Νίκος Καρούζος

Η εξορία της αγάπης

 *

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

~.~

Υπάρχει ένα δοκίμιο του Ζήσιμου Λορεντζάτου με τίτλο «Χωρομετρήσεις» και υπότιτλο «Τρισάγιο σε τρεις ποιητές» (δες Μελέτες, β΄ τόμος, Δόμος 1994, σ. 357-388). Οι ποιητές είναι ο Αττίλα Γιόζεφ, ο Όσιπ Μαντελστάμ, και η Άννα Αχμάτοβα. Αρχίζοντας, και προτού καταπιαστεί με τις περιπτώσεις τους, σχολιάζει:

«Μας έχουν ζαλίσει το κεφάλι μας. Όλοι ανεβασμένοι σε σανίδια διαφημίζουν τα αγαθά τους, διαλαλούν την πραμάτεια τους, φωτογραφίζονται προσωπικά ή ομαδικά, στα γραφεία τους ή παραταγμένοι σε εξέδρες, και στη μεγάλη ιστορική επέτειο –όλοι γιορτάζουν κάποια ιστορική επέτειο– […] βλέπουμε να παρελαύνουν από κάτω στοιχημένα:

5.800.000 τουφέκια και καραμπίνες,
102.000 οπλοπολυβόλα,
28.000 ολμοβόλα,
53.0000 πεδινά και βαριά πυροβόλα.»

Η αναφορά προέρχεται από την «Θριαμβευτική Παρέλαση» του ασυμπλήρωτου Κοριολανού του Έλιοτ. Βρίσκω το κείμενο άκρως επίκαιρο καθώς η παρούσα περίοδος του πλανήτη σημαδεύεται από συζητήσεις και προετοιμασίες για θηριώδεις εξοπλισμούς και για πιθανότητα πυρηνικού πολέμου. Ο Λορεντζάτος πιο κάτω τα βάζει με τις πολιτικές ιδεολογίες και με αυτούς που τις καλλιεργούν (αν όχι τις επιβάλλουν) και με όλους όσοι κατά την ρήση του Πασκάλ «πέφτουν έξω τόσο περισσότερο επικίνδυνα, όσο ακολουθούν ο καθένας μια δικιά του αλήθεια». Τα βάζει ακόμη με την «μεγαλεπίβουλη ιστορία» (που την θεωρεί αφαίρεση) όπως και με την «ανθρωπότητα» (άλλη αφαίρεση) γιατί τον ενδιαφέρει ο συγκεκριμένος άνθρωπος με σάρκα και οστά. Γράφει: (περισσότερα…)

Ο Καρούζος μεταφραστής των Ευαγγελίων: Τρία αθησαύριστα αποσπάσματα

*

Εισαγωγή-Επιμέλεια κειμένων:
Παναγιώτης Χαχής

Σε συνέχεια παλαιότερων δημοσιεύσεων του Νέου Πλανόδιου, στη σειρά «Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη», θα άξιζε νομίζω να προστεθεί, ανασυρμένη από την κειμενική λήθη, μια ανεντόπιστη από τις δύο ―απ’ όσο ξέρω― ως τώρα μεταφραστικές αποδόσεις ευαγγελικών κειμένων στη νέα ελληνική από τον ποιητή Νίκο Καρούζο. Τον εντοπισμό της τον οφείλω στον φίλο και συνεργάτη σε μια πολύχρονη έρευνα γύρω από τον Καρούζο, Χρήστο Νάτση, τον οποίο ευχαριστώ θερμά.

Έχει προηγηθεί την άνοιξη του 1965 η απόδοση στα νέα ελληνικά του έβδομου λόγου του Συμεών του νέου Θεολόγου στο τεύχος 33 του πρωτοποριακού για τα θεολογικά γράμματα της εποχής περιοδικού Σύνορο. Σε προηγούμενο τεύχος της Εποπτείας (τ. 15), η απόδοση ύμνων του Ρωμανού του Μελωδού. Εκεί, όπως σημείωσε εύστοχα ο Ηλίας Μαλεβίτης σε προηγούμενη δημοσίευση των ανωτέρω στο Νέο Πλανόδιον, περιλαμβάνονται «Αποσπάσματα του δημοσιευόμενου μεταφράσματος, και άλλων μεγαλοβδομαδιάτικων ύμνων του Ρωμανού του Μελωδού, διαβάστηκαν απ’ τον ηθοποιό Πέτρο Φυσσούν στις 9 Απριλίου τούτης της χρονιάς, Μεγάλο Σάββατο, σε σχετική με τον υμνογράφο γιορταστική εκπομπή της ΕΡΤ».

Ακολουθεί στο τεύχος 20 (Μάρτιος 1978) της Εποπτείας ένα απάνθισμα μεταφρασμάτων από το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, τα κατά Λουκάν, Ματθαίον, Ιωάννην ευαγγέλια και τον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας[1], με τίτλο «Fragmenta για τη Μάνα του Χριστού».

