έρωτας

«Δεν έχει η αγάπη σύνορα»

*

Ο νους μου τα βουνά κρατεί  # 3
Γράφει ο Γιάννης Ματθαιουδάκης

Η λαϊκότητα της κρητικής υπαίθρου συνομιλεί με τον λόγιο, υψηλό στοχασμό για τα μεγάλα ζητήματα της καρδιάς και του κόσμου. Φιλόσοφοι και μαντιναδολόγοι κάθονται μαζί, στο ίδιο λιτό κρητικό τραπέζι. Η στήλη αφορά την περίπτωση της Κρήτης, αλλά στην οικουμενική της διάσταση. «Κάθε πολιτισμός είναι δυνάμει όλοι οι πολιτισμοί» – εκφάνσεις μιας κοινής ανθρώπινης φύσης. Έτσι, το ηπειρώτικο μοιρολόι, η ιταλική βιλανέλα, το περσικό ρουμπάι αποτελούν βαθύρριζες εκδηλώσεις λαϊκής ποίησης. Ωστόσο, στη μεταβατική εποχή μας, οι κοινές αναφορές, ο συλλογικός βίος, η αίσθηση του μέτρου και του ιερού, αμφισβητούνται από τις «διαλυτικές πνοές» ενός μαζικού, άρρυθμου, δήθεν εξορθολογιστικού τρόπου ζωής. Η μαντινάδα δεν μένει ανεπηρέαστη.

///
Δεν έχει η αγάπη σύνορα δε τηνε πιάνει νόμος
όπου περάσει και διαβεί είν’ ανοιχτός ο δρόμος
Γ. ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ ή ΜΙΧΑΛΟΜΠΑΣ

Δεν οριοθετείται ο έρωτας από θεσμούς, ηθικούς κώδικες, κρατική ισχύ, ούτε κι από τον ίδιο τον θεό του Πολέμου, «Έρώτι ουδ’ Άρης ανθίσταται». Κεντρικό ποιητικό θέμα από τον Όμηρο και τον Σοφοκλή, στους μεσαιωνικούς ερωτοψάλτες και τον Σαίξπηρ, μέχρι τον Σταντάλ, τον Μπαλζάκ και τον Φλωμπέρ, κι από εκεί στον Κούντερα και την ταινία In the Mood for Love, και για όσο θα ερωτεύεται ο άνθρωπος. «Το θέμα επανέρχεται τόσο τακτικά όσο και τα εποχικά φρούτα», θα πει ειρωνικά ο Σοπενάουερ. Άλογο και δυσήνιο πάθος για τον Πλάτωνα, ταράζει την ισορροπία της ψυχής και κατά συνέπεια την ευστάθεια και την έλλογη διακυβέρνηση της Πολιτείας. Ο ερωτευμένος γίνεται ποιητής και κανταδόρος, όχι νομοταγής πολίτης.

Σύμφωνα με τη Διοτίμα, ο Έρωτας είναι παιδί του Πόρου και της Πενίας. Η μαντινάδα εδώ έχει ειδικό ενδιαφέρον γιατί στον δεύτερο στίχο αξιοποιεί την καταγωγή του έρωτα από τον Πόρο, που σημαίνει δίοδος, διάβαση, και χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια στην κρητική διάλεκτο μέχρι τις μέρες μας, ως το πέρασμα δηλαδή για τα αγροτικά μονοπάτια και τα όρη. Η αγάπη βρίσκει πάντα τον δρόμο.

Η καταγωγή του έρωτα από τη μεριά της Πενίας, δηλαδή της έλλειψης, έχει υμνηθεί σε όλες τις εποχές και με όλους τους τρόπους. Ο έρωτας έρχεται από το πουθενά, φτερωτός, και παρότι παιδικός στην όψη, επιτίθεται, πολιορκεί και τελικά πλήττει τον υποψήφιο ερωτευμένο. Αποκτά έλεγχο του σώματός του, γίνεται δεσπότης του νου και της ζωής του, θολώνει την κρίση του, βάζει στη θέση της ηρεμίας και της λογικής, την παραφροσύνη. «Συ, ω Έρωτα, τύραννε θεών και ανθρώπων». Η πείρα των άλλων δεν μας μαθαίνει τίποτα. Ο ερωτευμένος αναλύεται σε όρκους και παρακάλια, ξενυχτά και δέεται στο παραθύρι του ποθούμενου προσώπου. «Να μ’ εύρει η νύχτα κι η αυγή στ’ς αγάπης μου την πόρτα».

