τέχνη

Στον Ωκεανό της Αβεβαιότητας

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 10:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Οι ενδιαφερόμενοι για τις εξελίξεις στην κοσμολογία γνωρίζουν ότι εδώ και χρόνια το καθιερωμένο ερμηνευτικό πρότυπο της επιστήμης αυτής, που ακούει στο ελληνολατινικό ακρωνύμιο ΛCDM και που στον πυρήνα του βρίσκεται η θεωρία της Πρωταρχικής Έκρηξης ή «Big Bang», ότι το πρότυπο αυτό λοιπόν έχει περιπέσει σε βαθύτατη, κάποιοι κρίνουν αθεράπευτη, κρίση.

Ο λόγος είναι τα νέα παρατηρησιακά δεδομένα που έχουμε συγκεντρώσει εσχάτως, ιδίως από το Διαστημικό Τηλεσκόπιο Τζέημς Γουέμπ, δεδομένα που κλονίζουν τις ώς τώρα καλά κατεστημένες βεβαιότητές μας για το σχήμα, την ηλικία και την ταχύτητα διαστολής του Σύμπαντος, τον σχηματισμό των γαλαξιών κ.ο.κ.

Βέβαια όπως όλες οι επιστημονικές επινοήσεις έτσι και το νυν Κοσμολογικό Πρότυπο γεννήθηκε εξαρχής με πολύ σημαντικά κουσούρια. Αυτά οι θιασώτες του τα έλυναν όπως οι οπαδοί της πτολεμαϊκής κοσμολογίας τον καιρό τους με «επικύκλους»: με θεωρητικά μπαλώματα δηλαδή, ad hoc εξαιρέσεις από το γενικό σχήμα, όπως η ιδέα του κοσμικού πληθωρισμού αμέσως μετά το Big Bang. Ή με αναπόδεικτες έως αυτή τη στιγμή, ή και εντελώς μη αποδείξιμες κατ’ άλλους, εικασίες, όπως η Σκοτεινή Ύλη και η Σκοτεινή Ενέργεια. Οι δύο αυτές εντελώς απερίγραπτες και μηδέποτε εντοπισθείσες «ουσίες» υποτίθεται ότι αποτελούν το… 96% του Κόσμου.

Ανάλογη χάωση έχουμε και στο πεδίο της μελέτης της υποατομικής ύλης, όπου την τριαδική συμμετρία που διδασκόμασταν λίγες δεκαετίες πριν στις τάξεις (πρωτόνιο – ηλεκτρόνιο – νετρόνιο) αντικατέστησαν δυο δεκάδες νέων παρδαλώνυμων σωματιδίων, χώρια εκείνα που προβλέπεται ότι θα ανακαλύψουμε στο μέλλον. Για να μη μιλήσω για την κβαντική φυσική που οι εκδηλώσεις της είναι τόσο αδιανόητες ώστε ήδη ο Νιλς Μπορ στον καιρό του πίστευε ότι μόνο η γλώσσα της ποίησης μπορεί να τις εκφράσει.

Που θέλω με όλα αυτά να καταλήξω; Σε δύο «υποθέσεις εργασίας». Η πρώτη έχει να κάνει με την παραδοσιακά αυτονόητη διασύνδεση της επιστήμης με τη γνώση. Νομίζω ότι οι δύο αυτές έννοιες πρέπει πλέον να πάρουν και επισήμως διαζύγιο. Η επιστήμη δεν αποτελεί γνώση για τον απλό λόγο ότι δεν μπορεί, ποτέ δεν μπορούσε και ποτέ δεν θα μπορέσει να μας παράσχει αξιόπιστες απαντήσεις στις κορυφαίες απορίες μας για τη γένεση του Κόσμου, τη φύση του Χώρου, την έννοια του Χρόνου κ.ο.κ. Στα ζητήματα αυτά δεν έχουμε κάνει βήμα από την εποχή των Προσωκρατικών – και ούτε πρόκειται. Στο πεδίο αυτό, των έσχατων ερωτημάτων, οι απαντήσεις του ποιητή ή του μύστη, ως προβολές ψυχοπνευματικές και όχι απλώς διανοητικά παράγωγα, θα εξακολουθήσουν να μας προσφέρουν ικανοποιητικότερες, δηλαδή κοινωνικά πειστικότερες αποκρίσεις. Στην πράξη, και η επιστήμη όταν καταπιάνεται με αυτά τα ερωτήματα, τις αποκρίσεις του ποιητή και του μύστη υιοθετεί, ενίοτε εν αγνοία της προέλευσής τους.

Με αυτή την έννοια, της κατανόησης της έσχατης πραγματικότητας, (περισσότερα…)

Βάρβαροι, πειρατές, τουρίστες

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 06:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Η φωτογραφία πρόσφατη από τη Μαγιόρκα. Οι κάτοικοι του νησιού διαδηλώνουν κατά των τουριστών ζητώντας τη ζωή τους πίσω. Στη Βαρκελώνη σύμβολο των διαμαρτυριών είναι το νεροπίστολο με το οποίο καταβρέχουν τους εισβολείς.

Λέω «εισβολείς» και δεν έχω την αίσθηση ότι υπερβάλλω. Ο μαζικός τουρισμός του καιρού μας είναι μια μορφή ύπουλης αποικιοκρατίας. Οι ξένοι εκτοπίζουν τους ντόπιους, τα χούγια και οι απαιτήσεις τους επιβάλλονται με το έτσι θέλω, το κόστος της διαβίωσης πρεκαριοποιεί όλο και περισσότερους, η στέγη γίνεται απλησίαστη, ο δάσκαλος, ο γιατρός, ο φοιτητής δεν μπορούν να σταθούν πουθενά.

Παντού όπου περνούν τα τουριστικά φουσάτα, σαν τον λίβα αφήνουν πίσω τους καμένα σπαρτά. Πολιτισμοί, παραδόσεις, γειτονιές, μνημεία, τοπία, πατρίδες, τρόποι ζωής: ό,τι γνήσιο, αναστημένο με θυσίες και κόπους αιώνων, αμέσως ψευτίζει, μασκαρεύεται, το μεγαλείο της ιστορίας και της φύσης μετατρέπεται σε μισθωμένο σκηνικό για να καδράρει ο έπηλυς του 24ώρου την ακατάδεχτη φάτσα του, και για να κορδωθεί στους δικούς του ότι, ναι, ήταν κι εκείνος ΕΚΕΙ.

