βυζαντινή ποίηση

Σάββατο 24.5. | Εκδήλωση-Συζήτηση του Νέου Πλανόδιου

*

Tο ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ

σας προσκαλεί σε εκδήλωση-συζήτηση αφιερωμένη στις ανθολογικές-αρχαιογνωστικές στήλες της ηλεκτρονικής του έκδοσης (planodion.gr)

το Σάββατο, 24 Μαΐου 2025, 12:00
στο Alsos Lounge Café
Ευελπίδων και Μουστοξύδη – Πλατεία Πρωτομαγιάς
(μεταξύ Πεδίου Άρεως και Δικαστηρίων)

Συζητούν:

ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ
επιμελητής της στήλης «Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη», πρώτης συστηματικής ποιητικής ανθολόγησης της χιλιετούς Ρωμαίων Βασιλείας

ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
επιμελητής της στήλης «Δοκιμές», όπου μεταφράζονται για πρώτη φορά στα ελληνικά κλασικά έργα της λατινικής και λατινογενούς γραμματείας.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΛΛΗΣ
επιμελητής της στήλης «Γραφές της πέτρας», όπου παρουσιάζονται και σχολιάζονται ιστορικές βυζαντινές επιγραφές άγνωστες στο ευρύ κοινό.

Συντονίζει ο διευθυντής του ΝΠ
ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ

*

*

*

Γεώργιος Πισίδης, Στον αυτοκράτορα Ηράκλειο

*

Προλεγόμενα – Μετάφραση
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ

Ποίημα εγκωμιαστικό για τον αυτοκράτορα Ηράκλειο (610-641), με θέμα τις πολεμικές επιτυχίες του έναντι των Περσών και των Αβάρων, αλλά και την ανατροπή του προηγούμενου αυτοκράτορα, Φωκά, στα τέλη του 610. Το στιχούργημα, όπως και συμβαίνει και σε άλλα του Πισίδη για τον Ηράκλειο, κατασκευάζει την εικόνα του ιδανικού Βυζαντινού αυτοκράτορα: Είναι ο εκλεκτός και το όργανο του Θεού, μία ακριβής αποτύπωση του Χριστού, καθώς και ένας ευσεβής, δραστήριος και ικανός πολεμιστής. Σε ποιητικό επίπεδο, ο Πισίδης έφερε τη μεγάλη αλλαγή στη βυζαντινή λογοτεχνία, καθώς αυτός πρώτος επέβαλε τη χρήση του ιαμβικού τριμέτρου του αρχαίου δράματος στη βυζαντινή ποίηση, καταφέρνοντας να τερματίσει την πρωτοκαθεδρία του ομηρικού μέτρου που ίσχυε μέχρι τότε. Στους επόμενους αιώνες οι Βυζαντινοί λόγιοι τον θεωρούν σταθερά ως τον κορυφαίο ποιητή του δικού τους «λογοτεχνικού κανόνα».

///

Στον αυτοκράτορα Ηράκλειο, που ήρθε από την Αφρική
και ανέβηκε στον θρόνο, και κατά του αυτοκράτορα Φωκά

Τα λόγια δεν αρκούν για να σε περιγράψουν·
ο Θείος Λόγος όρισε ψηλά να στέκεις
εκεί που ο λόγος τούτος ο ρευστός δεν φτάνει.
Πολλοί σ’ υμονολογούν, το βλέπω, βασιλιά μου,
δεινοί πολεμιστές, καβάλα στα άλογά τους,
που δεν διακρίνονται για το σοφό μυαλό τους
κι ο χαρακτήρας τους θεϊκή σκευή δεν έχει.
Όμως σ’ εμένα φαίνεται σωστό να υμνήσω
τη φρόνηση, την οδηγό της θείας ψυχής σου.
Από ψηλά την έλαβες για πανοπλία
κι έτσι στις Ιερές Γραφές τον νου σου στρέφεις· (περισσότερα…)

Δύο στίχοι από τον Ακάθιστο Ύμνο

*

του ΣΩΤΗΡΗ ΓΟΥΝΕΛΑ

Ταξίαρχος των Επουρανίων Ασωμάτων Δυνάμεων, κατερχόμενος επί γης διά να ευαγγελίσει τη Θεοτόκο, έτεινε με το χέρι του προς το παρθενικό της Άγιο πρόσωπο ένα κρίνο με ζακχαρώδη λευκότητα. Η σκέψη μου απλώς μόνο τείνει στην εκδοχή ότι κρίνο κάλλιστα μπορεί να ’ταν το ίδιο το χέρι της Ασώματης Δύναμης.
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ, Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής

Στον Συναξαριστή διαβάζουμε ότι η είσοδος της Θεοτόκου στο Ναό συνιστά το προοίμιο του μυστηρίου της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Η Άννα και ο Ιωακείμ σε προχωρημένη ηλικία, ζήτησαν από το Θεό ένα παιδί, με την προϋπόθεση να Του το αφιερώσουν. Γι’ αυτό, όταν έγινε τριών χρονών, την πήραν οι γονείς της και την πρόσφεραν στο ναό κατά την ημέρα που την γιορτάζουμε ως ημέρα των Εισοδίων, όπως είχαν υποσχεθεί.

