στοχασμός

O φιλοσοφικός στοχασμός ως αισθητική παιδεία και τέχνη του ευ ζην

*

του ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

~.~

ὅτι οὐ τὸ ζῆν περὶ πλείστου ποιητέον ἀλλὰ τὸ εὖ ζῆν  [1]

Σε μια εποχή που η κριτική σκέψη βρίσκεται σε κρίση μέσα στον κυκεώνα των ψηφιακών πληροφοριών, η Φιλοσοφία, τίμιε αναγνώστη μου, επιμένει να είναι ένας αέναος βαθύς συλλογισμός πάνω στα θεμελιώδη ερωτήματα της ύπαρξής μας. Σημαίνει ότι προσλαμβάνουμε τα άμεσα δεδομένα της αισθητικής μας εμπειρίας κατά τρόπο που τα κρίνουμε ανάγοντάς τα στη σφαίρα της προβληματικής που τους αξίζει. Φιλοσοφώντας αντιμετωπίζουμε το βίο μου ως ένα ζητούμενο που προβάλλεται ενώπιον μας μέσα στην κοινωνική αλληλεπίδραση. Το φιλοσοφικό πρόβλημα έχει τις ρίζες του στα ερωτήματα και είναι το λογικό απότοκο μιας διάθεσης ενδελεχών ερευνών και το αναγκαίο αλλά ανεπαρκές καύσιμο της πνευματικής διαδρομής. Ανεπαρκές επειδή πρέπει να θέσουμε τα ερωτήματα ορθά, δηλαδή με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να λειτουργούν ως χαραμάδες, ώστε να μπορούμε να δούμε κάπου αλλού. Ως ανοίγματα προς το φως, φτιάχνοντας παράθυρα εκεί που δεν φαίνεται παρά τοίχος. Χρειάζεται μια δοκιμασμένη λογική μέθοδος από τους έμπειρους φιλοσόφους της ιστορίας του πνεύματος. Να ενσκήψουμε στις πηγές της αποταμιευμένης γνώσης. Χωρίς την ορθά διατυπωμένη ερώτηση δεν είναι δυνατόν να κατορθωθεί ένα γνήσιο φιλοσοφικό πρόβλημα. Η ερώτηση λειτουργεί ως φορέας του προβληματισμού και τότε μόνο μπορεί να πραγματωθεί το μεγάλο στοίχημα της παραίτησης από όλα τα δεδομένα τα οποία θα καταφέρουμε να κρίνουμε ως ένα σύνολο προκατειλημμένων θέσεων. Αυτά με μια κίνηση ριζικής ανατροπής, τα εξοβελίζουμε. Η συνείδηση ανακαινίζεται μεταβάλλοντας όλη την ύπαρξη. Μια κάθαρση των ανώφελων «ιδεών». Ο κινητήριος μοχλός λοιπόν θα είναι το γνησίως ορθό φιλοσοφικό ερώτημα, ανοίγοντάς μας σε μια νέα μορφή αναδιαμορφωμένης κοινωνικής ύπαρξης. Ριζική αναθεώρηση.

Παιδιόθεν οι γονείς και οι δάσκαλοι χάραξαν στην κοινωνική αντίληψή μας ένα είδος πρόσληψης της εμπειρίας κρατώντας την υποκειμενική μας κρίση δέσμια και συρρικνώνοντας ή εξαλείφοντάς την. Ονομάζεται  προκατάληψη και τρέφεται από τη μισαλλοδοξία, καθιστώντας την υποκειμενική μας κρίση ανίκανη να συλλογιστεί ερευνώντας τόσο τα καθημερινά γεγονότα όσο τα διαχρονικά ζητήματα της αδιαλείπτως στοχαστικής διάνοιας, τα οποία διψούν όχι τόσο για απαντήσεις όσο για νέα ερωτήματα. Οι προκαταλήψεις ως απατηλές ιδέες φαίνεται να συνθέτουν το συνηθισμένο εαυτό μας που οι άλλοι, ως μια ήδη διαμορφωμένη κοινωνία, ανεξάρτητη από την βούλησή μας, έχουν καθορίσει τις δικές μας προσλαμβάνουσες προσδιορίζοντας τις ηθικές και αισθητικές μας πράξεις. Συγκρουόμαστε λοιπόν δημιουργικά με τον προκατειλημμένο εαυτό μας. Αυτο-σκηνοθετούμε την ζωή μας ως ρέκτες της υπέρβασης των ορίων και της δοκιμασίας των πνευματικών αντοχών μας. (περισσότερα…)

«Ο Αποσυναρμολογημένος Άνθρωπος» 

*

 Ή πώς η ψηφιακή τεχνολογία κατατρώει την ύπαρξή μας

*

του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

~.~

Είναι μόλις 24 ετών. Και δεν έχει γνωρίσει τον κόσμο πριν από την ψηφιακή εποχή. Κι όμως. Το βιβλίο του, που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες στη Γαλλία, θέτει το ζήτημα του καιρού μας χωρίς περιφράσεις. Αυτό που κατά τον Baptiste Detombe –αυτό είναι το όνομα νέου Γάλλου δοκιμιογράφου– διακυβεύεται με την ψηφιακή επανάσταση δεν είναι τίποτα λιγότερο από την επιβίωση ή την κατάρρευση του ανθρώπινης ύπαρξης. Το βιβλίο επιχειρεί να αποκρυπτογραφήσει τον χώρο στον οποίο κινείται η ολοένα και πιο εικονικοποιημένη ύπαρξή μας, δείχνοντας πώς η αναδιαμόρφωση της πραγματικότητας που προκαλείται από την ψηφιακή τεχνολογία διαβρώνει σταδιακά ορισμένες από τις πιο βασικές ανθρωπολογικές μας σταθερές εκ των έσω, τόσο στην κατασκευή της ταυτότητάς μας όσο και στη σχέση μας με τον Άλλο.