Εκεί όμως πού; Τι έχει προλάβει να δει και να νιώσει, πόσο μάλλον να γνωρίσει και να καταλάβει, ο πακετοδίαιτος και ο κρουαζιεροφερμένος; Και τι είναι αυτό το εκεί μετά τη δική του επιδρομή, τι έχει απομείνει τώρα πια ζωντανό; Η ανθρωπότητα στο πέρασμά της στίφη καταστροφέων έχει γνωρίσει πολλά: αγροίκους, βαρβάρους, βανδάλους, πειρατές. Καιρός να προσθέσουμε πλάι σ’ αυτά με κάθε τιμή το «τουρίστας».

///

«Είμαστε ετοιμοπόλεμοι; «Φοβάμαι ότι η Ρωσσία θα μας δοκιμάσει [= θα μας επιτεθεί] ήδη πριν το 2029″»

«Γιατροί εν όπλοις. Σε περίπτωση πολέμου, ο γερμανικός στρατός αναμένει έως και 1.000 τραυματίες στρατιώτες την ημέρα – συν τους τραυματισμένους πολίτες και συμμάχους. Πώς πρέπει να προετοιμαστεί το γερμανικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης για κάτι τέτοιο».

«Η ρωσσική απειλή. Ειδικοί ασφαλείας προειδοποιούν ότι η Ρωσσία θα μπορούσε να ξεκινήσει έναν ακόμη πόλεμο στην Ευρώπη πριν από το τέλος αυτής της δεκαετίας.»

«Το μεγάλο ερώτημα: τι θα κάνουμε αν ο Τραμπ μας εγκαταλείψει. Οι Ευρωπαίοι οφείλουν να κάνουν περισσότερα για την άμυνα και να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες»

Τίτλοι και δηλώσεις από τις εφημερίδες FAZ και Die Welt, σοδειά μιας μόνης μέρας… Εμπρός σ’ αυτήν την μηχανή που δασκαλεύει τον Παριζιάνο και τον Βερολινέζο καθ’ ημέραν ότι ο Πούτιν είναι ante portas, πόση αντίσταση μπορεί να προβάλλει ο νους του μέσου πολίτη, που έτσι κι αλλιώς έχει τόσες και τόσες σκοτούρες από μόνος του; Η ιστορική πείρα λέει: ελάχιστη. Η παραποίηση της πραγματικότητας δημιουργεί, ήδη, γεγονότα.

/// (περισσότερα…)

Η μοίρα του τυφλοπόντικα: Αναλογισμοί για την τεχνητή νοημοσύνη

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  #  5

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

του ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Εκατό χιλιάδες δισεκατομμύρια ποιήματα του Ραϋμόν Κενώ πρωτοεκδόθηκαν το 1961. Το βιβλίο περιέχει δέκα σονέτα. Καθένας από τους 140 συνολικά στίχους του είναι τυπωμένος σε ξεχωριστή λωρίδα χαρτιού. Μετακινώντας τις λωρίδες και συνδυάζοντας οριζοντίως τους στίχους μεταξύ τους (και τα δέκα σονέτα έχουν τις ίδιες ρίμες), μπορεί κανείς να δημιουργήσει ούτε λίγο ούτε πολύ 1014, πάει να πει 100.000.000.000.000 ποιήματα! Αν φανταστούμε έναν αναγνώστη πρόθυμο και ικανό να διαβάζει 24 ώρες το 24ωρο 365 ημέρες τον χρόνο και με ρυθμό ένα ποίημα ανά λεπτό, θα του έπαιρνε μόλις 2.000.000 αιώνες για να διαβάσει το σύνολο.

Το Blanco του Οκτάβιο Πας είναι έργο λίγο μεταγενέστερο, του 1967. Το ποίημα είναι τυπωμένο σε ένα τεράστιο πολύπτυχο και πολύστηλο μονόφυλλο και οι στίχοι του με διάφορα μελάνια και γραμματοσειρές. «Ακολουθία σημείων», το αποκαλεί ο ποιητής, «η οποία αποκαλύπτεται και, κατά κάποιον τρόπο, παράγεται» κάθε φορά που ένας αναγνώστης την ξεδιπλώνει τυχαία. Στην πράξη, και εδώ έχουμε να κάνουμε με μια γεννήτρια συνδυασμών, με ένα κείμενο που μπορεί να διαβαστεί από την αρχή ή τη μέση, οριζοντίως ή καθέτως, ολοκληρωμένα ή αποσπασματικά με πολλούς τρόπους. Ο Πας υποδεικνύει στο επίμετρό του μερικούς από αυτούς.

Από τέτοιες μηχανές αυτόματης παραγωγής έργων η ιστορία του μοντερνισμού βρίθει. Οι συνθέτες του αλεατορισμού και της απροσδιοριστίας από τον Κέητζ ώς τον Μπουλέζ και τον Στοκχάουζεν, συγγραφείς όπως ο Τζαρά και ο Μπάροουζ, καλλιτέχνες όπως ο Ντυσάν, ο Μπέηκον, οι ντανταϊστές πειραματίστηκαν με ποικίλες συνδυαστικές μεθόδους: από το παστίς και το κολλάζ ώς το Ταό τε Κινγκ ή τα ζάρια. Κατά βάση όλοι τους στηρίχθηκαν στη λογική του ντυσανικού ready made: Αρκεί να πάρεις κάτι ήδη έτοιμο και να το εκθέσεις αλλού, να το ενθέσεις σε νέα συμφραζόμενα, για να έχεις ένα νέο, αυτοτελές δημιούργημα.

Η μοντέρνα συνδυαστική έχει και αξιόλογη προϊστορία. Υπάρχουν έργα ήδη του Μότσαρτ ή του Ντα Βίντσι που βασίζονται στην τυχαιότητα. Η όψιμη αρχαιότητα και ο Μεσαίωνας πειραματίστηκαν με το είδος του κέντρωνα, της συνάρθρωσης ήδη έτοιμων στίχων παλαιών ποιητών, όπως ο Όμηρος και ο Ευριπίδης, ώστε να δημιουργηθεί ένα καινούργιο έργο. Ο Χριστός Πάσχων, η μόνη γνωστή μας βυζαντινή τραγωδία, είναι ένας τέτοιος κέντρων.

