Month: Μαΐου 2023

Ηλίας Μηνιάτης, Το δίλημμα του Ζάλευκου

*

Ζάλευκος, ὁ βασιλεύς τῶν Λοκρῶν, ἔκαμεν ἀνάμεσα εἰς τούς ἄλλους ἕνα νόμον, ὅτι ἑνός μοιχοῦ νά ἐβγάνωσι καί τούς δύο ὀφθαλμούς· δικαιότατος νόμος, νά χάνη τό φῶς τῶν ὀμμάτων, ὁποῦ εἶναι τό ἀκριβώτερον πρᾶγμα τῆς ζωῆς, ὅποιος ἐγγίζει τοῦ ἄλλου τήν τιμήν, ὅπου εἶναι τό ἀκριβώτερον πρᾶγμα τοῦ κόσμου.

Πρῶτος, ὅπου παρέβη τόν νόμον τοῦτον καί ἐπιάσθη εἰς μοιχείαν, ἐστάθη ὁ ἴδιος του υἱός καί ἀποφασίζει ὁ δικαιότατος βασιλεύς νά τοῦ δοθῇ ἡ πρέπουσα παίδευσις. Παρακαλοῦσιν ὅλοι οἱ ἄρχοντες, παρακαλεῖ ὅλος ὁ λαός τόν βασιλέα νά γένῃ ἵλεως πρός τόν υἱόν του, τόν διάδοχον καί κληρονόμον τῆς βασιλείας του, ἄλλ᾽ ἐκεῖνος στέκει στερεός εἰς τήν γνώμην του καί θέλει καλλίτερα νά φυλάξη τόν νόμον του, παρά τόν υἱόν του. Ἀλλ᾽ ἐπειδή αἱ μεσιτεῖαι καί αἱ παρακλήσεις τόν στενεύουσι δυνατά, ἄρχισε νά μαλακώνεται καί νά ἀκούῃ ὄχι μόνον δικαιοσύνην του, ἀλλά καί τήν πατρικήν ἀγάπην. Ἡ δικαιοσύνη – ἔλεγε συλλογιζόμενος μέ τόν ἑαυτόν του – ζητεῖ νά τυφλώσω τόν υἱόν μου, διατί εἶναι παραβάτης τοῦ νόμου μου· ἡ ἀγάπη ἡ πατρική ζητεῖ νά συμπαθήσω τόν υἱόν μου, διότι εἶναι γέννημα τῶν σπλάγχνων μου. Ἄν ἐγώ παραβλέψω τήν δικαιοσύνην μου καί δέν τόν παιδεύσω καθώς πρέπει, εἶμαι ἄδικος κριτής· ἄν παραβλέψω πάλιν τήν ἀγάπην τήν πατρικήν καί τόν τιμωρήσω καθώς πρέπει, εἶμαι ἄσπλαγχνος πατήρ.

Ἄχ τύχη! καί ἄν ἐγώ ἔμελλον νά εἶμαι πατήρ, διά τί νά μέ κάμῃς κριτήν; ἄχ φύσις! καί ἄν ἐγώ ἔμελλον νά εἶμαι κριτής, διατί νά μέ καμῃς πατέρα; μά πῶς; ἀμφιβάλλω; ἐγώ εἶμαι δίκαιος κριτής, ἡ δικαιοσύνη εἶναι τυφλή καί δέν βλέπει εἰς τοῦ πταίστου τό πρόσωπον…, μά πάλιν τί ἀποφασίζω; ἐγώ εἶμαι φιλότεκνος πατήρ καί ἡ ἀγάπη εἶναι ὁμοίως τυφλή, καί δέν βλέπει τοῦ πταίστου τό πταίσιμον. Εἶμαι βασιλεύς, ὅταν θέλω ἠμπορῶ νά παιδεύσω, μά καί ὡς βασιλεύς, ὅταν θέλω ἠμπορῶ νά συγχωρήσω· καί νά μή φυλάξω ἕνα υἱόν, ὁποῦ ἐγώ ἐγέννησα; τί νά κάμω ὁ δυστυχής, καί κριτής καί πατήρ; εἶναι τάχα μέσον νά φυλάξω καί τόν νόμον μου, νά φυλάξω καί τόν υἱόν μου;