Εκκινώντας από την στατιστική διαπίστωση ότι τα παιδιά στη Γαλλία περνούν πλέον τόσο χρόνο μπροστά σε μια οθόνη όσο και στην τάξη και οι έφηβοι αφιερώνουν μόνο 12 λεπτά την ημέρα στο διάβασμα έντυπου βιβλίου –σε σύγκριση με 5 ώρες και 10 λεπτά σε οθόνες– ο ταλαντούχος δοκιμιογράφος εξετάζει πώς η ψηφιακή τεχνολογία «κατατρώει τη ζωή μας». Βασιζόμενος σε μια σύνθεση μελετών και δημοσιεύσεων από ερευνητές διαφορετικών ιδεολογικών χώρων, ο Μπατίστ Ντετόμπ σχολιάζει μια πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ που έδειξε ότι, κατά μέσο όρο, οι άνθρωποι προτιμούν «να υποβληθούν σε ηλεκτροσόκ παρά να υπομείνουν 6 έως 15 λεπτά σιωπής». Το ποσοστό των ανθρώπων που περιηγούνται στο διαδίκτυο κατά τη διάρκεια του χρόνου διακοπών τους, προσθέτει, «έχει αυξηθεί κατά 40 μονάδες από το 2013 (70%!)». Μέσα σε μια δεκαετία! Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους νέους, των οποίων το εύρος προσοχής κατακερματίζεται ολοένα και περισσότερο και των οποίων οι ζωές υπαγορεύονται από εφαρμογές που, χάρη σε ολοένα και πιο εθιστικούς αλγόριθμους και διαδικασίες (βίντεο 20 δευτερολέπτων, σάρωση με το δάχτυλο, ατελείωτη κύλιση), καθορίζουν τι βλέπουν, τι ακούν και τι τους αρέσει.

«Το σύγχρονο εγχείρημα της αυτονομίας έχει ολοκληρωθεί με την ψηφιακή επανάσταση», λέει σε πρόσφατη συνέντευξή του στην επιθεώρηση Philitt, ο Ντετόμπ, που όταν μιλάει για ψηφιακό κόσμο τα περιλαμβάνει όλα: (περισσότερα…)

Η αλυσίδα που σπάζει

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 12:27
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Χθες ο Παπαδημητρακόπουλος, προχθές ο Γκανάς, παραπροχθές ο Βαλτινός. Για τα ελληνικά γράμματα, ήταν βαριές οι απώλειες της χρονιάς που φεύγει. Και δεν εννοώ τις απώλειες εδώ τις ατομικές. Η ελληνική λογοτεχνία, ως σύνολο πια, ως έκφραση ενός κόσμου διακριτού, χάνει σιγά σιγά τον συνεκτικό της ιστό, τους κρίκους που σχηματίζουν την αλυσίδα της.

Γιατί και οι τρεις αυτοί ήταν τέτοιοι, φυσιογνωμίες που υπερέβαιναν το ατομικό, που εξέφραζαν μια συλλογικότητα. Ήταν στιγμές, όψεις, μαρτυρίες, πείτε το όπως θέλετε, μιας ιδιαιτερότητας, της ιδιοφωνίας ενός τόπου και ενός καιρού. Και με την έννοια αυτή, η σημασία του έργου τους ξεπερνά κατά πολύ το ύψος του ατομικού τους, αναμφισβήτητου, επιτεύγματος.

Στην ιστορία της λογοτεχνίας, ανοίξτε όποιο εγχειρίδιο θέλετε, οι σημαντικότεροι σταθμοί ήταν πάντα τέτοιοι, διττοί. Εκφάνσεις, την ίδια στιγμή, και του προσωπικού ταλέντου και της υπερπροσωπικής παράδοσης, γεννήματα και μιας ατομικότητας ανεπανάληπτης και μιας ευαισθησίας γενικής. Στις μέρες μας αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Γιατί σε καιρούς φυγόκεντρους, το ατομικό χάρισμα δεν φτάνει για να προσδώσει σε κάτι αξία και διάρκεια. Χρειάζεται και οι άλλοι να μπορούν να καθρεφτιστούν και να αναγνωριστούν μέσα του. Είναι τα πρόσωπα των πολλών που δίνουν αξία στο πρόσωπο του ενός.

Νά γιατί οι ατομικιστικές εποχές, η όψιμη Αρχαιότητα φέρ’ ειπείν, ή η τωρινή Ευρώπη, έχουν να παρουσιάσουν στις τέχνες και στα γράμματα μια απειραριθμία ατόμων, αλλά τις καθολικές προσωπικότητες του παρελθόντος μόνο να τις ονειρεύονται μπορούν. Η απλή συμπαρεύρεση των μονάδων, όσο αξιόλογων και είναι, χωρίς άθροισή τους οργανική, δεν δίνει πρόσθετη, ανώτερη τιμή. Ίσα ίσα, απομειώνει και την αξία της ατομικής προσπάθειας.  Όταν η αλυσίδα σπάζει, μένουν σκόρπιοι κρίκοι.

/// (περισσότερα…)

Διάλογος μ’ έναν απόντα

*

Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από το βιβλίο της Ιωάννας Τσιβάκου Διάλογος μ’ έναν απόντα, που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Σιδέρη. Όπως σημειώνει η συγγραφέας:

«Το βιβλίο αναφέρεται στο ξαναζωντάνεμα ενός συνεχούς διαλόγου με τον εκλιπόντα σύντροφο της ζωής μου, Αιμίλιο Ζαχαρέα, που χρωμάτιζε όσο ζούσε την κοινή μας μέρα και μοίρα. Πρόκειται για αναβίωση λόγων που δεν περιορίζονται στο να τον κρατούν ζωντανό μέσα μου, αλλά με παροτρύνουν να εμβαθύνω, κατά το δυνατόν, σε κρίσιμα ζητήματα πολιτικής σκέψης και κριτικής, που αποτέλεσαν κατά καιρούς πνευματικά ερεθίσματα για μια επαναλαμβανόμενη μεταξύ μας ανταλλαγή απόψεων. Ίσως ο αναγνώστης, πέραν των ιδεών που αναπτύσσονται εδώ, δει το παρόν κείμενο ως κέντρισμα για να στοχαστεί, όχι μέσα από γεγονότα αλλά μέσα από την πνευματική αγωνία δύο ανθρώπων, την πάλη των ιδεών που σημάδεψαν τον 20όν αιώνα και συνεχίζουν να μας ταλανίζουν παρ’ όλες τις ιστορικές διαψεύσεις.»

