Φώτης Τερζάκης

Πραξικόπημα ενάντια στη φύση

*

του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

~.~

α. Η καταστροφή των σημασιών

Ο 21ος αιώνας ανέτειλε στον αστερισμό τής ανησυχίας. Χωρίς το εκκοσμικευμένο απολυτρωτικό όραμα της ιστορίας, που κατήγγειλαν οι «μεταμοντέρνοι» δημαγωγοί, κανένας φραγμός δεν έμεινε ικανός να ανασχέσει τον τρόμο τού μέλλοντος. Η φιλοσοφική σκέψη, που η κρίση της είχε προειδοποιητικά αναγγελθεί από την τρίτη δεκαετία τού 20ου αιώνα, οδηγήθηκε με ανεξήγητους πανηγυρισμούς στην αυτοκτονία της στο τέλος τού ίδιου αυτού αιώνα. Εγκαταλείποντας τον μοναδικό ρόλο απ’ όπου αντλούσε την ανανεούμενη ζωτικότητάς της στους αιώνες που σφράγισε με την παρουσία της, τον ρόλο τού «διορθωτικού τής ιστορίας» (Χορκχάιμερ), γονάτισε μπροστά στις ιστορικές δυνάμεις τής καταστροφής που απεργάζονται το πραγματικό τέλος τού ανθρώπου και της γης. Αναθαρρυμένοι από την αδυναμία τού αντιπάλου, οι κήρυκες της ανθρώπινης υποδούλωσης εκφωνούν απερίφραστα τις μακάβριες δημηγορίες τους: από Το τέλος τής ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος (1992)1 του Francis Fukuyama και Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης (1996)2  του Samuel Huntington, μέχρι το Homo Deus. Μια σύντομη ιστορία τού μέλλοντος (2016)3  του Yuval Noah Harari και τo Η μεγάλη επανεκκίνηση (2020)4 των Klauss Schwab και Thierry Malleret, η σχεδιαζόμενη από την κορυφή τής διεθνούς κεφαλαιοκρατικής ελίτ δυστοπία έχει αναγγελθεί με ανατριχιαστική ακρίβεια.

Στην τελευταία αυτή πράξη τού παγκόσμιου ταξικού αγώνα, η έκβαση —προσωρινή, δικαιούμαστε ακόμα να ελπίζουμε— καθορίστηκε όχι μόνο από τη συντριπτική υπεροπλία και τη μακράν υπέρτερη ικανότητα οργάνωσης των κρατούντων, αλλά κι από ένα ανυπολόγιστης εμβέλειας όπλο που μπόρεσε να σπείρει τη σύγχυση στους «από κάτω», φαλκιδεύοντας την ικανότητά τους για συνεννόηση και οργάνωση: την καταστροφή των σημασιών ή, ακριβέστερα, τoν σφετερισμό τής γλώσσας τους και τη μεθοδευμένη αλλοίωση των νοημάτων της.

Το στρατήγημα αυτό έχει δύο συμπληρωματικές όψεις. Η μία είναι η πληθωριστική εισαγωγή νέων όρων για να σημάνουν περιεχόμενα τα οποία περιγράφονταν επαρκώς (με μια ερμηνευτική διεύρυνση ενδεχομένως) από ήδη υπάρχοντες με τους οποίους ήμασταν καλά εξοικειωμένοι. Δεν μιλάμε πια για νεοαποικιοκρατία αλλά για παγκοσμιοποίηση· δεν μιλάμε για ολοκληρωτισμό αλλά για μετα-δημοκρατία ή έστω τεχνοφεουδαρχία· δεν μιλάμε για εκμετάλλευση αλλά για ανθρώπινους πόρους, ούτε βέβαια για συμφέροντα αλλά για δικαιώματα· είναι αναχρονισμός να αναφερόμαστε σε καπιταλισμό και ταξική πάλη αλλ’ ακούγεται ορθό να λέμε πλουραλιστική κοινωνία και αγώνες αναγνώρισης· παρωχημένο να μιλάμε για εμπορευματοποίηση αλλά δέον να λέμε αξιοποίηση ή καινοτομία· δεν πρέπει να λέμε πραγμοποίηση αλλά απο-υποκειμενοποίηση· όχι θέσμιση αλλά μερισμός τού αισθητού· να μη λέμε ιδεολογία αλλά λογοθετικές πρακτικές· ούτε άγχος ευνουχισμού αλλά δυσφορία φύλου· όχι πια οικολογική καταστροφή αλλά κλιματική αλλαγή· κ.ο.κ. Δεν πρόκειται μόνο για την εγκλωβιστική επαναφορά τού ίδιου με την αμφίεση της διαφοράς (στο οποίο αναμφίβολα συνέβαλε η ματαιοδοξία διανοητών που θέλησαν να παρουσιάσουν εαυτούς ως καινοτόμους ελλείψει πραγματικών ιδεών), αλλά κυρίως για τη δημιουργία μιας τεχνητής ρηγμάτωσης στη σκέψη που διαλύει το συνεχές τής εμπειρίας και παραλύει την ικανότητα δράσης και προσανατολισμού στο ιστορικό παρόν. Είναι το αρχαίο στρατήγημα της Βαβέλ που τη χρησιμότητά του διείδαν σωστά οι κυρίαρχες τάξεις τού καιρού μας. (περισσότερα…)

Η επικαιρότητα της πανδημικής τριετίας

*

του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

Είναι η πανδημική τριετία επίκαιρη; Κάποιοι φίλοι, όταν τους έστειλα την πρόσκληση για τη σημερινή εκδήλωση*, μου λένε, μα καλά, τί ασχολείστε τώρα και πίσω-πίσω με αυτά τα πράγματα, είναι άλλα που μας απασχολούνε σήμερα… Πράγματι· αλλά εάν δεν καταλάβουμε τί συνδέει τα σημερινά με τα προηγούμενα δεν έχουμε πιθανότητα να καταλάβουμε ούτε τα σημερινά.

Σήμερα, εκείνο που μοιάζει να απασχολεί τον περισσότερο κόσμο είναι το σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών. Και πολύ καλά κάνει που τον απασχολεί, και πολύ καλά κάνει που κατεβαίνει μαζικά στους δρόμους· αλλά δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι δεν τον απασχόλησε το ίδιο, ούτε κατέβηκε στους δρόμους για το πολύ μαζικότερο έγκλημα της εξωτερικής πολιτικής τής κυβέρνησής του, που είχε όχι 57 αλλά χιλιάδες νεκρούς στην Παλαιστίνη και στην Ουκρανία, των οποίων το αίμα έχει αυτή η κυβέρνηση στα χέρια της, μια κυβέρνηση που αγκαλιάζεται ανενδοίαστα με τους δημίους και τους διευκολύνει στο φονικό έργο τους. Μέχρι να έρθει στο φως, λέω, αν έρθει στο φως, ο κρίκος που συνδέει το έγκλημα των Τεμπών με την εξωτερική της πολιτική…

