*
[ Νύξεις για τα πάθη των λέξεων ]
του ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ
H Εταιρεία για τη Γερμανική Γλώσσα το 2016 ανέδειξε λέξη της χρονιάς το postfaktisch, το post-factual όπως το λένε οι αγγλόφωνοι. Είχε προηγηθεί το Λεξικό της Οξφόρδης που επέλεξε το (συνώνυμό τους) post-truth. Post-truth αποκαλούν στις αγγλόφωνες χώρες την πολιτική (ή τη δημοσιογραφία) που ασκείται, υποτίθεται, ερήμην και κατά των πραγματικών δεδομένων, εναντίον της αλήθειας της ίδιας. Ο όρος παραπέμπει φυσικά στα μείζονα πολιτικά γεγονότα των τελευταίων ετών, όπως λ.χ. τους εκλογικούς θριάμβους του Τραμπ και του Brexit. Είναι συνεπώς ιδεολογικά χρωματισμένος και, διά της κακοσημίας, εκ προθέσεως στιγματιστικός.
Στην Ελλάδα, φυσικά, τέτοια συζήτηση δεν έγινε, άρα δεν φτιάχτηκαν και όροι ειδικοί για να τη διευκολύνουν. Αλλά και να αισθανόμασταν την ανάγκη τους, πώς θα μπορούσαμε να τους δημιουργήσουμε; Πάνω σε ποια παραγωγική βάση; Λέξεις όπως αναληθής, π.χ., παναληθής, ομοιαληθής, φιλαλήθης, που θα μπορούσαν να μας χρησιμεύσουν ως πρότυπα, είδαν τον βρικολακιασμένο μαλιαρισμό και τη θεσμοποιημένη αγραμματοσύνη της Μεταπολίτευσης να τους τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια. Τριτόκλιτα επίθετα τώρα, τρέχα γύρευε…
Ποιος να τολμήσει λοιπόν να δοκιμάσει δημοσίως το «μεταληθής» και τη «μεταλήθεια» και το «μεταληθώς» και τ’ άλλα παράγωγα, που σε προηγούμενες δεκαετίες θα τα σχηματίζαμε εντελώς φυσικά, και να μην περάσει για νεοκαθαρευουσιάνος ή σχολαστικό απολίθωμα; Μόνο κάτι δειλά και κακόζηλα «μετα-αληθινός» δοκίμασαν δυο τρεις δημοσιογράφοι όταν δεν κατέφυγαν σε ασυμμάζευτες παραφράσεις.
(Για τον πούρο δημοτικισμό που μας δέρνει, η οικονομία των φωνηέντων στη σύνθεση είναι κι αυτή νεοκαθαρευουσιάνικη πατέντα, προτιμάμε τις παύλες, το μεταληθινός, έστω, μας φαίνεται περίεργο. Έτσι φτάσαμε να γράφουμε και να μιλάμε για «αντιιικά» φάρμακα, με τρία γιώτα σερί…)
Τα μεταγεγον(οτ)ικός, μεταπραγματολογικός πάλι πώς να τα πιάσει κανείς εκτός των πανεπιστημιακών αμφιθεάτρων στο στόμα του; Η Μέρκελ χρησιμοποίησε τον όρο postfaktisch δημοσίως, βοήθησε μάλιστα στην επιβολή του. Εδώ ο πολιτικός που θα την κόπιαρε, θα ακουγόταν στο πόπολο περίπου όπως ο Ζουράρις από του βήματος της Βουλής – μόνο λιγότερο συμπαθής. Μολονότι υπάρχει μια κάποια προεργασία φιλοσοφική, η ελληνική κοινωνία εχθρεύεται και την ακρίβεια και την εκλεπτυσμένη, αφηρημένη σκέψη όπως ο διάολος το λιβάνι. Και δεν επιφυλάσσει παρά καζούρες σ’ όσους τις ορέγονται.
Τα αρχιγράμματα που κοσμούν τη στήλη είναι του ζωγράφου Δημήτρη Γέρου.
*
*