ΝΠ | Αποφθέγματα

Niels Bohr, Περί πραγματικότητος

*

Ό,τι καλούμε πραγματικότητα αποτελείται από πράγματα που είναι αδύνατο να παρατηρηθούν απ’ ευθείας.

///

Ειδικός είναι ο άνθρωπος εκείνος που, στο στενότατο πεδίο της ειδίκευσής του, έχει υποπέσει σε όλα τα δυνατά σφάλματα.

///

Η κβαντική θεωρία μάς αναγκάζει να αποχαιρετίσουμε το ιδεώδες της κλασσικής αιτιοκρατίας.

///

Το αντίθετο ενός γεγονότος είναι ένα ψεύδος. Όμως το αντίθετο μιας θεμελιώδους αλήθειας μπορεί κάλλιστα να είναι μια άλλη, εξίσου θεμελιώδης, αλήθεια.

///

Οι φυσικοί είναι απλώς το μέσο διά του οποίου τα άτομα της ύλης παρατηρούν τον εαυτό τους.

///

Αν η κβαντομηχανική δεν σας συντάραξε βαθιά, δεν την έχετε ακόμη καταλάβει.

///

Πρέπει να γίνει σαφές πως όταν μιλάμε για τα ατόμα της ύλης, ένας μόνο τρόπος χρήσης της γλώσσας υπάρχει. Εκείνος της ποίησης. (περισσότερα…)

Μαθήματα από τη Σιβηρία

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

~

Μαθήματα από τη Σιβηρία

Ψηλά στον αρκτικό κύκλο, γράφει ο Βαρλαάμ Σαλάμωφ, υπάρχει ένα νανόπευκο, που έχει τη σοφία να οσμίζεται την αλλαγή του καιρού. Γι’ αυτό, μέρες πριν πλακώσουν οι θυελλώδεις άνεμοι και ο βαρύς χιονιάς, αρχίζει να πλαγιάζει ίσα που γίνεται ένα με τη γη και περιμένει να περάσει το κακό. Αυτό θα έπρεπε να κάνουν αν είχαν μυαλό, πριν από τις 28 του μηνός, και όσοι απαρτίζουν το δικό μας κυβερνητικό νανόπευκο. Να σκύψουν όλοι μαζί, ο πρωθυπουργικός κορμός και τα υπουργικά κλαδιά του, ώσπου να γίνουν ένα με το χώμα και να λουφάξουν. Μια κυβέρνηση για τα μπάζα όμως δεν μπορεί να σκεφτεί — γι’ αυτό θα φάει το κεφάλι της.

///

Παρανοϊκός ρεαλισμός

Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου η αμερικανική ρωσοφοβία ανακάλυπτε καταχθόνιους πράκτορες στην ερημική Αριζόνα και οι ψαράδες κάθε ειδυλλιακής λίμνης εντόπιζαν εχθρικά υποβρύχια τσέπης να κινούνται ύποπτα ανάμεσα στα καλάμια τους. Φιλήσυχοι οικογενειάρχες έσκαβαν αντιπυρηνικά λαγούμια στο κελάρι και έφηβοι που έστηναν ερασιτεχνικούς σταθμούς στον αχυρώνα έπιαναν αινιγματικά μηνύματα από βραχνές ραδιοσυχνότητες. Παραλλήλως, ιπτάμενοι δίσκοι περιπολούσαν από το Τέξας μέχρι την Αλάσκα και αυτοσχέδιοι πολιτοφύλακες περνούσαν καταυλισμούς ξυλοκόπων για βάσεις αρειανών. Κακόβουλοι κυκλώνες κατάπιναν μαχητικά αεροσκάφη στην Ανταρκτική και μυστηριώδη πειράματα στη Φιλαδέλφεια εξαφάνιζαν ολόκληρα πλοία.

Σήμερα ο κόσμος φαίνεται διαυγέστερος — αλλά μόνο στην κακοήθειά του. Οι κάμερες αγρυπνούν ακόμα και στο ασύχναστο σοκάκι των μύχιων πόθων μας και η προσωπική μας ζωή αστυνομεύεται με ελάχιστα προσχήματα, τα συρτάρια με τα εσώρουχά μας ανακατεύονται από το μακρύ χέρι των διαφημιστικών εταιρειών και οι σεξουαλικές προτιμήσεις του καθενός κάνουν τον γύρο του διαδικτύου. Τα ίδια και στη δημόσια σφαίρα. Οι άλλοτε ανομολόγητες «μαύρες» επιχειρήσεις προβάλλονται σε όλα τα κανάλια, οι εμπιστευτικές διαπραγματεύσεις κοινολογούν το περιεχόμενό τους και οι απόκρυφες συνθήκες δημοσιεύονται πριν καν υπογραφούν. Τα ρεζιλίκια των μυστικών υπηρεσιών βρίσκονται στο μενού του βραδινού δελτίου ειδήσεων και οι στρατιωτικές μετακινήσεις στη Γάζα ή στην Ουκρανία, δορυφορούνται από ανελέητη δημοσιότητα. Ο Τραμπ είναι τόσο ξεπατοκαλάθας που δεν μπορεί να κρατήσει για τον εαυτό του ούτε μια ιδιωτική συνομιλία, ο Βανς είναι απροκάλυπτα ωμός στο δημόσιο βήμα και ο Μάσκ δεν κάνει κανένα επιχειρηματικό βήμα χωρίς να το προαναγγείλει πανηγυρικά. (περισσότερα…)