Ένα πράγμα τουλάχιστον φαίνεται να έχει καταλάβει ο κόσμος σήμερα, με αφορμή την υπόθεση των Τεμπών: το καταστατικό ζύμωμα της δημόσιας εξουσίας με το ψέμα, την παραπλάνηση και την εξαπάτηση, το αδιαπέραστο τείχος τής συνενοχής ανάμεσα στην κυβέρνηση, τα μέσα ενημέρωσης, το δικαστικό σύστημα και την επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη. Και σας ρωτώ: είναι η πρώτη φορά που τα βλέπουμε και τα ζούμε όλ’ αυτά; Και είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε μια μεθοδευμένη εκστρατεία διασυρμού, συκοφάντησης, ηθικής και πολιτικής εξόντωσης όσων τόλμησαν να αντισταθούν στο δημόσιο αφήγημα; Αφήγημα που έκανε δυνατή μια πολιτική η οποία άφησε πίσω της εκατοντάδες αναίτια νεκρούς, και χιλιάδες σακατεμένους σωματικά ή ψυχικά – αφήνοντας κατά μέρος τις ανυπολόγιστες άλλες, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες… Γι’ αυτό και η εφιαλτική τριετία που ζήσαμε το 2020-22 είναι εξακολουθητικά παρούσα κι επίκαιρη. (περισσότερα…)

O ρόλος των θρησκειών στη Μέση Ανατολή

*

του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

Το Σάββατο 8 Μαρτίου 2025 οργανώθηκε διαδικτυακή ημερίδα, υπό την αιγίδα τού Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με θέμα «Αντίσταση και μαρτύριο σε χριστιανισμό και ισλάμ«. Περιελάμβανε δύο τραπέζια: «Ισλαμικό μαρτύριο και χριστιανική μαρτυρία – Σύγχρονες προκλήσεις σε Παλαιστίνη και Μέση Ανατολή»· και «Η θρησκευτική διάσταση στη Μεσανατολική κρίση – Αντιπαλότητα και Συνύπαρξη». Δημοσιεύουμε εδώ την ομιλία τού Φώτη Τερζάκη από το δεύτερο τραπέζι, μαζί με τη σύνοψη ορισμένων σημείων τής συζήτησης εκ μέρους του που δεν είχε τον χρόνο να αναπτύξει προφορικά.

~.~

Η ομιλία

Γνωρίζετε όλοι βέβαια τον Σάμιουελ Χάντινγκτον, τον υπηρεσιακό διανοητή τού Πενταγώνου των ΗΠΑ, που το 1996 δημοσίευσε το πολυσυζητημένο Η σύγκρουση των πολιτισμών. Σε κάποιο σημείο εκεί διαβάζουμε:

«Ο δυτικός χριστιανισμός είναι από ιστορική άποψη το μόνο εξεχόντως σημαντικό γνώρισμα του δυτικού πολιτισμού […] επιδεικνύει τον μοναδικό δυαδισμό ανάμεσα στον Θεό και τον Καίσαρα, την Εκκλησία και το Κράτος, την πνευματική και την πρόσκαιρη εξουσία, δυαδισμό ο οποίος είναι ουσιώδης προκειμένου ν’ ανθίσει η δημοκρατία».[1]

Το απόσπασμα συνοψίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τη σχιζοειδή ρητορική της Δύσης, που τα θέλει μονά-ζυγά δικά της, όπως λέμε. Δηλαδή, με την ίδια κίνηση, διεκδικεί και τον Χριστιανισμό και την εκκοσμίκευση, ως ακαταμάχητα συστατικά τής δυτικής πολιτισμικής ταυτότητας που τεκμηριώνουν τη δικαιωματική της υπεροχή απέναντι σε όλους τους άλλους πολιτισμούς – και αυτό, βέβαια, κάνει να φαίνεται πιο «λογική» η πολιτική τους χειραγώγηση και η οικονομική τους εκμετάλλευση…

Στο ιστορικό συμφραζόμενο που γράφει ο Χάντινγκτον, κύριος ιδεολογικός αντίπαλος είναι το εγειρόμενο ριζοσπαστικό Ισλάμ. Η εμφάνισή του από τη δεκαετία τού 1970 ξάφνιασε δήθεν τον «δημοκρατικό» δυτικό κόσμο κι επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί κάπως σαν ένα αιφνίδιο ξέσπασμα ανορθολογισμού εν μέσω μιας αδιατάρακτης πορείας εξορθολογισμού και εκκοσμίκευσης – όπως περίπου είχε επιχειρηθεί να παρουσιαστεί από τη φιλελεύθερη προπαγάνδα η ανάδυση του ναζισμού στην τρίτη δεκαετία του εικοστού αιώνα. Αλλά πριν εξετάσουμε τις αιτίες τέτοιων φαινομένων καλό είναι να θυμόμαστε ότι ποικίλες θρησκευτικές αναβιώσεις που παίρνουν συχνά τον χαρακτήρα μαχητικού φονταμενταλισμού δεν είναι αποκλειστικά μουσουλμανικό φαινόμενο: είχαν προηγηθεί μορφές υπερσυντηρητικού προτεσταντικού φονταμενταλισμού στις ΗΠΑ, και βεβαίως ο σιωνιστικός φονταμενταλισμός που συνυφάνθηκε με τη νεοαποικιακή πολιτική τού κράτους τού Ισραήλ. Στη δεκαετία τού ’90, άλλωστε, είχαμε και την οξύμωρη εμφάνιση ενός ινδουιστικού φονταμενταλισμού, με την άνοδο του ακροδεξιού κόμματος Μπαράτια Τζανάτα στην εξουσία. (περισσότερα…)

«Κλιματική κρίση» είπατε;

*

του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ

Αν τα βάρη τής αναγκαίας ενεργειακής μετάβασης πέσουν στις πλάτες των πολλών, τότε […] θα επιφέρει σε πολλές κρίσιμες χώρες την άνοδο του ακροδεξιού λαϊκισμού και ακροδεξιών μορφωμάτων, αλλά και την άρνηση της κλιματικής κρίσης. Θυμάστε που είχαμε αρνητές τής πανδημίας; Τώρα θα έχουμε και αρνητές τής κλιματικής κρίσης!
ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ
(Δημόσια ομιλία τής 24ης Νοεμβρίου 2022,
αναμετάδοση από την ΕΡΤ) [1]
Οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής δεν διαφέρουν σε τίποτα από τους αντιεμβολιαστές· έχουν ψυχικές διαταραχές και χρειάζονται θεραπεία.
DONALD TRUMP