Με την έννοια αυτή, η «τεχνητή νοημοσύνη», όπως κάπως φανταιζίστικα αποκαλούμε τους σημερινούς ψηφιακούς υπερσυνδυαστήρες, και οι εφαρμογές της στις τέχνες μάς είναι αρκετά οικεία υπόθεση. Ο συνδυασμός των πάντων με τα πάντα είναι από τις θεμελιώδεις επίνοιες του μοντερνισμού, ήδη από την κλασσική του φάση. Για τους μοντέρνους, γράφει ο Παναγιώτης Κονδύλης, (περισσότερα…)

Χριστουγεννιάτικα μαθήματα

*

Τέσσερα πράγματα που έμαθα από τη χθεσινή χριστουγεννιάτικη παράσταση στο σχολείο της 7χρονης κόρης μου:

Ότι η ελληνική παιδεία, όποιο περιεχόμενο κι αν δώσει κανείς στη λέξη, όποια ιδεολογική φόρτιση, είναι πασσέ, τελειωμένη υπόθεση. Σαράντα λέπτα στη σκηνή και δεν ακούστηκε ένα τραγούδι, ένα στίχος, μια μελωδία γηγενής, κοσμική ή εκκλησιαστική, δημοτική ή επώνυμη. Αλλά, αυτό είναι το ωραίο, ούτε και ευρωπαϊκή, η Άγια Νύχτα έστω της παλιάς Μεσευρώπης. Σαν να μη γιορτάσαμε ποτέ Χριστούγεννα σ’ αυτόν τον τόπο, σ’ αυτήν την ήπειρο… Όλα, απ΄ την αρχή ώς το τέλος ήταν αγγλόφωνα και αμερικάνικα, πολλά χωρίς καν σχέση με τα Χριστούγεννα – από τα γλυκερά χολλυγουντιανά χιτάκια της δεκαετίας του 1940 ώς κάτι ροκ και ποπ ακκόρντα, αναμνήσεις εφηβικές προφανώς της δασκάλας-σκηνοθέτιδος-συγγραφέως.

Ότι τα Χριστούγεννα δεν έχουν την παραμικρή πια σχέση με Χριστούς και φάτνες και Ηρώδηδες και θρησκείες και άλλα τέτοια παρωχημένα και αδιάφορα, ότι δεν έχουν σε τίποτε να κάνουν με τη διδαχή της αγάπης, της θυσίας, της προσφοράς, ό,τι κι αν πιστεύει κανείς για την ειλικρίνεια των διδάχων. Ακόμη και η υπόθεση του «έργου» ήταν κι αυτή κλεμμένη κι αγύριστη αμερικανιά. Κι αν κόπιαρε, ας πούμε, το «Μια υπέροχη ζωή» του σπουδαίου Φρανκ Κάπρα, αριστούργημα που τιμά και το σινεμά και τον χριστιανισμό και την αμερικανική τέχνη, ποιος θα είχε αντίρρηση; Όχι! Κάποιος κακός θέλει να καταργήσει τα Χριστούγεννα και τα παιδιά κινδυνεύουν να χάσουν τα ρεγάλα, αυτό ήταν το στόρυ. Έννοείται ότι η τρομερή απειλή απεφεύχθη: κανείς δεν θα στερηθεί τα ψώνια του, τα πολυκαταστήματα δεν θα χάσουν πελάτη. (περισσότερα…)

Περί τέχνης και ζωής


*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Για μεγάλο διάστημα, η νεώτερη τέχνη πορεύτηκε ανάμεσα στους δύο πόλους της αντικειμενικότητας και της υποκειμενικότητας που είχαν στη μέση για συντονιστή τον άνθρωπο-άτομο, με μερικές εξαιρέσεις όπως πάντα. Το γεγονός ότι κατά καιρούς, ή από μια ορισμένη χρονική στιγμή και ύστερα, είδαμε να μπαίνει μέσα στον έναν ή τον άλλο πόλο το συναίσθημα, ιδιαίτερα φορτισμένο, το υποσυνείδητο ή το ασυνείδητο, κάποιο ξεχωριστό πάθος ή μανία, κάποιοι ονειρικοί συνειρμοί και άλλα τέτοια, δεν σημαίνει ούτε έξοδο από την διπολικότητα, ούτε έξοδο από την πλαστή πραγματικότητα. Δεν μας μεταδίδεται κανένα ουράνιο ρίγος, καμιά θεοπρέπεια, καμιά νήψη, δεν ανοίγει κανένα παράθυρο και καμιά πύλη που να φέρνει το Φως ή να δείχνει το Φως, το Φως που υπερβαίνει όγκους, σχήματα, χρώματα.

Όταν η τέχνη δεν με φέρνει κοντά στο Φως, τί νόημα έχει να υποχρεώσω την ψυχή μου να αγαπήσει τα έργα της; Η σχέση που έχεις (ή που βρήκες) με τη ζωή σου υπαγορεύει ένα τέτοιο ερώτημα. Γιατί η Ζωή είναι δεμένη με το Νόημα και τον Λόγο, αλλά η τέχνη δεν θέλει να ακούσει για Νοήματα από τότε κυρίως που δίνει τη μάχη με τον ρασιοναλισμό, πράγμα που βέβαια έχει σημασία όταν δεν γίνεται παραλογισμός, αυτοσκοπός, «καθαρή τέχνη», ή καθαρή άρνηση. Η τέχνη σήμερα έπαψε να έχει σχέση με τη Ζωή, με το Νόημα, με το Λόγο, γιατί με αυτά έπαψε να έχει σχέση ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος πέταξε απ’ τη ζωή του και Νόημα και Λόγο και Πνεύμα για στην οίησή του επάνω θεώρησε πως του είναι άχρηστα. Στη θέση του Νοήματος έβαλε τα νοήματα, στη θέση του Λόγου τους λόγους της ατομικότητας και του αυθαίρετου (τον λέει ελεύθερο) συλλογισμού, στη θέση του Πνεύματος το πάθος ή τα πάθη και τα ορμέμφυτα (ασυνείδητα και ανεξέλεγκτα). (περισσότερα…)

Η πέννα και το στυλό: Τέχνη και νευρωνικά δίκτυα

*

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Η ΜΗΧΑΝΗ  # 1

Προσεγγίσεις στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης και των πραγματικών ή πλασματικών οριζόντων της

