Εκδοχές ερμηνευτικής ανάγνωσης της ποιητικής συλλογής του Γιώργου Βέη: Βράχια
του ΚΟΣΜΑ ΚΟΨΑΡΗ
Αυτό που έχει ενδιαφέρον ως διασαφητικός δείκτης της ποιητικής συλλογής του Γιώργου Βέη: Βράχια, είναι να προσδιοριστεί ερμηνευτικά τι νοηματοδοτούν αυτά ως σύμβολα στο ποιητικό του σύμπαν. Αποτελούν ένα από τα πια στιβαρά στοιχεία του φυσικού κόσμου που δίνουν τη δυνατότητα στο ποιητικό υποκείμενο να τα χρησιμοποιήσει ως μέτρα της συμπαντικής νομοτέλειας. Είναι ουσιαστικά ένα ψυχικό αντιστύλι. Η αφετηρία ώστε να αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες οντολογικές ανησυχίες σχετικά με τον εναγώνιο φόβο του ατόμου για τη φθορά και το θάνατο. Συνιστούν έναν σταθερό συνενωτικό αρμό με την παραδοσιακή ποίηση, όταν το ποιητικό έδαφος γονιμοποιείται στο έπακρο με θεματικούς άξονες εμπνευσμένους από την παντοδύναμη φύση. Οι διακειμενικές σχέσεις της συλλογής με τον Σολωμό και τον Παλαμά ενέχουν μια διττή λειτουργία.
Από τη μια, απηχούν την ανάγκη του δημιουργού να κατανοήσει με σύνεση τους βαθύτερους μηχανισμούς που διέπουν την κοσμική τάξη. Από την άλλη, εξαπολύουν ανιχνευτές εδάφους στο ποιητικό παρελθόν για να ενδυναμώσουν την πάγια πεποίθησή του ότι το κλειδί για την εσωτερική αρμονία είναι η αναζήτηση μιας ουσιαστικής σχέσης με τη φύση ως αντιστάθμισμα στην έσω αποδιοργάνωση. Είναι ο μόνος τρόπος για να αντιπαρέλθει κανείς την αίσθηση του εφήμερου αλλά και ένα αντίβαρο όταν βιώνουμε έναν αλλοτριωμένο κόσμο γύρω μας στις διάφορες εκφάνσεις του. Τα βράχια από ένα άγονο στοιχείο μεταμορφώνονται σε οδοδείκτες που βοηθούν τον άνθρωπο να επανακτήσει την ολιστική αντίληψη για τον κόσμο αντί θρυμματισμένων εικόνων του:
παλίμψηστο είναι
για να διαβάζουμε εκεί το παρελθόν
το καμένο μέλλον των βρύων
αλλά και του πλανήτη την τρελή τροχιά
όταν θα πέσει πάλι πάνω του κομήτης.[1]
Καθένας μέσα στην ποιητική δεξαμενή παύει να αισθάνεται αποσπασματικό-περιθωριοποιημένο στοιχείο της πραγματικότητας αλλά διεκδικεί εκ νέου τον κοινωνικό του ρόλο, καθώς και το ατομικό πεπρωμένο σε έναν κόσμο που μπορεί μέσω της αναθεωρητικής αυτής διαδικασίας να εκληφθεί ως αδιάλειπτη συνέχεια:
Πορτοκαλιές κατάφορτες να σκύβουν όλες μαζί
είδα ξανά στον ύπνο μου
το βελούδο των αγρών
πορτοκαλιές κατάφορτες να σκύβουν όλες μαζί
να μου πάρουν την ανάσα
να τη γυρίσουν σε χρυσάφι θέλουν […].[2]
Τα βράχια αποκτούν μέσω της ποίησης του Βέη υπόσταση. Γίνονται αρωγοί και συνοδοιπόροι του καθενός μας, όταν νιώθουμε πως ολισθαίνουμε αναπόφευκτα στη φθορά. Συνεπώς, χρειάζεται να εμπεδώσουμε την αναγκαιότητα του να γίνουμε ξανά περισσότερο ανθρώπινοι. Τότε, εκείνα που θεωρούμε ενδεχομένως ασήμαντα και ευτελή, μπορούν να φανούν περισσότερο από ποτέ χρήσιμα για έναν ολικό επαναπροσδιορισμό της ζωή μας:
Η ώρα τροχόσπιτο κολλημένο στη λάσπη
με τρύπια λάστιχα βλέπεις εικόνες στίγματα
ένα ακόμα οικόπεδο Χιροσίμα η γλώσσα μας
κακοφορμισμένο απόγευμα
κεφάλι που έγινε μπάλα στα πόδια της Κυριακής
διαστημόπλοιο χωρίς καύσιμα
οι αστροναύτες δεν έχουν πια γη να βλέπουν
αλλά σπασμένα αγγεία των θεών από κομήτες
ξεχασμένοι, γεμάτοι σκουπίδια του νου αυτοί
που ήμασταν κάποτε […].[3]
