χριστιανισμός

Γιὰ τὴν μονοθεϊστικὴ προέλευση τῆς βίας

*

τοῦ ΓΙΑΝΝΗ Α. ΤΑΧΟΠΟΥΛΟΥ

Οἱ ἀπαρχὲς τῆς ἐκλογίκευσης τῆς βίας στὸν δυτικὸ κόσμο εἶναι ἕνα ζήτημα ποὺ πάντοτε κέντριζε τὸ ἐνδιαφέρον. Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁδήγησε τόσες καὶ τόσες θεωρίες στὴν διακήρυξη τῆς ἐξόντωσης τῶν ἐχθρῶν τους ὡς τρόπο γιὰ τὴν ἐπικράτησή τους; Γράφει συνοψίζοντας σὲ ἕνα σχετικὸ ἄρθρο του ὁ Κώστας Κουτσουρέλης:

«Τὸν 19ο καὶ τὸν 20  αἰῶνα, οἱ ὁμολογίες ποὺ ἀλληλοσφάζονται ὀνομάζουν ἑαυτοὺς πολιτικὲς παρατάξεις: ἐθνικιστὲς καὶ διεθνιστές, κρατιστὲς καὶ ἀναρχικοί, δικτάτορες καὶ δημοκράτες, φιλελεύθεροι, κομμουνιστὲς καὶ φασίστες. Τὸν 21ο αἰῶνα, οἱ θρησκευτικοὶ πόλεμοι ξαναπαίρνουν τὸ πρέπον τους ὄνομα: τζιχάντ. Τὸ κλασσικό τους πρότυπο ὅμως παραμένει πάντα ἡ Πρώτη Διαθήκη».

Ὡστόσο, δύο πράγματα μᾶς διαφεύγουν ὅταν ἀνάγουμε τὸ πρότυπο τῆς ἱερῆς σφαγῆς στὴν Παλαιά Διαθήκη (Π.Δ.). Πρῶτον, ὅτι κάθε κείμενο μεθερμηνεύεται ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες καὶ συνθῆκες τῆς ἐποχῆς. Αὐτὸ συνεπάγεται ἐδῶ ὅτι προκύπτουν δύο μεγάλες διαφορές.

Ἀφενός, ἡ διαφορὰ μεταξὺ οἰκουμενικῆς καὶ τοπικῆς ἐμβέλειας τῶν ἴδιων πραγμάτων, στὴν κλίμακα καὶ τὴν ἔνταση. Εἶναι ἄλλο πράγμα (ἂν πάρουμε στὴν ὀνομαστικὴ ἀξία τὶς «ἐντολὲς σφαγῆς» τῆς Π.Δ.) ἡ ἀπόπειρα μιᾶς κοσμοεικόνας γιὰ παγκόσμια, πανανθρώπινη ἐπικράτηση διὰ τῶν σφαγῶν, ποὺ ἀφορᾶ «πολιτικὲς παρατάξεις, ἐθνικιστὲς καὶ διεθνιστὲς, κρατιστὲς καὶ ἀναρχικούς, δικτάτορες καὶ δημοκράτες, φιλελεύθερους, κομμουνιστὲς καὶ φασίστες», ἀκόμη καὶ τοὺς Μουσουλμάνους· καὶ ἄλλο πράγμα ἡ προσπάθεια γιὰ ἐπικράτηση μόνο στὴν Χαναὰν / Παλαιστίνη (τοῦ 12ου π.Χ. ἢ τοῦ 20οῦ μ.Χ. αἰ.), προσπάθεια ποὺ ἀφορᾶ μόνο τὴ συγκεκριμένη περιοχή. Ὅταν ἐμφανίζεται ἡ οἰκουμενιστικὴ μετεξέλιξη, ποὺ ἀφορᾶ δυνητικὰ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, ὁ Χριστιανισμός, αὐτὴ καταρχὴν δὲν κάνει λόγο γιὰ σφαγές. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτή, τὸ Ἰσλὰμ πάει πιὸ πίσω ἀπὸ τὴν Π.Δ., στὴν ὁποία τὸ ἴδιο τοποθετεῖ τὶς ἀπαρχές του, ἀφοῦ ἀπὸ τὴ μιὰ εἶναι οἰκουμενικὴ θρησκεία ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη υἱοθετεῖ μεθόδους ἐξάπλωσης εὑρισκόμενους στὴν Π.Δ., ἡ ὁποία ὡστόσο ἐπικεντρώνεται ἀποκλειστικὰ στὴν Χαναάν.

Ἀφετέρου, ἡ διαφορὰ μεταξὺ ἐκκοσμικευμένης ἰδεολογίας καὶ τοῦ μεταφυσικοῦ ὑποτιθέμενου προτύπου της. Ἂν οἱ ἄθρησκοι μιμητὲς τοῦ χριστιανικοῦ παραδείσου ἢ τῆς παλαιοδιαθηκικῆς κατάληψης τῆς Χαναὰν κάνουν κάτι ποὺ δὲν συνάδει μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ προτύπου τους (οὔτε καὶ τὸ γράμμα, ὅπως φαίνεται παραπάνω μὲ τὴ διαφορὰ κλίμακας κι ἔντασης), ὑπεύθυνο δὲν εἶναι τὸ ὑποτιθέμενο πρότυπό τους ἀλλὰ οἱ ἴδιοι. Μπορεῖ, γιὰ παράδειγμα, φιλελεύθερα καὶ κομμουνιστικὰ ὁράματα γιὰ μιὰ ἰδανικὴ ἐγκόσμια κοινωνία νὰ μοιάζουν μὲ τὸ χριστιανικὰ καὶ παλαιοδιαθηκικὰ (π.χ. Ἠσαΐας) ὁράματα γιὰ μιὰ ἰδανικὴ κατάσταση, ὡστόσο τὰ ἰουδαιο-χριστιανικά ὁράματα δὲν κάνουν λόγο γιὰ τὴν ἐδῶ καὶ τώρα, ἐγκόσμια ἐπικράτηση τοῦ ἰδανικοῦ, παντοῦ, ὅπως τὰ φιλελεύθερα, κομμουνιστικὰ κ.λπ. ὁράματα. Καὶ εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ διαφορὰ μεταξὺ ἰουδαιοχριστιανικοῦ, ἀπὸ τὴ μία, καί, ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἰσλαμικοῦ καὶ κοσμικιστικοῦ μεσσιανισμοῦ, ποὺ δίνει τὸ δικαίωμα στοὺς ἐκπροσώπους τοῦ δεύτερου νὰ δικαιολογήσουν τὶς σφαγές γιατὶ τὸ ἰδανικὸ πρέπει νὰ πραγματωθεῖ τώρα, παντοῦ· οἱ πρῶτοι μόνο ἐὰν ἀγνοήσουν τὴν μεταϊστορικὴ φύση τῆς πραγμάτωσης τοῦ ἰδανικοῦ τους, δηλαδὴ ἂν γίνουν ἐκκοσμικευμένη κοσμοεικόνα ποὺ πρέπει νὰ ἐπικρατήσει ἐδῶ καὶ τώρα, μποροῦν νὰ αὐτοδικαιολογηθοῦν. (περισσότερα…)

Ρωμαϊκές πομπές

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 04:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Σε πολλά, η κηδεία του πάπα Φραγκίσκου θυμίζει εκείνην της βασίλισσας Ελισάβετ λίγα χρόνια πριν. Στον ξεπεσμό τους οι θεσμοί προσφέρονται περισσότερο για το θεαθήναι. Ο καθολικισμός σε Ευρώπη και Αμερική έχει χάσει την ικμάδα του και η θητεία του Μπεργκόλιο στο Βατικανό δεν άλλαξε κάτι ουσιώδες σε αυτό. Ωστόσο, η Αγία Έδρα είναι και θα παραμείνει για το ορατό μέλλον μια τεράστια διοικητική μηχανή με δεκάδες εκατομμύρια εργαζόμενους εξαρτώμενους εμμέσως ή αμέσως από αυτήν και οικονομικούς πόρους ανάλογους.

Αντιστρόφως ανάλογη όμως είναι πλέον η ιδεολογική και κοινωνική της επιρροή. Όταν ο δημόσιος λόγος σου δεν διακρίνεται πλέον επαρκώς από το ζαργκόν του γουοκισμού ή όποιας άλλης σημαίας ευκαιρίας, στην πράξη αυτό που σε στηρίζει είναι η αδράνεια, η ταχύτητά σου είναι η κεκτημένη, κι αυτή είναι φθίνουσα.

Βεβαίως, ο καθολικισμός δεν είναι η Ορθοδοξία του Βαρθολομαίου, ο οποίος οδήγησε τον θεσμό του οποίου προΐσταται στην πολιτική εξαέρωση – βλ. προπάντων Ουκρανία. Δυνάμεις ζωτικές διαθέτει ο καθολικισμός στην Αφρική και στην Ασία. Ίσως εκεί βρίσκεται και το μέλλον του όσο στην Ευρώπη και την Αμερική θα εκτοπίζεται από το Ισλάμ και τους νεοδιαμαρτυρομένους. Ή ίσως πάλι μια νέα εμπνευσμένη ηγεσία μπορέσει να τον ανασυντάξει.

Οι ρωμαϊκές πομπές πάντως δεν πρόκειται να τον σώσουν. Σε μια Ευρώπη πλήρως εκτουρισμένη, ακόμη και ο Ύπατος Ποντίφηξ δεν μοιάζει κάποτε παρά ως ένα ακόμη spettacolo.

