Περί της ηθικοποίησης της πολιτικής

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Όταν ήμουν στην εφηβεία, στο πλαίσιο των προβληματισμών της ηλικίας, υποστήριζα με θέρμη ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να έχουν ως πρότυπο στη συμπεριφορά τους τα παιδιά, και κυρίως την αθωότητά τους. Το επιχείρημά μου κατέρρευσε κυριολεκτικά, όταν μια αγαπημένη μου φίλη αντέτεινε ότι είναι λανθασμένη η υποστήριξη αυτού του επιχειρήματος, διότι απλά τα παιδιά δεν έχουν εισέλθει ακόμη στην πραγματική ανθρώπινη ζωή και συνεπώς δεν μπορούν να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση. Αργότερα έμαθα επίσης ότι το επιχείρημά μου ήταν διάτρητο και από άλλη πλευρά: τα παιδιά δεν είναι καθόλου αθώα!

Σκέφτηκα τα παραπάνω, παρακολουθώντας στη δημόσια συζήτηση τη διατύπωση επιχειρημάτων όπως περί «ηθικού πλεονεκτήματος», «ηθικής υποχρέωσης έναντι των πολιτών» και, γενικά, μια προσπάθεια «ηθικοποίησης» της πολιτικής αντιπαράθεσης. Πιο συγκεκριμένα, ως προς αυτό μπορώ να ισχυριστώ τα παρακάτω:

Πρώτο, δεν είναι δυνατόν να θεμελιωθεί «ηθικό πλεονέκτημα» (στην πολιτική), καθώς κάθε ηθική αντίληψη που δεν έχει ως αντίπαλό της τα προβλήματα ενός πραγματικού κράτους, ανακαλύπτει εν τέλει ότι, όταν κατακτήσει την εξουσία, δεν μπορεί να κυβερνήσει. Ισχύει το επιχείρημα της φίλης μου. Η προσπάθεια ιστορικής θεμελίωσης (αν μπορεί να υπάρξει και, πιστέψτε με, είναι δύσκολο αυτό να τεκμηριωθεί) προσκρούει με ορμή στην ιστορική πραγματικότητα της διακυβέρνησης. Αρχή άνδρα δείκνυσι.

Δεύτερο, αυτό το λεγόμενο «ηθικό πλεονέκτημα», αλλά και τα υπόλοιπα «ηθικά» συμπαρομαρτούντα, στηρίζονται σε μια ηθική βεβαιότητα πηγάζουσα από διάφορες φιλοσοφίες της ιστορίας που τους επιτρέπουν να σχεδιάζουν το μέλλον, ένα πλήρως ηθικό μέλλον. Ο εγγενώς ουτοπικός, εσχατολογικός και ηθικολογικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας της ιστορίας έχει αναλυθεί επαρκώς έτσι ώστε να μην σταθούμε σε περισσότερες αναφορές εδώ. Οι συνέπειες της εφαρμογής τέτοιων αντιλήψεων στην ιστορία επίσης.

Τρίτο, μια εντελώς ηθικοποιημένη πολιτική δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στον τρόμο και σε ένα ολοκληρωτικό κράτος, όπου η πραγματική κυριαρχία των ατόμων μένει κρυμμένη πίσω από το προσωπείο μιας δήθεν ανώνυμης διακυβέρνησης υπό τον μανδύα της ηθικής. Πρόκειται για μια ουτοπική διακυβέρνηση μέσω του τρόμου και της ιδεολογίας, τα δύο κύρια χαρακτηριστικά που η Χάννα Άρεντ είχε αποδώσει, ως γνωστόν, στον ολοκληρωτισμό.