Από το 1980 περίπου, μια ανησυχία για την «υπερθέρμανση του πλανήτη» έχει αντικαταστήσει την ανησυχία για «παγκόσμια ψύξη» που επικρατούσε τις προηγούμενες δύο δεκαετίες.[2] Ανθρωπιστικές κρίσεις όπως η πείνα, οι επιδημίες στην τροπική ζώνη και οι ανελέητοι πόλεμοι αυξάνονται προκαλώντας εκατομμύρια νεκρούς κάθε χρόνο, αλλ’ απασχολούν πολύ λιγότερο τους φακούς τής δημοσιότητας απ’ όσο οι πάγοι που λιώνουν κάθε καλοκαίρι στου πόλους για να ξανασχηματιστούν ξεχασμένοι τον χειμώνα. Ειδήσεις κι επιστημονικές δημοσιεύσεις βομβαρδίζουν την κοινή γνώμη με κάθε είδους απειλές για το μέλλον, οι οποίες βασίζονται σε στατιστικά μοντέλα και προσομοιώσεις αδύνατης εγκυρότητας.[3] Το σήριαλ τής ανόδου τής στάθμης των θαλασσών κρατάει με κομμένη ανάσα το κοινό του, αλλά οι μετρήσεις που έρχονται είναι αβέβαιες και αλληλοαναιρούμενες. Οι κυβερνήσεις δικαιολογούν την ανικανότητα (ή την αδιαφορία) τους να αντιμετωπίσουν φυσικούς κινδύνους όπως δασικές πυρκαγιές, ξηρασίες, πλημμύρες, κατολισθήσεις, σεισμούς, καταιγίδες ή χιονοπτώσεις επικαλούμενες τη δήθεν πρωτόγνωρη ένταση των φαινομένων που οφείλεται στην «κλιματική αλλαγή». Δισεκατομμύρια σπαταλιούνται σε μάταιες έρευνες και δράσεις χωρίς κανένα πρακτικό αποτέλεσμα ενώ επιστημονικές σταδιοδρομίες χτίζονται με δημοσιεύσεις για την επίδραση της «κλιματικής αλλαγής» σε ό,τι μπορεί κάποιος να φανταστεί – από τις πολεμικές συγκρούσεις, την έμφυλη βία και την εγκληματικότητα μέχρι τη διανοητική υγεία και την πέτρα στο νεφρό…(!). Οι κυβερνήσεις δημιουργούν Υπουργεία Κλιματικής Κρίσης, τα πανεπιστήμια ιδρύουν σχετικά μεταπτυχιακά και η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοινώνει ότι θα διαθέσει 600 δισ. ευρώ για την «καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής», όχι βέβαια σε τεχνικά έργα που θα βοηθούσαν στην ανάσχεση πλημμυρών και ξηρασιών είτε στη διαχείριση των δασών αλλά για τη συγγραφή μελετών οι οποίες θα υποδεικνύουν πως για να σωθούμε από τις φυσικές καταστροφές πρέπει να προβούμε σε απανθρακοποίηση ή να μετατρέψουμε τις τελευταίες νησίδες άγριας ζωής σε γιγάντια τεχνολογικά πάρκα σπαρμένα ηλιακούς συσσωρευτές και ανεμογεννήτριες – και όλοι προσαρμόζονται στο αφήγημα που φέρνει τα χρήματα. Το δόγμα είναι ότι το κλίμα τού πλανήτη που είναι ιδανικό για τον άνθρωπο έχει αποσταθεροποιηθεί εξαιτίας των εκπομπών διοξειδίου τού άνθρακα (CO2), πράγμα που οφείλεται στο ότι σήμερα καλύπτουμε περίπου ένα 80% των ενεργειακών μας αναγκών από την καύση ορυκτών καυσίμων. Και η λογική αυτή, άπαξ και γίνει αποδεκτή, δεν έχει λογικό όριο: το ότι ο ίδιος ο μεταβολισμός τής ζωής παράγει CO2 καθιστά αυτήν καθαυτήν τη ζωή ένοχη – ποινικοποιήσιμη και (τουλάχιστον) φορολογήσιμη. Και από τη στιγμή που η αύξηση του πληθυσμού αυξάνει τη φυσική εκπομπή CO2, επιβάλλονται νεομαλθουσιανές λογικές για τον έλεγχο των γεννήσεων, παράλληλα με τη μεθοδευμένη καταστροφή τής γεωργίας.

Υπάρχει μια ιδεολογία χαρακτηριστική τού ανεπτυγμένου καπιταλισμού, αυτή που αποκαλούμε φυσικοποίηση του κοινωνικού: προβάλλοντας στην ίδια τη φύση δικές της πρακτικές (αρχετυπικό παράδειγμα είναι ο λεγόμενος κοινωνικός δαρβινισμός), η καπιταλιστική κοινωνία ενοχοποιεί τη φύση για τις συνέπειες της δράσης της – πράγμα που εν συνεχεία χρησιμεύει ως άλλοθι για να εντείνει την ίδια αυτή δράση πολλαπλασιάζοντας τις συνέπειες. Σε μία κάπως πολυπλοκότερη χρήση τού στρατηγήματος εισάγεται στην εξίσωση και η «ανθρωπογενής συμβολή», αλλά χωρίς να προσδιορίζεται ποια ακριβώς ανθρωπογενής συμβολή και ποιων ακριβώς ανθρώπων. Στρεβλώνοντας σκόπιμα τη θέση τού «ανθρώπινου παράγοντα», η ευθύνη επιρρίπτεται στους φυσικούς όρους τής ανθρώπινης ύπαρξης οι οποίοι εξ ορισμού αφορούν το σύνολο της ανθρωπότητας, ενώ οι πραγματικά ένοχες πρακτικές (που ασκούνται από συγκεκριμένες ελίτ) παρουσιάζονται ταχυδακτυλουργικά ως λύση. (περισσότερα…)

Για την κριτική θεώρηση του Φώτη Τερζάκη

*

της ΟΛΓΑΣ ΣΤΑΘΑΤΟΥ

Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ήτορ το τελευταίο βιβλίο του Νίκου Φούφα με τίτλο Για την ατέρμονη ανησυχία της σκέψης.[1] Πρόκειται για μια μακρά συζήτηση του συγγραφέα με τον στοχαστή Φώτη Τερζάκη και με θέμα το ευρύ φάσμα των θεωρητικών του αναζητήσεων∙ μέσα από τη συνομιλία θα προκύψει το σταθερό κριτήριο αρνητικότητας που διαπερνά την κριτική θεώρησή του. Αυτή η αρνητικότητα αρθρώνεται στον συγκρουσιακό χαρακτήρα που έχει ανακύψει μέσα από την ίδια τη βιωματική πραγματικότητα (μέσα στις κοινωνικές/πολιτικές συνθήκες μετά τη δεκαετία του 1970) και δεν αφορά το αδρανές πεδίο μιας ιστορίας των ιδεών.

Ο Νίκος Φούφας δεν είναι ένας «διεκπεραιωτικός» συνομιλητής. Διδάκτωρ φιλοσοφίας και συγγραφέας ο ίδιος φιλοσοφικών δοκιμίων —έχει δημοσιεύσει έργα του στη Γαλλία— με αντικείμενο τη σκέψη του Χέγκελ, του Μαρξ και του Λούκατς, είναι σε θέση να αποκρυπτογραφεί εις βάθος τη σκέψη του συνομιλητή του και να το ωθεί με επιδεξιότητα στον κρίσιμο κάθε φορά πυρήνα. Έτσι, έχουμε εδώ ένα είδος βιβλίου που δεν είναι τόσο συνηθισμένο στην Ελλάδα, έχει όμως μια μακρά παράδοση στη Γαλλία: φιλοσοφικές συζητήσεις με έναν γνωστό διανοητή, μέσα από τις οποίες εκτίθεται συνολικά το έργο του και σε μορφή προσιτή σε ένα κάπως ευρύτερο ακροατήριο.