///

Κάνουμε κάτι καλύτερα όταν το κάνουμε για τον Άλλον. Δεν έχει σημασία αν είναι ομοϊδεάτης ή κολλητός μας, αν είναι το Έθνος ή η ερωμένη μας, αν υπάρχει πράγματι ή είναι σκιά μισοφανταστική σαν τη Βεατρίκη ή τη Λάουρα. Σημασία έχει ότι μας οιστρηλατεί να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας.

///

Το ειρηνευτικό σχέδιο των Αμερικανών για την Ουκρανία, που διόλου τυχαία διέρρευσε την προτεραία των συνομιλιών στο Λονδίνο, επιβεβαιώνει το ήδη διαφανέν: για την Ουάσιγκτον του Τραμπ, το ουκρανικό ζήτημα έχει διευθετηθεί. Οι Ρώσσοι νίκησαν και το Κίεβο οφείλει να καθυποταχθεί. Το ερώτημα του ποιος φέρει την ευθύνη αυτής της ήττας, που είναι ήττα τεράστια και για το ΝΑΤΟ και σύμπασα τη «συλλογική Δύση», κατά Τραμπ έχει επίσης, και φιλαληθώς, απαντηθεί: ο Ομπάμα και ο Μπάιντεν, οι neo-cons και οι Δημοκρατικοί, το βαθύ κράτος και το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα που γεννούν διαρκώς πολέμους.

Τους όρους της προταθείσης συμφωνίας ήταν εκ προοιμίου σαφές ότι ο Ζελένσκυ δεν γινόταν να τους αποδεχτεί – η ρητορική του όλα αυτά τα χρόνια του το απαγορεύει. Αυτό ήταν και το νόημα της διαρροής: να εκτεθεί το Κίεβο ως αδιάλλακτο και να δοθεί στους μεν Ρώσσους η ευκαιρία να ολοκληρώσουν την κατάκτηση των εδαφών που επιθυμούν, στους δε Αμερικανούς ένα ευλογοφανές πρόσχημα για να αποσυρθούν από τις διαπραγματεύσεις και να νίψουν τα χείρας τους. (περισσότερα…)

O ρόλος των θρησκειών στη Μέση Ανατολή

*

του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

Το Σάββατο 8 Μαρτίου 2025 οργανώθηκε διαδικτυακή ημερίδα, υπό την αιγίδα τού Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με θέμα «Αντίσταση και μαρτύριο σε χριστιανισμό και ισλάμ«. Περιελάμβανε δύο τραπέζια: «Ισλαμικό μαρτύριο και χριστιανική μαρτυρία – Σύγχρονες προκλήσεις σε Παλαιστίνη και Μέση Ανατολή»· και «Η θρησκευτική διάσταση στη Μεσανατολική κρίση – Αντιπαλότητα και Συνύπαρξη». Δημοσιεύουμε εδώ την ομιλία τού Φώτη Τερζάκη από το δεύτερο τραπέζι, μαζί με τη σύνοψη ορισμένων σημείων τής συζήτησης εκ μέρους του που δεν είχε τον χρόνο να αναπτύξει προφορικά.

~.~

Η ομιλία

Γνωρίζετε όλοι βέβαια τον Σάμιουελ Χάντινγκτον, τον υπηρεσιακό διανοητή τού Πενταγώνου των ΗΠΑ, που το 1996 δημοσίευσε το πολυσυζητημένο Η σύγκρουση των πολιτισμών. Σε κάποιο σημείο εκεί διαβάζουμε:

«Ο δυτικός χριστιανισμός είναι από ιστορική άποψη το μόνο εξεχόντως σημαντικό γνώρισμα του δυτικού πολιτισμού […] επιδεικνύει τον μοναδικό δυαδισμό ανάμεσα στον Θεό και τον Καίσαρα, την Εκκλησία και το Κράτος, την πνευματική και την πρόσκαιρη εξουσία, δυαδισμό ο οποίος είναι ουσιώδης προκειμένου ν’ ανθίσει η δημοκρατία».[1]

Το απόσπασμα συνοψίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τη σχιζοειδή ρητορική της Δύσης, που τα θέλει μονά-ζυγά δικά της, όπως λέμε. Δηλαδή, με την ίδια κίνηση, διεκδικεί και τον Χριστιανισμό και την εκκοσμίκευση, ως ακαταμάχητα συστατικά τής δυτικής πολιτισμικής ταυτότητας που τεκμηριώνουν τη δικαιωματική της υπεροχή απέναντι σε όλους τους άλλους πολιτισμούς – και αυτό, βέβαια, κάνει να φαίνεται πιο «λογική» η πολιτική τους χειραγώγηση και η οικονομική τους εκμετάλλευση…

Στο ιστορικό συμφραζόμενο που γράφει ο Χάντινγκτον, κύριος ιδεολογικός αντίπαλος είναι το εγειρόμενο ριζοσπαστικό Ισλάμ. Η εμφάνισή του από τη δεκαετία τού 1970 ξάφνιασε δήθεν τον «δημοκρατικό» δυτικό κόσμο κι επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί κάπως σαν ένα αιφνίδιο ξέσπασμα ανορθολογισμού εν μέσω μιας αδιατάρακτης πορείας εξορθολογισμού και εκκοσμίκευσης – όπως περίπου είχε επιχειρηθεί να παρουσιαστεί από τη φιλελεύθερη προπαγάνδα η ανάδυση του ναζισμού στην τρίτη δεκαετία του εικοστού αιώνα. Αλλά πριν εξετάσουμε τις αιτίες τέτοιων φαινομένων καλό είναι να θυμόμαστε ότι ποικίλες θρησκευτικές αναβιώσεις που παίρνουν συχνά τον χαρακτήρα μαχητικού φονταμενταλισμού δεν είναι αποκλειστικά μουσουλμανικό φαινόμενο: είχαν προηγηθεί μορφές υπερσυντηρητικού προτεσταντικού φονταμενταλισμού στις ΗΠΑ, και βεβαίως ο σιωνιστικός φονταμενταλισμός που συνυφάνθηκε με τη νεοαποικιακή πολιτική τού κράτους τού Ισραήλ. Στη δεκαετία τού ’90, άλλωστε, είχαμε και την οξύμωρη εμφάνιση ενός ινδουιστικού φονταμενταλισμού, με την άνοδο του ακροδεξιού κόμματος Μπαράτια Τζανάτα στην εξουσία. (περισσότερα…)

Έρασμος του Ρόττερνταμ, Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον Παράδεισο [2/2]

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Τον Φεβρουάριο του 1513 πεθαίνει ο πάπας Ιούλιος Β΄, ο πιο διαβόητος και κακόφημος ποντίφικας μιας εποχής περικλεούς παπικής παντοκρατορίας. Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του αρειμάνιου πάπα, άρχισαν να κυκλοφορούν στα κρυφά, χειρόγραφα αντίτυπα ενός ανώνυμου διαλόγου πρωτοφανούς ανευλάβειας απέναντι στο πρόσωπο του. Ο ξεκαρδιστικός διάλογος κατέληξε να φέρει παραδοσιακά τον τίτλο «Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον παράδεισο». Στο έργο, ο Ιούλιος λογομαχεί με τον Άγιο Πέτρο μπροστά στις πύλες του παραδείσου, διότι ο πρώτος βικάριος του Χριστού δεν είναι ούτε στο ελάχιστο διατεθειμένος να επιτρέψει σε έναν τόσο διεφθαρμένο διάδοχό του να εισέλθει στους ουρανούς. […]

Η συνέχεια του εισαγωγικού σημειώματος και το Α΄ Μέρος της μετάφρασης εδώ.

~.~

ΕΡΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΡΟΤΤΕΡΝΤΑΜ

Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον Παράδεισο

 

Μέρος Β΄

Πέτρος. Αλλά αν ο Χριστός είχε κάνει το ίδιο, τότε αυτή η εκκλησία, για την οποία είσαι τόσο περήφανος που την κυβέρνησες, δεν θα υπήρχε τώρα. Και δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν ο άνδρας που χαίρεται να αποκαλείται Βικάριος του Χριστού να βαδίζει σε τόσο διαφορετικά μονοπάτια από εκείνον. Εξήγησέ μου, τώρα, με ποιο τέχνασμα κατάφερες να αποτρέψεις εκείνη τη «σχισματική» -όπως την αποκάλεσες- σύνοδο.

Ιούλιος. Πολύ καλά, λοιπόν, θα σου πω. Μόνον φρόντισε να με ακούσεις προσεκτικά. Παρόλο που ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός (αυτό είναι το όνομά του, αν και στην πραγματικότητα ο άνθρωπος αυτός με έχει δυσκολέψει ελάχιστα[1], και λιγότερο από κάθε άλλον) είχε συγκαλέσει με κάθε επισημότητα τη σύνοδο, εντούτοις τον κατάφερα να υποχωρήσει -δεν θα σου πω τι μεθόδους χρησιμοποίησα. Πάντως παρόμοιες μεθόδους χρησιμοποίησα για να μεταπείσω ορισμένους καρδιναλίους. Τούτοι είχαν θέσει σε ισχύ τη σύνοδο με δημόσια πρακτικά, ωστόσο εγώ τους έκανα να τα ανακαλέσουν με τη βοήθεια δικηγόρων και μαρτύρων.