Στο τεύχος 29 (Δεκέμβριος 1978) της Εποπτείας ο Καρούζος επιστρέφει στο θέμα του θείου πάθους, στις μεταφράσεις που παραθέτουμε εδώ. Για την απόδοσή τους, (σε ένα «ελεύθερο σχεδίασμα» όπως περιέγραφε ο ίδιος την εργασία του το 1965 στο Σύνορο), επιλέγει μια λαϊκή, δημώδη γλώσσα, διανθισμένη με στοιχεία προφορικότητας. Όπως ίσως θα περιέγραφαν τα γεγονότα της σταύρωσης απλοί άνθρωποι του λαού στην καθημερινή τους γλώσσα ― όπως ακριβώς και οι πρώτοι μαθητές του Ιησού. Πιθανόν επίσης να είχε κατά νου κάποια παλαιότερη λαϊκή φυλλάδα με κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου. Μια γλώσσα έρρυθμη ―που δεν την συναντούμε αλλού στο έργο του― με βαθύ αποτύπωμα ωστόσο της ιδιοσυγκρασίας του ποιητή. Η αρχική δημοσίευση είχε γίνει στο πολυτονικό σύστημα, εδώ όμως, σεβόμενοι τις μετέπειτα επιλογές στις εκδόσεις των έργων του, χρησιμοποιήθηκε το μονοτονικό. (περισσότερα…)

Δύο αιώνες ελληνικής ποίησης | Τρεις σταθμοί: Βαλαωρίτης – Καρούζος – Σινόπουλος

~.~

Με την ευκαιρία της αποψινής εκδήλωσης στο Θέατρο Κυδωνία, μια πρόγευση, μια μικρή ανθολογία των ανθολογιών κατά κάποιον τρόπο: ποιήματα των Βαλαωρίτη, Καρούζου και Σινόπουλου από τους τόμους που επιμελήθηκαν οι ομιλητές.

~.~

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ

ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Σ’ ΕΙΔΑ ΜΙΑΝ ΑΥΓΗ …

Ένας τυφλός επαιτεί στα σκαλιά μιας εκκλησιάς. Μιλάει στο παιδί του που αμέριμνο κοιμάται. Από το εκτενές ποίημα «Ο τυφλός Χορμοβίτης» που δεν μας σώζεται ολόκληρο παρότι ο Βαλαωρίτης το είχε ολοκληρώσει, επειδή έχασε τα χειρόγραφα στο λιμάνι της Σύρου. Πιθανόν να ανήκε και αυτό στον κύκλο των συνθέσεών του γύρω από τον Αλή, αφού το Χόρμοβο, χωριό της επαρχίας του Τελεπενίου στη σημερινη Αλβανία, καταστράφηκε από τον πασά το 1779 και οι επιζήσαντες Χριστιανοί κάτοικοί του εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους.

Στον κόσμο σ’ είδα μιαν αυγή, στον ουρανό μου αστέρι,
στον έρημό μου το γιαλό μονάκριβη αρμυρήθρα,
βυζασταρούδι γαλανό, δροσάτο σαν τη φτέρη,
ξανθό σαν την κερήθρα.

Σβησμένο φως στον Άδη μου σ’ επήρα λυχνοστάτη
και κρεμασμένος σέρνομαι στον άχαρο λαιμό σου,
μελανιασμένο σύγνεφο στην έρμη σου την πλάτη,
μέρα και νύχτα ζωντανό σκοτάδι στο πλευρό σου!

Ούτε που βρέθηκε για μας, σ’ όλην αυτήν την πλάση,
ένα παλιό καταχυτό και δυο ρονιές κατώγι,
μια καταρήχωση τυφλή, να κρύψει, να σκεπάσει
τη φτώχεια που μας τρώγει!…

Άλλα κοιμώνται σ’ αγκαλιές, σε δροσερά στρωσίδια,
τα παραστέκουν όνειρα, μοσχοβολιές, παιδί μου,
κι εσύ, το μαύρο, σέπεσαι γυμνό μες στα ξεσκλίδια
και μόνη σου έχεις συντροφιά τη στείρα την ευχή μου.

Είν’ αύριο Πρωτομαγιά, θα σηκωθούν πριν φέξει,
σα χιλιδόνια απ’ τη φωλιά θ’ αφήσουν το κρεβάτι
και με τραγούδια, με χαρές, καθένα τους θα τρέξει
να στολιστεί με λούλουδα, να πιει στο νεροκράτη.

Για σε δεν έρχετ’ άνοιξη! Φτωχά, τυραγνισμένα
θα τρως τα νιότα σου μ’ εμέ γειρμένο στα πεζούλια
κι ονείρατα στον ύπνο σου μελανοφορεμένα
θα βλέπεις νυχτοπούλια.

***** (περισσότερα…)

Ευγένιος Αρανίτσης, Νίκος Καρούζος [αναθεωρημένη εκδοχή, 2002]

*

Στις 15 Ιανουαρίου αναρτήσαμε στη στήλη «Αναδρομές» του ΝΠ το ποίημα «Νίκος Καρούζος (1926-1990)» του Ευγένιου Αρανίτση, από το βιβλίο του Ποιήματα και πράξεις (1980-1993), Ίκαρος 1993. Ο ποιητής μάς πληροφόρησε ότι υπάρχει εν τω μεταξύ μια νεώτερη, αναθεωρημένη εκδοχή, δημοσιευμένη στην ανθολογία του Θ. Νιάρχου, Ποιητές για ποιητές. Χειραψία πάνω από την άβυσσο, Καστανιώτης 2002 (β’ έκδοση 2004).

Η αντιβολή των δύο εκδοχών έδειξε ότι σε μεγάλο βαθμό έχουμε να κάνουμε με ένα καινούργιο ποίημα, συγγενικό ασφαλώς σε πολλά με το αρχικό, αλλά και ουσιωδώς αποκλίνον σε άλλα. Με την άδεια του Ευγένιου Αρανίτση, τον οποίο ευχαριστούμε θερμά, αλλά και με την πεποίθηση ότι μια συγκριτική ανάγνωση παρουσιάζει πολλαπλό ενδιαφέρον, παραθέτουμε σήμερα και τη δεύτερη αναθεωρημένη εκδοχή.