Την παρέδωσαν στον αρχιερέα Ζαχαρία και αυτός την έβαλε στο πιο εσωτερικό μέρος του ναού, εκεί όπου εισερχόταν αυτός μόνος μια φορά τον χρόνο. Η Μαρία έμεινε εκεί μέσα δώδεκα χρόνια, τρεφόμενη από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ με ουράνια τροφή, λέει ο Συναξαριστής. Κι όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ο καιρός δηλαδή του θείου Ευαγγελισμού, εξήλθε από τα άγια των Αγίων και παραδόθηκε στον μνήστορα Ιωσήφ για να ακολουθήσει η φυγή στην Αίγυπτο, η γέννηση του Σωτήρα και η επάνοδος στο Ισραήλ.

Ο Ν. Γ. Πεντζίκης (Σύναξη, τ. 38 του 1991), μιλώντας για την Παναγία λέει ότι ο

«Κύριος ήρθε και ενωθείς με τη μητέρα Του (γιατί ως έμβρυο ήρθε και ως έμβρυο έφυγε στην Ανάληψη) δια της Παναγίας επιτρέπει και σε μας να ενωθούμε μαζί Του».

Και παρακάτω λέει πράγματα που οι περισσότεροι χριστιανοί είτε έχουμε λησμονήσει, είτε αγνοούμε, είτε δεν καταλαβαίνουμε. Λέει ότι

«ο ρόλος της [Παναγίας] είναι όλη η γη. Η Παρθενία είναι νέκρωση και ο νεκρός είναι ολάκερη η γη. Από εκεί ξεκινάμε. Δια της Παναγίας καταλαβαίνουμε ότι η ζωή είναι αιώνια, γιατί η Παναγία είναι νεκρή. Δηλαδή είναι η ηγέτις μορφή, αφού αξιώνεται να γεννήσει το Χριστό, δηλαδή (τί να γεννήσει;) τη νέα ζωή».

Και προσθέτει:

«Πάντως η Παναγία και μάλιστα αυτό το γεγονός ότι είναι Βρεφοκρατούσα, πρέπει να είναι ‘ο άρτος ημών ο επιούσιος’. Γιατί όλος ο κόσμος χωρά μέσα στην Εκκλησία, αλλά κανένας δεν χωρά αν δεν υπάρχει η Παναγία».

Αυτά θα μπορούσαν να είναι προκαταρκτικά στα σχετικά με το δίστιχο από τον Ακάθιστο Ύμνο για το οποίο θα μιλήσουμε. Αλλά ας πούμε δυο λόγια για τον Ύμνο πρώτα. Αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους δηλαδή στροφές σε αλφαβητική ακροστιχίδα από το Α ως το Ω. Συνολικά πρόκειται για 144 χαίρε, κάπως σαν ποιητική προέκταση που περιλαμβάνει ωστόσο θεολογικά και δογματικά στοιχεία, του Χαίρε κεχαριτωμένη που απηύθυνε ο Γαβριήλ στην Παρθένο. (περισσότερα…)

«Ὅλα τὰ ἐδῶ γιὰ τοὺς θνητούς, κόπος· κι ὅλα γιὰ γέλια…»

*

Από το βιβλίο Ένα ποίημα – μια ματιά. Πέντε Ομιλίες που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από το Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος προδημοσιεύουμε ένα απόσπασμα από την εισήγηση του Ηλία Μαλεβίτη για το έργο του Γρηγόριου Ναζιανζηνού. Στον τόμο γράφουν ακόμη οι Παντελής Μπουκάλας (δημοτικό τραγούδι), Λιάνα Σακελλίου (Γιώργος Σεφέρης), Κώστας Κουτσουρέλης (Νίκος Καζαντζάκης) και Πολύκαρπος Πολυκάρπου (Άγγελος Σικελιανός). Ο σχεδιασμός και η επιμέλεια της έκδοσης είναι του Θανάση Γαλανάκη.