Πέτρος. Μα γίνεται αυτό;

Ιούλιος. Γιατί να μην γίνεται, αφού το εγκρίνει ο ανώτατος ποντίφικας; Αν το θέλει αυτός, ο όρκος δεν είναι όρκος, μιας και έχει όλη τη δύναμη να απαλλάξει κάποιον από τη δέσμευσή του. Βέβαια, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, στην προκειμένη περίπτωση το παρατράβηξα, αλλά δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Αντιλαμβανόμουν ξεκάθαρα τι θα γινόταν: θα βρίσκονταν ορισμένοι να πουν ότι αντιμετώπιζα κακόπιστα τη σύνοδο, ιδίως αφού τούτη είχε συγκληθεί κατά τρόπο που δεν με απέκλειε. Άλλωστε, με είχαν προσκαλέσει και μου είχαν ζητήσει να προεδρεύσω. Άκου, λοιπόν, τι τέχνασμα χρησιμοποίησα. Ακολουθώντας το παράδειγμα των προκατόχων μου, ανήγγειλα με τη σειρά μου σύνοδο, προφασιζόμενος ότι ο χρόνος και ο τόπος που είχαν επιλεγεί ήταν ακατάλληλοι. Συγκάλεσα άρον άρον σύνοδο στη Ρώμη[2], θεωρώντας ότι δεν θα ερχόταν κανείς που να μην ήταν φιλικά διακείμενος προς τον Ιούλιο, ή, τουλάχιστον κανείς που θα του εναντιωνόταν (τους το είχα διαμηνύσει αυτό με πολλούς τρόπους) και ευθύς όρισα νέους καρδιναλίους που θα συμβάδιζαν με τα σχέδιά μου.

Πνεύμα. …μιλάμε για τα μεγαλύτερα λαμόγια… (περισσότερα…)

Έρασμος του Ρόττερνταμ, Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον Παράδεισο [1/2]

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Τον Φεβρουάριο του 1513 πεθαίνει ο πάπας Ιούλιος Β΄, ο πιο διαβόητος και κακόφημος ποντίφικας μιας εποχής περικλεούς παπικής παντοκρατορίας. Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του αρειμάνιου πάπα, άρχισαν να κυκλοφορούν στα κρυφά, χειρόγραφα αντίτυπα ενός ανώνυμου διαλόγου πρωτοφανούς ανευλάβειας απέναντι στο πρόσωπο του. Ο ξεκαρδιστικός διάλογος κατέληξε να φέρει παραδοσιακά τον τίτλο «Ο Ιούλιος αποκλεισμένος από τον παράδεισο». Στο έργο, ο Ιούλιος λογομαχεί με τον Άγιο Πέτρο μπροστά στις πύλες του παραδείσου, διότι ο πρώτος βικάριος του Χριστού δεν είναι ούτε στο ελάχιστο διατεθειμένος να επιτρέψει σε έναν τόσο διεφθαρμένο διάδοχό του να εισέλθει στους ουρανούς.

Το 1517 εμφανίζεται η editio princeps, και το έργο γνωρίζει έντεκα εκδόσεις μέσα σε διάστημα μόλις τριών ετών. Για το έργο μιλά σύσσωμη η ανθρωπιστική Ευρώπη και οι εικασίες, φυσικά, για την ταυτότητα του συγγραφέα πληθαίνουν. Το ευρύ αναγνωστικό κοινό, όμως, υιοθετεί σχεδόν άμεσα την πιο εύλογη υπόθεση. Ο συγγραφέας δεν ήταν άλλος από τον πιο πολυδιαβασμένο και επιδραστικό διανοούμενο της εποχής: τον Έρασμο του Ρόττερνταμ. Ο ίδιος ο Έρασμος, πάντως, αποκηρύσσει επανειλημμένως και δημοσίως το έργο και διατυμπανίζει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί ότι δεν το έχει συντάξει εκείνος. Σε χρόνους κατά τους οποίους η dictio erasmica αποτελούσε το απόλυτο πρότυπο πρόζας σε όλη την Ευρώπη, θα ήταν εύκολο να πιστέψει κανείς ότι το έργο γράφτηκε κατά μίμηση του Έρασμου, και όχι από την ίδια την πένα του Ολλανδού ανθρωπιστή. Ωστόσο, αν και η συζήτηση περί της πατρότητας του έργου συνεχίζεται έως και σήμερα, ελάχιστοι είναι πια εκείνοι που αμφισβητούν -ιδίως μετά την κριτική έκδοση του 2013- ότι η διαίσθηση των πρώτων αναγνωστών ήταν απολύτως ορθή: το έργο το συνέταξε πράγματι ο Έρασμος από το 1513 έως το 1514 στην Αγγλία, προορίζοντάς το για έναν πολύ στενό και έμπιστο κύκλο φίλων ανθρωπιστών. Eίναι δε βέβαιο ότι δεν επιμελήθηκε ο ίδιος την πρώτη του έκδοση, τρία χρόνια αργότερα. Το διάστημα πάντως αυτό ήταν αρκετό για να μεταβάλει ριζικά την πρόσληψη και ερμηνεία του διαλόγου. Ένα έργο που γράφτηκε με εμφανώς κωμική διάθεση και με σκοπό να αποτυπώσει ανάγλυφα -και ακραία- τα ιδεώδη του χριστιανικού ανθρωπισμού και της επιστροφής στην ecclesia primitiva, τυπώνεται τελικά όταν άρχεται η άνοδος του προτεσταντισμού και φθάνει να ερμηνεύεται και να αξιοποιείται ως ανελέητο σφυροκόπημα της Ρώμης και του παπισμού.

Στον διάλογο λαμβάνουν μέρος τρεις μορφές: ο Πέτρος, ο Ιούλιος και το «Πνεύμα»-προστάτης του Ιουλίου. Το Πνεύμα παρεμβάλλει κυρίως σκωπτικά σχόλια εναντίον του Ιουλίου, αλλά δεν μετέχει ουσιαστικά στον διάλογο. Τούτος αναπτύσσεται ως αυστηρός «έλεγχος» του Ιουλίου από τον Πέτρο, με τον Έρασμο να μας χαρίζει μια πρώτης τάξης ανάλυση των κινήτρων και των ενεργειών ενός πάπα που οδήγησε όλη την Ευρώπη σε πόλεμο. Η αναπαράσταση των διαφορών των δύο ανδρών μέσα στον διάλογο είναι ανεπανάληπτη και καταλήγει στο μόνο δυνατό αποτέλεσμα: την απολάκτιση του Ιουλίου από τη βασιλεία των ουρανών.

Η μετάφραση του έργου θα δημοσιευθεί στο ΝΠ σε δύο συναπτές αναρτήσεις, στις 7 και 8 Δεκεμβρίου.

(περισσότερα…)

Μάρ Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, Ὀκτώ Ὕμνοι τοῦ Παραδείσου

*

Μετάφραση-Εἰσαγωγή: Νατάσα Κεσμέτη

Εἰς Μνημόσυνον Δημητρίου Β. Τριανταφυλλίδη (1959-2024)

Ὁ Μάρ Ἐφραίμ, ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, πολυγραφότατος ὕμνογράφος καί θεολόγος τοῦ 4ου αἰῶνα, τιμᾶται σέ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσμο. Ἀνακηρυγμένος ἀπό τούς ρωμαιοκαθολικούς ὡς Δάσκαλος τῆς Ἑκκλησίας, εἶναι ἰδιαιτέρως προσφιλής στήν Ὀρθόδοξη Συριακή Ἐκκλησία. Ἔγραψε ποικίλους ὕμνους, ποιήματα καί ὁμιλίες σέ στίχους, ὅπως ἐπίσης βιβλικές ἑρμηνεῖες σέ πεζό. Οἱ ἐργασίες του αὐτές, πού ἔχουν ἐπίσης χαρακτηρισθεῖ ὡς «πρακτική θεολογία», ἀποτελοῦσαν θεμελιακά ἔργα σέ ταραγμένους καιρούς. Ἦσαν τόσο δημοφιλῆ ὥστε, αἰῶνες μετά τήν κοίμησή του, χριστιανοί συγγραφεῖς έξέδιδαν ψευδεπίγραφα ἔργα μέ το ὄνομά του. Ἡ μεγάλου εὔρους μαρτυρία του φανερώνει τήν πρώιμη μορφή τῆς χριστιανοσύνης, στήν ὁποία οἱ ἰδέες τῆς Δύσης δέν ἔπαιζαν κανένα σημαίνοντα ρόλο. Ἔχει ἀναγνωριστεῖ ὡς ὁ πιό σημαντικός ἀπό ὅλους τούς Πατέρες τῆς Συριακῆς Ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης.

Ὁ σερ Σεμπάστιαν Μπρόκ, παγκόσμια αὐθεντία στά ἀφορῶντα τήν ἀραμαϊκή γλώσσα καί τήν συριακή γραμματεία, ἔχει δώσει μιάν ἔξοχη εἰσαγωγή ὡς πρός τόν τρόπο σκέψης τοῦ Μάρ Ἐφραίμ. Εἰδικά γιά τούς Ὕμνους τοῦ Παραδείσου ὀφείλεται νά τονιστεῖ ὅτι μᾶς μαθαίνει πῶς νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα ὄχι μέ τά μάτια ἑνός ἑλληνιστῆ, ἀλλά μέ τά μάτια κάποιου ἀνήκοντος στήν ὁμάδα τῶν ἀρχαίων λαῶν: ἀπογόνων τοῦ Σήμ (γιοῦ τοῦ Νῶε) στήν Ἐγγύς Ἀνατολή καί τήν Ἀφρική, καί ἔχοντος σημιτική νοοτροπία. Πράγμα πού σημαίνει ὅτι στήν ἑλληνιστική ἀντίληψη προτεραιότητα εἶχε ἡ Μορφή, ἡ ὁποία καί ἀποτελοῦσε τό Πραγματικό. Δέν γνωρίζουμε ἄν ὁ Μάρ Ἐφραίμ θά συμφωνοῦσε ἤ ὄχι. Αὐτό ὅμως πού βλέπουμε στόν Ἐφραίμ δέν εἶναι Μορφές ἀλλά Σύμβολα. Ἐπιπλέον συχνά μετακινεῖ ται ἀπό τό ἀτομικό στό συλλογικό. Ἀκριβῶς στο σημεῖο αὐτό ὁ Σεμπάστιαν Μπρόκ διευκρινίζει:

Για τήν σημιτική νοοτροπία τῶν βιβλικῶν συγγραφέων καί τῶν Σύρων ποιητῶν, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, εἶναι πάρα πολύ ἁπλή καί εὔκολη ἡ μετακίνηση ἀπό το συλλογικό στό ἀτομικό, καί ἀπό το ἀτομικό στό συλλογικό.

