Σε αναζήτηση μιας νέας ενότητας

της ΛΙΛΑΣ ΤΡΟΥΛΙΝΟΥ

Πέτρος Πολυμένης
Και με την ελάχιστη υγρασία θ’ ανθίζουμε
Περισπωμένη 2022

Με τέσσερεις ποιητικές συλλογές στο ενεργητικό του (Υδατογραφίες, 1998, Ασώτου Μύθοι, 2004, Ξεκρέμαστα πορτρέτα, 2007 και Αίθουσα αναχωρήσεων, 2013) και ένα φιλοσοφικό έργο για τον “ενσώματο ιδεαλισμό” στην ποίηση (Λέξεις, εμπειρία και οι ακροβάτες, 2012), ο Πέτρος Πολυμένης συνεχίζει με συνέπεια και στην πέμπτη του συλλογή, Και με την ελάχιστη υγρασία θ’ ανθίζουμε, τον δρόμο που εξαρχής είχε χαράξει, όπου ποιητική ευαισθησία και φιλοσοφική διερώτηση συναιρούνται με έναν εξαιρετικά πρωτότυπο και γόνιμο τρόπο.

Βασικό χαρακτηριστικό της ποίησης του Πολυμένη θα λέγαμε ότι είναι μια έγνοια για την φόρμα, όχι ως επιστροφή στην παραδοσιακή στιχουργική, αλλά ως μέριμνα για τη διαμόρφωση μέσω του γλωσσικού ιδιώματος μιας συνεπούς “συγκινησιακής” θεώρησης του κόσμου (o Πολυμένης χρησιμοποιεί τον όρο “αισθηματοποιημένη κοσμοεικόνα”), με όλη την αγωνία για την αποτυχία του εγχειρήματος, την απώλεια νοήματος, την έλευση του μηδενισμού, που μπορεί αυτή να συνεπάγεται, μια μέριμνα για τη φόρμα που δεν νοείται ως φορμαλιστική αναζήτηση αλλά ως ένα αίτημα υπέρβασης των εκάστοτε δυισμών, είτε της στείρας εσωστρέφειας και αυτοαναφορικότητας, που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος της σύγχρονης ποίησης, είτε μιας εξωφρενικής εξωστρέφειας, ένα αίτημα επομένως για την ανάκτηση της διαμελισμένης ολότητας μέσω της επίπονης διαδικασίας συγκρότησης του ποιητικού έργου με τα εργαλεία που προσφέρει η φιλοσοφική διερεύνηση της ανθρώπινης φύσης και των όντων, αλλά και η ίδια η λογοτεχνική πρακτική, που καθώς ανανεώνεται, αναμετριέται διαρκώς με την παράδοση, με ιδιαίτερη φροντίδα για την ανάδειξη της πολυφωνίας των προσώπων, την οποία ο Πολυμένης χτίζει με τους κανόνες της σύγχρονης δραματουργίας, καθώς επίσης αντλώντας από τις αστείρευτες πηγές του αρχαίου δράματος.

Ενδεικτικός είναι ο τρόπος δόμησης της προτελευταίας συλλογής: Η Αίθουσα αναχωρήσεων διαρθρώνεται σε τέσσερα μέρη Δρόμος, Λατρεία, Αγορά, Κατοικία, που αποτελούν τις τέσσερεις διαδρομές της ζωής, την προσωπική, την ερωτική, τη δημόσια και την στοχαστική, προσφέροντας ένα πανόραμα του βιωμένου χρόνου, όπου το προσωπικό εγκιβωτίζεται στο κοινωνικό, ενώ το ταξίδι από μετακίνηση σε τόπους γίνεται περιδιάβαση σε εσωτερικά τοπία, καθώς οι μνήμες ξεπετάγονται από το επίχρισμα της λήθης.