///

Ὅλα στὴ ζωὴ σκιὰ καὶ φαντασία, καὶ πίσω ἀπ’ ὅλα παραμονεύει ἡ ματαιότητα, τὰ πάθη, οἱ δοκιμασίες, ἡ διαρκὴς ἀστάθεια ποὺ προκαλεῖ ἀγωνία καὶ μελαγχολία στὴν ψυχὴ τοῦ Γρηγορίου. Τίποτα πιὸ ἀδύναμο κι ἀσθενὲς ἀπὸ τοὺς θνητοὺς ἀνθρώπους. ῍Ας προσέξουμε πόσα οὐσιαστικὰ δηλωτικὰ ἐφήμερης παρουσίας χρησιμοποιεῖ γιὰ τὸν ἀνθρώπινο βίο:

Ὅλα τὰ ἐδῶ γιὰ τοὺς θνητούς, κόπος· κι ὅλα γιὰ γέλια,
ἄχνη, ἴσκιος, φαντασία, δροσιά, πνοή, φτερὸ καὶ ὁμίχλη,
ὄνειρο, κύματα, ροή, στὸ πέλαο αὐλάκι, σκόνη.
Κύκλος ποὺ ἀδιάκοπα γυρνᾶ, κυλῶντας ὅμοια πάντα·
μιὰ στέκεται, μιὰ προχωρεῖ, σπάζει καὶ πάλι σμίγει
ὧρες καὶ μέρες καὶ νυχτιές, θάνατοι πόνοι, λύπες
μ’ ἀρρώστιες ἀλλὰ καὶ χαρὲς κακοτυχιὲς καὶ τύχες.
[…]
Πόσα μὲ τὰ φτερὰ τοῦ νοῦ μὲ κύκλωσαν παλιὰ ὅσα
κι ὅσα καινούργια· ἀπ’ τοὺς θνητοὺς πιὸ ἀδύναμο δὲν ἔχει […]

(μτφρ. Ἰγνάτιος Σακαλῆς)

Πάντα μόγος θνητοῖς τἀνθάδε· πάντα γέλως,
χνοῦς, σκιά, φάσμα, δρόσος, πνοιή, πτερόν, ἀτμίς, ὄνειρος,
οἶδμα, ρόος, νηὸς ἴχνιον αὖρα, κόνις,
κύκλος ἀειδίνητος, ὁμοίϊα πάντα κυλίνδων,
ἐστηώς, τροχάων, λυόμενος, πάγιος,
ὥραις, ἤμασι, νυξί, πόνοις, θανάτοισιν, ἀνίαις,
τερπωλῇσι, νόσοις, πτώμασιν, εὐδρομίαις
[…]
Πάντα νόου πτερύγεσσιν ἐπέδραμον, ὅσσα παλαιά,
ὅσσα νέα· θνητῶν δ’ οὐδὲν ἀκιδνότερον […]

(Ι ́, Περὶ τῶν τοῦ βίου ὁδῶν)

(περισσότερα…)

Νικόλαος Καλλικλής, Οι δώδεκα μήνες

*

Προλεγόμενα-Μετάφραση
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ

Ημερολογιακό ποίημα που προσγράφεται, όχι με απόλυτη βεβαιότητα, στον ποιητή και ιατρό της αυλής του Αλεξίου Κομνηνού (1081-1118) και του Ιωάννη Κομνηνού (1118-1142), Νικόλαο Καλλικλή. Αρχίζει από τον μήνα Μάρτιο, ακολουθώντας την παράδοση του πρώιμου ρωμαϊκού ημερολογίου, ωστόσο μέσα στο στιχούργημα τόσο ο Σεπτέμβριος (μήνας της βυζαντινής Πρωτοχρονιάς), όσο και ο Ιανουάριος (μήνας της Πρωτοχρονιάς στο νεότερο ρωμαϊκό ημερολόγιο) παρουσιάζονται ως εναρκτήρια ορόσημα του έτους.