Ἔτσι, ἀναφορικά μέ τόν Παράδεισο στούς Ὕμνους τοῦ Παραδείσου, ἰσχυρίζεται ὅτι γιά τήν συριακή παράδοση ὁ Παράδεισος ἦταν ἡ κατοικία/διαμονή τοῦ ἱεροῦ χρόνου, σύμφώνως μέ τήν μετάφραση τοῦ miqqedem (πρός τήν Ἀνατολή) ὡς «ἀπό τήν ἀρχή/ ἐξ ἀρχῆς». Στήν συνέχεια ὁ Μπρόκ συνδέει με αὐτήν τήν θεμελιακή ἀντίληψη ἄλλες τοπολογικές λεπτομέρειες τοῦ Ἐφραίμ, ὅπως τά ἑξῆς: το παραδείσιο βουνό εἶναι κυκλικό, κυκλώνει τή Μεγάλη Θάλασσα· ὁ Κατακλυσμός ἔφτασε μόνο μέχρι τούς πρόποδές του, ὅπου εἶναι ἐγκατεστημένος ἕνας φράχτης (syaga) φρουρούμενος ἀπό τά Χερουβείμ. Τό Δέντρο τῆς Γνώσεως εἶναι στά μισά τοῦ δρόμου πρός τά ἄνω. Κι αὐτό εἶναι τό ὅριο (σημεῖο) τό ὁποῖο ὁ Ἀδάμ και ἡ Εὔα, προφανῶς μετά θάνατον, δέν μποροῦσαν νά ὑπερβοῦν.

(περισσότερα…)

Βοήθιος, Για την καθολική πίστη

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Από τις πέντε σύντομες θεολογικές πραγματείες (Opuscula sacra) του Βοήθιου που ο Διάκονος Ιωάννης (πιθανώς ο ίδιος Ιωάννης που ανήλθε στον παπικό θρόνο το 523) εξέδωσε ως σύνολο, η τέταρτη, εκείνη, δηλαδή, στην οποία αποδίδεται συχνά ο τίτλος «Για την καθολική πίστη» (De fide catholica), υπήρξε έως πρότινος η λιγότερο μελετημένη. Παρόλες τις ενστάσεις που εκφράστηκαν –και εκφράζονται αραιά ακόμα και σήμερα– για τη γνησιότητά της, την τελευταία παραδέχονται πια οι περισσότεροι ερευνητές. Από την αναψηλάφηση δε του έργου προκύπτουν διαρκώς νέα σημεία πρωτοτυπίας και ζωηρού θεολογικού ενδιαφέροντος.

Εικάζεται ότι είναι το παλαιότερο από τα opuscula sacra, γραμμένο κοντά στο 512. Δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια σε ποιους απευθυνόταν –ενδεχομένως σε έναν στενό κύκλο μαθητών και φίλων–, πάντως το έργο αποτελεί μια διαυγή, εύγλωττη και υποδειγματικά αφαιρετική σύνοψη της καθολικής πίστης, και μάλιστα από δύο σκοπιές. Η πρώτη είναι εκείνη του περιεχομένου της. Στο έργο ο Βοήθιος συμπλέκει έντεχνα και διακριτικά την ιστορική αφήγηση με την εννοιολογική υποτύπωση του καθολικισμού. Όχι μόνον συνοψίζει τη δομή και τα βασικά επεισόδια της θείας οικονομίας, αλλά φροντίζει να τα αναπλάσει με την επιβοήθεια μιας επάλληλης –και σχεδόν αθόρυβα φιλοσοφικής– εξήγησης που έχει πάντοτε νεοπλατωνικό (αυγουστίνειο) πρόσημο. Η δεύτερη σκοπιά είναι εκείνη του προσδιορισμού των κριτηρίων θεμελίωσης της ίδιας της καθολικής πίστης. Ο Βοήθιος αποσαφηνίζει τα ερείσματά της (αυθεντία της Γραφής, πατερική-οικουμενική διδασκαλία και γεωγραφική διασπορά), για να καταδείξει την ανωτερότητα της διδασκαλίας της καθολικής εκκλησίας και για να οριοθετήσει τις αιρετικές παραδοχές.

 ~.~

ΒΟΗΘΙΟΣ

   Για  την  καθολική  πίστη [1]

Τη χριστιανική πίστη διαχέει η αυθεντία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Ωστόσο, αν και η Παλαιά Διαθήκη περιλάμβανε στα κείμενά της αναφορές του ίδιου του ονόματος του Χριστού και προεξήγγελλε την έλευση εκείνου που πιστεύουμε ότι γεννήθηκε από την Παρθένο, είναι φανερό ότι η εξάπλωση της πίστης στα πέρατα του κόσμου χρονολογείται από τη θαυματουργή παρουσία του ίδιου μας του Σωτήρα και ύστερα.

Τώρα, αυτή η θρησκεία μας που ονομάζεται χριστιανική και καθολική, θεμελιώνεται κυρίως στις ακόλουθες παραδοχές: προ πάντων των αιώνων, δηλαδή πριν πλαστεί ο κόσμος, και, έτσι, πριν υπάρξουν όλα εκείνα στα οποία μπορεί να αποδοθεί η ιδιότητα του χρόνου, υπήρχε η θεϊκή ουσία του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, κατά τρόπο τέτοιο ώστε να αποκαλείται ο Πατήρ ‘θεός’, ο Υιός ‘θεός’ και το Άγιο Πνεύμα ‘θεός’, χωρίς να αποτελούν τρεις θεούς αλλά έναν. (περισσότερα…)

Κόιντος Αυρήλιος Σύμμαχος, Για τον Βωμό της Νίκης

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Το Υπόμνημα αρ. 3 «Για τον Βωμό της Νίκης» (Relatio III, De Ara Victoriae) του συγκλητικού και κορυφαίου ρήτορα Κόιντου Αυρήλιου Σύμμαχου είναι οπωσδήποτε το πιο διάσημο αλλά και ένα από τα ελάχιστα διασωθέντα κείμενα αντίδρασης των υπερασπιστών της παραδοσιακής ρωμαϊκής θρησκείας απέναντι στην καταστολή που επέβαλαν οι χριστιανοί αυτοκράτορες τον 4ο αιώνα. Ο Βωμός (μαζί με το χρυσό άγαλμα) της θεάς Νίκης εγκαταστάθηκε από τον Αύγουστο το 29 π.Χ. στην Κουρία, την έδρα της Συγκλήτου, και αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα σύμβολα της Ρώμης – σημείο αναφοράς για τη σύνδεση της ευημερίας της πόλης με την εύνοια των θεών. O Βωμός αφαιρέθηκε κατόπιν διαταγής του Κωνστάντιου Β΄ το 357 και αποκαταστάθηκε προσωρινά είτε από τον ίδιο, είτε από τον Ιουλιανό. Το 382 ο Γρατιανός όχι μόνον διέταξε να αφαιρεθεί αλλά εισήγαγε και άλλα κατασταλτικά μέτρα, μεταξύ των οποίων τη διακοπή της χρηματοδότησης των εθνικών λατρευτικών τελετών, την κατάργηση των προνομίων των Εστιάδων Παρθένων και την απαλλοτρίωση περιουσιακών εκτάσεων ορισμένων ιερατικών κολληγίων. Η Σύγκλητος, στην οποία πλειοψηφούσαν οι εκπρόσωποι της παραδοσιακής θρησκείας, εξουσιοδότησε τότε τον Σύμμαχο να παρουσιαστεί στο Μιλάνο (έδρα της αυτοκρατορικής αυλής) και να εκφράσει τη διαμαρτυρία της στον Γρατιανό. Με την έντεχνη μεσολάβηση του Αμβρόσιου, επισκόπου Μιλάνου, αλλά και αντίπαλων συγκλητικών, ο Γρατιανός αρνήθηκε την ακρόαση. Το επόμενο έτος (383) ο Γρατιανός δολοφονείται, ενώ μεγάλο μέρος της αυτοκρατορίας μαστίζεται από λιμό. Τον τελευταίο οι εθνικοί τον ερμηνεύουν ως τιμωρία που επέβαλαν οι θεοί της Ρώμης εξαιτίας της υποβάθμισης της λατρείας τους. Στον θρόνο ανεβαίνει ο 12ετής ετεροθαλής αδελφός του Γρατιανού, Ουαλεντινιανός Β΄. Το 384 ο Σύμμαχος εκλέγεται «πολίαρχος» Ρώμης (Praefectus Urbis Romae) και υποβάλλει το διάσημο υπόμνημά του στον νέο αυτοκράτορα. Αν και γνωστό ως υπόμνημα για την αποκατάσταση του Βωμού της Νίκης, στο κείμενο ο Σύμμαχος υπερμάχεται επίσης της επανακαθιέρωσης των προνομίων και του δικαίου των ιερατικών κολληγίων (κυρίως εκείνων των Εστιάδων Παρθένων) και, γενικότερα, του σεβασμού της πατρώας λατρείας. Το υπόμνημα καταπνίγεται στο αυτοκρατορικό Κονσιστόριο υπό την επίδραση, και πάλι, του Αμβρόσιου. Κομβική ως προς αυτό στάθηκε η επιστολή αρ. 17 του τελευταίου. Σε επόμενη δε επιστολή (αρ. 18), όταν το ζήτημα έχει πια κριθεί, ο Αμβρόσιος απαντά στα επιχειρήματα του Σύμμαχου με ευγλωττία οπωσδήποτε ισάξια του θύραθεν αντιπάλου του.