~ . ~

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ  

Οι ώρες είναι σκιές στα σκαλοπάτια
που κατεβαίνουν ως τους πεθαμένους
μας ποιητές. «Της άβυσσος τα μάτια»,
είπε ο Νίκος, «βλέπουν μαγεμένους
γκρεμούς όπου περπάτησε η Venus
Obscura. Μα, στης τρέλας το κρεβάτι, Α-
φροδίτη και Παρθένος γίνοντ’ ένα.
Το έμαθ’ απ’ τη μάνα μου. Απένα-

ντι σ’ ένα τέτοιο δράμα θα ορίσει
ο ποιητής το έργο, στην οθόνη
της μνήμης προσπαθώντας να κρατήσει
όχι αυτό που τρέμει και τελειώνει,
αλλά την όψη ’κείνου που ακόμη
κι ο θάνατος αρνείται ν’ αντικρίσει:
το Βλέμμα Του Πατέρα, την ερκάνη
μιας γλώσσας που αδιάκοπα θα φτάνει

»στην άκρα σιωπή… Ούτε που ξέρω
αν σώπασα στη σκέψη ή στην πράξη»,
προσέθεσε. «…Εφόσον ο Αχέρο-
ντας θα μας έχει δέσμιους στην τάξη
του θανάτου, να λες “Θεός φυλάξοι”
όταν βρεθείς απέναντι σε γέρο
γιατί τελειών’ η βάρδια του σε λίγο».
«Και η δική σου;» «Σίγουρα… Θα φύγω

για κεί όπου ο νους –η συμμετρία
ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι–
γιατρεύει την παλιά μοιρολατρία.»
Σωστά μιλούσε έτσι για τον Άδη
αλλά –του είπα– μένει το ψεγάδι
της σκέψης πως υπήρξε η πορεία
του χρόνου γραμμική. «Σιγά μην ήταν!
Εμένα μου θυμίζει τη σαΐτα (περισσότερα…)

Ευγένιος Αρανίτσης, Νίκος Καρούζος (1926-1990)

*

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ 

( 1926-1990 )

ο φ ε ι λ ή

Σε όνειρο που έμοιαζε μ’ αλήθεια
συνάντησα το Νίκο ένα βράδυ
και μου ’πε: — Το παρόν είναι συνήθεια,
αλλά το χτες θα γίνει το αλφάδι
γι’ αυτά που ο χρόνος δώρισε στον Άδη.
Η ένταση του πόνου, εδώ στα στήθια,
σημαίνει πως το μέλλον εξαρτάται
απ’ όλα όσα κανείς μας δε θυμάται.

Δε δείχνει ούτε το ναι ούτε το όχι
το βέλος της πυξίδας, το σημάδι
ξεχάστηκε για πάντα και οι στόχοι
συγχέονται σε τούτο το σκοτάδι.
Είν’ άραγε ο κόσμος παρακλάδι
τ’ ονείρου που αναδύεται απ’ τη λόγχη
του τίποτα; Στην άβυσσο που μοιάζει
νεκρή και στείρα βλέπω να πλησιάζει

η μέρα που ο τάφος μου θ’ ανθίσει,
μα η σκιά πάνω στης μνήμης την οθόνη,
σαλεύοντας αργά για να θυμίσει
εκείνο που αγαπώ και που τελειώνει,
μου θέτει ένα αίνιγμα που ακόμη
κι ο θάνατος απέτυχε να λύσει.
Λουλούδια από λέξεις θα τινάξουν
τα πέταλα της σκέψης και θα πιάσουν

το νήμα που τυλίγεται κι αρχίζει
να πλέκει μονοπάτια από μετάξι.
Αλλάζουμε. Μα αυτό που συνεχίζει
να μας κρατάει δέσμιους στην τάξη
των ζώντων και νεκρών είναι η πράξη,
εκείνη που στο αίμα της βαφτίζει
τις άγονες στιγμές, τις πιο τρωτές μου.
Σβήσε το φως του μέλλοντος και πες μου.

Δεν ξέρω αν ήταν ψέμα ή αλήθεια…
Θυμάμαι πως τον είδα έν’ άλλο βράδυ
και του ’πα: — Το παρόν είναι συνήθεια,
σωστά το λες κι ας βρίσκεσαι στον Άδη.
Μα τούτη η σκέψη έχει το ψεγάδι
πως κι αν η αγάπη γράφει παραμύθια
το μίσος θα μας δείχνει άλλους δρόμους
κι οι γάμοι θα σφραγίζονται με φόνους.

(περισσότερα…)

Ωτακουστής στην Δημητρίου Σούτσου 36

του ΓΕΩΡΓΙΟΥ Κ. ΤΑΣΟΥΔΗ

Σημείωμα εντυπώσεων με αφορμή τη συλλεκτική έκδοση το βιβλίο Δημητρίου Σούτσου 36. Μια συνομιλία του Νικού Καρούζου με τον Γιάννη Ζουγανέλη, εισαγωγή – απομαγνητοφώνηση: Θανάσης Γαλανάκης – Αμαλία Τσουκαλά, γενική επιμέλεια – έρευνα υλικού – σχολιασμός: Θανάσης Γαλανάκης, Ίκαρος 2022.