Υποδειγματικός δε είναι ο τρόπος δόμησης της πρόσφατης συλλογής, Και με την ελάχιστη υγρασία θ’ ανθίζουμε, όπου οι εικόνες, οι λέξεις, τα νοήματα χτίζονται με αργό ρυθμό ακολουθώντας τα βήματα της ευριπίδειας τραγωδίας (με ιδιαίτερες αναφορές στη Μήδεια), με τα στάσιμα, τα επεισόδια, τους μονολόγους, εκτοξεύοντας στα ύψη με την θαυμαστή πολυφωνία της την ποιητική συγκίνηση, την τραγικότητα, την ειρωνεία.

Το έργο χωρίζεται σε 4 πράξεις. Η κάθε πράξη ανοίγει με ένα Στάσιμο. Η Πρώτη Πράξη μας εισάγει στην ιστορία ενός ζευγαριού, που είναι η ιστορία ενός έρωτα και μιας προδοσίας. Η Δεύτερη εξιστορεί την πορεία του Μολύβιου, η Τρίτη την πορεία της Λυδίας, ενώ η Τέταρτη σημαίνει την ώρα της αλήθειας που αναδύεται και για τους δύο. Η ιστορία του ζευγαριού, καθώς μοιράζεται στις μέρες του Μολύβιου και στις μέρες της Λυδίας, εκφέρεται σε γ΄πρόσωπο από τον Αφηγητή/Χορό στα Στάσιμα, και σε α’ πρόσωπο στους μονολόγους, ενώ υπάρχει και ένα επεισόδιο όπου τα δύο πρόσωπα συνδιαλέγονται μεταξύ τους, χωρίς να μπορέσουν να επικοινωνήσουν στην πραγματικότητα (Αντικρυστά ο Διθύραμβος). Ξετυλίγουν τις αναμνήσεις τους, μιλούν για την παιδική ηλικία, την εφηβεία, τα ταξίδια, τον χώρο της εργασίας – το γραφείο, την ερημιά του homo economicus, τον έρωτα, τα παιδιά τους:

Αόρατα νεύρα ξετυλιγμένα απ’ το γραφείο διοικήσεως
να διοχετεύουν απ’ άκρη σ’ άκρη
αθέατες δόσεις προδοσίας
διάχυτη παντού η βουλιμία
και στο τέλος απομένει μια χλαπάτσα απλωμένη.

Ώσπου έρχονται τα παιδιά – τ’ αληθινά παιδιά.
Απ’ το παράθυρο πετάνε
χαρταετούς και μια χούφτα κρίνα.

Η αλήθεια μας θα γκρεμίσει τα πιόνια τους.
Ακόμα και σε τοίχους θα ριζώσουμε
και με την ελάχιστη υγρασία θ’ ανθίζουμε.

[«Στην οδό Βουλής η βουλιμία», σελ. 34-35]

Και ύστερα έρχεται η προδοσία, η αντιπαράθεση – η διεκδίκηση της επιμέλειας των παιδιών στο δικαστήριο, η τρομοκρατία της σιωπής, το φως και το σκοτάδι, η απελπισία και η ελπίδα, η εκ νέου αναζήτηση νοήματος μετά από την συντριβή.

Τώρα που η ζωή γύρισε τούμπα, σα χρυσοθήρας
την κοσκινίζω να βρω σπάνια μέταλλα
πάνω σε σχήματα να δέσουν το σκαρί μου.

Δρόμος Λατρεία Αγορά Κατοικία

Η έφοδος στην Κολχίδα χρειάζεται μιαν Αργώ
να περνά από συμπληγάδες.
Είμαστε ο τρόπος που ξεπερνάμε διαιρέσεις.