~.~

ΚΟΪΝΤΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ ΣΥΜΜΑΧΟΣ

Για τον Βωμό της Νίκης

Υπόμνημα ΙΙΙ [1]

Στους Αεισέβαστους Δεσπότες και Αυτοκράτορές μας Ουαλεντινιανό, Θεοδόσιο και Αρκάδιο[2], από τον Λαμπρότατο Σύμμαχο, Πολίαρχο Ρώμης.

1 . Μόλις η περιφανέστατη Σύγκλητος, πάντα αφοσιωμένη σε εσάς, πληροφορήθηκε ότι για τις αδικίες λογοδοτεί πια κανείς στον νόμο και πως ευσεβείς ηγεμόνες λαγαρίζουν τη Ρώμη από τη μαυρίλα που επικράτησε τα τελευταία χρόνια, ενθαρρυμένη δε από τη μεγαλειώδη έλευση μιας πιο ελπιδοφόρας εποχής, έλυσε τη σιωπή της, εξέφρασε την επί μακρόν καταπνιγμένη θλίψη της και με εξουσιοδότησε να την εκπροσωπήσω για δεύτερη φορά προκειμένου να μεταφέρω τις ενστάσεις της. Διότι, την πρώτη φορά, άνδρες ιδιοτελείς είχαν καταφέρει να μου αποστερήσουν το προνόμιο της ακρόασης από τον Θείο[3] Αυτοκράτορα. Εάν δεν το είχαν μεθοδεύσει αυτό, η δικαιοσύνη θα είχε ασφαλώς αποδοθεί, Δεσπότες και Αυτοκράτορές μας.

2 . Απευθύνομαι σε εσάς με διπλή ιδιότητα. Ως πολίαρχος, ενεργώ στο πλαίσιο των δημοσίων καθηκόντων μου, ενώ ως πρεσβευτής είμαι επιφορτισμένος να σας μεταφέρω τη βουλή των πολιτών. Δεν υφίσταται πλέον διάσταση προθέσεων στη Σύγκλητο, αφού οι άνδρες έχουν πάψει πια να πιστεύουν ότι, εκφράζοντας μια προσποιητή διαφωνία, θα κερδίσουν την εύνοια των αυλικών. Το να σε αγαπούν, το να σε σέβονται, το να σε εκτιμούν, είναι πράγματα πολύ σπουδαιότερα από την εξουσία. Ποιος μπορεί να ανέχεται ιδιωτικά συμφέροντα να στρέφονται ενάντια στην πολιτεία; Και δικαίως, φυσικά, η Σύγκλητος πατάσσει εκείνους που ενεργούν προς χάριν της δικής τους ισχύος και όχι υπέρ της δόξας του ηγεμόνα. Οι κόποι μας αποσκοπούν στην περιφρούρηση της Μεγαλοφροσύνης σας. Για ποιον άλλωστε λόγο υπερασπιζόμαστε τους θεσμούς των προγόνων μας και τα δικαιώματα και το πεπρωμένο της πατρίδας μας, παρά για τη δόξα που όλα αυτά επιθέτουν στο παρόν; Και τούτη η δόξα στα αλήθεια εκτινάσσεται όταν ενεργεί κανείς με την επίγνωση πως δεν μπορεί να αντιμάχεται, ούτε στο ελάχιστο, το έθος των προγόνων. (περισσότερα…)

Αυγουστίνος, Για τη χρησιμότητα του να πιστεύεις [2/2]

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Το De utilitate credendi είναι το πρώτο έργο που έγραψε ο Αυγουστίνος (354-430) μετά τη χειροτόνησή του. Γράφτηκε περί το 391 και αποτελεί επιστολικό δοκίμιο που απευθύνεται στον παλιό του φίλο Ονοράτο. Ο αναγνώστης παραπέμπεται στη σύντομη εισαγωγή η οποία παρέχεται στη δημοσίευση του Α΄ μέρους των αποσπασμάτων του έργου.

~.~

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ

Για τη χρησιμότητα του να πιστεύεις

(Αποσπάσματα από τη δεύτερη ενότητα: §§14-36[1]

7. 14.  Τώρα θα προσπαθήσω να ολοκληρώσω αυτό που ξεκίνησα. Και χωρίς να προσπαθήσω να σου παραθέσω ανοιχτά την Καθολική πίστη, θα σoυ δείξω ότι, όσοι ενδιαφέρονται να εξετάσουν εξονυχιστικά τα μυστήρια της και μεριμνούν για την ψυχή τους, μπορούν να ελπίζουν στη θεϊκή εύνοια ενόσω προσπαθούν να βρουν την αλήθεια. Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία ότι εκείνος που αναζητά την αληθινή θρησκεία είτε πιστεύει ήδη στην αθανασία της ψυχής -την οποία αυτή η θρησκεία χαρίζει-, είτε θέλει να βρει αυτήν την αθανασία στην ίδια τη θρησκεία. Επομένως, κάθε θρησκεία ορθώνεται για χάρη της ψυχής. […]

15 .  Ας υποθέσουμε ότι δεν έχουμε ακούσει ακόμη τον κατηχητή καμίας θρησκείας. Είναι, ας πούμε, για εμάς ένα καινούργιο θέμα έρευνας. Μα τότε θα αναζητήσουμε, θαρρώ, ανθρώπους που διδάσκουν το αντικείμενο, όποιο και αν είναι αυτό. […]

16 .  […] Την αλήθεια την κατέχουν μόνον λίγοι. Γνωρίζουμε λοιπόν ποια είναι η αλήθεια, όταν γνωρίζουμε με ποιους βρίσκεται. […] Kαι αν από την ίδια τη φύση της αλήθειας συνάγουμε ότι λίγοι την κατέχουν, αυτό δεν συνεπάγεται ότι γνωρίζουμε και ποιοι είναι αυτοί. Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε όταν υπάρχουν τόσο λίγοι που γνωρίζουν την αλήθεια, και οι οποίοι, μάλιστα, ελέγχουν το πλήθος δια της αυθεντίας τους, όμως από το πλήθος αυτό είναι μετρημένοι στα δάχτυλα εκείνοι που ξεγλιστρούν από την αυθεντία και φθάνουν να διαλευκάνουν τη μυστική αλήθεια; […]

8. 20.  Έχοντας θέσει αυτές τις βάσεις, οι οποίες, νομίζω, είναι τόσο θεμιτές ώστε να μου εξασφαλίσουν τη νίκη σε αυτήν την υπόθεση ενώπιόν σου όποιος και αν είναι ο αντίπαλός μου, θα σου εκθέσω όσο καλύτερα μπορώ ποιο μονοπάτι ακολούθησα όταν αναζητούσα την αληθινή θρησκεία με τη στάση που, όπως εξήγησα παραπάνω, πρέπει να αναζητείται. Όταν σε άφησα και διέσχισα τη θάλασσα[1], ταλαντευόμουν και ακροβατούσα: τι πρέπει να κρατήσω και τι να αφήσω; Και αυτή η αμφιταλάντευση φούντωνε μέσα μου κάθε μέρα και πιο πολύ. Έχοντας δε υπάρξει μαθητής εκείνου του άνδρα[2] του οποίου η άφιξη μας είχε διαμηνυθεί, όπως γνωρίζεις, ως ουρανόπεμπτη, αυτός δε ως προορισμένος να ξεκαθαρίσει όλες μας τις απορίες, έφθασα πια να συνειδητοποιήσω ότι τούτος, εάν εξαιρέσεις κάποια ευγλωττία, δεν διέφερε και πολύ από τους υπολοίπους. Εγκατεστημένος πια στην Ιταλία διαλογιζόμουν και αναρωτιόμουν βαθιά, όχι αν θα παρέμενα σε αυτή την αίρεση, στην οποία μετάνιωσα που είχα ενταχθεί, αλλά με ποιον τρόπο θα έβρισκα την αλήθεια, για την οποία ξέρεις καλύτερα από τον καθένα πόσο έχει στενάξει η καρδιά μου. Συχνά μου φαινόταν αδύνατο να τη βρω, και μέσα στον κλυδωνισμό των σκέψεών μου ένιωθα έλξη προς τους Ακαδημεικούς. Άλλοτε, πάλι, στον βαθμό που μπορούσα, έκανα ενδοσκόπηση βρίσκοντας παρηγοριά στη δύναμη του ανθρώπινου νου: του τόσο ζωηρού, του τόσο διεισδυτικού, του τόσο οξυδερκούς. Θεωρούσα πως, αν η αλήθεια παραμένει κρυμμένη από αυτόν, τούτο θα συμβαίνει μόνον επειδή το μέσο αναζήτησής της παραμένει κρυμμένο μέσα της, και πως είναι απαραίτητο να λάβουμε αυτό ακριβώς το μέσο από κάποια θεϊκή αυθεντία. Έμενε λοιπόν να διερευνήσω ποια θα ήταν αυτή η αυθεντία, αφού, σε συνθήκες οξύτατης διαφωνίας, όλοι επαγγέλλονται πως την κατέχουν και την παραδίδουν. […] (περισσότερα…)

