νεοφιλελευθερισμός

Σκέψεις για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα

 *

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

1.

Σε περιόδους παρακμής διαπιστώνεται μια ταλάντωση μεταξύ των λεπτότερων αποχρώσεων της πιο σχολαστικής υπερευαισθησίας και της ξαφνικής συχνά υστερικής κτηνωδίας. Επίσης μια βαθιά δυσαρέσκεια με την κουλτούρα του παρόντος, μια δυσφορία, μια εξέγερση εναντίον της, αλλά μια εξέγερση στην οποία ο «εξεγερμένος» δεν θέλει να δει τα δικά του παρασιτικά προνόμια και την κοινωνική τους βάση να θίγονται σε καμιά περίπτωση, και έτσι το καλωσορίζει με ενθουσιασμό όταν ο επαναστατικός χαρακτήρας αυτής της δυσαρέσκειας επιδοκιμάζεται φιλοσοφικά, αλλά ταυτόχρονα, ως προς το κοινωνικό του περιεχόμενο, μετατρέπεται σε άμυνα κατά οποιασδήποτε αλλαγής του υφιστάμενου καθεστώτος.
ΓΚΕΟΡΓΚ ΛΟΥΚΑΤΣ

Στο περιβάλλον της προχωρημένης μετανεωτερικότητας, όπου η ιδεολογία ζει και βασιλεύει και τους ανθρώπους κυριεύει, παρά τα όσα αντίθετα λέγονται, η πολιτική ως κυβερνητικό φαινόμενο, δηλαδή ως άσκηση της εξουσίας και «διαχείριση» της κυριαρχίας από το πολιτικό προσωπικό των ελίτ, παράλληλα με την εξάρθρωση της λαϊκής υποκειμενικότητας, αδυνατεί να προκαλέσει την γνήσια εκδίπλωση εκείνων των συγκρουσιακών καταστάσεων που αποτελούν τον πυρήνα της Δημοκρατίας.

Το πολιτικό προσωπικό των αρχηγεσιών που ηγείται σήμερα μετριέται στην ικανότητα να «αλλάζει γήπεδο», να φαντάζεται και να εφευρίσκει νέες ευκαιρίες για σύγκρουση, μέσω όμως των οποίων επιτυγχάνεται πάντοτε η συναίνεση στα προκαθορισμένα σημεία εντός ενός δεδομένου πλαισίου. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο μεταξύ της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας του εκλογικού σώματος, αλλά και εντός της ίδιας της πλειοψηφίας, των κομμάτων –ή των ρευμάτων– τεστάροντας συνεχώς τα αναχώματα του αντιπάλου, προσπαθώντας να συγκεντρώσει τη ροή των εξερχόμενων ψήφων.

Σε αντίθεση με όσους είχαν ελπίσει ότι η βαθιά πολύπλευρη κρίση που διέρχεται η χώρα θα οδηγούσε σε στοιχειώδη ποιοτική αλλαγή της συμπεριφοράς των πολιτικών κομμάτων της χώρας, η αδήριτη πραγματικότητα δικαιώνει όλους όσοι είχαν τολμήσει να υποστηρίξουν (-ζουν) ότι αντιθέτως αυτή όχι μόνο θα παραμείνει η ίδια αλλά και θα κατρακυλήσει σε χειρότερα επίπεδα. Μάλιστα η συμπεριφορά των πολιτικών κομμάτων οδηγεί σε οδυνηρές σκέψεις ότι τελικά «δεν υπάρχει πολιτικό κόμμα που να μη μαίνεται κατά της πατρίδας».[1]

Δυστυχώς κανένα πολιτικό κόμμα για το ζήτημα αυτό δεν δίνει καμία εξήγηση. Καθένα έχει τα δικά του σκοτεινά σημεία, τις κρυφές του εκατόμβες και τα ανομολόγητα όνειρά του. Τους θησαυρούς του από απερίσκεπτα πράγματα και από προπέτειες. Όσα λησμόνησε στα σχέδιά του και όσα θέλει να κάνει να ξεχάσουν οι άλλοι. Αποσύρουν, προκειμένου να επιβιώσουν, όλα εκείνα τα οποία υπόσχονται προκειμένου να εξασφαλίσουν την ύπαρξή τους. Συμπεριφέρονται «λαϊκιστικά» όσο βρίσκονται εκτός εξουσίας και άλλο τόσο και περισσότερο όταν βρίσκονται στην εξουσία. (περισσότερα…)

Η «μαζική ψυχοθεραπεία» και ο νεοφιλελεύθερος ατομισμός

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

~.~

Εδώ και περίπου 30 χρόνια είμαστε μάρτυρες μιας τεράστιας εξάπλωσης πληθώρας ψυχοθεραπευτικών «τεχνικών»/«πρακτικών» ως απάντηση στην παρατηρούμενη «συναισθηματική δυσφορία» της εποχής του λεγόμενου ύστερου καπιταλισμού και της μετανεωτερικότητας.

Θεωρείται πλέον επαρκώς τεκμηριωμένο ότι οι όποιες ψυχικές παθήσεις συμβάλλουν στη διαμόρφωση αυτού που ονομάζεται «συναισθηματική δυσφορία», οφείλονται πρωταρχικά και αποφασιστικά στις αλλαγές που έχουν επέλθει στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής και συγκεκριμένα στο πέρασμα από τον φορντισμό στον μεταφορντισμό[1].