Ο Σοπενάουερ παρατηρεί την ερωτική έξαρση και δραματοποίηση από τη φιλοσοφική του κορφή και μας προσγειώνει απότομα. «Σας περιμένει απογοήτευση και τραγική κατάληξη. Στρατήγημα της φύσης ο έρωτας για να δελεάσει το άτομο στην υπηρεσία της αναπαραγωγής. Ο έρωτας που έχει ικανοποιηθεί οδηγεί στη δυστυχία. Το πάθος στηριζόταν στην αυταπάτη μιας προσωπικής ευδαιμονίας προς όφελος του είδους, από τη στιγμή που το τίμημα έχει καταβληθεί η αυταπάτη οφείλει να εξαφανιστεί. Το δαιμόνιο του είδους που είχε κυριεύσει το άτομο, το εγκαταλείπει και πάλι στην ελευθερία του. Το άτομο ξαναπέφτει στα στενά όρια της φτώχειας του και εκπλήσσεται όταν βλέπει, μετά από τόσες υπέροχες, ηρωικές και άπειρες προσπάθειες, ότι δεν του μένει τίποτα άλλο πλέον από μια τετριμμένη ικανοποίηση των αισθήσεων». Η Αριάδνη θα ξυπνήσει μόνη της στο ακρογιάλι, ο Θησέας την έχει εγκαταλείψει. Με την πολυσημία του σολωμικού στίχου: «του πόνου εστρέψαν οι πηγές από το σωθικό μου, / έστρωσε ο νους κι ανέβηκα πάλι στον εαυτό μου». (περισσότερα…)

Κεκρυμμένα από καταστολής

*

ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΑΠΟΣΙΩΠΗΜΕΝΑ

γράφει ο Ηρακλής Δ. Λογοθέτης

                         .

Ο 18ος αιώνας απέρχεται μαζί με τα ελευθεριάζοντα ήθη της φθίνουσας αριστοκρατίας, τον ψίθυρο των πειρακτικών πνευμάτων και τη διαδήλωση της σεξουαλικής ανεξιθρησκείας. Με την έξωση των εμπύρετων σωμάτων από το πανθεϊστικό τους βάθρο, η ένσαρκη επιθυμία εκπίπτει από την έδρασή της στη φυσιολογία και μεταβάλλεται σε αντικείμενο της κλινικής παθολογίας. Τα χρόνια πάθη καταχωρίζονται ως βίτσια, οι ενστικτώδεις ροπές περιγράφονται ως ζωώδεις και οι ασύνετες παρορμήσεις αντιμετωπίζονται με την αυστηρότητα που αναλογεί σε σοβαρά λογιστικά λάθη. Οι αιφνίδιοι πόθοι αντιμετωπίζονται ως φυσικές καταστροφές, πλημμύρες ή κατολισθήσεις — και συνεπώς τα σήματα της ενδοτικότητας στο κάλεσμα της απόλαυσης καταγγέλλονται ως ολισθήματα στο βούρκο. Παράλληλα με τη γωνία θεάσεως αλλάζει και η θωριά των φύλων και μάλιστα κατ’ αντίστροφη φορά: οι άνδρες αποκαλύπτονται απ’ τον λαιμό και πάνω παραιτούμενοι από τις πομάδες και τις περούκες ενώ οι γυναίκες καλύπτονται επιμελώς απ’ τον λαιμό και κάτω. Τα χαίνοντα ντεκολτέ κλείνουν ασφυκτικά, τα στήθη καθίστανται απρόσβλητα πίσω από τη δέσμη ανορθωτικών επιθεμάτων, τα  πλέγματα των κωδωνόσχημων φορεμάτων ενισχύονται αποφασιστικά, δίκην οχυρωματικών αναχωμάτων έναντι της εφόδου απρεπών χειρονομιών. Τα εγκώμια του κάλλους, περιορισμένα στον κορσέ των κοσμικών φιλοφρονήσεων, είναι κουμπωμένα. Απευθύνονται στα μάτια αποζητώντας τα χείλη, επαινούν το περίγραμμα για να ψαύσουν το σώμα και αποτιμούν την ευλυγισία των μελών του από τις πτυχώσεις του ενδύματος. Η σύμφωνη με την ετικέτα θέση των προσκεκλημένων στο τραπέζι προδιαγράφει και τα ανελαστικά κοινωνικά όρια εντός των οποίων επιτρέπονται οι λεκτικές προσεγγίσεις. Το ύφος των δημοσίων προσαγορεύσεων επιβάλλει το πνεύμα του και στο κλίμα της ιδιωτικής συνομιλίας, ορίζει την εμβέλεια των ερωτικών υπονοούμενων και υπαγορεύει το επίπεδο ανοχής απέναντι σε έστω και μετωνυμικές αναφορές εύθικτων σωματικών περιοχών.