Ναί. Ἐδῶ χρειάζεται νά ἐβγοῦσι δύο μάτια· ἄς ἔβγῃ ἕνα ἀπό τά μάτια μου, ἄς ἔβγῃ καί ἄλλο τοῦ υἱοῦ μου· ἄς δώσῃ ἐκεῖνος τό ἕνα, διατί εἶναι πταίστης, ἄς δώσω καί ἐγώ τό ἄλλο, διατί εἶμαι πατήρ· μέ τοῦτο θέλω εὐχαριστήσει τήν δικαιοσύνην μου καί τήν ἀγάπην μου· μέ τοῦτο θέλω φυλάξει τόν νόμον ου καί τόν υἱόν μου· μέ τοῦτο θέλω φανῇ καί κριτής δίκαιος καί πατήρ φιλότεκνος. Ἔτσι ἔγινεν ἀκροαταί. Ἐδῶ δύο μάτια ἐχρειάζοντο, ὅμως ἀπό τό ἕνα μέρος, διά νά πληρωθῇ ὁ νόμος καί νά παιδευθῇ τό πταίσιμον, ἀπό τό ἄλλο διά νά φυλάξη ὁ κριτής πατήρ τήν ἀγάπην του, ὁ πταίστης υἱός τό φῶς του, εὑρέθη τοῦτος ὁ μέσος ὅρος, νά δώσῃ τό ἕνα ὁ πατήρ καί τό ἄλλο ὁ υἱός. Τοῦτο εἶναι ἕνα παράδειγμα ἐξαίρετον, ἀνάμεσα εἰς ὅλας τάς ἱστορίας, μιᾶς ἄκρας καί βασιλικῆς δικαιοσύνης καί συγκαταβάσεως πατρικῆς.

ΗΛΙΑΣ ΜΗΝΙΑΤΗΣ (1669-1714)
Εἰς τό Σωτήριον Πάθος Α΄, απόσπασμα

*

Μαύρα καράβια τα όνειρά μας

*

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

Μαύρα καράβια τα όνειρά μας

Ασπρίζει η καρδιά μου από τη λύπη βλέποντας πως το ορθοπολιτικό κίνημα στα γράμματά μας είναι ακόμα δειλό και άτολμο. H προφορική μας παράδοση ωστόσο επιβάλλεται να επανεξεταστεί αυστηρά και η γραμματεία μας να ξαναγραφτεί απ’ την αρχή, προκειμένου να απαλλαγεί από τα γλωσσικά ανομήματα της λευκής πατριαρχίας. Ένα απ’ αυτά, για παράδειγμα, συσχετίζει δυσφημιστικά το μαύρο χρώμα με τη θλίψη και τον θάνατο ενώ συνδέει το λευκό με θετικές αξίες. Έτσι, ξεκινώντας από τη μυθολογία και την τραγωδία, προτείνω τα πρόσημα να αντιστραφούν. Οι μαύρες Ευμενίδες ν’ ασπρίσουν από το κακό τους και ο Θησέας να προξενεί τον θάνατο του πατέρα του σηκώνοντας κατά λάθος άσπρο πανί. Η μαύρη χολή του Αχιλλέα να ωχριάσει και οι μαύρες σκιές που τριγυρίζουν τον Οδυσσέα στον Άδη να γίνουν λευκές οπτασίες. Ο Χάρος να πάψει ν’ απεικονίζεται ως μαύρος καβαλάρης και τα νερά της Στυγός να ρέουν γαλακτόχρωμα. Ακολούθως, η δήλωση του Σωκράτη, «λευκή στάθμη ειμί προς τους νέους», είναι αναγκαίο ν’ αλλάξει φιλοσοφικό χρωματισμό και να γίνει μαύρη στάθμη. Ο στίχος του Σολωμού, γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα, να εξοριστεί από τα αναγνωστικά μας για τη ρατσιστική του παρομοίωση, όσο για την ποιητική του κόρη, ας επιτραπεί να κατεβαίνει απ’ το βουνό αλλά μόνο μαυροντυμένη. Τα υπόπτου πολιτικής αποχρώσεως μαύρα ερείπια της καβαφικής Πόλεως θα πρέπει να βαφτούν άσπρα και το απαράδεκτο για τις ιδεολογικές του παρασημάνσεις Εν Λευκώ του Ελύτη, να τιτλοφορηθεί εκ νέου Εν Αμαυρώ. Η διαλεύκανση μιάς εκκρεμούσας αστυνομικής υποθέσεως να κοινοποιείται ως διαμαύρωση, καθαρό ποινικό μητρώο να λογίζεται το μαύρο και, αντιθέτως, η αμαύρωση της φήμης ενός αδίκως κατηγορούμενου να στηλιτεύεται εφεξής ως λεύκανση. Η λευκή κάρτα, ως μεταφορική ένδειξη εμπιστοσύνης, να αντικατασταθεί με την επίδοση μαύρης κάρτας και εκφράσεις όπως, η μαύρη μου η μοίρα, να λογοκριθούν απηνώς ενώ πάσα κακοτυχία να ντυθεί στα λευκά. Το μαύρισμα ενός υποψηφίου στις εκλογές να τραπεί σε άσπρισμα και η μαύρη ώρα της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου να γυρίσει σε λευκή. Τα μαύρα ταμεία των διεφθαρμένων επιχειρήσεων να ονομάζονται πλέον πάλλευκα, η μαύρη ψυχή ενός κακούργου να καταγγέλλεται ως λευκή και την ώρα της κρίσεως να γκρεμίζεται σε άσπρα βάραθρα. Γενικότερα, ο μονομερής παραλληλισμός της αθωότητας με τη λευκότητα χρήζει ανατροπής, όθεν η υπεράσπιση μιάς συνειδήσεως λευκής ως περιστερά να γίνει μαύρη σαν καλιακούδα. Τέλος, το βαμμένο στην προκατάληψη δημοτικό τραγούδι, μαύρη ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες, να διαγραφεί από τα ιστορικά μας κατάστιχα, μπας και ξημερώσει επιτέλους και για μας μια μαύρη μέρα! (περισσότερα…)