«Γράφε με το αίμα σου: και θα μάθεις, ότι το αίμα είναι πνεύμα»[2] – αυτή η νιτσεϊκή επιταγή θα μπορούσαμε να πούμε ότι αφορά την περίπτωση του Φώτη Τερζάκη: η θεωρητική συγκρότησή του διαπεράστηκε από την ανυποχώρητη ένταση της βιωματικής πραγματικότητάς του, εδώ όπου οι ριψοκίνδυνες ψυχαναλυτικές διαδρομές του συναντήθηκαν με την εξ ίσου ριψοκίνδυνη πολιτική, ακτιβιστική δράση του. Η εκρηκτική σύγκλιση αυτών των πεδίων οριοθέτησε τις θεωρητικές του κινήσεις – έτσι ώστε αυτές δεν είχαν άλλο ανάχωμα παρά μόνο την αυστηρή δεσμευτικότητα (Stringenz) του εκάστοτε περιεχομένου (φιλοσοφικού, θρησκειολογικού/ανθρωπολογικού, αισθητικού). Θα μπορούσαμε πολύ συνοπτικά να πούμε ότι επίκεντρο των θεωρητικών κινήσεων του Φ. Τερζάκη είναι το μη χειραγωγήσιμο, αυτό που εκφεύγει από την εργαλειακή ορθολογικότητα, αυτό που εκφεύγει από τον υπολογισμό και τον έλεγχο στον οποίο έχει καταλήξει η σκέψη. Το επίκεντρο της σκέψης είναι το άλλο της σκέψης. Έτσι όμως εξαρχής τίθεται η αναπόδραστη συνοχή αυτού του ζεύγματος, αυτής της διαλεκτικής σύλληψης: της σκέψης μαζί με το άλλο της. Είναι τόσο αναπόδραστη αυτή η διαλεκτική σχέση που ούτε καν ως απαρχή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί∙ άλλωστε: «δεν υπάρχουν απαρχές», όπως θα πει ο Φ. Τερζάκης σε μια άλλη συνάφεια.[3] (περισσότερα…)

Φώτης Τερζάκης, «Confusion will be my epitaph»: Απολογισμός μιας καταστροφικής διετίας

*

Συμπληρώνονται σύντομα τρία χρόνια ἀπ’ ὅταν ὁ ἰὸς Sars-CoV-2, γνωστὸς πλέον σὲ ὅλους μας ὑπὸ τὴν κωδικὴ ὀνομασία Covid-19, ξεκίνησε τὸ πάνδημο ταξίδι του ἀνὰ τὴν ὑφήλιο. Πέραν τοῦ προφανοῦς ὑγειονομικοῦ ζητήματος ποὺ αὐτὸς προκάλεσε, μεταδιδόμενος ραγδαῖα σὲ κάθε ἤπειρο μέσα σὲ λίγο καιρό, ὑπῆρξαν ὁρισμένες “παράπλευρες“ —ὅπως εἴθισται νὰ χαρακτηρίζονται— ἐπιπτώσεις σὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα: ὑποχρεωτικοὶ ἐγκλεισμοί, διαχωρισμοὶ βάσει τῆς ἐμβολιαστικῆς κίνησης μὲ κυρώσεις σὲ βαθμὸ διαπόμπευσης γιὰ τοὺς μη-ἐμβολιασθέντες, πάγωμα κάθε δραστηριότητας (ἐπαγγελματικῆς, ἐκπαιδευτικῆς, ψυχαγωγικῆς κ.λπ.) καὶ ἀναπόφευκτα μιὰ διαφαινόμενη οἰκονομικὴ κατάρρευση σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ ἄλλα γεγονότα τῆς πρόσφατης περιόδου (βλ. ρωσσο-ουκρανικὸς πόλεμος).

Ὁ Φώτης Τερζάκης, γνωστὸς γιὰ τὸ ἔργο του στὸν χῶρο τῆς φιλοσοφικῆς μελέτης καὶ ἰδιαίτερα στὴν κριτικὴ τῶν ἰδεῶν τῆς πολιτικῆς φιλοσοφίας, τοποθετήθηκε εὐθέως ἀπέναντι στὰ ἔκδοχα τοῦ κορωνοϊοῦ μὲ πολυάριθμες παρεμβάσεις σὲ περιοδικά, ἱστοτόπους καὶ ἐφημερίδες, διερευνῶντας τόσο σὲ φιλοσοφικὸ ὅσο καὶ σὲ πρακτικὸ ἐπίπεδο ὅλα ἐκεῖνα τὰ ζητήματα ποὺ μεταλλάσσουν τελικὰ τὴν ἰατρικὴ σὲ ἕνα ζήτημα πολιτικό, μὲ ὅλες τὶς ἐπιπτώσεις ποὺ ἡ μετάλλαξη αὐτὴ ἐνδέχεται νὰ ἐπιφέρει ‒ καὶ τελικά, ὅπως φαίνεται πλέον, μπορεῖ νὰ ἐπιφέρει. Μὲ ἀφορμὴ καί τὸ πρόσφατο βιβλίο του Ἰατρική / Πολιτική. Μιὰ ἀνθρωπολογικὴ-φιλοσοφικὴ ματιὰ στὶς ἀντιμαχόμενες θεραπευτικὲς προσεγγίσεις στὸν σύγχρονο κόσμο (Ἀλήστου Μνήμης: Ἀθήνα 2021), συζητᾶμε παρακάτω γι’ αὐτὰ τὰ ζητήματα. (περισσότερα…)

Φώτης Τερζάκης, Ο μοναχός Παΐσιος

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ 1

Ἀ­πὸ αὐ­τὰ τὰ μέ­ρη ἦρ­θε κι ἕ­νας ἅ­γι­ος τῶν ἡ­με­ρῶν μας, ὅ­πως τὸ θέ­λει ἡ φή­μη, ποὺ με­τὰ τὸν ξε­ρι­ζω­μὸ ἐγ­κα­τα­στά­θη­κε στὸν Ἄ­θω­να: ὁ μο­να­χὸς Πα­ΐ­σι­ος. Συγ­κα­τα­λέ­γο­μαι στοὺς πολ­λοὺς ποὺ ὁ τα­πει­νὸς ἀ­σκη­τὴς δέ­χτη­κε νὰ δεῖ τὰ τε­λευ­ταί­α χρό­νι­α της ζω­ῆς του. Δὲν εἶ­μαι σὲ θέ­ση νὰ μαρ­τυ­ρή­σω τὴ θρυ­λού­με­νη ἁ­γι­ό­τη­τά του, δὲν ξέ­ρω καν τί ση­μαί­νει αὐ­τὸ τὸ πράγ­μα, καὶ ἂν κά­τι ση­μαί­νει σί­γου­ρα δὲν εἶ­μαι ἀ­πὸ ἐ­κεί­νους στοὺς ὁ­ποί­ους θὰ εἶ­χε κά­ποια δύ­να­μη: ἔνιω­σα ὅ­μως πολ­λὴ τρυ­φε­ρό­τη­τα γι’ αὐ­τὸν τὸν λι­πό­σαρ­κο γέ­ρον­τα μὲ ὄ­ψη ξω­μά­χου, ἐμ­φα­νῶς κα­τα­πο­νη­μέ­νο ἀ­πὸ τὴν ἀρ­ρώ­στια, ποὺ εἶ­χε τὴν εὐ­γέ­νει­α νὰ μᾶς ἀ­νοί­ξει στὴν πρό­χει­ρη σκή­τη του, βα­θι­ὰ μέ­σα σὲ μιὰ ρε­μα­τιὰ τοῦ Ἄ­θω­να τρί­α τέ­ταρ­τα δρό­μο ἀ­πὸ τὴν Κου­τλου­μου­σί­ου.