Υπό το κράτος της ιδίας συμβολαιογραφικής τάξεως, το πάντοτε κινδυνώδες παιχνίδι των υποψήφιων εραστών περιχαρακώνεται στην ενδιάμεση ζώνη μεταξύ ευσχήμως προβαλλόμενων απαιτήσεων και επιφυλακτικής αποτροπής θερμών επεισοδίων. Οι ερωτοτροπίες, ακόμα και στα επιστολικά τους προγεφυρώματα, μετέρχονται διπλωματικό λεξιλόγιο και προσεκτικά διατυπωμένες αμφισημίες ώστε, ανάλογα με το σήμα της άλλης πλευράς, να παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω ανιχνευτικής προελάσεως αλλά και η δυνατότητα αβλαβούς υποχωρήσεως. Το απροϋπόθετο φλερτ, αν και ουδέποτε ανέφελο, σκιάζεται τώρα από τη βάναυση επιδίωξη της θεσμικής του συνέχειας και τα εμπλεκόμενα μέρη παίρνουν τη στάση μονομαχίας με άσφαιρα πυρά αφού η σεξουαλική γόμωση κατακρατείται για την προσδοκώμενη γαμήλια νύχτα, η οποία θα προκύψει μόνο ως αποτέλεσμα της προγενέστερης συγκατακλίσεως λογιστικού ελέγχου και συναλλακτικής πίστεως των ενδιαφερομένων μερών. Οι χοροί δεσπόζονται πλέον από κανονισμούς ασφαλείας και τα βήματα των χορευτών ποδηγετούνται κατά τρόπο που να αποκλείει οποιαδήποτε αυτοσχεδιαστική παρόρμηση θα ενίσχυε την αυθορμησία των διαθέσεων. Παλαιότερα δεν ήταν ασύνηθες ο καβαλιέρος παρασύροντας την ντάμα του σε κάποια απόμερη γωνιά του κήπου, να περνά από τη ρητορική διακοίνωση των αισθημάτων του στις πλέον εύγλωττες χειροπρακτικές τους εκδηλώσεις — της εξετάσεως σφαιρικών θελγήτρων και θερμών κοιλοτήτων μη εξαιρουμένων, εάν το έδαφος ήταν πρόσφορο. Τώρα η συναίνεση σε παρόμοιες προκεχωρημένες αβρότητες θεωρείται επιεικώς απερίσκεπτη και, αν λείπουν οι απαραίτητες οικονομικές προϋποθέσεις, κατάφωρα ανεπίτρεπτη. Έτσι, όταν σε κάποια κοσμική συγκέντρωση μια δεσποινίς ζητά την άδεια της μητέρας της να χορέψει μ’ έναν νεαρό κύριο, η απάντηση που παίρνει είναι αποστομωτική: Ντροπή σου! Δεν έχεις ακούσει ότι αυτός ο λιμοκοντόρος διαθέτει ελάχιστο εισόδημα και αβέβαιο μέλλον; Ούτε να το σκέφτεσαι λοιπόν! (περισσότερα…)

25 Μαΐου 2011 – Δεκατρία χρόνια χαμένος

ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ, 1955-2011
( έργο του Παναγιώτη Μητσομπόνου )