~.~

Ακούγεται κοινότοπο να πει κανείς ότι ανάμεσα σε δύο ημερομηνίες κυλά η ζωή του κάθε ανθρώπου, σ’ αυτήν της γέννησης και εκείνην του θανάτου. Καμία από τις δύο δεν θυμόμαστε, πράγμα που σημαίνει ότι σε καμία δεν διαθέτουμε συνείδηση. Την πρώτη τη μαθαίνουμε από τις διηγήσεις των πολύ οικείων, τη δεύτερη δεν τη μαθαίνουμε ποτέ. Αυτοί που τη μαθαίνουν δεν μας την εκμυστηρεύονται, γιατί τότε εμείς έχουμε ήδη φύγει. Μόνο με θλίψη την ψιθυρίζουν από καιρού εις καιρόν σε κάποιους τρίτους, πριν η λήθη σκεπάσει τη μνήμη τους.

Παρ’ όλα αυτά, είναι δυνατόν η ημερομηνία θανάτου για όποιον (κι εννοώ άνθρωπο, γι’ αυτό και χρησιμοποιώ το αρσενικό γένος) ειλικρινά αγάπησε τον θανόντα να μετατραπεί σε ημερομηνία ανάστασης. Με τη λήξη της ζωής, ο θανών έρχεται στον νου όποιου βαθιά τον αγάπησε ως αναστάσιμη μορφή, αποκαλυπτική του βαθύτερου εαυτού του. Γιατί η αγάπη δεν αφήνει τον ενθυμούμενο να σταθεί στα επουσιώδη, αλλά σπρώχνει τη θύμηση στα βάθη του ουσιώδους, εκεί όπου έχει ριζώσει η αλήθεια της αγαπητικής τους σχέσης. (περισσότερα…)

Τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα [3/3]

*

Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών σπουδών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος πάνω τους, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Αυτά ήταν τα θέματα που τέθηκαν στη δημόσια συζήτηση για τη «Σκέψη στην Ελλάδα σήμερα» που διεξήχθη στις 16 Ιουλίου στον Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία, στις εφετινές «Νύχτες του Ιουλίου». Εισηγητές ήταν ο Κώστας Ανδρουλιδάκης, ο Σωτήρης Γουνελάς και η Ιωάννα Τσιβάκου και συντονιστής της συζήτησης ο Κώστας Κουτσουρέλης. Των εισηγήσεων της Ι. Τσιβάκου και του Κ. Ανδρουλιδάκη, που προηγήθηκαν, έπεται σήμερα η ανάρτηση της ομιλίας του Σ. Γουνελά.   —  ΝΠ

~.~

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Αρχίζω με ένα απόσπασμα του Σεφέρη από τον Πρόλογο στην Έρημη χώρα του Έλιοτ:

«Το δίλημμα είναι αμείλικτο: είτε θ’ αντικρύσουμε τον δυτικό πολιτισμό, που είναι κατά μέγα μέρος και δικός μας, μελετώντας με λογισμό και με νηφάλιο θάρρος τις ζωντανές πηγές του –κι αυτό δεν βλέπω πως μπορεί να γίνει αν δεν αντλήσουμε τη δύναμη από τις δικές μας ρίζες και χωρίς ένα συστηματικό μόχθο για τη δική μας παράδοση– είτε θα του γυρίσουμε τις πλάτες και θα τον αγνοήσουμε, αφήνοντας τον να μας υπερφαλαγγίσει με κάποιο τρόπο από τα κάτω, με τη βιομηχανοποιημένη, την αγοραία, τη χειρότερη μορφή της επίδρασής του».

Και σε σημείωση πρόσθετε: «Αυτού του είδους το υπερφαλάγγισμα έχει προχωρήσει απελπιστικά και ανεμπόδιστα».

Αυτός που ασχολήθηκε με την προτροπή του Σεφέρη ήταν ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, ο οποίος ανάμεσα στα άλλα, στο βιβλίο του Δύο κείμενα παραλληλίζει τον Σωκράτη με τον Πασκάλ. Ο Σωκράτης έλεγε πως όταν ήταν νέος, ασχολήθηκε με την «περί φύσεως ιστορίαν», αλλά όταν κατάλαβε ότι δεν ξέρει ποιος είναι, κατέφυγε στους λόγους για να μάθει την αλήθεια. Ο Πασκάλ από την άλλη, η μεγάλη αυτή διάνοια της φυσικομαθηματικής επιστήμης, δήλωσε ότι οι επιστήμες αυτές δεν είναι κατάλληλες για τον άνθρωπο και κλείστηκε σε ένα παλιό γυναικομονάστηρο όπου μελετούσε και έγραφε για τις χριστιανικές αλήθειες. Ο Πασκάλ προέβη και στην παρακάτω διατύπωση: «Υπάρχει μια λογική της καρδιάς που η άλλη λογική δεν την γνωρίζει». (περισσότερα…)

Τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα [2/3]

*

Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών σπουδών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος πάνω τους, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Αυτά ήταν τα θέματα που τέθηκαν στη δημόσια συζήτηση για τη «Σκέψη στην Ελλάδα σήμερα» που διεξήχθη στις 16 Ιουλίου στον Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία, στις εφετινές «Νύχτες του Ιουλίου». Εισηγητές ήταν ο Κώστας Ανδρουλιδάκης, ο Σωτήρης Γουνελάς και η Ιωάννα Τσιβάκου και συντονιστής της συζήτησης ο Κώστας Κουτσουρέλης. Της εισήγησης της Ι. Τσιβάκου που δημοσιεύουμε σήμερα, προηγήθηκε η ανάρτηση εκείνης του Κ. Ανδρουλιδάκη. Θα ακολουθήσει προσεχώς η ομιλία του Σ. Γουνελά.   —  ΝΠ

~.~

της ΙΩΑΝΝΑΣ ΤΣΙΒΑΚΟΥ

Εισαγωγή: Η έκπτωση του στοχασμού

Το πρώτο που μου ήρθε στον νου όταν προσκλήθηκα να μιλήσω για τις τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα, ήταν το νόημα της λέξης «στοχασμός». Ο «στοχασμός» προέρχεται από τη λέξη στόχος, που σημαίνει βάζω σημάδι και το πετυχαίνω. Αναφερόμενος στη σκέψη υπονοεί πως ο νους θέτει ως στόχο ένα ζήτημα υπό διερεύνηση το οποίο επιχειρεί να το διαλευκάνει ως την απώτατη αλήθειά του. Όσο πιο βαθιά εισχωρεί η σκέψη σ’ ένα ζήτημα, τόσο ο στοχασμός συνδέεται με την αναζήτηση της αλήθειας αυτού που στοχάζεται. Η αλήθεια οδηγεί στον πυρήνα των πραγμάτων, στην ουσία τους, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί σε μια μεταφυσική αρχή, ακόμη κι όταν αυτή η αρχή είναι ένα επιστημονικό αξίωμα.

