Ουίλλιαμ Σ. Μέργουιν

Ουίλλιαμ Σ. Μέργουιν, Βροχή Φωτός


*

Ὁλημέρα τ’ ἄστρα παρακολουθοῦν ἀπό πολύ παλιά
ἡ μητέρα μου εἶπε Φεύγω τώρα
ὅταν εἶσαι μόνος θά εἶσαι καλά
εἴτε τό γνωρίζεις εἴτε ὄχι θά γνωρίσεις
κοίταξε τό παλιό σπίτι στήν αὐγινή βροχή
ὅλα τά λουλούδια εἶναι μορφές νεροῦ
ὁ ἥλιος μέσα ἀπό ἕνα λευκό σύννεφο τίς θυμίζει
ἀγγίζει τίς συρραφές ἀνάμεσα σέ διάσπαρτα μπαλώματα πάνω στό λόφο
τά πλυμένα θαμπά χρώματα τῆς πέραν τοῦ θανάτου ζωῆς
πού ζοῦσαν ἐκεῖ πολύ πρίν ἀπό την γέννησή σου
δές πῶς ξυπνοῦν δίχως καμιά ἐρώτηση
ἀκόμα κι ἄν ὁλόκληρος ὁ κόσμος ἀναφλέγεται

The Shadow of Sirius, 2008

Γυρισμένο στά Ἑλληνικά ἀπό τήν Νατάσα Κεσμέτη, Ιανουάριος 2024.
Στήν Μνήμη τῆς ἀδελφῆς της Ἀγαθονίκης.

*

Οὐίλλιαμ Σ. Μέργουιν, Ὅταν τελειώσει ὁ πόλεμος

*

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

ΟΤΑΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ

Ὅταν τελειώσει ὁ πόλεμος
Φυσικά θά εἴμαστε περήφανοι ὁ ἀέρας θά εἶναι
Καλός νά τόν ἀναπνέεις ἐπιτέλους
Τό νερό θά ἔχει βελτιωθεῖ ὁ σολωμός
Καί ἡ σιωπή τοῦ παραδείσου θά μεταναστεύουν πιό τέλεια
Οἱ νεκροί θά σκέφτονται πώς οἱ ζωντανοί τό ἀξίζουν ἐμεῖς θά ξέρουμε
Ποιοί εἴμαστε
Καί θά καταταγοῦμε πάλι

~.~

Ὁ W. S. Merwing, γιός πρεσβυτεριανοῦ πάστορα, ἄρχισε νά γράφει σέ ἡλικία μόλις πέντε ἐτῶν, εἰκονογραφώντας ἐπίσης τούς ὕμνους πού ἄκουγε ἀπό τόν πατέρα του. Ἡ ἐξοικείωση ἀπό τόσο νωρίς μέ τούς ὕμνους, τόν ὁδήγησε σέ συγκεκριμένη ἀντίληψη γιά τήν φόρμα καί γιά τήν σημασία κάθε λέξης ξεχωριστά, δηλαδή τό εἰδικό βάρος της. Πολυγραφότατος (πάνω ἀπό πενήντα βιβλία ποίησης, πεζοῦ λόγου, μεταφράσεων) καί δυό φορές poet laureate (1999-2000, 2010-2011), χαρακτηρίστηκε στήν Ἀμερική ὡς «Thoreau τῆς ἐποχῆς μας» γιά τήν ἰσχυρή οἰκολογική του συνείδηση, τήν ἀντίθεσή του στήν πολεμική βαρβαρότητα, τήν ἀφοσίωσή του στήν γλώσσα, τό ὑψηλό ἐπίπεδο τῆς πνευματικότητάς του. Πολύ ἀργότερα, τήν ἐποχή τῆς μεγάλης πείρας καί ὡριμότητάς του, ὅταν συνέθετε τήν ποιητική συλλογή Garden Time, εἶχε ἤδη ἀρχίσει ὁ καιρός τῆς δοκιμασίας του: ἔχανε τό φῶς του. Ὅταν ἔφτασε στό σημεῖο νά μήν βλέπει, γιά νά συνεχίζει τό ἔργο του, ὑπαγόρευε στήν σύζυγό του Πώλα τά νέα του ποιήματα. Φαίνεται πώς ἡ δοκιμασία τόν ἔφερνε πλησιέστερα σέ ἄγνωστες περιοχές τῆς ὕπαρξής του, τόν ἔκανε νά τίς ἀφουγκράζεται καί νά μιλάει πιό ἄμεσα στόν ἀναγνώστη του.