Η ριζική αλλαγή θεώρησης σχετίζεται με την γόνιμη επενέργεια του χρόνου, όταν δεν τον βλέπουμε πια ως απειλή που ανά πάσα στιγμή μπορεί να μάς συμπαρασύρει στο σημείο μηδέν της ύπαρξης. Για αυτό το λόγο, δεν θα πρέπει να αποφύγουμε τον αληθινό εαυτό μας, αλλά να βρούμε τη δύναμη να τον αντιμετωπίσουμε κατά μέτωπο, ώστε να βγούμε κερδισμένοι και πιο δυνατοί από αυτή την υπαρξιακή αναμέτρηση. Η συγκεκριμένη δοκιμασία συνιστά ανακλαστικό δείκτη της επιζητούμενης αλήθειας και της αυθεντικότητας:
Ο σκύλος επιστρέφει πάντα στον εμετό του
ακριβολογεί και αυτήν τη φορά η Βίβλος
όπως ακριβώς και εμείς δεν ξεχνάμε
κι επιστρέφουμε πάντα στις πληγές που μάς άνοιξαν,
όχι για να τις καθαρίσουμε
αλλά για να τις κάνουμε ακόμα βαθύτερες.[4]
Ο ποιητής δεν χάνει την πίστη του στην ευοίωνη εξέλιξη των ανθρώπων, αρκεί να μην ξεχνούν να κοιτάζουν ψηλά, κάτι που πάντα αποτελούσε την βασική, αρχέγονη αποστολή τους:
Όχι, δεν θα μείνουμε απόκληροι στο τέλος
χωρίς αντίκρισμα των πόλεων οι νομάδες
η εμπιστοσύνη των άστρων
το άφθιτο σημάδι
πηδάλιο […].[5]
Η πίστη στο αύριο σηματοδοτεί για τον Βέη μια ιδιαίτερη αντίληψη του χρόνου. Διερευνώ το παρελθόν, για να ανακαλύψω εκεί τα μυστικά της συμπαντικής λειτουργίας, ώστε να απεγκλωβιστώ από την αίσθηση παροδικότητας διεκδικώντας ένα μέλλον με ευρύτερη προοπτική. Με τον τρόπο αυτό, αποκτώ την ανθεκτικότητα των βράχων που είναι σε θέση να ατενίζουν τον ατέρμονο ορίζοντα της θάλασσας. Από το αγέρωχο σημείο των βράχων αισθάνεται κανείς ότι δεν υπάρχει τέλος, τέλμα ή όριο, αλλά ότι είναι σε θέση πάντα να ταξιδεύει σε έναν τόπο με ανοιχτό ορίζοντα, ακολουθώντας τη διαδρομή των πουλιών που χάνονται στο βάθος του ωκεανού:
Εκεί που αρχίζει, τελειώνει κιόλας
εφήμερο καθώς το λένε
όλα στο μεταξύ του αντιστέκονται
μα εκείνο δεν παραιτείται ποτέ
το σημάδι του αγαθού
είσαι.[6]
Η ποίηση τότε μετατρέπεται σε μια «υπόσχεση διαρκείας» που «θέλει ν’ ακυρώσει το φθόνο της νύχτας».[7] Για το ποιητικό υποκείμενο, όποιος καταφέρει να ξεφύγει, έστω για λίγο, από την ενίοτε ανυπόφερτη και διαβρωτική καθημερινότητα, αφιερώνοντας λίγο χρόνο στο αντίκρισμα της θάλασσας γίνεται ο μεγάλος νικητής της ζωής. Η θάλασσα στον ποιητικό καμβά του Βέη αποδίδει την εσωτερική ελευθερία και τα βράχια τρέπονται σε βασικό εργαλείο κατάκτησής της:
Ας σταματήσουμε εδώ λοιπόν
στην άκρη των κυμάτων
άπληστοι, ακοίμητοι,
με το κεφάλι ψηλά
ως τάματα στη νίκη
ένα με τ’ άστρα των μηνυμάτων
ένα με τα κήτη που φτάνουν ως εδώ
ένα με το καλοκαίρι του νου
σελήνη στη μέση του λιμανιού.[8]
Αυτό είναι το σημαντικό φιλοσοφικό απόσταγμα αυτής της βαθυστόχαστης συλλογής. Στην ποίηση του Βέη η αυτοπραγμάτωση του οντολογικού είναι οδηγεί στη θάλασσα. Εκεί βρίσκεται ο δρόμος προς την ελευθερία της ύπαρξης.
ΚΟΣΜΑΣ ΚΟΨΑΡΗΣ
[1] «Η γέρικη γλυσίνα»: Γιώργος Βέης, Βράχια, ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2020, σ. 22.
[2] «Η πάλη», ό.π., σ. 27.
[3] «Μαθήματα ανθρωπολογίας», ό.π., σ. 28.
[4] «Επικαιρότητα», ό.π., σ. 29.
[5] «Κορυφογραμμές», ό.π., σ. 36.
[6] «Πίστη», ό.π., σ. 46.
[7] «Ειλικρίνεια», ό.π., σ. 49.
[8] «Με τους ψαράδες», ό.π., σ. 64.