Στα πεδία του κοινωνικού στοχασμού στα οποία θα επικεντρωθώ, η αλήθεια έχει εκδιωχθεί εξ αιτίας του επικρατήσαντος σκεπτικισμού σε όλα τα πεδία της γνώσης. Όταν όμως η αλήθεια χάνει την απολυτότητά της και γίνεται σχετική, η ανεύρεση της σχετικής αλήθειας της κοινωνίας και των επιστημών που την υπηρετούν μοιάζει με τον παράλογο κυνήγι ερμηνείας και κατανόησης μιας πραγματικότητας που εμείς οι ίδιοι έχουμε οικοδομήσει. Κι αυτό, διότι η σκέψη, μην έχοντας κανένα αντικειμενικό θεμέλιο για να ριζώσει, παρά μόνο τον ίδιο τον εαυτό της, γίνεται αυτοαναφορική.

Η αυτοαναφορά συνδέεται με την επανάληψη. Κρατά ένα σύστημα σκέψης, δηλαδή τον νου, κλειστό, καθώς το ίδιο αναπαράγεται και επαναλαμβάνεται μέσα από τις δικές του συνιστώσες, πράγμα που σημαίνει την μη ανανέωσή του καθώς δεν μπορεί να αντλήσει πληροφορίες από τη ζώσα πραγματικότητα. Μόνο μέσω της ετεροαναφοράς, της στροφής της προς το έτερο, ο νους αντιλαμβάνεται δυνάμεις που δρουν στον εξωτερικό κόσμο, όχι αυτόν που ο ίδιος δημιούργησε, αλλά αυτόν που συνιστά το περιβάλλον εντός του οποίου οι διεργασίες του γεννήθηκαν και εξελίχθηκαν. Οι τρόποι με τους οποίους οι διαδικασίες του νου συνδέονται με το περιβάλλον τους, είναι το μεγάλο ζητούμενο των σύγχρονων επιστημών ─από την βιολογία έως την κοινωνιολογία─, διότι αυτοί οι τρόποι παραπέμπουν στη γένεση του νοήματος και της γνώσης. (περισσότερα…)

Τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα [1/3]

*

Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών σπουδών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος πάνω τους, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Αυτά ήταν τα θέματα που τέθηκαν στη δημόσια συζήτηση για τη «Σκέψη στην Ελλάδα σήμερα» που διεξήχθη στις 16 Ιουλίου στον Αίθριο Χώρο του Θεάτρου Κυδωνία, στις εφετινές «Νύχτες του Ιουλίου». Εισηγητές ήταν ο Κώστας Ανδρουλιδάκης, ο Σωτήρης Γουνελάς και η Ιωάννα Τσιβάκου και συντονιστής της συζήτησης ο Κώστας Κουτσουρέλης. Την εισήγηση του Κ. Ανδρουλιδάκη που δημοσιεύουμε παρακάτω, θα ακολουθήσουν προσεχώς οι ομιλίες των άλλων δύο συνεισηγητών.   —  ΝΠ

~.~

του ΚΩΣΤΑ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ 

Υπάρχει ένα είδος πολυάσχολων στη Ρώμη, που τρέχουν
εδώ κι εκεί καταϊδρωμένοι, έχουν σαν ασχολία τους
την απραξία, ασθμαίνουν χωρίς λόγο, κι ενώ κάνουν
πολλά δεν κάνουν τίποτα.
ΦΑΙΔΡΟΣ, Ανέκδοτα κατά τον τρόπο του Αισώπου  [1]
Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά πού προχωρούμε
— ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ, «Ένας γέροντας στην ακροποταμιά»

Τα ερωτήματα που τέθηκαν ως αφετηρία για τη συζήτησή μας είναι: Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών επιστημών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Το θέμα μας ταυτίζεται ουσιαστικά με το θέμα της πνευματικής κατάστασης της χώρας μας στην εποχή μας – ένα πραγματικά τεράστιο πλέγμα θεμάτων, το οποίο έχει απασχολήσει κατά καιρούς τους πνευματικούς ανθρώπους και που εδώ μόλις μπορούμε να θίξουμε.[2] Επειδή τα θέματα τούτα είναι βέβαια μεγάλα και σύνθετα, θεώρησα σκόπιμο να τα ξεχωρίσω στα ακόλουθα ειδικότερα ερωτήματα.

1) Υπάρχει στοχασμός στη σημερινή Ελλάδα;   

Ο Κώστας Αξελός, στο νεανικό βιβλίο του Η μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας (1954), θεωρεί ότι: «Η σύγχρονη Ελλάδα δεν απέκτησε σκέψη· κι ακόμη περισσότερο της λείπει μια πολύ αρθρωμένη γλώσσα».[3] Με τη λέξη «σκέψη», ο Αξελός εννοεί κυρίως: φιλοσοφία πρωτογενή και συστηματική, και δεν έχει άδικο. Εδώ πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στη συστηματική φιλοσοφία και στον στοχασμό ή τη σκέψη με μιαν ευρύτερη (ουσιαστική) έννοια, όπως εκφράζεται λ.χ. στο δοκίμιο, στη λογοτεχνία, στο θέατρο και αλλού. Αλλά τι εννοούμε με τις λέξεις «σκέψη» και «στοχασμός»; Με επίγνωση ότι το θέμα είναι σύνθετο, θα πρότεινα: η έλλογη θέση ερωτημάτων και η προσπάθεια αναζήτησης απαντήσεων σε ζητήματα και προβλήματα που υπερβαίνουν την ικανοποίηση των αμέσων βιοτικών και πρακτικών αναγκών του ανθρώπου· που υπερβαίνουν τα φυσικά ένστικτα και τις αισθήσεις. Σύμφωνα με την κλασική διατύπωση του Καντ:

«Ο Λόγος μέσα σ’ ένα πλάσμα είναι η ικανότητα να επεκτείνει τους κανόνες και τις προθέσεις της χρήσης όλων των δυνάμεών του πολύ πέρα από [το σημείο που φτάνει] το φυσικό ένστικτο, και δεν γνωρίζει όρια στις απόπειρές του. Αλλά ο ίδιος δεν ενεργεί ενστιγματικά· χρειάζεται δοκιμές, άσκηση και διδαχή, για να προχωρεί σιγά-σιγά από τη μια βαθμίδα της νόησης στην άλλη».[4] (περισσότερα…)

Eμπειρογνώμονας των ντόπιων ηθών

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 08:24
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

 

Για τον Χρήστο Γιανναρά, το πιο καίριο εγκώμιο το χρωστάμε στον Κωστή Παπαγιώργη. Ήταν, πράγματι, «εμπειρογνώμονας των ντόπιων ηθών». Από τα χρόνια του ’60 κρατούσε, επίμονα, έναν καθρέφτη μπροστά μας και μας έδειχνε τι είμαστε: μασκαράδες σε χώρα μασκαρεμένη. Πώς να του το συγχωρήσουμε έπειτα;

Αντιγράφω (από παλιό Αθηνόραμα) τη φράση του Παπαγιώργη:

«Όπως έχουν τα πράγματα τις τελευταίες δεκαετίες στη Γραικία, για να εγκολπωθείς τη γνώμη ενός εμπειρογνώμονα επί των ντόπιων ηθών, πρέπει αρχικά να γίνεις εχθρός του. Είναι μοιραίο. Ωσότου να καταλάβει κανείς ότι η χώρα είναι μασκαρεμένη και βιώνει βίο μασκαρά, περνάει περίπου μισός αιώνας. Και μετά; Άδηλον. Διότι αναγκάζεσαι να ζεις μεταξύ “εχθρών” και “νεωτεριστών” της δεκάρας και να σε διαβάζουν άνθρωποι τυφλοί που έχουν όμως μάτια από τον κώλο. Όλοι οι καλοί σ’ αυτόν τον τόπο πήγαν από μαράζι και μελαγχολία.»

~.~

Στον χώρο των ελληνικών γραμμάτων, η Μεταπολίτευση συνοδεύεται από μια σημαντική αλλαγή φρουράς. Για πρώτη φορά σ’ αυτούς τους δύο αιώνες μετά το ’21, οι αμιγώς λογοτέχνες, εν προκειμένω οι ποιητές, χάνουν τα πρωτεία. Οι πλέον επιδραστικές προσωπικότητες, οι συγγραφείς που πρωταγωνιστούν, προέρχονται οι πιο πολλοί από το πεδίο του στοχασμού: Γιανναράς, Ράμφος, Παπαγιώργης, Μαλεβίτσης, Λορεντζάτος, Ζηζιούλας, μέσω Γαλλίας ο Πουλαντζάς αρχικά και αργότερα ο Καστοριάδης, δευτερευόντως ο Παπαϊωάννου και ο Αξελός, μέσω Γερμανίας ο Κονδύλης και κάποιοι ακόμη. Μιλώ γι’ αυτούς που είτε έδωσαν το κύριο έργο τους μετά το 1974, είτε αυτό εμπεδώθηκε στη συνείδηση του εγχώριου αναγνωστικού κοινού ιδίως τότε. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί απ’ αυτούς είναι και σπουδαίοι τεχνίτες της γραφής, συνδιαπλάθουν το γλωσσικό μας αισθητήριο – είναι λογοτέχνες δηλαδή, με την πρωταρχική, την πλατιά έννοια του όρου.

Είναι ενδιαφέρον ότι οι γραμματολόγοι μας ενώ μιλούν για μετατόπιση του ενδιαφέροντος από την ποίηση στην πεζογραφία, αυτήν την μετάθεση του κέντρου βάρους προς τον στοχασμό και το δοκίμιο δεν τη συζητούν.

~.~ (περισσότερα…)

Για την κριτική θεώρηση του Φώτη Τερζάκη

*

της ΟΛΓΑΣ ΣΤΑΘΑΤΟΥ

Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ήτορ το τελευταίο βιβλίο του Νίκου Φούφα με τίτλο Για την ατέρμονη ανησυχία της σκέψης.[1] Πρόκειται για μια μακρά συζήτηση του συγγραφέα με τον στοχαστή Φώτη Τερζάκη και με θέμα το ευρύ φάσμα των θεωρητικών του αναζητήσεων∙ μέσα από τη συνομιλία θα προκύψει το σταθερό κριτήριο αρνητικότητας που διαπερνά την κριτική θεώρησή του. Αυτή η αρνητικότητα αρθρώνεται στον συγκρουσιακό χαρακτήρα που έχει ανακύψει μέσα από την ίδια τη βιωματική πραγματικότητα (μέσα στις κοινωνικές/πολιτικές συνθήκες μετά τη δεκαετία του 1970) και δεν αφορά το αδρανές πεδίο μιας ιστορίας των ιδεών.

Ο Νίκος Φούφας δεν είναι ένας «διεκπεραιωτικός» συνομιλητής. Διδάκτωρ φιλοσοφίας και συγγραφέας ο ίδιος φιλοσοφικών δοκιμίων —έχει δημοσιεύσει έργα του στη Γαλλία— με αντικείμενο τη σκέψη του Χέγκελ, του Μαρξ και του Λούκατς, είναι σε θέση να αποκρυπτογραφεί εις βάθος τη σκέψη του συνομιλητή του και να το ωθεί με επιδεξιότητα στον κρίσιμο κάθε φορά πυρήνα. Έτσι, έχουμε εδώ ένα είδος βιβλίου που δεν είναι τόσο συνηθισμένο στην Ελλάδα, έχει όμως μια μακρά παράδοση στη Γαλλία: φιλοσοφικές συζητήσεις με έναν γνωστό διανοητή, μέσα από τις οποίες εκτίθεται συνολικά το έργο του και σε μορφή προσιτή σε ένα κάπως ευρύτερο ακροατήριο.

