Γλωσσικές νότες α

 

[ Νύξεις για τα πάθη των λέξεων  ]

του ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

 

Ποιο είναι το κρυφό σαράκι που τρώει τη γλώσσα;

Τι μας ωθεί ν’ αποσκορακίσουμε μια λέξη;

Γιατί φθίνει στον λόγο μας λ.χ. το τούτος, χαλώντας μια τρίβαθμη νοηματική κλιμάκωση (τούτος εδώ – αυτός εκεί – εκείνος πέρα) τόσο πολύτιμη για τη δήλωση των αποστάσεων στον φυσικό και ψυχικό κόσμο, και υποκαθιστώντας την με μια φτωχότερη, δίσκαλη (αυτόςεκείνος);

Είναι η οκνηρία, η συλλογική παρακμή της σκέψης, που απαλείφει τις λεπτές διακρίσεις και κάνει τα πράγματα να αποτυπώνονται στη γλώσσα ενός λαού πιο πρόχειρα, πιο θαμπά, πιο απλοϊκά;

Αν κρίση σημαίνει πρωτίστως διάκριση, η παρακμή μιας διακριτικής δυνατότητας της γλώσσας δεν μπορεί παρά να συμβαδίζει με την παρακμή μιας διακριτικής δυνατότητας της σκέψης.

Και επιπλέον, με τη λήθη, με τον παροπλισμό, με την αχρήστευση ενός τμήματος από την αποταμιευμένη πείρα του παρελθόντος, αφού και οι λεπτότεροι διακριτικοί μηχανισμοί μιας γλώσσας από γνωστικές παραστάσεις εντέλει αφορμώνται.

Όταν τούτοι οι γλωσσικοί μηχανισμοί ατονήσουν εντελώς, ο μέσος ομιλητής δεν αντιλαμβάνεται πλέον ούτε τη γνωστική απώλεια, διότι έχει χάσει την ικανότητα να τη συλλάβει.

Ο ίδιος εξακολουθεί βέβαια να έχει την εντύπωση ότι το γλωσσικό του όργανο είναι πλήρες και επαρκές, όχι όμως επειδή όντως είναι (ούτως ή άλλως καμιά γλώσσα δεν είναι πλήρης), αλλά επειδή έχει μάθει να αρκείται στα όσα λίγα εκείνη του δίνει.

Τα αρχιγράμματα που κοσμούν τη στήλη είναι του ζωγράφου Δημήτρη Γέρου.

 

 

 

Advertisement