Ως απάντηση στη νέα διαμορφούμενη πραγματικότητα την περίοδο αυτή, παρατηρείται η εξάπλωση των διαφόρων ψυχοθεραπευτικών δογμάτων, που τις περισσότερες φορές γίνονται αποδεκτά χωρίς ιδιαίτερη κριτική Αυτό αποτελεί τον αδιάψευστο μάρτυρα της κατάστασης του κατακερματισμένου ατόμου στις σημερινές συνθήκες της μετανεωτερικότητας και του ύστερου καπιταλισμού. Η εξάπλωση αυτή συνοδεύτηκε από την καθοδηγούμενη αποδοχή τους εκ μέρους των λαϊκών στρωμάτων με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί ως «λαϊκή ψυχοθεραπευτική στροφή».

Οχήματα της διάχυσης της συγκεκριμένης εξέλιξης ήταν οι ίδιοι οι ψυχοθεραπευτές, οι οποίοι έσπευσαν να προσφέρουν «τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους» προκειμένου να βρεθεί διέξοδος από τη συναισθηματική δυσφορία που συσσωρευόταν σε όλα και μεγαλύτερο αριθμό πολιτών και εργαζομένων. (περισσότερα…)

«Κλασσικοί» τελευταίας εσοδείας

*

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ & ΠΑΡΑΜΟΝΙΜΑ | 08:25
Καιρικά σχόλια από τον ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ

Διαβάζω πάντα με ενδιαφέρον για όλες αυτές τις λίστες που στήνονται εδώ και έξω: Τα 100 καλύτερα βιβλία του 21ου αιώνα, Τα 10 καλύτερα μυθιστορήματα της εποχής μας, Οι 20 κορυφαίοι συγγραφείς μετά το 1970, κλπ., κλπ… Και στις άλλες τέχνες, τις έχουσες μακρά παράδοση τουλάχιστον, τα ίδια.

Χρήσιμα είναι κάποτε όλα αυτά, ως δηλώσεις κριτικής προτίμησης. Σε ότι αφορά όμως την αντοχή της αξιολόγησης, ο κόπος είναι μάταιος. Κανόνες, έργα από τα λογιζόμενα «κλασσικά», ο καιρός μας δεν μπορεί να δώσει. Όχι επειδή δεν υπάρχουν κείμενα με αρετές συγκρίσιμες με εκείνες των κλασσικών του παρελθόντος – το ταλέντο ποτέ δεν στερεύει, αν δεν πάψει η καλλιέργειά του. Αλλά επειδή δεν υπάρχει η «περιρρέουσα ατμοσφαίρα», για να θυμηθώ τον Ροΐδη, που καταξιώνει και υψώνει τους «κλασσικούς». Ο παράγων χρόνος, προπάντων.

«Κλασσικό» είναι πάντα το έργο αναφοράς, που μας ελκύει ή μας απωθεί, αδιάφορο, αλλά πάντως είναι αδύνατο να αγνοήσουμε. Και που ως εκ της παρουσίας του απασχολεί διαρκώς όχι απλώς μια δράκα ή μια αγέλη afficionados, αλλά την ευρεία συλλογικότητα. Πού γίνεται επίκεντρο διαχρονικών συζητήσεων και παθών, σημείο προσανατολισμού, και θεμέλιο των κοσμοεικόνων μας.

Αυτού του είδους την καθοδηγητική, οιονεί θρησκευτική σημασία του έργου τέχνης, ο τωρινός ηδονικός ατομοκεντρισμός την έχει εξατμίσει. Τα έργα δεν είναι προορισμοί στους οποίους οι γενεές επανερχόνται διά βίου. Είναι πρόσκαιρες και ευκαιριακές στάσεις για την τάδε ή τη δείνα ομάδα, που δεν δεσμεύουν κανέναν άλλο πλην εκείνης και, το κυριότερο, δεν δημιουργούν συνήθως γραμμές κατιόντων, μαθητών ή επιγόνων.

Ποιος μαθητεύει εξάλλου σήμερα; Για το αυτοπραγματούμενο άτομο, και η ίδια η έννοια της διδαχής είναι προσβολή, πατρωνάρισμα ανεπιθύμητο της αυτογενούς του και ανυπέρθετης ανεξαρτησίας.

Και ακόμη, για ποια πάθη μιλάμε; Οι αγάπες μας ξεθυμαίνουν το ίδιο εύκολα με τα μίση μας. Έτσι μας θέλει ο εσωτερικευμένος καταναλωτισμός μας, να κορδωνόμαστε για τους πέντε-δέκα «κλασσικούς» τελευταίας εσοδείας που έχουμε στοιβάξει στο κομοδίνο μας, αλλά ανίκανους να δοθούμε, να αφοσιωθούμε σε κανέναν. Πώς να αντλήσουμε το μέγιστο από έναν συγγραφέα λοιπόν, ποιο βιβλίο έχει την ευκαιρία να μετρήσει πράγματι, όχι στην ατομική (σ’ αυτήν κι ένα φυλλάδιο διαφημιστικό μπορεί να φέρει τα πάνω-κάτω), αλλά στη συλλογική μας βιοπορία;

Όμως, όπως προείπα, το λάθος εδώ δεν είναι –δεν είναι αποκλειστικά, τουλάχιστον– των συγγραφέων. Κανείς συγγραφέας, όσο σημαντικός και αν είναι, δεν αντέχει την συνέκθεση με τους χιλιάδες άλλους κατώτερους που συνωστίζονται πλάι του. Στείλε τον Όμηρο ή τον Σαίξπηρ σε μια Διεθνή Έκθεση Βιβλίου και θα πάρεις έναν ακόμη γραφιά που ιδρώνει για να αποσπάσει λίγη προσοχή από τους παρατρεχάμενους. Για την Παλατινή Ανθολογία έχουν να πουν ότι μέσα της «αλληλοσυντρίβονται αριστουργήματα». (περισσότερα…)

 Έρημος Χώρος: Το γκρίζο και το πράσινο

*

[[ ΠΕΡΙΦΡΑΚΤΟΙ ΤΟΠΟΙ ]]
από τον Γιάννη Παρασκευόπουλο

*

Οι κοινοί αστικοί χώροι που κατοικούμε πλέον, ιδίως μετά την εμφάνιση του Covid-19 το 2020 και της εγκατάλειψης του δημόσιου χώρου, βρίσκονται σε συνεχή κάμψη. Η υποχώρηση της ζωής μπροστά στη συνεχόμενη και αυξανόμενη τυποποίηση του αστικού τοπίου σηματοδοτεί ταυτόχρονα και μια αποχώρηση από τον αστικό τρόπο συμμετοχής στον κοινό χώρο. Αυτές οι μεταλλάξεις γίνονται εμφανείς μέσα από μια διπλή κίνηση αποικιοποίησης.