Στη μέση και ύστερη βυζαντινή λογοτεχνία ανήκουν και άλλα ημερολογιακά ποιήματα, όπως του Χριστόφορου Μυτιληναίου (11ος αι.) και του Μανουήλ Φιλή (13ος-14ος αι.). Σε άλλες περιπτώσεις, ενσωματώνονται μέσα σε ευρύτερες αφηγήσεις, όπως συμβαίνει στις μυθιστορίες Υσμίνη και Υσμινίας (12ος αι.) του Ευμαθίου Μακρεμβολίτη και Λίβιστρος και Ροδάμνη (13ος-14ος αι.). Η ιδαιτερότητα του ποιήματος που μεταφράζεται εδώ είναι η ιατρική και διατροφολογική στόχευσή του: Στους πρώτους στίχους κάθε μήνα δίνεται το στίγμα της εποχής και στους επιλογικούς προτείνονται οι τροφές που καλό είναι να καταναλώνονται εκείνη την περίοδο – ή απαγορεύονται οι βλαπτικές τροφές και συνήθειες που οδηγούν στην εκδήλωση νόσων.

Σημειώνεται ότι ο αναγνώστης μπορεί να βρει μεταφρασμένα στο εμπόριο τα ημερολογιακά ποιήματα του Μυτιληναίου και του Φιλή, σε απόδοση Δήμητρας Μονιού (Χριστόφορου Μυτιληναίου, Στίχοι διάφοροι, Αθήνα 2017, σ. 82) και Παναγιώτη Αγαπητού / Martin Hinterberger αντίστοιχα (Εικών και λόγος, Αθήνα 2006, σ. 108-110).

///

ΜΑΡΤΙΟΣ

Φορώ στους στρατηγούς τις πανοπλίες
και φρέσκα ξίφη δίνω για τη μάχη·
την ξένη γη ο φαντάρος λέει πατρίδα.

Είναι η δουλειά μου να σας συμβουλεύω
κι ορίζω σ’ όλους πάντα να λαμβάνουν
καλή τροφή, γλυκό κρασί να πίνουν.

///

ΑΠΡΙΛΙΟΣ

Παχιά τα αρνιά για τα συμπόσιά σας·
σας φέρνω το πασχαλινό τραπέζι
με της Ανάστασης τη χαρμοσύνη.

Κανείς σας να μην τρώει τα ραπανάκια,
γιατί επιδρούν στη μέλαινα χολή σας
και γρήγορα το σώμα καταστρέφουν. (περισσότερα…)

Πάνος Θεοδωρίδης, Σπαράγματα μεταφράσεων

Νεανική φωτογραφία του συγγραφέα από τη σελίδα του στο fb

~.~

Η θανή του Πάνου Θεοδωρίδη επισπεύδει την κατάθεση αυτής της μικρής ανθοδέσμης από σύντομες μεταφράσεις του βυζαντινών ποιημάτων, μέσα σε κείμενά του, σαν μικρό φόρο τιμής στη μνήμη του. Αρχιτέκτονας, ποιητής, συγγραφέας, ηθοποιός, αρθρογράφος, μπλόγκερ, πολυσχιδής άνθρωπος. Η αγάπη κι η βαθιά γνώση του για το Βυζάντιο και τη λογοτεχνική όσο και την υλική κληρονομιά του υπήρξε παθιασμένη και μεγάλη. Ας αναφέρω μοναχά το πάθος του με τους νερόμυλους και το σενάριο που έγραψε για την ταινία Δοξόμπους, όπου έπαιζε κι ο ίδιος. Ας επιτραπεί κατ’ εξαίρεσιν, σ’ αυτή την μικρή ανθολόγηση να συμπεριλάβουμε, ως κολοφώνα της, ένα άλλο κείμενό του που εκφράζει την αγάπη του για τον Μανουήλ Φιλή.

Πριν δυόμισι χρόνια του είχα ζητήσει να συμπεριλάβω στην Ανθολογία της Βυζαντινής ποίησης ορισμένα σπαράγματα βυζαντινών ποιημάτων αποδοσμένων στη νεοελληνική, που είχε σε ορισμένες αναρτήσεις του στο φέησμπουκ. Ταυτόχρονα τον είχα ρωτήσει και για ένα μικρό κομμάτι που το παρουσίαζε σαν απόσπασμα από τον Μανουήλ Φιλή.

άλλο να βρίσκεσαι γυμνός το θέρος
κι άλλο στου χειμώνα το εξοχικό παραγώνι
παρόμοια άλλο να θλίβεσαι που είσαι θνητός
κι άλλο να θλίβεσαι γιά φίλο πεθαμένο.