Ἀποδεσμευμένος πιά ἀπό τήν προβολή πού δεχόταν γιά τό ἔργο του καί τούς πολύχρονους ἐπαίνους γιά τό πόσο ἐπηρέαζε ἄλλους ποιητές, περιβαλλόμενος τώρα ὁ Merwing ἀπό θαμπές σκιές ἔστρεφε ἐπίμονα τήν προσοχή του στούς ἤχους – ἐμψυχωμένους ἤχους. Ἀνακάλυπτε πῶς νά βρίσκεται στό πλάϊ τοῦ ἀναγνώστη μέ μιά, κερδισμένη μέ ὀδύνη, διασθητική ἀμεσότητα. Τόνιζε μέ κάθε τρόπο τήν ἐλπίδα πού χρειαζόμαστε: Ἐλπίδα σ’ αὐτό πού θέλει νά μᾶς βρεῖ. «Ἐλπίδα στό φῶς τῆς μέρας πού ἔρχεται».

Σέ ὅλο του τό ἔργο, διάλεγε συνειδητά τήν ἀπουσία στίξης, ἔτσι καί στό Garden Time. Τόν τίτλο αὐτόν θά μπορούσαμε νά τόν μεταφράσουμε ὡς Καιρό τοῦ Κήπου, γιατί αὐτό πού ἐπιδιώκει νά διαφανεῖ, στό ἀνεμπόδιστο κύλισμα τοῦ κάθε ποιήματος, δέν εἶναι ὁ χρόνος. Εἶναι ὁ Καιρός· μέ τήν δική μας, ἑλληνική σημασία τοῦ ὅρου: εὐ-καιρία μέ ἄλλα λόγια. Ἀποκτᾶ καί ἄλλες προεκτάσεις, ἄν σκεφθεῖ κανείς πώς ἡ συλλογή ἐκδόθηκε τό 2016, ἡ ἀγαπημένη του Πώλα ἀπεβίωσε τό 2017, καί ὁ ἴδιος ἐξέπνευσε εἰρηνικά στόν ὕπνο του, τό 2019. Ἑπομένως τό τέλος τῆς ζωῆς τοῦ ποιητῆ, μέσα στήν δοκιμασία τῆς τύφλωσης,ὑπῆρξε πράγματι ἕνας Καιρός ἐκ νέου καλλιέργειας καί φροντίδας τοῦ Κήπου πού τοῦ δόθηκε: εὐκαιρία φιλοσοφικοῦ ἀναστοχασμοῦ, παρατηρήσεων μέ τά ἔσω μάτια, σπορᾶς ἐρωτημάτων ὅπως τά ἀκόλουθα μέ νηφάλιο καί γλυκύ τρόπο:

Eἶμαι ἐγώ πού ἔφτασα σ’ αὐτήν τήν ἡλικία
ἤ εἶναι ἡ ἡλικία πού ἦρθε σέ μένα
ποιό ἀπ’ τά δυό ἔφερε μαζί του ὅλες τοῦτες
τίς σιωπηλές εἰκόνες πάνω στόν σκιερό τους ποταμό

Ν.Κ.

*

Οὐίλλιαμ Σ. Μέργουιν, Στό φώς τοῦ Σεπτεμβρίου

*

Μετάφραση-Επιμέλεια Στήλης ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

~.~

ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Ὅταν εἶσαι κιόλας ἐδῶ
παρουσιάζεσαι μόνον σάν
ἕνα ὄνομα πού εἴτε εἶσαι παρόν
εἶτε ὄχι μιλᾶ γιά σένα

καί γιά τήν ὥρα μοιάζει σάν
νά εἶσαι ἀκόμα καλοκαίρι
στό ἀποκορύφωμά του ἀκόμα
οἰκεῖο μας ἀτέλειωτο καλοκαίρι
ὡστόσο μέ μιάν ἀνταύγεια
χαλκοῦ στήν ψύχρα τῶν πρωϊνῶν
καί τ’ ἀργοπορημένα κίτρινα πέταλα
τοῦ φλόμου ἀνεμίζοντας στούς
στάχεις καθώς γέρνουν πάνω
ἀπό τίς θρυμματισμένες τους
σκιές πού διασχίζουν τήν χαρακωμένη γῆ (περισσότερα…)