Η πρώτη αποικιοποίηση του χώρου συντελείται από τα εργαλεία της τεχνοεπιστήμης και τις εκφάνσεις της όπως τα “έξυπνα” τηλέφωνα, καθώς και από την τουριστικοποίηση και μουσειοποίηση των κοινών χώρων. Μοιραία, η παραμέληση του παρόντος χρόνου και χώρου για το αλλογενές “εκεί” του ψηφιακού κόσμου και η παράδοση των γειτονιών στην ατομικοποιημένη εμπορική συνείδηση συναντούν στο δρόμο τους τον αισθητικό και αξιακό οδοστρωτήρα του μπετόν. Η δεύτερη αποικιοποίηση του χώρου προέρχεται από την άνοδο της νεοφιλελεύθερης πόλης. Η πτώση του Ανατολικού Μπλοκ διευκόλυνε και επιτάχυνε την μετατροπή του νεοφιλελευθερισμού, διαδικασία που είχε ξεκινήσει ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, σε κοινωνικό σχέδιο. Ο πλανητικός σχεδιασμός του νεοφιλελευθερισμού προσηλώνεται όλο και περισσότερο σε μια συγκεκριμενοποίησή του στον αστικό χώρο μέσω της οικοδόμησης. Κατά τον Harvey ο νεοφιλελευθερισμός αστικοποιείται – γίνεται αστικός χώρος. Αυτή η πραγματοποίηση και η μορφοποίηση του συγκεκριμένου οικονομικού μοντέλου δεν αφορά μόνο στο σπεκουλάρισμα της αγοράς των ακινήτων στο χρηματιστήριο με τις γνωστές συνέπειες, αλλά και σε ένα νέο είδος πόλης που προβάλλει μέσα από τα συντρίμμια του φιλελευθέρου αστικού μοντέλου του 20ού αιώνα.

Πέρα από έναν “εξευγενισμό” των ιστορικών κέντρων τους, οι πλανητικές μητροπόλεις φαντάζουν ως συσσώρευση σκουπιδιών, αντικειμένων και ανθρώπων που στηρίζονται κυριολεκτικά πάνω στην κυβιστική γεωμετρία του μπετόν και του μπετόν αρμέ που με την σειρά τους ενώνονται μέσω τσιμεντένιων διαδρόμων. Πρόκειται για μια ριζοσπαστική στροφή στον δυτικοκεντρικό –κυρίως– τρόπο σκέψης που μέχρι πρόσφατα ταύτιζε την πόλη με την ευτυχία και την υλική ευημερία. Όσο περισσότερο γιγαντώνονται οι σύγχρονες μητροπόλεις, τόσο ο ανθρώπινος πολιτισμός βυθίζεται σε μια υλική δυστυχία και σε μια οντολογική σύγχυση του είναι. Η υπόσχεση της ευημερίας δίνει τη θέση της στον ιλιγγιώδη συνωστισμό. Η άνοδος του φαινομένου Ντουμπάι –που ξεπετάγεται από τη μήτρα του αμερικάνικου πολεοδομικού μοντέλου και που μέσα σε αυτόν βρίσκει τον εαυτό του ως μια συνέχειά του– και η επιβολή του ως σύγχρονου μοντέλου μητροπολιτικού πολιτισμού καταλύει την έννοια του δημόσιου κοινού χώρου μετατρέποντάς τον σε χώρο κατανάλωσης. Η ντουμπαϊοποίηση της φύσης είναι το ακραίο σημείο του κεφαλαίου ως αναπαράσταση του φυσικού κόσμου. Η τάση της “επιστροφής στη φύση” παράγεται από την αντιφύση της πόλης. Είτε με την μορφή ενός συγκρητισμού new age με βάση τη φύση είτε με την μορφή “απόδρασης” προς τη φύση είτε σε μια πιο ακραία μορφή με την ιδέα του νεοπρωτογονισμού, το σύγχρονο βλέμμα κοιτάζει έξω από τα τείχη της πόλης προς κάτι που στο φαντασιακό προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά του αγνού και αθώου “εκεί” που αντιδιαστέλλεται στο παροντικό εδώ. (περισσότερα…)

Πολιτισμικός καπιταλισμός

*

Απ’ όλες τις μορφές δουλείας, η δουλεία
της διανόησης είναι η πιο εξευτελιστική.
ΝΟΑΜ ΤΣΟΜΣΚΙ

«Για τους σοσιαλφιλελεύθερους της αριστεράς και τους νεοφιλελεύθερους της δεξιάς επικρατεί η εντύπωση ότι εχθρεύονται οι μεν τους δε. Όμως αν τους δούμε από κάποια απόσταση, είναι και οι δύο τους στοιχεία οργανικά της ίδιας βαθύρριζης διεργασίας, είναι πτέρυγες του ίδιου κινήματος, προωθούν με κάθε μέσο την “απελευθέρωση”, το “άνοιγμα”, την “απορρύθμιση” που οδήγησαν στον σημερινό κοινωνικό σχηματισμό. Οραμά τους κοινό και οι δύο αυτές πτέρυγες της Νέας Μεσαίας Τάξης έχουν την αυτοπραγμάτωση, συνδυασμένη όμως με την επιτυχία και το πρεστίζ. Ώστε αστισμός και μποεμία εδώ ταυτίζονται.»