«Γράφε με το αίμα σου: και θα μάθεις, ότι το αίμα είναι πνεύμα»[2] – αυτή η νιτσεϊκή επιταγή θα μπορούσαμε να πούμε ότι αφορά την περίπτωση του Φώτη Τερζάκη: η θεωρητική συγκρότησή του διαπεράστηκε από την ανυποχώρητη ένταση της βιωματικής πραγματικότητάς του, εδώ όπου οι ριψοκίνδυνες ψυχαναλυτικές διαδρομές του συναντήθηκαν με την εξ ίσου ριψοκίνδυνη πολιτική, ακτιβιστική δράση του. Η εκρηκτική σύγκλιση αυτών των πεδίων οριοθέτησε τις θεωρητικές του κινήσεις – έτσι ώστε αυτές δεν είχαν άλλο ανάχωμα παρά μόνο την αυστηρή δεσμευτικότητα (Stringenz) του εκάστοτε περιεχομένου (φιλοσοφικού, θρησκειολογικού/ανθρωπολογικού, αισθητικού). Θα μπορούσαμε πολύ συνοπτικά να πούμε ότι επίκεντρο των θεωρητικών κινήσεων του Φ. Τερζάκη είναι το μη χειραγωγήσιμο, αυτό που εκφεύγει από την εργαλειακή ορθολογικότητα, αυτό που εκφεύγει από τον υπολογισμό και τον έλεγχο στον οποίο έχει καταλήξει η σκέψη. Το επίκεντρο της σκέψης είναι το άλλο της σκέψης. Έτσι όμως εξαρχής τίθεται η αναπόδραστη συνοχή αυτού του ζεύγματος, αυτής της διαλεκτικής σύλληψης: της σκέψης μαζί με το άλλο της. Είναι τόσο αναπόδραστη αυτή η διαλεκτική σχέση που ούτε καν ως απαρχή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί∙ άλλωστε: «δεν υπάρχουν απαρχές», όπως θα πει ο Φ. Τερζάκης σε μια άλλη συνάφεια.[3] (περισσότερα…)

Τρίτη 16 Ιουλίου | Η σκέψη στη σημερινή Ελλάδα

*

Τρίτη 16 Ιουλίου | Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης

Η σκέψη στη σημερινή Ελλάδα

Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών σπουδών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος πάνω τους, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Συζητούν: Ιωάννα Τσιβάκου, κοινωνιολόγος, ομότιμη καθηγήτρια του Πάντειου Πανεπιστημίου, Σωτήρης Γουνελάς, ποιητής και συγγραφέας, και Κώστας Ανδρουλιδάκης, καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Συντονίζει ο Κώστας Κουτσουρέλης.

~.~

Ο Κώστας Ανδρουλιδάκης γεννήθηκε το 1956 στο Ηράκλειο Κρήτης. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, διδάκτωρ της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Μονάχου και καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Τα ερευνητικά ενδιαφέροντά του επικεντρώνονται στην κλασική γερμανική φιλοσοφία, την ηθική, τη μεταφυσική και την αισθητική. Έχει μεταφράσει (με εκτενείς εισαγωγές και σχόλια) κορυφαία έργα της γερμανικής σκέψης, ιδίως του Ιμμάνουελ Καντ του οποίου έχει αποδώσει στα ελληνικά το μεγαλύτερο τμήμα του ώριμου έργου του, και έχει συγγράψει μελέτες για Έλληνες και ξένους λογοτέχνες (Σολωμό, Παλαμά, Σικελιανό, Γκόττφρηντ Μπεν). Τελευταία βιβλία του: Καντιανή Ηθική. Θεμελιώδη ζητήματα και προοπτικές, Σμίλη, Αθήνα, 2η έκδ. 2018· Δημήτριος Βικέλας,  Η Ελλάς προ του 1821. Τιμητική έκδοση για τα διακόσια χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, επιμέλεια, επιλεγόμενα, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, Ηράκλειο 2021· Φρήντριχ Σίλλερ, Περί της αισθητικής παιδείας του ανθρώπου σε μια σειρά επιστολών, μετάφραση, σχόλια, επίμετρο (1η έκδ.: Ιδεόγραμμα, 2006), Σμίλη, Αθήνα, 2η έκδ. 2024 (υπό έκδοση). Ετοιμάζεται: Ι. Καντ, Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική, μετάφραση, σχόλια, επίμετρο.

Ο Σωτήρης Γουνελάς πρωτοεμφανίζεται εκδοτικά με δύο πεζοποιητικά βιβλία το 1976 και 1978 (εκδόσεις Κέδρος) που αποτυπώνουν τη σχέση του με τα ευρωπαϊκά μοντέρνα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής. Η ανάγνωση των έργων του Πλάτωνα  και η μελέτη της νεοελληνικής  λογοτεχνίας τον τον στρέφουν προς τον αρχαιοελληνικό λόγο και την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση. Συνεργάζεται με το περιοδικό Σύναξη σχεδόν από το πρώτο τεύχος (1982) και το 1986 μετά την εκδημία του ιδρυτή της, Παναγιώτη Νέλλα, αναλαμβάνει την εκδοτική επιμέλεια του περιοδικού  την οποία και συνεχίζει μέχρι το 1997. Εκείνη τη χρονιά εκδίδεται από τον Αρμό το βιβλίο του Η κρίση του πολιτισμού – κρίση του ανθρώπου, απώλεια του νοήματος, θέμα που θα τον απασχολήσει σταθερά και στα επόμενα τρία βιβλία του : Ο Αντιχριστιανισμός (2009), Πρόταση Λόγου και Πολιτισμού (2013) και Κριτική ανάγνωση στο έργο του Χρήστου Μαλεβίτση (2016). Το 2006 κυκλοφορεί το βιβλίο του Ο ποιητικός οραματισμός του Γ. Σαραντάρη. Την περίοδο 1995-2000  εκδίδει την Ποιητική τετραλογία και επιμελείται την σειρά ‘Γέφυρες’ στον Αρμό. Άλλα βιβλία του: η ποιητική σύνθεση Διάπλους (Αρμός 2016), το μακρύ ποίημα Ιωνάς (Αρμός 2021), το δοκίμιό του Το τέλος του ανθρώπου ή η παραμόρφωσή του (Αρμός 2022) και εντελώς πρόσφατα Νικηφόρος Βρεττάκος «ο αλήτης τ’ ουρανού» (1912-1991) Εισαγωγή-Ανθολόγηση-Επίμετρο Σωτήρη Γουνελά, Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος, 2024.