Μου απάντησε πως ήταν πλαστό. Κι όμως συλλογίζομαι τώρα πόσο λιτό κι απέριττο, αληθινό, επιτύμβιο επίγραμμα μοιάζει· ταιριαστό και για τη δική του μνήμη. Ας είναι ελαφρύ το χώμα…

ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~•~

Ιωάννης Γεωμέτρης, ο και Κυριώτης:

Όλα τα πάντα ανθούν, το αμπέλι παλεύει να γεννήσει
ξεχειλίζει το φρέσκο μέλι από τις κερήθρες […]

/// (περισσότερα…)

Τρία βυζαντινά ερωτικά ποιήματα

*

Μετάφραση-Σημειώσεις
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ

~.~

1. Μουσαίος, Ηρώ και Λέανδρος
(5ος-6ος αι.), στ. 203-218

[ Ο μονόλογος του Λέανδρου ]

«Κόρη, για την αγάπη σου τα κύματα θα σκίσω
κι ας είναι η θάλασσα δεινή κι εχθρός μου το νερό της.
Κινώντας για την κλίνη σου το ρεύμα δεν θα τρέμω
και διόλου δεν θα φοβηθώ το πέλαγος που ουρλιάζει.
Μα κάθε νύχτα που περνά για τον υγρό εραστή σου
τον άγριο τον Ελλήσποντο θα διαπερνά με θάρρος.
Την Άβυδο, την πόλη μου, μακριά πολύ δεν κτίσαν.
Ένα λυχνάρι μοναχά στον πύργο σου εκεί πάνω
στη νύχτα ας φέγγει τη βαθιά. Κι όταν θα το κοιτάζω
καράβι θα ’μαι του Έρωτα κι ο λύχνος σου ένα αστέρι·
εκείνον θα ’χω για οδηγό, τον Βοώτη δεν θα βλέπω
κι ο τολμηρός Ωρίωνας βοηθός μου δεν θα γίνει
κι ούτε την άβροχη τροχιά θ’ ακολουθώ της Άρκτου,
σαν έρχομαι από απέναντι προς το γλυκό λιμάνι.
Μόνο, καλή μου, πρόσεχε τους δυνατούς ανέμους
μήπως τυχόν τον σβήσουνε και χάσω την ψυχή μου,
τον λύχνο τον λαμπρό ταγό που ορίζει τη ζωή μου».

[Σημείωση: Στο ποίημα του Μουσαίου, δύο νέα παιδιά, η Ηρώ και ο Λέανδρος, βιώνουν τον κεραυνοβόλο έρωτα. Υπάρχει όμως το πρόβλημα της απόστασης, καθώς τις πόλεις τους τις χωρίζει ο Ελλήσποντος. Το σχέδιο που συλλαμβάνει ο Λέανδρος, και τελικά εφαρμόζουν οι ερωτευμένοι, είναι παράτολμο: Το αγόρι κολυμπά κάθε βράδυ από την πόλη του σ’ εκείνη της αγαπημένης του, ενώ αυτή φροντίζει το φως του λυχναριού της να του δείχνει τον δρόμο. Η άφιξη της βαρυχειμωνιάς οδηγεί στο τραγικό τέλος, με τον χαμό του ζευγαριού. Ακόμα κι έτσι, ο θάνατος βρίσκει τα σώματα των δύο νέων το ένα δίπλα στο άλλο. Ο τελευταίος στίχος του ποιήματος σχολιάζει: «Και στην τελευταία αυτή συμφορά κατάφεραν ν’ απολαύσουν ο ένας τον άλλο».]

~.~ (περισσότερα…)

Ιωάννης Δαμασκηνός, Νεκρώσιμα ιδιόμελα

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Με τον δικό του τρόπο και την ιδιαίτερη ματιά του απέδωσε στη νεοελληνική ο Άρης Δικταίος τα Νεκρώσιμα Ιδιόμελα του Ιωάννη Δαμασκηνού, που ψάλλονται στη Νεκρώσιμη Ακολουθία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Για τον Δαμασκηνό ως ποιητή και υμνογράφο καθώς και για τη Νεκρώσιμη Ακολουθία παραπέμπουμε στην πρώτη δημοσίευση της ανθολόγησης της βυζαντινής ποίησης.

~.~

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

Νεκρώσιμα ἰδιόμελα

Ἀπόδοση Ἄρη Δικταίου

 

Σὲ ποιὰν ἀπόλαυση τῆς ζωῆς δὲν ἔχει ἡ θλίψη
τὸ μοιράδι της; Πάνω στὴ γῆ ποιά δόξα
ἔμεινε ἀσάλευτη; Πιὸ εὔθραυστος κι ἀπὸ τὸν ἴσκιο,
πιὸ ἀπατηλὸς κι ἀπ’ τὰ ὄνειρά εἶναι ὁ κόσμος.
Λίγο νὰ γείρει, καὶ τὴ θέση του ὁ θάνατος παίρνει.