Εξόχως μιλητικό το κείμενο της απομαγνητοφωνημένης συνομιλίας των Νίκου Καρούζου και Γιάννη Ζουγανέλη. Τόσο που δυσκολεύομαι να αποφανθώ αν το προσέλαβα ως αναγνώστης ή ως… ωτακουστής. Συγχωρέσατέ μου τη μικροπρέπεια, αλλά κάπως έτσι αισθάνθηκα, ως τρίτος του γεγονότος, απρόσκλητος προσκεκλημένος, σχεδόν φαρδύς πλατύς στο πεζοδρόμιο να στήνω αυτί στο ανοιχτό παραθύρι του υπογείου της Δημητρίου Σούτσου 36, για να αφουγκραστώ τα διαμειβόμενα. Πόσο θα το ’θελα να συμπεριφερθώ αξιοπρεπώς. Δειλά δειλά να κρούσω τη θύρα της υπόγειας κατοικίας του Ν. Καρούζου, ώστε καταλαμβάνοντας ησύχως μία του γωνιά να απολαύσω τον διάλογο διακριτικά, αλλά γίνεται τα μεταγενέστερα να γίνουν προγενέστερα; Δε γίνεται. Εκτός κι αν η αναγωγή στο παρελθόν διεκπεραιωθεί από βιβλίο καλό λίαν, σαν αυτό που καταπιανόμαστε στο υπόψη σημείωμα.

(περισσότερα…)

Κυκλοφόρησαν!

*

Μετὰ τὸν Ἀχιλλέα Παράσχο τοῦ Θεοδόση Βολκώφ, τὸν Ἰωάννη Βηλαρᾶ τοῦ Ἠλία Κεφάλα, τὸν Τέλλο Ἄγρα τῆς Εἰρήνης Γιαννάκη καὶ τὴν ἐπανέκδοση τοῦ Τάκη Σινόπουλου ἀπὸ τὸν Ξάνθο Μαϊντᾶ, κυκλοφόρησαν τὰ τρία τελευταῖα μέχρι τώρα βιβλία τῆς σειρᾶς «Δύο αἰῶνες ἑλληνικῆς ποίησης», ὅπου ποιητὲς ἀνθολογοῦν ποιητὲς τοῦ παρελθόντος μὲ ἐκτενῆ εἰσαγωγικὰ καὶ βιβλιογραφικὰ σημειώματα.

Νο 21. Γιῶργος Σαραντάρης ἀπὸ τὸν Ἄγγελο Καλογερόπουλο

Νο 22. Βύρων Λεοντάρης ἀπὸ τὸν Θωμᾶ Ἰωάννου

Νο 8. Νίκος Καροῦζος ἀπὸ τὸν Γιάννη Πατίλη (ἐπανέκδοση)

Ἑτοιμάζονται γιὰ τὸ ἄμεσο μέλλον Ἰ. Ν. Γρυπάρης ἀπὸ Θεοδόση Βολκώφ, Τάσος Γαλάτης καὶ Βασίλης Στεριάδης ἀπὸ Ξάνθο Μαϊντᾶ, Ἀριστοτέλης Βαλαωρίτης ἀπὸ Κώστα Κουτσουρέλη, Μαρία Πολυδούρη ἀπὸ Ἀριστέα Παπαλεξάνδρου καὶ Κ. Π. Καβάφης ἀπὸ Ἀ. Κ. Χριστοδούλου.

Διάθεση ἀπὸ τὸ Ἵδρυμα Σινόπουλου καὶ ὅλα τὰ ἐνημερωμένα βιβλιοπωλεῖα (Κεντρικὴ διάθεση: Ἐκδόσεις Νίκας).

*

*

 

Το ημερολόγιο της Εύας Μπέη «Με τον Νίκο Καρούζο» και μια έκθεση ζωγραφικής

*

τοῦ ΘΑΝΑΣΗ ΓΑΛΑΝΑΚΗ

Ὅταν ὁ Νίκος Κουφάκης, ἐκδότης τῆς Loggia, προανήγγειλε τὴν κυκλοφορία τοῦ βιβλίου τῆς Εὔας Μπέη μὲ τὸν ἁπλὸ πλὴν ἐμφατικὸ τίτλο Μὲ τὸν Νίκο Καροῦζο. Ἡμερολόγιο, ὁ ἀναγνωστικὸς κόσμος συνῆψε μιὰ σιωπηρὴ συμφωνία ἀναμονῆς. Δὲν μπορῶ νὰ θυμηθῶ πάνω ἀπὸ 5 ἢ 6 βιβλία τῶν τελευταίων ἐτῶν ποὺ νὰ δημιούργησαν μιὰν ἀντίστοιχη προσμονὴ ὑποδοχῆς καὶ τελικὰ αὐτὴ ἡ προσμονὴ νὰ δικαιώθηκε ὅταν ἔφτασαν στὰ ράφια καὶ στοὺς πάγκους τῶν βιβλιοπωλείων.