Το παραπάνω απόσπασμα είναι από παλιότερη συνέντευξη στην εφημερίδα Τageszeitung του Βερολίνου του Γερμανού κοινωνιολόγου Αντρέας Ρέκβιτς. Στο βιβλίο του Die Gesellschaft der Singularitäten (Suhrkamp 2017), ο Ρέκβιτς συνδέει πολλά σκόρπια νήματα και προτείνει μια συνεκτική όσο και πειστική περιγραφή της σημερινής ταξικής δομής των δυτικών κοινωνιών. Η κυρίαρχη «Νέα Μεσαία Τάξη», όπως την αποκαλεί, απαρτίζεται από οπαδούς του άκρατου λιμπεραλισμού, του κοσμοπολιτισμού, των ανοιχτών συνόρων, της κατάργησης των εθνικών κρατών. Μπορεί να ψηφίζουν οικολόγους ή Μακρόν, κεντροδεξιά ή Ομπάμα, μπορεί να είναι χρηματιστές ή τραπεζίτες, καλλιτέχνες ή διανοούμενοι. Η ψήφος τους όμως δεν έχει σημασία, στα μείζονα ζητήματα συμπίπτουν.

Απέναντί τους, έχουν την «Παλιά Μεσαία Τάξη», τα φθίνοντα λόγω της αποβιομηχάνισης αστικά και εργατικά στρώματα που στήριξαν μεταπολεμικά την σοσιαλδημοκρατία και την χριστιανοδημοκρατία. Τα στρώματα αυτά κατά παράδοση υποστηρίζουν μέτρα υπέρ της εισοδηματικής αναδιανομής και της μείωσης του ταξικού χάσματος και είναι οι ιστορικοί φορείς του κοινωνικού κράτους. Πλέον όμως, καθώς αισθάνονται ότι τα κόμματά τους τα έχουν εγκαταλείψει, στρέφονται όλο και συχνότερα σε αντισυστημικούς δεξιόστροφους ή αριστερόστροφους πολιτικούς για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους. Στις ΗΠΑ ήταν εκείνα που εξέλεξαν πρόεδρο τον Ντόναλντ Τραμπ. Στη Βρετανία έδωσαν την πλειοψηφία στις δυνάμεις του Μπρέξιτ. (περισσότερα…)

Πρώτα σχόλια για τις αμερικανικές εκλογές

*

του ΑΓΓΕΛΟΥ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ

1) Πρώτο και σημαντικότερο. Οι ΗΠΑ δεν είναι ο κόσμος και δεν είναι η Ελλάδα. Δεν υπάρχουν ‘μαθήματα’ για οποιονδήποτε άλλο εκτός των Αμερικάνων ψηφοφόρων. Η επιλογή είναι δική τους. Αυτό που υπάρχει είναι κάποιες μακρο-τάσεις που ενδεχομένως θα μας απασχολήσουν ως μικρή περιφερειακή χώρα στο μέλλον.

2) Πληθωρισμός: Η υπόσχεση του νεοφιλελεύθερου consensus μετά το 1990 ήταν ότι δεν θα έχουμε κοινωνικό κράτος, εργασιακά δικαιώματα κ.λπ. αλλά τουλάχιστον χάρη στην παγκοσμιοποίηση θα είχαμε φθηνά καταναλωτικά προϊόντα. Όταν στην δυτική οικονομία του 2024, με όλες τις ανασφάλειες και ανισότητές της, προσθέτεις και τις υψηλές τιμές, ουσιαστικά όλο το σύστημα καταρρέει.

3) Παρατηρώ μια ενδιαφέρουσα αναστροφή μεταξύ του τι είναι ‘αριστερά’ και τι ‘δεξιά’ στην νέα εποχή. Λαμβάνοντας υπόψη και την νίκη της Κέμυ Μπάντενοχ στην ηγεσία των Συντηρητικών της Βρετανίας, και τα ποσοστά του Τραμπ μεταξύ των μειονοτήτων, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι σε μερικά χρόνια από τώρα ότι η ‘λευκότητα’ και η ‘πολυπολιτισμικότητα’ θα στοιχίζονται αυτονόητα πίσω από ό,τι θεωρούμε ‘συντήρηση’ και ‘πρόοδο’. Αυτό ισχύει κυρίως για τις μεγάλες δυτικές χώρες και συσχετίζεται με το επίπεδο εκπαίδευσης. (περισσότερα…)

«Κεντροαριστερά» ή ανασύνθεση του λαϊκού πόλου;   

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Υπάρχουν καλοντυμένες ηλιθιότητες, όπως
υπάρχουν και ηλίθιοι ντυμένοι στην τρίχα.
ΣΑΜΦΟΡ

1.

Στο περιβάλλον της προχωρημένης μετανεωτερικότητας, όπου η ιδεολογία ζει και βασιλεύει και τους ανθρώπους κυριεύει, παρά τα όσα αντίθετα λέγονται, η πολιτική ως κυβερνητικό φαινόμενο, δηλαδή ως άσκηση της εξουσίας και «διαχείριση» της κυριαρχίας από το πολιτικό προσωπικό των ελίτ, παράλληλα με την εξάρθρωση της γνήσιας υφής της λαϊκής υποκειμενικότητας, αδυνατεί να προκαλέσει την γνήσια εκδίπλωση συγκρουσιακών καταστάσεων που αποτελούν τον πυρήνα της Δημοκρατίας.