Ορέστης Αλεξάκης (2.10.1931-16.5.2015)

*

ΕΚΛΥΣΗ

Με παρασύρεις σ’ ένα φως που εξουθενώνει
Νιώθω το θαύμα σαν απέραντη ενοχή
Βρίσκομαι κάπου σε μιαν άγνωστη εποχή
Ξάφνου μυρίζω τα μαλλιά σου και νυχτώνει

Κρύψε με μέσα στους μυχούς του σώματός σου
Μια μεταμόρφωση στο χρόνο προσπαθώ
Δόσε μου σχήμα, δόσμου βάρος να βρεθώ
προστατευμένος στον ασύλητο βυθό σου

Μη λησμονείς τη σκοτεινή συνωμοσία
Τον Επισκέπτη τον Επόπτη το Γιατρό
Μ’ έχουν καρφώσει σ’ έναν πέτρινο σταυρό
ν’ αντιμετριέμαι με τη σκόνη στα μουσεία

Χιόνι σα θάνατος το θάλαμο σκεπάζει
Μέσα σε δάσος αγαλμάτων περπατώ
Λες κι’ είναι ο κόσμος ένα βλέφαρο ανοιχτό
μ’ απ’ όπου δε θυμάμαι ποιος και πού κοιτάζει

Σ’ έχω ανασύρει μα κανείς δεν το ’χει μάθει
Κρύβω το σκάφανδρο στα υπόγεια του ναού
Σ’ αγγίζω – αγγίζω το μυστήριο του θεού
λουσμένος πάλι σ’ άγιο φως κι’ ανίερα πάθη

Αγαθά παιγνίδια, 1994

*

Immanuel Kant, Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική

*

Σχολιασμός – Μετάφραση
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

~.~

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική (Anthropologie in pragmatischer Hinsicht), επιλεγμένα αποσπάσματα της οποίας παρουσιάζουμε με τη σημερινή ανάρτηση,  είναι το τελευταίο έργο του Ιμμάνουελ Καντ το οποίο εξέδωσε ο ίδιος (1798). Προέκυψε από τα μαθήματα που παρέδιδε ο Καντ για το αντικείμενο τούτο στο Πανεπιστήμιο της Καινιξβέργης (Königsberg, το σημερινό Κaliningrad), από το έτος 1772/73 έως το 1795/96, στηριζόμενος στα καλύτερα συγγράμματα εμπειρικής Ψυχολογίας και πρακτικής Φιλοσοφίας της εποχής του, αλλά και στις απέραντες γνώσεις του στα πεδία των επιστημών και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, αρχαίας και νεότερης. Η σημασία και η αξία του έργου αναγνωρίζεται καθολικά και διεθνώς, όχι μόνο μέσα στα όρια της ακαδημαϊκής φιλοσοφίας, αλλά και στο πλαίσιο των κοινωνικών επιστημών. Θεωρείται από τα θεμελιακά έργα του κλάδου της Ανθρωπολογίας, και μάλιστα τόσο της φιλοσοφικής όσο και της εμπειρικής και επιστημονικά τεκμηριωμένης. Ως προς το περιεχόμενό του, καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τους κλάδους της φιλοσοφικής Ανθρωπολογίας, της Ηθικής, της Ψυχολογίας, εν μέρει και της Κοινωνιολογίας.

Αλλά τι είναι η Ανθρωπολογία από άποψη πραγματιστική;[1] Ο παρακάτω Πρόλογος του έργου[2] επεξηγεί με επάρκεια το ερώτημα αυτό, αλλά δεν περιττεύουν μερικές διευκρινίσεις. Σε αντιδιαστολή προς μια μονάχα θεωρητική, αφηρημένη ή μεταφυσική πραγμάτευση των ζητημάτων των σχετικών με τον άνθρωπο, η πραγματιστική Ανθρωπολογία, όπως την εννοεί ο Καντ, έχει στόχο κυρίως πρακτικό, δηλ. να συμβάλλει στην καθοδήγηση των πράξεων και στην επίτευξη των στόχων που θέτει κάποιος. Ειδικότερα όμως έχει και στόχο πραγματιστικό με το νόημα να συμβάλλει στο κοινό όφελος και στην ευδαιμονία όλων, καθώς «το ανθρώπινο γένος οφείλει και δύναται να γίνει το ίδιο ο δημιουργός της ευτυχίας του» (Ανθρωπολογία, 7:328).  Σ’ ένα γράμμα του προς τον προσφιλή μαθητή του, ιατρό Marcus Herz (το 1773), γράφει ότι η Ανθρωπολογία αποβλέπει στο «να αποκαλύψει τις πηγές όλων των επιστημών [που ασχολούνται με] τα ήθη, με την ικανότητα των συναναστροφών, και με τη μέθοδο της εκπαίδευσης και διακυβέρνησης των ανθρώπων, άρα με όλα όσα είναι πρακτικά».