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

*

25 Μαΐου 2011 – Δεκατρία χρόνια χαμένος

Με τον ποιητή Γιάννη Βαρβέρη υπήρξαμε φίλοι, συνάδελφοι στην κριτική του θεάτρου και συμπαίκτες στη ρουλέτα. Ο Βαρβέρης γαλουχήθηκε στα χαρτοπαικτικά ήθη από μικρός, πέρασε ατέλειωτα βράδια στην ήπια παρακμή μισοξεχασμένων ελληνικών λουτροπόλεων, παρέα με χήρες στρατιωτικών και συζύγους μεσοαστών συμβολαιογράφων. Σύντομα έγινε μαιτρ σε όλων των ειδών τα παίγνια— απότοκο μάλιστα αυτής της ειδημοσύνης υπήρξε ο μικρός οδηγός χαρτοπαικτικής συμπεριφοράς με το εύγλωττο όνομα: Κόψε. Φιλάσθενος από πολύ ενωρίς και τα τελευταία χρόνια καταβασανισμένος από την επιδείνωση της υγείας του, δεν παραιτήθηκε ποτέ από τις απολαύσεις και (μεταξύ των κρίσεων που τον καθήλωναν στο σπίτι ή στο νοσοκομείο) έβγαινε για να τις αναζητήσει. Πάντοτε κομψός μα χωρίς ποτέ να ξεπέφτει στην επιτήδευση, λεπταίσθητος και οπλισμένος με το άσβεστο βιτριολικό του χιούμορ, νωχελής και αργοβάδιστος, παλαιότερα από ιδιοσυγκρασία και εσχάτως εξ ανάγκης. Και ήταν όντως χάρμα οφθαλμών να τον παρατηρείς να καταπλέει σάμπως σε δύσκολο λιμάνι, με ελιγμούς περίτεχνους, λεπτό προϋπολογισμό των εμποδίων και επιφύλαξη κινητική που φανέρωνε ιδιαίτερη σπουδή. Ορισμένα απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά των σωματικών του αντιδράσεων μετέφεραν αυτούσιο το στίγμα τους και στην όλη συγκρότηση του Βαρβέρη, στη ζωή και στο παιχνίδι: μιλώ για τους στοχαστικούς ανάγυρους, την ακρίβεια και τη διαισθητική πρόνοια που τον διέκρινε στις εκτιμήσεις του. Στο καζίνο έπαιζε Black Jack και ρουλέτα με εξαιρετικές επιδόσεις — γιατί ήταν παίκτης ολκής ο Βαρβέρης. Προλάβαμε μαζί τις παλιές, αργοκύλιστες γαλλικές ρουλέτες (τότε που ανάμεσα στο Faites vos jeux και στο Rien ne va plus υπήρχε αρκετός χρόνος για την αποτίμηση της ροής των αποτελεσμάτων και τον σχεδιασμό της επόμενης κίνησης) και είχα πολλές ευκαιρίες να παρατηρήσω τη συμπεριφορά του στο τραπέζι του περιστροφικού ιλίγγου. Ως μεθοδικός παίκτης έδινε μεγάλη σημασία στην διαχείριση κεφαλαίου και επέλεγε στοιχηματικούς τύπους ισχυρών πιθανοτήτων. Η σκευή του η πολεμική, αμυντική εκ φύσεως, διέθετε και εντελώς αντίθετα όπλα: αιχμές αντί καμπυλών, ασωτία διαθέσεων έναντι σφιχτής λογιστικής τάξεως και αστραπιαίες αντεπιθέσεις με μεγάλη αίσθηση του ρίσκου. Ήταν προικισμένος δηλαδή με τον σπάνιο συνδυασμό σύνεσης υπολογιστικής και τόλμης αλματικής. Πλεονεκτήματα που άστραφταν και με τα οποία ο Γιάννης κέρδισε πολλές αναμετρήσεις που φαίνονταν χαμένες. Μα το παιχνίδι, κάθε παιχνίδι στη ζωή, κάποτε δυσκολεύει, παίζεις με μια τύχη απλή, η μπίλια πέφτει στο zero και χάνεις. (περισσότερα…)