Το πολιτικό προσωπικό των ελίτ που ηγείται σήμερα, μετριέται στην ικανότητα να «αλλάζει γήπεδο», να φαντάζεται και να εφευρίσκει νέες ευκαιρίες για σύγκρουση, μέσω όμως των οποίων επιτυγχάνεται πάντοτε η συναίνεση στα προκαθορισμένα σημεία εντός ενός δεδομένου πλαισίου. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο μεταξύ της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας του εκλογικού σώματος, αλλά και εντός της ίδιας της πλειοψηφίας, των κομμάτων –ή τα ρεύματα– τεστάροντας συνεχώς τα αναχώματα του αντιπάλου, προσπαθώντας να συγκεντρώσει τη ροή των εξερχόμενων ψήφων.

Η πολιτική, στο αντιπροσωπευτικό κοινοβουλευτικό φιλελεύθερο καθεστώς, θεμελιώνεται στην αδιαφορία της πλειονότητας των ενδιαφερομένων, χωρίς την οποία δεν υπάρχει δυνατότητα πολιτικής. Υπ’ αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι δομικό στοιχείο της πολιτικής σε αυτό το καθεστώς είναι η τέχνη να εμποδίζονται οι άνθρωποι από το να αναμειγνύονται σε ό,τι τους αφορά. Αποτέλεσμα το δομικό χαρακτηριστικό της πολιτικής, να λαμβάνει την εξής μορφή: να εξαναγκάζονται οι άνθρωποι να αποφασίζουν για πράγματα με τα οποία δεν συμφωνούν. Με απλά λόγια καλούνται να συμμετάσχουν σε μια διαδικασία επικύρωσης ήδη προαποφασισμένων λύσεων ή επιλεγμένων με προσεκτικά κριτήρια εναλλακτικών προτάσεων, που όμως καταλήγουν στον ίδιο παρονομαστή. Ο εγκλωβισμός είναι απόλυτος και θανατηφόρος. (περισσότερα…)

Η νοσταλγία για τον Οδηγητή

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Η σημερινή εποχή είναι διαποτισμένη από ένα μεγάλο παράδοξο: ενώ η δημοκρατία ως γενική έννοια, είναι τόσο δημοφιλής σήμερα και βρίσκεται στο στόμα όλων ανεξαιρέτως, διαπιστώνεται η δραστική συρρίκνωση της ονομαζόμενης «φιλελεύθερης δημοκρατίας» (κοινοβουλευτικής, αστικής ή συνταγματικής) καθιστώντας την ουσιαστικά σκιά αυτής που υπήρξε ειδικά την περίοδο μετά τνο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι βασικοί πυλώνες της φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας –η συνταγματικότητα, η ισονομία, η ισότητα, οι πολιτικές, αστικές και κοινωνικές ελευθερίες– έχουν υποστεί σοβαρότατους κλυδωνισμούς κατά τη διεργασία της παγκοσμιοποίησης και του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου δόγματος, με αποτέλεσμα να έχουν καταρρεύσει σήμερα σε μεγάλο βαθμό. Η δε φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει μεταλλαχθεί σε μαζικοδημοκρατική μεταδημοκρατία ανοίγοντας διάπλατα το δρόμο για τον επερχόμενο απολυταρχισμό και αυταρχισμό.

Ο απολυταρχισμός καλπάζει. Δεν καλπάζει μόνο στις σχετικά φτωχές χώρες. Καλπάζει επίσης και στις ευημερούσες χώρες, συμπεριλαμβανομένων και των ΗΠΑ, της χώρας η οποία υπερασπίστηκε και προώθησε τη φιλελεύθερη δημοκρατία καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά και στο σύνολο των χωρών της ΕΕ. Η υποχώρηση της συλλογικής ρύθμισης και η άρνηση του ελέγχου της αγοράς, η κατάργηση του δημόσιου νοικοκυριού ως φορέα εξισορρόπησης των ανισοτήτων, η ιδιωτικοποίηση των πάντων, η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων αλλά όχι ανθρώπινου δυναμικού, η επικράτηση «ουδέτερων εκσυγχρονιστικών» μηχανισμών και ιδεολογιών, η απίστευτη διόγκωση της χρηματιστηριακής σφαίρας, ο υπερκαταναλωτισμός των οικονομικών ελίτ, έχουν προκαλέσει σοβαρότατες αλλαγές στις υλικές συνθήκες παραγωγής και κατανομής του πλούτου, οξύνοντας στο έπακρον τις υπάρχουσες ανισότητες έτσι ώστε ο πυλώνας της ισότητας και της ισονομίας ουσιαστικά να μην υφίσταται πλέον. (περισσότερα…)

Ιωάννα Τσιβάκου, «Η κοινωνιολογία έχει αλωθεί από τη λειτουργική οπτική»

Ώριμος καρπός της μακράς θητείας της στην κοινωνιολογική επιστήμη, ο Περίπλους στις Ακτές του Νοήματος της Ιωάννας Τσιβάκου (Εκδόσεις Ι. Σιδέρης, 2023) ανατρέχει στη θεωρητική σκέψη των Νέων Χρόνων, επισημαίνει την συνυπαιτιότητα αυτής της τελευταίας στην «έκπτωση του κοινωνικού νοήματος» και διαπιστώνει τη σταδιακή περιαγωγή της από δύναμη αξιακή «σε μέσον προωθητικό της λειτουργικότητας» και του ωφελιμισμού. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, η Ιωάννα Τσιβάκου απάντησε στα ερωτήματα που της έθεσε  ο Κώστας Κουτσουρέλης.