Ειδικότερα, η Ανθρωπολογία αποτελεί το εμπειρικό υπόβαθρο και σύστοιχο, δηλ. το εμπειρικό και εφαρμοσμένο μέρος της πρακτικής και ηθικής φιλοσοφίας. Εκθέτει την εμπειρική Ψυχολογία, στηριγμένη σε διεξοδική ανάλυση των ψυχικών ή πνευματικών ικανοτήτων του ανθρώπου: των γνωστικών ικανοτήτων, του συναισθήματος της ηδονής ή ευχαρίστησης και της δυσαρέσκειας ή λύπης, καθώς και του επιθυμητικού ή της θέλησης. Παρουσιάζει εκτεταμένες αναλύσεις των διαφορετικών «χαρακτήρων» (χαρακτηριστικών) των ιδιοσυγκρασιών, των φύλων, των λαών και των φυλών με αφάνταστη πληθώρα περιγραφών και παρατηρήσεων, οι οποίες στηρίζονται λ.χ. στην ιστορία, στη λογοτεχνία και στην εμπειρία. Τέλος, προσφέρει μια σύνοψη της φιλοσοφίας της ιστορίας του Καντ. Η Ανθρωπολογία προσφέρει εκτεταμένο και ανεκτίμητο υλικό για μια νέα προσέγγιση και κατανόηση του ανεξάντλητου κριτικού έργου του. Δίχως υπερβολή, αποτελεί, στην ωριμότερη ώρα του Διαφωτισμού, τον κορυφαίο πρόδρομο και πρωτοπόρο της εμπειρικής θεμελίωσης των κοινωνικών επιστημών και των «επιστημών του ανθρώπου». Σε αντίθεση με τη συχνά στριφνή και δύσβατη γλώσσα των συστηματικών κύριων έργων του Καντ, η Ανθρωπολογία είναι γραμμένη σε μια γλώσσα πολύ πιο γλαφυρή, ζωντανή και κατανοητή. Σωστά λέει ο Ε. Π. Παπανούτσος (βαθύς γνώστης του Καντ και, με τον τρόπο του, Νεοκαντιανός ο ίδιος) ότι ο σοφός δάσκαλος της Καινιξβέργης «άμα ήθελε, μπορούσε να γράφει (όπως άλλωστε και μιλούσε στις παραδόσεις του) όχι μόνο με εμβρίθεια, αλλά συνάμα με χάρη και χιούμορ».[3]

(περισσότερα…)

Νόημα και λειτουργία στον σύγχρονο κόσμο

Ιωάννας Τσιβάκου,
Περίπλους στις ακτές του νοήματος,
Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, Μάιος 2023

Για να προσεγγίσει κανείς με κάποια πιθανότητα επιτυχίας τα σύγχρονα πολύπλοκα, πλουραλιστικά και συνάμα αντιφατικά κοινωνικά φαινόμενα της δυτικής κοινωνίας, είναι υποχρεωμένος να περπατήσει εκ νέου στα μονοπάτια της κοινωνικής οντολογίας, χαραγμένα κατά το παρελθόν από μεγάλους κοινωνικούς στοχαστές. Το εγχείρημα για μια οντολογικής φύσεως διερεύνηση μοιάζει σαν να έχει εξοριστεί στις μέρες μας από τα χωράφια της κοινωνιολογικής σκέψης, καθώς το τρέχον και το επίκαιρο, οι συνεχείς κοινωνικές μεταβολές και το κυρίαρχο πνευματικό κλίμα της αβεβαιότητας είναι τόσο εξαπλωμένα, ώστε μια εκ νέου θεωρητική αναζήτηση σε συστατικά στοιχεία της κοινωνίας να θεωρείται περιττή.

Κι όμως, ένας παρόμοιος ισχυρισμός δεν αληθεύει. Μια περιδιάβαση σε κείμενα σημαντικά της κοινωνικής θεωρίας δείχνει ανάγλυφα πως η ουσία των κοινωνικών οντοτήτων συγκροτείται από ένα θεμελιακό στοιχείο, κι αυτό είνται το νόημα. Το νόημα ξεπροβάλλει μέσα από όλες τις αναλύσεις ως το συστατικό, οντικό δεδομένο αυτών, και είναι αυτή η οπτική που κίνησε το ενδιαφέρον της συγγραφέως για έναν Περίπλουν στις Ακτές του Νοήματος.

