παντούμ

Νυχτερινή βάρδια


*

Ακούραστοι θεοί σμιλεύουν τη Νύχτα
Ως πάνω θαμμένοι απ’ την μαύρη της φύρα
θυμούνται το φως απ’ του Ήλιου τα δίχτυα
κι ανάβουν τσιγάρο με BIC αναπτήρα

Ως πάνω θαμμένοι απ’ την μαύρη της φύρα
γελούν και τρομάζουν κι ελπίζουν και ψάχνουν
Ανάβουν τσιγάρο με BIC αναπτήρα
και πάλι σκοτάδι στα πρόσωπα θα ’χουν

Γελούν και τρομάζουν κι ελπίζουν και ψάχνουν
Ρωτούν αν στο μέρος που φως θ’ ανατείλει
αν πάλι σκοτάδι στα πρόσωπα θα ’χουν
ή πρέπει επιτέλους να βρούνε φυτίλι

Ρωτούν αν στο μέρος που φως θ’ ανατείλει
τα όνειρα λάμπουν απλώς σαν κροτίδες
ή πρέπει επιτέλους να βρούνε φυτίλι
Η βάρδια σου λήγει, την ώρα την είδες;

Τα όνειρα λάμπουν απλώς σαν κροτίδες
στα χέρια σκαρπέλα και μια καληνύχτα
Η βάρδια σου λήγει, την ώρα την είδες;
Ακούραστοι θεοί σμιλεύουν τη Νύχτα

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΛΗΣ

*

*

*

ڤنتون → pantoum → παντούμ: Οι μεταμορφώσεις ενός είδους [2/2]

*

Μικρή εισαγωγή στο μαλαϊκό, ευρωπαϊκό και ελληνικό παντούμ,
μεταφραστική περιήγηση στους σημαντικούς του σταθμούς
και πρώτη χαρτογράφηση της διαδρομής του στην Ελλάδα  [ 2/2 ]

~.~

του ΣΤΑΘΗ Α. ΚΙΣΣΑΜΙΤΗ

Για την γενική εισαγωγή στο παντούμ/παντούν, βλ. το πρώτο μέρος της παρούσας μελέτης. Όπως προσημειώνεται εκεί, η καταγραφή των ελληνικών παντούμ που ακολουθεί σε αυτό το δεύτερο μέρος δεν είναι εξαντλητική, περιλαμβάνει δε 28 εν συνόλω ποιήματα. Σε κάθε παντούμ υποσημειώνεται η πρώτη δημοσίευση εφόσον έγινε δυνατόν να εντοπιστεί· όπου υπάρχει νεώτερη έκδοση, χρησιμοποιείται αυτή ως πηγή. — Σ.Α.Κ.

~.~

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Η Λάμια

Τ’ όνομά μου Λαμπετώ η Γελούσα,
είμαι η Λάμια του ξολοθρεμού,
τρέφω το τραγούδι σαν τη Μούσα,
λάμπω σαν τον άγγελο του Θεού.

Είμαι η Λάμια του ξολοθρεμού,
βάι στα γερατειά κι οϊμέ στα νιάτα!
Λάμπω σαν τον άγγελο του Θεού,
κλάφτε όποιον μ’ απάντησε στη στράτα.

Βάι στα γερατειά κι οϊμέ στα νιάτα!
Τα χρυσά μου ανήσυχα μαλλιά
—κλάφτε όποιον μ’ απάντησε στη στράτα—
χάιδιο ονείρου και πνιμού θηλιά.

Τα χρυσά μου ανήσυχα μαλλιά
τα χτενίζω νύχτα, φως και φίδια,
χάιδιο ονείρου και πνιμού θηλιά
και μια τρίχα από τ’ αποχτενίδια.

Τα χτενίζω νύχτα, φως και φίδια,
στους αγαπημένους τί κακό!
Και μια τρίχα από τ’ αποχτενίδια
σπέρνει θέρμη και θανατικό. (περισσότερα…)

ڤنتون → pantoum → παντούμ: Οι μεταμορφώσεις ενός είδους [1/2]

*

Μικρή εισαγωγή στο μαλαϊκό, ευρωπαϊκό και ελληνικό παντούμ,
μεταφραστική περιήγηση στους σημαντικούς του σταθμούς
και πρώτη χαρτογράφηση της διαδρομής του στην Ελλάδα  [ 1/2 ]

~.~

του ΣΤΑΘΗ Α. ΚΙΣΣΑΜΙΤΗ

En un pantoum sans fin, magique et guérisseur
Bercez la Terre, votre soeur.
JULES LAFORGUE

