Φεζ, ένα στιγμιότυπο

*

Είναι αμφίβολο εάν κάθε φορά που ανοίγω τα μάτια μου μετά απ’ τον ύπνο συνεχίζω, μερικώς συμβιβάζω τη μη συνείδησή μου με το υπάρχον, μερικώς βρίσκω τρόπο να αναλάβω από το σημείο στο οποίο σταμάτησα προτού κοιμηθώ, γιατί κάθε ύπνος μοιάζει να είναι διαφημιστική καμπάνια θανάτου, εξημέρωση της αίσθησής του, έλεγχος συμβατότητας με τον νεκρό που κάποια μέρα θα τον καρπωθεί, έλεγχος συμβατότητας με όσα κατόπιν ή εκ νέου αναρωτιέμαι, μυούμαι σε κάτι καθώς από κάτι σημαδεύομαι. Γίνομαι πολύ γρήγορα, τόσο γρήγορα όσο ξεγίνομαι.

Αυτή η ars apodemica ταξινομείται σε άλλο είδος εκμηδένισης, το οποίο επισκιάζει κάθε λογής θανατικές αιρέσεις, σχολαστικές ή αυθόρμητες αντιδράσεις γραπτού λόγου που δεν είναι παρά σκέτος γραπτός λόγος.

Όταν φτάνει στο τέλος της η χιλιοστή δεύτερη αραβική νύχτα, σκέφτομαι πως ανακτώμαι μέσ’ απ’ ότι συμβαίνει, μα είμαι γελασμένος, αφικνούμαι: ο άνεμος γίνεται σταδιακά όλο και πιο καυτός και διασκορπίζει μια αμυδρή ευωδία ζυμαριού λες και ο ουρανός είναι η διάτρητη ψίχα ενός ψωμιού που σιγοψήνεται στο φως του ήλιου. Η ανατολή μια απόχρωση λειψάνου που τα τελευταία του απομεινάρια σάρκας δεν έχουν προλάβει ακόμη να σαπίσουν. Μια αρχαία ταφική λυχνία, που όταν ανάβει, το φως της είναι πιο εκτυφλωτικό από το παρελθόν, όταν σβήνει πιο μαύρο από το έρεβος των τέλειων κι ολοκληρωμένων συλλογισμών.

Κατεβαίνω από την επίπεδη στέγη μέσα στο δωμάτιο μαζί με το σεντόνι, το μαξιλάρι και τα σύνεργά μου.

Εκείνο που διασώζεται μονάχα σε κείμενο υπό ποια έννοια είναι διασωσμένο στην περίπτωση που το κείμενο διασώζεται λόγω εκείνου; Κι έξω, αλλού από το κείμενο, τι γίνεται; Πρόκειται για μία κατάσταση μυστηριακή, λοιπόν, κι άμα λέω μυστηριακή εννοώ κάτι σαν τις πίσω όψεις των χαρτιών περιτυλίγματος, τη μη χρησιμοποιημένη πλευρά κάποιας μεταχειρισμένης κόλλας Α4, τα ασταμπάριστα σημεία κάποιας χάρτινης σακούλας που μετέτρεψα σε είδος σελίδας.

Μυστηριακή σαν τα τρίμματα του καπνού μες στα παπούτσια, σαν τις μικροσκοπικές όμως εντοπίσιμες εστίες μούχλας στο λουτρό και γύρω από το μικρό παράθυρο της τουαλέτας και γύρω από την κάσα της ενδιάμεσης πόρτας.

Σχεδόν εξίσου μυστηριακή με τον χαμηλό ανοιχτοπράσινο κάδο απορριμμάτων, με την αίσθηση ενός επιπλέον πεδίου επιφάνειας που προκαλεί η επιλογή να βγεις στη μικρή ταράτσα και να αντικρύσεις ολόγυρα τις υπόλοιπες ταράτσες και τα ανοίγματα σε στέγες που κάνουν καθετί που βρίσκεται από κάτω τους να μοιάζει με άνυδρο βυθό ή με κατακόμβες.

Μυστηριακή όπως το να εντοπίζεται κανείς μόνο γραπτώς. Γλισχρότητα, με βάση την οποία καθετί κατατίθεται πάνω στο χαρτί αντιμετωπίζεται ως χρονικό κομπόδεμα ή ως υλικό μετουσίωσης. Μυστηριακή γλισχρότητα όπως εκείνη η καρτέλα με τη χειρόγραφη ένδειξη έκπτωσης καρφωμένη πάνω σ’ ένα απ’ τα πεπόνια στο παλαιικό μανάβικο, ή σαν την κορυφή του μιναρέ της θεολογικής σχολής που καταστρέφει το πανόραμα των στεγών αλλά κυρίως των ανοιχτών ταρατσών που αιωρούνται ολόγυρα, όταν ο ελλόγιμος συλλογίζεται πως ο λάκκος του σάμπως είναι ο λάκκος της ζωής. Μυστηριακή όπως η γελοιότητα της έμπνευσης για επούλωση ή την ανάγκη επούλωσης σε κάτι απρόσβλητο.

Αυτές οι ιδέες μ’ ενθουσιάζουν σε βαθμό που σηκώνομαι και στέκομαι όρθιος, ακίνητος, εμφορούμενος από κάτι που φέρνει σε συναρπαστική αγωνία, κατόπιν ξανακάθομαι στη χαμηλή καρέκλα και παρατηρώ την ελάχιστη χρονική απόκλιση που έχει κάθε μετακίνηση του δείκτη δευτερολέπτων από τους παλμούς μου.

Το πρωινό φως σαλεύει γύρω μου όπως τα μέλη ενός ερημίτη που συνέρχεται μετά από κατανυκτική επικοινωνία με τον Ουρανό. Οι αισθήσεις μου τεντώνονται και σπάζουν όπως οι χορδές ενός μαντολίνου στα χέρια ενός αδέξιου παιδιού. Μεταφορικές παρομοιώσεις κάργα.

Είμαι δούλος μου, η επικείμενη ελευθερία μου είναι μόνο συμπερασματική και μόνο όταν ο εαυτός μου χάνεται από μέσα μου, ειδάλλως προκαλεί εμπλοκή καθώς κάποια κρυφή του πρόθεση τον υποχρεώνει να επιβάλλεται, να βγάζει συμπεράσματα περιορισμένα όσο κι η κατανόησή του, ανεπαρκή όσο και τ’ όραμά του. Υπήρξα παρελκόμενος. Τώρα απλώς υπόκειμαι.

Τα ράμματα της μνήμης σπάζουν, κυλούν μολυσμένα ζουμιά με οποία θα μπορούσε κανείς να δει τ’ όνομά του στο εξώφυλλο ενός ευπώλητου βιβλίου. Τα εγκόσμια είναι υποχείριο της ματαιοδοξίας. Η θλίψη ξεπουλάει πάντα και πουλάει τα πάντα.

Υπό μία έννοια -δίχως να γνωρίζω κάποια έτερη έννοια πέραν αυτής της μίας- η αλήθεια γίνεται κατανοητή σαν διερευνάται ως αίτιο θανάτου.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ
Φεζ, Ελ Μπαλί, 2009

Η φωτογραφία είναι του συγγραφέα.

*

 

Advertisement