Ευαγγελία Τολιοπούλου

Για όλα φταίει το Βυζάντιο: Ρώσοι και Έλληνες στα μάτια των Δυτικών

*

της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΟΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

Η ιδιαίτερη σχέση των Ελλήνων με την Ρωσία, στη βάση του κοινού, ορθόδοξου, δόγματος και των κοινών ιστορικών δεσμών, που πήγαιναν πίσω στο Βυζάντιο, θεωρούνταν δεδομένη στην δυτική Ευρώπη των Νεώτερων Χρόνων, και ανάλογα λαμβάνονταν υπ’ όψιν και οι ευρύτερες πολιτικές προεκτάσεις της σχέσης αυτής. Από τα τέλη όμως του 18ου , και ολόκληρον τον 19ο αιώνα, ο σύνδεσμος αυτός απέκτησε, στην Δυτική αντίληψη, έναν έντονα ιδεολογικό χαρακτήρα, που διήρκεσε, και συνέβαλε αργότερα, την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, στη διαμόρφωση του Δυτικού ιδεολογήματος στην αντιπαράθεση της Δύσης με την Ρωσία. Οι λόγοι και τα κίνητρα για την ιδεολογικοποίηση αυτή πρέπει να αναζητηθούν στις ιδιαίτερες συνθήκες που διαμορφώθηκαν την εποχή αυτή στην Ευρώπη, την ιδεολογική και πολιτική ρευστότητα της μεταναπολεόντειας εποχής, και τις φιλοδοξίες και τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς ανάμεσα στις ευρωπαικές Δυνάμεις. Βάση, πλαίσιο και αρχικό πεδίο για την προβολή της, υπήρξε η εντεινόμενη τα χρόνια αυτά αντιπαράθεση ανάμεσα στις υπόλοιπες Δυνάμεις και την Ρωσία σχετικά με το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας –το γνωστό ΄Ανατολικό Ζήτημα΄– αντιπαράθεση, που μετεξελίχθηκε αργότερα, σε άλλη βάση και με διαφορετικούς όρους, αλλά με πολλές κοινές ιδεολογικές αναφορές, στη σύγκρουση ανάμεσα στην ΄ελεύθερη΄ Δύση και το διαχρονικά ΄ολοκληρωτικό΄ ρωσικό κράτος.

Ρόλο στην συγκεκριμένη αυτή εξέλιξη, στην αρχική της κυρίως φάση, έπαιξε και η αντίστοιχη, την ίδια περίοδο, πολιτικοποίηση της σχέσης τους με την Ρωσία από τους σύγχρονους Έλληνες, οι οποίοι διεκδικούσαν την επιστροφή τους στο ιστορικό προσκήνιο, και παρέμειναν εμφατικά προσκολλημένοι στην προσδοκία της ρωσικής αρωγής, στο όνομα της κοινής θρησκευτικής και πολιτισμικής παράδοσης. Αυτό αφύπνισε την διαχρονική, και παροδικώς υπνώτουσα, Δυτική καχυποψία απέναντι στην ΄ελληνική΄Ανατολή, επικεντρωμένη τώρα στον ρόλο που ο επανεργοποιημένος ΄ελληνικός παράγων΄μπορούσε να παίξει στην προώθηση των ρωσικών φιλοδοξιών και συμφερόντων σε βάρος των δικών τους. Άλλωστε, η ελληνική αυτή ΄εμμονή΄με την Ρωσία, υπαρκτή, και που θα παίξει, ως γνωστόν, τον ρόλο της στα ελληνικά πράγματα μέχρι πρόσφατα, λαμβάνεται ακόμα συχνά και χωρίς διαφοροποιήσεις ως δεδομένη στην υπόλοιπη –Δυτική– Ευρώπη. (περισσότερα…)

Παλλαδάς ο Αλεξανδρινός: Ανάμεσα στην Ποίηση και την Ιστορία

*

της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΟΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

Εκτός από τα επιγράμματά του, τίποτε άλλο δεν είναι γνωστό για τον Αλεξανδρινό γραμματικό και ποιητή Παλλαδά (ή ίσως Παλλάδα;).[i] Τα επιγράμματα αυτά όμως με τον καιρό απόκτησαν, πέρα και άσχετα από την ποιητική τους αξία, ιδιαίτερη σημασία, καθώς θεωρήθηκαν, και εξακολουθούν να θεωρούνται, μία από τις σημαντικές ιστορικές πηγές για τα δραματικά γεγονότα του 4ου μ.Χ. αιώνα, της εποχής που σήμανε το τέλος τού ειδωλολατρικού Αρχαίου Κόσμου, και την απαρχή της νέας Χριστιανικής περιόδου. Και είναι ως ιστορική πηγή κυρίως και όχι ως ποιητής που αντιμετωπίζεται ο Παλλαδάς στη νεώτερη, αλλά και την πιο πρόσφατη, βιβλιογραφία. Είναι πολυάριθμα τα άρθρα στα οποία επιχειρείται να συνδεθούν οι αναφορές ή οι υπαινιγμοί που κάνει στα επιγράμματά του με ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Καθώς όμως υπάρχουν διαφορετικές υποθέσεις όσον αφορά τη χρονολόγηση της ζωής και της δράσης του Αλεξανδρινού, οι ερμηνείες και τα συμπεράσματα ποικίλουν. Τα χρονικά όρια στα οποία τοποθετείται κυμαίνονται έτσι από τα χρόνια της βασιλείας του “πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα” Κωνσταντίνου και των διαδόχων του, μέχρι την οριστική επικράτηση του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την εποχή του Θεοδόσιου και των δικών του διαδόχων στις αρχές του 5ου.[ii]