Γύρω από τον άξονα του νοήματος περιστρέφεται σε κάθε ιστορική περίοδο η κοινωνική ζωή. Κάθε της έκφανση, κάθε φάση του πολιτισμού μας, αξιοποιεί το νόημα για να δώσει μορφή και περιεχόμενο σε σχέσεις και πράγματα που όχι μόνο μας περιβάλλουν, αλλά ορίζουν τον κοινωνικό χώρο και χρόνο εντός του οποίου εμείς οι ίδιοι συγκροτούμαστε ως ανθρώπινα υποκείμενα. Το ζήτημα συνεπώς δεν είναι η απουσία ενός οντικού δεδομένου για τις κοινωνικές οντότητες, αλλά η απουσία της διερεύνησης του είδους του εκάστοτε κυρίαρχου νοήματος, γεγονός που σταδιακά μας οδήγησε αντί ν’ αναφερόμαστε στη φύση και στην ποιότητα του νοήματος, να αναφερόμαστε με μεριστική λογική σε ιδιότητες αυτού και δη, όπως σήμερα, στη λειτουργικότητά του. (περισσότερα…)

Οράτιος, Carpe diem

*

Μη θες να μάθεις ποιο είν’ το τέλος που σου ορίστηκε
και πάψε πια με τα ωροσκόπια να παίζεις.

Ένα είν’ το ζήτημα —
κανείς ν’ αντέχει όσα του τύχουν.

Κι είτε πολλούς χειμώνες έχεις να σε περιμένουν
είτε ο ύστερός σου είναι αυτός
που όμοιος με κύμα
πάνω στα βράχια τώρα πια ξεσπάει και λειώνει,
σκέψου σωστά,
στράγγιξε και την τελευταία γουλιά,
είναι μικρή αυτή η ζωή,
τα όνειρα τα μεγάλα αψήφησέ τα —
πριν καν τελειώσεις την κουβέντα σου,
αδειάζει η άμμος στην κλεψύδρα.

Δρέψε το σήμερα λοιπόν.

Από το μέλλον τ’ άδηλο,
τίποτε μην προσμένεις.

Μετάφραση
ΕΡΡΙΚΑ ΜΥΛΩΝΑ

*

Ἡ ἄλλη ὄψη τῆς κωμωδίας

*

τοῦ ΓΙΩΡΓΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ

Ἐπιλογὴ καὶ ἐπιμέλεια: Ἀγγελικὴ Καραθανάση

Ἂς ξαναθυμηθοῦμε ἕν’ ἀπὸ τὰ πιὸ κωμικὰ ἐπεισόδια τοῦ Πατούχα, ἐκεῖ πρὸς τὸ τέλος τοῦ βιβλίου. Ὁ πρωτόγονος, ζαλισμένος ἀπὸ τὸ περίσσεμα τῆς δύναμης τῆς ζωῆς του, ἔφηβος ἀποφασίζει νὰ κλέψει μὲ τὴ βία τὴν πεισματάρα, ψηλομύτα Μαργή, ποὺ δὲν λέει ν’ ἀνταποκριθεῖ στὸν ἔρωτά του. Μπαίνει κρυφά, τὴ νύχτα, στὸ σπίτι της, σιμώνει τὸ κρεβάτι της κι ὅπως κοιμᾶται, μὲ τὰ σκεπάσματα, τὴ σηκώνει στὰ χέρια του καὶ τὴν φέρνει στὸ μαγαζί του. Μ’ ὅλο του τὸ μεθύσι παραξενεύεται ποὺ δὲ συναντᾶ καμιὰν ἀντίσταση σ’ ἐτούτη τὴν πράξη του. Ὅμως εἶναι τόση ἡ χαρά του καὶ τὸ θόλωμα τοῦ μυαλοῦ ἀπὸ τὸ κρασί, ποὺ δὲν τοῦ μένει καιρὸς γιὰ πολλὲς σκέψεις. Καὶ μόνο σὰν ἀνάψει τὸ λύχνο καὶ παραμερίσει τὰ σκεπάσματα, τότε θὰ βρεῖ τὴν ἐξήγηση: Δὲν ἔκλεψε τὴν κόρη, παρὰ τὴ μάνα. Θυμωμένος μαζὶ καὶ ντροπιασμένος θὰ διώξει τὴν ἐρωτευμένη μεσόκοπη χήρα καὶ θὰ γιατρευτεῖ ἀπὸ τὴν «κουζουλάδα» του. Θὰ ζητήσει συχώρεση ἀπὸ τὸν πατέρα του, θὰ φιλιωθεῖ μαζί του καὶ σὲ λίγες μέρες θὰ γίνει ὁ γάμος μὲ τὴν ἀρραβωνιαστικιά του, τὴν Πηγή. Κι ὅλη ἡ ἱστορία τοῦ Πατούχα θὰ τελειώσει εὐτυχισμένα.

