*
(συνέχεια από το πρώτο μέρος)
της ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ ΜΑΚΗ
1. «Τα ψάρια ως εκδοχές ταυτότητας
Στο «Καιρός για ηρωίνη», η Νίκη Ανδρικοπούλου κατασκευάζει την αντίθεση ανάμεσα στον τρόπο που βλέπει η ηρωίδα τον εαυτό της και στο πώς τον βλέπουν οι άλλοι. Όμορφη αν και λίγο τρελή είναι ο τρόπος που τη βλέπουν οι άλλοι. Αυτή όμως αισθάνεται «σαν απαίσιο ψάρι». Η αντιπαραβολή ομορφιάς και απέχθειας εντείνεται από την εικόνα ενός άσχημου ψαριού.
Οι άνθρωποι λένε ότι είμαι όμορφη
λίγο τρελή στο μάτι –
εγώ βλέπω τον εαυτό μου σαν απαίσιο ψάρι[1]
Στο «Ερπετό, πουλί και ψάρι»,[2] ο Γιάννης Πάσχος κατασκευάζει μια ξεκάθαρη αντίθεση ανάμεσα σ’ αυτόν και τους άλλους ανθρώπους. Αντίθεση που στηρίζεται στη διαφορά του με τους υπόλοιπους ανθρώπους, οι οποίοι «είναι τυχεροί», ενώ αυτός είναι «πολύ άτυχος». Αν οι άλλοι είναι συμβολικά μόνο ερπετά, πουλιά ή ψάρια, ο αφηγητής του ποιήματος αυτοπροσδιορίζεται ως άτυχος, επειδή ξεφεύγει όχι μόνο από μια μονοδιάστατη ταυτότητα, αλλά και από τους τρόπους με τους οποίους λειτουργούν οι οπτικές του στον κόσμο. Αυτές οι πολυδιάστατες οπτικές τον οδηγούν «και σαν ερπετό» να σέρνεται, «και σαν πουλί» να πετά, «και σαν ψάρι να κολυμπά». Η πολυσυλλεκτική αυτή ιδιότητα, στην οποία κάθε πλάσμα βρίσκεται κοντά στη στοιχειώδη ιδιότητά του (το ερπετό σέρνεται, το πουλί πετά, το ψάρι κολυμπά) αναγνωρίζεται αρχικά ως κάτι «καλό». Καταργείται, ωστόσο, στην πορεία γιατί «τα κακά είναι περισσότερα». Ο αφηγητής του ποιήματος μπορεί πολύπλευρα να ακολουθήσει ισότιμα διαφορετικές και ανατρεπτικές εκδοχές της πραγματικότητας, αναλαμβάνοντας τις συνέπειες των επιλογών του και το συναισθηματικό κόστος. Η συνθετική θέαση του κόσμου και μια ταυτότητα πολύπλευρη και πολυδιάστατη συνοδεύεται από την κατάρρευση της μιας και μοναδικής αλήθειας, ακόμα και αν αυτή αφορά σε μια απλή διαπίστωση για το αν είμαστε καλά ή όχι. Έτσι, ο ποιητής προτάσσει επίσης, κατά τη γνώμη μου, την υποκειμενικότητα και τις διαφορετικές θέσεις υποκειμένων στις κατασκευές ταυτότητας. (περισσότερα…)