τῆς ΣΕΣΙΛ ΙΓΓΛΕΣΗ ΜΑΡΓΕΛΛΟΥ
«Ναί, τώρα τελευταῖα, καλῶ εὐκρινέστερα τὸν Θεὸ ἢ καὶ τὸν οὐρανό, νὰ ζήσουν λίγο μαζί μας ἐδῶ, στὴ Γῆ. Κι ὅποιος ὑπάρξει, μετὰ ἀπ’ αὐτὴ τὴ σύντομη ἐξακρίβωση…», εἶχε πεῖ ἡ Κικὴ Δημουλᾶ, μὲ ἀφορμὴ τὰ Εὕρετρα, στὴν Ὄλγα Σελλᾶ.
«Κι ὅποιος ὑπάρξει»; Τρυπώνει, ὡς ἀναμενόταν, ὁ σκώληξ τῆς ἀμφιβολίας. Ἀλλά, ἡ ἐπίκληση τοῦ Θεοῦ συνωνυμεῖ συχνὰ-πυκνὰ μὲ τὴν πρόκληση καί, φυσικά, δὲν νοεῖται πίστη ἄνευ δυσπιστίας. Ἀπὸ τὶς σπαρακτικότερες ἀνθρώπινες στιγμὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἡ κραυγὴ μεταφυσικῆς ἀμφισβήτησης τοῦ Ἐσταυρωμένου: «Ἠλὶ ἠλὶ, λιμᾶ σαβαχθανί;» «Θεέ μου Θεέ μου, ἱνατί με ἐγκατέλιπες;» (Ματθ., 27,46).
Καί, βέβαια, εἶναι χρήσιμη ἡ δυσπιστία, καὶ μάλιστα ἡ ἀπιστία, ἡ μὴ πίστη, λέει ἡ Δημουλᾶ, γιατί νοηματοδοτεῖ τὴν ὕπαρξη, ὄχι μόνο τὴ δική της ἢ τὴ δική μας, ἀλλὰ καὶ τὴν ὕπαρξη τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ: «οὔτε ὁ Θεὸς πιστεύει σὲ μᾶς // ἀλλὰ ὅσα τοῦ δίνει ἡ ὕπαρξή μας / τὰ προσθέτει στὸ νόημά του» («Ἡ χρησιμότητα τῆς δυσπιστίας»).
Κατ’ ἀντιστοιχία, ὅμως, δὲν νοεῖται δυσπιστία χωρὶς ἔστω ἕνα ἵζημα πίστης. Καὶ εἶναι προφανὲς ὅτι τὰ Εὕρετρα θεοκρατοῦνται – ἀπεγνωσμένα, ἐκμυστηρευτικά, εἰρωνικά, προκλητικά, σκανδαλιστικά, σχετλιαστικά, βέβηλα ἴσως, πάντως θεοκρατοῦνται. (περισσότερα…)