Ἐμίλ Σιοράν, Ἔκπτωτος τοῦ χρόνου…

*

Ἐπιμέλεια στήλης-Μετάφραση
ΤΕΤΟΣ ΣΟΥΡΔΟΣ

Ὁ Ἐμίλ Σιοράν (ρουμανιστί Τσοράν) γεννήθηκε στίς 8 Ἀπριλίου τοῦ 1911 στό Ρασινάρι της Ρουμανίας. Ριζοχώρι των Καρπαθίων. Θά ἀναπολεῖ πάντοτε τίς παλιές καλές ἡμέρες πού ἔζησε ἐκεῖ. Ὁ πατέρας του, ὁ Ἐμιλιάν, ὀρθόδοξος ἱερέας. Ἡ μητέρα του, ἡ Ἐλβίρα, ἔκλινε πρός τήν ἀθεΐα. Τό 1922, ἕντεκα χρονῶν φοιτᾶ στό γερμανόφωνο Λύκειο τοῦ Σιμπίου, παρακείμενης πόλης. Περιφέρεται ἀσκόπως στά στενά σοκάκια. Πρῶτες κρίσεις ἀυπνίας. Πιθανῶς ἐκεῖ, στίς ροῦγες, «ἅρπαξε γιά πρώτη φορά τήν κακιά ἀρρώστια, τόν ἰό τῆς ἀλήθειας»… (Ἡ συνέχεια τοῦ εἰσαγωγικοῦ σημειώματος τῆς σειρᾶς, ἐδῶ).

 

 

Πολεμῶ νά κρατηθῶ γερά ἀπό τίς στιγμές, ἀλλά αὐτές ξεγλιστροῦν καί φεύγουν: ὅλες τους εἶναι ἐχθρικές ἀπέναντί μου, μέ ἀποδιώχνουν, μέ μιά πεισματική ἄρνηση μοῦ δείχνουν ὅτι δέν θέλουν καμιά ἀνάμειξη μαζί μου. Εἶναι ὅλες τους ἀπλησίαστες, ἀπό κοινοῦ διασαλπίζουν τήν ἀπομόνωση καί τήν ἧττα μου.

Μποροῦμε νά δράσουμε μόνο ὅταν νιώθουμε ὅτι οἱ στιγμές τοῦ χρόνου μᾶς ὑποστηρίζουν καί μᾶς προστατεύουν. Ὅταν μᾶς ἐγκαταλείπουν, εἶναι τότε πάνω ἀπό τίς δυνάμεις μας νά προχωρήσουμε στήν ὑλοποίηση μιᾶς πράξης, σπουδαίας ἤ ἀσήμαντης. Ἄποροι καί ἀνυπεράσπιστοι, χωρίς ἔρεισμα, ἐρχόμαστε ἀντιμέτωποι μέ μιά ἀξιοπαρατήρητη ἀτυχία: νά μήν ἔχουμε δικαίωμα στόν χρόνο.

*

Σωρεύω παρελθόντα χρόνο, τόν φτιάχνω συνεχῶς ρίχνοντας μέσα του ὅλο τό παρόν, καθώς δέν τοῦ δίνω ποτέ τήν εὐκαιρία νά ἐξαντλήσει τή διάρκειά του. Ζῶ σημαίνει ὅτι ὑφίσταμαι τή μαγική ἐπήρεια τοῦ δυνατοῦ∙ ὅταν ὅμως διαβλέπω στό ἑκάστοτε δυνατό τήν ἐπικείμενη ἔλευση τοῦ παρελθόντος, ὅλα τότε ἀνήκουν δυνητικά στό παρελθόν, δέν ὑπάρχει παρόν καί μέλλον. Ἀκούω τήν κομμένη ἀνάσα καί τόν ἐπιθανάτιο ρόγχο τῆς κάθε στιγμῆς∙ οὐδέποτε συλλαμβάνω τή στιγμή νά διαβαίνει σέ μίαν ἄλλη. Ἀσφυκτιῶν μέσα στό γίγνεσθαι, γίνομαι φορέας νεκροῦ χρόνου.

*

Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι εἶναι ἔγχρονοι∙ ἐγώ εἶμαι ἔκπτωτος ἀπό τόν χρόνο. Ἡ αἰωνιότητα πού ἀνυψωνόταν πάνω ἀπό τόν χρόνο δίνει τή θέση της σέ μιά κείμενη ὑποκάτω τοῦ χρόνου αἰωνιότητα∙ μιά ἄγονη οὐσιαστικά ζώνη ὅπου ἕνα μόνο πρᾶγμα ἐπιθυμοῦμε διακαῶς: νά ἐπαναφέρουμε τόν χρόνο, πάσῃ θυσίᾳ νά τόν ἀνυψώσουμε καί πάλι, νά οἰκειοποιηθοῦμε ἕνα κομμάτι του γιά νά τό κατοικήσουμε, νά δώσουμε στόν ἑαυτό μας τήν ψευδαίσθηση μιᾶς φιλόξενης στέγης. Ὅμως ὁ χρόνος εἶναι κλειστός, ἀπρόσιτος∙ καί τούτη ἡ ἀρνητική, κακή αἰωνιότητα εἶναι καμωμένη ἀπό αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀδυναμία εἰσόδου στόν χρόνο.