Τα πράγματα άλλαξαν, μαμά…

*

του ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΤΣΟΓΙΑΝΝΗ

Ένα κατ’ εξοχήν ταμπού των κοινωνιών μας όπως η ομοφυλοφιλία δεν θα μπορούσε μην είναι ταμπού στον κινηματογράφο. Κατά καιρούς, παλαιότερα, εμφανίζονταν νύξεις στο θέμα μέσω της περιθωριακής πάντα σκιαγράφησης κάποιων γραφικών χαρακτήρων («τι να κάνουμε, αποτελούν κι ‘αυτοί’ μέρος της σάπιας κοινωνίας όπου ζούμε!»). Από την εποχή όμως που στον Σπάρτακο του Κούμπρικ ο Κράσος (Λώρενς Ολίβιε) έκανε καλυμμένες ερωτικές προτάσεις στον ποιητή Αντωνίνο (Τόνυ Κέρτις), που δεν ήταν και τόσο καλυμμένες στο director’s cut της ταινίας, που προβλήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, μέχρι το Φιλαδέλφεια και το Φιλί της γυναίκας-αράχνης, για να μην αναφέρουμε νεότερες ταινίες, τα πράγματα άλλαξαν ραγδαία, ακολουθώντας, φυσικά, τις κοινωνικές αλλαγές, όχι χωρίς ενίοτε να τις παρέλκουν.

Βέβαια, η προβολή του θέματος γινόταν συνήθως με αφορμή μια κάποια παράπλευρη κοινωνική παθολογία: ας πούμε, η ρωμαϊκή παρακμή (Σπάρτακος, Σατυρικόν), η εξάπλωση του AIDS (Φιλαδέλφεια), o φασισμός (Σαλό), η πολιτική καταπίεση (Το φιλί της γυναίκας-αράχνης), o σεξουαλικός υπόκοσμος (Το θύμα [Victim]) κ.ά. Υπάρχουν, βέβαια, και οι ταινίες του Φασσμπίντερ, όπου η ομοφυλοφιλία θεωρείται μια δεδομένη κατάσταση χωρίς καμιάν απολογητική ή απενοχοποιητική διάθεση, αλλά πάντα μπλεγμένη σε ένα δίκτυο εξουσιαστικών σχέσεων (Το παιχνίδι της τύχης, Καβγατζής), ενώ στα καθ’ ημάς ο χρονολογικά πρωτοπόρος Άγγελος επισυνάπτει τον ομοερωτισμό στην πορνεία και στο σεξουαλικό έγκλημα.

Οι ταινίες που αντιμετωπίζουν την ομοφυλοφιλία καθαυτή, τρόπον τινά, δηλαδή το πώς παράγεται, εξελίσσεται και εκφαίνεται από τη σκοπιά της συγκρότησης του υποκειμένου είναι πολύ λιγότερες. Η ταινία του Άντριου Χέηγκ Άγνωστοι μεταξύ μας οφείλει την πρωτοτυπία της σε αυτό: ανιχνεύει γενετικά, ψυχαναλυτικά θα έλεγαν κάποιοι, την εξέλιξη του φαινομένου· κι εδώ, βέβαια, ο κοινωνικός περίγυρος παίζει, ή έχει παίξει, τον αρνητικό του ρόλο, όμως από ένα σημείο και μετά, αφότου ο κεντρικός ήρωας Άνταμ (Άντριου Σκοτ) ανοιχτεί στον σύντροφό του (Πωλ Μεσκάλ), οι αντικειμενικοί κατασταλτικοί παράγοντες φαίνεται να μην υφίστανται. Ο Άνταμ συναντά τον Χάρρυ σε μιαν ακατοίκητη ακόμη πολυώροφη πολυκατοικία σε ένα μοδάτο λονδρέζικο προάστιο. Φαινομενικά, από εκεί και πέρα το μέλλον τούς ανήκει, αν εξαιρέσουμε όμως το οικογενειακό παρελθόν του Άνταμ: τις σχέσεις του με τους γονείς του όσον αφορά στη σεξουαλικότητά του, γονείς που έχασε αναπάντεχα στην ηλικία των δώδεκα. (περισσότερα…)

Θρύλοι μιας άλλοτε ζωής

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 02:24
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Γεώργιος Σεφεριάδης και Μαρία Καλογεροπούλου, θρύλοι μιας άλλοτε ζωής. Λονδίνο, Royal Albert Hall, 27 Φεβρουαρίου 1962.* Ο πρώτος υπηρετούσε τους τελευταίους μήνες της πρεσβευτικής θητείας του στην αγγλική πρωτεύουσα, η δεύτερη έχει έρθει για μια εμφάνιση στο φημισμένο συναυλιακό θέατρο. Τη συνάντησή τους μετά την παράσταση, ο ποιητής δεν τη μνημονεύει στις Μέρες, ίσως δεν ειπώθηκε και τίποτε αξιομνημόνευτο αναμεταξύ τους. «Τραγούδησε, μικρή Αφροδίτη, τραγούδησε…»

(Σημειώσεις, ίσως, για ένα ποίημα.)