Κι ἡ χήρα; Ὁ Κονδυλάκης μᾶς πληροφορεῖ μὲ λίγες γραμμές: «Μετ’ ὀλίγον ἦλθε μία γυναίκα ἐκ τοῦ συγγενολογίου, ἡ ὁποία ἀνήγγειλεν ὅτι ἡ χήρα ἡ Ζερβούδαινα εἶχε παραφρονήσει. Καθ’ ὅλην τὴν ἡμέραν ἐπανελάμβανε μίαν φράσιν: «Ντὰ δὲ σ’ ἀρέσω;» Αὐτὸ εἶν’ ὅλο. Μέσα στὴ γενικὴ χαρά, μέσα στὸ εὐτυχισμένο τέρμα τῶν παθημάτων τοῦ Μανώλη, δὲν ἀξίζει ν’ ἀπασχολήσει τὸ συγγραφέα παραπάνω ἡ ἱστορία τῆς Ζερβούδαινας. Αὐτὸ ἄλλωστε θὰ χαλοῦσε τὴν ἀτμόσφαιρα τοῦ ἔργου. Οἱ ἀναγνῶστες πρέπει κλείνοντας τὸ βιβλίο νά ’χουν ἕνα χαμόγελο στὰ χείλια. (περισσότερα…)

Παναγιώτης Κονδύλης, Στοχασμοί και αποφθέγματα

*

Εφέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από τη γέννηση και 25 από τον θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη (1943-1998). Με την ευκαιρία της επετείου, το ΝΠ, για το οποίο το έργο του Κονδύλη στάθηκε εξ αρχής βασικό σημείο αναφοράς, θα αποθησαυρίσει στη διάρκεια του έτους στην ειδική στήλη που εγκαινιάζουμε σήμερα, έναν αριθμό κειμένων είτε του ιδίου του στοχαστή, είτε μελετητών του, Ελλήνων και ξένων, δημοσιευμένων παλαιότερα.

~.~

Παναγιώτης Κονδύλης

ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ

Ι. Συμβολές στη θεωρία της επικοινωνίας
και στην αγάπη προς τον πλησίον

Ακριβώς οι πνευματωδέστερες συνομιλίες αποδεικνύουν τo αδύνατο της συναίνεσης: δείχνουν ότι για κάθε επιχείρημα υπάρχει και ένα αντεπιχείρημα.

Μεταξύ ετεροδόξων ο διάλογος είναι αδύνατος· μεταξύ ομοϊδεατών, περιττός.

Απαρχή ξεχωριστής οικειότητας: να κουτσομπολεύεις μ’ έναν τρίτο τους κοινούς σας φίλους.

Όταν προσδοκούμε από τους άλλους να μας «καταλάβουν», στην ουσία τούς ζητούμε να συμμεριστούν την αυτοκατανόησή μας. Φιλία είναι η (σιωπηρή) συμφωνία ότι η μια πλευρά συμμερίζεται την αυτοκατανόηση της άλλης.

Μια συνομιλία για τη φιλία ή τον έρωτα μπορεί να σημάνει την αρχή ή το τέλος μιας φιλίας ή ενός έρωτα.

Οι αλαζόνες προκαλούν την αντιπάθειά μας επειδή δεν μπορούμε να περιμένουμε απ’ αυτούς επιβεβαίωση της δικής μας φιλαυτίας.

Οι ανόητοι δεν παύουν να μεμψιμοιρούν ότι οι ευφυείς είναι επηρμένοι.

Στις επιτυχίες αισθανόμαστε πάνω από το ανθρώπινο μέτρο, στις αποτυχίες αναλογιζόμαστε την κοινή ανθρώπινη μοίρα.

Η μεγάλη ματαιοδοξία σε αντίθεση προς τη μικρή, που ζει από τις προσόδους του πυρετώδους πάρε-δώσε στο Vanity Fair της καθημερινότητας, είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητη από τον έπαινο και την επιδοκιμασία· γι’ αυτό και φαντάζει σαν μετριοφροσύνη.