Η Ιωάννα Τσιβάκου είναι ομότιμη καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Πριν από την ακαδημαϊκή της καριέρα συνεργάστηκε με ξένες πολυεθνικές επιχειρήσεις στον τομέα της επιχειρηματικής ανάλυσης, οργάνωσης και προγραμματισμού, ενώ την περίοδο  1984-1990 αποτέλεσε μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Πανεπιστημίου Αιγαίου συμβάλλοντας στη λειτουργία του. Δίδαξε επί χρόνια Θεωρία και Κοινωνιολογία οργανώσεων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου αρχικά και του Παντείου εν συνεχεία, όπου της δόθηκε η ευκαιρία να εντρυφήσει στην κοινωνική διάσταση των θεσμών και των τυπικών οργανώσεων. Επίσης, ως επισκέπτρια καθηγήτρια δίδαξε σε γνωστά ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας. Άρθρα της έχουν δημοσιευτεί σε διεθνή και ελληνικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους· έχει τιμηθεί για την αρθρογραφία της με διεθνή βραβεία, ενώ έγκυροι ξένοι ακαδημαϊκοί έχουν αφιερώσει και επιστημονικό νόμο στη μεθοδολογία επίλυσης μέσω διαλόγου προβλημάτων στο πεδίο των κοινωνικών συστημάτων, με το όνομα της: “Tsivacous  Law of requisite autonomy”. Παλαιότερα βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Θεμέλιο και Νεφέλη. Τα πιο πρόσφατα βιβλία της, όλα από τις εκδόσεις Ι. Σιδέρης: Ατομικισμός και φιλία: η ταυτότητα των νέων Ελλήνων (2017), το οποίο  τιμήθηκε ως το καλύτερο κοινωνικο-φιλοσοφικό δοκίμιο της χρονιάς από το ίδρυμα Φωτέα, Συναίσθημα και ορθολογικότητα: η ελληνική εμπειρία (2019) και  «Περίπλους στις ακτές του νοήματος (2023).

*

*

*

~

.

~

Τρίτη 16 Ιουλίου | Η σκέψη στη σημερινή Ελλάδα

*

Τρίτη 16 Ιουλίου | Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης

Η σκέψη στη σημερινή Ελλάδα

Ποιες είναι οι τύχες του στοχασμού στη σημερινή Ελλάδα; Ακούγεται ο λόγος της φιλοσοφίας, των κοινωνικών επιστημών, της θεολογίας, των ανθρωπιστικών σπουδών στη δημόσια σφαίρα; Πώς προσλαμβάνεται και από ποιους, διεξάγεται ουσιαστικός διάλογος πάνω τους, ποια είναι η επιρροή των ιδεών που διακινούνται;

Συζητούν: Ιωάννα Τσιβάκου, κοινωνιολόγος, ομότιμη καθηγήτρια του Πάντειου Πανεπιστημίου, Σωτήρης Γουνελάς, ποιητής και συγγραφέας, και Κώστας Ανδρουλιδάκης, καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Συντονίζει ο Κώστας Κουτσουρέλης.

~

.