*Για την ακριβή χρονολόγηση της φωτογραφίας, ευχαριστώ τον Αλέξανδρο Δαμίγο.

~.~

Η αδιάλειπτη ακτινοβολία του Κωστή Παλαμά (σαν σήμερα πέθανε, στις 27.2.1943) για κάποιο δυσπροσδιόριστο λόγο φαίνεται να ενοχλεί κάμποσους στο ποιητικό μας σινάφι.
«Ποιοι διαβάζουν σήμερα Παλαμά;» ρωτούν και ξαναρωτούν. Στο ερώτημα αυτό προσωπικά έχω επανειλημμένα απαντήσει, αλλά δεν πειράζει, επανάληψις μήτηρ μαθήσεως. Ας (ξανα)δούμε λίγο τα νούμερα.

Η ανθολογία Κασίνη βγήκε τον Δεκέμβρη του 2004. Ώς το 2011 είχαν κυκλοφορήσει άλλες έξι ανατυπώσεις της (έχω την 7η εκτύπωση) και ακολούθησαν κι άλλες (ώς το 2017 τουλάχιστον, κατά τα αναγραφόμενα στην ιστοσελίδα του Πατάκη). Η κλασσική ανθολογία Κατσίμπαλη-Καραντώνη (πρώτη έκδοση 1973), μόνο από το 1994 και εντεύθεν έχει ανατυπωθεί τουλάχιστον 10 φορές από την Εστία. Η ίδια ανθολογία (σε επιτομή) κυκλοφόρησε το 2014 από την Καθημερινή – οι προσφορές της εφημερίδας συνήθως τυπώνονται σε δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα.

Σε αυτές πρέπει να προστεθούν: η Ανθολογία Λάγιου (Ερμής, 2001), η Ανθολογία του Κ. Χατζηαντωνίου (Κέδρος, 2018), οι έντεκα τόμοι των παλαμικών ποιημάτων στη σειρά των νέων Απάντων (Ίδρυμα Παλαμά, 2018-2021), η ερωτική ανθολογία Βουτουρή (Μελάνι, 2018), τουλάχιστον άλλες δύο ανθολογίες (ΑΛΔΕ 2017, Ενάλιος 2013) και καμιά 15αριά νέες εκδόσεις μεμονωμένων συλλογών του ποιητή.

Τα Σατιρικά γυμνάσματα και μόνον κυκλοφόρησαν σε 2 (εξαντλητικά σχολιασμένες!) εκδόσεις την τελευταία δεκαετία (Μερακλή και Κοκόλη), ο Δωδεκάλογος κυκλοφόρησε σε 5 διαφορετικές αυτοτελείς νέες εκδόσεις μετά το 2014, κ.ο.κ., κ.ο.κ. Ιδίως μετά την απελευθέρωση των δικαιωμάτων του έργου του το 2013, ο Παλαμάς ζει κανονική εκδοτική αναγέννηση: κοντά 50 διαφορετικές εκδόσεις μετράει η Βιβλιονέτ, σχεδόν 5 νέες τον χρόνο, χώρια οι ανατυπώσεις! Για πόσους άλλους Έλληνες συγγραφείς μπορούμε να πούμε κάτι παρόμοιο;

Ώστε ότι διαβάζουν σήμερα κάποιοι (πολλοί!) τον Παλαμά είναι εντελώς αδιαμφισβήτητο. Το μεγάλο ενδιαφέρον για το έργο του το δείχνουν άλλωστε και οι νέες μελοποιήσεις, οι κριτικές μελέτες, οι σκηνικές παραστάσεις, τα επιστημονικά συνέδρια, οι νέες μεταφράσεις.