Πέραν τῆς ἀναγραφῆς τοῦ ὀνόματος τοῦ Καρούζου στὸν τίτλο, ποὺ —κακὰ τὰ ψέματα— λειτουργεῖ —ἂς συγχωρεθεῖ ἡ διαφημιστικὴ διάλεκτος— ὡς “κράχτης”, (μιᾶς καὶ οἱ μετοχές του στὸ λογοτεχνικὸ καὶ τὸ ἀναγνωστικὸ πεδίο ἔχουν ἀνεβεῖ κατακόρυφα προϊόντος τοῦ χρόνου), καὶ φυσικὰ πέραν τοῦ ὀνόματος τῆς συγγραφέως ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὴ σχέση της μὲ τὸν ποιητή, ἔχει μιὰ μακρὰ πορεία στὰ εἰκαστικὰ δρώμενα τοῦ τόπου μας, ἡ ἴδια ἡ εἰδολογικὴ συνθήκη τοῦ βιβλίου ποὺ συζητᾶμε σήμερα διανοίγει ἕναν ὁρίζοντα ἀναγνωστικῆς προσδοκίας ποὺ ἐκ προοιμίου καλεῖ τὸν ἀποδέκτη σὲ συμμετοχή. Μ’ ἄλλα λόγια, τὸ ἡμερολόγιο ἀπὸ μόνο του ἐπιτρέπει ἕνα βλέμμα μέσα ἀπὸ τὴν κλειδαρότρυπα. Ἔτσι λοιπόν, ἡ ἐξελικτικὰ ἐπωφελὴς ροπὴ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν περιέργεια δημιουργεῖ ἕνα θερμὸ ἐνδιαφέρον πρὸς τὸ εἶδος· ἂν δὲ τὸ βιβλίο εἶναι καλογραμμένο, τότε ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ ἕνα ἐκρηκτικὸ κειμενικὸ μεῖγμα. Ὅ,τι δηλαδὴ συμβαίνει καὶ μὲ τὸ κατακόκκινο αὐτό, κοραλλὶ σὲ ὁρισμένες στιγμὲς τῆς ἡμέρας, καλαίσθητο ἀπὸ κάθε ἄποψη βιβλίο, γιὰ τὸ ὁποῖο ἀξίζουν χάριτες σὲ συγγραφέα καὶ ἐκδότη. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος Ε΄: Συμεών ο Νέος Θεολόγος | Απόδοση Νίκος Καρούζος

 

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Η βυζαντινή ποίηση παραμένει η μεγάλη απούσα από όλες σχεδόν τις ανθολογίες ελληνικής ποίησης, ένα –χρονικά– τεράστιο, ουσιωδώς ανεξήγητο κι αναιτιολόγητο, κενό για τη γνώση, παρουσία κι εξέλιξη της ελληνικής ποίησης από τις απαρχές της ως τις μέρες μας. Οι αιτίες αρκετές, οι προκαταλήψεις κι η μεροληψία φοβάμαι ακόμη περισσότερες. Έχουμε συνηθίσει να σταματούμε απότομα στην Παλατινή Ανθολογία (μετά βίας ώς τον τέταρτο συνήθως μεταχριστιανικό αιώνα, χωρίς να αναλογιζόμαστε συνάμα πως κι αυτή η ίδια η Ελληνική Ανθολογία συνιστά μια γενναιόδωρη χειρονομία των ίδιων των Ελληνορωμιών του Βυζαντίου προς εμάς τους επιγενόμενους) και καταπιανόμαστε πάλι με το πρωτοφανέρωμα της νεοελληνικής –δημώδους πάντα– ποίησης  εκεί γύρω στον ενδέκατο αι. Το μεταξύ τους διάστημα, έχει ως επί το πλείστον αφεθεί αποκλειστικά στους βυζαντινολόγους, οι οποίοι βέβαια, ας ειπωθεί στεντορείως και υμνητικώς, τον τελευταίο αιώνα έχουν απροσμέτρητα βαθύνει κι εμπλουτίσει τη γνώση μας για τα ποιητικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου, με νέες κριτικές εκδόσεις κι αναγνώσεις, μελέτες, φανερώσεις άγνωστων ποιημάτων, μεταγραφές από ανέκδοτα χειρόγραφα κλπ., απομένει η ανθολόγησή τους κι η σύγχρονη (ποιητική κατά προτίμηση) μεταγραφή τους. Μια τέτοια έλλειψη, όπως είναι φυσικό, κι επιτείνει τις προκαταλήψεις αλλά και διογκώνει την άγνοια για τη βυζαντινή ποίηση. Ενώ το υλικό διόλου δεν λείπει, δεν είναι τυχαίο πως ως τις μέρες μας μεταφράζονται κείμενα ποιητικά που προέρχονται αποκλειστικά σχεδόν μόνον από την εκκλησιαστική υμνολογία, πράγμα που φανερώνει πολλά για τη γνώση και τη θεώρηση μα και για τη δεξίωση της βυζαντινής ποίησης σήμερα. Ας είναι! Δεν είναι η ώρα και η στιγμή  για περισσότερα˙ αυτή η εισαγωγή θα αρθρωθεί με την πληρότητα και την τεκμηρίωση που χρειάζεται, σαν έρθει η στιγμή της υλοποίησης μιας τέτοιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, που με την παρότρυνση και τη συνεργασία στενών φίλων θα αποκοτήσουμε. Η ανάληψη μιας τέτοιας ανθολογίας, βαρύ κι επίμοχθο έργο, θ’ απαιτήσει και συνεργασίες και χρόνο αρκετό.  Ήδη ανασκουμπωθήκαμε και αναμετριόμαστε με τα κείμενα, τους συγγραφείς, τις δυσκολίες, τις ιδιαιτερότητές τους, το περιβάλλον τους, τη μεταγραφή τους.
Με τον νου λοιπόν στραμμένο στη δημιουργία μιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, αποφασίσαμε εδώ στο ηλεκτρονικό ΝΠ, να ξεκινήσουμε με την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν εκτεταμένης επιλογής των ήδη μεταφρασμένων (περισσότερο ή λιγότερο γνωστών) βυζαντινών κειμένων από νεοέλληνες ποιητές˙ σαν προεισαγωγή και πρόγευση της μελλοντικής ανθολογίας αλλά κι άτυπη, όσο το δυνατόν ευρεία, αποτίμηση της μέχρι σήμερα παρουσίας της μεταφρασμένης βυζαντινής ποίησης στα γράμματά μας.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