~.~

Στα βιβλία σας κινήστε με άνεση σε πολλούς όμορους χώρους των κοινωνικών μορφωμάτων και σχέσεων (τεχνολογία, εργασία, γραφειοκρατία, ταυτότητα, συναίσθημα, ορθολογισμός). Τι σας παρακίνησε αυτή τη φορά να αναμετρηθείτε με την πολύπτυχη, συχνά νεφελώδη, και αιωνίως διαφιλονικούμενη έννοια του νοήματος;

Θά ’λεγε κανείς πως τα θέματα δεν τα διαλέγουμε, μας διαλέγουν. Μέσα από προσωπικές εμπειρίες και μελέτες κάποιες απορίες γεννώνται, που όταν ωριμάσουν έρχονται στην επιφάνεια της συνείδησης και ζητούν απαιτητικά την ενασχόλησή μας μαζί τους. Ακριβώς η ρευστή και διαφιλονικούμενη έννοια του νοήματος ήλκυσε από νωρίς την προσοχή μου. Σε όλες μου τις μελέτες το περιτριγυρίζω, ως κάτι που αναδύεται από την διεπαφή του νου με τα πράγματα του κόσμου. Για παράδειγμα, στο βιβλίο μου Το oδοιπορικό του Εαυτού, που κυκλοφόρησε το 2000, μιλώ εκτεταμένα για το νόημα και πώς μέσω αυτού συγκροτείται ο εαυτός του υποκειμένου. Το αντιλαμβάνομαι ως ενέργεια πνευματική, άυλη, η οποία όμως εμποτίζει τα πράγματα και τα φέρνει στην παρουσία, προικίζοντάς τα με ιδιότητες που δεν θα είχαν χωρίς αυτό. Ιδιότητες που μας αποκαλύπτουν οι διάφορες όψεις των πραγμάτων ανάλογα με το φως που ρίχνει επάνω τους το νόημα.

Υπάρχει το αντικειμενικό, κοινωνικό νόημα, και το υποκειμενικό νόημα. Η σύζευξή τους ή ο αλληλοεπηρεασμός τους είναι από τα θέματα που με απασχόλησαν. Το αντικειμενικό νόημα συνδέεται με τον πολιτισμό μας εποχής. Πώς μια κοινωνία βλέπει τη θέση της στον κόσμο, πώς τον ερμηνεύει και πώς ρυθμίζει τη στάση της απέναντι του. Μια τέτοια οπτική με οδήγησε στην πεποίθηση πως ο τρέχων πολιτισμός μας είναι εμποτισμένος από το νόημα της λειτουργίας, καθώς όλες οι αντιλήψεις μας για τον κόσμο ομνύουν στη χειραγώγησή του, ενώ η ιδιότητα της λειτουργικότητας είναι εκείνη η οποία αναδεικνύεται σε κάθε σχέση υποκειμένου – αντικειμένου. Δεν αναφέρομαι στην εργαλειακότητα και στα αξιοποιούμενα μέσα, αλλά στον ίδιο τον σκοπό της κοινωνικής δράσης και των κοινωνικών σχέσεων. Η σχέση, δηλαδή, υποκειμένου-αντικειμένου, ανεξαρτήτως του είδους του αντικειμένου ─είτε πρόκειται για φυσικό αντικείμενο είτε για τον άλλον άνθρωπο, είτε για κοινωνική οντότητα ή κατάσταση─, διέπεται από την αρχή της λειτουργικότητας, καθώς όλα τα έργα και επιτεύγματά του ανθρώπινου νου έχουν κατακυριευθεί από το νόημα της λειτουργίας. Αυτό υποκρύπτεται στον πυρήνα του κάθε κοινωνικού φαινομένου, με αποτέλεσμα να ανάγεται σε οντικό στοιχείο του κοινωνικού.

Αυτό το τελευταίο, η αναγωγή του νοήματος σε οντικό στοιχείο του κοινωνικού, έθετε επί τάπητος την επαναφορά στον κοινωνικό προβληματισμό της οντολογικής οπτικής. Μια οπτική η οποία καίτοι παραμερίστηκε από την πρόοδο των επιστημών, εν τούτοις ως αναζήτηση της ενδότερης φύσης των πραγμάτων, ιδιαίτερα με την εδραίωση του κοινωνικού κονστρουκσιονισμού, εξακολουθεί να υποφώσκει στον φιλοσοφικό και κοινωνικό στοχασμό. Αφ’ ης στιγμής η αλήθεια σχετικοποιήθηκε, το νόημα (είτε το αντικειμενικό το προσδιοριστικό της κουλτούρας, είτε το υποκειμενικό) ανάγεται σε απώτατο στοιχείο του κοινωνικού εξαναγκάζοντας τον μελετητή των κοινωνικών φαινομένων να αναμετρηθεί εκ νέου μαζί του. (περισσότερα…)

Ελεύθερος χρόνος και φιλελεύθερη δημοκρατία

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Ένα από τα βασικά κριτήρια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μετρηθεί το βάθος και το εύρος των Δυτικών «φιλελεύθερων δημοκρατιών» είναι, αναμφισβήτητα, η ύπαρξη ελεύθερου χρόνου για τους πολίτες. Είναι αδύνατον στον οποιοδήποτε να συμμετάσχει ως πολίτης στα δρώμενα της δημοκρατίας, δηλαδή να ασχοληθεί με τα πολιτικά ζητήματα αν συγχρόνως δεν έχει τον απαιτούμενο ελεύθερο χρόνο.

Οι λόγοι είναι προφανείς: Οι σύγχρονες βιοτικές ανάγκες και οι σχέσεις που αυτές παράγουν υποχρεώνουν τον σημερινό άνθρωπο να «μοχθεί» τόσες πολλές ώρες ημερησίως ώστε είναι αδύνατη η ενασχόλησή του με οτιδήποτε άλλο.