Εξίσου αδιαμφισβήτητο είναι όμως και το γεγονός ότι η πλειονότητα των σημερινών ποιητών τον Παλαμά ΔΕΝ τον διαβάζει. (Τονίζω το «πλειονότητα», αρκετοί και διαρκώς αυξανόμενοι είναι τα τελευταία χρόνια οι ποιητές μας, ιδίως οι νεώτεροι, που εμπράκτως έχουν δείξει το ενδιαφέρον τους γι’ αυτόν). Στην ουσία έχουμε να κάνουμε με δύο διακριτούς κόσμους.

Μήπως να αναδιατυπώναμε τότε το ερώτημα; Αυτούς τους πρώτους, τους ποιητές που ΔΕΝ διαβάζουν Παλαμά, ποιοί τους διαβάζουν σήμερα; Τι σημασία έχει τέλος πάντων, ποιον μπορεί να αφορά η όποια γνώμη τους;

~.~ (περισσότερα…)

Χωρίς δίκη

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 11:22
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

«Η πολυτέλεια είναι ηθικά απεχθής», αποφάνθηκε κάποτε ο Κρίστοφερ Λας. Ο Λας μιλάει για την πολυτέλεια που εξασφαλίζει ο οικονομικός πλούτος. Τι γίνεται όμως με τις άλλες πολυτέλειες της ζωής μας; Η αισθητική πολυτέλεια λ.χ. είναι ηθικά απεχθής; Και δεν χρειάζεται να πάει κανείς ώς τους πομπώδεις Τάφους των Μεδίκων στη Φλωρεντία για να το αναρωτηθεί. Η υπερεπίδειξη που βλέπουμε στον όψιμο Τζόυς, ως εκφραστική πολυτέλεια τώρα πια, είναι ηθικά απεχθής αν συγκριθεί λόγου χάρη με την ισορροπία της κλασσικότροπης πρόζας ενός Ντίκενς ή ενός Τολστόι; Οι κραυγαλέες υπερβολές των σουρρεαλιστών ή του νταντά; Η υπερκλέπτυνση της γαστρονομίας και των εδεσμάτων της, τα λεπτεπίλεπτα μυστικά του καλλωπισμού ή της σωματοδομικής που μετατρέπουν την όψη και τους μυώνες σε θέαμα επιδεικτικό είναι τέτοιες, ηθικά απεχθείς πολυτέλειες;

~ . ~

Ο Κώστας Καραμανλής το 2004 πήρε 3.360.000 ψήφους. Ανδρέας Παπανδρέου, Κώστας Σημίτης, Γιώργος Παπανδρέου όλοι ξεπέρασαν τα 3.000.000 ψήφους, κάποτε και ως αρχηγοί του δεύτερου κόμματος. Ο Τσίπρας στις δεύτερες εκλογές του 2015 δεν συγκέντρωσε ούτε 2.000.000, και ο νυν πρωθυπουργός το 2019 πήρε 2.250.000 ψήφους. Οι αριθμοί δεν απατούν, μέσα σε μια τετραετία είδαμε τις λαϊκές μειοψηφίες να μασκαρεύονται σε θεσμοπρεπείς πλειοψηφίες και 1.500.000 εκατομμύριο Έλληνες να παίρνουν διαζύγιο από τις κάλπες.

~ . ~ (περισσότερα…)

Ένας διαφορετικός «οδηγός αυτοβελτίωσης»

Eva Illouz, Γιατί πληγώνει ο έρωτας,
Μτφρ.: Διονύσης Παπαδουκάκης
Εκδόσεις του Eικοστού Πρώτου, 2019

της ΚΩΣΤΟΥΛΑΣ ΜΑΚΗ

Εάν κάποιος παρατηρούσε τις προθήκες ενός βιβλιοπωλείου και πρόσεχε τον τίτλο του βιβλίου της Eva Illouz, χωρίς να γνωρίζει το έργο και το προφίλ της, ενδέχεται να θεωρούσε ότι το βιβλίο είναι ένας πρακτικός οδηγός επούλωσης ερωτικών τραυμάτων. Ο τίτλος του βιβλίου: Γιατί πληγώνει ο έρωτας παραπέμπει άμεσα σε όλα τα best seller των “γυναικείων” βιβλίων, οδηγών αυτοβελτίωσης, τα οποία έχουν ως στόχο την εξερεύνηση των σχέσεων των δύο φύλων και τις συμβουλευτικές προτάσεις για τη συντήρηση μιας “πετυχημένης” ερωτικής σχέσης με διάρκεια.

(περισσότερα…)