Τὸν ἄ­κου­γα νὰ ἐ­ξι­στο­ρεῖ τὰ χρι­στια­νι­κά του πα­ρα­μύ­θια, λό­γι­α ποὺ δὲν σή­μαι­ναν σχε­δὸν τί­πο­τα γιὰ μέ­να, ὥ­ρα πολ­λὴ μὲ τὸ μά­τι μου ν’ ἀ­να­παύ­ε­ται πό­τε στὴν προ­βιὰ ποὺ εἶ­χε ριγ­μέ­νη πά­νω στὴν ξύ­λι­νη τά­βλα τοῦ ὕ­πνου του καὶ πό­τε στὸ σβη­στὸ τζά­κι, καὶ ἦ­ταν σὰν νὰ ἄ­κου­γα τὴ για­γιὰ τὴ Μα­ρί­κα νὰ μοῦ μι­λά­ει γιὰ τὰ στοι­χειὰ ποὺ βλέ­πουν τὶς νύ­χτες οἱ ἀ­λα­φρο­ΐ­σκιω­τοι, γιὰ τὶς νε­ρά­ι­δες ποὺ σοῦ παίρ­νου­νε τὴ μι­λιὰ τὸ με­ση­μέ­ρι, γιὰ τὸν μαρ­μα­ρω­μέ­νο βα­σι­λιὰ καὶ γιὰ τὴ Δευ­τέ­ρα Πα­ρου­σί­α, καὶ γιὰ μιὰ στιγ­μὴ ὁ Πα­ΐ­σι­ος ἤ­τα­νε ἡ για­γιὰ ἡ Μα­ρί­κα…

Πα­ΐ­σι­ε, ἀ­πὸ ἐ­δῶ ποὺ σὲ θυ­μή­θη­κα σή­με­ρα, σοὺ εὔ­χο­μαι μὲ ὅ­λη μου τὴν καρ­διὰ νὰ βρί­σκε­σαι κον­τὰ στὸν Θε­ό σου – καὶ εἶ­ναι κι αὐ­τὸ κά­τι σὰν πα­ρη­γο­ριὰ γιὰ μᾶς ποὺ δὲν ἔ­χου­με τὴν πο­λυ­τέ­λει­α τῆς πί­στης σὲ κα­νέ­ναν, οὐ­ρά­νι­ο ἢ ἐ­πί­γει­ο, θε­ό…!

ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ  (ΝΠ1, σ. 40-41)

Λεωνίδας Σταματελόπουλος: Ο διάλογος ως πρόσχημα

Η υπόθεση της παράστασης Ισορροπία του Νας την οποία το Εθνικό Θέατρο αναγκάστηκε να αφαιρέσει πρόωρα από το πρόγραμμά του λόγω των αντιδράσεων που προέκυψαν επειδή αυτή βασίστηκε εν μέρει σε κείμενα του Σάββα Ξηρού, επανέφερε στο προσκήνιο το φαινόμενο της τρομοκρατίας και της πρόσληψής της στον δημόσιο λόγο.

τρομοκρατία 1

Στα δύο προηγούμενα τεύχη του, το Νέο Πλανόδιον αφιέρωσε πολλές σελίδες τόσο στο ζήτημα της τρομοκρατίας όσο και στο συναφές ζήτημα του πολιτικού ολοκληρωτισμού. Αφορμή ορισμένων κειμένων ήταν η, επίκαιρη τότε, έκδοση του βιβλίου του Δημήτρη Κουφοντίνα, Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη (Λιβάνης, 2014) που είχε ξεσηκώσει παρόμοιες διαμαρτυρίες. Στον, εν μέρει ιδιαίτερα έντονο, αντίλογο που αναπτύχθηκε, πήραν μέρος έξι συνολικά συγγραφείς: οι Νικόλας Σεβαστάκης, Κωνσταντίνος Πουλής, Λεωνίδας Σταματελόπουλος, Κώστας Δεσποινιάδης, Γιάννης Καλιόρης και Φώτης Τερζάκης. Από αυτόν, αναδημοσιεύουμε σήμερα το πρώτο κείμενο του Λεωνίδα Σταματελόπουλου (ΝΠ2, καλοκαίρι 2014, σ. 258-262), που ασκεί κριτική σε προγενέστερο άρθρο του Φώτη Τερζάκη δημοσιευμένο σε διαδικτυακό μέσο. Αμέσως προσεχώς θα ακολουθήσει η απάντηση του Τερζάκη και η ανταπάντηση του Σταματελόπουλου, ενώ σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο θα αναρτηθούν και τα υπόλοιπα κείμενα.

***

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΩΣ ΠΡΟΣΧΗΜΑ

Ἡ συζήτηση –ἢ ἡ ἀντιδικία– γύρω ἀπὸ τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου τοῦ Κουφοντίνα, Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη (Λιβάνης, 2014) δὲν ἔλαβε κάποια ἀξιόλογη ἔκταση ἤ, ἂν ὄντως ἔλαβε, αὐτὸ δὲν ὑπέπεσε στὴν ἀντίληψή μου. Μιὰ ἀπὸ τὶς ἐξαιρέσεις, τὸ κείμενο τοῦ Φώτη Τερζάκη μὲ τίτλο «Τρομοκρατία τῶν ἰδεῶν καὶ φιλελεύθερη ὑποκρισία» ποὺ ἀναρτήθηκε στὸ ἱστολόγιο Poetry Bar στις 18 Μαρτίου.

Στὸ ἄρθρο τοῦ Φώτη Τερζάκη ἐντοπίζεται μιὰ ἑρμηνευτικὴ τῶν πραγμάτων ποὺ διαπερνᾶ μεγάλη μερίδα τῆς ἀριστερᾶς, ἀσχέτως ἂν τὸ ἴδιο διαπνέεται ἀπὸ μιὰ ἀκροαριστερή, ἐπαναστατικὴ λογική. Ὡς ἄκρα ἀριστερὰ νοοῦνται ἐδῶ ἐκεῖνες οἱ πολιτικὲς ἀντιλήψεις ποὺ θεωροῦν ὡς ἀναγκαία προϋπόθεση τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ κομμουνιστικοῦ ἢ κατ’ ὄνομα χειραφετητικοῦ πολιτικοῦ τους προτάγματος, τὴ βίαιη, ἔνοπλη, ἀνατροπὴ τῆς κατεστημένης τάξης πραγμάτων. Ὅμως οἱ ἐξτρεμιστὲς ποὺ διενεργοῦν ἐν καιρῶ εἰρήνης τρομοκρατικὲς ἐπιθέσεις μὲ θύματα ἀνυποψίαστους πολίτες (φυλασσόμενους ἢ μὴ) εἶναι μιὰ ἰδιαίτερη μερίδα καὶ δὲν ταυτίζονται μὲ αὐτοὺς ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν ὀργάνωση καὶ διεξαγωγὴ τοῦ ταξικοῦ πολέμου ὑπὸ προϋποθέσεις. Βέβαια, μετὰ τὴ Μεταπολίτευση καὶ τὴν ἰδεολογικὴ ἡγεμονία τοῦ ἀριστερόστροφου λαϊκισμοῦ, ποὺ κατέλαβε καὶ χρησιμοποίησε πρὸς ὄφελός του τοὺς κρατικοὺς μηχανισμούς, τὸ κύρος τῆς ἀριστερᾶς εἶναι τόσο αὐξημένο ποὺ τὸ ἐπικαλοῦνται πολλοί. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ὁδηγεῖ στὴν πολυσημία καὶ ἀοριστία τοῦ ὄρου καὶ ὡς ἐκ τούτου ἡ γενίκευση εἶναι ἐπισφαλής. Παρ’ όλα αὐτὰ δὲν θὰ ἦταν μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια κανεὶς ἂν ἰσχυριζόταν ὅτι στὸ κείμενο τοῦ Τερζάκη ἀναπτύσσεται μιὰ ἐπιχειρηματολογία λιγότερο ἢ περισσότερο συνήθης σὲ ἰδεολογικοποιημένες καὶ πολιτικοποιημένες μερίδες ποὺ αὐτοκατανοοῦνται ὡς ἀριστερὲς – μὲ τὴν ἐξαίρεση τῶν ἐκφραστῶν τοῦ χώρου τῆς δημοκρατικῆς ἀριστερᾶς.