*

Ὁ χρόνος ἀποσύρθηκε ἀπό τό αἷμα μου∙ κάποτε τά δύο αὐτά συνδέονταν μ’ ἕνα πνεῦμα ἀλληλεγγύης, κυλοῦσαν συντονισμένα. Δέν εἶναι ἄξιο ἀπορίας ὅτι τίποτα δέν συμβαίνει τώρα πού πάγωσαν. Ἄν ἄρχιζαν καί πάλι νά κινοῦνται θά μποροῦσα νά ξαναβρῶ τή θέση μου ἀνάμεσα στούς ζωντανούς, νά βγῶ ἔξω ἀπό αὐτό τό τέλμα τῆς κατω-παντοτινότητας [sous-éternité] ὅπου λιμνάζω. Δέν τό θέλουν ὅμως οὔτε καί τό μποροῦν. Λές καί ἔχουν καί τά δυό τους βασκαθεῖ: δέν τό κουνᾶνε ρούπι, εἶναι παγωμένα. Καμιά στιγμή δέν εἰσχωρεῖ στίς φλέβες μου. Πολικό αἷμα πού βαστᾶ γιά αἰῶνες!

Ὅ,τι ἀναπνέει, ὅ,τι καλύπτεται μέ τό χρῶμα τῆς ὕπαρξης, ναυαγεῖ στό ἀμνημόνευτο. Εἶναι, ὄντως, ἀλήθεια ὅτι κάποτε γεύτηκα τούς χυμούς τῶν πραγμάτων; Καί ποιά ἦταν ἡ γεύση τους; Μοῦ εἶναι τώρα ἀπροσπέλαστη – καί ἀνούσια. Κορεσμός, χωρίς νά κάνω τό παραμικρό. (περισσότερα…)

Προτού εκραγεί η χύτρα

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

~

Προτού εκραγεί η χύτρα

Στερώντας το οξυγόνο των πολιτών τους, οι αεροστεγείς εξουσίες επιταχύνουν τον βρασμό  — όπως οι αεροστεγείς χύτρες. Οι μηχανικοί των αψύχων ωστόσο, προβλέπουν ώστε οι χύτρες να διαθέτουν βαλβίδα ασφαλείας. Οι μηχανικοί των ψυχών απεναντίας, ουδόλως προνοούν για κάποιον αντίστοιχο μηχανισμό κοινωνικής αποσυμπιέσεως. Θέλουν να λιώσουν κάθε αντίσταση και προκειμένου να κάνουν γρήγορα την δουλίτσα τους δεν επιτρέπουν να βγει, σφυριχτός και καυτός, ο ατμός του δίκαιου πάθους. Πιστεύουν ότι ο άνθρωπος είναι πατάτα και θα γίνει χυλός προτού εκραγεί η χύτρα. Το Είναι του ανθρώπου όμως, γράφει με βλοσυρώς φιλοπαίγμονα διάθεση ο Μάρτιν Μπούμπερ, διαφέρει από το Είναι μίας πατάτας. Ο άνθρωπος είναι πιο ευπαθής στο βρασμό ή στο ψήσιμο. Και επομένως πιο απρόβλεπτος. Οι ανθρωπομηχανικοί  βέβαια, δεν χάνουν τον καιρό τους διαβάζοντας φιλοσοφία. Αρκούνται στις οδηγίες των αφεντικών τους. Θέλουν άκαμπτη τάξη και ασφυκτική σταθερότητα. Δεν σκαμπάζουν από φυσικές επιστήμες, ούτε από κοινωνική ανθρωπολογία. Αγνοούν ότι κάθε ευσταθές σύστημα, στη φύση και στη κοινωνία, χρωστά την επιβίωσή του ακριβώς στις δρώσες παραμέτρους δυναμικής αστάθειας. Γι’ αυτό αισθάνονται οδυνηρή έκπληξη όταν η χύτρα σκάει στα μούτρα τους.