Αυγουστίνος, Για τη χρησιμότητα του να πιστεύεις [1/2]

*

Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Το De utilitate credendi είναι το πρώτο έργο που έγραψε ο Αυγουστίνος (354-430) μετά τη χειροτόνησή του. Γράφτηκε περί το 391 και αποτελεί επιστολικό δοκίμιο που απευθύνεται στον παλιό του φίλο Ονοράτο. Ο Αυγουστίνος υπήρξε για εννέα χρόνια ακροατής στην αίρεση των Μανιχαίων και είχε πείσει τον Ονοράτο να κάνει το ίδιο. Όταν γράφει το De utilitate credendi έχουν περάσει ήδη οκτώ χρόνια από τότε που αποστασιοποιήθηκε από τους Μανιχαίους και τουλάχιστον πέντε χρόνια από τη μεταστροφή του στον χριστιανισμό. Ο παλιός του φίλος, όμως, είχε παραμείνει στο πλευρό των Μανιχαίων. Με την επιστολή του ο Αυγουστίνος ελπίζει να πείσει τον Ονοράτο να αντιμετωπίσει πιο ευνοϊκά την καθολική διδασκαλία. Και για αυτό συζητά και απαντά σε, δύο βασικές κριτικές τοποθετήσεις των Μανιχαίων απέναντι στον καθολικό χριστιανισμό: α) την απόρριψη της Παλαιάς Διαθήκης (§§4-13) και β) την υπεράσπιση του πρωτείου της λογικής έναντι της αυθεντίας (§§15-35).

Μέλημα του Αυγουστίνου είναι να καταδείξει την ανθρωπολογική, θεολογική και επιστημολογική χρησιμότητα (το όφελος, τα πλεονεκτήματα) της πίστης κατά τη διαδικασία της αναζήτησης -και εύρεσης- της αληθινής θρησκείας. Την αναζήτηση αυτή τη συνδέει και την εμπλουτίζει όχι μόνον με εμφανώς νεοπλατωνικές ιδέες, αλλά και με μια αυτοβιογραφική αναψηλάφηση που προοικονομεί τις διάσημες Εξομολογήσεις. Το κείμενο είναι, υπό μια έννοια, χαρακτηριστικά ρωμαϊκό αφού η λέξη-κλειδί του, η auctoritas («αυθεντία»), απουσιάζει τόσο ως όρος, αλλά εν πολλοίς και ως σύλληψη, από την ελληνική παράδοση. Αποτελεί κοινό τόπο στη Ρώμη ότι η αυθεντία οδηγεί στην πίστη. Πιστεύουμε, πρωτίστως, τα πρόσωπα, τις ομάδες, τους θεσμούς που διαθέτουν κύρος και αποτελούν για εμάς αυθεντίες. Ο Κικέρων, τα γραπτά του οποίου αποτελούν βασικό σημείο αναφοράς για τον Αυγουστίνο, ήταν εκείνος που έδωσε τις πιο κλασικές διατυπώσεις της αντίθεσης μεταξύ της ratio και της auctoritas. Για τον Αυγουστίνο, η φιλοσοφία διεκδικεί την πρώτη και υπόσχεται τη νόηση, ενώ η θρησκεία ξεκινά από τη δεύτερη, εδραιώνοντας την πίστη. Όμως, η λογική και ο νους πρέπει στην αρχή της διαδρομής να λάβουν τη θέση ικέτη και να ταπεινωθούν, αφού, δίχως την ισχυρή επίδραση της αυθεντίας και του δώρου της πίστης, είναι απολύτως αδύνατο να μυηθεί κανείς ορθά στην αληθινή γνώση του Θεού.

Στο πνεύμα της στήλης, η μετάφραση υποβάλλεται αρχικά ως «δοκιμή» και αποσπασματικά, στις δύο συναπτές αναρτήσεις της Μ. Πέμπτης και της Μ. Παρασκευής. Ολοκληρωμένη και στην τελική της απόδοση -όσο γίνεται να είναι τελική η απόδοση ενός τόσο απαιτητικού και διαχρονικού κειμένου- θα δημοσιευθεί στο 8ο τεύχος του περιοδικού Νέο Πλανόδιον, μαζί με μια εισαγωγή που θα ξεκλειδώνει κάποια από τα μυστικά του έργου και επαρκή σχολιασμό. Η μετάφραση αφιερώνεται στον Παντελή Μπασάκο, στη δροσερή σκιά της αυθεντίας του οποίου, έτη πολλά πριν, επιδόθηκα στη μελέτη του Αυγουστίνου.

~ . ~

ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ

Για τη χρησιμότητα του να πιστεύεις

(Αποσπάσματα από την πρώτη ενότητα: §§1-13) [1]

1. 1.  Αν θεωρούσα, Ονοράτε, ότι o άνθρωπος o αιρετικός και ο άνθρωπος που πιστεύει τους αιρετικούς είναι ένα και το αυτό, θα επέλεγα τη σιωπή, αφήνοντας το ζήτημα μακριά από τη γλώσσα και τη γραφίδα μου. Είναι βέβαιο, όμως, πως υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ των δύο. Κατά τη γνώμη μου αιρετικός είναι εκείνος ο οποίος, επιδιώκοντας κάποιο πρόσκαιρο όφελος, ή, συχνότερα, επιδιώκοντας υπέρμετρη δόξα και περιωπή, είτε γεννά, είτε συμπαρατάσσεται με, ψευδείς και πρωτοφανείς δοξασίες. Εκείνος, από την άλλη, που πιστεύει ανθρώπους αυτού του είδους, έχει παραπλανηθεί από κάποιο ομοίωμα αλήθειας και ευσέβειας. Και επειδή έτσι έχουν τα πράγματα, δεν θεώρησα σωστό να σου κρύψω τις απόψεις μου για τον τρόπο με τον οποίο βρίσκει και συγκρατεί κανείς την αλήθεια. Όπως σίγουρα θα θυμάσαι, η φλογερή μας αγάπη για την αλήθεια είναι κάτι που μας συνδέει από τα νεανικά μας χρόνια. Η αλήθεια, όμως, βρίσκεται πολύ μακριά από τον νου μωρόσοφων ανθρώπων, οι οποίοι, έχοντας βαδίσει πολύ, ή, πιο σωστά, έχοντας φάει τα μούτρα τους στο μονοπάτι των σωματικών πραγμάτων, θαρρούν ότι η πραγματικότητα εξαντλείται σε ό,τι γίνεται αισθητό μέσω των πέντε διάσημων ανταποκριτών του σώματος. Και οι εντυπώσεις ή εικόνες που έχουν λάβει από αυτούς τους ανταποκριτές, στροβιλίζονται μέσα τους ακόμη και όταν αυτοί πασχίζουν να απομακρυνθούν από τις αισθήσεις. Mε τούτον τον θανατηφόρο και απατηλότατο γνώμονα δε, τις αισθήσεις, φαντάζονται ότι ορθοτομούν τα άφατα και ενδότατα διαμερίσματα της αλήθειας. […] (περισσότερα…)

Παλλαδάς ο Αλεξανδρινός: Ανάμεσα στην Ποίηση και την Ιστορία

*

της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΟΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

Εκτός από τα επιγράμματά του, τίποτε άλλο δεν είναι γνωστό για τον Αλεξανδρινό γραμματικό και ποιητή Παλλαδά (ή ίσως Παλλάδα;).[i] Τα επιγράμματα αυτά όμως με τον καιρό απόκτησαν, πέρα και άσχετα από την ποιητική τους αξία, ιδιαίτερη σημασία, καθώς θεωρήθηκαν, και εξακολουθούν να θεωρούνται, μία από τις σημαντικές ιστορικές πηγές για τα δραματικά γεγονότα του 4ου μ.Χ. αιώνα, της εποχής που σήμανε το τέλος τού ειδωλολατρικού Αρχαίου Κόσμου, και την απαρχή της νέας Χριστιανικής περιόδου. Και είναι ως ιστορική πηγή κυρίως και όχι ως ποιητής που αντιμετωπίζεται ο Παλλαδάς στη νεώτερη, αλλά και την πιο πρόσφατη, βιβλιογραφία. Είναι πολυάριθμα τα άρθρα στα οποία επιχειρείται να συνδεθούν οι αναφορές ή οι υπαινιγμοί που κάνει στα επιγράμματά του με ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Καθώς όμως υπάρχουν διαφορετικές υποθέσεις όσον αφορά τη χρονολόγηση της ζωής και της δράσης του Αλεξανδρινού, οι ερμηνείες και τα συμπεράσματα ποικίλουν. Τα χρονικά όρια στα οποία τοποθετείται κυμαίνονται έτσι από τα χρόνια της βασιλείας του “πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα” Κωνσταντίνου και των διαδόχων του, μέχρι την οριστική επικράτηση του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την εποχή του Θεοδόσιου και των δικών του διαδόχων στις αρχές του 5ου.[ii]

(περισσότερα…)

Γιατί καίγονται οι εκκλησίες στον Καναδά;

 

του ΑΓΓΕΛΟΥ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ

Η σύγχρονη φιλελεύθερη μυθολογία θέλει τον Καναδά έναν επίγειο παράδεισο σε έναν σπαραζόμενο κόσμο. Μια πλούσια χώρα με συναρπαστική φύση, υψηλό βαθμό κοινωνικής συνοχής και, κυρίως, πρότυπο πολυπολιτισμικής συμβίωσης. Είναι παράδοξο λοιπόν το ότι ο διεθνής τύπος έχει ασχοληθεί ελάχιστα με το κύμα βανδαλισμών και εμπρησμών σχεδόν 60 εκκλησιών, κυρίως ρωμαιοκαθολικών, που έλαβε χώρα αυτό το καλοκαίρι στον Καναδά.