 

 

~.~ 

 

ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

«Ὅτι καὶ ποθερό, κι ὁλάξιο νἄχουμε…»

Απόδοση Νίκος Καρούζος 

 

«“Πολιτικοί στίχοι”… Μα πόσο λυχνιαία και ρακώδη γίνονται στη σύγκριση μαζί τους όλα τα λογής αισθητικά προβλήματα της ποιήσεως! Ο “μονοχίτων” ο Συμεών είναι αζύγωτος!» αναφωνεί ο Νίκος Καρούζος, σχολιάζοντας κι ερμηνεύοντας ορισμένες επιλογές του για την απόδοση του ύμνου του Συμεών στο περιοδικό Σύνορο, την άνοιξη του 1965. Και λίγο πιο κάτω μιλώντας για τον στίχο «καὶ ἅπαντα τὰ μέλη μου γίνονται φωτοφόρα (Και γίνονται τα χέρια φως, τα πόδια μου, το σώμα)», φανερώνει τη μνημική διέγερση και σύναψη που του προκαλεί εδώ ο ύμνος του Συμεών με τον σολωμικό ύμνο:

«Κ’ εδώ, σε τούτονε το στίχο, μαζί με τον προηγούμενο, που χαρίζεται το σωματικό βάρος κι αποθεώνεται ο μεγάλος πολεμιστής της ουράνιας ελευθερίας, ας θυμηθείς τη στροφή του “Ύμνου εις την Ελευθερίαν”:

Λάμψιν έχει όλη φλογώδη
χείλος, μέτωπο, οφθαλμός·
φως το χέρι, φως το πόδι,
κι όλα γύρω σου είναι φως.

Μ’ αυτή τη μνήμη μετάφρασα το στίχο».

Κι αποσώνει με μια «στερνή σημείωση», μιλώντας τόσο για τον Συμεών και τα κείμενά του, όσο και για τη δική του απόδοση:

«Τόσο ψηλά κι αγιασμένα κείμενα μήτε να τ’ αγγίζουμε. Ο Άγιος Συμεών δεν ήθελε ποίηση, μόν’ ήθελε να κυριέψει το θείο. Κι αν οι Λόγοι του είναι ποιήματα και μάλιστα βαθιά και υπέροχα, τούτο έρχεται δεύτερο. Κι ούτε δεύτερο. Πάει με την ψυχή ο ποιητικός λόγος. Επειδή, και στην ουσία και στη μορφή τους οι καιόμενοι αυτοί Λόγοι, τρόπαια της ψυχής είναι, τρόπαια της φλόγας και έργο του σώματος του Συμεών. Αντικρύζουμε, λοιπόν, εδώ μια ποίηση κυριευτική, αδιάφορη στις λέξεις ωσάν απόλαυση της μορφής.

Δούλεψα μ’ ελευθερία τη μετάφραση, γιατί δεν έβγαινε αλλοιώς. Δεν μπόρεσα ν’ ακολουθήσω το δεκαπεντασύλλαβο του Λόγου παρά μονάχα σ’ ορισμένους στίχους και γενικά δεν πέτυχα την αυστηρή καταποδία στις λέξεις του Ποιήματος, ως προς την όλην οικονομία τους. Ήτανε σκοπός να συλλάβω καταδύναμη το πνεύμα του, να ξεκλειδώσω κάποιες εκφράσεις, όσο γινότανε κι όπως τις είδα. Ελευθερία, που σημαδεύει την προσπάθειά μου, αχορήγητη, πλην αναγκαία.

Ένα έχω να πω ακόμη. Πως ένιωθα τα λόγια του Συμεών έρημα, μεγάλες και ιερές φλόγες απάνω από μια πληθωρική κίνηση αυτοκινήτων, αεροπλάνων και πυραύλων».

Στον στερνό τούτο –συνομηλικιώτη μου– λόγο, ακόμα και σήμερα, ιδίως σήμερα, δεν έχω να προσθέσω ούτε ιώτα εν. (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος Β΄: Ρωμανός ο Μελωδός | 1. Οι αποδόσεις του Νίκου Καρούζου (3/3)