///

Αυχενικό σύνδρομο

Όσο το αφεντικό διαθέτει ακλόνητη ισχύ περιορίζεται σ’ έναν υπόκωφο βρυχηθμό και τα υπόλοιπα ζώα της ζούγκλας λουφάζουν σε αποστάσεις ασφαλείας ενώ οι αδύναμοι πληνέταιροι συνυπογράφουν εκόντες άκοντες κάθε λεόντειο συναλλαγή που εξασφαλίζει την περαιτέρω κυριαρχία του. Η συμπεριφορά του κυμαίνεται μεταξύ ηγεμονικής αδιαφορίας απέναντι σε περιστασιακές οχλήσεις και συγκαταβατικής ανοχής σε ορισμένες εθνικές ιδιαιτερότητες. Συμμερίζεται ευπροσήγορα το πολιτικό φλέγμα του Βρετανού μπάτλερ, ανταλλάσσει διπλωματικά ευφυολογήματα με τον Γάλλο σωφέρ ή συζητά καλοδιάθετα με τον Γερμανό κηπουρό του για τις ποικιλίες των βιομηχανικών ανθέων. (περισσότερα…)

Ο Άγιος της Αριστεράς

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 01:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

«Άγιο της Αριστεράς» αποκαλεί τον Νίκο Πλουμπίδη η ιστορικός Ιωάννα Παπαθανασίου στο ντοκυμαντέρ του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου Ο κόκκινος δάσκαλος που έκανε την επίσημη πρεμιέρα του τις προάλλες. Η ταινία είναι θαυμαστή για την λεπτή ισορροπία που επιτυγχάνει ανάμεσα στον πλούτο των ιστορικών και βιογραφικών πληροφοριών που παρέχει, από τη μια, και την συγκινησιακή φόρτιση που μεταδίδει στον θεατή ξαναζωντανεύοντας με τον λόγο και την εικόνα τη μορφή αυτού του τόσο ιδιαίτερου ανθρώπου.

Δημοδιδάσκαλος και κομματικός καθοδηγητής, εθνικός ηγέτης επί Κατοχής όταν διοργάνωσε με δική του πρωτοβουλία το μεγάλο συλλαλητήριο που ακύρωσε την πολιτική επιστράτευση, προδομένος και εξευτελισμένος από τους ίδιους τους συντρόφους του την ίδια στιγμή που πέθαινε αναφωνώντας «Ζήτω το ΚΚΕ» εμπρός στο εκτελεστικό απόσπασμα, ο Πλουμπίδης αναδύεται στην ταινία ως άνθρωπος τραγικός, ως μορφή παραδειγματικής ηθικής ακεραιότητας αλλά και αποκηρυγμένη και διωκόμενη από φίλους και εχθρούς. Και επιπλέον ως γνήσιος εκφραστής εκείνης της άλλης Ελλάδας, της φτωχής και καθημαγμένης αλλά υπερήφανης και αξιοπρεπούς που έδωσε το έπος του 1940 και της Εθνικής Αντίστασης.

Το ΚΚΕ αποκατέστησε τον Πλουμπίδη μισόκαρδα, σχεδόν κρυφά. Είναι οι μαρτυρίες των νεώτερων ιστορικών και των οικείων του (ιδίως του γιου του, Δημήτρη Πλουμπίδη, διακεκριμένου ψυχιάτρου) που φέρνουν σήμερα στο φως τον άνθρωπο. Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος με την ταινία του προσφέρει διπλή υπηρεσία: στη συλλογική μας αυτογνωσία και τη δικαιοσύνη.

///

Με αφορμή το τελευταίο βιβλίο του Διονύση Καψάλη. Με δεδομένο την όχι ζηλευτή κατάσταση της ποιητικής μας παιδείας εσχάτως, δεν είναι απρόσμενο ότι πολλοί συγχέουν τον ανομοιοκατάληκτο ιαμβικό ενδεκασύλλαβο σ’ αυτό και σε παλιότερα βιβλία του ίδιου και άλλων, με τον ελεύθερο στίχο. Ο ενδεκασύλλαβος έχει μια εκπληκτική ευπλασία ρυθμική, μπορεί να πάρει μορφή ποικίλη, να δώσει φτερά στο πιο λυρικό αίσθημα ή αντιστρόφως να πεζοπορήσει σε τόνους πολύ συγγενικούς με την κοινή ομιλία. Η καταγωγή του κατά μία εκδοχή είναι από τα διαλογικά μέρη της αττικής τραγωδίας, από τον καταληκτικό ιαμβικό τρίμετρο, που ήταν ακριβώς στίχος υψηλής νοηματικής πύκνωσης (στιχομυθίες!) και προφορικού τόνου.

Ο ενδεκασύλλαβος, έχουν μετρήσει οι Ιταλοί στη γλώσσα τους, έχει καμιά 30 παραλλαγές, αναλόγως που πέφτουν οι τονισμένες και οι άτονες συλλανές. Συγκριτικά, ο δεκαπεντασύλλαβος είναι στίχος πολύ πιο δυσκίνητος, αφού λόγω της αμετάθετης τομής του απαντά σε λιγότερες από 20 παραλλαγές. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι είναι στατιστικά αδύνατο να πέσει κανείς πάνω σε δύο (πολυστιχα τουλάχιστον) ποιήματα γραμμένα σε ενδεκασύλλαβο που να ακολουθούν το ίδιο ακριβώς τονικό μοτίβο. Για το δεκατετράστιχο σονέτο λ.χ. υπάρχουν 3014 δυνατές παραλλαγές, δηλ. 478.296.900.000.000.000.000 τονικές εκδοχές. Σχεδόν 500 πεντάκις εκατομμύρια δυνατότητες!