Ουίλλιαμ Σ. Μέργουιν (Σεπτ. 1927 – Μάρτ. 2019), Ἀπό τίς σκιές μας

*

Μετάφραση-Επιλόγισμα ΝΑΤΑΣΑ ΚΕΣΜΕΤΗ

Ἀπό τίς σκιές μας

Ὑπῆρξαν τόσες πολλές λέξεις γιά τή λύπη
καί τόσο λίγες γιά τή χαρά
ἴσως καμία
πού νά μπορεῖ νά διακρίνει
τόν ἦχο ἐκείνης τῆς μυστικῆς ἄνοιξης
ν’ ἀναβλύζει πρίν ἀπό τίς λέξεις
ἄν καί τότε πού ἡ φωνή του ἀναδύεται
ἐντός μας
θέλουμε νά μπορέσουμε νά τό ποῦμε
σέ κάποιους
ἄν μείνουν νά μᾶς ἀκούσουν
νά μιλᾶμε γιά ἐκεῖνο
τό πέρα ἀπό λέξεις
ἡ λύπη μπορεῖ νά ὑψωθεῖ ἐντός μας
μέσα στήν εὐτυχία
καί ἡ χαρά μπορεῖ νά μᾶς ξαφνιάσει
ἐν μέσῳ ἀνείπωτης λύπης
καί οἱ δύο μᾶς γνωρίζουν
ἀπό τήν ἀρχή πρίν τήν παρουσία μας ἐδῶ
ἀλλά ἄν τούς ἀπευθυνθοῦμε
μόνον ἡ λύπη καθυστερώντας στέκει
νά μᾶς ἀκούσει ὥς τό τέλος
ἡ χαρά ἐξαφανίζεται
γιά νά μᾶς ἀναμένει ἴσως
ἐκεῖ πού πού καθόλου δέν τό ἐλπίζουμε

Ἀπό τήν συλλογή Garden Time, Copper Canyon Press, 2016.

Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 2020 ἐπανεκδόθηκε ἡ συλλογή Garden Time, δηλαδή ἕνα χρόνο μετά την τελευτή τοῦ W. S. Merwin, καί παρουσιάζεται μέ τό ἑξῆς σημείωμα: «Τοῦτο τό τελευταῖο του θαυμάσιο βιβλίο, γραμμένο τόν καιρό πού ὁ ποιητής ἔχανε την ὅρασή του, κατακλύζεται ἀπό ἐπιθυμία, αἴσθηση ἀπώλειας καί ἀναπάντητα ἐρωτήματα. Τό λαμπερό του πνεῦμα, ἡ αἰθέρια πνευματικότητα τῆς φωνῆς του μέ λεπτότητα ἀνακρίνει τήν θνητότητα, μέ εὐγένεια διερωτᾶται γι’αὐτήν· ἀκριβῶς στά τέλη τῆς ζωῆς του κελαηδεῖ ἀγαπητικά σ’ ἕναν ἀκούραστο κόσμο, ἄν καί ὄχι δίχως τρόμο καί δέος. Ὅταν πιά δέν μποροῦσε νά βλέπει καθόλου γιά νά γράφει, ὑπαγόρευε τά ποιήματά του στήν σύζυγό του, Πώλα. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἕνα βιβλίο ἐπίγνωσης καί ἐπαγρύπνησης, μεγάλης εὐαισθησίας, τρυφερό καί μελαγχολικό, ὅπου ὁ μείζων ποιητής μας καταφάσκει στήν ζωή ἀντλώντας δυνάμεις ἀπό τίς μνῆμες του καί τήν βαθιά του σύνδεση μέ τόν κόσμο· μᾶς ὑπενθυμίζει ἔτσι πώς “Ἡ μόνη μας ἐλπίδα εἶναι νά εἴμαστε τό φῶς τῆς μέρας.”»

Ὁ W. S. Merwin, γιά πάνω ἀπό σαράντα χρόνια μαζί μέ τήν γυναίκα του φύτεψαν περισσότερα ἀπό 2.740 φοινικόδεντρα, στήν προσπάθεια νά σώσουν τίς φοινικιές ἀπό τήν ἐξαφάνιση πού τίς ἀπειλεῖ. Ἡ δεντροφύτευσή τους περιλάμβανε 400 εἴδη, καί ἄλλες, περίπου 900, ποικιλίες. Ἄς προσθέσουμε καί τά χιλιάδες πού φύτεψαν ἀνεπιτυχῶς, καθώς αὐτά δέν κατάφεραν να ἐπιζήσουν. Σέ ἕνα χαρακτηριστικό του μικρό ποίημα τοῦ 1988 ἔγραψε:

Μαρτυρία

Θέλω νά διηγηθῶ πῶς
ἦσαν τά δάση

Θά πρέπει νά μιλήσω
μέ μιά λησμονημένη λαλιά

*