*
Τα δεδομένα της λεγόμενης κρίσης υπογεννητικότητας είναι πολύ γνωστά: οι γεννήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες παρουσιάζουν πτωτική τάση εδώ και δύο δεκαετίες και όλες σχεδόν οι άλλες εύπορες χώρες βιώνουν το ίδιο. Μεταξύ των προτάσεων για την αντιστροφή της τάσης, η συμβατική σοφία λέει ότι αν το κράτος προσέφερε περισσότερη οικονομική στήριξη στους γονείς, τα ποσοστά γεννήσεων θα άρχιζαν να αυξάνονται και πάλι.
Τι γίνεται όμως αν αυτή η σοφία σφάλλει; Το 1960, οι Αμερικανίδες έκαναν κατά μέσο όρο 3,6 παιδιά. Το 2023, ο συνολικός δείκτης γονιμότητας (ο μέσος αριθμός παιδιών που μια γυναίκα αναμένει να αποκτήσει στη διάρκεια της ζωής της) ήταν 1,62, ο χαμηλότερος που έχει καταγραφεί ποτέ και πολύ κάτω από το ποσοστό αντικατάστασης 2,1. Εν τω μεταξύ τα ποσοστά ατεκνίας αυξάνονται: το 2018, περισσότερες από μία στις επτά γυναίκες ηλικίας 40 έως 44 ετών δεν είχαν βιολογικά παιδιά, σε σύγκριση με μόλις μία στις 10 το 1976. Και σύμφωνα με νέα έκθεση του Pew Research Center, το ποσοστό των Αμερικανών ενηλίκων ηλικίας κάτω των 50 ετών που δηλώνουν ότι είναι απίθανο να αποκτήσουν ποτέ παιδιά αυξήθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2018 και 2023, στο 47%. Στον κυρίαρχο αμερικανικό λόγο, οι εξηγήσεις για αυτές τις τάσεις τείνουν να επικεντρώνονται στους οικονομικούς περιορισμούς: οι άνθρωποι αποφασίζουν να μην κάνουν παιδιά λόγω του υψηλού κόστους της παιδικής φροντίδας, λόγω των περιορισμών στις γονικές άδειες και λόγω του μισθολογικού μειονεκτήματος που αντιμετωπίζουν οι μητέρες. Ορισμένοι υπεύθυνοι (και κάποιοι ανήσυχοι πολίτες) υποστηρίζουν ότι με δαπανηρές κρατικές παρεμβάσεις αυτή η στάση των ανθρώπων είναι δυνατόν να αλλάξει.
Όμως τα δεδομένα από άλλα μέρη του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των χωρών με γενναιόδωρη οικογενειακή πολιτική, δείχνουν το αντίθετο. Σήμερα όλες οι χώρες του ΟΟΣΑ, εκτός από το Ισραήλ, έχουν ποσοστό γονιμότητας κάτω από την αναπλήρωση, και η ταχύτητα της μείωσης κατά την τελευταία δεκαετία έχει ξεπεράσει τις προβολές των δημογράφων. Το 2022, ο μέσος δείκτης γονιμότητας των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν 1,46. Το 2023, ο δείκτης της Νότιας Κορέας ήταν 0,72, ο χαμηλότερος στον κόσμο.
Η Νότιος Κορέα έχει δαπανήσει περισσότερα από 200 δισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία 16 χρόνια σε μέτρα για την ενίσχυση της γονιμότητας, όπως σε επιδόματα τέκνων, διευρυμένες γονικές άδειες και προγεννητική φροντίδα, ωστόσο ο δείκτης γονιμότητας της χώρας μειώθηκε κατά 25% σε αυτό το διάστημα. Η Γαλλία δαπανά υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ της για την οικογένεια από οποιαδήποτε άλλη χώρα-μέλος του ΟΟΣΑ, αλλά πέρυσι σημείωσε τον χαμηλότερο αριθμό γεννήσεων από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμη και οι σκανδιναβικές χώρες, με το εδραιωμένο από καιρό προνοιακό κράτος τους, τις εγγυήσεις για τη φροντίδα των παιδιών και τις παρατεταμένες γονικές άδειες, βιώνουν απότομη μείωση της γονιμότητας. (περισσότερα…)