~.~

του ΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΑΚΗ

Ο τίτλος του επί της οθόνης κειμένου περιέχει εν σπέρματι τα όσα θα πραγματευτώ στη συνέχεια. Πρώτα-πρώτα, ας σκεφτούμε μια πέννα. Ας φανταστούμε ότι ο ποιητής έσφαξε μια χήνα στον κήπο του κι απ’ όλα τα λευκά της πούπουλα ξεχώρισε το πιο γερό και όμορφο. Το έκοψε κατάλληλα στην άκρη μ’ έναν πολυχρησιμοποιημένο σουγιά και, για κάθε αράδα που γράφει, βουτά τη νέα του πέννα μες στο μελανοδοχείο. Έπειτα, ας σκεφτούμε ένα απλό στυλό του καιρού μας. Είναι μια τεχνητή κάλαμος συντεθειμένη από πολυμερή. Το μελάνι εσωκλείεται μέσα της χάρη σ’ ένα έξυπνο σύστημα έκχυσης το οποίο επιτρέπει τη ροή μόνο εφόσον ασκείται πίεση πάνω στην επιφάνεια του χαρτιού. Στρώματα ολόκληρα χημικών και μηχανικών γνώσεων σωρεύτηκαν για δεκαετίες, ακόμα κι αιώνες, μέχρι που τελικά κρυσταλλώθηκαν στο απλό στυλό. Το βαστά στο χέρι του ένας συγκαιρινός μας ποιητής, μόλο που δεν γνωρίζει ούτε πώς κατεργάζονται τα πολυμερή υλικά, ούτε πώς λειτουργεί το σύστημα έκχυσης μελάνης με σφαιρίδιο, ούτε πώς οι οικονομίες κλίμακας παράγουν τέτοιες παρτίδες προϊόντων. Εκεί που ο παλαιός ποιητής είχε μια αδιαμεσολάβητη σχέση με το γραφικό του όργανο (ήδη θα φανταστήκαμε της χήνας το αίμα στα χέρια του), ο  σημερινός ποιητής βαστά ένα κατασκεύασμα προέλευσης δαιδαλώδους. Κι είναι ώρα τώρα να αναρωτηθούμε: τι γίνεται όταν όχι μόνο το όργανο στο χέρι του καλλιτέχνη αλλά και το ίδιο το έργο τέχνης ξεβράζεται πια μέσ’ από τέτοιους απροσπέλαστους πλοκάμους;

~.~

Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Γκέοργκ Ζίμμελ (1858-1918) είναι σήμερα περισσότερο γνωστός για το έργο του σχετικά με τη μητροπολιτική ζωή και το ανθρώπινο υποκείμενο. Σε διάφορους γνωστικούς κλάδους, από τη φιλολογία ώς τη γεωγραφία, η «Μητροπολιτική Αίσθηση» διαβάζεται ξανά και ξανά. Ωστόσο, συχνά εκφεύγει της προσοχής το γεγονός ότι το έργο του Ζίμμελ εκκινεί από μια θεμελιώδη φιλοσοφία του πολιτισμού. Κι αυτή παρουσιάζεται εκτενώς στη Φιλοσοφία του Χρήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στη χώρα μας, τούτο το βασικό έργο του Ζίμμελ (ένα μέρος του!) κυκλοφόρησε μόλις το 2021, από τις εκδόσεις Πλέθρον, παρόλο που άλλα έργα του σημαντικού στοχαστή έχουν κάνει κάμποσες επανεκδόσεις. Πιστεύω ότι, όσο κι αν μας χωρίζει πάνω από ένας αιώνας από το 1900, οπότε και η πρώτη έκδοση της Φιλοσοφίας του Χρήματος, αυτό το πόνημα μέχρι και σήμερα μας επιτρέπει να συλλάβουμε την τεχνητή νοημοσύνη αλλά και τη σχέση της με την τέχνη. Και, μάλιστα, όχι σαν μια τομή στην ιστορία του πλανήτη αλλά σαν ένα βήμα, έστω και μεγάλο, μέσα σε μια μεγάλη πορεία – πορεία δίχως καθορισμένο προορισμό. (περισσότερα…)

Ποίηση και σκληρότητα

*

του ΓΙΩΡΓΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ

Ἐπιλογὴ καὶ ἐπιμέλεια Ἀγγελικὴ Καραθανάση

Ὅταν φέρνομε στὸ νοῦ μας τὸν αἰσθητικὰ καλλιεργημένο ἄνθρωπο, τόσο τὸ δημιουργό, ποιητὴ ἢ καλλιτέχνη, ὅσο κι ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἁπλὰ καὶ μόνο ἕνας εὐαίσθητος δέκτης τῶν δημιουργημάτων τῶν ἄλλων, τόνε φανταζόμαστε σὰν μιὰ φύση ἐκλεπτυσμένη, γεμάτη εὐγένεια καὶ καλοσύνη, ἀνίκανο νὰ κάμει τὸ κακό.

Ὅμως πόσο διαφορετική εἶναι ἡ ἀλήθεια!

Πρὶν ἀπὸ ἀρκετὰ  χρόνια εἶχα διαβάσει σὲ κάποια ἐφημερίδα τὴν περίπτωση ἑνὸς συνταγματάρχη τῶν  Ἒς Ἔς. Ὁ ἀξιωματικὸς ἐκεῖνος ἤτανε διοικητὴς σὲ στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Ὅλο τὸ πρωὶ ὄχι μόνο ἔδινε διαταγές, μὰ καὶ παρακολουθοῦσε ὁ ἴδιος τὴν ἐχτέλεσή τους στὶς αἴθουσες τῶν βασανιστηρίων, στοὺς θαλάμους τῶν ἀερίων καὶ στὰ κρεματόρια. Καὶ σὰν ἐτέλειωνε ἀπὸ τούτη τὴ δουλειὰ γύριζε στὸ γραφεῖο του, ἔπαιρνε ἕναν τόμο μὲ ποιήματα τοῦ Ρίλκε, τοῦ πιὸ λεπταίσθητου ἴσως ποιητῆ πού ’γραψε στὴ γερμανικὴ γλῶσσα, καὶ βυθιζότανε στὸ διάβασμα. Θάλαμοι ἀερίων καὶ ποίηση!