Σὰν λουλούδι μαραίνεται, σὰν ὄνειρο φεύγει
καὶ περνᾶ καὶ σβήνει ὁ ἄνθρωπος. Ἂλλ’ ὅταν
ἡ σάλπιγγα ξανασημάνει, οἱ πεθαμένοι,
ὅλοι, ὡς σὲ δυνατὸ σεισμό, θὰ σηκωθοῦνε.

Θέ μου, ἡ ψυχὴ πόσο ἀγωνιᾶ, πόσο ὑποφέρει
ὅταν τὸ σῶμα ἀποχωρίζεται! Πῶς κλαίει, τότε,
Θέ μου, καὶ νὰ τὴ λυπηθεῖ κανεὶς δὲν εἶναι!
Παρακαλεστικὰ γυρνᾶ καὶ βλέπει τοὺς Ἀγγέλους,
ἀλλὰ τοῦ κακοῦ! Ἁπλώνει στοὺς ἀνθρώπους
τὰ χέρια της, μὰ δὲ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὴ βοηθήσει.

Μάταια, μάταια εἶναι ὅλα τ’ ἀνθρώπινα, γιατί
δὲν δύνονται κ’ ὕστερα ἀπὸ τὸ θάνατο νὰ ὑπάρχουν.
Κανεὶς δὲν παίρνει τὸν πλοῦτο του μαζί του,
ἡ δόξα δὲν τὸν ἀκλουθεῖ, γιατί ὅλα, ἄχ, ὅλα
χάνονται ἀμέσως μόλις ὁ θάνατος προβάλλει. (περισσότερα…)

Μάρ Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, Ὀκτώ Ὕμνοι τοῦ Παραδείσου

*

Μετάφραση-Εἰσαγωγή: Νατάσα Κεσμέτη

Εἰς Μνημόσυνον Δημητρίου Β. Τριανταφυλλίδη (1959-2024)

Ὁ Μάρ Ἐφραίμ, ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, πολυγραφότατος ὕμνογράφος καί θεολόγος τοῦ 4ου αἰῶνα, τιμᾶται σέ ὁλόκληρο τόν χριστιανικό κόσμο. Ἀνακηρυγμένος ἀπό τούς ρωμαιοκαθολικούς ὡς Δάσκαλος τῆς Ἑκκλησίας, εἶναι ἰδιαιτέρως προσφιλής στήν Ὀρθόδοξη Συριακή Ἐκκλησία. Ἔγραψε ποικίλους ὕμνους, ποιήματα καί ὁμιλίες σέ στίχους, ὅπως ἐπίσης βιβλικές ἑρμηνεῖες σέ πεζό. Οἱ ἐργασίες του αὐτές, πού ἔχουν ἐπίσης χαρακτηρισθεῖ ὡς «πρακτική θεολογία», ἀποτελοῦσαν θεμελιακά ἔργα σέ ταραγμένους καιρούς. Ἦσαν τόσο δημοφιλῆ ὥστε, αἰῶνες μετά τήν κοίμησή του, χριστιανοί συγγραφεῖς έξέδιδαν ψευδεπίγραφα ἔργα μέ το ὄνομά του. Ἡ μεγάλου εὔρους μαρτυρία του φανερώνει τήν πρώιμη μορφή τῆς χριστιανοσύνης, στήν ὁποία οἱ ἰδέες τῆς Δύσης δέν ἔπαιζαν κανένα σημαίνοντα ρόλο. Ἔχει ἀναγνωριστεῖ ὡς ὁ πιό σημαντικός ἀπό ὅλους τούς Πατέρες τῆς Συριακῆς Ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης.

Ὁ σερ Σεμπάστιαν Μπρόκ, παγκόσμια αὐθεντία στά ἀφορῶντα τήν ἀραμαϊκή γλώσσα καί τήν συριακή γραμματεία, ἔχει δώσει μιάν ἔξοχη εἰσαγωγή ὡς πρός τόν τρόπο σκέψης τοῦ Μάρ Ἐφραίμ. Εἰδικά γιά τούς Ὕμνους τοῦ Παραδείσου ὀφείλεται νά τονιστεῖ ὅτι μᾶς μαθαίνει πῶς νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα ὄχι μέ τά μάτια ἑνός ἑλληνιστῆ, ἀλλά μέ τά μάτια κάποιου ἀνήκοντος στήν ὁμάδα τῶν ἀρχαίων λαῶν: ἀπογόνων τοῦ Σήμ (γιοῦ τοῦ Νῶε) στήν Ἐγγύς Ἀνατολή καί τήν Ἀφρική, καί ἔχοντος σημιτική νοοτροπία. Πράγμα πού σημαίνει ὅτι στήν ἑλληνιστική ἀντίληψη προτεραιότητα εἶχε ἡ Μορφή, ἡ ὁποία καί ἀποτελοῦσε τό Πραγματικό. Δέν γνωρίζουμε ἄν ὁ Μάρ Ἐφραίμ θά συμφωνοῦσε ἤ ὄχι. Αὐτό ὅμως πού βλέπουμε στόν Ἐφραίμ δέν εἶναι Μορφές ἀλλά Σύμβολα. Ἐπιπλέον συχνά μετακινεῖ ται ἀπό τό ἀτομικό στό συλλογικό. Ἀκριβῶς στο σημεῖο αὐτό ὁ Σεμπάστιαν Μπρόκ διευκρινίζει:

Για τήν σημιτική νοοτροπία τῶν βιβλικῶν συγγραφέων καί τῶν Σύρων ποιητῶν, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἐφραίμ, εἶναι πάρα πολύ ἁπλή καί εὔκολη ἡ μετακίνηση ἀπό το συλλογικό στό ἀτομικό, καί ἀπό το ἀτομικό στό συλλογικό.

Ἔτσι, ἀναφορικά μέ τόν Παράδεισο στούς Ὕμνους τοῦ Παραδείσου, ἰσχυρίζεται ὅτι γιά τήν συριακή παράδοση ὁ Παράδεισος ἦταν ἡ κατοικία/διαμονή τοῦ ἱεροῦ χρόνου, σύμφώνως μέ τήν μετάφραση τοῦ miqqedem (πρός τήν Ἀνατολή) ὡς «ἀπό τήν ἀρχή/ ἐξ ἀρχῆς». Στήν συνέχεια ὁ Μπρόκ συνδέει με αὐτήν τήν θεμελιακή ἀντίληψη ἄλλες τοπολογικές λεπτομέρειες τοῦ Ἐφραίμ, ὅπως τά ἑξῆς: το παραδείσιο βουνό εἶναι κυκλικό, κυκλώνει τή Μεγάλη Θάλασσα· ὁ Κατακλυσμός ἔφτασε μόνο μέχρι τούς πρόποδές του, ὅπου εἶναι ἐγκατεστημένος ἕνας φράχτης (syaga) φρουρούμενος ἀπό τά Χερουβείμ. Τό Δέντρο τῆς Γνώσεως εἶναι στά μισά τοῦ δρόμου πρός τά ἄνω. Κι αὐτό εἶναι τό ὅριο (σημεῖο) τό ὁποῖο ὁ Ἀδάμ και ἡ Εὔα, προφανῶς μετά θάνατον, δέν μποροῦσαν νά ὑπερβοῦν.

(περισσότερα…)

Τρία βυζαντινά ποιήματα του 11ου αιώνα

*

Μετάφραση-Σημειώσεις
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΣ

1. Ανωνύμου

Στον τάφο του Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου

Ο βασιλιάς ορίζει μοναχός του
το μέρος που θα θάψει τη σορό του.
Εγώ ο Βασίλης, της πορφύρας θρέμμα,
στήνω τον τύμβο μου στη γη του Εβδόμου,
όπου θα βρω την ποθητή μου σχόλη
απ’ τους αρίφνητους, φριχτούς πολέμους.
Το δόρυ δεν ξαπόστασε, το ξέρεις,
ο βασιλιάς των Ουρανών σαν είπε
της Γης εδώ να γίνω ο βασιλιάς σας.
Τα μάτια μου δεν γνώρισαν τον ύπνο
τι ποιος για τους Ρωμαίους θα νοιαζόταν,
στη Δύση στρέφοντας το βέβαιο βλέμμα
ή στης Ανατολής τους πέρα τόπους;
Άραβες, Βούλγαροι κι Αρμένιοι, Σέρβοι
το ξέρουν πως σου λέω την αλήθεια.
Και τώρα που τον τάφο μου κοιτάζεις
αντάμειψέ με με τις προσευχές σου.