Αυτά για όσους επιμένουν ότι το μέτρο και η ρίζα «περιορίζουν» λέει την ελευθερία του ποιητή.

///

Σκέψη και κόσμος είναι πράγματα ασύγχρονα. Κάποιες φορές, σπανιότατα, η σκέψη διαβλέπει τις εξελίξεις και διατυπώνει ακριβείς προγνώσεις. Τις περισσότερες όμως, τρέχει λαχανιασμένη πίσω τους. Όποιος ισχυρίζεται ότι γνωρίζει προς τα πού πάμε, είναι θύμα της λογοκρατικής πλάνης, της δεισιδαιμονίας δηλαδή ότι το μικρό κλάσμα (η ανθρώπινη νόηση) μπορεί να συλλάβει το ακαταμέτρητο όλον (την ιστορική κίνηση).

Από τον καιρό της Πυθίας, η κύρια λειτουργία κάθε πρόγνωσης είναι η παρηγορητική. Η δημιουργία της ανακουφιστικής ψευδαίσθησης δηλαδή ότι με την βοήθεια του θεού ή της θεωρίας μπορούμε να ψυχανεμιστούμε, έστω, τις μεταμορφώσεις της πραγματικότητας, να προετοιμαστούμε κάπως για την έλευσή τους. Να προδούμε το Μέλλον.

Δεν μπορούμε. Όμως ούτε και το Παρελθόν κατανοούμε στ’ αλήθεια. Εκ των υστέρων, μαζεύουμε τα σκόρπια κομμάτια του, σκαρώνουμε ένα μέσες άκρες ευπρόσωπο παζλ, και φανταζόμαστε ότι «Αχ, όλα έπρεπε νά ’ρθουν καθώς ήρθαν!», ο Περικλής να πεθάνει στον λοιμό, ο Αλέξιος Άγγελος να προσφέρει γην και ύδωρ στους Σταυροφόρους, η Μικρά και Τιμία Ελλάς να εκδιώξει τον Βενιζέλο, ότι συνέβη δηλαδή κάτι το αναμενόμενο. (περισσότερα…)

Η αλυσίδα που σπάζει

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 12:27
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Χθες ο Παπαδημητρακόπουλος, προχθές ο Γκανάς, παραπροχθές ο Βαλτινός. Για τα ελληνικά γράμματα, ήταν βαριές οι απώλειες της χρονιάς που φεύγει. Και δεν εννοώ τις απώλειες εδώ τις ατομικές. Η ελληνική λογοτεχνία, ως σύνολο πια, ως έκφραση ενός κόσμου διακριτού, χάνει σιγά σιγά τον συνεκτικό της ιστό, τους κρίκους που σχηματίζουν την αλυσίδα της.

Γιατί και οι τρεις αυτοί ήταν τέτοιοι, φυσιογνωμίες που υπερέβαιναν το ατομικό, που εξέφραζαν μια συλλογικότητα. Ήταν στιγμές, όψεις, μαρτυρίες, πείτε το όπως θέλετε, μιας ιδιαιτερότητας, της ιδιοφωνίας ενός τόπου και ενός καιρού. Και με την έννοια αυτή, η σημασία του έργου τους ξεπερνά κατά πολύ το ύψος του ατομικού τους, αναμφισβήτητου, επιτεύγματος.

Στην ιστορία της λογοτεχνίας, ανοίξτε όποιο εγχειρίδιο θέλετε, οι σημαντικότεροι σταθμοί ήταν πάντα τέτοιοι, διττοί. Εκφάνσεις, την ίδια στιγμή, και του προσωπικού ταλέντου και της υπερπροσωπικής παράδοσης, γεννήματα και μιας ατομικότητας ανεπανάληπτης και μιας ευαισθησίας γενικής. Στις μέρες μας αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο. Γιατί σε καιρούς φυγόκεντρους, το ατομικό χάρισμα δεν φτάνει για να προσδώσει σε κάτι αξία και διάρκεια. Χρειάζεται και οι άλλοι να μπορούν να καθρεφτιστούν και να αναγνωριστούν μέσα του. Είναι τα πρόσωπα των πολλών που δίνουν αξία στο πρόσωπο του ενός.

Νά γιατί οι ατομικιστικές εποχές, η όψιμη Αρχαιότητα φέρ’ ειπείν, ή η τωρινή Ευρώπη, έχουν να παρουσιάσουν στις τέχνες και στα γράμματα μια απειραριθμία ατόμων, αλλά τις καθολικές προσωπικότητες του παρελθόντος μόνο να τις ονειρεύονται μπορούν. Η απλή συμπαρεύρεση των μονάδων, όσο αξιόλογων και είναι, χωρίς άθροισή τους οργανική, δεν δίνει πρόσθετη, ανώτερη τιμή. Ίσα ίσα, απομειώνει και την αξία της ατομικής προσπάθειας.  Όταν η αλυσίδα σπάζει, μένουν σκόρπιοι κρίκοι.