Τὸ κείμενο γράφτηκε μὲ ἀφορμὴ κάποιες ἀπὸ τὶς δημόσιες ἀντιδράσεις ποὺ ἀκολούθησαν τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου τοῦ Κουφοντίνα. Βασιζόμενος σὲ αὐτὲς τὶς ἀντιδράσεις, ὁ Φ.Τ. προβαίνει σὲ μιὰ κρίση ποὺ δίνει καὶ τὸν τίτλο στὸ κείμενό του: «Ἡ ἀντίδραση αὐτὴ ξεγυμνώνει ἀκόμα μιὰ φορά, καὶ πρωτίστως, τὴν κατὰ συρροὴν φιλελεύθερη ὑποκρισία ποὺ ἐπὶ τοῦ προκειμένου δὲν παύει νὰ διακηρύσσει ὅτι “διώκονται οἱ πράξεις, ὄχι οἱ ἰδέες”».

Κατ’ ἀρχὰς ἂς ἐμμείνουμε στὰ γεγονότα. Μεγάλος ἐκδοτικὸς οἶκος ἀνέλαβε τὴν ἔκδοση καὶ τὴν κυκλοφορία τοῦ ἐν λόγω βιβλίου. Ὅσο γνωρίζω, τὸ βιβλίο τοῦ Κουφοντίνα ἐκτέθηκε μάλιστα στὶς προθῆκες  μεγάλων βιβλιοπωλείων. Κανεὶς εἰσαγγελέας δὲν ἀσχολήθηκε, ὣς τώρα τουλάχιστον, μαζί του, οὔτε ἄκουσα γιὰ ὀργανωμένους ἢ «αὐθόρμητους» πολίτες ποὺ προσπάθησαν νὰ ματαιώσουν τὴν πώλησή του. Στὸ διαδίκτυο πληροφορήθηκα ὅτι ἕνα βιβλιοπωλεῖο, τὸ Free Thinking Zone, ἀρνήθηκε νὰ τὸ διαθέσει ἀλλά, καὶ πάλι, δὲν βλέπω σ’αυτὸ μιὰ προσπάθεια λογοκρισίας ἤ, πολὺ περισσότερο, ὑποκρισίας. Τὸ βιβλιοπωλεῖο ὡς ἰδιωτικὴ ἐπιχείρηση ἔχει κάθε δικαίωμα νὰ μὴν έπιθυμεῖ νὰ προβάλει τὶς ἀντιλήψεις τοῦ Κουφοντίνα, ἀκόμη κι ἂν αὐτὸς στὸ βιβλίο του ἐκθέτει μόνον τὸ ἰδεολογικὸ πιστεύω του, ἐντελῶς ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς δολοφονίες ποὺ διέπραξε. Δόξα τῷ Θεῶ, πλῆθος ἀριστερῶν ἢ ἀναρχικῶν ἐκδοτικῶν οἴκων καὶ βιβλιοπωλείων δραστηριοποιοῦνται στὴν ἐπικράτεια. Βάσιμα μπορεῖ νὰ εἰκάσει κανεὶς ὅτι ὁ ένδιαφερόμενος μπορεῖ εὔκολα νὰ  προμηθευτεῖ ἔνα βιβλίο σὰν αὐτὸ. Ἄλλωστε, δεδομένων τῶν ἀντιλήψεών της, ἡ ἰδιοκτήτρια τοῦ βιβλιοπωλείου εἶναι πιθανὸ νὰ μὴν ἐνδιαφέρεται γιὰ ἕνα κοινὸ πού, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε ἐκφράσεις τοῦ Τερζάκη, ἐπιθυμεῖ νὰ συζητήσει «ψύχραιμα καὶ ἀποστασιοποιημένα» τὸν ρόλο τῆς 17 Νοέμβρη, νὰ κρίνει «τὶς στρατηγικές της ἐπιλογὲς» ἢ νὰ ποριστεῖ «διδάγματα ἀπὸ τὰ σφάλματα καὶ τὶς ἀστοχίες της». Ὅπως δήλωσε ἡ ἴδια: «Ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὸ ἀναφαίρετο δικαίωμα τοῦ καθενὸς στὴν ἐλευθερία. Ἀναφαίρετο ὅμως δικαίωμα εἶναι πρωταρχικὰ ἡ ζωή. Τὸ πρῶτο χωρὶς τὸ δεύτερο δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει». Καμιὰ λοιπὸν «φιλελεύθερη ὑποκρισία» ἴσαμε ἐδῶ· τὸ βιβλίο κυκλοφορεῖ κανονικὰ ὅπως κάθε βιβλίο καὶ διάγει τὸν βίο του ἀπρόσκοπτα ὅπως κάθε κυκλοφοροῦν προϊόν.