Καθώς οι εμπρησμοί έπληξαν εκκλησίες που βρίσκονται σε εδάφη των αυτοχθόνων Καναδών (αυτούς που λέγαμε «Ινδιάνους» και που στον Καναδά αποκαλούνται «Πρώτα Έθνη»), είναι σχεδόν βέβαιο ότι συνδέονται με το σκάνδαλο των θρησκευτικών οικοτροφείων που ξέσπασε μερικούς μήνες πριν. Τα οικοτροφεία λειτουργούσαν υπό την επίβλεψη των μεγαλύτερων εκκλησιών, αν και στην πορεία πέρασαν υπό τον έλεγχο του κράτους του Καναδά, και στέγασαν στον περίπου έναν αιώνα ύπαρξής τους 150 χιλιάδες παιδιά που είχαν αποσπαστεί από τις αυτόχθονες οικογένειές τους, συχνά με την βία.

Αποστολή των οικοτροφείων ήταν η εξάλειψη της γλώσσας και του πολιτισμού των «Ινδιάνων» και η μετατροπή τους σε «τυπικούς» Καναδούς πολίτες. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν απάνθρωπες, με αποτέλεσμα χιλιάδες παιδιά στο πέρασμα των δεκαετιών να πεθάνουν. Τα οικοτροφεία δεν επέστρεφαν τις σωρούς στις οικογένειές τους, αλλά τις έθαβαν σε μαζικούς τάφους. Ήταν η αποκάλυψη αυτών των μαζικών τάφων – έως και 1200 σε πέντε διαφορετικά σχολεία στον δυτικό Καναδά – που δημιούργησε κύμα αγανάκτησης σχετικά με τα δικαιώματα και την καταπίεση των Πρώτων Εθνών. Καθώς τα οικοτροφεία για μεγάλο διάστημα λειτουργούσαν υπό την επίβλεψη των εκκλησιών και η θρησκεία έπαιζε μεγάλο ρόλο στην εκπαίδευση των παιδιών, θεωρείται βέβαιο ότι ομάδες ακτιβιστών προχωρούν σε εμπρησμούς για να τιμωρήσουν την εκκλησία και τον Χριστιανισμό.

Γίνεται εύκολα κατανοητό γιατί αυτό το σκάνδαλο έχει αποκτήσει τόση δημοσιότητα σήμερα, σε μια εποχή όπου, ιδιαίτερα στον αγγλοσαξονικό κόσμο, υπάρχει έντονη συζήτηση για την κληρονομιά του ιμπεριαλισμού, της αποικιοκρατίας και της δουλείας. Εξίσου εύκολα κατανοητό όμως γίνεται, δυστυχώς, και το γιατί η αντίδραση της κυβέρνησης και της κοινής γνώμης στο κύμα εμπρησμών είναι εξαιρετικά υποτονική.

Ο πρωθυπουργός Ζυστέν Τρυντώ έκανε την πρώτη του δήλωση για το θέμα μόλις 10 ημέρες μετά τον πρώτο εμπρησμό, και ενώ ήδη δεκάδες εκκλησίες είχαν καεί. Μέχρι τις αρχές Αυγούστου μόλις ένας ύποπτος είχε συλληφθεί, οδηγώντας έναν συντηρητικό αναλυτή να σχολιάσει ότι «ο Τρυντώ έχει βάλει περισσότερους ανθρώπους φυλακή για το έγκλημα να πάνε στην εκκλησία για να παρακολουθήσουν λειτουργία [σσ: αναφερόμενος στα μέτρα για την πανδημία] παρά για το έγκλημα να την κάψουν».

 

 

Για τον Τρυντώ η υπόθεση είναι δύσκολη, όχι μόνο γιατί, αντίθετα με την προοδευτική επικοινωνιακή περσόνα που προσεκτικά έχει φιλοτεχνήσει, έχει πάρει πολλές αποφάσεις που θεωρείται ότι προσβάλλουν τα συμφέροντα των Πρώτων Εθνών. Αλλά και γιατί τα οικοτροφεία λειτουργούσαν υπό τον έλεγχο του κράτους όταν ο πατέρας του ήταν πρωθυπουργός την δεκαετία του 1970. Ανάλογη διστακτικότητα υπάρχει και από την ηγεσία των εκκλησιών των οποίων ναοί κάηκαν, προφανώς υπό την πίεση του κλίματος που βλέπει τον χριστιανισμό ως όργανο καταπίεσης. Αντίθετα, η δημόσια συζήτηση κυριαρχείται από φωνές που βλέπουν τους εμπρησμούς των εκκλησιών ως δικαιολογημένη έκφραση αγανάκτησης, αν όχι νόμιμα αντίποινα, για τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας. Σε αυτό το κλίμα μπορεί κάποιος να καταλάβει κα την έλλειψη σοβαρής δημοσιογραφικής κάλυψης των εμπρησμών διεθνώς.

Η αλήθεια βέβαια είναι αρκετά πιο περίπλοκη, και δείχνει πώς η, αναγκαία σε κάποιες χώρες, συζήτηση για τις συνέπειες της αποικιοκρατίας εκτρέπεται από ακραίες ιδεολογικές ατζέντες. Το πρώτο πράγμα που αποσιωπάται είναι ότι οι ίδιοι οι αυτόχθονες Καναδοί στην μεγάλη τους πλειοψηφία δεν εγκρίνουν τους εμπρησμούς. Ακόμα και εκπρόσωποι των Πρώτων Εθνών που κατηγορούν την εκκλησία για το δράμα των οικοτροφείων έχουν καταδικάσει τις επιθέσεις. Στην μεγάλη τους πλειοψηφία, οι πάλαι ποτέ «Ινδιάνοι» είναι εξαιρετικά θρησκευόμενοι και έχουν οικοδομήσει γύρω από την χριστιανική θρησκεία μεγάλο μέρος της κοινωνικής τους ζωής. Οι εμπρησμοί συνιστούν επίθεση σε ένα σημαντικό συστατικό του σημερινού πολιτισμού των Πρώτων Εθνών, παρά την δύσκολη ιστορικά σχέση τους με αυτό.

Βλέπουμε εδώ την επανάληψη ενός μοτίβου που είχε παρατηρηθεί και το καλοκαίρι του 2020 στις ΗΠΑ με τις διαδηλώσεις του κινήματος Black Lives Matter. Όσο τα μεγάλα αμερικανικά ΜΜΕ επέμεναν με τρόπο κωμικό ότι οι διαδηλώσεις ήταν «ειρηνικές» ενώ μετέδιδαν ζωντανές εικόνες βανδαλισμών, ταυτόχρονα αποσιωπούσαν φωνές μαύρων καταστηματαρχών που εκλιπαρούσαν για αστυνομική προστασία ενώ οι περιουσίες τους καίγονταν. Με τον ίδιο τρόπο στον Καναδά σήμερα, πολλοί αυτόχθονες είναι πεπεισμένοι ότι οι εμπρησμοί δεν γίνονται από άλλους αυτόχθονες αλλά από λευκούς Καναδούς αριστερούς, οι οποίοι μέσα από μια διεστραμμένη έννοια επαναστατικότητας κάνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα με τα οικοτροφεία του παρελθόντος: βανδαλίζουν και καταστρέφουν τον ιδιαίτερο πολιτισμό των Πρώτων Εθνών.

Αλλά ακόμα και η έννοια του «σκανδάλου» στην υπόθεση είναι τεχνητή, αν κάποιος γνωρίζει τα γεγονότα επακριβώς. Εδώ και δεκαετίες οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης είχαν γίνει αντικείμενο δημοσιογραφικής έρευνας στον Καναδά. Το συγκεκριμένο ζήτημα των τάφων είχε καταγραφεί με κάθε λεπτομέρεια από την Επιτροπή Αλήθειας και Συμφιλίωσης για τις σχέσεις με τα Πρώτα Έθνη το 2015. Ενώ η δημοσιογραφική κάλυψη αφήνει την εντύπωση ότι χιλιάδες μαζικοί τάφοι αποκαλύφτηκαν φέτος, ξεσκεπάζοντας ένα μυστικό αιώνων, αυτό που έχει γίνει στην πραγματικότητα είναι ότι ένα ήδη καλά γνωστό ζήτημα ανήχθη σε σκάνδαλο σε μια εποχή όπου η δημόσια σφαίρα ψάχνει παντού αποδείξεις «συστημικού ρατσισμού» και «αποικιοκρατίας».

Κανείς φυσικά δεν αμφισβητεί ότι ο πολιτισμός και τα δικαιώματα των Πρώτων Εθνών επλήγησαν βάναυσα από την δυτική – πρώτα βρετανική και γαλλική, μετά καναδική – πολιτική. Το ερώτημα όμως είναι αν η σύγχρονη οπτική μιας αδικίας που έλαβε χώρα πριν δεκαετίες ή αιώνες αποδίδει δικαιοσύνη σχετικά με το ποιος είναι ο φταίχτης και, σε τελική ανάλυση, βοηθά όντως να επανορθωθούν αυτές οι αδικίες σήμερα ή απλά εξυπηρετεί άλλους σκοπούς.