/// (περισσότερα…)

Παρμενίδης, Αποσπάσματα (Μετάφραση Βασίλης Κάλφας)

*

[ΠPOOIMIO]

B1

Οι φοράδες που με πάνε όσο μακριά ποθεί η ψυχή
με έφερναν, σαν μπήκαν στον δρόμο της θεάς τον ξακουστό,
που σε κάθε πόλη τον σοφό τον άνθρωπο οδηγεί.
Αυτόν τον δρόμο έπαιρνα· εκεί με πήγαιναν οι συνετές φοράδες
σέρνοντας το άρμα μου, και μπροστά τον δρόμο έδειχναν οι κόρες.
Και ο άξονας στις άκρες έβγαζε ήχο σφυριχτό
ανάβοντας, γιατί τον έσφιγγαν με δίνες διπλοί κύκλοι
και από τις δυο μεριές, όταν σπεύδαν να με σύρουν
οι κόρες του Ήλιου, ν’ αφήσουν τα δώματα της νύχτας
προς το φως τραβώντας τις καλύπτρες απ’ το κεφάλι.
Εκεί είναι οι πύλες για τους δρόμους της νύχτας και της μέρας·
ανώφλι και κατώφλι πέτρινο τις περικλείει·
ψηλά στον αιθέρα μεγάλα θυρόφυλλα τις κλείνουν,
και τα κλειδιά τα ταιριαστά η Δίκη η τιμωρός κρατά. (περισσότερα…)

Ένα κρανίο και 206 οστά

*

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΑΡΑΣΛΙΑ

 ~.~

1

Το νεκροταφείο του χωριού επεκτάθηκε πρόσφατα. Δεν περνά μέρα χωρίς κηδεία. Χιλιάδες συγχωριανοί μου βρίσκονται θαμμένοι εκεί: γνωστοί και άγνωστοι, συγγενείς και φίλοι, ανάμεσά τους και πολλοί νέοι άνθρωποι που χτυπήθηκαν ξαφνικά από αρρώστιες και άλλοι που σκοτώθηκαν σε τροχαία δυστυχήματα. Τόσες χαμένες ζωές, τόσες τραγωδίες, τόσα σχέδια που έμειναν ορφανά και ανολοκλήρωτα: ποιο το νόημα; Το ίδιο αναρωτιέμαι και όταν στέκομαι μπροστά στον τάφο των γονιών μου. Φαντάζομαι τα οστά και τα κρανία τους και αναρωτιέμαι «αυτό είναι όλο;». Δεν ξέρω. Εκείνη τη στιγμή όλα μου φαίνονται το ίδιο τραγικά όσο και γελοία. Θα ήθελα, μόλις βγω απ’ το νεκροταφείο, να τα παρατήσω όλα, κάθε προσπάθεια, κάθε στόχο, επιτέλους να ζήσω την απλούστερη δυνατή ζωή, την πιο ήσυχη, την πιο λιτή, απαλλαγμένη απ’ όλες τις μάταιες συνήθειες και τις καθιερωμένες ανοησίες. Αλλά δεν είμαι ακόμα απόλυτα έτοιμος για μια τέτοια κατάκτηση.

2

Ενώπιον του τάφου θεωρίες, προσχήματα και αυταπάτες καταρρέουν. Δεν είναι αστείο πράγμα ο λάκκος. Δεν ξέρω αν εκεί μέσα τελειώνουν όλα ή αν υπάρχει συνέχεια. Ωστόσο, μια φωνή μέσα μου, σαν εσωτερικός υποβολέας, μου υπενθυμίζει διαρκώς: και πριν στον τάφο κατεβείς, πρόσεξε πώς θα πορευτείς.

3

Πέθανε ο γάτος μας ο Ερμής. Έντεκα χρόνια έζησε μαζί μας.  Ο πόνος μου ήταν στεγνός, ξερός, χωρίς δάκρυα. Η γυναίκα μου ξέσπασε σε λυγμούς. Έκλαψε πολλές φορές μέχρι το βράδυ. Έκλαιγε και τις επόμενες μέρες. Ο δικός μου πόνος παρέμεινε στεγνός, ξερός, χωρίς δάκρυα. (Ερμάκο μου, σε ευχαριστώ για την παρέα και τις χαρές που μας έδωσες. Εύχομαι ολόψυχα να ξαναβρεθούμε).

4

Προσωρινό μέλος της ζωντανής ανθρωπότητας, αργά ή γρήγορα θα γίνω κι εγώ μόνιμο μέλος της νεκρής ανθρωπότητας. Η ατομική μου ιστορία θα χαθεί για πάντα στο αχανές κοιμητήριο της λήθης. Αυτή είναι η βιογραφία μου στην απλούστερη μορφή της. Και με κάποιες διαφορές, και η βιογραφία κάθε ανθρώπου.