Εξαιτίας ενός τυπογραφικού λάθους ενδεχομένως, το μαλαϊκό «παντούν», είδος ποιητικό που στην Ελλάδα συνδέεται συνήθως με το όνομα του Γιώργου Σεφέρη, έγινε γνωστό στην Ευρώπη ως «παντούμ». Η λέξη απαντά πρώτη φορά το 1829, στις επισημειώσεις των Ανατολίτικων, συλλογής ποιημάτων του Βίκτωρος Ουγκώ. Εκεί ο νεαρός αλλά ήδη διάσημος Γάλλος παραθέτει ένα δείγμα, στην πεζή μετάφραση που του είχε προμηθεύσει ένας οριενταλιστής της εποχής, ο Ernest Fouinet (1799-1845), που κι αυτός το είχε βρει στο βιβλίο ενός άλλου μελετητή, του Ιρλανδού William Marsden. Είναι το, έκτοτε, περίφημο «Les papillons jouent a l’entour sur leurs ailes» – «Kupu-kupu terbang melintang» στα μαλαϊκά.

Το αν ο Ουγκώ επενέβη στη μετάφραση του Φουινέ δεν το ξέρουμε, δεν φαίνεται πιθανό ωστόσο. Ο ίδιος ο Φουινέ ήταν πολυγραφότατος ποιητής, το πρώτο έργο του μάλιστα ήταν ένα έπος για την Καταστροφή των Ψαρών το 1824. (Θυμίζω ότι και τo Les Orientales του Ουγκώ είναι έργο αφιερωμένο στην Ελληνική Επανάσταση. Είναι οι καιροί ακόμη που για τους Γάλλους η Ανατολή –l’Orient– ξεκινάει από τα οθωμανοκρατούμενα Βαλκάνια και φτάνει ώς τη Θάλασσα της Ιαπωνίας). Το βέβαιο είναι ότι το ερέθισμα που θα προκύψει θα αποδειχθεί αναπάντεχα γόνιμο. Πολλοί από τους γνωστότερους ποιητές του γαλλικού 19ου αιώνα, από τον Γκωτιέ ώς τον Μπωντλαίρ και από τον Βερλαίν ώς τον Λαφόργκ, θα γοητευθούν και θα συνθέσουν δικά τους παντούμ.

Ιδίως η σχολή των παρνασσιστών, στον αγώνα της κατά της υστερορομαντικής χαλάρωσης του στίχου, είδε στο παντούμ ένα καλοδεχούμενο πρότυπο μορφικής αυστηρότητας. Σ’ αυτό συνετέλεσε βέβαια το ότι το ποίημα «του» Ουγκώ ανήκει σε μια περίτεχνη, σχεδόν εξεζητημένη παραλλαγή του είδους, το λεγόμενο αλυσιδωτό παντούν (pantun berkait). Κατά την παραλλαγή αυτή, ο δεύτερος και τέταρτος στίχος κάθε στροφής επαναλαμβάνονται ως πρώτος και τρίτος της επομένης, επωδική ανακύκληση που δίνει ρυθμικό άκουσμα συγγενικό με εκείνο της βιλανέλλας ή του ροντώ. (περισσότερα…)

Δημήτρης Ε. Σολδάτος, Παντού παντούμ

Παντού παντούμ

Ταρατατζούμ, παντού παντούμ,
από την Μαλαισία φερμένο.
Η ποίησή μας γιουσουρούμ –
ό,τι σκατό, αρκεί να ’ναι ξένο.

Από την Μαλαισία φερμένο
μέσω Γαλλίας προς ημάς.
Ό,τι σκατό, αρκεί να ’ναι ξένο.
Η ποίησή μας αχταρμάς.

Μέσω Γαλλίας προς ημάς
έρχεται η σάρα και η μάρα.
Η ποίησή μας αχταρμάς.
Τον ένα πάρ’, τον άλλον βάρα.

Έρχεται η σάρα και η μάρα
μ’ ύφος μπλαζέ και ξενικό.
Τον ένα πάρ’, τον άλλον βάρα –
ω, πνεύμα νεοελληνικό!

Μ’ ύφος μπλαζέ και ξενικό
παντουμιαζόμαστε αναλόγως.
Ω, πνεύμα νεοελληνικό,
ου πίπτει ράβδος, πίπτει λόγος.

Παντουμιαζόμαστε αναλόγως
πού πάει η τάση της μοδός.
Ου πίπτει ράβδος, πίπτει λόγος
διατυπωμένος βλακωδώς.

Πού πάει η τάση της μοδός;
Στο διάλο πάει, στα τσακίδια!
Διατυπωμένος βλακωδώς
κι ο λόγος μου, μία απ’ τα ίδια.

Στο διάλο πάει, στα τσακίδια
της ποίησής μας το αλαλούμ
κι ο λόγος μου μία απ’ τα ίδια –
ταρατατζούμ, παντού παντούμ!

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ε. ΣΟΛΔΑΤΟΣ

*