~

Ἐμίλ Σιοράν, Περί ἀσθένειας

*

Επιμέλεια στήλης-Μετάφραση
ΤΕΤΟΣ ΣΟΥΡΔΟΣ

Ὁ Ἐμίλ Σιοράν (ρουμανιστί Τσοράν) γεννήθηκε στίς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1911 στό Ρασινάρι της Ρουμανίας. Ριζοχώρι των Καρπαθίων. Θά ἀναπολεῖ πάντοτε τίς παλιές καλές ἡμέρες πού ἔζησε ἐκεῖ. Ὁ πατέρας του, ὁ Ἐμιλιάν, ὀρθόδοξος ἱερέας. Ἡ μητέρα του, ἡ Ἐλβίρα, ἔκλινε πρός τήν ἀθεΐα. Τό 1922, ἕντεκα χρονῶν φοιτᾶ στό γερμανόφωνο Λύκειο τοῦ Σιμπίου, παρακείμενης πόλης. Περιφέρεται ἀσκόπως στά στενά σοκάκια. Πρῶτες κρίσεις ἀυπνίας. Πιθανῶς ἐκεῖ, στίς ροῦγες, «ἅρπαξε γιά πρώτη φορά τήν κακιά ἀρρώστια, τόν ἰό τῆς ἀλήθειας» (Σελίν). Τό 1928 ἐγγράφεται στή Φιλοσοφική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Βουκουρεστίου. Μελετᾶ Κάντ, Σοπενάουερ καί Νίτσε. Πιάνει φιλίες μέ τόν Ἰονέσκο καί τόν Ἐλιάντε. Τό 1933 πραγματοποιεῖ σπουδές στό Βερολῖνο μέ ὑποτροφία τοῦ Ἱδρύματος Humboldt. Μελετᾶ Χάρτμαν, Κλάγκες κ.ἄ. Ἐξονυχίζει τό ἔργο τοῦ Ζίμελ. Τήν περίοδο αὐτή υἱοθετεῖ ἀκραῖες ἐθνικιστικές καί ἀντισημιτικές θέσεις, οἱ ὁποῖες γρήγορα θά πάρουν τέλος. Ὅταν τόν ρώτησαν τί σκέφτεται γιά τό ἀλλοτινό του παραλήρημα, ἀπάντησε ὅτι «εἶναι σάν νά ἀντικρίζω τίς ἐμμονές ἑνός ξένου, καί μένω ἀποσβολωμένος ὅταν διαπιστώνω ὅτι αὐτός ὁ ξένος εἶμαι ἐγώ» (Καραβασίλης). Τό 1933 δημοσιεύει τό πρῶτο του βιβλίο, Στό ἀπόγειο τῆς ἀπελπισίας. Τό 1937 δημοσιεύει τό περιώνυμο καί ἐπίμαχο Περί δακρύων καί ἁγίων. Τήν ἴδια χρονιά ἀναχωρεῖ γιά τό Παρίσι, «παγκόσμια πολιτεία τῶν γραμμάτων» (Καζανοβά), μέ ὑποτροφία τοῦ Γαλλικοῦ Ἰνστιτούτου καί μέ τήν πρόθεση νά ἐκπονήσει διδακτορική διατριβή πάνω στόν Μπεργκσόν. Τό ὅτι δέν τήν ὁλοκλήρωσε, τό ξέρουμε. Μαντεύουμε ὅμως καί ὅτι δέν τήν ἄρχισε κἄν. Δέν θά ἐπιδιώξει νά συγκαταλεχθεῖ στήν τιμητική φρουρά τοῦ γαλλικοῦ ἀκαδημαϊκοῦ πνεύματος· ἀλητεύει στίς γειτονιές της Μονμάρτης, στήν πλατεῖα Σαίν-Μισέλ, στό Καρτιέ Λατέν, νά πιάνει γνωριμίες μέ κάθε λογῆς ἀδέσποτους παλαβούς, πένητες καί πόρνες· κοντολογίς, δέν ἔχασε χρόνο καί ἄρχισε νά μειονεκτεῖ, νά προστυχαίνει τήν ἀξία καί νά ψευτίζει τήν κεφαλαιώδη σημασία. Θά ζήσει σέ φτηνά ξενοδοχεῖα καί σέ σοφίτες. Χωρίς ἐπιτήδευμα, χωρίς εἰσόδημα καί χωρίς ἀκαδημαϊκούς τίτλους. Θά γευματίζει (γιά περίπου δεκαπέντε χρόνια) στήν φοιτητική ἑστία καί οὐδέποτε θά ἀμελήσει τίς σπουδές του στούς Γάλλους moralistes: Σαμφόρ, Λά Ροσφουκώ, Ριβαρόλ κ.ἄ. Ὅταν, δε, τό Πανεπιστήμιο θά τοῦ δηλοποιήσει ἐπισήμως ὅτι τοῦ ἀνακαλεῖ λόγῳ προκεχωρημένης ἡλικίας τήν φοιτητική ἰδιότητα, αὐτός θά χαρακτηρίσει τήν ἡμέρα ἐκείνη «ὡς μία ἀπό τίς πιό τραγικές τῆς ζωῆς μου» (Καραβασίλης). Φαίνεται λοιπόν πώς τήν ζωογόνο ἐπαφή μέ τήν ζωή δέν τήν στερήθηκε. Γνώρισε τήν ὑπερένταση καί τήν ζέση, «τό παλμῶδες αἴσθημα τοῦ ὑπάρχειν, τήν διψαλέα ἀπόλαυση τοῦ παρόντος» (Νικολαρεΐζης). Ἡ βραχύτητα τῆς ζωῆς καί ὁ συνακόλουθος αἰσθησιασμός θά τόν ἀπασχολοῦν εἰς τό διηνεκές. Πάντοτε φιλικά προσκείμενος στήν χοϊκή, ἐνθαδική ἀνθρωπότητα, οἱ ἀνώτερες σφαῖρες θά εἶναι γι’ αὐτόν ἁπλῶς κάτι μεγάλες μπάλες πού πουλᾶνε τά ἐπώνυμα πρατήρια σκέψης. Θά ἀπέχει ριζικά ἀπό τήν μεταρσίωση. Δέν θά ἀποκτήσει μαθητές καί οὐδέποτε θά ἀνεβεῖ στήν ἕδρα τοῦ λόγου του γιά νά χειρονομεῖ καί νά ἀναγγέλλει διά προσωποπαγῶν σημάτων τίς σημασίες του. Τό 1947 ἀλλάζει γλῶσσα· ἀσκεῖται ἐξαντλητικά στήν γαλλική. Καρπός τῆς προσπάθειας αὐτῆς εἶναι ἡ δημοσίευση, τό 1949, τοῦ Ἐγκόλπιου ἀνασκολοπισμοῦ – ὁ τίτλος εἶναι πρωτότυπη παραγωγή τοῦ ἀείμνηστου Παπαγιώργη. Σήμερα εἶναι τό πιό φημισμένο. Ὁ Τσελάν τό μεταφράζει στά γερμανικά τό 1953. Ἀκολουθοῦν οἱ ἐκδοτικές ἀποτυχίες: Συλλογισμοί τῆς πίκρας (1952) καί Πειρασμός τοῦ ὑπάρχειν (1956). Τή δεκαετία τοῦ ’60 δημοσιεύει τά βιβλία Ἱστορία καί οὐτοπία, Πτώση μέσα στόν χρόνο καί Ὁ κακός δημιουργός. Ἡ πρώτη του ἐκδοτική ἐπιτυχία σημειώνεται μέ τό Περί τοῦ ἀτοπήματος τῆς ἔλευσης στήν ζωή (1973). Σιγά σιγά φημίζεται, ἔστω καί σ’ ἕναν στενό κύκλο ἀναγνωστῶν ἀρχικά. Δείχνει μετριοπάθεια στήν ζωή του. Διάγει βίον, ἄν ὄχι ἀσκητικό, τοὐλάχιστον ἐγκρατῆ. Οἱ ἀλλοτινές νύκτιες σωμασκίες στούς δρόμους τῆς πόλης, ἐκδηλώσεις ἐνθουσιασμοῦ καί διάψευσης συνάμα, καταπαύουν καί σβήνουν. Δέν ξέρω ἄν ἔγινε κύριος τῶν παθῶν του, πάντως ἐμφανίζεται μετρημένος καί ὀλιγαρκής. Ἐξάλλου ἡ μισανθρωπία καί ἡ μοναξιά δέν τόν ἐμπόδισαν νά συνάψει δεσμούς (Σιμόν Μπουέ, ἡ ἰσόβια σύντροφός του) ἤ σχέσεις φιλίας (Μπέκετ, Τσελάν κ.ἀ.). Ἐφεξῆς, καὶ μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, θά κάνει ἤρεμους περιπάτους στόν Κῆπο του Λουξεμβούργου. Τά πάθη καί τά βιώματα σοβαρεύουν τή ζωή, κι ἄν δέν καταστρέψουν τόν ἄνθρωπό τους, τόν στρώνουν στή δουλειά. Τό ἔργο πού θά προκύψει εἶναι πνευματικό γεγονός, ὁλοκληρία μή ἔχουσα αἰτιώδη ἐξάρτηση μέ τή διαδρομή τῶν βιωμάτων. Θά γράφει μέχρι τέλους… Καὶ μετὰ τὸ τέλος του, θὰ ἐρίζουν γιὰ τὰ κατάλοιπα ἄφησε. Ποιός νὰ τοῦ τό ’λεγε! Ἀπεβίωσε στίς 20 Ἰουνίου τοῦ 1995.

(περισσότερα…)