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Η βυζαντινή ποίηση παραμένει η μεγάλη απούσα από όλες σχεδόν τις ανθολογίες ελληνικής ποίησης, ένα –χρονικά– τεράστιο, ουσιωδώς ανεξήγητο κι αναιτιολόγητο, κενό για τη γνώση, παρουσία κι εξέλιξη της ελληνικής ποίησης από τις απαρχές της ως τις μέρες μας. Οι αιτίες αρκετές, οι προκαταλήψεις κι η μεροληψία φοβάμαι ακόμη περισσότερες. Έχουμε συνηθίσει να σταματούμε απότομα στην Παλατινή Ανθολογία (μετά βίας ώς τον τέταρτο συνήθως μεταχριστιανικό αιώνα, χωρίς να αναλογιζόμαστε συνάμα πως κι αυτή η ίδια η Ελληνική Ανθολογία συνιστά μια γενναιόδωρη χειρονομία των ίδιων των Ελληνορωμιών του Βυζαντίου προς εμάς τους επιγενόμενους) και καταπιανόμαστε πάλι με το πρωτοφανέρωμα της νεοελληνικής –δημώδους πάντα– ποίησης  εκεί γύρω στον ενδέκατο αι. Το μεταξύ τους διάστημα, έχει ως επί το πλείστον αφεθεί αποκλειστικά στους βυζαντινολόγους, οι οποίοι βέβαια, ας ειπωθεί στεντορείως και υμνητικώς, τον τελευταίο αιώνα έχουν απροσμέτρητα βαθύνει κι εμπλουτίσει τη γνώση μας για τα ποιητικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου, με νέες κριτικές εκδόσεις κι αναγνώσεις, μελέτες, φανερώσεις άγνωστων ποιημάτων, μεταγραφές από ανέκδοτα χειρόγραφα κλπ., απομένει η ανθολόγησή τους κι η σύγχρονη (ποιητική κατά προτίμηση) μεταγραφή τους. Μια τέτοια έλλειψη, όπως είναι φυσικό, κι επιτείνει τις προκαταλήψεις αλλά και διογκώνει την άγνοια για τη βυζαντινή ποίηση. Ενώ το υλικό διόλου δεν λείπει, δεν είναι τυχαίο πως ως τις μέρες μας μεταφράζονται κείμενα ποιητικά που προέρχονται αποκλειστικά σχεδόν μόνον από την εκκλησιαστική υμνολογία, πράγμα που φανερώνει πολλά για τη γνώση και τη θεώρηση μα και για τη δεξίωση της βυζαντινής ποίησης σήμερα. Ας είναι! Δεν είναι η ώρα και η στιγμή  για περισσότερα˙ αυτή η εισαγωγή θα αρθρωθεί με την πληρότητα και την τεκμηρίωση που χρειάζεται, σαν έρθει η στιγμή της υλοποίησης μιας τέτοιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, που με την παρότρυνση και τη συνεργασία στενών φίλων θα αποκοτήσουμε. Η ανάληψη μιας τέτοιας ανθολογίας, βαρύ κι επίμοχθο έργο, θ’ απαιτήσει και συνεργασίες και χρόνο αρκετό.  Ήδη ανασκουμπωθήκαμε και αναμετριόμαστε με τα κείμενα, τους συγγραφείς, τις δυσκολίες, τις ιδιαιτερότητές τους, το περιβάλλον τους, τη μεταγραφή τους.
Με τον νου λοιπόν στραμμένο στη δημιουργία μιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, αποφασίσαμε εδώ στο ηλεκτρονικό ΝΠ, να ξεκινήσουμε με την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν εκτεταμένης επιλογής των ήδη μεταφρασμένων (περισσότερο ή λιγότερο γνωστών) βυζαντινών κειμένων από νεοέλληνες ποιητές˙ σαν προεισαγωγή και πρόγευση της μελλοντικής ανθολογίας αλλά κι άτυπη, όσο το δυνατόν ευρεία, αποτίμηση της μέχρι σήμερα παρουσίας της μεταφρασμένης βυζαντινής ποίησης στα γράμματά μας.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
(περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος Β΄: Ρωμανός ο Μελωδός | 1. Οι αποδόσεις του Νίκου Καρούζου (2/3)

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Η βυζαντινή ποίηση παραμένει η μεγάλη απούσα από όλες σχεδόν τις ανθολογίες ελληνικής ποίησης, ένα –χρονικά– τεράστιο, ουσιωδώς ανεξήγητο κι αναιτιολόγητο, κενό για τη γνώση, παρουσία κι εξέλιξη της ελληνικής ποίησης από τις απαρχές της ως τις μέρες μας. Οι αιτίες αρκετές, οι προκαταλήψεις κι η μεροληψία φοβάμαι ακόμη περισσότερες. Έχουμε συνηθίσει να σταματούμε απότομα στην Παλατινή Ανθολογία (μετά βίας ώς τον τέταρτο συνήθως μεταχριστιανικό αιώνα, χωρίς να αναλογιζόμαστε συνάμα πως κι αυτή η ίδια η Ελληνική Ανθολογία συνιστά μια γενναιόδωρη χειρονομία των ίδιων των Ελληνορωμιών του Βυζαντίου προς εμάς τους επιγενόμενους) και καταπιανόμαστε πάλι με το πρωτοφανέρωμα της νεοελληνικής –δημώδους πάντα– ποίησης  εκεί γύρω στον ενδέκατο αι. Το μεταξύ τους διάστημα, έχει ως επί το πλείστον αφεθεί αποκλειστικά στους βυζαντινολόγους, οι οποίοι βέβαια, ας ειπωθεί στεντορείως και υμνητικώς, τον τελευταίο αιώνα έχουν απροσμέτρητα βαθύνει κι εμπλουτίσει τη γνώση μας για τα ποιητικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου, με νέες κριτικές εκδόσεις κι αναγνώσεις, μελέτες, φανερώσεις άγνωστων ποιημάτων, μεταγραφές από ανέκδοτα χειρόγραφα κλπ., απομένει η ανθολόγησή τους κι η σύγχρονη (ποιητική κατά προτίμηση) μεταγραφή τους. Μια τέτοια έλλειψη, όπως είναι φυσικό, κι επιτείνει τις προκαταλήψεις αλλά και διογκώνει την άγνοια για τη βυζαντινή ποίηση. Ενώ το υλικό διόλου δεν λείπει, δεν είναι τυχαίο πως ως τις μέρες μας μεταφράζονται κείμενα ποιητικά που προέρχονται αποκλειστικά σχεδόν μόνον από την εκκλησιαστική υμνολογία, πράγμα που φανερώνει πολλά για τη γνώση και τη θεώρηση μα και για τη δεξίωση της βυζαντινής ποίησης σήμερα. Ας είναι! Δεν είναι η ώρα και η στιγμή  για περισσότερα˙ αυτή η εισαγωγή θα αρθρωθεί με την πληρότητα και την τεκμηρίωση που χρειάζεται, σαν έρθει η στιγμή της υλοποίησης μιας τέτοιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, που με την παρότρυνση και τη συνεργασία στενών φίλων θα αποκοτήσουμε. Η ανάληψη μιας τέτοιας ανθολογίας, βαρύ κι επίμοχθο έργο, θ’ απαιτήσει και συνεργασίες και χρόνο αρκετό.  Ήδη ανασκουμπωθήκαμε και αναμετριόμαστε με τα κείμενα, τους συγγραφείς, τις δυσκολίες, τις ιδιαιτερότητές τους, το περιβάλλον τους, τη μεταγραφή τους.
Με τον νου λοιπόν στραμμένο στη δημιουργία μιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, αποφασίσαμε εδώ στο ηλεκτρονικό ΝΠ, να ξεκινήσουμε με την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν εκτεταμένης επιλογής των ήδη μεταφρασμένων (περισσότερο ή λιγότερο γνωστών) βυζαντινών κειμένων από νεοέλληνες ποιητές˙ σαν προεισαγωγή και πρόγευση της μελλοντικής ανθολογίας αλλά κι άτυπη, όσο το δυνατόν ευρεία, αποτίμηση της μέχρι σήμερα παρουσίας της μεταφρασμένης βυζαντινής ποίησης στα γράμματά μας.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
(περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος Β΄: Ρωμανός ο Μελωδός | 1. Οι αποδόσεις του Νίκου Καρούζου (1/3)

