίας ὅπως ἡ λεγόμενη «Θετικὴ δράση» («Affirmative action»), παρὰ οἱ ἄθλιες συνθῆκες διαβίωσης τῶν παιδιῶν στὰ γκέτο τῶν πόλεων.

Τὰ αἴτια αὐτῆς τῆς στροφῆς πρὸς τὰ δεξιὰ ἔχουν τεθεῖ στὸ ἐπίκεντρο ἔντονων συζητήσεων καὶ δύσκολα γίνονται κατανοητά. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἴσως τὸ ξεθώριασμα τῶν ἀναμνήσεων ἀπὸ τὴν παγκόσμια οἰκονομικὴ κρίση τοῦ 1930, ἡ ὁποία εἶχε καταστήσει τότε προφανὴ τὴν ἀνάγκη νὰ ἀναδιανεμηθεῖ τὸ ἀκαθάριστο ἐθνικὸ προϊόν. Τὸ σπουδαιότερο ὅμως ὅλων εἶναι μὲ διαφορὰ ὁ αὐξανόμενος, καθολικὸς καὶ εὔλογος φόβος τῶν γονέων τῆς ἀμερικανικῆς μεσαίας τάξης πὼς τὰ παιδιά τους κατὰ πάσα πιθανότητα δὲν θὰ ζήσουν καλύτερες, ἀλλὰ μᾶλλον χειρότερες μέρες ἀπ’ ὅ,τι οἱ ἴδιοι. Καὶ αὐτὸς ὁ φόβος εἶναι ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐνίσχυση τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καὶ τῆς σκληρότητας.

Σ’ αὐτὸ τὸ ὁλοένα διογκούμενο αἴσθημα ἀνασφάλειας ὀφείλεται, στὴν περίπτωση τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, καὶ ἡ κατακόρυφη ἄνοδος τῆς ἐπιρροῆς τῶν ποικίλων ζηλωτικῶν θρησκευτικῶν κινημάτων, ὅπως τῶν λεγόμενων «Συνελεύσεων τοῦ Θεοῦ». Ὅσοι συχνάζουν στὶς ἐνορίες αὐτῶν τῶν ἐκκλησιῶν πιστεύουν πὼς μέσω τῆς προσωπικῆς σχέσης τους μὲ τὸν Ἰησοῦ θὰ ἐξασφαλίσουν τῆν ἐγκόσμια ἐπιτυχία. Οἱ χριστιανοὶ ζηλωτὲς συνιστοῦν πλέον τὴν κύρια ἐκλογικὴ βάση πάνω στὴν ὁποία στηρίζονται οἱ Ρεπουμπλικανοί, ὅταν τίθεται ζήτημα περικοπῆς τῶν κυβερνητικῶν δαπανῶν γιὰ τοὺς ἀπόρους.

Ἡ Εὐρώπη εἶναι πολὺ περισσότερο φιλελεύθερη ἀπὸ τὶς ΗΠΑ καὶ ἐπιπλέον ἐξακολουθεῖ πρὸς τὸ παρὸν νὰ μένει ἀλώβητη ἀπ’ αὐτὸ τὸ εἶδος διακωμώδησης τοῦ χριστιανισμοῦ. Τὰ συστήματα πρόνοιας ποὺ ἰσχύουν σήμερα στὴν Ὀλλανδία, τὴ Δανία καὶ τὴ Γερμανία ὑπερέχουν πολὺ τῶν ἀδύναμων καὶ ἐπαπειλούμενων ἀντίστοιχων ἀμερικανικῶν. Τὸ ἂν αὐτὸ παραμείνει ὡς ἔχει, ἐξαρτᾶται ἐν πολλοὶς ἀπὸ τὸ ἂν οἱ ἐν λόγω χῶρες, ὅπως καὶ οἱ ἄλλες εὐρωπαϊκές, κατορθώσουν νὰ ἐπεκτείνουν τὴν ἀντίληψή τους γιὰ τὴν ἔννοια τοῦ συμπολίτη, ἔτσι ὥστε νὰ συμπεριλάβει καὶ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους τῶν ὁποίων οἱ γονεῖς γιὰ παράδειγμα κατάγονται ἀπὸ τὴν Τουρκία, τὸ Μαρόκο, τὸ Μπαγκλαντὲς ἢ τὴ Σιέρρα Λεόνε. Ἡ τρομακτικὴ αὔξηση τῆς ξενοφοβίας στὶς χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης ἐξηγεῖται εὐκολότερα μὲ τὴ σημαντικὴ ἐνδυνάμωση τῆς ἀπληστίας καὶ τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ, τὰ ὁποία παρατηρήθηκαν στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες ἐπὶ Ρήγκαν. Πρόκειται ὡστόσο γιὰ φαινόμενο ἐξίσου ἐπικίνδυνο.

Ὁ μεγάλος ἐχθρὸς τοῦ φιλελευθερισμοῦ εἶναι ὁ φόβος: ὁ φόβος ὅτι δὲν ὑπάρχει πιὰ κάτι γιὰ νὰ ἀναδιανείμουμε. Τὸ αἴσθημα ἀνασφάλειας ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὸν φόβο αὐτὸν ἔχει ἐξαπλωθεῖ στὰ μεσαῖα στρώματα τόσο τῆς Εὐρώπης ὅσο καὶ τῆς Ἀμερικῆς. Δύσκολο νὰ πεῖ κανείς, ἂν οἱ πολιτικὲς παραδόσεις ἑκατέρωθεν τοῦ Ἀτλαντικοῦ θὰ ἀποδειχθοῦν ἀρκετὰ ἰσχυρές ὥστε νὰ ὑπερνικήσουν τὴν ἀνησυχία καὶ τὸ ἄγχος ἐτοῦτο ποὺ ὑποσκάπτει τὴν ἱκανότητα τῶν ἀνθρώπων νὰ ἀντιμετωπίζουν ὡς ἰσότιμους συμπολίτες τους καὶ ὅλους ὅσους διαφέρουν σημαντικὰ ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Οἱ φόβοι τοὺς ὁποίους ἀνακινεῖ ἡ ἀκατάπαυστη ροὴ μεταναστῶν ἀπὸ τὸν φτωχὸ Νότο στὸν πλούσιο Βορρᾶ –πρόβλημα ἐξίσου σοβαρὸ στὶς ΗΠΑ καὶ τὴν Εὐρώπη–, ἐνδέχεται νὰ τραχύνουν καὶ νὰ ἀποστραγγίξουν τὶς καρδιές μας. Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, ὅσο καὶ νὰ ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας στὴν Ἐλευθερία καὶ τὴν Ἰσότητα, ἡ Ἀδερφοσύνη –ἡ τόσο ἀπαραίτητη προκειμένου τὰ ἰδανικὰ αὐτὰ νὰ πραγματωθοῦν– σιγὰ σιγὰ θὰ φθίνει.

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΡΟΡΤΥ
(2005)

Από το αφιέρωμα του Νέου Πλανόδιου «Φιλελευθερισμός και Δύση» (τχ. 3, καλοκαίρι-φθινόπωρο 2015).

*

Advertisement