Βέβαια, τούτη ἡ περίπτωση μπορεῖ νά ’ναι μιὰ ἐξαίρεση μὲ τὴν ἀνατριχιαστική της ἀντίθεση. Ἀλλὰ τὴν ἴδια οὐσιαστικὰ ἀντίθεση, λιγότερο χτυπητή, τὴ συναντοῦμε συχνὰ γύρω μας. Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ βλέπομε κάποιον –συνήθως κάποια – διαβάζοντας ἕνα μυθιστόρημα ἢ βλέποντας ἕνα ἔργο στὸ θέατρο, στὸν κινηματογράφο ἢ στὴν τηλεόραση νὰ συγκινεῖται μέχρι δακρύων καὶ τὴν ἄλλη στιγμὴ νὰ μένει ὁλότελα ἀδιάφορος μπροστὰ στὴ ζωντανή, τὴ χειροπιαστὴ δυστυχία τοῦ διπλανοῦ του. Κάποτε μάλιστα νὰ μὴ διστάζει νὰ τόνε βλάψει, ἂν πρόκειται νὰ ὠφεληθεῖ ὁ ἴδιος. Πόσοι ἐξάλλου ἀπὸ τοὺς δημιουργοὺς ὁποιασδήποτε μορφῆς τῆς Τέχνης, στάθηκαν ἠθικὲς προσωπικότητες  -ὄχι μὲ τὴ στενή, τὴν πουριτανικὴ ἔννοια τῆς λέξης;  Κάθε λογῆς πάθη, κακίες καὶ μικρότητες χαρακτηρίζουν τὴ ζωὴ πολλῶν ἀπὸ τοὺς μεγάλους τῆς λογοτεχνίας, τῶν καλῶν τεχνῶν καὶ τῆς μουσικῆς.

Ἂς θυμηθοῦμε τὸ βαθὺ μίσος τοῦ Σολωμοῦ πρὸς τὸν ἑτεροθαλὴ ἀδερφό του Ἰωάννη Λιονταράκη καὶ τὶς μακροχρόνιες δίκες ἐναντίον του γιὰ τὴν πατρικὴ κληρονομιά. Τὸ χαρτοπαιχτικὸ πάθος τοῦ Ντοστογιέφσκη, ἀλλὰ καὶ τὸ ἐρωτικὸ πάθος του γιὰ τὴν Ἀπολινάρια Σούσλοβα, μὲ τὴν ὁποία γύριζε ἀπὸ πόλη σὲ πόλη τῆς Εὐρώπης, ἔχοντας παρατήσει μόνη της στὴ Ρωσία τὴ βαριὰ ἄρρωστη γυναίκα του. Τὶς αἱμομικτικὲς σχέσεις τοῦ Μπάιρον μὲ τὴν ἑτεροθαλὴ ἀδερφή του Αὐγούστα, χωρὶς νὰ λογαριάσομε τὴ σκανδαλώδη στὴ συνέχεια ζωή του. Τὴν ἐπιπολαιότητα, τὴν ἀνευθυνότητα καὶ τὴν ἀναίδεια τοῦ νεαροῦ Μότσαρτ. Αὐτὴ ἡ ἠθικὴ ἐλαστικότητα γίνεται κάποτε ὁλοκληρωτικὴ ἀπουσία ἠθικῶν ἐνδοιασμῶν. Κι ἀποροῦμε ἐμεῖς οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι πῶς εἶναι δυνατὸν ἕνας καλλιτέχνης, ποὺ ἔχει δώσει δείγματα τέτοιας εὐαισθησίας μὲ τὸ ἔργο του, νὰ συμπεριφέρεται μὲ τόση «ἀναισθησία» πρὸς τοὺς συνανθρώπους του, ἀκόμη καὶ πρὸς τὴν ἴδια τὴν οἰκογένειά του; (περισσότερα…)

Zbigniew Herbert, Αγαπητοί μου Άγνωστοι!

*

Επιστολή στους σπουδαστές
της Ανωτάτης Κρατικής Σχολής Θεάτρου

Βαρσοβία, 12 Ιανουαρίου 1995

Αγαπητοί μου Άγνωστοι!

Είμαστε μια ιδιότροπη, ολιγάριθμη, εριστική συντροφιά που δίχως της η περίλαμπρη ανθρωπότητα θα τα κατάφερνε περίφημα. Μειοψηφούμε απελπιστικά, και το χειρότερο είναι ότι σφετεριζόμαστε το δικαίωμα να σκορπάμε γύρω μας το άγχος και την ανησυχία. Θέλουμε να καταναγκάσουμε τους συνανθρώπους μας να αναλογιστούν την ανθρώπινη μοίρα, να παραδοθούν στον βασανιστικό έρωτα που αξιώνουν από εμάς τα σπουδαία, κι ακόμη να περιφρονήσουν όλους εκείνους που πασχίζουν πεισματικά να μειώσουν τον άνθρωπο και να του αφαιρέσουν την αξιοπρέπειά του.

Εμπρός σας ανοίγεται μια θαυμάσια, βάναυση και ανελέητη ζωή. Σε κάθε σας λόγο, κάθε στιγμή, σταθείτε στο πλευρό των αξιών, αγωνιστείτε υπέρ της δεξιοτεχνίας και της ωραιότητας, κατά των σκουπιδιών, υπέρ του αέναου αγώνα της βούλησης και της διάνοιας, κατά της ευκολίας και της μανιέρας, υπέρ της αλήθειας, κατά της υποκρισίας, του ψεύδους και της βίας. Και προς θεού, μην είστε μοντέρνοι! Μείνετε τίμιοι. Καλλιεργήστε το σθένος και τη σεμνότητα. Είθε να βαδίζει στο πλάι σας πάντοτε η πίστη προς την ανέφικτη τελειότητα, και να μην σας εγκαταλείπει ποτέ η αγωνία και η αιώνια μαρτυρική επίγνωση ότι όλα όσα έχουμε πετύχει ώς σήμερα δεν είναι αρκετά.

Σας εύχομαι μια δύσκολη ζωή, μόνο μια τέτοια αξίζει σ’ έναν καλλιτέχνη. Σας απευθύνω τις καλύτερές μου ευχές, χαιρετισμούς και λόγια ελπίδας.