Η ευγένεια συνιστά συχνότατα τον πιο επιδέξιο καιροσκοπισμό: μόνο ευγενείς άνθρωποι κατορθώνουν να κρατούν πάντοτε και συγχρόνως όλες τις πόρτες ανοιχτές. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος Θ΄: Συνέσιος ο Κυρηναίος

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

ΣΥΝΕΣΙΟΣ

Ύμνοι

Απόδοση Άρη Δικταίου

Ο Κυρηναίος Συνέσιος, συγγραφέας και χριστιανός επίσκοπος («φιλόσοφος ἱερεὺς» αυτοαποκαλείται), έζησε στον μεταιχμιακό κόσμο της Ύστερης Αρχαιότητας του 4ου-5ου αι. (π. 370-π. 413), κατά την μετάβαση προς τον χριστιανισμό, στην μεθοριακή περιοχή της Κυρηναϊκής στην Βόρεια Αφρική. Νεοπλατωνικός μαθητής της φιλοσόφου Υπατίας, κι ενώ δεν ήταν ακόμη βαπτισμένος, απαίτησε ο λαός να γίνει επίσκοπος Πτολεμαΐδος, λόγω της δραστήριας εμπλοκής του στην αντιμετώπιση βαρβάρων εισβολέων το 410. Όπερ και εγένετο, εξασφαλίζοντας ότι και θα παραμείνει νυμφευμένος αλλά και θα διατηρήσει κάποιες (νεοπλατωνικές) φιλοσοφικές-θεολογικές του απόψεις (προΰπαρξη ψυχής, αλληγορική ανάσταση, αϊδιότητα του κόσμου), που διέφεραν από το υπό διαμόρφωσιν χριστιανικό δογματικό πλαίσιο. Ανάμεσα στα διάφορα έργα και τις επιστολές που συνέγραψε, υπάρχουν και εννέα ύμνοι (με έναν επιπλέον δέκατο που θεωρείται νόθος) σε δωρική διάλεκτο με εμφανή την ύπαρξη στοιχείων της νεοπλατωνικής και της χριστιανικής θεολογίας. Αυτόν τον τελευταίο, μαζί με έναν ακόμη, απέδωσε στα νεοελληνικά ο Άρης Δικταίος, στο έργο του Σ᾽ ἀναζήτηση τοῦ ἀπόλυτου: Ἱστορικὴ Ἀνθολογία τῆς παγκοσμίου ποιήσεως, Ἀθήνα 1960.

~.~ (περισσότερα…)

Υπάρχουν μόνο δύο φύλα: Ένας βιολόγος εξηγεί γιατί

*

του CΟLΙΝ WRΙGΗΤ

Το τρανσεξουαλικό κίνημα έχει προκαλέσει σύγχυση σε πολλούς ευφυείς ανθρώπους ως προς το φύλο. Είναι οι κατηγορίες του ανθρώπινου φύλου κάτι το εμπειρικά πραγματικό, αμετάβλητο και δυαδικό ή είναι απλώς «κοινωνικές κατασκευές»; Το ερώτημα έχει επιπτώσεις στην πολιτική της νομικής και της υγειονομικής προστασίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος κατά πόσον άρρενες μπορούν να αγωνίζονται σε αθλήματα γυναικών, να κρατούνται σε γυναικείες φυλακές και να έχουν πρόσβαση σε χώρους που ιστορικά για λόγους δικαιοσύνης και ασφάλειας διαχωρίζονται με βάση το φύλο.

Όταν οι βιολόγοι λέμε ότι το φύλο είναι δυαδικό, εννοούμε κάτι απλό: υπάρχουν μόνο δύο φύλα. Αυτό ισχύει σε όλο το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Το φύλο ενός οργανισμού ορίζεται από τον τύπο του γαμέτη του (σπέρμα ή ωάριο). Τα αρσενικά παράγουν σπερματοζωάρια ή μικρούς γαμέτες, τα θηλυκά ωάρια ή μεγάλους γαμέτες. Επειδή δεν υπάρχει τρίτος τύπος γαμετών, υπάρχουν μόνο δύο φύλα. Το φύλο είναι δυαδικό.

Τα βιολογικώς ερμαφρόδιτα άτομα, των οποίων τα γεννητικά όργανα εμφανίζονται διφορούμενα ή μικτά, δεν αναιρούν τη δυαδικότητα του φύλου. Πολλοί ιδεολόγοι του φύλου, ωστόσο, ισχυρίζονται λανθασμένα ότι η ύπαρξη τέτοιων οριακών καταστάσεων καθιστά τις κατηγορίες «αρσενικό» και «θηλυκό» αυθαίρετες και χωρίς νόημα. Στο βιβλίο της Οι ερμαφρόδιτοι και η ιατρική επινόηση του φύλου (1998), η ιστορικός της επιστήμης Άλις Ντρέγκερ γράφει:

«Ο ερμαφροδιτισμός προκαλεί μεγάλη σύγχυση, επειδή η ανακάλυψη ενός ερμαφρόδιτου σώματος εγείρει αμφιβολίες όχι μόνο για το συγκεκριμένο σώμα, αλλά για όλα τα σώματα. Το υπό ερώτηση σώμα μάς αναγκάζει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς είναι αυτό –αν υπάρχει– που καθιστά το φύλο των υπολοίπων από εμάς αδιαμφισβήτητο».