~.~ (περισσότερα…)

Μιχαήλ Χωνιάτης, Τὸ χαμένο μεγαλεῖο τῆς Ἀθήνας

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

Ο Μιχαήλ Χωνιάτης, συγγραφέας και μητροπολίτης Αθηνών (1182-1204), αυτάδελφος του γνωστού ιστορικού Νικήτα, γεννήθηκε το 1138 στις Χώνες της Μικράς Ασίας, εξ ού και η επωνυμία τους άλλωστε, και ήταν μαθητής του Ευστάθιου Θεσσαλονίκης. Υπερασπίστηκε την Αθήνα κατά την πολιορκία της πόλης από τον Λέοντα Σγουρό και κατά την Λατινοκρατία κατέφυγε στην Κέα και αργότερα στη μονή Προδρόμου στη Βουδονίτσα της Λοκρίδας (κοντά στις Θερμοπύλες), όπου και εκμέτρησε το ζην γύρω στα 1222. Σθεναρός πολέμιος της αστικής αριστοκρατίας την επέκρινε για την αδιαφορία της προς την τύχη των επαρχιών. Όπως σημειώνει ο Καζντάν, ο Μιχαήλ ανήκε στους σπάνιους εκείνους συγγραφείς που ξέφυγαν από τις τυπικές συμβάσεις και μας παρέδωσε ζωντανές εικόνες και περιγραφές, αναπτύσσοντας μάλιστα τις παρομοιώσεις και τις μεταφορές του σε ολοκληρωμένες παραστατικές αφηγήσεις. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο ποίημα –ένα από τα ελάχιστα που συνέγραψε– που έχει αποδώσει ο Δημοσθένης Κούρτοβικ (τον οποίο θερμώς ευχαριστώ για την άδεια αναδημοσίευσης εδώ) και μιλά για το χαμένο παρελθόν της πόλης της Αθήνας. Της πόλης της οποίας ήταν μητροπολίτης, γνώριζε και θαύμαζε το ένδοξο παρελθόν της, και προσπάθησε με αυτή την ελεγεία να εκφράσει την αγάπη του για την χαμένη πια ομορφιά της, σαν ερωτευμένος που στερείται το ζωντανό πρόσωπο της αγαπημένης του και την αντικρίζει μόνο μέσα από τη μεσολάβηση μιας εικόνας. Του Μιχαήλ Χωνιάτη σώζονται και δυο τοιχογραφίες από τα μέσα του 13ου αιώνα από τα περίχωρα των Αθηνών (Καλύβια Αττικής και Πεντέλη), που φανερώνουν μάλιστα ότι θεωρούνταν άγιος ήδη σχεδόν αμέσως μετά τον θάνατό του.

~•~ (περισσότερα…)

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη | Μέρος ΙΒ΄: Χριστόφορος Μυτιληναίος [2/2]

*

Εισαγωγή-ανθολόγηση-σχόλια ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ

~.~

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ  [2/2]

Μετάφραση Τασούλας Καραγεωργίου

~.~

Θερμές ευχαριστίες στη μεταφράστρια και στον φίλο Άγγελο Καλογερόπουλο εκ μέρους του περιοδικού Το Κοινόν των ωραίων τεχνών για την άδεια της αναδημοσίευσης (οι αποδόσεις βρίσκονται στο τχ. 3, Ιούνιος 2018). – ΗΜ

Πρὸς μοναχὸν Ἀνδρέαν
(ἀπόσπασμα)

Πολλοὶ λένε (κι ἂν εἶναι ἀληθινὰ τὰ λόγια τους
δὲν τὸ γνωρίζω), λένε ὅμως καὶ μὲ πείθουν· ὅ
τι πολὺ χαίρεσαι, ὦ μοναχὲ καὶ πατέρα,
ἂν κάποιος σοῦ προσφέρει λείψανα σεπτὰ
ἀνδρῶν μαρτύρων ἢ σεβαστῶν γυναικῶν,
καὶ θῆκες θείων λειψάνων λένε πὼς ἔχεις πολλές,
ποὺ τὶς ἀνοίγεις πάντα καὶ τὶς δείχνεις
στοὺς φίλους σου· δέκα χέρια τοῦ μάρτυρα Προκόπιου,
τοῦ Θεοδώρου δεκαπέντε γνάθους,
τοῦ Νέστορος περὶ τὰ ὀκτὼ ποδάρια,
τοῦ Γεωργίου δε κάρες τέσσερις
καὶ μαστοὺς πέντε τῆς ἀθλοφόρου Βαρβάρας
καὶ –πρόσφατα ἀποκτήματα– τὰ ὀστᾶ
ἀπὸ τοὺς δώδεκα βραχίονες
τοῦ καλλινίκου μάρτυρα Δημήτριου
κι ἀκόμα τοὺς καλάμους ἀπὸ τὰ εἴκοσι συνολικὰ σκέλη
τοῦ Παντελεήμονος (τί πλῆθος στ’ ἀλήθεια!)

~•~ (περισσότερα…)