(περισσότερα…)

Η διαχρονική σαγήνη της παρακμής

της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΟΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

Όταν μια εποχή φτάνει στο τέλος της, και αυτό που ακολουθεί είναι ακόμα ασαφές και γι’ αυτό προκαλεί αβεβαιότητα και άγχος, εμφανίζονται, πιστεύεται, κάποιες τάσεις στη ζωή, κοινωνική και ψυχο-πνευματική, των ανθρώπων, που όλες τους έχουν κοινά χαρακτηριστικά, ανεξάρτητα από ιστορικές περιόδους και γεωγραφικούς προσδιορισμούς. Επιθυμία φυγής, αναζήτηση διεξόδων από την καταπιεστική πραγματικότητα, τάση προς το φανταστικό, το ασυνήθιστο και το παράδοξο, εκζήτηση, παροξυσμός των αισθήσεων, ακραίος ναρκισσισμός.

(περισσότερα…)

Ευαγγελία Τολιοπούλου, Ιστορία και Ποίηση: ο «Υπερίων» του Φρήντριχ Χαίλντερλιν και οι πηγές του

 

της ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΤΟΛΙΟΠΟΥΛΟΥ

Ο «Υπερίων ή ο Ερημίτης στην Ελλάδα», το «ποιητικό» μυθιστόρημα του Friedrich Hölderlin, εκδόθηκε σε δύο μέρη, το 1797 και το 1799.[1] Συντίθεται από μια σειρά επιστολών που ο Υπερίων, ο ομώνυμος κεντρικός ήρωάς του, απευθύνει στον φίλο του Μπελλαρμίν, και στις οποίες αφηγείται την πορεία της ζωής του, από την εποχή της γεμάτης ελπίδες νιότης του, όταν μυείται στην λαμπρή πνευματική παράδοση της πατρίδας του, της Ελλάδας, από τον δάσκαλο Αδάμα, την δυνατή φιλία του με τον Αλαβάνδα και το όραμά του ενός καλύτερου κόσμου, την εμπειρία του τέλειου έρωτα με την «ωραία ψυχή» της Διοτίμας, που του αποκαλύπτει την ουσιαστική κοινότητα όλων των πραγμάτων και το ιδανικό μιας ζωής σε απόλυτη μέθεξη με την «θεϊκή Φύση», μέχρι το τραγικό τέλος και την απώλεια των πάντων. Επειδή, ουσιαστικά, ο Υπερίων αποτελεί το χρονικό της πλήρους αποτυχίας μιας ζωής, μιας πορείας προς την διάψευση, την απώλεια, την μοναξιά. Ο ήρωας αφήνεται να παρασυρθεί στον δρόμο της δράσης, του αγώνα και της βίας για την δημιουργία αυτού του νέου κόσμου που ονειρεύτηκε, και στην πορεία αυτή τα χάνει όλα: τις ελπίδες του για μια ελεύθερη πατρίδα, την φιλία, τον έρωτα. Βρίσκει όμως τον εαυτό του. Μόνος, αφήνει τον τόπο του και ταξιδεύει, γνωρίζει τον καινούριο κόσμο της αστικής «προόδου» και τον απορρίπτει, για να επιστρέψει τελικά και να ζήσει ως ερημίτης, ως ποιητής, στην αγκαλιά της Φύσης. Γράφοντας από την προοπτική της ολοκληρωμένης πλέον πορείας των γεγονότων, ο επιστολογράφος-πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος δεν περιορίζεται να περιγράψει τα στάδια αυτής της εξέλιξης προς το χρονικό σημείο του παρόντος και την σταδιακή «αποκρυστάλλωση», μέσω της εμπειρίας, του νέου, τωρινού εαυτού. Διηγούμενος αναδρομικά τα συμβάντα, στοχάζεται πάνω σ’ αυτά, και αναστοχαζόμενος το βιωμένο, το πραγματικό, το υπερβαίνει στο τέλος, για να υψωθεί σ’ ένα ανώτερο επίπεδο ύπαρξης, συνείδησης και ζωής, σ’ ένα Ιδεώδες. Όχι τυχαία θεωρείται ο Υπερίων το μυθιστόρημα του Γερμανικού Ιδεαλισμού. (περισσότερα…)