Τέταρτο, το να μιλάει κανείς στο όνομα της ηθικής είναι ένδειξη πολιτικής αδυναμίας ή μια εξαιρετικά δόλια άσκηση της εξουσίας. Συγχρόνως, σε όλο αυτό το σκηνικό ενυπάρχει η αιώνια απειλή της αυταπάτης στην πολιτική. Η αληθινή αυταπάτη είναι ο μόνιμος κίνδυνος στην πολιτική και όσοι, ειδικότερα, μιλούν στο όνομα της ηθικής οφείλουν να εξετάσουν τα κίνητρά τους. Τελικά κάθε απάτη περιέχει εγγενώς την αυταπάτη. Η απάτη αποτελεί το θεμέλιο της κάθε εξουσίας.

Πέμπτο, τα ηθικά ζητήματα χρειάζεται να πολιτικοποιούνται και όχι να ηθικοποιείται η πολιτική. Εξαρχής υπογραμμίζεται ότι αναλύοντας τις αφετηρίες και τις διαδρομές του πολιτικού πολιτισμού έχουμε πολιτική ηθική και όχι ηθική γενικώς και αορίστως.

Έκτο, εδώ και δύο αιώνες σχεδόν –ουσιαστικά, από τον Καντ και μετά– η ηθική γινότανε όλο και περισσότερο ακαδημαϊκός κλάδος, φτωχός συγγενής της φιλοσοφίας ή υλικό θρησκευτικής κατήχησης. Όμως εδώ και περίπου 40 χρόνια παρατηρούμε μια φαινομενικά επιθετική επιστροφή ενός λόγου που επικαλείται την ηθική[1]. Ο όρος «λόγος» είναι εξάλλου υπερβολικός. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, η λέξη ηθική χρησιμοποιείται σαν σλόγκαν, ενώ στην καλύτερη αποτελεί σημάδι αμηχανίας και απορίας.[2]

Οι ιστορικοί λόγοι αυτής της επαναφοράς εύκολα μπορούν να εντοπισθούν στο τέλος των μεγάλων πολιτικών αφηγήσεων (αλλά και πράξεων) όπως αυτές έλαβαν χώρα στα τελευταία 200 χρόνια στη Γηραιά ήπειρο. Το τέλος αυτών των αφηγήσεων σηματοδότησε η πτώση του Σοβιετικού Συνασπισμού ως κύριου φορέα των σοσιαλιστικών ιδεών και η φθίνουσα πορεία των δυτικών δημοκρατιών. Οι δύο αυτές εξελίξεις σηματοδοτούν, υπό μία έννοια, το τέλος της νεωτερικότητας και την εμφάνιση της εποχής που έχουμε ονομάσει μετανεωτερικότητα[3].

Έβδομο, η συνεχής επίκληση της ηθικής σ’ ένα κόσμο πλήρους ανηθικότητας, διαφθοράς, ανισοτήτων, αυταρχισμού και χυδαιότητας τι πραγματικά σηματοδοτεί; Προς τα πού δείχνει το υψωμένο δάχτυλο όσων μετά μανίας την επικαλούνται; Μα είναι προφανές: προς την επιβολή ενός καθολικού ολοκληρωτισμού, ο οποίος πλέον εγκαθιστά στο κέντρο της ανθρώπινης κατάστασης τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, με τη μορφή της τεχνοεπιστήμης και των κινημάτων τύπου cancel culture, woke και των συναφών.

Κ.Μ.

~.~

[1] Βλ. ενδεικτικά Alasdair MacIntyre, After Virtue, 1981· Alasdair MacIntyre, Whose Justice? Which Rationality?, 1988· John Rawls, Θεωρία της δικαιοσύνης, Πόλις 2001 (έκδοση πρωτοτύπου 1971)· Jürgen Habermas, Η ηθική της επικοινωνίας, Εναλλακτικές Εκδόσεις 1997.
[2] Κ. Καστοριάδης, «Φύλλο συκής της ηθικής» στο Η άνοδος της ασημαντότητας, Ύψιλον/Βιβλία 2000.
[3] Για το ζήτημα αυτό δες Κ. Μελάς-Γ. Παπαμιχαήλ, Το αφόρητο βουητό του κενού. Όψεις της μετανεωτερικότητας στην ελληνική κοινωνία, Εκδόσεις Αγγελάκη, 2017.

*

Advertisement