ΖΜΠΙΓΚΝΙΕΦ ΧΕΡΜΠΕΡΤ

*

Gottfried Benn, Η προβληματική της ποιητικότητας

*

Επιμέλεια στήλης – Μετάφραση ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

Το θέμα του ποιητή και του συγγραφέα, της ουσίας τους, της κατάστασής τους και των αμοιβαίων τους σχέσεων, έγινε πρόσφατα και επανειλημμένα αντικείμενο λογοτεχνικής συζήτησης, και μάλιστα σχεδόν πάντα με το νόημα ότι παρήλθε η εποχή για τον ποιητή, στη θέση του ήλθε ένα άλλο φαινόμενο. Μέχρι και στις ύψιστες πνευματικές θέσεις επεκτάθηκε η συζήτηση αυτή, και προς τα κάτω σε διάφορα επίπεδα μέχρι την περιοχή των κάπως απλών οργάνων που απαιτούν έναν καθαρά κομματικό χαρακτήρα της καλλιτεχνικής έκφρασης. Έπειτα, στο περιοδικό τούτο, έκαμε ο Φλάκε μερικές παρατηρήσεις που έχουν θεμελιώδη χαρακτήρα. Δεν αποδίδει καμιά σημασία στην ποίηση, το μυθιστόρημα είναι ανώτερό της. Το μυθιστόρημα είναι πολύ περιεκτικότερο, νομίζει, είναι πιο πολύ η φωνή της εποχής, οι σύγχρονοι άνθρωποι μπορούν μόνο με τα μέσα του να αναπαρασταθούν. Αυτή η αιώνια αναζήτηση του ποιητικού, δηλώνει! Οι κοινωνικές προϋποθέσεις για την ποιητική συντεχνία δεν υφίστανται πια διόλου, δεν είναι πια πιστευτές, κάθε μέρα και λιγότερο. Παρατηρεί ακόμη: «Η ποιητικότητα κατανοείται αφ’ εαυτής όπως και η ηθικότητα, δεν είναι ανάγκη να την εκφράζει κανείς σε κάθε αράδα, αρκεί να βρίσκεται ανάμεσα στις αράδες». Τούτο το τελευταίο θα πρέπει συνεπώς μάλλον να το κατανοήσομε έτσι, ώστε το έργο τέχνης που άφησε, παραδείγματος χάριν, ο Ρίλκε να μπορούσε να βρει θέση και στα σύγχρονα μυθιστορήματα, «ανάμεσα στις αράδες», αν κατόρθωνε κάποιος να το παρεμβάλει εκεί. Ο Φλάκε μιλά έπειτα για το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στον ποιητή και στο παρόν. Τέλος χρησιμοποιεί μια λέξη, βέβαια όχι για την ποίηση ως τέτοια αλλά για ένα από τα εκφραστικά της μέσα, τον στίχο, που είναι πολύ σημαντική, λέει: αρχαϊκός. Κοινό σε όλες αυτές τις εργασίες, εκφράσεις και παρατηρήσεις είναι ότι δεν γίνεται εντελώς σαφές τι ακριβώς εννοούν στην πραγματικότητα: τον ποιητή ή την ποιητικότητα, τον λυρικό ή τη λογοτεχνία, κάτι θεματικό ή κάτι μεθοδικό, το έργο ή την ίδια τη διαδικασία του δημιουργείν. Η παρούσα εργασία εξ αρχής δεν στρέφεται σε αξιολογικές αποτιμήσεις μεταξύ των επιμέρους μορφών της τέχνης, ούτε περιγράφει τον ποιητή στην κοινωνική του παρουσία και στην ιστορική εξέλιξη, παρά αναλαμβάνει την προσπάθεια να συλλάβει με μια νέα υπόθεση την ποιητικότητα ως έννοια και ως Είναι και να την εντοπίσει ως φαινόμενο πρωταρχικού χαρακτήρα εντός της βιολογικής διαδικασίας.

Οι γνώμες που αναφέρθηκαν στην αρχή θα μπορούσαν, αν συνοψισθούν, να χαρακτηριστούν ως η κοινωνιολογική θεωρία της ποιητικότητας. Ως θεμέλιό της υπόκεινται οι ακόλουθοι συλλογισμοί γενικότερης φύσης. Ζούμε σε μιαν εποχή συλλογικών σχηματισμών, ευρέα στρώματα του πληθυσμού είναι οργανωμένα σε ενώσεις που κατά κανένα τρόπο δεν σημαίνουν μόνο έναν κοινωνικό ή διεκδικητικό συνασπισμό, αλλά πνευματική διάρθρωση, τάξη σχετική με τη νοοτροπία. Όλα τούτα τα στρώματα έχουν αποδεχθεί μια κατ’ αρχήν αισιόδοξη κοσμοθεωρία που αποβλέπει στο τεχνικά βέλτιστο αποτέλεσμα, που θεωρεί ότι τα δεινά εξαρτώνται κατ’ αρχήν από τους θεσμούς και είναι θεραπεύσιμα, και γι’ αυτό ευλόγως και δικαίως απαιτεί μια τέχνη που ανταποκρίνεται στη νοοτροπία της, υιοθετεί τις τάσεις της, με την κυριολεκτική σημασία διασκεδάζει τον χρόνο μέχρι την εκπλήρωση των οικονομικών της ελπίδων. Μια κατ’ αρχήν πραγματιστική και θετική στάση, η οποία άλλωστε και κατά αξιοσημείωτο τρόπο διόλου δεν θεμελιώνεται ούτε περιορίζεται πολιτικά ή κοινωνικά, αντιθέτως, όσο ψηλότερα βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι πνευματικοί άνθρωποι, τόσο περισσότερο παρατηρεί κανείς στις εκφράσεις τους μια δηλωμένη κλίση προς την ευφροσύνη και τη διαύγεια, μιαν εκπλήσσουσα κατάφαση της ζωής, μιαν απροσδόκητη πίστη στη γνώση, μια νεανικότητα, έτοιμη να εξορίσει όλους εκείνους που τα βλέπουν όλα μαύρα, στο περίφημο χθόνιο στοιχείο να αντιπαραθέσει το ορθολογικό ως υψηλότερη τάξη, και ό,τι είναι σκοτεινό, να το αρνηθεί ως φούμαρα, δημαγωγία και απαισιοδοξία που παίζει τη φλογέρα.