Στην πραγματικότητα, η ύπαρξη τέτοιων σπανιότατων και οριακών περιπτώσεων ερμαφροδιτισμού δεν εγείρει ερωτήματα για το φύλο όλων των άλλων ανθρώπων, ακριβώς όπως η ύπαρξη της αυγής και του δειλινού δεν εγείρει αμφιβολίες για τη μέρα και τη νύχτα. Για τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων, το φύλο τους είναι προφανές. Και η κοινωνία μας δεν βιώνει ένα ξαφνικό δραματικό κύμα ανθρώπων που γεννιούνται με διφορούμενα γεννητικά όργανα. Βιώνουμε ένα κύμα ανθρώπων που ενώ ανήκουν αναμφισβήτητα στο ένα φύλο, ισχυρίζονται ότι «ταυτίζονται» με το αντίθετο φύλο ή με κάτι άλλο πέραν του αρσενικού ή του θηλυκού. (περισσότερα…)

Τροφή για Σκέψη | Ποιήματα για φάγωμα

*

Επιλογή – Μετάφραση : ΜΑΡΙΑ Σ. ΜΠΛΑΝΑ

~.~

Γκουέντολυν Μπρουκς

Αυτοί που τρων φασόλια

Φασόλια τρων κυρίως, τα δυο γερόντια με την όψη την ωχρή.
Το δείπνο, υπόθεση απλή.
Φθηνά πιατάκια σε τραπέζι ξύλινο, άστρωτο, που τρίζει,
τσίγκινα κουταλάκια.

Δυο άνθρωποι Κυρίως Καλοί.
Δυο άνθρωποι που οδεύουν προς τη δύση,
Μα συνεχίζουν να φορούν τα ρούχα τους καθημερνά
να μην πετάνε μικροπράγματα που έχουν κρατήσει.

Και να θυμούνται…
Να θυμούνται, μ’ αναλαμπές χαράς και δάκρυα,
σκύβοντας πάνω απ’ τα φασόλια, στο νοικιασμένο δώμα τους που βλέπει στον ακάλυπτο
και που είν’ γιομάτο μπιμπελό και κούκλες κι αποδείξεις και ριχτάρια, τρίμματα καπνού,
βάζα και σεμεδάκια.

Gwendolyn Brooks (1917-2000): Αφροαμερικανίδα ποιήτρια από το Σικάγο. Ήταν η πρώτη μαύρη λογοτέχνης που τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ (για την ποιητική συλλογή Annie Allen τον Μάιο του 1950). Με ευρεία θεματολογία, η ποίηση της Μπρουκς δεν περιορίζεται στο περιεχόμενο αλλά ούτε και στη μορφή, καθώς η ποιήτρια έγραφε με χαρακτηριστική άνεση τόσο σε ελεύθερο στίχο όσο και σε πιο περιοριστικά σχήματα όπως π.χ. σονέτα, διατηρώντας τη «λαϊκή αφήγηση», όπως έλεγε η ίδια. Το ποιήμα «Αυτοί που τρων φασόλια» προέρχονται από ομώνυμη ποιητική συλλογή της Μπρουκς που κυκλοφόρησε το 1960.

*

Γκάλγουεϋ Κίννελ

Χυλός βρώμης

Για πρωινό τρώω χυλό βρώμης.
Τον ζεσταίνω στο γκαζάκι με αποβουτυρωμένο γάλα.
Τον τρώω μόνος.
Το ξέρω πως δεν είναι ωραίο να τρως χυλό βρώμης μόνος.
Είναι τέτοια η υφή του που θα ’ταν καλύτερο για την ψυχική σου υγεία
να τον τρως παρέα με κάποιον. (περισσότερα…)

Οἰωνοκτόνος Ἰδαία χιών

*
Ο χιονιάς από την Ίδη που αφανίζει τα πουλιά
ΑΙΣΧΥΛΟΣ, Αγαμέμνων, 563-564
Στις πρόβες της Ορέστειας, Ανοιχτό Θέατρο, 2003

Η Ηλέκτρα…
Αυτή φταίει για όλα !
Αυτή πλήρωσε τον αρχιερμηνευτή των Δελφών,
(υπάρχουν φήμες που λένε ότι κοιμήθηκε κιόλας μαζί του)
να δώσει το δολοφονικό χρησμό στον Ορέστη.
Δεν πρόλαβε, όμως, να σώσει απ’ το μαχαίρι,
το κρυφό ερωτικό σαράκι της :  τον Αίγισθο.
Ας είχε το νου της !
Τώρα καταριέται Θεούς κι ανθρώπους.
Που να φανταστεί, όμως, η δόλια, ότι ο Ορέστης,
Παρορμητικός κι απρόβλεπτος,
ζήλεψε,
όταν συνειδητοποίησε, ότι το βυζί της μάνας του,
που τον έθρεψε μωρό, ριγούσε τώρα, οργασμικά,
στα χάδια ενός ξένου ! (περισσότερα…)