Σκεφτείτε ότι η καθημερινή ζωή του Αθηναίου πολίτη στην αρχαία Αθήνα, του εντελώς απαλλαγμένου από τον μόχθο και την εργασία, ήταν φορτωμένη από τόσες έγνοιες λόγω των πολιτικών δραστηριοτήτων του που του απορροφούσαν τόσο πολύ χρόνο, ώστε οι φιλόσοφοι πρόσθεσαν και το νόημα της ελευθερίας ως απαλλαγή από την πολιτική δραστηριότητα (σχολή)[1].

Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι ένας από τους τρεις τρόπους ζωής (βίοι) οι οποίοι αφορούν στο ωραίο και όχι στο αναγκαίο ή στο ωφέλιμο και που μπορεί να επιλεγεί από ελεύθερους ανθρώπους (ελεύθερους από τις όποιες βιοτικές ανάγκες) είναι η ζωή η οποία αφιερώνεται στα ζητήματα της πόλεως, όπου η υπεροχή γεννά ωραίες πράξεις[2].

Σήμερα ζούμε σε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό οικονομικό και κοινωνικό σύστημα στο οποίο η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων είναι αναγκασμένοι να εργάζονται οι ίδιοι και μάλιστα με τη μορφή της εξαρτημένης εργασίας για να καλύπτουν τις ανάγκες επιβίωσης και όχι μόνο. Παρόλα αυτά όμως η έννοια της Δημοκρατίας είναι ουσιωδώς συνυφασμένη με την ιδιότητα του πολίτη και της αποφασιστικής του συμβολής στη διακυβέρνηση του θεσμικού υποκειμένου το οποίο αναγνωρίζει ως κυρίαρχο και συνεπώς συμμετέχει.

Η αναφορά στη δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας γίνεται συνεπώς όχι ως μηχανιστικό παράδειγμα προς μίμηση αλλά για λόγους ανάδειξης των βασικών – στοιχειωδών προϋποθέσεων που απαιτούνται, στις σημερινές συνθήκες, ώστε να λειτουργεί η δημοκρατία και όχι η δημοκρατική ρητορεία[3] όπως συμβαίνει σήμερα σε όλες τις δυτικού τύπου δημοκρατίες. (περισσότερα…)

Η διαφθορά στον δημόσιο βίο

*

του ΚΩΣΤΑ ΜΕΛΑ

Η διαφθορά αποτελεί γενική έννοια στην οποία μπορούν να συμπεριληφθούν όλες εκείνες οι συμπεριφορές που χαρακτηρίζονται ως μορφές κατάχρησης εξουσίας είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα. Αφορά σε επιλογές που πραγματοποιούνται όχι στη βάση ενός θεσμοθετημένου και νομιμοποιημένου κοινωνικού πλαισίου, αλλά στη βάση εξυπηρέτησης ιδιοτελών συμφερόντων, ατόμων ή ομάδων, που έχουν τη δυνατότητα (λόγω της θέσης τους στην ιεραρχία ενός δημόσιου ή ιδιωτικού θεσμού) να λάβουν τη συγκεκριμένη απόφαση. Εξυπακούεται ότι τέτοιου είδους αποφάσεις έρχονται ευθέως σε σύγκρουση με το «δημόσιο συμφέρον» με οποιοδήποτε τρόπο αυτό νοείται σε κάθε εποχή. Συνήθως οι πρακτικές της διαφθοράς γίνονται εμφανείς σε περιόδους κρίσεων των κριτηρίων νομιμότητας όταν και καθίσταται επιτακτική η ανάγκη επαναξιολόγησης τους και πιθανώς η υιοθέτηση νέων.

Η παραβίαση των κανόνων της συλλογικής ζωής και η παρεκκλίνουσα συμπεριφορά ανάλογα με το υφιστάμενο νομιμοποιητικό πλαίσιο καθορισμού του δημοσίου συμφέροντος καθορίζει και το εννοιολογικό περιεχόμενο της διαφθοράς. Είναι γενικά αποδεκτό ότι η διαφθορά αποτελεί διεθνές και ταυτόχρονα διαχρονικό φαινόμενο. Υπάρχει με διάφορες μορφές, εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους, εμφανίζει πάμπολλα χαρακτηριστικά με αποτέλεσμα να είναι σχετικά δύσκολο να ευρεθεί ένας κατάλληλος ορισμός που να καλύπτει το σύνολο των διαχρονικών του πτυχών.

Παράλληλα η διαχρονικότητα του, η χωρική του εξάπλωση, αλλά και η παρουσία του σχεδόν στο σύνολο των κοινωνικοοικονομικών σχηματισμών, σηματοδοτεί μια συνεχή εξέλιξη και μεταβολή του φαινομένου καθιστώντας δυσκολότερη τη σύλληψη των εκφάνσεών του στην καθημερινότητα. Παρ’ όλα αυτά όμως ουσιαστικά πρόκειται για ένα φαινόμενο σχετικά προβλέψιμο αν όχι ως προς την έκτασή του τουλάχιστον ως προς τις βασικές του εκδηλώσεις.