Το πλαίσιο για όλες αυτές τις γνώμες, στάσεις, νοοτροπίες σχηματίζει πολύ έντονα η έννοια της εποχής, έπειτα εκείνη του αιώνα, σπάνια ή ποτέ, σε αντίθεση με προηγούμενες περιόδους, η έννοια του λαού, τέλος περιλαμβάνοντας το Όλον, ο σημερινός ευρωπαϊκός τύπος της ανθρώπινης φυλής, τον οποίο νομιμοποιεί μια σειρά πνευματικών περιόδων που μπορούν να ελεγχθούν βάσει ντοκουμέντων. Το μέτρο μετρήσεως είναι, με μια λέξη, ο πολιτιστικός τύπος, μια έκφραση που δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε παραπάνω από τον τύπο του μέσου όρου, τον οποίο δημιούργησε ο περασμένος αιώνας. (περισσότερα…)

Για τον Πιερ Σουλάζ: Γενέθλιο εγκώμιο

* 

του ΝΙΚΟΥ ΣΓΟΥΡΟΜΑΛΛΗ

Αρκετά καχύποπτος με την αφηρημένη ζωγραφική επισκέφτηκα θυμάμαι τον χειμώνα του 2019 το Centre Pombidou στο Παρίσι. Χωρίς να ’μαι κάνας ειδικός στα εικαστικά, η τάση των ζωγράφων της αφαίρεσης να εξοβελίζουν τον άνθρωπο από τους καμβάδες τους, να αποδιώχνουν οποιαδήποτε αναφορά σε εγκόσμια, άρα και αναγνωρίσιμα αντικείμενα στερούσε, σκεφτόμουν, από το έργο τέχνης τη δυνατότητά του να αφηγείται, να μιλάει ‒ και τι να το κάνεις ένα έργο που δεν μιλάει; Χαρούμενος που συγκροτούσα σιγά-σιγά την υποκειμενικότητα του γούστου μου, κατέληγα, όχι χωρίς κομπορρημοσύνη, ότι οι ζωγράφοι της αφαίρεσης δεν ήταν παρά ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα καλλιτεχνικού τσαρλατανισμού: ισχυροί παίχτες της συγκυρίας με έντονα ναρκισσιστικά συμπλέγματα, στόχευαν με τις φορμαλιστικές τους ασκήσεις ―φορμαλιστικές γιατί το περιεχόμενο δεν τους πολυένοιαζε―, να παράγουν έργα προκλητικά καινοτόμα νομίζοντας ότι έτσι, μέσα από την πρωτοτυπία, διαφοροποιούνται από παλαιότερους ζωγράφους εδραιώνοντας τους ίδιους, δηλαδή τους εαυτούς τους, ως το κυρίαρχο παράδειγμα στην αγορά της τέχνης ‒ μια αγορά γύρω από την οποία, σημειωτέoν, παίζονται εκατομμύρια. Η μπίζνα, κοινώς, ήταν μεγάλη.

Έχοντας προκαθορίσει λοιπόν τη στάση μου περνούσα θυμάμαι την είσοδο των μόνιμων συλλογών του Centre Pombidou ‒ περιπλανιόμουν γρήγορα, βιαστικά, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, έσερνα το βλέμμα δω κι εκεί, ανάμεσα σε πίνακες μεγάλων διαστάσεων με ευθείες γραμμές, παχιά χρώματα, ή και τίποτα· και όταν λέω τίποτα εννοώ τίποτα: μονοχρωματικοί καμβάδες, χωρίς τίτλο, που ο θεατής δεν έβλεπε παρά ένα μονάχα χρώμα να καλύπτει σύνολη την πλαστική επιφάνεια. Μπροστά στα εκθέματα κοντοστεκόμουν μόνο για να τα περιγελάσω ‒ είχα καταλήξει ότι η σύγχρονη τέχνη δεν με αφορά.

Αποφασισμένος ότι έφτασε η ώρα για να φύγω το μάτι μου πέφτει ξαφνικά σε ένα πίνακα ύψους τρεισήμισι και κάτι μέτρων, ολόμαυρο, με λεπτές άσπρες, σχεδόν αδιόρατες, γραμμές να τον τέμνουν κάθετα και οριζόντια ‒ στην καθετότητά τους οι γραμμές  αυτές δημιουργούσαν παράλληλα επίπεδα, σαν στοιβαγμένα πάνελ, η χωροταξική οργάνωση των οποίων ήταν ακανόνιστη. Αυτοστιγμεί η προσοχή μου δεσμεύτηκε πάνω στο έργο. Πλησίασα για να διαβάσω τη λεζάντα: Pierre Soulages, Peinture 324×362 cm, 1985. Polyptyque C, Huile sur toile. Απομακρύνθηκα ξανά, ανακουφισμένος ότι διάβασα μόνο τον τίτλο και όχι καμμιά φλύαρη περιγραφή. Και αυτό γιατί εκείνο που αμέσως ένιωσα ήταν ότι μπρος σ’ αυτόν τον πίνακα δεν είχα ανάγκη τον λόγο ‒ ήθελα να απομείνω μόνος, εγώ και το έργο. Αδιαμεσολάβητα ‒ χωρίς γνώση, χωρίς παιδεία. Και άρχισα να παίζω: κρατούσα απόσταση, ζύγωνα κοντύτερα, άλλαζα οπτική γωνία, πήγαινα δεξιά-αριστερά, μπρος-πίσω, πέρα-δώθε ‒  εκείνο που συνέβαινε ήταν συναρπαστικό: όπου κι αν ήμουν ο πίνακας με ακολουθούσε, άλλαζε όψη μαζί με μένα: το μαύρο ξεθώριαζε, έφερνε σε γκρίζο, άλλοτε πάλι πύκνωνε ‒ μαύρο βαθύ, αδιαπέραστο· οι άσπρες, αδιαφανείς μέχρι πρότινος γραμμές, γίνονταν πιο άσπρες, πιο φωτεινές, άλλοτε χάνονταν τελείως, βούλιαζαν μέσα στο σκοτάδι· στις μαύρες μικροεπιφάνειες, στα στοιβαγμένα πάνελ, αν απομακρυνόσουν διέκρινες επιπλέον μαύρους τόνους, διαφορετικά επίπεδα, διαφορετικές παραλλαγές σκοτεινών αποχρώσεων ‒ ενώ, αν πλησίαζες, οι τόνοι και οι αποχρώσεις εξαφανίζονταν, γίνονταν σύνολα ομοιογενή, αδιαφοροποίητα, ξεχώριζες ωστόσο τις τραχείς πινελιές του ζωγράφου, την ένταση με την οποία το χέρι πιέζει το πινέλο πάνω στον μουσαμά, διέκρινες ακόμη μερικές μικροσκοπικές ίνες, ελάχιστες μπιλίτσες που ’φέρναν στον νου τα λίγα εκείνα άστρα που κοσμούν μια νύχτα νεφελώδη. Ο πίνακας, με άλλα λόγια, με προϋπέθετε, προϋπέθετε εμένα, το σώμα μου ‒ ο πίνακας γινόταν εγώ. Και εκείνο που διανοιγόταν μπροστά μου δεν ήταν μια πραγματικότητα που εξαντλείται στις δύο διαστάσεις του καμβά, αλλά ένα πεδίο απεριόριστο: πολλαπλά επίπεδα και πολλαπλές αποχρώσεις προερχόμενες από ένα και μόνο χρώμα, το μαύρο, ένα μαύρο που ασκούσε τη βαρυτική του έλξη στις άσπρες γραμμές ρουφώντας τες στον πυρήνα του, και, ανάλογα με τη στάση του σώματός μου, τη θέση που καταλάμβανα στον χώρο, το φως κατανεμόταν με τέτοιο τρόπο, ώστε ο πίνακας να αλλάζει ακατάπαυστα μορφή ‒ το μαύρο επομένως είχε ρυθμό, ρυθμό, ένταση και βάρος. Μπαίνω στον πειρασμό να πω: το μαύρο είχε ζωή. (περισσότερα…)

