*
ΕΠΙΣΗΣ
Το «επίσης» είναι μια λέξη που ποτέ δεν αξιώθηκε το πρωτείο, ποτέ δε βρέθηκε στην αφετηρία, ποτέ δεν όρισε τίποτε. Πάντα ακόλουθος πιστός, πάντα αναμένει την άφιξη του πρώτου νοήματος , για να ορίσει τον εαυτό της σε σχέση μ’ αυτό. Η πιο μεγάλη φιλοδοξία της η μη επανάληψή της. Ο πιο μεγάλος φόβος της μη μείνει να κρέμεται στην άκρη της φράσης σαν τραγούδι που του έκοψαν τις τελευταίες νότες και τρέχει κουτσαίνοντας πάνω στα πλήκτρα , σαν να μη φτάνει η στέγη των λέξεων να την προστατέψει από τη βροχή και να μουλιάζει εκεί αβοήθητη στο απροσδιόριστο, στο ημιτελές.
— . —
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑΤΟΚΙΒΩΤΙΟ
Έχει ένα μικρό τραπέζι στην άκρη του καθιστικού. Εκεί ακουμπά τη λίστα με τα ψώνια, τα αποτελέσματα των εξετάσεων (το ζάχαρο στα όρια), το τετράδιο που γράφει κάθε μέρα τις δουλειές (σουπερμάρκετ, τηλέφωνο στον υδραυλικό). Εκεί αφήνει και κάτι χαρτάκια με κομμένα μέλη λέξεων, τραυματίες από πολέμους του σημειωματάριου και ένα κλειδί από ένα γραμματοκιβώτιο από ένα σπίτι όπου έμενε παλιά.
Μερικές φορές ψάχνει τον αφαλό της κλειδαριάς στα συρτάρια των συναδέλφων στη δουλειά και άλλες θέλει να βάλει το κλειδί μέσα στα μάτια των διπλανών του στο μετρό και να ξεχυθούν τα γράμματα από μέσα τους.
Και πιο πολύ σκέφτεται τους λογαριασμούς που στοιβάζονται στο γραμματοκιβώτιο και απαιτούν την εξόφλησή τους. Φτάνουν στο σπίτι και το κυκλώνουν ψηλά μέχρι τη στέγη. Και τότε το κλειδί γίνεται μια αχρείαστη πρόφαση.
— . —
ΕΙΜΑΙ ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ
Είμαι το ποτάμι. Πέρασε χτες ένας περαστικός, κοίταξε μέσα μου κι είδε ένα σημάδι πάνω από το στόμα του από τότε που είχε χτυπήσει με το ποδήλατό του στα εφτά του χρόνια και μια γυναίκα ύστερα, είδε τα μακριά μαλλιά της, που τα μάκραινε καιρό.
Πέτρες, βατράχια, τα τρυφερά βρύα κάτω από το νερό, δεν τα βλέπει κανείς.
Είμαι το ποτάμι και το αντίδωρό μου είναι η εικόνα που αντανακλώ, η δική σου, ή καλύτερα, η δική μου δική σου.
— . —
Ο ΙΠΠΟΣ
Όταν μοιράζονταν οι ρόλοι στο παιχνίδι, το άλογο ήθελε να μπορεί να τρέχει ανεμπόδιστο εμπρός μα ο ρόλος δόθηκε στον πύργο. Ας μπορούσε τουλάχιστον να τρέχει από άκρον εις άκρον στο πεδίο της μάχης! Μα αυτή τη δυνατότητα αξιώθηκε ο αξιωματικός.
Έτσι του δόθηκε ένα πεδίο για να πάρει φόρα και ύστερα να την αρνηθεί. Να ξεκινήσει με ορμητικό καλπασμό και τελευταία στιγμή να τον ανακόψει και να αλλάξει δρόμο. Σε κανέναν άλλον παίκτη της παρτίδας δεν αναγνωρίζεται τέτοιο προνόμιο που είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί.
Κάθε φορά που εφορμά εμπρός υπερπηδώντας την παρουσία των άλλων, την ώρα που παίρνει την οριστική στροφή, αναρωτιέται αν αυτό είναι ελευθερία ή ένα τέχνασμα για να πάψει να την ονειρεύεται. Στο βάθος, περιμένουν οι ισχυρότεροί του κι αυτοί στήνουν τις ενέδρες των δρόμων. Συχνά πάνω στη γενναία στροφή.
Έτσι είναι οι κανόνες στο σκάκι και ας μην είναι αυτό ένα κείμενο για το σκάκι.
ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΛΤΣΑ
*