Πέρα ἀπὸ τὰ ὅσα περὶ ὑποκρισίας στηλιτεύονται ἐκεῖ, τὸ κείμενο τοῦ  Φ.Τ. διέπεται ἀπὸ μιὰ ὁρισμένη λογικὴ καὶ μιὰν ἀντίστοιχη ἐκφραστική. Ὁ ἴδιος θέτει ὡς προϋπόθεση κάθε διαλόγου τὴν ἐγκατάλειψη τοῦ ὄρου «τρομοκρατία» γιὰ δολοφονίες ὅπως αὐτὲς τῆς 17 Νοέμβρη ἢ ἄλλων ἀριστερῶν «ἔνοπλων ἀντάρτικων», ὅπως ὁ ἴδιος τὰ ἀποκαλεῖ, καὶ τὸν ἐπιφυλάσσει ἀποκλειστικὰ γιὰ μορφὲς μαζικῆς βίας ποὺ θέτουν στὸ στόχαστρό τους ὁλόκληρους πληθυσμούς. Πέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ακόμη και συγγραφείς της μαρξιστικής παράδοσης ἀναφέρονται στὸν ὄρο «ἀτομικὴ τρομοκρατία», ἀναλύοντάς τον συνάμα, ὁ Τερζάκης θὰ μποροῦσε, ἐπὶ τὴ βάσει τοῦ ὁρισμοῦ ποὺ ὁ ἴδιος θέτει, νὰ προσθέσει καὶ ἄλλα παραδείγματα, ὅπως τὶς μερίδες τῶν Γάλλων Ἐπαναστατῶν καὶ τὶς διαδοχικὲς φάσεις τῆς τρομοκρατίας ποὺ ἑξαπέλυσαν· ἢ ἀκόμη τὶς ποικίλες ἐκδοχὲς τῶν κομμουνιστικῶν καθεστώτων, ὅπως ἡ σταλινικὴ ἢ ἡ μαοϊκὴ καὶ ἡ πολιτισμική της ἐπανάσταση· ἢ ἀκόμη τὶς πρακτικές του Πὸλ Πότ. Ὅμως ὁ συγγραφέας δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τέτοια ἢ ἄλλα παραδείγματα· στόχος του εἶναι νὰ καταδείξει ὅτι τρομοκρατοῦν οἱ σύγχρονες δημοκρατίες, «αὐτὰ τὰ μορφώματα κοινοβουλευτικοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ», ὅπως τὶς ἀποκαλεῖ. Ὅλο τὸ κείμενο διέπεται ἀπὸ τὴν πρόθεση νὰ μᾶς δείξει ὅτι ζοῦμε ὑπὸ ὁλοκληρωτικὸ καθεστὼς καὶ συνεπῶς ἡ θεμελιώδης λειτουργία τῶν δυνάμεων τῆς δημόσιας τάξης καὶ ἀσφάλειας εἶναι ἡ μαζικὴ καταστολή· ὅτι οἱ δικαστικὲς καὶ διωκτικὲς ἀρχὲς βασανίζουν καὶ ἐνίοτε ἐγκληματοῦν· ὅτι οἱ ἀσκούμενες πολιτικὲς ἀπὸ τὶς κυβερνήσεις τοῦ Μνημονίου ἔχουν περισσότερα θύματα ἀπὸ τὴ 17 Νοέμβρη· ὅτι τὰ θύματα τῆς 17 Νοέμβρη δὲν εἶχαν ἀναίμακτα χέρια. Ἐκτιμήσεις καὶ ἑρμηνεῖες γύρω ἀπὸ κοινωνικοπολιτικὰ συστήματα, πολιτικὰ μέτρα, κρατικὲς λειτουργίες, ἀτομικὲς βιογραφίες συγκρίνονται μὲ συγκεκριμένες δολοφονίες συγκεκριμένων ἀνθρώπων μὲ πρόθεση πολεμικὴ καὶ συμψηφιστική. Ὅλα αὐτὰ ὅμως συνιστοῦν μετάβασιν εἰς ἄλλο γένος καὶ σύγχυσιν τῶν ἀσυγχύτων – γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε ἐκφράσεις τῶν παλαιῶν.

Εἶναι πρόδηλο ὅτι ὁ χαρακτήρας τοῦ ἄρθρου τοῦ Τερζάκη εἶναι πολεμικὸς καὶ ἡ στόχευσή του διττὴ. Ἀπὸ τὴ μιὰ πλευρὰ θέλει νὰ καταδείξει ὅτι ζοῦμε ἤδη σὲ πόλεμο καὶ νὰ ἀποενοχοποιώσει συνάμα τὶς δολοφονίες τῶν τρομοκρατῶν τῆς 17 Νοέμβρη. Ἄλλωστε, πάγια σχεδόν τακτική τῆς ἄκρας άριστερᾶς –τακτικὴ ποὺ δὲν ἀφήνει ἀνεπηρέαστες καὶ μεγάλες μερίδες τῆς ἀριστερᾶς– εἶναι νὰ ἐντοπίζει περιθωριακῆς σημασίας λειτουργίες κρατικῶν ὀργανώσεων καὶ νὰ τὶς ἀνακηρύσσει οὐσιῶδες χαρακτηριστικό τους. Γιὰ παράδειγμα, οἱ δυνάμεις ἀσφαλείας ὁρίζονται ὡς «μηχανισμοὶ καταστολῆς», ἐνῶ στὴν πράξη ἐλάχιστα λειτουργοῦν ὡς τέτοιοι. Γιὰ τὴν ἄκρα ἀριστερὰ εἶναι σημαντικὸ νὰ ἀναδεικνύει ὡς μείζονες τὶς διαιρετικὲς τομὲς ποὺ αὐτὴ προκρίνει, ἀσχέτως ἐν πολλοῖς τοῦ κοινωνικοῦ βίου, γιατί μόνον ἔτσι μπορεῖ νὰ κάνει ὁρατὲς τὶς «ἐμπόλεμες συνθῆκες» ἐντός τῶν ὁποίων ἰσχυρίζεται ὅτι ζοῦμε. Κατ’ οὐσίαν, καὶ αὐτὴ ἡ κρίση μας δὲν συνιστὰ δίκη προθέσεων, ἐπιθυμεῖ νὰ ἐξωθήσει τοὺς πάντες νὰ ἐπιλέξουν στρατόπεδο. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, κι αὐτὸ ἔχει τὴ σημασία του, ἐπιδιώκει νὰ ἀντιστρατευθεῖ ὅσους ἀποπειρῶνται τὰ τελευταῖα χρόνια νὰ ἀποδομήσουν τὴν προπαγάνδα περὶ ἠθικῆς ὑπεροχῆς τῆς ἀριστερᾶς, προπαγάνδα ποὺ ὑπῆρξε ὅπως γνωρίζουμε ἐπὶ δεκαετίες πολύ ἀποτελεσματική. Αὐτὴ τὴν αὐτοκατανόηση τῆς Ἀριστερᾶς ἐξέφρασε ὁ Νίκος Γιαννόπουλος μὲ τὸν πλέον ἁδρὸ τρόπο στὸν πρόλογο τοῦ βιβλίου τοῦ Κουφοντίνα: «Ποιά πειστικότερη ἀπόδειξη ὅτι ἡ “ἀπὸ δῶ πλευρὰ ” παραμένει ἠθικά, μορφωτικά, ἀξιακά, ὀντολογικά [sic!], ἂν θέλετε, ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς της;» Ἠ πρόθεση τοῦ Τερζάκη νὰ ὑπερασπιστεῖ τὴν ἠθικὴ ὑπεροχὴ τῆς ἀριστερᾶς δηλώνεται ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες φράσεις τοῦ κειμένου του ὅταν κρίνει ὅτι προβεβλημένα στὸν δημόσιο βίο πρόσωπα, ποὺ ἀντέδρασαν στὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου εἴτε μὲ ἀνακοινώσεις τους εἴτε ἀρθρογραφῶντας, «τρομοκρατοῦν». Διερωτώμενος γιὰ τὶς πιθανὲς ἐπιδιώξεις τους, σημειώνει: «Ποιόν ἐπιδιώκουν νὰ τρομοκρατήσουν; […] Ἢ ὁλόκληρη τὴν ἀριστερὰ στὸ πλαίσιο ἑνὸς βρώμικου πολιτικοῦ παιχνιδιοῦ κατασπίλωσης καὶ συκοφάντησης ἐνόψει τοῦ τρόμου ποὺ διακατέχει ὅλο τὸ σαθρὸ πολιτικὸ σύστημα καὶ τοὺς προστάτες του ἀπέναντι στὸ ἐνδεχόμενο μιᾶς ἐκλογικῆς νίκης τοῦ ΣΥΡΙΖΑ (ὅ,τι κι ἂν συνεπάγεται αὐτὸ στὴν πράξη);».