Σε ένα πρώτο πρακτικό επίπεδο, η παρουσίαση των οικοτροφείων ως κολαστήρια πολιτιστικής γενοκτονίας αγνοεί το ότι το 1883, όταν ξεκίνησε η λειτουργία τους, όλες οι μαζικές δομές κοινωνικής πολιτικής στον δυτικό κόσμο – οικοτροφεία, ορφανοτροφεία, σανατόρια – λειτουργούσαν σε συνθήκες απαράδεκτες για τα σημερινά πρότυπα. Το ότι «χιλιάδες παιδιά Ινδιάνων πέθαναν σε οικοτροφεία» ακούγεται σκανδαλώδες σήμερα, αλλά η τραγική αλήθεια είναι ότι χιλιάδες παιδιά τότε πέθαιναν σε πολλές ανάλογες δομές στον Καναδά και αλλού, κυρίως από γρίπη και φυματίωση. Η μαζική ταφή ήταν επίσης μια πρακτική της εποχής, ατυχής αλλά απαραίτητη για λόγους υγιεινής. Όσο για το ότι οι τάφοι ανακαλύπτονται σήμερα χωρίς διακριτικά, αυτό πιθανότατα έχει να κάνει με το ότι με την πάροδο των δεκαετιών αυτά εξαφανίστηκαν παρά με προσπάθεια συγκάλυψης. Όπως είπαμε, εκείνη την εποχή αυτές οι πρακτικές ήταν δυσάρεστες αλλά όχι κάτι που η κοινωνία δεν γνώριζε ή δεν φανταζόταν.

Αν εξετάσουμε και το ιδεολογικό πλαίσιο λειτουργίας των οικοτροφείων όμως, θα δούμε ότι η σημερινή «αντι-αποικιακή» τους ανάγνωση είναι απλουστευτική. Στην Βικτωριανή εποχή, ο «εκπολιτισμός των αγρίων» ήταν ένας κατεξοχήν προοδευτικός στόχος, που αντανακλούσε την αισιοδοξία του δυτικού ανθρώπου ότι η επιστήμη, η εκπαίδευση και η τεχνολογία θα οδηγήσουν στο ξεπέρασμα προλήψεων και δεισιδαιμονιών. Ο σκοπός της δημιουργίας των οικοτροφείων ήταν η αποκοπή των παιδιών από το φυσικό τους περιβάλλον και η μετατροπή τους σε σύγχρονο ορθολογικό άνθρωπο, μια αντίληψη που έχει τις ρίζες της στα πρώτα διδάγματα του Διαφωτισμού σχετικά με τον έμφυτο ρασιοναλισμό του ατόμου και την δυσμενή επιρροή οπισθοδρομικών πολιτιστικών προτύπων.

Στα τέλη του 19ου αιώνα επομένως, η μέθοδος των οικοτροφείων είχε την συνολική υποστήριξη της πολιτικής, της κοινωνίας και, κυρίως, της επιστήμης. Αν στα 1880 η πολιτική εξουσία ανέθεσε την λειτουργία τους στις μεγάλες εκκλησίες λόγω της μακράς εμπειρίας αυτών στην εκπαίδευση, τα οικοτροφεία επιβίωσαν δεκαετίες αφότου η καναδική κοινωνία είχε υποστεί ραγδαία εκκοσμίκευση και η λειτουργία τους είχε περάσει εξ ολοκλήρου στο κράτος μέχρι να σταματήσουν να λειτουργούν το 1996. Αν μη τι άλλο, και τα οικοτροφεία και το φαινόμενο της αποικιοκρατίας εν γένει θα πρέπει να αποτελούν προειδοποίηση για τις παράπλευρες συνέπειες που πάντα έχει η τυφλή εφαρμογή των ιδεών της πάση θυσία «προόδου» σε κάθε εποχή.

Ένας δεύτερος αναχρονισμός αφορά την κοινωνική διάσταση του προβλήματος των αυτοχθόνων. Αν και οι αυτόχθονες της Βορείου Αμερικής αντιμετωπίζονται στην εποχή μας με δικαιολογημένη συμπάθεια, ακόμα και σήμερα επιβιώνουν μεταξύ τους πολλές «πολιτιστικές πρακτικές» (για να χρησιμοποιήσουμε τον σχετικό ευφημισμό) που η σύγχρονη προοδευτική σκέψη λογικά θα έπρεπε να καταδικάζει απερίφραστα. Σε αυτό το πρόβλημα των «παράλληλων κοινωνιών» τουλάχιστον, ανάλογο με αυτό που αντιμετωπίζει η Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες, δεν είναι παράλογο να υποστηρίξει κάποιος ότι η επιρροή του εκχριστιανισμού τον τελευταίο ενάμιση αιώνα τις έφερε εγγύτερα στα δυτικά πρότυπα.

Επιστρέφοντας στο ζήτημα των εμπρησμών, βλέπουμε λοιπόν πώς αυτοί που υποτίθεται ότι θέλουν να επανορθώσουν την καταστροφή που υπέστη ένας πολιτισμός από την αποικιοκρατία, επιτίθενται σε βασικά στοιχεία αυτού του πολιτισμού σήμερα – γιατί η χριστιανική θρησκευτικότητα είναι βασικότατο κομμάτι της ζωής των αυτόχθονων πληθυσμών της Βορείου Αμερικής. Και ενώ λένε ότι θέλουν να ανατρέψουν δομές ισχύος και εκμετάλλευσης, με κάποιο τρόπο τις συνέπειες του «αγώνα» – σπασμένες βιτρίνες, βανδαλισμένες εκκλησίες – τις υφίστανται πάντα αυτοί που θεωρητικά «απελευθερώνονται».

Οι ακραίοι αντι-αποικιακοί ακτιβιστές του σήμερα επομένως δεν διαφέρουν σε τίποτα από τους ρασιοναλιστές αποικιοκράτες του χθες: και οι δυο αυτοί χαρακτηριστικοί τύποι της δυτικής νεωτερικότητας εμφορούνται από μια μεσσιανική αλαζονεία που τους δίνει το δικαίωμα να ανατρέψουν τον τρόπο ζωής και την ιδιοπροσωπία αυτών που πρέπει να βρουν την προοδευτική λύτρωση. Με άλλα λόγια, ένας πολιτισμός πρέπει να καταστραφεί για να σωθούν τα μέλη του. Και τότε και τώρα, οι «Ινδιάνοι» φυσικά ήταν απλά η δικαιολογία: ο πραγματικός στόχος ήταν και είναι να επιβεβαιωθεί η ηγετική θέση κάποιων στην νέα πρωτοπορία.

Ακόμα και οι ακραίοι ακτιβιστές πάντως έχουν την δικαιολογία ενός κάποιου ιδεαλισμού. Πολύ πιο απογοητευτική είναι η στάση πολιτικών τύπου Τρυντώ, που όχι μόνο αδυνατούν να λάβουν ξεκάθαρη θέση στο οποιοδήποτε ζήτημα παρουσιάζει έστω και έναν ελάχιστο βαθμό ηθικής ή ιστορικής αμφισημίας, αλλά επιτρέπουν σε κάθε είδους «προοδευτικό» ριζοσπαστισμό να υποσκάπτει τους δημοκρατικούς θεσμούς για τους οποίους κατά τα άλλα κόπτονται. Η αρχική διστακτικότητα του Τρυντώ να καταδικάσει απερίφραστα τις επιθέσεις – κάτι που μπορούμε να εικάσουμε ότι θα είχε κάνει αμέσως αν αυτές αφορούσαν άλλες θρησκείες – αναδεικνύει την πλαδαρότητα του κυρίαρχου ιδεολογήματος που συνδυάζει μια επιλεκτική αντιθρησκευτικότητα με μια άκριτη αποδοχή κάθε ιδέας και μόδας που παρουσιάζεται ως παράγοντας πολυπολιτισμικότητας.

Αυτή η μεροληπτική στάση είναι και απόδειξη της έλλειψης ιστορικού βάθους στην σκέψη των σημερινών ελίτ, που αγνοούν ότι η προστασία της πίστης υπήρξε  το θεμέλιο και πρωταρχική πηγή νομιμοποίησης της νεωτερικής κοσμικής εξουσίας. Αγνοούν επίσης ότι η επικρατούσα θρησκευτικότητα μιας κοινωνίας αποτελεί πάντα το ασφαλέστερο ανάχωμα έναντι της κρατικής αυθαιρεσίας, και ως μαζική έκφραση της ανθρώπινης αυτοτέλειας έναντι της πολιτικής εξουσίας και ως πλέγμα ηθικών αναστολών και αυτο-περιορισμού των ασκούντων αυτή. Είναι ακριβώς αυτός ο διττός ρόλος της θρησκείας που την κάνει απαραίτητο παράγοντα εξισορρόπησης σε ένα πολιτικό σύστημα. Ένα κράτος που δεν προστατεύει την πίστη είναι ένα κράτος που χάνει την αξιοπιστία του ως εγγυητής δικαιωμάτων των λίγων, και που κανείς δεν μπορεί να εμπιστευτεί ότι δεν θα γίνει πηγή αυθαιρεσίας εις βάρος των πολλών.

Στην υπόθεση των εμπρησμών των εκκλησιών του Καναδά επομένως πιο ανησυχητική και από τον ιδεολογικό εξτρεμισμό μικρών ομάδων είναι η σιωπηλή ανοχή τους από το κατεστημένο της εξουσίας και των ιδεών. Νομίζοντας ότι ανανεώνουν την νομιμοποίησή τους με το να προσεταιρίζονται λίγη από την φρεσκάδα και ορμή του ακτιβισμού, στην πραγματικότητα αυτές οι ελίτ συμβάλλουν στην διάβρωση θεσμών και νοοτροπιών που αποτελούν την μόνη εγγύηση απέναντι σε κάθε είδους αυταρχισμό.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ

*Ο συγγραφέας είναι ερευνητής στο Κέντρο Ρομπέρ Σουμάν του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας και πρόεδρος του Ινστιτούτου Συντηρητικής Πολιτικής (ΙΝΣΠΟΛ).