5

Μήπως δηλητηριάζω τη ζωή μου συλλογιζόμενος διαρκώς τον θάνατο; Είναι κακό να σκέφτομαι τόσο συχνά ότι κάποτε θα πάψω να υπάρχω; Δεν ξέρω για τους άλλους αλλά για μένα αυτή η ιδεοληψία με τα χρόνια λειτουργεί θετικά. Μόνο συλλογιζόμενος τη θνητότητά μου μπορώ να ζω φυσιολογικά: με βοηθά να μην παίρνω τίποτα στα σοβαρά (με εξαίρεση τον ανθρώπινο πόνο) και μειώνει όσο πρέπει την υπερβολική βούληση για δράση που είναι πάντα η αναγκαία συνθήκη για την εκδήλωση του κακού. (περισσότερα…)

Νέες διαγνώσεις

*

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΑΡΑΣΛΙΑ

Πριν πέσει η αυλαία και της δικής μου ζωής θα προσφέρω στον εαυτό μου ένα τελευταίο ταξίδι, μια τελευταία χαρά αντάξια της κούρασης και της λύπης μου. Όρθιος στο κατάστρωμα ενός πλοίου, μια τρυφερή νύχτα, ακούγοντας εξαίσιες μουσικές και γέλια ανθρώπων, θα κοιτάζω άπληστα τα χρυσά φώτα των λιμανιών και θα εύχομαι να μην τελειώσει ποτέ αυτή η νύχτα και αυτό το ταξίδι. Και καθώς τα δάκρυα θα ανεβαίνουν αργά μέσα μου θα σκέφτομαι όλους τους βασανισμένους ανθρώπους που γνώρισα στη διάρκεια της ζωής μου και θα τους προσκαλέσω νοερά σ’ αυτό το πανηγύρι της λύτρωσης και της λήθης. Ριγμένοι ανεξήγητα μέσα σε αυτό το σκληρό και παράλογο φαινόμενο οφείλουμε να διατηρήσουμε ζωντανή την ιδέα μιας ελάχιστης συμπόνιας – έστω και σαν ιδέα.

///

Χωρίς βιβλία, καφέ, αγκαλιές και λουλούδια η ζωή θα ήταν ανυπόφορη – και χωρίς τα φώτα των δρόμων τη νύχτα.

///

Τι είμαι στα πενήντα πέντε μου; Το τυχαίο αποτέλεσμα της τυχαίας κατάληξης μιας τυχαίας ζωής – μπορεί και όχι.

///

Είμαστε, λοιπόν, τόσο ασήμαντοι; Ο τάφος και τέρμα όλα; Δεν μπορώ να το πιστέψω – όχι εγώ αλλά κάποιος άγνωστος μέσα μου. (περισσότερα…)

Διαγνώσεις

*

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΑΡΑΣΛΙΑ

Τον έβλεπα στη γειτονιά, πάντα μόνο του, το πρόσωπό του μια πληγή. Κάθε βράδυ έβαζε την τηλεόραση στη διαπασών, ανοιχτή η μπαλκονόπορτα στο δυαράκι του ισογείου, ακουγόταν σε όλη την πολυκατοικία, σε όλη τη γειτονιά. Οι γείτονες διαμαρτύρονταν. Χαμογελούσα πικρά, καταλάβαινα τη μοναξιά του, την αβάσταχτη σιωπή των πραγμάτων γύρω του. Κάποτε έφυγε από την πολυκατοικία. Ο απόηχος της τηλεόρασης πλανιέται ακόμα στον αέρα, θυμίζοντας τη μοναξιά που δεν τελειώνει ποτέ, τη δική μας μοναξιά. (Μια εκδοχή ενός βιώματος του τελευταίου καιρού).

///

Είναι νύχτα. Ακούω τις κραυγές του «παιδιού» που μένει σε ένα από τα κοντινά σπίτια. Τον ακούω συχνά, νύχτα ή ξημέρωμα. Τον έχω δει κάποια πρωινά. Είναι γύρω στα σαράντα. Περπατά σκυφτός και καπνίζει. Τις μέρες είναι αμίλητος, τις νύχτες ουρλιάζει. Κραυγές ακατανόητες, τρομερές σε ένταση και βάθος – σαν να ακούω τα σωθικά του. Ουρλιάζει κι απόψε. Τον φαντάζομαι ολομόναχο, στους δρόμους της πόλης, στην καρδιά της αιώνιας νύχτας. Αναρωτιέμαι: απελπισμένος ή απελευθερωμένος; (Μια ερμηνεία ενός ακόμα βιώματος του τελευταίου καιρού).

///

«Συγγραφέας είναι ο άνθρωπος που δεν μπορεί ποτέ να βρει τις κατάλληλες λέξεις». Αυτός είναι ο ορισμός του Πωλ Βαλερύ για τον συγγραφέα – εξωφρενικά λογικός.