CY95-3-07

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Η βυζαντινή ποίηση παραμένει η μεγάλη απούσα από όλες σχεδόν τις ανθολογίες ελληνικής ποίησης, ένα –χρονικά– τεράστιο, ουσιωδώς ανεξήγητο κι αναιτιολόγητο, κενό για τη γνώση, παρουσία κι εξέλιξη της ελληνικής ποίησης από τις απαρχές της ως τις μέρες μας. Οι αιτίες αρκετές, οι προκαταλήψεις κι η μεροληψία φοβάμαι ακόμη περισσότερες. Έχουμε συνηθίσει να σταματούμε απότομα στην Παλατινή Ανθολογία (μετά βίας ώς τον τέταρτο συνήθως μεταχριστιανικό αιώνα, χωρίς να αναλογιζόμαστε συνάμα πως κι αυτή η ίδια η Ελληνική Ανθολογία συνιστά μια γενναιόδωρη χειρονομία των ίδιων των Ελληνορωμιών του Βυζαντίου προς εμάς τους επιγενόμενους) και καταπιανόμαστε πάλι με το πρωτοφανέρωμα της νεοελληνικής –δημώδους πάντα– ποίησης  εκεί γύρω στον ενδέκατο αι. Το μεταξύ τους διάστημα, έχει ως επί το πλείστον αφεθεί αποκλειστικά στους βυζαντινολόγους, οι οποίοι βέβαια, ας ειπωθεί στεντορείως και υμνητικώς, τον τελευταίο αιώνα έχουν απροσμέτρητα βαθύνει κι εμπλουτίσει τη γνώση μας για τα ποιητικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου, με νέες κριτικές εκδόσεις κι αναγνώσεις, μελέτες, φανερώσεις άγνωστων ποιημάτων, μεταγραφές από ανέκδοτα χειρόγραφα κλπ., απομένει η ανθολόγησή τους κι η σύγχρονη (ποιητική κατά προτίμηση) μεταγραφή τους. Μια τέτοια έλλειψη, όπως είναι φυσικό, κι επιτείνει τις προκαταλήψεις αλλά και διογκώνει την άγνοια για τη βυζαντινή ποίηση. Ενώ το υλικό διόλου δεν λείπει, δεν είναι τυχαίο πως ως τις μέρες μας μεταφράζονται κείμενα ποιητικά που προέρχονται αποκλειστικά σχεδόν μόνον από την εκκλησιαστική υμνολογία, πράγμα που φανερώνει πολλά για τη γνώση και τη θεώρηση μα και για τη δεξίωση της βυζαντινής ποίησης σήμερα. Ας είναι! Δεν είναι η ώρα και η στιγμή  για περισσότερα˙ αυτή η εισαγωγή θα αρθρωθεί με την πληρότητα και την τεκμηρίωση που χρειάζεται, σαν έρθει η στιγμή της υλοποίησης μιας τέτοιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, που με την παρότρυνση και τη συνεργασία στενών φίλων θα αποκοτίσουμε. Η ανάληψη μιας τέτοιας ανθολογίας, βαρύ κι επίμοχθο έργο, θ’ απαιτήσει και συνεργασίες και χρόνο αρκετό.  Ήδη ανασκουμπωθήκαμε και αναμετριόμαστε με τα κείμενα, τους συγγραφείς, τις δυσκολίες, τις ιδιαιτερότητές τους, το περιβάλλον τους, τη μεταγραφή τους.
Με τον νου λοιπόν στραμμένο στη δημιουργία μιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, αποφασίσαμε εδώ στο ηλεκτρονικό ΝΠ, να ξεκινήσουμε με την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν εκτεταμένης επιλογής των ήδη μεταφρασμένων (περισσότερο ή λιγότερο γνωστών) βυζαντινών κειμένων από νεοέλληνες ποιητές˙ σαν προεισαγωγή και πρόγευση της μελλοντικής ανθολογίας αλλά κι άτυπη, όσο το δυνατόν ευρεία, αποτίμηση της μέχρι σήμερα παρουσίας της μεταφρασμένης βυζαντινής ποίησης στα γράμματά μας.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
(περισσότερα…)