Η προσέγγιση του ζητήματος της διαφθοράς στον κοινωνικό βίο απαιτεί συνεπώς, την ανάδυση των ειδικών χαρακτηριστικών της συγκυρίας του πολιτικοοικονομικού σχηματισμού εντός του οποίου εκδηλώνεται. Τούτο σηματοδοτεί την ανάγκη αναφοράς στα βασικά χαρακτηριστικά της σημερινής φάσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Αν παραμείνουμε στο πλαίσιο του σημερινού κυρίαρχου και μοναδικού κοινωνικο-οικονομικού συστήματος, του καπιταλιστικού και ανατρέξουμε στις απαρχές της δημιουργίας του, οι πράξεις διαφθοράς με τη σημερινή μορφή είναι ορατές από τα μέσα του 18ου αιώνα, δηλαδή την περίοδο όπου επήλθε η σύγκρουση μεταξύ των ανερχομένων αστικών στρωμάτων ως φορέων της νέας οικονομικής νομιμότητας και των ολιγαρχικών στρωμάτων της αριστοκρατίας και των βασιλέων ως φορέων της μέχρι τότε πολιτικής νομιμότητας. (Π. Κονδύλης)

Παρότι αμφισβητούνται ιστορικά οι επιπτώσεις που είχε η διαφθορά των αριστοκρατικών και μοναρχικών θεσμών στην ανάπτυξη των τότε επαναστατικών κινημάτων (Π. Λασκούμ) είναι απολύτως βέβαιη η ύπαρξη της και μάλιστα σε συνεχώς διευρυνόμενο βαθμό. Παρότι ο οποιοσδήποτε συσχετισμός διαφορετικών ιστορικών περιόδων ενέχει κινδύνους, μπορούμε να υποστηρίξουμε τον παραλληλισμό ανάμεσα σε περιόδους όπου όχι μόνον τίθενται τα ζητήματα της νομιμότητας των τρόπων απόκτησης πλούτου αλλά και του τρόπου υποστήριξης που παρέχει η εκάστοτε πολιτική εξουσία στην επιχειρηματική τάξη με διάφορους αδιαφανείς τρόπους. (περισσότερα…)

Η αυτοακύρωση ως ηγεμονία: Η αριστερά μετά την πανδημία

*

του ΑΓΓΕΛΟΥ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ

Ο κυρίαρχος λόγος στην Ελλάδα και άλλες δυτικές χώρες έχει πια επιβάλει ως πολιτική διαιρετική τομή της πανδημικής κρίσης την «επιστήμη εναντίον του ανορθολογισμού», σε αυτήν την διατύπωση ή με παραλλαγές. Έχουμε ουσιαστικά δηλαδή μια αναδιατύπωση του κυρίαρχου σχήματος «λαϊκισμός/αντι-λαϊκισμός» της προηγούμενης δεκαετίας, όπου η πολιτική διαμάχη παρουσιάζεται ως σύγκρουση δυο ασυμβίβαστων στρατοπέδων: ορθολογισμός, μετριοπάθεια, επιστήμη από την μια, εξαλλοσύνη, συνωμοσιολογία και «ψεκασμοί» από την άλλη. Η κρίση της πανδημίας επομένως επιταχύνει την αποδόμηση των παραδοσιακών πολιτικών ταυτίσεων και τοποθετήσεων, ιδιαίτερα κατά μήκος του παραδοσιακού ιδεολογικού άξονα αριστερά-δεξιά.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση της αριστεράς, της οποίας η περιθωριοποίηση συνεχίστηκε με γοργούς ρυθμούς τα τελευταία δυο χρόνια, ακυρώνοντας οριστικά τις ελπίδες που είχαν γεννηθεί για αυτήν με την οικονομική κρίση του 2008. Στην Ευρώπη, η μάχη με την λιτότητα έληξε με την απόλυτη επικράτηση του ευρωκατεστημένου. Στον αγγλοσαξονικό κόσμο, η επικράτηση Κόρμπυν στο Εργατικό Κόμμα το 2015 και η υποψηφιότητα Σάντερς στους Δημοκρατικούς το 2016 απέφεραν τελικά πενιχρά αποτελέσματα. Μετά και την πανδημία, το αποτέλεσμα είναι ότι, ακόμα και εκεί όπου υπήρξε πρόσφατα κάποια εκλογική στροφή προς πιο προοδευτική κατεύθυνση, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, τα κέρδη τα καρπώθηκαν εκφραστές του σοσιαλφιλελεύθερου κέντρου.

Και όμως, η αποτυχία της αριστεράς να αρθρώσει αν όχι πειστικό, τουλάχιστον στοιχειωδώς συνεκτικό λόγο στην πανδημία δεν θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητη. Ίσα ίσα, είναι παράδοξο ότι η αριστερά δεν έχει κάτι να πει για μια κρίση που έχει βυθίσει εκατομμύρια ανθρώπους στην οικονομική ανασφάλεια, ανέδειξε τις συνέπειες δεκαετιών λιτότητας για τα δημόσια συστήματα υγείας, και επιταχύνει την συγκέντρωση πλούτου στα χέρια μιας τεχνοοικονομικής ολιγαρχίας. Το ερώτημα είναι αν η αποτυχία της αριστεράς να αρθρώσει την αντίθεσή της είναι ένδειξη συγκυριακών ελλειμμάτων (ηγεσίας, οράματος κλπ.), ή μιας βαθύτερης αλλαγής που κάνει τις ιδέες και τις προτεραιότητές της θεμελιωδώς ασύμβατες με τα νέα αιτήματα που έχει δημιουργήσει η πανδημία.

Για να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα πρέπει να εξετάσουμε ένα ζήτημα το οποίο σπάνια χρησιμοποιείται στην ανάλυση των πολιτικών ιδεολογιών: την σχέση τους με την κρατική εξουσία. Η πανδημία έχει θέσει με έντονο τρόπο τα όρια και τις αρμοδιότητες της κρατικής εξουσίας ως το μεγάλο ζήτημα της εποχής μας. Από την επιβολή των λοκντάουν σε μέτρα όπως μάσκες και έλεγχοι εισόδου σε δημόσιους χώρους στην υποχρεωτικότητα των εμβολίων, το κράτος έχει αναλάβει εξουσίες πρωτοφανείς σε σύγκριση με προηγούμενες δεκαετίες. Μόνο απέναντι σε αυτό το μεγάλο ερώτημα μπορεί να μετρηθεί σήμερα μια ιδεολογία. (περισσότερα…)