1979 – Με ρεντιγκότα στο Publishers Hall

*

του ΜΑΝΩΛΗ ΜΠΟΥΖΑΚΗ

Τα περιοδικά της Mary Glasgow με είχαν βάλει για τα καλά στο χώρο της ξενόγλωσσης, ιδιωτικής εκπαίδευσης. Οι επαφές μου με τους Εγγλέζους εκδότες και οι επισκέψεις μου στη Μεγάλη Βρετανία ήταν συχνές. Γνώριζα ένα διαφορετικό κόσμο. Στη Μεγάλη Βρετανία μάθαινα τι σημαίνει να υπάρχουν γραπτοί και άγραφτοι κανόνες κοινωνικής συμβίωσης που να είναι γνωστοί στους πολίτες και σεβαστοί από τους περισσότερους, παρά το γεγονός πως η πτώση της άλλοτε κραταιάς, πλην γηραιάς πλέον Αλβιόνος, ήταν εμφανής.

Θυμάμαι την πρόσκληση που έλαβα για να παρευρεθώ στην επέτειο των 50 χρόνων εκδοτικής παρουσίας του οίκου Mary Glasgow Publications. Η εκδήλωση θα γινόταν στο περίφημο Publishers Hall στο City του Λονδίνου. Η πρόσκληση επέβαλε σμόκιν και ρεντιγκότα, μαύρο επανωφόρι με ουρά, τα οποία επιπλέον σήμαιναν λουστρίνι παπούτσι, μεταξωτές κάλτσες, παπιονάκι και ανάλογο πουκάμισο με τα κατάλληλα μανικετόκουμπα! Θεώρησα πως αυτά ήταν βρετανικές υπερβολές και αγόρασα ένα ακριβό για την εποχή μαύρο κοστούμι.

Όταν έφτασα στο Λονδίνο με περίμενε στο αεροδρόμιο οδηγός και αυτοκίνητο. Οδηγήθηκα στο ξενοδοχείο που μου είχαν κλείσει. Πολυτελέστατο, αρχοντικό ξενοδοχείο. Park Lane Hotel, τελευταίος όροφος, με το Hyde Park στα πόδια μου.

Το βράδυ εκείνης της μέρας είχα ραντεβού με τον Διευθυντή του Εκδοτικού Οίκου για φαγητό. Είπα να κάνω ένα ζεστό μπάνιο και να ξεκουραστώ πριν τη βραδινή συνάντηση. Πηγαίνω στο μπάνιο και διαπιστώνω ότι το ξενοδοχείο, πιστό στις παλιές αγγλικές παραδόσεις είχε μπανιέρα με μια βρύση κρύου νερού και ακόμη μια με ζεστό νερό. Θυμήθηκα πως όταν η μάνα μου με έκανε μπάνιο στη σκάφη είχε μια λεκάνη στην οποία ανακάτευε το ζεστό με το κρύο νερό και με ένα μαστραπά στο χέρι με έλουζε και με ξέπλυνε. Μαρτύριο η όλη διαδικασία το οποίο δεν είχα ούτε τρόπο ούτε διάθεση να ξαναζήσω στο Park Lane Hotel. Βλέπετε οι Εγγλέζοι γέμιζαν τη μπανιέρα με νερό στη θερμοκρασία που ήθελαν, ρυθμίζοντας ανάλογα την ποσότητα του ζεστού και του κρύου νερού και έκαναν εκεί μέσα το μπάνιο τους. Μαστραπάς δεν υπήρχε στο εγγλέζικο μπάνιο. Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω πως ξεπλενόντουσαν στο τέλος.

Προβληματίστηκα για λίγο και αποφάσισα να τηλεφωνήσω στον κύριο Διευθυντή και να του ζητήσω να αλλάξω ξενοδοχείο. Έτσι και έγινε. Στη συζήτηση που είχαμε του ανέφερα, αφελώς και εντελώς παρεμπιπτόντως, πως δεν είχα μαζί μου σμόκιν και ρεντιγκότα. Ήταν κατηγορηματικός. Με απλό κοστούμι δεν μπορούσα να παρευρεθώ στην εκδήλωση. Τον ρώτησα αν υπήρχε τρόπος αντιμετώπισης του σοβαρού αυτού προβλήματος, ελπίζοντας κατά βάθος ότι θα μου απαντούσε αρνητικά.

Ωιμέ! Μάλιστα, υπήρχε λύση. Οι περίφημοι Moss Brothers. Κλείσαμε το τηλέφωνο και σε μία περίπου ώρα ήρθαν δυο ευγενείς κύριοι από τον οίκο Moss Brothers, μου πήραν μέτρα, λαιμός, πλάτες, μέση, ύψος, μέγεθος πέλματος… Όχι, δεν χρειαζόταν να αλλάξω σώβρακο! Οι ευγενείς κύριοι μου εξήγησαν πως την επομένη το πρωί θα μου έφερναν στο ξενοδοχείο τα νέα μου ενδύματα και τα υποδήματα και την μεθεπομένη θα επανέρχονταν για να τα πάρουν πίσω. Η όλη υπόθεση θα μου στοίχιζε, μετά από παράκληση του κυρίου Διευθυντή, το ευτελές ποσόν των 580 στερλινών!