Η διαχρονική επικαιρότητα των κειμένων του Χρήστου Μαρκίδη

του ΓΙΑΝΝΗ Χ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

Χρήστος Μαρκίδης, Κατάματα,
3η έκδοση, Εκδόσεις Αρμός, 2022

Πενήντα έξι δοκίμια περιέχονται στην 3η έκδοση αυτού του ιδιαίτερα φροντισμένου βιβλίου. Η πλούσια θεματολογία του κινείται σε όλους σχεδόν τους τομείς της τέχνης, με αναφορές σε πρόσωπα και έργα, καθώς και στις πηγές που τα γεννούν και τα θρέφουν. Κυριαρχούν τα θέματα γύρω από εικαστικές τέχνες και λογοτεχνικές καταθέσεις, ένα δίπολο στο οποίο σαν δόκιμος ζωγράφος και ποιητής, ο Μαρκίδης έχει βαρύνουσα άποψη.

Κοντινά όμως είναι και τα θέματα κριτικής της τέχνης, αισθητικής παιδείας καθώς και οι προσεγγίσεις του σε ζητήματα κινηματογράφου, χορού, μουσικής και ερμηνευτών, όπου διαπιστώνει κανείς το εύρος και το βάθος της παιδείας του. Οι αναφορές του, ευκαιριακά μεν εστιάζουν σε συγκεκριμένα σύγχρονα πρόσωπα, που παρέχουν την αφορμή για προεκτάσεις ευρύτερης σημασίας.

Όμως τα θέματά του δεν σταματούν εκεί: η οικολογική συνείδηση, τα βάρβαρα ένστικτα των πολεμικών συρράξεων και οι προβληματισμοί γύρω από τα αιώνια θέματα της φιλοσοφίας, του χρόνου και της ευτυχίας, καταλαμβάνουν ένα σημαντικό μέρος των διαλογισμών του. Τέλος, σημειώνεται και ένα πολύτιμο ποσοστό αυτοαναφορικών στοιχείων, που ανατρέχουν με συγκρατημένο λυρισμό σε καταγωγικές πηγές και στην ανάγκη του εγώ να συναντήσει το εμείς. Παντού περιρρέουσα και συνεκτική όλων, υπάρχει μια μεταφυσική αντίληψη και μια βαθιά πίστη στην αποκαλυπτικότητα του υπερβατικού. (περισσότερα…)

Μιχαήλ Άγγελος, Eπιστολές στην οικογένεια

*

Στον πατέρα του, Λοντοβίκο

Ρώμη, 27 Ιανουαρίου 1509

Πολυαγαπημένε μου πατέρα – έλαβα σήμερα το γράμμα σου και μόλις ξεδιάλυνα το νόημά του ταράχτηκα σφόδρα. Δεν αμφιβάλλω στιγμή ότι ανησυχείς και τρομάζεις περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Θα χαρώ αν μου πεις τι νομίζεις ότι μπορεί να σας κάνει η γυναίκα εκείνη*, ποιο είναι το χειρότερο δηλαδή που μπορεί να πετύχει, αν κινήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της. Τίποτα άλλο δεν μπορώ να σου πω. Με αναστατώνει ν’ ακούω πως είσαι σε τέτοια κατάσταση φόβου. Γι’ αυτό, σου συνιστώ να προετοιμάσεις καλά την άμυνά σου, ζητώντας την κατάλληλη συμβουλή, κι ύστερα να πάψεις πια να το σκέφτεσαι. Γιατί και στην περίπτωση που εκείνη σου έπαιρνε ό,τι έχεις και δεν έχεις, δεν θα σου έλειπαν οι πόροι να ζήσεις, μήτε οι ανέσεις, ακόμη κι αν δεν είχες άλλο στον κόσμο από μένα. Ώστε αναθάρρησε.

Εγώ ζω πάντα σε μεγάλη αβεβαιότητα, γιατί είναι χρόνος τώρα που δεν έχω δει δεκάρα τσακιστή απ’ αυτόν τον πάπα**, κι ούτε του ζητάω και τίποτα, επειδή η δουλειά μού φαίνεται να μην προχωράει έτσι όπως θά ’θελα. Κι οφείλεται αυτό στη δυσκολία του έργου αλλά και στο ότι δεν είναι το επάγγελμά μου. Έτσι χάνω τον χρόνο μου άπραγος. Είθε ο Θεός να με βοηθήσει. Αν έχεις ανάγκη από χρήματα, πήγαινε στον έφορο, βάλ’ τον να σου μετρήσει δεκαπέντε δουκάτα και πες μου τι απομένει. (περισσότερα…)