[«Πλωτές αναμνήσεις», σελ. 25 – μονόλογος του Μολύβιου]

Ωστόσο το έργο δεν είναι μόνο ένα δράμα σε 4 πράξεις, είναι κάτι πολύ περισσότερο. Μπορούμε να ανιχνεύσουμε το πέρασμα από την εξιστόρηση της ανθρώπινης περιπέτειας σε έναν ευρύτερο χώρο που την περιλαμβάνει. Κάθε μέρος της συλλογής συμπληρώνεται με μία Πηγή και μία Διάθλαση. Είναι η διάθλαση της μικρής ιστορίας του ζευγαριού στον μεγάλο νυχτερινό ουρανό της ποιητικής δημιουργίας. Είναι η αντανάκλαση της ταραγμένης ζωής τους στο μυστηριώδες σύμπαν, που παίρνει τη μορφή του ιλιγγιώδους χορού δύο άστρων ή ενός σκάφους που ψάχνει να βρει τον δρόμο του στο αχανές διάστημα:

Το διαστημικό σκάφος Φινέας, επανδρωμένο με τη ζωή μας […] [χ]ρόνια ταξιδεύει μέσ’ από συμπληγάδες, ανοίγοντας φτερά με κυψέλες ηλιακές. […] Φτάνει σ’ εκτάσεις έσχατες λουσμένες απόκοσμο φως, μαθαίνει από τα ραγίσματα της προδοσίας στον ουράνιο θόλο, αλλά ξανακερδίζει πίστη δυνατή στην ίδια τη ζωή, αφιερώνοντάς μας τα σήματα και τις εικόνες. Κι εμείς, με δάκρυα στα μάτια, σαστίζουμε στο θαύμα του. Στην υπόσχεση μιας γαλήνης πάνω στα ρήγματα· μιας ειρήνης εν εαυτώ στην απειρία του κόσμου.

[«Διάθλαση τέταρτη», σελ. 74]

Εδώ, η ποιητική ματιά θωρακίζεται και πάλι από την φιλοσοφική, καθώς η ανθρώπινη ύπαρξη και το σύμπαν που την καθρεφτίζει, διαπερνώνται από δύο αρχές, υπαρξιακές και κοσμολογικές ταυτόχρονα, της προδοσίας και της πίστης. Η προδοσία, ως κατάλυση δεσμού με έναν προηγούμενο τρόπο ζωής, που ανοίγει τον δρόμο είτε προς τον μηδενισμό είτε σε μια νέα απελευθέρωση.

Πήρα πάνω μου όλα τα επίθετα της προδοσίας
όλους τους προσδιορισμούς που με χώρεσαν.

Προδοσία πεπρωμένη
αχτίδα φωτός
να σε ξεσηκώνει
Προδοσία αιφνίδια
ζωής αντάλλαγμα
Προδοσία αχάριστη
να σε σφίγγει
μέχρι την απόγνωση
Προδοσία γνήσιας επιστροφής.

Γεμάτη να ξαναγίνω, ανάγκες να ταιριάξω
τελικά γκρέμισα το σπίτι
κι οι πέτρες του με πλακώσανε.
Στις δυο προδοσίες ανάμεσα
εκείνη που έδωσα, εκείνη που έλαβα
όλα τα πρόσωπα γύρω πετρώσανε.

Κι όσο μέσα και γύρω μου όλα πετρώνανε
τόσο πιο βαθιά πηγαίναν οι ρίζες μου
την ελάχιστη υγρασία να βρουν
σαν κυκλάμινο σε βράχο ν’ ανθίσω.

Διέσχισα την απιστία, μέχρι ν’ ανοιχτεί ξαφνικά
μια έκταση πίστης απέραντη.

Όρθια κι αυτόφωτη μένω, πιστή στης ζωής το θαύμα
στην αλήθεια του χρόνου μου
όπως περπάτησα, όπως έπεσα, σε όσα στράγγιξα.

[«Μονόλογος της Λυδίας», σελ. 70-71]:

Σημασία έχει ένας σκοπός μεγαλειώδης, μία Κολχίδα, ένα χρυσόμαλλο δέρας, το θαύμα μιας νέας ενότητας πέρα από τη διάσπαση.

ΛΙΛΑ ΤΡΟΥΛΙΝΟΥ

*

 

 

 

Advertisement