Σωτήρης Γουνελάς, Πέντε φωνές και μια σημείωση

ΓΟΥΝΕΛΑΣ

~.~

1. Έξω από το εφήμερο

Διάβαζες στο καφενείο, μ’ όλο που παρεμβάλλονταν φωνές και χάχανα και μια αναιδέστατη μουσική χαλκοπράσινη. Ένιωθες να περιβάλλεσαι από σώματα της βαρύτητας, που όχι απλώς περπατούν στη γη, μα χώνονται βαθιά της, τους σκεπάζει ζωντανούς.

Πόρτες ανοιγόκλειναν κι έμπαιναν οι άνθρωποι ντυμένοι μέσ’ τα χώματα, με βαμμένα πρόσωπα. Σηκώθηκα και βγήκα. Μισόβρεχε, τυλίχτηκα στην υγρασία, αλλά περπάτησα αργά, ο κόσμος μακρυνόταν ή εγώ αποτραβιόμουν σ’ έναν ουρανό από φώτα που αναβόσβηναν, χαράζοντας σινιάλα καλέσματα.

Σα σκιά αδιόρατη, μέσα σε βάθος απροσδιόριστο με πέταλα λουλουδιών, ένα φυλλαράκι· ανεπαίσθητο το θρόισμά του, αύρα λεπτή. Ψιχάλισμα, μια σιγαλιά σα μουσικό νεύμα, κουδουνάκι που σε ξυπνάει. Τις καμπάνες όλοι τις ακούν, όμως αυτό ξεσπά σαν ψιθύρισμα που σε αγαπάει.

Λάμνεις σε λίμνη. Ποτέ δεν εννοείς πως μετατοπίζεσαι, συμβαίνουν μεταθέσεις, σαρκώνονται όνειρα. Κομμάτια στέρεας μνήμης αποσπώνται κι εξατμίζονται αλλάζοντας σχήματα, μορφές, όγκους, διάφανη ύλη που ολοένα ανεβαίνει.

Ελαφρώνει η ψυχή.

Παρίσι, 16 Απριλίου 2002. Καθαρογράφτηκε με μια αλλαγή το 2013.

~.~

2. Γυμνό

Γυμνά δέντρα, ολόγυμνα,
χιονισμένα
Καταμεσής στο λευκό.
Λευκά.

Πάγκαλα, μοναχικά
Κι απόμακρα
Στέκουν ασάλευτα.
Μας κοιτούν και τα κοιτούμε.

Μη και δεν βλέπουμε τίποτα;

Πηγαίνοντας με τραίνο στο αεροδρόμιο Charles de Gaule,
αρχές Φεβρουαρίου 2003. Καθαρογράφτηκε πολύ αργότερα
με αλλαγές στη στίξη.

~.~

3. Αντικείμενα

Οι διαστάσεις των πραγμάτων ολοένα μεταβάλλονται. Κάνουμε μέγα λάθος νομίζοντας ότι μπορούμε, παίρνοντας μια μεζούρα, να μετρήσουμε τα αντικείμενα: μετρούμε τη νεκρότητά τους, μετρούμε ό,τι απομένει από αυτά, όταν η ψυχή του ανθρώπου πάψει να σχετίζεται μαζί τους, όταν το ανθρώπινο αίσθημα στραφεί αλλού, αδιαφορώντας για τα πράγματα.

Γιατί όσο τα ψηλαφούν οι αισθήσεις κι όσο τα αγαπάει και τα φροντίζει η ψυχή, αυτή ή ίδια τους αλλάζει την όψη αδιάκοπα, προβάλλει πάνω τους την αεικίνητη φύση της, τις ανεπαίσθητες μεταλλαγές της, που πιο καλά τις συλλαμβάνουμε μέσα στην ησυχία και τη σιωπή.

Παρίσι 2003. Καθαρογράψιμο το 2013, με μία αλλαγή.

~.~

4. Ο κόσμος

Ακούμπησες τη ράχη στην πλάτη της παλιάς πολυθρόνας κι ο κόσμος φάνηκε να έχασε την κίνηση και τη ζωντάνια του. Όλα, πρόσωπα και πράγματα, παρουσιάστηκαν αφώτιστα, βουβά, κι ωστόσο με μια άρρωστη λάμψη. Πώς γίνεται κι έρχονται στιγμές που ο κόσμος όλος συρρικνώνεται, γίνεται ένας σβώλος, σαν πετρωμένος λυγμός, που όμως διατηρεί μια στοιχειώδη υγρασία, κάτι σαν άσπιλο δάκρυ που ξέφυγε, σαν κερί που μένει ακόμη μαλακός σταλακτίτης, αρκετή ώρα αφ’ ότου έσβησε;

Παρίσι 2003.  Κι αυτό καθαρογραμμένο ή μάλλον
αντιγραμμένο σε υπολογιστή το 2013, με προσθήκη τίτλου.

~.~

5. Κατοικίες

Πως έχουν απομείνει αυτά τα σπίτια
Σαν αδειανά.
Η τραπεζαρία, ο μπουφές, ακατοίκητα.
Τα βάζα, οι φρουτιέρες
Τα ψεύτικα λουλούδια
Σα να απορροφούν το χρόνο
Ή μάλλον να τον ακυρώνουν.
Ζωή σκηνοθετούν που δεν υπάρχει.

Μια ακινησία, μια νέκρα βασιλεύει
την Κυριακή θεριεύει
Σαν λείπει η «οικιακή βοηθός»
-αλλοδαπή-
Κι η μόνη ασπρομαλλούσα ένοικος
Μεταμορφώνεται σε πράγμα
Κρατώντας συντροφιά στα υπόλοιπα έπιπλα.

Πίσω από αυτούς τους τοίχους
Και τα κατεβασμένα ρολά
Αμέτρητοι άγνωστοι τάφοι
Που δεν τους φροντίζει κανένας.

Αθήνα 2004. Αντιγραμμένο κι αυτό στον υπολογιστή το 2013, με μικροαλλαγές.

~.~

Τα κάδρα

(μια σημείωση)

Σήκωσα τα μάτια μου ψηλά
Κι είδα τους αγωνιστές παραταγμένους
Ένας ένας στο κάδρο του
Να τον φωτίζει το χρυσαφί της κορνίζας
Να τον φέγγει
Να τον αγιάζει.

Έστεκαν λαμπροί
Άλλος πάνω στο άλογο
Άλλος με γιαταγάνι
Κι άλλος με το καρυοφίλι στο πλάι.
Κι οι φουστανέλες
είχαν κι αυτές το συμβολισμό τους.

Βουνά, ραχούλες, ουρανός, ξέφωτα
Κι ένας ήλιος να τυλίγει τα πρόσωπα
Και να φωτίζεται η πλάση.

Κάτω, μέσα στην αίθουσα
-Τράπεζα ήταν-
Ο κόσμος εξακολουθούσε τις συναλλαγές του,
Ανυποψίαστος.

Στην Αθήνα, το σημείωσα σ’ ένα φάκελο επιστολής βγαίνοντας
από την Τράπεζα, κάπου μεταξύ 2005 και 2013!

ΣΩΤΗΡΗΣ ΓΟΥΝΕΛΑΣ