Μαίρη Ὄλιβερ, Οἱ λιμνοῦλες

*

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

ΟΙ ΛΙΜΝΟΥΛΕΣ

Κάθε χρόνο
τά νoύφαρα
ἀνθίζουν τόσο ἀψεγάδιαστα
Δέν πιστεύω στά μάτια μου πώς

εἶναι τό φῶς τους αὐτό πού πληθαίνοντας ἀγκαλιάζει
τίς μαῦρες,
λιμνοῦλες τοῦ μεσοκαλόκαιρου.
Κανείς δέν θά μποροῦσε νά τά μετρήσει ὅλα τους –

Τά μοσχοπόντικα κολυμπώντας
ἀνάμεσα στά πέταλα τῶν νούφαρων καί τά χορτάρια
μποροῦν ν’ ἁπλώσουν
τά μυώδη τους μπράτσα καί ν’ ἀγγίξουν

πολλά, τόσο
πυκνά καί ἄγρια πού εἶναι.
Ἀλλά τί σ’ αὐτόν τόν κόσμο
εἶναι ἄψογο;

Σκύβω πλησιάζοντας πιό κοντά καί βλέπω
πῶς τοῦτο δῶ ὁλοφάνερα γέρνει μονόπλευρα –
καί κεῖνο κεῖ φορᾶ μιά κιτρινιάρικη στάχτη –
καί τοῦτο δῶ ἔχει ἕνα στιλπνό μάγουλο

τό μισό καταδαγκωμένο…
καί κεῖνο κεῖ εἶναι ἕνα σωριασμένο πορτοφολάκι
γεμάτο ἀπό τή δική του
ἀσταμάτητη φθορά.

Ὡστόσο, αὐτό πού ζητῶ στή ζωή μου
εἶναι νά εἶμαι πρόθυμη
νά θαμπώνομαι –
νά παραμερίζω τό βάρος τῶν γεγονότων

καί ἀκόμη ἴσως
νά αἰωροῦμαι λιγάκι
πιό ψηλά ἀπό τοῦτο τόν δύσκολο κόσμο.
Θέλω νά πιστεύω πώς ἀναζητῶ

ἕνα μέγα μυστήριο μέσα στήν λευκή φωτιά.
Θέλω νά πιστεύω πώς τά ψεγάδια δέν εἶναι τίποτα –
πώς τό φῶς εἶναι τό πᾶν – πώς εἶναι περισσότερο ἀπό τό ἄθροισμα
ἀπό κάθε ἀτελές μπουμπούκι πού ἀνατέλλει καί φθίνει. Καί τό πιστεύω.

Mary Oliver

*

Advertisement