Ἠ εἰσαγωγὴ καὶ ὁ ἐπίλογος τοῦ Τερζάκη δείχνουν ὅτι τὸ ἄρθρο του ἀπευθύνεται σὲ ἕνα κοινὸ ποὺ πρέπει νὰ πείσθει ὅτι ὁ ΣΥΡΙΖΑ δὲν σχετίζεται καθ’ οἱονδήποτε τρόπο (ἰδεολογικὸ κυρίως) μὲ τὴν λογικὴ καὶ τὴν πρακτικὴ τῆς τρομοκρατίας. Προσπάθεια ὡστόσο περιττή, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὀ Τερζάκης δὲν διαπιστώνει δεσμοὺς πρὸς τὴν τρομοκρατία οὔτε κἂν στὴν περίπτωση τῆς 17 Νοέμβρη, ἀλλὰ αὐτούς ὅπως εἴδαμε τοὺς βλέπει στὸ Κράτος. Ἀκόμη καὶ νὰ ὑπῆρχαν τέτοιες διασυνδέσεις τοῦ ΣΥΡΙΖΑ, ὅπως τοῦ καταλογίζουν οἱ ἀντιπαλοί του, αὐτὸ δὲν θὰ ἐπρεπε νὰ ἔχει καμιὰ σημασία γιὰ τὸν Φ.Τ. καὶ τοὺς ὁμοϊδεάτες του. Ἄρα τὸ κείμενό του δὲν ἀπευθύνεται σὲ ὁμοϊδεάτες (ἴσως σὲ ὁρισμένους μόνο, προκειμένου νὰ μείνουν στερροὶ στὶς πεποιθήσεις τους) ἀλλὰ στοὺς ἄλλους ποὺ μπορεῖ νὰ πιστέψουν τὶς καταγγελίες ποὺ ἐκτοξεύουν κατὰ τοῦ ΣΥΡΙΖΑ οἱ πολιτικοί του ἀντίπαλοι. Τὸ διακύβευμα συνεπῶς εἶναι πολὺ εὐρύτερο. Τὸ μεῖζον ποὺ κρίνεται ἐδῶ εἶναι ἡ ἀντίληψη περὶ ἠθικῆς ὑπεροχῆς τῆς ἀριστερᾶς, ἀντίληψη ποὺ βάλλεται ὄχι μόνο, φεῦ, ἀπὸ τοὺς ἐκπροσώπους τῆς ἐπαράτου δεξιᾶς ἀλλὰ καὶ ἀπὸ φιλελεύθερους, ἀριστεροὺς καὶ ποικίλους ἀριστερογενεῖς. Οἱ συσχετισμοὶ ποὺ καθιερώθηκαν κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεταπολίτευσης δείχνουν νὰ ἀλλάζουν. Ἂν ὁ ΣΥΡΙΖΑ ἐνδώσει στὶς ἐγκλήσεις τῶν πολιτικῶν του ἀντιπάλων ποὺ τὸν καλοῦν νὰ καταστεῖ καὶ συμβολικὰ ἕνα νομιμόφρον ἀστικὸ κόμμα δηλώνοντας ἀπερίφραστα τὴν προσήλωσή του στοὺς ἀστικούς, δημοκρατικοὺς θεσμοὺς καὶ τὸ ἰδεολογικό τους πλαίσιο, ἴσως νὰ ἔκανε πράξη αὐτὸ ποὺ φοβᾶται καὶ ἀπεύχεται ὁ Φώτης Τερζάκης: «γιὰ φανταστεῖτε μιὰν ἀριστερὰ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ συμμορφώνεται στὶς ἐντολὲς τῶν Κανέλληδων, Μανδραβέληδων, Πρετεντέρηδων, Εὐαγγελάτων κ.ο.κ. νὰ ξεκινάει κάθε πολιτική της ἐκτίμηση γιὰ ἱστορικὰ γεγονότα μὲ δηλώσεις μεταμέλειας καὶ νομιμοφροσύνης, ἀποκηρύσσοντας ἐκεῖνο ποὺ δὲν κήρυξε ποτέ! Εὔχεται μόνο κάποιος νὰ εἶχε ὀ ΣΥΡΙΖΑ τὴν ἱκανότητα καὶ τὴν τόλμη νὰ βγάλει ἀληθινοὺς τοὺς φόβους τοῦ Ἠλία Κανέλλη καὶ τῶν ὁμοίων του (γιὰ τὸ ὁποῖο, δυστυχῶς, πολὺ ἀμφιβάλλω…)!».

Προσωπικὰ δὲν γνωρίζω πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ εὔχεται κάποιος νὰ εἶχε ὁ ΣΥΡΙΖΑ τὴν ἱκανότητα καὶ τὴν τόλμη νὰ πράξει κάτι ποὺ ὁ ἴδιος ὁ ΣΥΡΙΖΑ δὲν τὸ θέλησε οὔτε τὸ διακήρυξε ποτὲ. Νὰ τὸ ποῦμε ἀλλιῶς: εἴτε οἱ φόβοι ὅλων αὐτῶν τῶν φιλελευθέρων εἶναι ἀβάσιμοι, καὶ συνεπῶς ο λόγος τους λειτουργεῖ πρὸς ἐκφοβισμὸ τῆς κοινωνίας, εἴτε εἶναι βάσιμοι κι ἔτσι ἀποκτοῦν νόημα καὶ οἱ εὐχὲς τοῦ Φώτη Τερζάκη.

Σὲ ἕνα ἄρθρο ποὺ οἱ προκείμενες τῆς σκέψης τοῦ συγγραφέα του –ὣς ἕνα βαθμὸ ἀναπόφευκτα λόγω τῆς περιορισμένης του ἔκτασης– τίθενται δίχως τὴν παραμικρὴ διερώτηση ἢ τὴν ἀνάδειξη, ἔστω, ἑνὸς προβληματισμοῦ, καὶ ὑπὸ ἕναν τέτοιο διανοητικὸ προσανατολισμὸ, ἡ ἀναφορὰ σὲ προϋποθέσεις τοῦ διαλόγου μοιάζει μὲ διαπραγμάτευση ἐν καιρῶ πολέμου. Εἶναι δηλαδὴ πλήρως προσχηματική. Καὶ ἐπειδὴ περὶ ὑποκρισίας ὁ λόγος ὀφείλουμε νὰ σημειώσουμε, καὶ πάλι, ὅτι ὑποκρισία, συνειδητὴ ἢ ἀσυνείδητη, μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μονάχα ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχουν ἰδεώδη καὶ τὰ ἰδεώδη δημιουργοῦν μιὰ ἐντασιακὴ σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα. Αὐτὴ ἡ παρατήρηση δὲν γίνεται μὲ τὴν πρόθεση νὰ ἐξοβελίσει τὰ ἰδεώδη ἀλλὰ γιὰ νὰ τονίσει τὸ ἀναπόδραστο τῆς ὑποκρισίας. Ἔξω ἀπὸ τὴν ψυχολογία ὅμως, ὑπάρχει μιὰ πολιτικοκοινωνικὴ πραγματικότητα ποὺ ἐπέτρεψε, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς προθέσεις τοῦ οἱουδήποτε, στὸ βιβλίο τοῦ Δημήτρη Κουφοντίνα νὰ κυκλοφορήσει καὶ στὸν ἐνδιαφερόμενο νὰ μπορεῖ νὰ τὸ βρεῖ στὰ βιβλιοπωλεῖα. Ἀκόμη περισσότερο: ποὺ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ καταστεῖ ἀντικείμενο δημόσιας συζήτησης.

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