///

Ανάμεσα στο βίωμα και στην αφήγηση υπάρχει ένα κενό που δεν θα γεμίσει ποτέ. Το πραγματικό δεν μπορεί να γίνει γλωσσικό ούτε στη μορφή ούτε στην ουσία του. Η γλώσσα δεν αναπαριστά την αλήθεια. Η γλώσσα εκφράζει σημασίες και ερμηνείες. Ανάμεσα στα γεγονότα και στην αφήγησή τους η σχέση είναι πάντα λειψή, παραπλανητική ή ανύπαρκτη. Κάθε αφήγηση, ακόμα και η πιο σύντομη, μπορεί να δημιουργήσει την εντύπωση μιας άλλης πραγματικότητας από αυτήν που υπάρχει ή που υπήρξε. Σε κάθε περίπτωση, το πραγματικό δεν πρέπει να ταυτίζεται με τις λέξεις που το περιγράφουν: η καθαρότητα των λέξεων δεν είναι ποτέ ξεκάθαρη. (περισσότερα…)

Εικόνες απ’ την πλαζ

*

Στον μικρόκοσμο της παραλίας, το βλέπεις καθαρά. Η φυσική γυμνότητα είναι αναφροδίσια. Σε αντίθεση με την γυμνότητα την πολιτισμική –αυτό το πολύφερνο επιτήδευμα του  εκδύεσθαι κατά τες συνταγές των μόδιστρων των Παρισίων ή του Μεδιολάνου, το οποίο είναι εξαρχής προσανατολισμένο στο ερωτικό ξεμυάλισμα και όπου το σώμα καταπίνεται από το ρούχο όπως ο ηθοποιός από τον ρόλο του– εδώ συμβαίνει το αντίθετο. Τα ενδύματα της παραλίας απορροφώνται από τα κορμιά που τα φέρουν. Και το πιο ζέον μπικίνι ξεφτίζει, ξεπέφτει σε περιζώνιο υγειονομικού ενδιαφέροντος. Σαν εκείνα τα κουρέλια που φορούν περί τα αιδοία τους οι ιθαγενείς του Αμαζονίου ή της Πολυνησίας, χάνει το μέλι του.

///

Για τα λεπτεπίλεπτα ερωτικά ειωθότα μας, η γυμνότητα της πλαζ είναι τόσο βαρετή που καταντά σκανδαλώδης. Προκαλεί όσο το τυχαίο μήλο που ακόμη ξινούτσικο, δύσμορφο και αξεφλούδιστο, βρέθηκε αιφνίδια σε πιατέλα υπεργκουρμέ εστιατορίου. Ένας αληθινά πεινασμένος θα το λιμπιζόταν. Όμως οι ραδινοί λάρυγγες τριγύρω, που παριστάνουν ότι τρων, από καιρό έχουν ξεχάσει τι πάει να πει πείνα. Και το κορεσμένο στομάχι τους για να συγκινηθεί έχει ανάγκη ανυπέρθετη τη διεγερτική γαρνιτούρα.

///

Απ’ ό,τι ονομάζουμε θηλυκή ομορφιά, το μεγαλύτερο μέρος δεν είναι παρά σεξουαλική αυτοπεποίθηση. Κι αυτήν στην υψηλή της μορφή τη βρίσκουμε μόνο σε γυναίκες κατασταλαγμένες κι ωριμότερες, που ξέρουν καλά τι εντύπωση προκαλούν στ’ αρσενικά, όμως δεν επείγονται να την εκμεταλλευτούν –πράγμα που κάνει τις νεότερες να μοιάζουν κάποτε με αρπακτικά– και ούτε καν το επιθυμούν· που χαίρονται τη ματιά που τις χαΐδεύει αλλά μένουν από εκείνη ανέγγιχτες· που προβάρουν επάνω τους σαν κόσμημα πολύτιμο ένα κομπλιμέντο, και αυτοστιγμεί το ξεχνούν. Αυτή η ομορφιά είναι μια τέχνη με την έννοια του Καντ – «ωραία», πάει να πει ανεφάρμοστη. Δεν εξαργυρώνεται στο ταμείο της σάρκας ή των συναναστροφών. Υπάρχει για να υπάρχει. (περισσότερα…)

Στο βασίλειο της Κλειούς

*

του ΜΑΡΙΟ ΑΝΤΡΕΑ ΡΙΓΚΟΝΙ

Κάποιες μορφές ματαιότητας γειτνιάζουν με τον ηρωισμό. Γνωρίζουμε από τον Ηρόδοτο ότι πριν από τη μάχη των Θερμοπυλών ένας έφιππος ανιχνευτής που στάλθηκε από τον Ξέρξη προς αναγνώριση, για να κατασκοπεύσει το στρατόπεδο των Ελλήνων, είδε κατάπληκτος πως οι Σπαρτιάτες χτένιζαν αφοσιωμένοι, με ιδιαίτερη φροντίδα, τα μακριά μαλλιά τους πριν να πάνε προς τη σφαγή. Ήταν σίγουροι για το τέλος που θα είχαν, τόσο μεγάλη ήταν η δυσαναλογία των δυνάμεων: άλλωστε ο ίδιος ο βασιλιάς τους, ο Λεωνίδας, είχε προαναγγείλει πως εκείνο το βράδυ «θα δειπνούσαν στον Άδη».

Το επεισόδιο με έκανε πάντοτε να σκέφτομαι εκείνες τις κυρίες του γαλλικού 18ου αιώνα, που ήταν ικανές, όπως αφηγούνται οι Γκονκούρ, να σηκώνονται με το ζόρι από το κρεβάτι του ψυχορραγήματος και να καλλωπίζονται για τελευταία φορά, ώστε να «μην προκαλέσουν απέχθεια στον θάνατο».

*** (περισσότερα…)