Την επομένη το βράδυ ήρθε στο νέο μου ξενοδοχείο ο κύριος Διευθυντής και ομού κινηθήκαμε για το Publishers Hall. Ψιλόβρεχε. Ο κύριος Διευθυντής είχε ομπρέλα. Μπαίνοντας στο επιβλητικό κτίριο παρατήρησα ότι μεγάλο μέρος των προσερχομένων, δεν έφερε σμόκιν και ρεντιγκότες, αλλά κυνηγετικά τζάκετς και χοντρά επανωφόρια. Το ανέφερα στον κύριο Διευθυντή. Μου είπε χαμογελώντας να περιμένω. Όταν φτάσαμε στον προθάλαμο της αίθουσας που θα γινόταν η εκδήλωση, είδα τους παρ’ ολίγον κυνηγούς και εκδρομείς να στριμώχνονται σε ένα χώρο όπου παρέδιδαν τα τζάκετς και τα επανωφόρια τους και από μέσα αναδύονταν Εγγλέζοι ευγενείς και αριστοκράτες με σμόκιν, ρεντιγκότες και όλα τα λοιπά παρελκόμενα.

Όλοι οι προσκεκλημένοι είχαν τις προσκλήσεις ανά χείρας και την προσωπική τους κάρτα με την ιδιότητα και τον τίτλο ευγενείας του φέροντος. Ο επί των ελέγχων αρμόδιος χτύπησε το γκονγκ και άρχισε την εκφώνηση των ονομάτων. Πλειοψηφούσαν οι λόρδοι, οι βαρόνοι, οι κόμητες, οι sirs, οι ladies και κάμποσοι ακόμη τιτλούχοι των οποίων δεν ενθυμούμαι τους βαθμούς και τα διακριτικά. Αισθάνθηκα μικρός, ασήμαντος. Σκέφτηκα να συμπληρώσω στην κάρτα μου, «Πρίγκηψ της Σαρακίνας» και «Κόμης των Κυδωνιών». Το είπα στον κύριο Διευθυντή. Δεν γέλασε.

Τα υπόλοιπα της εκδήλωσης δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Δυο πράγματα μόνο. Η συντριπτική πλειονοψηφία των τιτλούχων ήταν προσκεκλημένοι επί ενοικίω. Την επομένη το σύνολο του έγκυρου βρετανικού τύπου θα γνωστοποιούσε πως στην εορταστική εκδήλωση κ.λπ. κ.λπ. παρευρέθηκαν ο Λόρδος Χ μετά της Λαίδης Ψ και ο Κόμης του Έσσεξ Ω, ο Βαρόνος της Κορνουάλης Δ, η Κόμισσα Υ και ο Sir K κ.ά. κ.ά. μέχρις πλήρους εξαντλήσεως της λίστας. Οι εγχώριοι Διευθυντές και οι λογής εισαχθέντες αντιπρόσωποι ήταν απλώς οι λοιποί προσκεκλημένοι. Έτσι ζουν ακόμη και σήμερα οι διάφοροι αναξιοπαθούντες απόγονοι γαλαζοαίματων και ευγενών, ενοικιάζοντας σε λαμπρές τελετές και δεξιώσεις τους τίτλους ευγενείας που έχουν κληρονομήσει, έναντι πενιχρών συνήθως χρηματικών ανταλλαγμάτων, πλην, μετά πλουσιοπάροχων γευμάτων. Πτωχή, ξεπεσμένη Αλβιών!

Σημείωσα επίσης το εντελώς ιδιαίτερο και σπανιότατο έδεσμα που κοσμούσε το πλουσιότατο μενού της εορταστικής εκδήλωσης. Ήταν το ξεχωριστό, πανάκριβο και άγνωστο για τους περισσότερους «white bate, from the Aegean Sea». Επρόκειτο για τη δική μας, λαχταριστή αθερίνα! Δοκιμάζοντάς την, αντιλαμβανόσουνα, κυρίως από τη μορφή, πως πιθανότατα είχαμε να κάνουμε με κάποιο προϊόν της θάλασσας και αισθάνθηκα ακριβώς το ίδιο που είχα αισθανθεί όταν δοκίμασα σουβλάκι «με απ’ όλα» στο Μανχάταν, στη Νέα Υόρκη!

ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΠΟΥΖΑΚΗΣ

Απόσπασμα από την υπό έκδοση αυτοβιογραφία Ο δρόμος του Ποσειδώνη: Αναμνήσεις ενός πλάνητα οδοιπόρου.

*

*

Advertisement